Σαράντα συγγραφείς (ποιητές και πεζογράφοι) ανοίγουν σε κοινή θέα το εργαστήρι της γραφής τους -το συναρπαστικό σημείο όπου διασταυρώνεται η περιπέτεια της γραφής και η γραφή της περιπέτειας. Σαράντα άνθρωποι που μοχθούν μπροστά στη λευκή σελίδα, μιλούν για τα μυστικά και τα ψέματα του εαυτού και των λέξεων, του κόσμου και της αναπαράστασής του. Παλαιότερα και νεότερα πρόσωπα της λογοτεχνίας αναπνέουν τη φλούδα αλλά και την ψίχα του κειμένου, εναλλάσσουν τις μάσκες του λογοτεχνικού ήρωα, του κριτικού και του αναγνώστη, αποκαλύπτουν τη βάσανο που υποσκάπτει την απόλαυση του γραφιά – εντέλει αφηγούνται την ιστορία που αρνείται να γίνει ιστορία.
Η Σοφία Νικολαΐδου αποκαλύπτεται:
Τι είναι η έμπνευση;
Δεν ξέρω. Ερωτες, θάνατοι, αλκοόλ, ψυχοτρόπα επιστρατεύονται για να τη σκηνοθετήσουν. Συγγραφείς ποζάρουν αγκαλιά με τις νευρώσεις τους για να τη μαγνητίσουν. Ομως το κείμενο έρχεται γράφοντας. Κάποιες φορές μπορεί να προηγείται μια “φλασιά”. Κλεμμένες ατάκες, εικόνες που επιμένουν. Αλλες φορές δεν προηγείται τίποτα. Αν περίμενα τις μέρες που αυτή η ακαθόριστη διάθεση με αρπάζει και με στρώνει στον υπολογιστή για να γράψω, θα έγραφα μία βδομάδα τον χρόνο. Ομως η συγγραφή δεν είναι χόμπι του Σαββατοκύριακου, είναι καθημερινή δουλειά. Τα βιβλία γράφονται με αποφασισμένο εγκλεισμό. Με αμετανόητη προσήλωση. Με συγγραφικό πείσμα.
– Ποιο είναι το υλικό του συγγραφέα;
Τα κείμενα είναι οι λέξεις τους. Δεν μπορεί το ίδιο πράγμα να ειπωθεί με διαφορετικά (καλύτερα ή χειρότερα) λόγια: τότε γίνεται άλλο πράγμα. Οταν διαβάζω τα γραμμένα δυνατά, ακούγονται καθαρά οι παραφωνίες. Για το συγγραφικό γούστο μου, ο μάστορας φαίνεται στη λιποαναρρόφηση της φράσης. Μοντάρει με αυστηρή προσοχή το κείμενο. Ο συγγραφικός μόχθος -και η συγγραφική γενναιότητα- μετριούνται με τις σκουπιδοσακούλες των σβησμένων.
– Από πού έρχονται οι ιδέες; Συνέχεια »