Χειρίζεται το Ίντερνετ σχεδόν με την ίδια άνεση που το χειρίζεται ένας σημερινός 18άρης. Κάθε πρωί μπαίνει και διαβάζει τις ελληνικές εφημερίδες αλλά και αρκετές ξένες, όπως τη γαλλική «Le Μonde» ή την ιταλική «Corriere della Sera».
Ψάχνει μετά μανίας στο Google θέματα που τον ενδιαφέρουν, σχετικά με την ιστορία, τη λαογραφία ή τη χημεία- ήταν χημικός πριν από χρόνια. Αναζητά τα αγαπημένα του μουσικά κομμάτια επίσης στο Διαδίκτυο και τα απολαμβάνει από τον υπολογιστή. Και βέβαια επικοινωνεί μέσω mail με τους δύο γιους του που ζουν στο εξωτερικό. Ο κ. Πανταζής Σταύρου είναι 90 ετών. Και έχει καταφέρει να ανατρέψει τον μύθο ότι οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας δεν τα καταφέρνουν με τις νέες τεχνολογίες και ειδικά με το Ίντερνετ. «Πώς ασχολήθηκα; Με ενδιαφέρει καθετί καινούργιο», απαντά με χαρακτηριστική άνεση για την ενασχόλησή του με τον κόσμο του Διαδικτύου. Με την ίδια άνεση περιγράφει στα «ΝΕΑ», καθισμένος μπροστά από τον υπολογιστή του, την καθημερινότητά του στο Ίντερνετ. «Ψάχνοντας πληροφορίες για την Ιστορία ή τη λαογραφία ξεκινάω την αναζήτησή μου από το Google».
Ο ενθουσιασμός του είναι μεγάλος όταν ανακαλύπτει πόσο μεγάλη πηγή πληροφόρησης για το παρελθόν αποτελεί το Διαδίκτυο. Τις προάλλες, λέει, διάβασε κάπου ότι ένας Βρετανός αντισυνταγματάρχης και περιηγητής, ο Γουίλιαμ Μάρτιν Λικ, είχε περάσει από το χωριό του, το Βυζίκι Αρκαδίας, το 1805. «Είχε γράψει ένα βιβλίο για την επίσκεψή του. Το πληκτρολόγησα στο Ίντερνετ. Το βρήκα- ήταν τρεις τόμοι- και το μετέφρασα στα ελληνικά». Μάλιστα έγραψε ένα κείμενο σχετικά με αυτό και το έστειλε στο τριμηνιαίο περιοδικό του χωριού του. Φυσικά το έγραψε στο Word και το έστειλε ηλεκτρονικά «με mailβολεύει και τον τυπογράφο άλλωστε, οι υπόλοιποι στέλνουν τα κείμενά τους χειρόγραφα», λέει με χαμόγελο.
Οι σκεπτικιστές
Ο 90χρονος κ. Πανταζής Σταύρου δεν ήταν ποτέ αρνητής του Ίντερνετ. Άνθρωποι της ηλικίας του όμως αλλά και μικρότεροί του αποτελούν μεγάλη μερίδα των σκεπτικιστών του Διαδικτύου. Το τελευταίο διάστημα ωστόσο στη χώρα μας έχουν αρχίσει να κάνουν στροφή 180 μοιρών: πλέον το εμπιστεύονται διότι διαπιστώνουν ότι το Ίντερνετ αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για τους επαγγελματίες και ένα σημαντικό μέσο πληροφόρησης.
Αυτό προκύπτει και από την πιο πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Παρατηρητηρίου για την Κοινωνία της Πληροφορίας. Περίπου 8 στις 10 μικρές επιχειρήσεις που διαθέτουν υπολογιστές έχουν σύνδεση στο Ίντερνετ (83%). Ποσοστό αυξημένο αρκετά σε σύγκριση με το 2005 (75%). Σε ό,τι αφορά τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις – που απασχολούν δηλαδή πάνω από 10 εργαζομένους- η διείσδυση του Ίντερνετ είναι ακόμα μεγαλύτερη. Σχεδόν το 98% έχει Ίντερνετ.
«Είμαι αυτοδίδακτος στο Διαδίκτυο…»
Η περίπτωση του 90χρονου συνταξιούχου χημικού αποδεικνύει πάντως πως ούτε μεγάλες ικανότητες χρειάζεται κανείς για να μπει στο Ίντερνετ ούτε περιέχει άχρηστες πληροφορίες, ώστε να το αγνοεί και να αδιαφορεί.
«Μαθήματα δεν έκανα πουθενά. Πήρα βιβλία για το Ίντερνετ- τα οποία μελετάω ακόμα. Με βοήθησε κι ο γαμπρός μου στην αρχή και πλέον και ο 13χρονος εγγονός μου», λέει ο κ. Σταύρου. Πώς όμως αποφάσισε να ασχοληθεί; Εργαζόταν ως χημικός σε μεγάλη φαρμακοβιομηχανία έως το 1987. Υπολογιστές υπήρχαν τότε στο εργασιακό του περιβάλλον και όπως λέει είχε μία πρώτη μικρή εξοικείωση. Λίγα χρόνια αργότερα απέκτησε τον δικό του υπολογιστή στο σπίτι. Κι όταν το Ίντερνετ άρχισε δειλά δειλά να μπαίνει στη ζωή των Ελλήνων, μπήκε και στη δική του. Τι λέει όμως σήμερα σε όσους διστάζουν να μπουν στο Διαδίκτυο φοβούμενοι ότι αποτελεί ένα μέσο αποξένωσης; «Τι μας αποξενώνει; Μόνο αν ασχολείται κανείς αποκλειστικά και συνέχεια μ΄ αυτό αποξενώνεται. Για τα ηλικιωμένα άτομα είναι ένα μέσο επικοινωνίας. Ένα παράθυρο για ολόκληρο τον κόσμο», απαντάει. Το αποδεικνύει άλλωστε και η τακτική επικοινωνία που έχει με τους δύο γιους του που ζουν στη Γαλλία.
Μένουν πίσω οι «ηλεκτρονικά αναλφάβητοι»
Εντυπωσιακή είναι η αύξηση που κατέγραψε η έρευνα του Παρατηρητηρίου για την Κοινωνία της Πληροφορίας σε ό,τι αφορά τις συνδέσεις Ίντερνετ στα σπίτια. Το 2007 περίπου 3 στα 10 νοικοκυριά είχαν σύνδεση στο Ίντερνετ (30,2%). Πλέον 4 στους 10 είναι συνδεδεμένοι (39,4%). Η αύξηση είναι ακόμα μεγαλύτερη σε σύγκριση με το 2005: τότε μόλις 2 στα 10 νοικοκυριά (24,2%) είχαν πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Από την έρευνα προκύπτει επίσης και αύξηση στην κατοχή σταθερών αλλά και φορητών υπολογιστών. Η παρουσία λαπ τοπ στα νοικοκυριά από 11% το 2005, ανέβηκε στο 16% το 2006 και στο 20% το επόμενο έτος. Το 2008 περίπου 3 στα 10 νοικοκυριά είχαν φορητό.
Γιατί δεν μπαίνουν
Η έρευνα έδειξε επίσης και για ποιους λόγους τα έξι στα δέκα νοικοκυριά επιμένουν να μένουν έξω από τον κόσμο του Ίντερνετ. Απαντώντας στην ερώτηση γιατί δεν έχουν πρόσβαση στο Ίντερνετ από το σπίτι 28% απάντησαν επειδή θεωρούν το Διαδίκτυο επιζήμιο και 27% επειδή έχουν έλλειψη ικανοτήτων και δεξιοτήτων για να το χειριστούν.
«Η Ελλάδα διανύει εδώ και μερικά χρόνια την ευρυζωνική της άνοιξη», τονίζει ο αντιπρόεδρος στο Παρατηρητήριο για την Κοινωνία της Πληροφορίας δρ Γιάννης Λάριος. Σήμερα, λέει, περίπου 1.600.000 Έλληνες έχουν τακτική πρόσβαση στο γρήγορο Διαδίκτυο. «Ακολουθούν και οι λιγότερο εξοικειωμένοι! Το εμπόδιο πια γι΄ αυτούς δεν είναι η έλλειψη υποδομών ή οι υψηλές τιμές, αλλά η δυσπιστία. Και όμως! Καθημερινά, μικροί επιχειρηματίες, συμπολίτες μας μεγαλύτερης ηλικίας ή κάτοικοι των πιο απομακρυσμένων χωριών, βρίσκουν λύσεις με σύμμαχο το Διαδίκτυο».
H Le Monde ανιχνεύει τα αίτια της παρακμής των εφημερίδων:
Ολα τα σημερινά δεινά, ακούμε συχνά, προέρχονται από αυτό το ποταπό, το αποκρουστικό Ιντερνετ.
Τη δημοσιογραφία, όμως, δεν την αποδεκάτισε το Διαδίκτυο. Αυτή παρέπαιε από καιρό, υπό το βάρος των αναπροσαρμογών, του μάρκετινγκ, της περιφρόνησης των λαϊκών στρωμάτων και της άλωσης από τους δισεκατομμυριούχους και τους διαφημιστές.
Δεν χρησίμευσε το Ιντερνετ ως φερέφωνο των βομβαρδισμών που πραγματοποίησαν τα «συμμαχικά» στρατεύματα στον πόλεμο του Κόλπου (1991) ή το ΝΑΤΟ κατά τη σύγκρουση στο Κόσοβο (1999).
Είναι επίσης αδύνατο να επιρρίψει κανείς ευθύνες στο Ιντερνετ για το γεγονός ότι τα μεγάλα ΜΜΕ στάθηκαν ανίκανα να προαναγγείλουν την κατάρρευση των αποθεματικών ταμείων στις ΗΠΑ (1989), κατόπιν να φανταστούν τον οικονομικό εκτροχιασμό των αναδυόμενων χωρών οχτώ χρόνια αργότερα και, τέλος, να προειδοποιήσουν για τη φούσκα στον τομέα των ακινήτων, το τίμημα της οποίας εξακολουθεί να πληρώνει ο κόσμος.
Οπότε, αν πρέπει πραγματικά να «σώσουμε τον τύπο», θα άξιζε να διαθέσουμε το δημόσιο χρήμα σε όσους εκπληρώνουν την αποστολή μιας έγκυρης και ανεξάρτητης ενημέρωσης και όχι στους κατά καιρούς νεροκουβαλητές της εξουσίας. Η υπηρεσία του μετόχου και το εμπόριο των «πρόθυμων εγκεφάλων» θα βρουν πιθανότατα πόρους από αλλού. (5)
Πολλές φορές, στις κατηγορίες που απευθύνονται στο Ιντερνετ, ανακαλύπτουμε και κάτι άλλο πέρα από μια δικαιολογημένη ανησυχία σε ό,τι αφορά τους τρόπους απόκτησης και μετάδοσης της πληροφορίας: τον τρόμο ότι η αυθεντία ορισμένων βαρόνων του σχολιασμού πλησιάζει στο τέλος της.
Αυτοί, απολαμβάνοντας προνόμια φεουδάρχη, μοίρασαν χωράφια και κανόνισαν αργομισθίες. Μπορούσαν να «ανεβάζουν» ή να «κατεβάζουν» υπουργούς και να σπιλώνουν υπολήψεις. Ενα κοντσέρτο από ομόφωνα εγκώμια υποδεχόταν το ίδιο θερμά κάθε ένα από τα προχειροφτιαγμένα έργα τους και τις πομπώδεις στήλες τους .
Οι παλαιολιθικές ταφές (εποχή Νεάντερταλ, περίπου 35.000 χρόνια π. Χ.), που βρέθηκαν στο Καρμήλιον όρος της Παλαιστίνης, στο σπήλαιο Shanidar του Ιράν και στην La Ferraisie της Γαλλίας, αποτελούν την αρχαιότερη μαρτυρία που διαθέτουμε για τη συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι στους νεκρούς και επιβεβαιώνουν την ευρεία διάδοση της σχετικής αντίληψης. Η σύγχρονη τεχνολογία, που επιτρέπει λεπτομερείς αναλύσεις των υλικών καταλοίπων του ανθρώπου, έχει συμβάλει σημαντικά και στην ανίχνευση συναισθηματικών καταστάσεων. Ετσι, η αναγνώριση καταλοίπων γύρης γύρω από το σκελετό ενός νεκρού στο σπήλαιο Shanidar οδήγησε στο συμπέρασμα ότι εκείνοι που τον τοποθέτησαν εκεί φρόντισαν να τον καλύψουν με άνθη. Με τον τρόπο αυτόν, οι επιζώντες εκδηλώνουν την αγάπη τους στο άτομο που αποχώρησε οριστικά από τον κόσμο τούτο και ταυτόχρονα δείχνουν κάποια πίστη, ότι ο θάνατος δεν αποτελεί το τέλος της ύπαρξης, αλλά μάλλον σημαδεύει την αρχή του ταξιδιού προς έναν άλλο κόσμο. Προφανώς από εκεί ξεκίνησε και το παγκόσμιο επίσης έθιμο της ταφής του νεκρού μαζί με προσφιλή του αντικείμενα, τα γνωστά μας κτερίσματα (βλ. «Κ» 14-06-09).
Μεταθανάτιοι κόσμοι
Με την πάροδο των χιλιετιών, η πίστη στην ύπαρξη άλλου κόσμου, στον οποίο μεταβαίνουν οι νεκροί, πήρε πιο συγκεκριμένη μορφή στις μυθολογίες διαφόρων λαών με διάκριση περιοχών, στις οποίες κατέληγαν οι καλοί και οι κακοί αντίστοιχα. Παραδείγματος χάριν, το Alburz για τους Πέρσες, οι «χαρούμενοι τόποι κυνηγιού» για τους Ινδιάνους της Αμερικής, το Tlalocan (ανατολικά) ή το Tamoanchan (δυτικά) για τους Αζτέκους, το παραδεισιακό νησί Bolotu για τους κατοίκους της νήσου Tonga στον Ειρηνικό, τα Πεδία Ialu για τους αρχαίους Αιγυπτίους, ο Κήπος της Εδέμ για τους Εβραίους, τα Ηλύσια Πεδία για τους Αρχαίους Ελληνες, ο Παράδεισος για τους Χριστιανούς κ. λπ. είναι οι τόποι ευδαιμονίας, όπου καταλήγουν τα πνεύματα εκείνων που συμπεριφέρθηκαν σωστά επάνω στη γη. Αντίθετα, οι κακοί μεταναστεύουν σε τόπους αιώνιας τιμωρίας. Τέτοιοι τόποι ήσαν το Sheol ή Aralu για τους Βαβυλώνιους, η χώρα Yomi για τους Ιάπωνες, το Mictlan για τους Μεξικανούς, το Amenti για τους αρχαίους Αιγυπτίους, ο Αδης ή τα Τάρταρα για τους Ελληνες, η «γέεννα του πυρός» ή κόλαση για τους Χριστιανούς κ. ο. κ. Οσο ανιαρή κι αν φαίνεται αυτή η δειγματοληπτική απαρίθμηση των περιπτώσεων, υποδηλώνει τη διαχρονικότητα και τον οικουμενικό χαρακτήρα της αντίληψης για την ύπαρξη μεταθανάτιων κόσμων.
Σύμφωνα με μιαν ερμηνεία, ο τόπος αιώνιας ευδαιμονίας των αρχαίων Ελλήνων, τα «Ηλύσια Πεδία», απηχούν την αιγυπτιακή αντίληψη περί «Πεδίων Ιαλού» και συνεπώς αποτελούν αιγυπτιακή επίδραση. Ακόμη κι αν συνέβη αυτό, οι Ελληνες φαίνεται ότι την αντίληψη αυτή την επεξεργάστηκαν προσαρμόζοντάς την στις δικές τους εμπειρίες από τον δικό τους κόσμο. Στην τέταρτη ραψωδία της Οδύσσειας (561-565) δηλώνεται ότι τον Μενέλαο οι αθάνατοι θα τον μεταφέρουν «ες Ηλύσιον πεδίον», όπου βρίσκεται και ο ξανθός Ραδάμανθυς, ενώ κατά τον Ησίοδο οι ψυχές των ηρώων μεταβαίνουν στις Νήσους των Μακάρων, όπου κάνουν ξένοιαστη ζωή, αφού η εύφορη γη εκεί καρπίζει τρεις φορές το χρόνο (Εργα και Ημέραι 170-173). Είναι προφανές ότι τόσο τα Ηλύσια Πεδία όσο και οι Νήσοι των Μακάρων εκφράζουν αντιλήψεις εποχών πολύ παλιότερων από εκείνες του Ομήρου ή του Ησιόδου, και ίσως ανάγονται βαθιά στην Εποχή του Χαλκού, όπως συμβαίνει και με πολλούς άλλους ελληνικούς μύθους. Η δε σύλληψη της ιδέας ότι τα Ηλύσια Πεδία βρίσκονται σε νησιά προσιδιάζει στον χαρακτήρα λαού νησιωτικού.
Κυκλάδες και Κρήτη
Ενας από τους σημαντικότερους πολιτισμούς που αναπτύχθηκαν στην «πολυνησία» του Αιγαίου είναι ο Κυκλαδικός της 3ης χιλιετίας π. Χ. και είναι εύλογο να αναζητήσει κανείς σ’ αυτόν τον κόσμο την γένεση της ιδέας περί Νήσων των Μακάρων. Ο Μαρινάτος, που είχε ασχοληθεί με το θέμα, τοποθετούσε τη γένεση του μύθου στην Υστερη Εποχή του Χαλκού, τον 16ον αι. π. Χ., όταν ο Κρητομυκηναϊκός πολιτισμός βρισκόταν στο απόγειο της ακμής του. Ξεκινώντας από το γεγονός ότι η Κρήτη είναι το μεγαλύτερο και το πλουσιότερο νησί στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου, θεώρησε ότι αυτή πρέπει να είχε κεντρική θέση στην αντίληψη για το Ηλύσιον, όπου, συν τοις άλλοις, βασίλευε ο αδελφός του Μίνωος, ο Ραδάμανθυς. Ωστόσο, όπως έχει υποστηριχθεί (βλ. «Κ» 19-10-08), είναι αμφίβολο αν οι προϊστορικοί Κυκλαδίτες αντιλαμβάνονταν την Κρήτη ως νησί. Αλλωστε, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι νησιώτες θα τοποθετούσαν το καταφύγιο των ψυχών σε έναν τόσο πυκνά κατοικημένο τόπο, όπως ήταν η Κρήτη.
Από την αρχαιολογική έρευνα στα Πρωτοκυκλαδικά νεκροταφεία έχουν προκύψει σοβαρές ενδείξεις για ανακομιδές οστών, για ύπαρξη οστεοφυλακίων και κενοταφίων αλλά και για τελετουργικές πράξεις στα νεκροταφεία άσχετες από τους ενταφιασμούς νεκρών. Ισως μέσα στις τελετουργίες αυτές να περιλαμβανόταν και η ανακομιδή και εναπόθεση των οστών σε απόμακρους τόπους που θεωρούνταν ως μόνιμη κατοικία των νεκρών. Σύμφωνα με τους αρχαίους μυθογράφους, χάσματα και σπηλιές αποτελούσαν την είσοδο του Αδη, απ’ όπου οι ψυχές περνούσαν προκειμένου να ξεκινήσουν το μακρύ ταξίδι για τις Νήσους των Μακάρων, τις οποίες Ομηρος και Ησίοδος τοποθετούν σε τόπους μακριά από τους ζώντες («εις πείρατα γαίης»). Ακόμη, σύμφωνα με τον Ομηρο, στα νησιά αυτά «ούτε χιονίζει ούτε θύελλες υπάρχουν ούτε βρέχει καν, αλλά ο Ωκεανός πάντα στέλνει τις αύρες του Ζέφυρου που δροσίζουν τους ανθρώπους» (Οδύσσεια δ, 566-568), ένα κλίμα που δεν διαφέρει πολύ από εκείνο των Κυκλάδων. Σκόρπια μεταξύ 26ου και 28ου παραλλήλου τα νησιά αυτά βρίσκονται σε ομβροσκιά, διαθέτουν ήπιο ξηρό κλίμα τον χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι δροσίζονται από τους ετησίας ανέμους, τα μελτέμια. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, ένα απόμερο/ακατοίκητο νησί των Κυκλάδων να είχε θεωρηθεί η πύλη προς τις Νήσους των Μακάρων και σ’ αυτό να μεταφέρονταν τα οστά των νεκρών. Στα ανατολικά της Νάξου, ακριβώς απέναντι από τον όρμο της Μουτσούνας, υπάρχει μικρή συστάδα βραχονησίδων που είναι γνωστές με το όνομα Μάκαρες. Ωστόσο, η μέχρι σήμερα αγνόησή τους από την αρχαιολογική έρευνα δεν επιτρέπει τη διατύπωση οποιασδήποτε άποψης για τον ρόλο τους στην αρχαιότητα.
Η έρημη Κέρος
Πολύ μεγαλύτερο, αλλά εντελώς ορεινό και σχεδόν ακατοίκητο ήταν το νησί της Κέρου, ανάμεσα στη Νάξο και την Αμοργό. Το νησί αυτό έγινε γνωστό τα μεταπολεμικά χρόνια από την αρχαιολογική λεηλασία που υπέστη κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 στη θέση Κάβος Δασκαλιού: χιλιάδες κομματιασμένα μαρμάρινα Κυκλαδικά ειδώλια και αγγεία κοσμούν μουσεία και ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο. Από τις μετέπειτα συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες συνάγεται ότι τα αντικείμενα αυτά αποτελούσαν κτερίσματα νεκρών και είχαν μεταφερθεί στην Κέρο από διάφορα νησιά, αφού προηγουμένως είχαν αχρηστευθεί με τελετουργικό σπάσιμο. Ερμηνεύεται, δηλαδή, η θέση Κάβος Δασκαλιού στην Κέρο ως ένα είδος παγκυκλαδικού ιερού. Συστηματική γεωλογική έρευνα έδειξε ότι η σαθρότητα του βράχου στην περιοχή αυτή έχει συντελέσει στη δημιουργία ρηγμάτων και χασμάτων, κάποιο από τα οποία θα μπορούσε να έχει θεωρηθεί η πύλη προς τα Ηλύσια Πεδία, προς τις Νήσους των Μακάρων. Σταλαγμιτικές αποθέσεις που είχαν σχηματιστεί στην οροφή σπηλιάς πριν από την κατάρρευσή της της χρονολογήθηκαν στο δεύτερο μισό της 3ης χιλιετίας π. Χ. Επειδή δε η σπηλιά αυτή βρισκόταν ακριβώς μπροστά στην έκταση, όπου σημειώθηκε η μεγαλύτερη συγκέντρωση σπασμένων κτερισμάτων –εξ ού και η μεγαλύτερη λεηλασία από τους λαθρανασκαφείς–, ενδέχεται αυτή να είχε θεωρηθεί από τους πρώιμους Κυκλαδίτες η πύλη προς τις Νήσους των Μακάρων.
Η διεσταλμένη ερμηνεία της εργασιακής σχέσης stage, σύμφωνα με την οποία ένας ασκούμενος, χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα και με γλίσχρο μισθό, καλύπτει οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού, αποτέλεσε την τελευταία εφεύρεση ενός κράτους φαύλου και πελατειακού. Μια εφεύρεση που επιστρατεύθηκε ξεδιάντροπα για να αμβλύνει τις σφοδρές συνέπειες της νεανικής ανεργίας και του αποδιαρθρωμένου παραγωγικού ιστού.
Αντί το κράτος να δημιουργεί προϋποθέσεις ανάπτυξης, αντί να προστατεύει τους νέους που εισέρχονται στον κόσμο της εργασίας, αντί να θεσπίζει πλαίσιο αξιοκρατίας, καταφεύγει στην βραχυπρόθεσμη ψευδο-λύση των σταζ. Οπως συμβαίνει και με τον ευτελισμό των σχολείων, ιδίως στη μέση και την ανώτατη εκπαίδευση: τυπολατρία, υποκρισία, αναξιολόγητη εργασία, παρακμή, εξαπάτηση· με βασικό σκοπό τον ίδιο: να παρκάρει η νεολαία σε ένα ΑΕΙ – ΤΕΙ κάπου, υποστελεχωμένο, πρόχειρα και υστερόβουλα στημένο· να τζιράρει η πανεπιστημιακή επαρχιούπολη, και να εκπαιδεύεται η νεολαία στις απέραντες καφετέριες.
Παρκάρισμα, απόκρυψη, αδράνεια· να περνάει ο καιρός, με τις οικογένειες χρεωμένες και αγωνιώσες, και τους νέους αγράμματους, άεργους και ανεπάγγελτους, κι επιπλέον κακομαθημένους: ιδού το σχέδιο ανάπτυξης της χώρας. Ιδού πώς πολιτικοί και κράτος διαχειρίζονται την παιδεία και την εργασία των νεότερων γενεών.
Κοροϊδία; Ασφαλώς. Αλλά κυρίως παρακμή. Οι σταζιέρ που απομακρύνονται υπολογίζονται σε 40 με 45 χιλιάδες, στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Τόσοι είναι οι νέοι, με περισσότερα ή λιγότερα τυπικά προσόντα, που θα περιφέρονται στις καφετέριες της επικράτειας και τυπικά άνεργοι, μετά τη διακοπή των σταζ.
Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι οι περισσότεροι μπήκαν στο δουλοπαροικιακό καθεστώς των σταζ με βύσμα, ακόμη κι έτσι, κάτι αξίζουν αυτοί οι άνθρωποι, κάτι μπορούν να προσφέρουν, μια θέση εργασίας τη δικαιούνται, κι αυτοί κι άλλοι τόσοι ομήλικοί τους, σε συνθήκες αξιοκρατίας και υγιούς ανταγωνισμού. Αλλά βέβαια σε μια αγορά που λειτουργεί με νόμους και κανόνες, σε ένα κράτος με σχέδιο και στρατηγική, σε μια κοινωνία με οράματα και αξίες.
Εχουμε όμως τέτοια αγορά, τέτοιο κράτος, τέτοια κοινωνία; Ο,τι βλέπουμε γύρω μάς απαντά: Οχι. Το θέμα άρα δεν είναι τα παράτυπα ή παράνομα σταζ, η μοριοδότηση στο ΑΣΕΠ και οι συμβάσεις, αλλά πώς η κοινωνία αντιλαμβάνεται την ανάπτυξη και το μέλλον. Παρκάρει τους νέους στα λύκεια, στα ΑΕΙ/ΤΕΙ, στα σταζ, στα καφενεία, αφαιμάσσοντας οικογένειες και εθνική οικονομία; Ή τα ξαναβλέπει όλα από την αρχή; Ας σκεφτούμε.
(Κι εν τω μεταξύ η δυσφορία και η οργή των νέων φουσκώνει.)
Φανταστείτε πως όλα τα προγράμματα που χρησιμοποιείτε σάς ακολουθούν όπου κι αν βρίσκεστε: μπορούν να «τρέξουν» στο κινητό σας τηλέφωνο, ώστε να ενημερώνετε οποιαδήποτε στιγμή τις βάσεις δεδομένων σας, στο τερματικό ενός internet-cafe για να κάνετε διορθώσεις στις παρουσιάσεις σας, είτε στο μηχάνημα οποιουδήποτε φίλου και γνωστού ώστε να συνεχίσετε τα έγγραφά σας ακριβώς από εκεί που τα έχετε αφήσει. Αυτό ακριβώς υπόσχεται η τεχνολογία του «υπολογιστικού νέφους» (cloud computing), που δίνει τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε χρήστη να απεπλακεί από τα… δεσμά του desktop ή του laptop του.
Αρκεί να επιλέξει κάποια από τις διαδικτυακές εφαρμογές οι οποίες αξιοποιούν τη συγκεκριμένη τεχνολογία· σε αυτή την περίπτωση, ούτε το λογισμικό που χρησιμοποιεί αλλά ούτε και τα ίδια τα δεδομένα θα αποθηκεύονται πλέον στο PC του. Αντίθετα, θα βρίσκονται διάσπαρτα σε ένα («νεφελώδες») δίκτυο από υπολογιστές, κέντρα δεδομένων και server, έτσι ώστε να έχει πρόσβαση στα αρχεία του και να τα επεξεργάζεται οποιαδήποτε στιγμή και από οποιαδήποτε συσκευή μπορεί να συνδεθεί στο Ιντερνετ. Και η γκάμα των υπηρεσιών από τις οποίες μπορεί να διαλέξει αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, ξεκινώντας από πακέτα εφαρμογών γραφείου (όπως τα Google Docs, Zoho και Thinkfree) και φτάνοντας μέχρι προγράμματα επεξεργασίας φωτογραφιών (Picnik, Adobe Photoshop Express) και δημιουργίας παρουσιάσεων (Sliderocket).
Οπως φαίνεται μάλιστα από τα ονόματά τους, πίσω από πολλές από αυτές τις εφαρμογές βρίσκονται εταιρείες-κολοσσοί, όπως η Sun, η Amazon, η Google ή η ΙΒΜ, γεγονός που δείχνει ότι δεν υπολείπονται σημαντικά σε δυνατότητες συγκριτικά με τα αντίστοιχα προγράμματα που εγκαθιστούμε με τον συμβατικό τρόπο. Αλλωστε, όποιος χρησιμοποιεί τέτοιες εφαρμογές cloud computing έχει επίσης το πλεονέκτημα πως δεν χρειάζεται να πληρώνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα για νέες (και συχνά πανάκριβες) εκδόσεις του software, αλλά κι ότι μπορεί να αξιοποιεί σε μηχανήματα με υποτυπώδεις δυνατότητες. Κάτι που σημαίνει πως καθώς ο υπολογιστής πλέον θα πρέπει απλώς να παρέχει πρόσβαση στο Ιντερνετ, το cloud computing δίνει επίσης τέλος στον πονοκέφαλο και τα έξοδα για ολοένα ταχύτερους επεξεργαστές, καλύτερες μνήμες ή μεγαλύτερους σκληρούς δίσκους. Βέβαια, το πιο μεγάλο πλεονέκτημα όλων αυτών των υπηρεσιών είναι πως, στη βασική τους μορφή, προσφέρονται δωρεάν στον απλό ιδιώτη. Εξάλλου, η κύρια πηγή εσόδων των επιχειρήσεων που τις αναπτύσσουν είναι οι χρεώσεις που επιβάλλουν στους εταιρικούς τους πελάτες – πελάτες οι οποίοι, εκτός από εφαρμογές όπως η Google Docs, με τη βοήθεια του cloud computing μπορούν να «νοικιάζουν» και hardware: η Amazon, για παράδειγμα, μέσω της πλατφόρμας Elastic Compute Cloud μισθώνει υπολογιστική ισχύ σε εταιρείες για να «τρέξουν» τα δικά τους προγράμματα. Στοιχείο που, για πολλούς ειδικούς, συνεπάγεται ότι το «υπολογιστικό νέφος» όχι μόνο είναι εφικτό από τεχνολογικής άποψης, αλλά και οικονομικά βιώσιμο ώστε να αποτελέσει το μέλλον στον χώρο της πληροφορικής.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν με μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα αυτό το μέλλον, εστιάζοντας την κριτική τους κυρίως στο γεγονός ότι σήμερα στο Διαδίκτυο δεν υπάρχει ένα ενιαίο «σύννεφο» αλλά ένας… γαλαξίας δικτύων, μέσα από τα οποία κάθε εταιρεία προσφέρει προϊόντα τα οποία συνήθως είναι ασύμβατα με αυτά από τα «νέφη» των ανταγωνιστών της.
Οσο δεν λύνονται αυτά τα προβλήματα συμβατότητας, «στην πραγματικότητα λειτουργούν σαν κλειστά ιδιόκτητα συστήματα στα οποία, αν εγκλωβιστεί κανείς, στο μέλλον θα χρειάζεται να πληρώνει όλο και μεγαλύτερα ποσά για να χρησιμοποιεί τις ίδιες υπηρεσίες», προειδοποιούσε πριν από λίγους μήνες στον Guardian ο Richard Stallman, ιδρυτής του Ιδρύματος για την προώθηση του Ανοικτού Λογισμικού. Και αυτός δεν είναι ο μόνος κίνδυνος που διαβλέπουν ειδικοί σαν τον Stallman, τονίζοντας σε κάθε ευκαιρία πως μόνο για τα προσωπικά δεδομένα που βρίσκονται στον σκληρό μας δίσκο μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι είναι προστατευμένα. Γι’ αυτό και συνιστούν στους χρήστες να μην επιλέγουν τέτοιες υπηρεσίες όταν επεξεργάζονται ευαίσθητες πληροφορίες.
Οι εναλλακτικοί
Ανεξάρτητα από το αν η τεχνολογία cloud computing θα οδηγήσει τελικά σε πιο «ανοικτά» νέφη ή αντίθετα σε υπηρεσίες με μονοπωλιακά χαρακτηριστικά, το σίγουρο είναι πως οι ευρυζωνικές συνδέσεις δεν είναι ακόμη τόσο διαδεδομένες ώστε να μπορεί κανείς να απολαύσει τα οφέλη του «υπολογιστικού νέφους». Αλλωστε, όταν κανείς βρίσκεται εκτός Διαδικτύου, μπορεί εναλλακτικά να χρησιμοποιήσει κάποια από τα προγράμματα ανοικτού κώδικα τα οποία, πέρα από το ότι διατίθενται δωρεάν, έχουν μικρές απαιτήσεις σε hardware και βελτιώνονται από κοινότητες εθελοντών, οι οποίες συχνά αποδεικνύονται εφάμιλλες με τα τεχνικά επιτελεία πολλών εκ των γνωστότερων επιχειρήσεων ανάπτυξης λογισμικού.
Δεν είναι τυχαίο πως στο Διαδίκτυο κυκλοφορούν περισσότερα από 23.000 τέτοια προγράμματα, πολλά από τα οποία έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλή επειδή δεν χρειάζονται ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις για να τα «τρέξει» κανείς. Εφαρμογές σαν το λειτουργικό σύστημα Ubuntu χρησιμοποιούνται ήδη όχι μόνο από εκατομμύρια χρήστες, αλλά και από δεκάδες υπηρεσίες και οργανισμούς, όπως η γαλλική αστυνομία ή το διεθνές αεροδρόμιο του San Francisco.
Ο Μαρκ Αμέρικα έγινε γνωστός το 1997 με το έργο του Grammatron. Θεωρήθηκε αμέσως ένας από τους πρωτοπόρους της διαδικτυακής τέχνης (net art), αφού έμοιαζε να αντιλαμβάνεται το Ιντερνετ όχι μόνον σαν μια μηχανή ανασύνθεσης, ενημέρωσης και προβολής, αλλά και σαν μια πλατφόρμα για πειραματισμό και για δημιουργία εννοιολογικής τέχνης. Σήμερα, το Grammatron, όπως και τα μετέπειτα έργα του Phone: E: Me (1999) και Filmtext (2002), μπορεί εύκολα κανείς να τα δει και να τα βιώσει online, από τον καναπέ του σπιτιού του, διαμορφώνοντας τη δική του άποψη για τον καλλιτέχνη. Ακόμα καλύτερα, όμως, μπορεί να επισκεφθεί και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, όπου αυτή τη στιγμή, τα τρία παλαιότερα έργα του είναι προσβάσιμα μέσω υπολογιστών στο μεσοπάτωμα του μουσείου, στο πλαίσιο της πρώτης στην Ελλάδα αναδρομικής έκθεσης του Αμερικανού καλλιτέχνη.
Οπως μαρτυρούν τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση, πέραν της διαδικτυακής τέχνης, ο Αμέρικα έχει ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια με την έννοια της μεταπαραγωγής (postprodu-ction) και του ρεμίξ, φλερτάροντας με τις οπτικοακουστικές δυνατότητες που προσφέρουν οι πλατφόρμες DJ και VJ αλλά και με την εξέλιξη νέων τεχνολογιών, όπως η βιντεοσκόπηση μέσω κινητού τηλεφώνου. Στην εποχή όμως του You Tube και της άμεσης και απεριόριστης πρόσβασης στο Ιντερνετ και στις νέες τεχνολογίες, τι σημαίνει να είναι κανείς πρωτοπόρος της διαδικτυακής και ψηφιακής τέχνης; Ο Μαρκ Αμέρικα απαντά στην «Κ» μία μέρα μετά τα εγκαίνια της έκθεσής του και λίγες ώρες πριν παραδώσει ένα κλειστό σεμινάριο σε 30 Ελληνες καλλιτέχνες, ερευνητές και φοιτητές, που εστιάζουν στο χώρο της ψηφιακής τέχνης και κουλτούρας…
– Τι σημαίνει να είναι κανείς σήμερα καλλιτέχνης της μεταπαραγωγής;
– Είναι υπέροχο! Σήμερα, όλοι είναι καλλιτέχνες της μεταπαραγωγής. Ανεξαρτήτως του μέσου με το οποίο δουλεύει κανείς, δεν μπορεί παρά να συμμετάσχει σε αυτήν τη διαδικασία. Προσωπικά, όμως, αντιλαμβάνομαι τη μεταπαραγωγή και το ρεμίξ σαν φιλοσοφία, σαν μια προσέγγιση ενός τρόπου ζωής, κάτι που διαφέρει από το να αναγνωρίζεις απλά ότι η τεχνολογία μπορεί να σε διευκολύνει στο να χρησιμοποιείς, π. χ., ψηφιακό υλικό με σκοπό να μιξάρεις τραγούδια δύο καλλιτεχνών. Αντιλαμβάνομαι επίσης την έννοια της μεταπαραγωγής πολύ διαφορετικά από τον Νικολά Μπουριό, ο οποίος αναφέρεται σε μια ριζοσπαστική πλευρά της μεταστροφής στις πρακτικές των σύγχρονων καλλιτεχνών που βασίζονται στο ρεμίξ ή στη μεταπαραγωγή.
Η μεταπαραγωγή
Για μένα, η μεταπαραγωγή σημαίνει κάτι παραπάνω. Εχει να κάνει με το πώς ζούμε σε καθημερινή βάση, έχοντας συνεχή πρόσβαση σε πηγές από διάφορες ιστορικές περιόδους, συμπεριλαμβανομένου και του παρόντος. Το αποτέλεσμα είναι μια μεταπαραγωγή του παρόντος σε πραγματικό χρόνο.
– Οπότε δεν σας απασχολεί απαραίτητα η δημιουργία νέου νοήματος;
– Δεν έχει να κάνει τόσο με το νέο, όσο με το ανανεωμένο και το ανανεώσιμο. Κατά κάποιον τρόπο, θα έλεγε κανείς ότι η όλη διαδικασία θυμίζει ένα ζήτημα πρωτίστως περιβαλλοντικό, αυτό της ανανεώσιμης ενέργειας. Στη δική μας περίπτωση, η λογοτεχνία, και γενικότερα η τέχνη από την αρχαιότητα έως και το μεταμοντερνισμό, επαναχρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων μορφών τέχνης.
– Θα μπορούσατε να μας δώσετε ένα παράδειγμα;
– Το έργο Immobilit� (το μεγαλύτερο και πιο πρόσφατο έργο στην έκθεση, που γυρισμένο από κινητό τηλέφωνο προβάλλεται στο ισόγειο του μουσείου και διαρκεί 75 λεπτά) έχει πολλές επιρροές από το σινεμά τέχνης (αρτ σίνεμα). Οταν όμως οι αίθουσες που προβάλλουν τέτοιες ταινίες τείνουν να εξαφανιστούν, αυτές οι πειραματικές αφηγήσεις βρίσκουν νέους χώρους «προβολής» όπως το μουσείο, το Διαδίκτυο, οι ζωντανές περφόρμανς, ακόμα και διαφημιστικές γιγαντοοθόνες στο κέντρο της πόλης (Αυστραλία, Βραζιλία, Μιλάνο), ή εφαρμογές του κινητού τηλεφώνου. Και ενώ σε αυτή την περίπτωση το Immobilit� έχει σχέση με τον κινηματογράφο, παύει να είναι κινηματογραφική ταινία. Μετατρέπεται σε κάτι άλλο…
– Πιστεύετε τότε ότι οι νέες τεχνολογίες σάς προσφέρουν ένα άνοιγμα για τη δημιουργία μιας νέας αισθητικής;
– Ολοι αντιλαμβανόμαστε το Ιντερνετ σαν ένα μέσο διανομής υλικού. Αυτό όμως που μας ενδιέφερε περισσότερο στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ήταν να δημιουργήσουμε έργα ειδικά για το Ιντερνετ, έργα που δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν έξω από αυτό. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι εμπειρικό και διαδραστικό. Και το πιο σημαντικό, δεν είχε να κάνει απλά με την κατανάλωση ενός προϊόντος.
Νέα αισθητική
Ενα έργο όπως το Grammatron, π. χ., δεν θα μπορούσε να υπάρχει σε μορφή βιβλίου, εφόσον στηρίζεται σε ένα δίκτυο συνδέσεων (λινκ) που σε στέλνει σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Η εμφάνιση, λοιπόν, μιας νέας αισθητικής βγαίνει σχεδόν αυτόματα μέσα από την ίδια τη διαδικασία, που δεν μπορεί να υπάρξει εκτός της νέας τεχνολογίας.
– Η πρόσβαση σε έργα της διαδικτυακής τέχνης είναι απεριόριστη. Ποια η σημασία αυτού του τεράστιου κοινού στη δουλειά σας;
– Φροντίζω να προσφέρω στο κοινό διαφορετικές διόδους για να βιώσουν του έργο μου. Στην περίπτωση του Immobilite, μπορούν να καθίσουν να δουν το έργο από την αρχή μέχρι το τέλος. Μπορούν όμως και να εξερευνήσουν την ιστοσελίδα που έχω δημιουργήσει ειδικά για το έργο, ή να «παίξουν» με την αντίστοιχη εφαρμογή στο iphone τους. Υπάρχει κάτι για όλους…
– Στο Chromo Hack (2005) κυριαρχούν εικόνες από την 11η Σεπτεμβρίου. Θα μπορούσε γενικότερα κανείς να περιγράψει το έργο σας ως πολιτικό;
– Και ναι και όχι… Το έργο μου ταλαντεύεται ανάμεσα στο αισθητικό, το πολιτικό, το εννοιολογικό και το ερμηνευτικό. Ενα κομμάτι σαν το Chromo Hack μπορεί εκ πρώτης όψεως να μοιάζει πολιτικό λόγω του ότι χρησιμοποίησα εικόνες από τα κανάλια της καλωδιακής μου τηλεόρασης την ημέρα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Δεν έχει να κάνει όμως τόσο με την πολιτική της 11ης Σεπτεμβρίου, όσο με το χειρισμό των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ώστε να βγει προς τα έξω μια συγκεκριμένη εκδοχή της πραγματικότητας, για την οποία όλοι εκ των υστέρων συμφωνούν. Ενα από τα θέματα στα οποία επικεντρώνομαι είναι οι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι ή ομάδες ανθρώπων εκμεταλλεύονται το Ιντερνετ και άλλα είδη νέων τεχνολογιών με σκοπό να δημιουργήσουν τις δικές τους πραγματικότητες. Και είναι πολύ εύκολο να το κάνεις αυτό σήμερα…
Mark Amerika «Unrealtime», Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, έως 3 Ιανουαρίου 2010, επιμέλεια της Δάφνης Δραγώνα (Βασ. Γεωργίου Β΄ 17-19 και Ρηγίλλης)
«Προτίμησα να αρχίσω να γράφω στο blog από το να αρχίσω την ψυχοθεραπεία. Γλίτωσα χρήματα με το να αποκαλύπτω τα συναισθήματά μου και τις σκέψεις μου δημόσια».
Η Νίνα Κουλετάκη, δημόσιος υπάλληλος, είναι από τις πρώτες γυναίκες που απέκτησαν blog- αλλά και από τις πρώτες που απέκτησαν σύνδεση στο Διαδίκτυο. Το ξεκίνημα, αν και δεν ήταν εντυπωσιακό, δεν την αποθάρρυνε. «Ξεκίνησα στις αρχές του 2003 να γράφω όταν ήταν κάτι σχεδόν άγνωστο στην Ελλάδα. Δεν είχα κανένα σχόλιο μιας και κανείς δεν γνώριζε αυτό το είδος του διαδικτυακού διαλόγου. Ήταν λίγο απογοητευτικό και το εγκατέλειψα αφού δεν είχα επισκέψεις».
Όμως η κ. Κουλετάκη ύστερα από περίπου τρία χρόνια και με αφορμή τον αρκετό ελεύθερο χρόνο που είχε στη διάθεσή της, κάνει μια νέα απόπειρα και αυτήν τη φορά με καλύτερα αποτελέσματα. «Από τις δύο και μισή το μεσημέρι που τελείωνε η δουλειά μου και μετά, μπορούσα να κάνω ό,τι θέλω. Ο ελεύθερος χρόνος ήταν αρκετός σε σημείο που άρχισα να σκέφτομαι ότι αν δεν κάνω κάτι το οποίο θα είναι δημιουργικό για μένα, θα είχα πρόβλημα». Έτσι άρχισε για δεύτερη φορά το blogging με αρκετά σημαντικά για εκείνη αποτελέσματα: «Ήταν πολύ σημαντικό για μένα που από τη στιγμή που άρχισα να γράφω τις προσωπικές μου σκέψεις και με αφορμή αυτές, ξεκινούσε διάλογος που τις περισσότερες φορές είχε αποτέλεσμα».
Τα περισσότερα διαδικτυακά ημερολόγια έχουν γυναικεία υπογραφή και αυτό έχει την εξήγησή του, λέει η κ. Νίνα Κουλετάκη. «Οι γυναίκες δεν έχουν πρόβλημα να τσαλακώσουν την εικόνα τους, να μιλήσουν για προσωπικά τους πράγματα.
Στην αρχή έγραφα με το ψευδώνυμο “composition doll” αλλά τώρα γράφω με το όνομά μου. Και στο προσωπικό μου ιστολόγιο αλλά και στο θεματικό που έχει ως άξονα την ιστορία των εγκλημάτων». «Ωραία διέξοδος»
Οι γυναίκες είναι πιο δύσκολο να εκφράσουν τις πραγματικές τους σκέψεις γιατί μεγαλώνουν με την πίεση να μοιάσουν στα πρότυπα που τους έχει επιβάλλει η οικογένεια, η κοινωνία, το σχολείο. Αυτό επισημαίνει η κ. Άννα Τσακίρη- Μπαντούνα η οποία είναι blogger και αναισθησιολόγος στο επάγγελμα. Πριν από 3 χρόνια απέκτησε το δικό της ιστολόγιο και όπως τονίζει «ήταν μια ωραία διέξοδος για να διοχετεύω τις σκέψεις μου και τις ανησυχίες μου. Πάντα έγραφα αλλά τα κρατούσα για μένα.
Μέσα στο blog με αυτά τα θέματα ανοίγονται διάλογοι στους οποίους συναντάς ωραίες απόψεις αλλά και αδιάφορες. Νομίζω ότι έχω πια εξασκηθεί να καταλαβαίνω περίπου τι χαρακτήρας είναι ο άλλος από τον τρόπο που εκφράζεται. Έτυχε να συναντήσω μερικούς και διαπίστωσα ότι δεν έπεσα έξω». Οι γυναίκες, τονίζει η κ. Άννα Τσακίρη- Μπαντούνα, είναι πιο κοντά στην εικόνα που περιγράφουν σε σχέση με τους άντρες, αφού έχουν λιγότερη ανάγκη να «ειδωλοποιήσουν» τον εαυτό τους απ΄ ό,τι οι άντρες.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΚΦΡΑΣΗ
Οι γυναίκες βρήκαν στο Διαδίκτυο τον ελεύθερο χώρο έκφρασης που τους στερούσε η οικογένεια, η κοινωνία, το σχολείο
«Οι γυναίκες ανοίγονται πιο εύκολα»
Η ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ και η άμεση επικοινωνία του ιστολογίου έκανε την Αλεξία Τζαμικόσογλου, θεατρολόγο στο επάγγελμα, να προστεθεί στους δικτυογράφους.
«Διαπίστωσα αμέσως ότι αυτό που σου προσφέρει είναι να γράφεις τις σκέψεις σου, να εκφράζεσαι ελεύθερα και πολλές φορές να αρχίζεις έναν διάλογο στον οποίο μπορούν να συμμετέχουν πολλοί». Οι γυναίκες συγγράφουν χρησιμοποιώντας πιο προσωπικά δεδομένα, γιατί έτσι λειτουργούν και στην πραγματική ζωή. Όπως λέει η κ. Αλεξία Τζαμικόσογλου, «πιο εύκολα θα ακούσεις τις γυναίκες να εκμυστηρεύονται κάτι απ΄ ό,τι οι άντρες. Αυτό συμβαίνει και στο Διαδίκτυο, γιατί και αυτό είναι μια μικρογραφία της πραγματικής ζωής. Δεν διαφέρει σε τίποτε». Οι άντρες, σύμφωνα με την κ. Τζαμικόσογλου, λόγω της πίεσης που τους ασκούν τα πρότυπα στα οποία καλούνται να μοιάζουν, πολλές φορές ρετουσάρουν την εικόνα τους και δημιουργούν ψεύτικες εικόνες, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται διαφορετικοί από αυτό που είναι στην πραγματικότητα. «Αυτό όμως δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα, όσο καλά και αν μπορεί κάποιος να παρουσιάζει τον ψεύτικο εαυτό του. Κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί. Ό,τι δηλαδή συναντάμε και στην κανονική μας ζωή». Το πιο αποκαλυπτικό πράγμα το οποίο δημοσιοποίησε η κ. Αλεξία Τζαμικόσογλου αφορούσε την ανάπλαση ενός διαλόγου ανάμεσα σε εκείνη και έναν φίλο της: «Ήθελα να δείξω πόσο εύκολα ένας άνθρωπος μπορεί να αλλάξει και να “μεταμορφωθεί” σε μεγάλο υποκριτή και δεν μετάνιωσα καθόλου».
«Τα ιστολόγια είναι μικρογραφία της κοινωνίας»
ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ της κοινωνίας χαρακτηρίζει τα μπλογκ και η Μαρίνα Κονταρά, η οποία ζει και εργάζεται στο Βέλγιο και ανήκει στους δικτυογράφους. Στη σελίδα της δέχεται καθημερινά κατά μέσο όρο γύρω στα 500 μηνύματα. Υπήρξε όμως και ένα θέμα το οποίο κατάφερε να διπλασιάσει τους επισκέπτες της: «Έγραψα για τις διακοπές που έκανα στην Αστυπάλαια και με αφορμή αυτό άρχισε ένας διάλογος γύρω από πάρα πολλά θέματα, τα οποία ενδιέφεραν τελικά όλους». Η αποκάλυψη προσωπικών θεμάτων είναι κυρίως γυναικείο χαρακτηριστικό, αφού όπως λέει η κ. Μαρίνα Κονταρά οι γυναίκες βρήκαν έναν χώρο πλήρους ελευθερίας και έκφρασης. «Ας παραδεχτούμε ότι δεν έχουμε ακόμη κατακτήσει όλα όσα επιθυμούμε, οπότε όταν αισθανθούμε ότι έχουμε τον χρόνο και την πολυτέλεια να εκφραστούμε χωρίς λογοκρισία και χωρίς κανένα κόστος το κάνουμε. Πολλά blogs φέρουν ψευδώνυμο και νομίζω ότι αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό τους. Ότι μπορούν να μιλήσουν για πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσαν να το κάνουν δημόσια εξαιτίας μιας ενδεχόμενης λογοκρισίας ή κατακραυγής». Η κ. Μαρίνα Κονταρά τονίζει όμως ότι το γυναικείο χαρακτηριστικό θα ήταν λάθος να το εντάξουμε σε εκείνα που ορίζουν τα blogs. «Και στην πραγματική ζωή οι γυναίκες είμαστε πιο αποκαλυπτικές και μιλάμε με περισσότερες λεπτομέρειες για τα πράγματα που μας ενδιαφέρουν. Οι άντρες επιλέγουν να θίγουν θέματα ανώδυνα που δεν απαιτούν εξομολογήσεις».
Ενας από τους «ιεραπόστολους» της Nέας Eποχής είναι ο πρώην διευθυντής του περιοδικού που έμελλε να γίνει η βίβλος της ψηφιακής επανάστασης. O Κέβιν Κέλι, ιδρυτικό μέλος του περιοδικού Wired, εξέπληξε πολλούς με τις ιδέες που διατύπωσε στο πρώτο του βιβλίο «Out of Control», («Eκτός ελέγχου»). Eξόργισε τους προφήτες της καταστροφής με την αισιόδοξη ματιά του προς το μέλλον. Πιστεύει πως η τεχνολογία αποκτά τη δική της δυναμική στην κοινωνία, μια δυναμική που πρέπει να την κατανοήσουμε καλά για να μπορέσουμε να την αντιμετωπίσουμε. Δεν είναι τεχνο-ουτοπιστής, δεν πιστεύει δηλαδή πως η τεχνολογία θα λύσει αυτόματα και από μόνη της όλα τα προβλήματα, αλλά ούτε και τεχνο-αρνητής, από εκείνους που απορρίπτουν συλλήβδην την τεχνολογία ως πηγή κάθε κακού. H έκδοση του πρώτου του βιβλίου, στο οποίο υποστηρίζει ότι οι τεχνολογίες και οι ανθρώπινες οργανώσεις λειτουργούν με βιολογικό τρόπο, ξεσήκωσε θύελλα πολιτικών αντιδράσεων στις HΠA. Πολλοί τον κατηγόρησαν για όψιμο νεοφιλελευθερισμό και ότι θέλει να επανεισαγάγει στην κοινωνική επιστήμη την έννοια του Δαρβινισμού από την πόρτα της τεχνολογίας.
Tο δεύτερο βιβλίο του, μπορεί να έχει στον τίτλο του την οικονομία «Nέοι κανόνες για την νέα οικονομία», δεν στέκεται όμως μόνο στην οικονομία. Aναφέρεται στις γενικότερες κοινωνικές επιπτώσεις που θα έχει η τεχνολογική επανάσταση και η κυριαρχία της αγοράς στη μελλοντική κοινωνία.
Πιστεύει στη δύναμη της αγοράς, αλλά όχι… θεολογικά. Δεν θεωρεί δηλαδή, όπως πολλοί τεχνο-ουτοπιστές πως η κυριαρχία της αγοράς είναι ένα αναπόφευκτο, ως περίπου… φυσικό φαινόμενο. Aντίθετα. Πιστεύει πως οφείλεται περισσότερο στην παράδοση. «H εξαιρετικά “επιχειρηματοποιημένη” κοινωνία μας είναι προϊόν παράδοσης», λέει. «Αν η ιστορία μας ήταν διαφορετική, η κοινωνία μας θα ήταν διαφορετική. H τεχνολογία και οι αξίες της κοινωνίας αλληλοωθούνται και αλληλοδιαμορφώνονται».
«Aυτό όμως θα ήταν κοινοτοπία», συμπληρώνει, «αν δεν βλέπαμε σήμερα να διαμορφώνονται νέες ανισόρροπες καταστάσεις». Aπό τη μια μεριά η τεχνολογία γίνεται παγκόσμια δύναμη, και από την άλλη μεριά οι αξίες των κοινωνιών παραμένουν αποσπασματικές, πλουραλιστικές και διασπασμένες. Ετσι η τεχνολογία μεταβάλλεται σε δύναμη που διαμορφώνει τον πολιτισμό ολόκληρης της υφηλίου. «Δεν θα ήθελα να έχουν έτσι τα πράγματα», λέει ο Κέλι, «αλλά δεν βλέπω και αποδείξεις περί του αντιθέτου. Ετσι πιστεύω ότι τα 30 επόμενα χρόνια η τεχνολογία θα διαμορφώσει την οικονομία».
O Κέλι πιστεύει πως οι άνθρωποι έχουν σχέσεις αγάπης – μίσους με την τεχνολογία. Kατ’ αυτόν, την ίδια διφορούμενη στάση έχουν και με τη φύση. «Aπό την μια υποκλινόμαστε μπροστά στο μεγαλείο, την ομορφιά, τη δύναμη και τη διάρκεια της φύσης, γιατί χωρίς αυτόν τον φυσικό κόσμο θα ήμασταν νεκροί. Aπό την άλλη φτιάχνουμε τοίχους, αποστειρωμένα εμπόδια, εμβόλια και αλλάζουμε τους ζωντανούς οργανισμούς για να μην μας κατακτήσουν. Eίναι ξεκάθαρο ότι η ζωή θα μας τσαλαπατούσε αν δεν την σπρώχναμε προς τα πίσω.
Kαθώς η τεχνολογία ενσωματώνει κάποιο μέρος από τη δύναμη και την πολυπλοκότητα της φύσης, αρχίζουμε να τη βλέπουμε κατά τον ίδιο τρόπο: εθιζόμαστε στην αναδυόμενη ομορφιά της, στην δύναμη και τη δυνατότητά της να αυξήσει τη δημιουργικότητά μας, αλλά την ίδια στιγμή συνειδητοποιούμε ότι αν δεν την απωθήσουμε θα μας κατακτήσει. Eγώ ενστερνίζομαι και τις δύο αυτές τάσεις».
Οι αποστάσεις από την τεχνολογία
Στη βιομηχανική επανάσταση, οι άνθρωποι κράτησαν αποστάσεις από την τεχνολογία, μεγαλύτερες απ’ όσες κρατούμε εμείς σήμερα. «Στο παρελθόν η παρουσία της τεχνολογίας ήταν μικρή και εύκολα μπορούσε να χειραγωγηθεί. O Αλαν Κέι ορίζει ως τεχνολογία κάθε τι που έχει εφευρεθεί μετά τη γέννησή μας. Για τους περισσότερους ανθρώπους, τον περισσότερο καιρό στο παρελθόν υπήρχε πολύ λίγη τεχνολογία που είχε εφευρεθεί μετά τη γέννησή τους. Mόνο στη γενιά μας η τεχνολογία έχει διαποτίσει κάθε πλευρά της ζωής μας…
Oι ρυθμοί εισδοχής της τεχνολογίας στην κοινωνία ήταν πολύ χαμηλότερη. Tο τηλέφωνο χρειάστηκε 100 χρόνια από την εφεύρεσή του για να έχει την ίδια διεισδυτικότητα στα νοικοκυριά, όση απέκτησε η καλωδιακή τηλεόραση σε 25 χρόνια. Oι άνθρωποι απωθούσαν περισσότερο την τεχνολογία τότε· σήμερα επιταχύνουμε την αποδοχή της…
Ετσι, παλιότερα η τεχνολογία ήταν οριακή ως πολιτιστική ατμομηχανή. Mπορούσε πιο εύκολα να απωθηθεί… Oι τεχνολογίες που σήμερα κατασκευάζουμε (δικτυακές τεχνολογίες) είναι πιο δυναμικές, πιο δόλιες, πολύ περισσότερο αυτάρκεις, πιο διεισδυτικές και είναι πλέον πιο πιθανό να εφαρμόσουν τη δική τους δυναμική στις καταστάσεις…
Τώρα εισάγουμε τη δικτυακή τεχνολογία σε κάθε χωριό του πλανήτη. Aς αναρωτηθούμε ποιο είδος οικονομίας η τεχνολογία αυτή προωθεί. H απάντησή μου είναι: ενισχύει τις ανθρώπινες σχέσεις, την εμπιστοσύνη και την ανθρώπινη φροντίδα, αλλά με πολύ εμπορικό προσανατολισμό. Eίναι δυνατόν να γίνουν όλα τα υπόλοιπα χωρίς αυτόν τον εμπορικό προσανατολισμό; Θα έλεγα: “ναι, μπορεί, αλλά δεν είναι πιθανόν αν κρίνουμε από το πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι σήμερα”… Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, αυτή η διεισδυτική δικτυακή τεχνολογία (η οποία κάνει όλο και περισσότερα, με λιγότερη ύλη) καθορίζει πώς κινείται το χρήμα και δημιουργείται ο πλούτος. Aν κάποιος κατανοήσει τη λογική των δικτύων, θα καταλάβει και πώς λειτουργεί η νέα δικτυακή οικονομία.
Kαθώς η τεχνολογία αποκτά τη δική της ζωή, γίνεται πιο αυτόνομη, πρέπει να αναρωτηθούμε προς τα πού θέλουμε να πάει. Πρέπει να μάθουμε ποιες είναι οι προκαταλήψεις (που η τεχνολογία ενσωματώνει) και πόσο μπορεί να ελεγχθεί. Πρέπει να τα μάθουμε όλα αυτά για να ξέρουμε πώς και με πόση δύναμη πρέπει να την απωθήσουμε. Αλλιώς την απωθούμε στα τυφλά…».
Ιnfo
– Kevin Kelly, «New Rules for the New Economy», εκδ. Penguin
– Don Tapscott, «Η ψηφιακή οικονομία», εκδ. Leader Books
– Don Tapscott, «Ψηφιακή γενιά, Πώς μεταμορφώνει τον κόσμο μας», εκδ. Economica
Στις 31 Ιουλίου 1920 (με το παλαιό ημερολόγιο) η «Κ» έφερε στην πρώτη σελίδα της κύριο άρθρο του εκδότη της, Γεωργίου Α. Βλάχου, με τίτλο «Η Συνθήκη των Σεβρών». Στις 28 Ιουλίου 1920 (10 Αυγούστου με το νέο ημερολόγιο), ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπέγραφε στο δημαρχείο του παρισινού προαστίου τις Συνθήκες των Σεβρών, καθώς από τις οκτώ συνολικά συμφωνίες, τέσσερις αφορούσαν άμεσα την Ελλάδα. Στις Σέβρες το ελληνικό κράτος αποκτούσε τη μεγαλύτερη έκταση που θα κατελάμβανε ποτέ. Το 1832, την Ελλάδα όριζαν η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα, η Εύβοια, οι Σποράδες και οι Κυκλάδες. Το 1864 οι Βρετανοί μας εκχώρησαν τις Ιονίους Νήσους. Το 1881, ήρθε η σειρά της Θεσσαλίας και μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους τα σύνορα μεγάλωσαν για να περιλάβουν τη νότια Ηπειρο, τη Μακεδονία, την Κρήτη και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου (τα οποία, όμως, οι Τούρκοι δεν είχαν ακόμη αναγνωρίσει ως ανήκοντα στην ελληνική επικράτεια). Οι Συνθήκες των Σεβρών αποτελούσαν μιαν υπέρτατη στιγμή διπλωματικής νίκης για την Ελλάδα, που μόλις το 1897 έκειτο εν διαλύσει, ταπεινωμένη από την Τουρκία. Οι σκληροί αγώνες των Ελλήνων από το 1909 ανταμείβονταν με την επίσημη διεθνή αναγνώριση των δικαίων του Ελληνισμού και την αποδοχή μεγάλου μέρους των διεκδικήσεών του, ένα άλμα προς την πραγμάτωση της Μεγάλης Ιδέας. Μέχρι και στην «Κ», που ήταν παγίως αντιβενιζελική, ο Βλάχος αναγνώριζε πως η τουρκική συνθήκη αποτελούσε «σημαντικώτατον κεφάλαιον της ελληνικής πολιτικής ιστορίας». Τα ελληνικά σύνορα που ορίστηκαν στις Σέβρες, όμως, δεν έμελλε να κρατήσουν για πολύ. Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου, ο ελληνικός στρατός θα εισχωρούσε στα βάθη της Μικράς Ασίας, σε μια καταδικασμένη πορεία. Τρία χρόνια μετά, τα σύνορα της χώρας και ο πληθυσμός της θα άλλαζαν ξανά, αυτή τη φορά με την άφιξη των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ισως η μοίρα της τουρκικής συνθήκης στις Σέβρες, που δεν επικύρωσε ποτέ κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη, να συνοψίζεται με τον πλέον κατάλληλο τρόπο στα γραφόμενα του Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Πώς η Ελλάδα κέρδισε την αυτοκρατορία των ονείρων της ερήμην της και πώς την απέρριψε όταν ξύπνησε».
Η 43χρονη Σοφία Λ. εργαζόταν ως λογίστρια σε ελληνική επιχείρηση. Εδώ και μια -σχεδόν- 20ετία στον χώρο, ευσυνείδητη και συνεπής, ουδέποτε φανταζόταν ότι θα κινδύνευε να τεθεί «εκτός», εξαιτίας ενός συστήματος μηχανοργάνωσης. Και όμως συνέβη, όταν η επιχείρηση εγκατέστησε νέα λογιστικά προγράμματα, μειώνοντας παράλληλα το προσωπικό του τμήματος. Η επιχείρηση κράτησε μόνο τους εργαζόμενους που ήξεραν να χειρίζονται το νέο πρόγραμμα. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (ΕΣΥΕ), περισσότεροι από τους μισούς Ελληνες εργαζόμενους δεν μπορούν ούτε καν να χρησιμοποιήσουν ηλεκτρονικό υπολογιστή…
Τεράστιο είναι το έλλειμμα που υπάρχει στην Ελλάδα σε σχέση με την συμμετοχή των εργαζομένων σε προγράμματα διά βίου μάθησης. Είναι τα προγράμματα εκείνα στα οποία συμμετέχουν οι εργαζόμενοι για να αναβαθμίσουν τις γνώσεις τους με βάση τις τελευταίες εξελίξεις στον επαγγελματικό τους κλάδο. Στον σχετικό πίνακα η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ομως η διά βίου μάθηση είναι πια άκρως απαραίτητη για δύο βασικούς λόγους:
– Η διαρθρωτική ανεργία αποτελεί μεγάλο «πονοκέφαλο» για τις σύγχρονες οικονομίες – και κυρίως για την ελληνική, όπου υπάρχουν κενές θέσεις αλλά όχι τα εξειδικευμένα άτομα να τις καλύψουν.
– Σε όλη την επαγγελματική διαδρομή, ένας εργαζόμενος θα χρειαστεί να αλλάξει αντικείμενο και αρμοδιότητες τουλάχιστον τέσσερις φορές.
Συγκεκριμένα, τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι ουραγός στην Ευρωπαϊκή Ενωση ως προς τη συμμετοχή του πληθυσμού 25-64 ετών σε προγράμματα διά βίου μάθησης. Μόλις το 2,1% των Ελλήνων άνω των 25 ετών έχουν συμμετάσχει σε σχετικά προγράμματα. Το ποσοστό αυτό κατατάσσει την Ελλάδα στην 25η θέση μεταξύ των 27 μελών της Ε. Ε., πάνω από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, οι οποίες με 1,3% κινούνται στις δύο τελευταίες θέσεις. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 9,7%, γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την επίτευξη του στόχου της Συνθήκης της Λισσαβώνας για συμμετοχή του 12,5% πληθυσμού 25-64 ετών της Ε. Ε. σε προγράμματα διά βίου μάθησης έως το 2010.
Στον αντίποδα, μεγάλη ανάπτυξη έχει η διά βίου μάθηση στις σκανδιναβικές χώρες, αφού η Σουηδία, η Δανία και η Φινλανδία βρίσκονται στις τέσσερις πρώτες θέσεις της σχετικής κατάταξης, με τη Βρετανία να παρεμβάλλεται στην τρίτη θέση. Η κοινωνική διάσταση των προγραμμάτων διά βίου μάθησης εξηγεί, ώς ένα βαθμό, την ανάπτυξή τους στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά όπου έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα το κοινωνικό κράτος. Αντίθετα, στην Ελλάδα η ιδέα ηχεί παράξενα. Ενδεικτικά, σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα της ΕΣΥΕ, ο ένας στους πέντε (ακριβές ποσοστό 21%) δήλωσαν ότι θεωρούν τη διά βίου εκπαίδευση ασήμαντη. Επίσης, περίπου οι μισοί (46%) δήλωσαν ότι δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να συμμετάσχουν σε σχετικά προγράμματα.
Από την εικόνα που δίνει η έρευνα της ΕΣΥΕ σε 6.510 άτομα ηλικίας 25-64 ετών, προκύπτει ότι η συμμετοχή στα προγράμματα διά βίου μάθησης ποικίλλει ανά ηλικία και εκπαιδευτικό επίπεδο. Τριπλάσιο είναι το ποσοστό συμμετοχής των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών έναντι των ατόμων ηλικίας 50-64 ετών. Ανάλογες είναι διαφορές με κριτήριο το εκπαιδευτικό επίπεδο. Οσοι έχουν πτυχίο πανεπιστημίου συμμετείχαν σε προγράμματα εκπαίδευσης σε διπλάσιο ποσοστό από τους απόφοιτους Λυκείου και οκταπλάσιο σε σύγκριση με τους απόφοιτους Δημοτικού. Οι κυριότεροι λόγοι τους οποίους επικαλέστηκαν όσοι δεν συμμετείχαν σε προγράμματα διά βίου μάθησης ήταν οι οικογενειακές υποχρεώσεις, προσωπικοί λόγοι, η ηλικία και τα προβλήματα υγείας.
Συζητούσα με έναν φοιτητή Μαθηματικών, αριστούχο απόφοιτο καλού ιδιωτικού σχολείου, με διακρίσεις σε μαθηματικούς διαγωνισμούς. Από την τρέχουσα πολιτική ζωή ξεκινήσαμε, στις απαρχές του φιλελευθερισμού και τον Διαφωτισμό φτάσαμε. Καθώς είχαμε πια μπει στο πεδίο της Ιστορίας, αντιλήφθηκα ότι ο αριστούχος είχε πέσει σε τρικυμία: τοποθετούσε τον Διαφωτισμό περίπου μαζί με την Αναγέννηση, λίγο μετά τον Μεσαίωνα, και σε διερευνητικές ερωτήσεις αποκαλυπτόταν διαρκώς ότι η γνώση του των αδρών ιστορικών περιόδων ήταν συγκεχυμένη, γεμάτη ανακολουθίες και πρωθύστερα. Οι περίοδοι ήταν απλώς ονόματα σκόρπια μες στον χρόνο, μάλιστα ονόματα κενά, χωρίς περιεχόμενο, χαρακτηριστικά, φυσιογνωμία. Ελαφρώς σοκαρισμένος, ο φοιτητής ομολόγησε ότι Νεότερη Ιστορία είχε διδαχθεί δυο-τρεις φορές στον σχολικό του βίο, και «τότε» τα ήξερε, έπαιρνε 18άρια και 19άρια, αλλά τώρα τα μπερδεύει. Καλά, Γεωγραφία δεν έμαθα ποτέ, αλλά Ιστορία νόμιζα ότι ξέρω, ψέλλισε εξομολογητικά. Τον παρηγόρησα λέγοντάς του, ότι η άγνοιά του δείχνει μάλλον την αποτυχία του σχολείου. Δεν του αρκούσε· ζήτησε κανένα καλό βιβλίο Ιστορίας. Δεν δεχόταν ότι το σχολείο του απέτυχε.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, με δική του πρωτοβουλία ξεκίνησε η δεύτερη φάση της ανοιχτής μας συζήτησης. Αφορμή, ο Εμφύλιος και η ταινία του Π. Βούλγαρη «Ψυχή βαθιά», την οποία του είχα συστήσει «χαλαρά» να την δει. Αποφασίσαμε με την παρέα να πάμε να δούμε την ταινία, άρχισε να λέει. Πώς κι έτσι; Να, προχθές είχαμε μαζευτεί μια παρέα, παλιοί συμμαθητές, και μιλούσαμε για ταινίες. Ηρθε η κουβέντα και στην «Ψυχή βαθιά». Ενα παιδί, της Νομικής, είπε ότι ο Εμφύλιος είναι μια πολύ παλιά υπόθεση, προπολεμική. Μάς είπε ότι ήταν επί Βενιζέλου, τον μπέρδευε με τον Διχασμό… Δεν ήξερε ότι είχε τόσο πολλούς νεκρούς και ότι κράτησε μέχρι το ’49. Καταλαβαίνεις τώρα, ο φίλος της Νομικής είναι άσος στην Ιστορία, 19.200 μόρια στις πανελλήνιες, 19,8 Ιστορία, δεν λέω για τους άλλους των Καλών Τεχνών, του Πολυτεχνείου και των Οικονομικών.
Και δεν ήξερε πότε έγινε ο Εμφύλιος; Ε, δεν το ήξερε, μας είπε ότι δεν το διάβασε ποτέ, ο Εμφύλιος δεν είναι στα θέματα SOS, δεν μπαίνει ποτέ στις εξετάσεις…
Αναχώνευα όσα μου διηγήθηκε ο νεαρός μαθηματικός περί Ιστορίας και μέσης εκπαίδευσης. Εμεινα περισσότερο στην κοινότοπη διαπίστωση περί αποτυχίας του σχολείου, ότι αυτό το τυπολατρικό σχολείο, ο διάδρομος για τα ΑΕΙ, έχει καταντήσει να παράγει ημιμαθείς και αγράμματους, να στραβώνει ακόμη και τα πιο προικισμένα παιδιά. Μήπως είμαι υπερβολικός;
Θυμήθηκα όσα μου λένε κατά καιρούς φίλοι εκπαιδευτικοί, λαμπροί επιστήμονες και έμπειροι δάσκαλοι. Η Δ., χημικός με μάστερ επιστημολογίας, περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα τα σχολικά εγχειρίδια: Τα περισσότερα είναι για πολτοποίηση, γραμμένα στο πόδι, ή από ανθρώπους που δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους σε σχολική αίθουσα, απευθύνονται σε 13χρονα, ενδεχομένως αλλοδαπά με ελλιπή γνώση ελληνικών, και τους μιλάνε σαν να είναι φοιτητές πανεπιστημίου… Η Δ. περιφρονεί το αναλυτικό πρόγραμμα και εφαρμόζει το δικό της: Πέντε πράγματα, να τους μείνουν, μήπως και μάθουν να σκέφτονται…
Πέντε πράγματα… Ναι, αυτά που δεν κατορθώνουν να διδάξουν σε έξι χρόνια τα καλά ιδιωτικά σχολεία, πότε πέφτει η Αναγέννηση, πότε ο Διαφωτισμός, και γιατί φυλακίστηκε ο Κολοκοτρώνης, πώς διαβάζεται ο χάρτης, πού βρίσκεται η Βιρμανία και πού τα Γιαννιτσά.
Ο Θ., πτυχιούχος του Φιλοσοφικού-Παιδαγωγικού-Ψυχολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής, μου έλεγε πως τον έβαζαν να διδάσκει Αρχαία Ελληνικά στο γυμνάσιο που υπηρετεί. Καταλαβαίνεις τώρα, εγώ δεν έχω διδαχτεί Αρχαία στο πανεπιστήμιο, και πρέπει να διδάξω Ομηρο και Θουκυδίδη στο πρωτότυπο, με συντακτικό, αναγνωρίσεις και λοιπά. Στα Νέα τουλάχιστον επιστρατεύω τις γνώσεις μου και το ψώνιο μου για τη λογοτεχνία…
Ο φιλόλογος Δ., διδάκτωρ νεοελληνιστής του Καποδιστριακού, μεταφέρει τη δική του εμπειρία από τα ακριβά σχολεία των βορείων προαστίων αλλά και από τα εσπερινά των λαϊκών συνοικιών. Το μέγα ζητούμενο είναι να αποκτήσουν τα παιδιά γλωσσικό αίσθημα, να συνδέσουν το κείμενο που διδάσκεται με τη γλώσσα που μιλάνε, να δώσουν ονόματα στη σκέψη τους, στα αισθήματά τους. Είναι απαισιόδοξος: Κάθε χρονιά βλέπω ότι μπορώ να προσφέρω λιγότερα. Και κανείς δεν μου ζητά να είμαι καλύτερος, κανείς δεν αξιολογεί την εργασία μου, ο θεσμός του επιθεωρητή έχει καταργηθεί, οι σχολικοί σύμβουλοι δεν έχουν αποφασιστικό ρόλο, η επιμόρφωση είναι ανύπαρκτη ή μαϊμού, οι καθηγητές βαριούνται ή απλώς είναι ανεπαρκείς…
Ο Δ., ο Θ., η Δ., άνθρωποι βαθιά καλλιεργημένοι, αφοσιωμένοι στα γράμματα και την επιστήμη, λόγιοι, με κοινωνική συνείδηση του ρόλου τους, δάσκαλοι εξ επιλογής, είναι όλο και πιο σκεπτικιστές καθώς περνούν τα χρόνια. Μιλούν με πόνο για το δημόσιο σχολείο, και περιγράφουν μια ιστορική καταστροφή: για μία και δύο γενιές παιδιών ημιμαθών, χωρίς εγκύκλια παιδεία, χωρίς στοιχειώδη εγγραμματοσύνη.
Σκεφτόμουν: Ο Δ., ο Θ., η Δ. είναι στα σαράντα ή τα πενήντα. Μήπως γκρινιάζουν, μήπως είναι υπερβολικά απαιτητικοί, υπερβολικά απαισιόδοξοι; Οχι, τους ξέρω χρόνια πολλά, είναι άνθρωποι φύσει αισιόδοξοι, δοτικοί, διεισδυτικοί, επιεικείς, ουσιαστικά κοινωνικοί και μοντέρνοι. Αλλωστε, η διερώτηση και η αμφισβήτηση φωλιάζουν πια στους φρεσκοαπόφοιτους των λυκείων, αυτοί ανακαλύπτουν ότι έξι χρόνια αποστήθιζαν μόνο εξεταστέα ύλη. Και τώρα ανακαλύπτουν εμβρόντητοι ότι η γνώση δεν ήταν ποτέ στα SOS.
ΓΙΑ ΠΟΛΛΟΥΣ από τους 300 εκατομμύρια φαν του, το Facebook είναι ένας βολικός τρόπος να διατηρούν επαφή με φίλους, να εντοπίζουν παλιές (και δυνάμει μέλλουσες) αγάπες, να μοιράζονται φωτογραφίες τους με τον κόσμο… Η παγκόσμια δύναμη του Facebook, όμως, τάσσεται πλέον στην υπηρεσία και ενός πιο αξιοσέβαστου στόχου: την αναζήτηση της παγκόσμιας ειρήνης.
Ένα κοινό πρόγραμμα ανάμεσα στο Facebook και το Εργαστήριο Τεχνολογίας της Πειθούς από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ- θα το βρείτε στην ιστοσελίδα peace. facebook. com – προσπαθεί να φέρει κοντά «αντιπάλους» από ολόκληρο τον πλανήτη, ενθαρρύνοντας τις διαδικτυακές φιλίες ανάμεσα σε Εβραίους και μουσουλμάνους, Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους, αλλά και… Έλληνες και Τούρκους. Παρακολουθώντας τις φιλίες που συνάπτονται στο Facebook, και τις επαφές που ακολουθούν, η ιστοσελίδα προσφέρει καθημερινά μια εικόνα του ποιος μιλάει με ποιον και πού.
Οι επαφές
Χθες το απόγευμα για παράδειγμα, σύμφωνα με το Ρeace- Facebook, μέσα στις προηγούμενες 24 ώρες είχαν πραγματοποιηθεί 12.824 επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, 5.189 επαφές μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, 8.088 επαφές μεταξύ Αλβανίας και Σερβίας, 6.809 επαφές μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, 71.002 επαφές μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, 1.231 επαφές μεταξύ μουσουλμάνων και Εβραίων και 589 επαφές μεταξύ σουνιτών και σιιτών.
Η ιστοσελίδα θέτει καθημερινά σε χιλιάδες χρήστες του Facebook την ίδια ερώτηση: Πιστεύετε ότι μπορούμε να κατακτήσουμε την παγκόσμια ειρήνη μέσα στα επόμενα 50 χρόνια; Οι απαντήσεις αποκαλύπτουν γεωγραφικά κυμαινόμενα ποσοστά αισιοδοξίας. Στην Κολομβία «ναι» απαντά το 32,45%, στις ΗΠΑ μόλις το 8,97%. Σε κάθε περίπτωση, το Facebook δηλώνει υπερήφανο που βάζει το δικό του λιθαράκι στην αναζήτηση της παγκόσμιας ειρήνης χρησιμοποιώντας την τεχνολογία προκειμένου «να βοηθήσει τους ανθρώπους να καταλάβουν καλύτερα ο ένας τον άλλο».
http://peace.facebook.com/
Η Συλβί είναι σκληρά εργαζόμενη μητέρα δύο παιδιών του δημοτικού. Βλέπει «μόνο πλεονεκτήματα» στο γεγονός ότι τα μικρά της πηγαίνουν πια στο σχολείο μόνο τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Η Υβόν είναι εξίσου σκληρά εργαζόμενη μητέρα δύο παιδιών του νηπιαγωγείου. Έδωσε μάχη για να παραμείνουν τεσσερισήμισι οι ημέρες της σχολικής εβδομάδας.
Η μεταρρύθμιση στη Γαλλία έγινε αθόρυβα, σχεδόν λαθραία, ώστε να υπάρξουν οι λιγότερες δυνατόν αντιδράσεις. Λίγο προτού αρχίσει η σχολική χρονιά 2008-2009, ο υπουργός Παιδείας Ξαβιέ Νταρκός ανακοίνωσε πως οι μαθητές του νηπιαγωγείου και του δημοτικού, όλα τα παιδιά ηλικίας 3 έως 10 ετών, δεν θα είχαν πια σχολείο τα πρωινά του Σαββάτου και οι ώρες των μαθημάτων τους θα μειώνονταν από 26 σε 24, μοιρασμένες ανάμεσα στη Δευτέρα, την Τρίτη, την Πέμπτη και την Παρασκευή- στη Γαλλία, η παραδοσιακή ημέρα ανάπαυσης για τους μαθητές, πέραν της Κυριακής φυσικά, ήταν από δεκαετίες η Τετάρτη.
Το αξιοπερίεργο
«Οι μικροί μαθητές χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο για να ξεκουράζεται το μυαλό τους και να απελευθερώνεται η δημιουργικότητά τους», είχε επιχειρηματολογήσει τότε ο Νταρκός. Πράγματι οι Γάλλοι μαθητές μαζί με τους Ιταλούς είναι εκείνοι που βρίσκονται τις περισσότερες ώρες στο σχολείο· ο περισσότερος χρόνος όμως δεν έχει και τα ανάλογα αποτελέσματα αφού 15% των μαθητών φτάνουν στο τέλος του δημοτικού με δυσκολίες στην ανάγνωση και την αριθμητική. Άλλωστε, 80% των γονέων τάσσονται υπέρ της κατάργησης των μαθημάτων το πρωί του Σαββάτου, είχε σημειώσει τότε ο υπουργός Παιδείας.
Κάπως έτσι, χωρίς να γίνει μεγάλη συζήτηση ούτε να λάβει το θέμα διαστάσεις, στη Γαλλία έγινε κάτι αξιοπερίεργο· διότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες προτιμούν να «απλώνουν» τις διδακτκές ώρες κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Σήμερα, μόνο 5% των δημόσιων δημοτικών σχολείων αντιστέκεται στο μέτρο (και δεν είναι απλό, χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας του σχολικού συμβουλίου, το πράσινο φως από τον δήμο και ειδική άδεια από τον γενικό επιθεωρητή Παιδείας) και αυτά παραμένουν κλειστά τα Σάββατα, απλώς έχουν συμπεριλάβει στις σχολικές ημέρες και το πρωινό της Τετάρτης.
Οι πολέμιοι
Όπως σημειώνει ωστόσο η «Liberation», «η κατάσταση είναι λίγο τρελή. Πολλοί ειδικοί, συνδικάτα εκπαιδευτικών και σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων παραμένουν πεπεισμένοι πως η εβδομάδα των τεσσερισήμισι ημερών είναι προτιμότερη για τον ρυθμό του παιδιού και πως το νέο σύστημα, με 24 ώρες μαθημάτων συμπυκνωμένες σε τέσσερις ημέρες, και δύο διακοπές κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που σπάνε τον ρυθμό της δουλειάς, δεν είναι καθόλου καλή λύση. Στην πράξη, όμως, όταν έρχεται η ώρα να ψηφίσει το σχολικό συμβούλιο υπέρ των τεσσερισήμισι ημερών, η απάντηση είναι “όχι”». Μόνο η Τουλούζη τα κατάφερε, αλλά στη συγκεκριμένη πόλη, τα δημοτικά ήταν από πριν κλειστά το πρωί του Σαββάτου και ανοιχτά το πρωί της Τετάρτης. Ουσιαστικά, λοιπόν, απλώς διατηρήθηκε το ισχύον σύστημα. Εκ του αποτελέσματος, λοιπόν, το υπουργείο Παιδείας δείχνει να κερδίζει το στοίχημα.
Αν θέλετε να μάθετε που θα απευθύνετε τις επιστολές σας για θέματα παιδείας σας ενημερώνουμε ότι με απόφαση του Προέδρου της Βουλής συστάθηκαν οι Διαρκείς Επιτροπές της Ολομέλειας της Βουλής για την Α΄ Σύνοδο της ΙΓ΄ Βουλευτικής Περιόδου.
Προηγήθηκαν επιστολές του Προέδρου της Βουλής προς τους Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Ομάδων, οι οποίοι και υπέδειξαν τους βουλευτές-εκπροσώπους τους στις Διαρκείς Επιτροπές.
Την Τρίτη, 3 Νοεμβρίου, στις 18.00΄, θα συνέλθουν τα μέλη των Διαρκών Επιτροπών προκειμένου να συγκροτηθούν σε σώμα.
Με τη συγκρότηση των προεδρείων των Διαρκών Επιτροπών, η Βουλή θα είναι έτοιμη να δεχθεί προς επεξεργασία τα νομοσχέδια της Κυβέρνησης.
Την ευκαιρία να θέσει για πρώτη φορά διά ζώσης σε πρωθυπουργό τις απόψεις του για την Παιδεία είχε χθες, στο 104ο έτος της ηλικίας του, ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Εμμανουήλ Κριαράς. Σε συνάντηση μισής και πλέον ώρας στο σπίτι του επί της οδού Αγγελάκη στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Γ. Παπανδρέου άκουσε με σεβασμό τη σταθερή εδώ και χρόνια άποψη του μαχόμενου δημοτικιστή για την κατάργηση της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο Γυμνάσιο, αίτημα που είχε θέσει κατ’ επανάληψη σε επιστολές του τόσο σε πρωθυπουργούς όσο και σε υπουργούς Παιδείας.«Ομολογώ ότι ειναι η πρώτη φορά που θέτω κατ’ ιδίαν σε πρωθυπουργό τις απόψεις μου. Ο κ. Παπανδρέου με εξέπληξε, αλλά με εξέπληξε ευχάριστα με την επίσκεψή του», ανέφερε στην «Κ» ο υπεραιωνόβιος λόγιος δάσκαλος, που στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου κατείχε την τελευταία και τιμητική θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ.
«Σε αυτήν την ευχάριστη συνάντηση υπογράμμισα στον πρωθυπουργό την ανάγκη να επαναφέρει το παλαιό σύστημα διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας -την κατάργησή της δηλαδή από το γυμνάσιο και τον περιορισμό της στο λύκειο- που είχε καθιερώσει η μεταρρύθμιση του 1976 επί υπουργού Παιδείας Γεωργίου Ράλλη στην πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή», εξήγησε. «Δυστυχώς δέκα χρόνια αργότερα, το 1986, ο τότε υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης στην προσπάθειά του να καινοτομήσει και με τις επιρροές αντιδραστικών κύκλων επανέφερε τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο γυμνάσιο με την οποία διαφωνώ απολύτως. Η ταυτόχρονη διδασκαλία Νέων και Αρχαίων Ελληνικών στην πράξη προκαλεί σύγχυση, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι μαθητές να είναι γλωσσικά ακατάρτιστοι» υπογράμμισε ο κ. Κριαράς.
Ο πρωθυπουργός έδειξε να συμφωνεί με τις επιστημονικές απόψεις του ομότιμου καθηγητή, ο οποίος μάλιστα τον παρέπεμψε σε γραπτά μαθητών για να αντιληφθεί «το μέγεθος της γλωσσικής σύγχυσης», ενώ φάνηκε πρόθυμος να ενισχύσει τα οικονομικά του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας προκειμένου να συνεχίσει το επιστημονικό του έργο, μεταξύ αυτών το μνημειώδες λεξικό Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας -το επιστημονικό έργο του καθηγητή Εμμ. Κριαρά- που βρίσκεται στον 17ο τόμο του.
Οταν αποδέχτηκα την πρόσκληση να συνεισφέρω στη στήλη «Εξ αφορμής», είχα κατά νου να γράφω κι εδώ, όπως κι αλλού, για εκείνα ακριβώς τα γλωσσικά θέματα που συνήθως δεν τραβούν την προσοχή του κοινού. Ηθελα να γράψω για τις συναρπαστικές ανακαλύψεις της Γλωσσολογίας τα τελευταία σαράντα χρόνια. Είχα σκοπό να συμβάλω (έστω και λίγο) στην εκλαΐκευση των γλωσσικών επιστημών και να μιλήσω για όσα έχουν αποκαλύψει για τη φύση και τη λειτουργία της γλώσσας.
Δυστυχώς όμως οι αφορμές για τέτοιου είδους συζητήσεις είναι δυσεύρετες. Στις κοινωνίες με μακρά (και ένδοξη) γραπτή παράδοση, η γλώσσα γίνεται συνήθως αφορμή να κουβεντιάζονται άλλα ζητήματα. Δηλαδή, ενώ φαίνεται να συζητάμε για τη γλώσσα, στην πραγματικότητα οι προβληματισμοί μας δεν αφορούν την ίδια τη γλώσσα παρά κάποια σχετιζόμενα θέματα, θέματα ενδεχομένως σημαντικά αλλά πάντως όχι γλωσσικά.
Στην Ελλάδα και αλλού γίνονται εκτενείς και όλο παρεκβάσεις κουβέντες για την ιστορία και τη συνέχεια της γλώσσας. Κατά κανόνα αναλύεται με ακρίβεια και συνέπεια σχεδόν ψυχαναλυτική η σχέση μας με κάποιες παλιότερες μορφές της γλώσσας και με επιλεγμένα κείμενα γραμμένα σε αυτές. Νομίζουμε λοιπόν ότι μιλάμε για τη διαχρονία της γλώσσας, ενώ στην πραγματικότητα μεταφέρουμε στον λόγο για τη γλώσσα την πολιτισμική αγωνία κάθε γενιάς που πρέπει να αναμετρηθεί με κείμενα του παρελθόντος. Μια διαχρονική αγωνία κάθε λαού με ουσιώδη γραπτή παράδοση, από τους αρχαίους Ινδούς μέχρι τους σύγχρονους Αμερικανούς – και εμάς, βεβαίως.
Αλλοτε «ανησυχούμε για το μέλλον της γλώσσας μας», ιδίως στην Ελλάδα. Και πάλι όμως τελικά συζητούμε τη θέση της νεοελληνικής κουλτούρας και του νεοελληνικού πολιτισμού: κατά τον 20ό αιώνα μέσα στον Δυτικό Κόσμο, κατά τα τέλη του 20ού αιώνα μέσα στην Ενωμένη Ευρώπη και -στις μέρες μας- μέσα στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας.
Συχνά πάλι πραγματευόμαστε σχοινοτενώς μια χούφτα ελλιπέστατα τεκμηριωμένα φαινόμενα (όταν δεν είναι επινοημένα) όπως η «λεξιπενία» ή αυτό που πάρα πολλοί ακυρολεκτικά λένε «δυσλεξία», εννοώντας όχι δυσχέρειες στη γραφή και στην ανάγνωση, αλλά την απουσία ευφράδειας και καλλιέπειας. Σε αυτές τις περιπτώσεις συζητάμε για «γλώσσα» αλλά -στην καλύτερη περίπτωση- μας απασχολούν ο γραμματισμός, η ακριβολογία και η καλλιέπεια. Ετσι, ενώ εξετάζουμε λεξιλογικά, συμφραστικά και ορθογραφικά θέματα, στην πραγματικότητα προβληματιζόμαστε για την πνευματική καλλιέργεια ή την ιδεολογική ταυτότητα ομάδων (όπως οι μαθητές) ή ατόμων (λ. χ. δημόσιων προσώπων ή πολιτικών). Μάλιστα, τέτοιοι προβληματισμοί συχνά βασίζονται στην πλάνη ότι οι γλωσσικές δυσκολίες είναι πάντα δείκτης χωλής νόησης. Σε κάθε περίπτωση, δεν ασχολούμαστε με τη γλώσσα, αλλά με το τι νομίζουμε ότι μας λέει για τη νόηση και τα φρονήματα.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, πολλές φορές συγχέουμε τους προβληματισμούς μας για τον προσανατολισμό και την ποιότητα της εκπαίδευσης με έναν γενικό λόγο περί γλώσσας. Ενώ κατ’ ουσία μας απασχολεί το κατά πόσο τα σχολεία μας διδάσκουν γραμματισμό και τα πανεπιστήμιά μας ακριβολογία και σαφήνεια στην έκφραση, καταλήγουμε να νοσταλγούμε την καθαρεύουσα ή να φαντασιωνόμαστε υπολογιστές για τη διδασκαλία της γραμματικής και του λεξιλογίου…
Είναι λοιπόν δύσκολο να βρεθεί αφορμή για να μιλήσει κανείς για τη γλώσσα καθαυτή. Αλλωστε, η γλώσσα βρίσκεται στο κέντρο της ανθρώπινης φύσης, αρθρώνει τη νόησή μας και συναρμόζει τις ανθρώπινες σχέσεις και τον κοινωνικό μας βίο: ξεκινώντας να μιλάμε γι’ αυτήν, σχεδόν μοιραία καταλήγουμε κάπου αλλού.
* Ο κ. Ευθ. Φοίβος Παναγιωτίδης είναι επ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Το διαδίκτυο επιτρέπει την ανωνυμία και μας επιτρέπει να φτιάξουμε την πιο απίθανη ιστορία για τον εαυτό μας, την αυθεντικότητα της οποίας δεν χρειάζεται να αποδείξουμε.
Ολη η αντίληψη του διαδικτύου είναι πως μέσα από αυτό μπορείς να φτιάξεις τη δική σου προσωπικότητα.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή