H Σάντρα Βούλγαρη θυμάται το Σάμερχιλ στις σελίδες της Καθημερινής:
Μια φορά κι έναν καιρό πριν από πολλά χρόνια σε ένα από τα πιο όμορφα σημεία της αγγλικής εξοχής ιδρύθηκε ένα σχολείο διαφορετικό από τα άλλα… Το Summerhill στο Suffolk, δημιούργημα του σπουδαίου Σκωτσέζου δασκάλου Alexander Neil, άνοιξε τις πόρτες του το 1921 και υπήρξε το πιο διάσημο «ελεύθερο» σχολείο στον κόσμο. Στο Σάμερχιλ η παρακολούθηση των μαθημάτων δεν είναι υποχρεωτική. Εργασίες εκτός μαθήματος, βαθμοί και εξετάσεις δεν υπάρχουν. Οι απαραίτητες διατάξεις και οι κανονισμοί για την ασφάλεια και την υγεία των μαθητών και τη ρύθμιση της κοινοτικής ζωής δεν εκδίδονται από μια αρχή, ένα συμβούλιο δασκάλων η ένα διευθυντή αλλά συζητιούνται δημοκρατικά, ψηφίζονται, καταργούνται και τροποποιούνται στις γενικές σχολικές συνελεύσεις που γίνονται κάθε εβδομάδα με τη συμμετοχή όλων των μαθητών και του προσωπικού του σχολείου. Ναι, το Σάμερχιλ συνεχίζει να υπάρχει και να ακολουθεί μέχρι σήμερα τις εκπαιδευτικές αρχές του Αλεξάντερ Νιλ. «Το παιδί είναι από τη φύση του καλό», έλεγε ο ιδρυτής και διευθυντής επί σειρά ετών του σχολείου που σαν φιλοδοξία του είχε τη δημιουργία ενός χώρου όπου τα παιδιά μπορούν να ανακαλύψουν τον εαυτό τους. Ο Νιλ δεν ενδιαφέρθηκε να κάνει τα παιδιά προσαρμόσιμα στην κρατούσα κοινωνική τάξη πραγμάτων, αλλά ενδιαφέρθηκε να τα κάνει ευτυχισμένους ανθρώπους που στη δική τους κλίμακα αξιών πρώτη θέση θα κατέχει η καλοσύνη.
Και συνεχίζει με την απορία: υπάρχουν άλλα «ελεύθερα σχολεία» στον κόσμο (στην Ελλάδα φυσικά ούτε συζήτηση για κάτι τέτοιο…) και πού;
Free School ένας χώρος όπου οι πληροφορίες και η γνώση μοιράζονται χωρίς ιεραρχία και εκτός του ιδρυματικού περιβάλλοντος ενός επίσημου σχολείου. Η ανοιχτή δομή ενός ελεύθερου σχολείου έχει στόχο να ενθαρρύνει την αυτοπεποίθηση, την κριτική ικανότητα και την προσωπική ανάπτυξη. Στην Αγγλία σήμερα πέρα από το Σάμερχιλ υπάρχει μόνο ένα ακόμη, το Sands School στο Dartmoor που ιδρύθηκε το 1987. Στην Αυστραλία περίπου δέκα ελεύθερα σχολεία συνεχίζουν να λειτουργούν, ενώ στις ΗΠΑ πέρα από τα τρία περισσότερο γνωστά (Albany Free School, Grassroots Free School, Jefferson County Open School) το κίνημα των ελεύθερων σχολείων γνωρίζει μεγάλη άνθηση καθώς οι γονείς έχουν αρχίσει και αναζητούν εναλλακτικές λύσεις στο παραδοσιακό εκπαιδευτικό σύστημα. «Είμαστε όλοι δάσκαλοι, είμαστε όλοι μαθητές» είναι ένα από τα βασικά μότο εργαστηρίων και μαθημάτων που βασίζονται στο free school movement και πραγματοποιούνται σε σπίτια, καφετέριες και κοινοτικά κέντρα, ενώ ένας συγκεκριμένος κλάδος των ελεύθερων σχολείων (Sudbury Schools) που ξεκίνησε στην Αμερική έχει εξαπλωθεί σε χώρες της Ευρώπης ανά τον κόσμο, μέχρι και την Ιαπωνία.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε ο Αλεξάντερ Νιλ και στη συνέχεια ολόκληρο το σύστημα των free schools ήταν η επιβολή ή μη της πειθαρχίας στα παιδιά. «Εδώ προβάλλεται μια ασεβής ερώτηση: και γιατί πρέπει να υπακούν τα παιδιά. Η δική μου απάντηση είναι: πρέπει να υπακούν για να ικανοποιείται η δίψα των μεγάλων για εξουσία. Ποιος άλλος λόγος θα μπορούσε να υπάρχει», γράφει στο βιβλίο του ο Αλεξάντερ Νιλ παραθέτοντας μερικά παραδείγματα που μπορεί κάτι να σας θυμίζουν. «Ναι, μα όταν το παιδί δεν υπακούσει στο να φορέσει τα παπούτσια, θα κρυολογήσει», μπορείτε να μου πείτε. «Μπορεί και να γκρεμιστεί σε κανένα γκρεμό, αν δεν ακούει τον πατέρα του. Μα φυσικά θα έπρεπε να πειθαρχεί όταν βέβαια πρόκειται για ζωή ή για θάνατο. Αλλά για πέστε μου, πόσες φορές τιμωρείται ένα παιδί γιατί δεν πειθάρχησε σε μια τέτοια περίπτωση; Σπάνια, αν όχι ποτέ. Κατά κανόνα το παιδί τιμωρείται για ψιλοπράγματα. Στο Σάμερχιλ κάθε παιδί είναι ελεύθερο να κάνει αυτό που επιθυμεί, φτάνει να μην παραβλάπτει την ελευθερία των άλλων.
Τα παιδιά και οι έφηβοι στις σύγχρονες κοινωνίες μεγαλώνουν μέσα σε έναν κόσμο όπου οι ψηφιακές τεχνολογίες είναι πανταχού παρούσες. Καθημερινά, οι νέοι κάνουν ευρεία χρήση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ) καθώς και των υπηρεσιών on-line με στόχο την ψυχαγωγία, τη διασκέδαση και την κοινωνική διάδραση και αυτό έχει αντίκτυπο στις ανάγκες τους, τις απαιτήσεις τους και τις προσδοκίες τους για μάθηση. Χρειάζεται να αποκτήσουν προσόντα και δεξιότητες απαραίτητα για την προσωπική τους ανάπτυξη, τη συμμετοχή τους στην κοινωνία και τη μελλοντική τους απασχόληση. Οι νέοι χρησιμοποιούν επίσης τις ΤΠΕ όλο και περισσότερο για οποιοδήποτε μαθησιακό σκοπό, συχνά έξω από τις αίθουσες διδασκαλίας. Δημιουργείται έτσι μία «νέα γενιά μάθησης» (ονομαζόμενη επίσης οι Μαθητευόμενοι της Νέας Χιλιετίας από το Κέντρο Εκπαιδευτικών Ερευνών και Καινοτομιών του ΟΟΣΑ) καθώς και νέοι τρόποι μάθησης, περιλαμβανομένων των άτυπων, οι οποίοι ενισχύονται ιδιαίτερα από τις δυνατότητες που παρέχουν οι ΤΠΕ χωρίς βέβαια να μπορούν να προσδιοριστούν από αυτές.
Η παρούσα ειδική έκδοση για τη «νέα γενιά μάθησης» και τους «νέους τρόπους μάθησης» στοχεύει να συγκεντρώσει ενδείξεις, πρακτικές και θεωρίες για αυτό το νέο αναδυόμενο μαθησιακό τοπίο. Ένα τοπίο που περιλαμβάνει μια νέα σειρά εργαλείων των ΤΠΕ, εφαρμογές κοινωνικής πληροφορικής (Web 2.0 και Learning 2.0), ευκαιρίες για μάθηση μέσω κινητών συσκευών ή με βάση τα παιχνίδια, που διαφέρουν ουσιαστικά από τα προηγούμενα εργαλεία των ΤΠΕ και τις εφαρμογές του Web 1.0. Οι «κοινωνικές τεχνολογίες» που άρχισαν να εμφανίζονται από το 2003 χρησιμοποιούνται πλέον μαζικά και επιτρέπουν στους χρήστες να κάνουν πράγματα με νέους τρόπους σε σχέση με την προηγούμενη γενιά εργαλείων των ΤΠΕ, που εφαρμόζονταν με στόχο την αυτοματοποίηση και ψηφιοποίηση των αναλογικών τρόπων. Αυτή η προηγούμενη γενιά εργαλείων αναφέρεται σε ένα θεσμικό μαθησιακό υπόδειγμα – ιδιαίτερα σημαντικό στις βιομηχανικές κοινωνίες – το οποίο είναι κάθετο, ιεραρχικό και αποκλειστικό και αντιλαμβάνεται τους μαθητευόμενους ως παθητικούς δέκτες, ενώ η τρέχουσα και η μελλοντική μάθηση μέσα σε μια κοινωνία βασιζόμενη στην ψηφιακή γνώση είναι περισσότερο οριζόντια, ετεραρχική και ανοιχτή και αντιλαμβάνεται τους μαθητευόμενους ως ενεργώς συνεισφέροντες.
Προς το παρόν μπορούμε να διακρίνουμε μόνο τις πρώτες ενδείξεις, μολονότι έντονες και πολλαπλές, αυτής της στροφής προς τους νέους τρόπους μάθησης που απευθύνονται σε μια νέα γενιά μαθητευόμενων. Ο αντίκτυπος στις υπάρχουσες μαθησιακές πρακτικές και τους θεσμούς θα είναι ευρύτερος, βαθύτερος και πιθανώς διασπαστικός κατά την επόμενη δεκαετία. Αυτή η αλλαγή θα επιφέρει νέες προκλήσεις, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η σημασία των εγκάρσιων προσόντων (π.χ. μαθαίνω να μαθαίνω, δημιουργικότητα, καινοτομία, συνεργασία) για τις μελλοντικές εργασίες, ο αποφασιστικός αλλά μεταβαλλόμενος ρόλος των εκπαιδευτικών και των προωθητών προγραμμάτων, η αυξανόμενη αξία της άτυπης μάθησης, και οι εναλλακτικοί τρόποι εκτίμησης και πιστοποίησης των άδηλων γνώσεων και των προσόντων που αποκτούνται με την εμπειρία. Υπάρχει μία αίσθηση επείγουσας ανάγκης ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς φορείς, καθώς και τους άλλους οργανισμούς και υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής, οι οποίοι καλούνται να βρουν τρόπους να δράσουν προς όφελος της νέας γενιάς μάθησης, να καταστήσουν δυνατούς νέους τρόπους μάθησης και να εξασφαλίσουν την απόκτηση προσόντων για τις μελλοντικές εργασίες. Είναι αναγκαίο να βεβαιωθούμε ότι η μάθηση του 21ου αιώνα στην Ευρώπη γίνεται πιο αποτελεσματική, πιο δίκαιη, πιο καινοτόμος και πιο εποικοδομητική από ότι ήταν στο παρελθόν.
Το φαινόμενο του εκφοβισμού (bullying) ή της θυματοποίησης (victimization) αποτελεί μορφή επιθετικής συμπεριφοράς η οποία εμφανίζεται κυρίως στη σχολική πραγματικότητα με σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και του εφήβου και στη διαδικασία της μάθησης. Συγκεκριμένα, ένας μαθητής εκφοβίζεται ή θυματοποιείται όταν εκτίθεται επανειλημμένα και για αρκετό χρονικό διάστημα σε αρνητικές πράξεις άλλου ή άλλων μαθητών, που εκδηλώνονται ως μορφές βίαιης ή επιθετικής συμπεριφοράς. Το φαινόμενο της σχολικής επιθετικότητας και του εκφοβισμού παρατηρείται όλο και περισσότερο στις σύγχρονες κοινωνίες και σε πολλές χώρες του κόσμου.
Oεκφοβισμός ή η θυματοποίηση διακρίνεται στις εξής μορφές:
Λεκτικός εκφοβισμός όπως πειράγματα, βρίσιμο, πειρακτικά ονόματα (παρατσούκλια), ειρωνική, σαρκαστική συμπεριφορά, απειλές, διάδοση φημών. Σωματικός εκφοβισμός ή βία όπως χτυπήματα, σπρώξιμο ή σεξουαλική παρενόχληση, χειρονομίες κ.ά.
Κοινωνικός εκφοβισμός όπως αποκλεισμός του παιδιού από τη συμμετοχή σε ομαδικές δραστηριότητες, σε παρέες, παιχνίδια κ.ά.
Εκφοβισμός μέσω κινητών τηλεφώνων, του Διαδικτύου (cyber bullying). Η μορφή αυτή της βίας έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια.
Ερευνες έχουν καταδείξει ότι περίπου το 15% των μαθητών έχει βιώσει συμπεριφορές εκφοβισμού- οι οποίες παρατηρούνται συχνότερα στα σχολεία στις ηλικίες από 8 ως 15 ετών-, και ότι τα αγόρια ασκούν σε μεγαλύτερο ποσοστό σωματική βία, ενώ τα κορίτσια εμπλέκονται κυρίως σε περιστατικά λεκτικού εκφοβισμού.
Οπως προκύπτει από τα διεθνή δεδομένα, 1 στα 7 παιδιά υπόκειται σε κάποια μορφή εκφοβισμού (Οlweus, 1991, 1993,1994).
Στην ελληνική πραγματικότητα, επιδημιολογικές έρευνες έχουν δείξει ότι το φαινόμενο του εκφοβισμού είναι ένα ζήτημα που πλήττει περίπου 1 στα 10 παιδιά (Δεληγιάννη-Κουμτζή, 2005). Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με έρευνες της ΠΟΥ που διεξήχθησαν σε πολλές χώρες στον κόσμο, στην Ελλάδα φαίνεται ότι έχει σημειωθεί αύξηση του ποσοστού στα παιδιά που έχουν υποστεί εκφοβισμό στο σχολείο τουλάχιστον μία φορά τον μήνα από το 2002.
Επικίνδυνα χρόνια κληροδοτούμε στα παιδιά μας. Σε επικίνδυνα χρόνια μεγαλώνουν, σε επικίνδυνα νερά κολυμπάνε. Ο βυθός πιο ορατός απ΄ την επιφάνεια του νερού. Του μολυσμένου νερού, της μολυσμένης ατμόσφαιρας, της μολυσμένης τροφής. Και πάνω απ΄ όλα της μολυσμένης κοινωνίας.
Βία, πόνος, φτώχεια, ανεργία, κτηνωδία, σκληρότητα, βαναυσότητα, χυδαιότητα, διαστροφή χωρίς επιστροφή. Μέσα σε αυτό το εξαίσιο περιβάλλον προσπαθείς να δώσεις πέντε βασικές αρχές στο παιδί σου. Αρχές που η μετέπειτα ζωή του θα τις μετατρέψει βίαια σε λερωμένο σφουγγαρόπανο.
Τι θα κάνεις; Τι ΠΡΕΠΕΙ να κάνεις; Να το διδάξεις να πατάει επί πτωμάτων για να μπορέσει να επιβιώσει; Να το διδάξεις να πηγαίνει με τον σταυρό στο χέρι, ξέροντας ότι θα το λειώσουν σαν μυρμηγκάκι; Να ζει με το κεφάλι ψηλά και το μάγουλό του να γίνεται στόχος στα χαστούκια της ζωής; Να ζει με το κεφάλι χαμηλά για να λουφάρει, μπας και γλιτώσει; Να υψώνει ανάστημα; Ή να το αυξομειώνει μπαίνοντας στο μαρτύριο του κάθε Προκρούστη εργοδότη;
Η Τασούλα Καραϊσκάκη πάντα καίρια στην Καθημερινή:
…Με άλλα λόγια, πολλοί άνθρωποι φέρνουν ή δεν φέρνουν στον κόσμο ένα παιδί, ελαφρά τη καρδία, χωρίς να συναισθάνονται την πυκνή πραγματικότητα της επιλογής τους. Γεννούν γιατί είναι απλώς στη φύση του ανθρώπου να γεννά. Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι έτοιμοι να αποδεχτούν το ρόλο του γονέα. Του ανθρώπου που μέχρι να κλείσει τα μάτια για πάντα, θα σκέφτεται, θα καρδιοχτυπά για την ύπαρξη που ξεκίνησε το ταξίδι της ζωής σε απόλυτη εξάρτηση από εκείνον. Είναι μια ευθύνη χαρμόσυνη, γεμάτη με χίλιες χαρές, αλλά υπολογίσιμη. Πρέπει να θέλεις να τη σηκώσεις. Να θέλεις να νοιάζεσαι.
Αλλά ακόμη κι αν επιθυμείς τα παραπάνω, κι εδώ είναι το ζήτημα, το να είσαι γονιός είναι μια τέχνη δύσκολη ν’ ασκήσεις. Είναι μια διαρκής πορεία στην κόψη του ξυραφιού. Τα παιδιά δεν είναι κτήμα μας, σάκος του μποξ, συναισθηματικό δεκανίκι ή κατοικίδιο. Πρέπει να γνωρίζεις πόσο θα προχωρήσεις στη ρύθμιση της ζωής τους και πότε θα σταματήσεις. Τα σημερινά παιδιά υφίστανται από γονείς δύο συνήθεις κακοποιήσεις. Η πρώτη είναι η υπερπροστασία. Η παγίδα τού να τους προσφέρονται όλα στο πιάτο. Kαταλήγουν να νιώθουν ανίκανα να φέρουν σε πέρας κάτι μόνα, να ελέγξουν την ίδια τους τη ζωή. Και υποφέρουν από έλλειψη αυτοεκτίμησης, αναζητούν πάντα στήριγμα σε κάποιον.
Η δεύτερη, είναι η συναισθηματική εξάρτηση. Οταν ο γονιός τοποθετεί το παιδί στη θέση του συναισθηματικού του συντρόφου και αδράχνεται από αυτό. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι ο γονιός που καλύπτει την ανάγκη του παιδιού, αλλά το αντίστροφο.
Επομένως, διαρκής αυτοκριτική. Και αναπροσαρμογή στα νέα δεδομένα. Οι άνθρωποι κατανοούν τον εαυτό τους μέσα από τον καθρέφτη των σχέσεων. Μέσα από αυτές, αποφεύγουν να γίνουν θύματα της υπερβολικής υποκειμενικότητας. Η σχέση με το παιδί είναι σχολείο. Ανατρέφοντας, ξεπερνάς την ομφαλοσκόπηση και τον υπαρξιακό φόβο, και ακολουθείς την αντικειμενική ροή των πραγμάτων. Το παιδί είναι η συνέχεια. Ο χρόνος ξεπερνάει τον εαυτό σου και συναγωνίζεται τον ήλιο…
«Πέρνα εσύ στο πανεπιστήμιο και από μένα ό,τι θες! » είναι μια κοινότοπη φράση πολλών γονέων. Η γκάμα των υπεσχημένων παροχών είναι πολύ ευρεία: από αυτοκίνητο, χρήματα ή υπερατλαντικά ταξίδια έως τα κλειδιά του εξοχικού για τους καλοκαιρινούς μήνες. Η νοοτροπία των ανταλλαγμάτων πηγάζει από την πάγια αντίληψη για την αξία της πανεπιστημιακής μόρφωσης. Οικογένειες κάθε κοινωνικοοικονομικής προέλευσης, που έχουν βάλει πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, δελεάζουν τους αγχωμένους εφήβους υποσχόμενοι ό,τι αυτοί ονειρεύονται.
«Πάνω από το 40% των γονέων πέφτουν σε αυτή την παγίδα», σημειώνει καθηγήτρια σε δημόσιο σχολείο των νοτίων προαστίων. Οι διακοπές με την παρέα το καλοκαίρι -με δημοφιλέστερους προορισμούς τη Μύκονο και την Πάρο- έχουν καθιερωθεί. Ετσι, τα «δώρα» είναι συνήθως αυτοκίνητα, ταξίδια στο εξωτερικό -σε σχολεία των βορείων προαστίων η Νέα Υόρκη αποτελεί τον «άσο» στο μανίκι των γονέων- πολυτελή πάρτι, εισιτήρια για αθλητικές διοργανώσεις στο εξωτερικό (Rally, Champions League) αλλά και παροχή περισσότερων ελευθεριών, όπως η ενοικίαση γκαρσονιέρας στο κέντρο της Αθήνας. «Να μην ταλαιπωρείται το παιδί να κατεβαίνει από τον Αγιο Στέφανο στην Πολυτεχνειούπολη!» λέει στην «Κ» μητέρα υποψηφίου, που ήδη ψάχνει το κατάλληλο διαμέρισμα. Και οι ακρότητες δεν έχουν τέλος…
Διαβάστε όλο το άρθρο της Ιψάννας Φωτιάδη στην Καθημερινή
Σχεδόν τα δύο τρίτα των μικρών παιδιών θέλουν από τους γονείς τους να περνούν περισσότερο χρόνο διαβάζοντας τους παραμύθια πριν κοιμηθούν, ενώ τα περισσότερα προτιμούν την εξιστόρηση της μαμάς από του μπαμπά.
Η νέα έρευνα έδειξε ότι τα παιδιά ηλικίας 3 έως 4 ετών είναι τα περισσότερο «διψασμένα» για παραμύθια, ενώ περισσότερα από τα μισά παιδιά ηλικίας 3-8 ετών χαρακτήρισαν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ως την πιο αγαπημένη ασχολία με τους γονείς τους.
«Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την κυρίαρχη θέση του παραμυθιού ως διαδικασία εκμάθησης και συναισθηματικής σύνδεσης με τους γονείς» ανέφερε ο παιδοψυχολόγος Ρίτσαρντ Γούλφσον, επικεφαλής της μελέτης. Το διάβασμα παραμυθιού πριν τον ύπνο βρέθηκε στην πρώτη θέση προτιμήσεων των μικρών παιδιών, πάνω από την παρακολούθηση τηλεόρασης ή τα βιντεοπαιχνίδια, ενώ 82% των παιδιών δήλωσε ότι το διάβασμα ενός παραμυθιού τα βοηθά να κοιμηθούν καλύτερα.
Σε ότι αφορά τον αγαπημένο… «παραμυθά», οι μητέρες βρίσκονται στην πρώτη θέση, αφού χρησιμοποιούν διαφορετικές φωνές όταν αναφέρονται σε διαφορετικούς χαρακτήρες, ή κάνουν δικούς τους ήχους για να προσθέσουν αληθοφάνεια στην ιστορία. «Αν και είναι δύσκολο για τους γονείς να διαθέσουν χρόνο στα παιδιά τους για το διάβασμα ενός παραμυθιού πριν τον ύπνο, ωστόσο αυτές οι στιγμές βοηθούν στην ισχυροποίηση των δεσμών και παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των παιδιών», σχολίασε ο Γούλφσον.
«Δίαιτα στην τηλεόραση»: αυτή είναι η συμβουλή που δίνει ο διακεκριμένος καθηγητής Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον κ. Δημήτρης Χριστάκης. Μελετώντας επί χρόνια την επίδραση της τηλεόρασης στα παιδιά, κατέληξε πως μπορεί μεν τα μάτια των παιδιών να μην κινδυνεύουν από την τηλεόραση, η τηλεθέαση όμως βλάπτει σοβαρά τον εγκέφαλό τους! Η εξαίρεση; Το παιδικό πρόγραμμα «Σουσάμι άνοιξε»…
Η δαιμονοποίησητης τηλεόρασης δεν είναι ο στόχος του καθηγητή κ. Χριστάκη, γι΄ αυτό και διευκρινίζει πως δεν είναι μόνον η ποσότητα που κάνει τη διαφορά αλλά και η ποιότητα. Και από ό,τι φαίνεται η «συνταγή» των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που ενισχύουν τις διανοητικές ικανότητες των παιδιών ηλικίας τριών έως πέντε ετών κρύβεται στο «Σουσάμι άνοιξε».
Η μία έρευνα μετά την άλλη έχουν δείξει ότι η συγκεκριμένη παιδική εκπομπή που έχει προβληθεί σε 120 χώρες «μεγαλώνει» έξυπνα παιδιά: αναγνωρίζουν εύκολα αριθμούς, γράμματα και σχήματα. Μάλιστα, όταν οι ερευνητές ακολούθησαν 500 παιδιά έως την εφηβεία τους, διαπίστωσαν πως οι λάτρεις του Μπερτ και του Έρνι έπαιρναν καλύτερους βαθμούς στο σχολείο, διάβαζαν περισσότερα βιβλία και ήταν γενικότερα πιο δημιουργικά!
Ψυχαγωγία και εκπαίδευση
Το μυστικό, σύμφωνα με τον κ. Χριστάκη, είναι ότι το «Σουσάμι άνοιξε» συνδυάζει την ψυχαγωγία με την εκπαίδευση. «Κάθε επεισόδιο είναι σαν να αποτελεί μέρος μιας διδακτέας ύλης. Ένας τρόπος για να ελέγξουν οι γονείς κατά πόσο εκπαιδευτικό είναι για τα παιδιά τους, είναι να τα ρωτήσουν στο τέλος τι έμαθαν. Και ακόμη καλύτερο είναι από εκεί και πέρα να πάρουν οι ίδιοι στα χέρια τους τη “σκυτάλη”». Έτσι, για παράδειγμα, εάν το πρόγραμμα επικεντρώνεται στα πρώτο γράμμα της αλφαβήτου, θα μπορούσαν οι γονείς να συνεχίσουν το… παιχνίδι με τα παιδιά τους προσπαθώντας να βρουν λέξεις που αρχίζουν από Α. Κατά τον ίδιο τρόπο οι ταινίες και οι σειρές δεν αποτελούν πάντα την πέτρα του… σκανδάλου.
Σειρές όπως, «Το μικρό σπίτι στο λιβάδι» που πραγματεύεται ανθρώπινες ιστορίες, κάνουν τα παιδιά πιο ευγενικά και πιο ανεκτικά.
Η εποχή που αγχωμένοι και υπερπροστατευτικοί γονείς υποχρέωναν τα παιδιά τους να ακούνε Μπετόβεν πριν καν γεννηθούν, να αρχίζουν ξένες γλώσσες στα τρία τους και να προετοιμάζονται για την είσοδό τους σε ένα καλό πανεπιστήμιο από το νηπιαγωγείο, φτάνει στο τέλος της. Αν η νέα τάση είχε ένα σύνθημα, αυτό θα ήταν «γονείς χαλαρώστε».
Υπάρχουν πολλοί γονείς που αισθάνονται υποχρεωμένοι να διαχειρίζονται με κάθε λεπτομέρεια το μέλλον των βλασταριών τους: μια κατηγορία είναι οι «πεφωτισμένοι» που θυσιάζουν τις προσωπικές τους ανάγκες για να δώσουν στα παιδιά τους όλα τα διανοητικά, αισθηματικά και υλικά προνόμια. Μια άλλη, είναι οι «ψαρωμένοι» που προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο για τα παιδιά τους σε έναν κόσμο που αλλάζει. Και μια τρίτη, περιλαμβάνει τους «νάρκισσους» που βλέπουν τα παιδιά τους σαν να είναι το κέντρο του σύμπαντος και προέκταση των ίδιων. Όμως, όπως και να χαρακτηρίσουμε τους εν λόγω γονείς, οι μέρες τους είναι μετρημένες, αφού ένα νέο… κύμα από μαμάδες και μπαμπάδες αρνείται να γνωρίσει στο έμβρυο τις συνθέσεις του Μπετόβεν, να προσλάβει δασκάλους ξένων γλωσσών στο νηπιαγωγείο ή να μετακομίσει κοντά στο πανεπιστήμιο για να μη λείψουν από το «μωρό τους» τα αγαπημένα του φαγητά. Ενδεχομένως να το έκαναν κάποιοι και στο παρελθόν- πιθανότατα, όμως, αισθάνονταν ότι δεν ήταν και πολύ καλοί γονείς.
Μέσω του Ίντερνετ
Αντίθετα, οι γονείς της νέας τάσης είναι απενοχοποιημένοι και κυρίως χαλαροί, ενώ μπόρεσαν να πετάξουν στα σκουπίδια περισσότερα από πενήντα χρόνια «παιδοκεντρικών» θεωριών. Το πρώτο σημάδι της αλλαγής εμφανίστηκε στο Διαδίκτυο. Ιστοσελίδες όπως η truumomconfessions. com και η δημοφιλέστατη dooce. com δίνουν βήμα σε γονείς που αισθάνονται χαρούμενοι επειδή δεν είναι τέλειοι, σαν την Έιγελετ Ουόλντμαν, συγγραφέα του μπεστ σέλερ «Κακή Μητέρα», που δηλώνει ευθαρσώς ότι αγαπάει περισσότερο τον σύζυγό της από τα παιδιά της και ότι χρησιμοποιεί πάνες μιας χρήσης (ένα ταμπού στην Αμερική των σούπερ μαμάδων). Τους τελευταίους μήνες οι χαλαροί γονείς οργανώθηκαν σε κίνημα. Ο δικός τους γκουρού είναι ο Καρλ Ονορέ, που μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του « Υπό πίεση:Σώζονταςτα παιδιά μας από την κουλτούρα της υπερκηδεμονίας», προτείνει πιο χαλαρές και αυθόρμητες μεθόδους ανατροφής και εκπαίδευσης των παιδιών, υπενθυμίζοντας ότι δεν υπάρχει λόγος να σέρνουν οι γονείς τα βλαστάρια τους από ιδιαίτερο σε ιδιαίτερο. Οι χαλαροί γονείς υποκλίνονται και στη Λίνορ Σκενάζι, τη δημοσιογράφο και συγγραφέα που άρχισε εκστρατεία προκειμένου να πείσει τους γονείς ότι τα παιδιά τους δεν κινδυνεύουν να πέσουν θύματα απαγωγής και βιασμού αν βγουν μόνα τους μια βόλτα με το ποδήλατο.
Και η Μαριάννα Τζιαντζή επιλέγει να ασχοληθεί με το θέμα που είχαμε προβάλλει πριν λίγες ημέρες:
Για «γονείς ελικόπτερα» που υπερίπτανται πάνω από τα παιδιά τους, για «νηπιοκρατία», για «φονικό γονικό σφιχταγκάλιασμα», για «υπεργονεϊκότητα» (overparenting) μιλούν σήμερα εκπαιδευτικοί και κοινωνιολόγοι. Καλός γονιός δεν είναι αυτός που αγαπά, μαλώνει και «ορμηνεύει», το παιδί, αλλά ο «ψαγμένος», αυτός που ασχολείται διαρκώς μαζί του, που από πολύ νωρίς κάνει τη σωστή έρευνα αγοράς και του προσφέρει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα συμβάλουν στην ταχεία και «ποιοτική» ανάπτυξή του. Θα πάει το βρέφος για μασάζ, θα προμηθευτεί τη συσκευή που αποκωδικοποιεί το κλάμα του, θα αγοράσει τα ντιβιντί «Βaby Mozart» και «Baby Beethoven» που απευθύνονται ακόμα και σε βρέφη τριών μηνών. Αργότερα θα αναζητήσει το καλό ωδείο, σχολείο, φροντιστήριο, θα επιτηρεί διαρκώς το παιδί μέσω του κινητού τηλεφώνου (αν διαθέτει και GPS τόσο το καλύτερο), θα το προφυλάσσει από υπαρκτούς και φανταστικούς κινδύνους, θα του προσφέρει εμπειρίες, ερεθίσματα και ευκαιρίες για «δημιουργική απασχόληση», θα το τυλίξει με εκατοντάδες γεύσεις, ρούχα, παιχνίδια, γκατζετάκια, ντιβιντί. Ομως τα παιδιά που γίνονται το επίκεντρο του γονεϊκού σύμπαντος, προσγειώνονται άσχημα όταν διαπιστώνουν ότι δεν συμβαίνει το ίδιο στον σχολικό και φιλικό μικρόκοσμό τους.
Ολοι έχουμε συναντήσει έναν. Συνήθως τα παιδιά τους έχουν δύο ονόματα και δύο με τρία επίθετα. Ιάνθη-Άρτεμις, Δανάη- Ηλέκτρα, Ιόλη-Αλκηστις, Ιάσων-Φίλιππος.
Στην επίδοση των ελέγχων έρχονται προετοιμασμένοι. Έχουν μάθει τις βαθμολογίες των “ανταγωνιστών”, πόσα διαγωνίσματα έχουν γράψει, έχουν υπολογίσει μέσους όρους κι έχουν πολλές, πολλές απορίες.
Κι εσύ λυπάσαι τα παιδιά… τι θα τραβήξουν μέχρι να αποτινάξουν το ζυγό…
Ομως πληροφορούμαι ότι η αγορά είναι με το μέρος αυτών των γονιών. Μια σιδερένια μπάλα, που διατίθεται στην ιστοσελίδα Curiosité, υπόσχεται να βοηθήσει τους γονείς, οι οποίοι φοβούνται ότι τα παιδιά τους δεν διαβάζουν αρκετά την περίοδο των εξετάσεων. Οι ενήλικες δένουν τη μπάλα στο πόδι των τέκνων τους και ρυθμίζουν το χρόνο μελέτης τους.
Μέχρι να περάσει η προεπιλεχθείσα ώρα είναι αρκετά δύσκολο για τους νέους να κινηθούν από χώρο σε χώρο, αφού το βαρίδι αυτό ζυγίζει 9.5 κιλά. Μόλις τελειώσει η αντίστροφη μέτρηση, η μπάλα ξεκλειδώνει αυτόματα και ο μαθητής-φυλακισμένος μπορεί πια να κινηθεί ελεύθερος. Σύλλογοι ακαδημαϊκών προειδοποιούν πάντως, ότι η χρήση αυτού του «εργαλείου» μπορεί να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα και να κάνει τα παιδιά να μισήσουν τα μαθήματα.
H Λαοκρατία Λάκκα, σχολική σύμβουλος τοποθετείται για τον κατακερματισμό του χρόνου και της διδακτέας ύλης σε αυτόνομους και μη επικοινωνούντες γνωστικούς κλάδους. «Είναι γεγονός ότι στην εποχή μας, στην οποία η επιστημονική και η τεχνολογική γνώση αναπτύσσονται με θεαματικούς ρυθμούς, η γνώση που προσφέρεται μέσα από την παραδοσιακά κατακερματισμένη εκπαίδευση γεννά πολλά προβλήματα επιστημονικής, πολιτισμικής και κοινωνικής φύσης. Είναι φανερό ότι οι διάφορες επιστήμες και τεχνολογίες δεν μπορούν να παραμείνουν “κλειστές” στον εαυτό τους, και συνεπώς θεωρείται πλέον αναγκαίο το γκρέμισμα των παραδοσιακών διαχωριστικών γραμμών. Το σχολείο, που διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην επιστημονική και τεχνολογική ενημέρωση και πληροφόρηση των αυριανών πολιτών, δεν μπορεί να παραμείνει αδιάφορο σε αυτήν τη νέα ανάγκη για μια διεπιστημονική προσέγγιση των επιμέρους επιστημών αλλά και για τη συνάρθρωση των εξηγητικών σχημάτων τους. Υποτίθεται ότι τα νέα αναλυτικά σχολικά προγράμματα θεμελιώνονται πάνω σε αυτήν τη νέα αντίληψη που εναντιώνεται στον κατακερματισμό της γνώσης σε ξεχωριστά αντικείμενα, προσεγγίζοντας τον κόσμο της γνώσης με έναν ολιστικό τρόπο. Ομως, τα νέα βιβλία που γράφτηκαν σύμφωνα με αυτά τα προγράμματα δεν κατάφεραν να υπερβούν τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των επιστημονικών κλάδων. Το περιεχόμενό τους παραμένει ασφυκτικά “ακαδημαϊκό”. Από την άλλη, στο χώρο της εκπαίδευσης οι θιασώτες της διεπιστημονικής και πολυεπιστημονικής προσέγγισης, κατά την εφαρμογή της στην παιδαγωγική, φρενάρονται από τις θεσμικές δεσμεύσεις των εκπαιδευτικών συστημάτων, αλλά και από τη μη ορθή προετοιμασία της καινοφανούς προσέγγισής τους. Μόνο μέσα από μια ριζικά νέα οργάνωση των προγραμμάτων, από την πολύμορφη διεπιστημονική κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και από τη δυνατότητα άμεσης, προσωπικής εμπλοκής τους, μπορεί να αλλάξει η εκπαιδευτική σχολική πραγματικότητα».
Στο άρθρο του Γιάννη Ζέρβα, Επίκουρου καθηγητή ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο Αθηνών διαβάζουμε:
Η χρήση της αφήγησης στη διδασκαλία είναι πολλαπλά χρήσιμη. Τόσο στον γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο η παρουσίαση ενός θέματος μπορεί να παραμείνει άψυχη και κουραστική, όσο σημαντικά και αν είναι αυτά που παρουσιάζονται, αν δεν περιλαμβάνει καθόλου «δραματικό στοιχείο». Ως προς αυτό οι ψυχοθεραπευτές είναι πολύ τυχεροί. Η ίδια η φύση της θεραπευτικής σχέσης εγγυάται την παρουσία «δραματικού στοιχείου», δηλαδή τη διαλεκτική.
Δεν είναι τυχαίο ότι, όσον αφορά τη διδασκαλία γενικότερα, οι καλύτεροι δάσκαλοι είναι ικανοί αφηγητές. Ισως οι δάσκαλοι (κάθε βαθμίδας, κατεύθυνσης και προσανατολισμού) να έπρεπε, πέρα από τη γνώση της τεχνολογίας, να παρακολουθούν και μαθήματα αφήγησης. Ισως εκτός από την υποχρέωση για ΕCDL* να έπρεπε να πάρουν και μια εκπαίδευση στη μυθοπλασία ή στη λογοτεχνία! Οσο ακραίο και αν ακούγεται αυτό (και γιατί άραγε είναι πιο ακραίο από το ζητούν να γίνει… καλύτερη γραμματέας ο δάσκαλος; Τι θα είχε να γράψει στο Word ή στο ΡowerΡoint αν δεν έχει τίποτε να αφηγηθεί;). Η σύγχρονη τάση διδασκαλίας με αλγόριθμους, επιστημονική ουδετερότητα, αποστασιοποίηση και μια ανόητη διασπαστική γραφιστική τυπογραφική παρουσίαση, κακέκτυπο ξένων προτύπων, αντί να λειτουργεί στην υπηρεσία της αφήγησης, καταφέρνει ουσιαστικά να την καταστρέφει. Και όταν η αφήγηση υπονομεύεται, υπονομεύεται και το νόημα και η δυνατότητα να γίνει η διδασκαλία αυτό που θα έπρεπε εξαρχής να είναι: ερέθισμα για δημιουργία. Στο μέτρο που η σχέση με τους διδασκoμένους περιλαμβάνει φροντίδα, ο δάσκαλος θα πρέπει να βρει τρόπο να «φροντίσει» και να «εξανθρωπίσει» την παρουσίαση του υλικού διδασκαλίας. Γιατί αν δεν καταφέρουμε να εμπνεύσουμε τους μαθητές να βρουν τη δική τους δημιουργική δύναμη, είμαι βαθύτατα πεπεισμένος ότι θα χάσουμε και το νόημα και το παιχνίδι.
Oι ευρωπαίοι γονείς με φωτεινή εξαίρεση τους Σουηδούς γνωρίζουν ότι το ξύλο… δεν βγήκε από τον Παράδεισο, το χρησιμοποιούν ωστόσο ευρέως ως μέσο σωφρονισμού των παιδιών τους. Τα στοιχεία που δημοσιοποιεί ο Συνήγορος του Πολίτη, με αφορμή τη σημερινή παρουσίαση της πανευρωπαϊκής εκστρατείας του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της σωματικής τιμωρίας των παιδιών, καταδεικνύουν ότι τόσο οι έλληνες γονείς όσο και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι καταφεύγουν συχνά στο πλέον παρωχημένο εργαλείο διαπαιδαγώγησης. Σχετικά πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού σε νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου αποκαλύπτει ότι οι μισοί από τους γονείς που ερωτήθηκαν (53%) παραδέχονται τη χρήση βίας στα παιδιά- ποσοστό που ανερχόταν στο 65,5% το 1997.Δεν χωρεί αμφιβολία πάντως ότι τα παιδιά όλου του κόσμου θα ήθελαν να ζουν στη Σουηδία: δικαιώνοντας τον τίτλο της πρώτης χώρας που απαγόρευσε διά νόμου τη σωματική τιμωρία των ανηλίκων, το 1979, η Σουηδία απορρίπτει σήμερα το συγκεκριμένο μέσο πειθαρχίας σε ποσοστό 90%.
Παρά τον προηγμένο χαρακτήρα τους ως χωρών, η Βρετανία και η Γαλλία εμφανίζουν μεσαιωνική εικόνα ως προς το «ξύλο». Το 96% των παιδιών στη Γαλλία έχει εμπειρία κάποιας μορφής σωματικής τιμωρίας, ενώ στη Γηραιά Αλβιώνα στατιστικές της δεκαετίας του ΄90 δείχνουν ότι το 38% των μωρών κάτω του ενός έτους δεχόταν «ξύλο» περισσότερο από μία φορά την εβδομάδα!
Την ίδια στιγμή, στο Βέλγιο η βία στα παιδιά χαίρει τέτοιας αποδοχής ώστε σε ποσοστό 17% οι γονείς δεν διστάζουν να δηλώσουν ότι μπορούν να χτυπούν τα παιδιά τους κατά το δοκούν, χωρίς καμία ειδική αιτιολογία.
Η Μαρία Δεληθανάση στην Καθημερινή αποκαλύπτει κοινά μυστικά:
Την ίδια ώρα που οι αλλοδαποί μαθητές αποτελούν το 17% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού, τα διαπολιτισμικά σχολεία στη χώρα μας αποτελούν μόλις το 0,17% του συνόλου. Την ίδια ώρα που ο αριθμός π.χ. Αλβανών φοιτητών σε ελληνικά ΑΕΙ εκτινάχθηκε τα τελευταία χρόνια, σε ελάχιστα σχολεία τηρείται η λειτουργία τάξης υποδοχής για τους αλλοδαπούς ούτε ακολουθείται φροντιστηριακή υποστήριξη. Παράλληλα, πολλοί Ελληνες γονείς αποφεύγουν να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία με πολλές εθνικότητες, δάσκαλοι και καθηγητές ρίχνονται απροετοίμαστοι στη διδασκαλία, η μη ενσωμάτωση των μικρών αλλοδαπών στη σχολική πραγματικότητα, αντανακλάται ευθέως και στην κοινωνία.
«Το πρόβλημα στα σχολεία δεν είναι οι μετανάστες», υπογραμμίζει στην «Κ» ο εκπαιδευτικός και ερευνητής κ. Κώστας Θεριανός. «Το πρόβλημα είναι το μονογλωσσικό, μονοπολιτισμικό ελληνικό σχολείο που διαθέτει ελάχιστα μέσα (τάξεις υποδοχής, φροντιστηριακά τμήματα, δίγλωσσα προγράμματα) για την ένταξή τους και το γεγονός ότι η σχολική επίδοση σχετίζεται άμεσα με την κοινωνική προέλευση. Στο Πέραμα και τη Δραπετσώνα η σχολική διαρροή ήταν 50% – 60% πριν από την έλευση των μεταναστών. Το πρόβλημα, λοιπόν, σχετίζεται με τη φτώχεια και όχι με τους μετανάστες. Κι όσο προχωράει η κρίση, τα προβλήματα θα εμφανίζονται όλο και συχνότερα στα σχολεία περιοχών που κατοικούνται από μεσαία στρώματα».
Διαβάζω στα Νέα: “Το υπουργείο Παιδείας μόλις τώρα αρχίζει μια έρευνα για τη χρησιμότητα των διαδραστικών πινάκων, προκειμένου τα επόμενα χρόνια να προχωρήσει σε αντικατάσταση των κλασικών μαυροπινάκων.
Οι πίνακες αυτοί μαζί με τα ανάλογα διαδραστικά θρανία που θα βγουν στο εμπόριο το επόμενο διάστημα αποτελούν την τεχνολογία αιχμής στην εκπαίδευση. Τα σχολεία μπορεί εύκολα να χρησιμοποιήσουν εκπαιδευτικό λογισμικό που ήδη υπάρχει, καθώς τα περισσότερα μοντέλα διαδραστικών πινάκων (σ.σ.: υπάρχουν διάφορες τεχνολογίες από διαφορετικές εταιρείες) είναι ουσιαστικά μια μεγάλη επιφάνεια αφής που συνδέεται με υπολογιστή και επάνω στην οποία προβάλλονται εικόνες με βιντεοπροβολέα. Έτσι μπορεί να λειτουργήσουν τόσο ως κανονικοί πίνακες, όπου αντί για κιμωλία γράφει κανείς με το δάχτυλο ή με τις ειδικές γραφίδες, όσο και ως οθόνη προβολής, με την πρόσθετη δυνατότητα να μπορεί κανείς να σημειώσει πάνω σε αυτό που εικονίζεται ό,τι θέλει”.
Περισσότερο ενδιαφέρον όμως έχουν τα σχόλια του κοινού:
“Ολα τα είχε η μαριορή τα κοκοψιψίνια τη μάραναν.”
“Φανταστείτε λέει τους καθηγητές του ελληνικού δημόσιου σχολείου να φτιάχνουν παρουσιάσεις για τους μαθητές τους.Φανταστείτε φιλολόγους να ανθολογούν και να σκανάρουν κείμενα να τα περάσουν στο pc για να προβληθούν στον ηλ. πίνακα την ώρα του μαθήματος. Φανταστείτε φυσικούς , χημικούς , βιολόγους να δημιουργούν ή να μαζεύουν από το internet animations φανομένων του μαθήματος τους να τα περάσουν στο pc για να προβληθούν στον ηλ. πίνακα την ώρα του μαθήματος. Φανταστείτε μαθηματικούς να δημιουργούν γραφικές παραστάσεις ή γεωμετρικά σχήματα που θα μπορούν να μετατοπίζονται να περιστρέφονται για να κεντρίσουν την φαντασία του μαθητή να τα περάσουν στο pc για να προβληθούν στον ηλ. πίνακα την ώρα του μαθήματος”.
Κάποτε, άγχος είχαν μόνον οι μαθητές στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Στις μέρες μας, αγχωμένοι εμφανίζονται συχνά ακόμα και μαθητές Δημοτικού. Η ανησυχία των γονέων για το μέλλον μετατρέπεται σε πίεση για καλούς βαθμούς και αυτή με τη σειρά της απειλεί να διαμορφώσει μια νέα γενιά στρεσαρισμένη από τα γεννοφάσκια της.
«Oι γονείς είναι όλο και περισσότερο ανήσυχοι», διαπιστώνει ο Ζοέλ Πεχό, δάσκαλος της Β΄ Δημοτικού, «καθώς αντιλαμβάνονται ότι, για πρώτη φορά, τα παιδιά τους δεν θα έχουν απαραιτήτως καλύτερο επάγγελμα από τους ίδιους»- ενδεχομένως μάλιστα να έχουν και χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο. «Δυστυχώς, αυτή η ανησυχία για το μέλλον μεταβιβάζεται από τους ενηλίκους στα παιδιά», λέει ο ψυχίατρος Πατρίς Ιέρ. «Οι γονείς φοβούνται την ανεργία και ο φόβος αυτός μετατρέπεται, στα παιδιά, σε φόβο της αποτυχίας και των κακών βαθμών».
Πρόσφατη έρευνα της γαλλικής Ένωσης Γονέων Μαθητών της Ελεύθερης Εκπαίδευσης αποκάλυψε πως το 31% των ενηλίκων έχουν την αίσθηση πως τα παιδιά τους αγχώνονται στο σχολείο· την ίδια ώρα, σε ποσοστό 52% ομολογούν πως νιώθουν άγχος για τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών τους. Φαινόμενο αποκλειστικό στη Γαλλία; Θα μπορούσαμε να στοιχηματίσουμε πως όχι. «Τα παιδιά νιώθουν στρες από όλο και μικρότερη ηλικία», επιβεβαιώνει η παιδοψυχίατρος Ζιζέλ Ζορζ. Πόνοι στην κοιλιά, ευερεθιστότητα, διαταραχές στον ύπνο, τελειομανία, ανάγκη να έχουν τον έλεγχο σε όλα, επαναλαμβανόμενες μικρο-ασθένειες: τα συμπτώματα είναι πολλά αλλά διακριτά. Πριν από μία δεκαετία, οι περισσότεροι «ασθενείς» της Ζορζ ήταν έφηβοι 17-20 ετών, τα τελευταία χρόνια ωστόσο περνούν όλο και πιο συχνά το κατώφλι της παιδιά 13, 12, 11 ετών, μερικές φορές παιδιά ακόμα μικρότερα- όπως εκείνος ο μικρός που έσχιζε το τετράδιό του κάθε φορά που έκανε μια μουτζούρα και δήλωνε πως «στο σχολείο πρέπει να δουλεύουμε σκληρά, ειδάλλως δεν θα βρούμε καλή δουλειά». Φταίνε όμως μόνον οι γονείς; Όχι βέβαια, λένε οι ειδικοί, φταίει και το σχολικό σύστημα και οι καθηγητές, που συχνά προβαίνουν σε αρνητικές κρίσεις.
Η ψυχοπαιδαγωγός Μπριζίτ Προτ καταγγέλλει την «τυραννία του βαθμού» και οραματίζεται ένα σύστημα όπου η αξιολόγηση θα γίνεται με βάση τις δυνατότητες, χωρίς να αποκλείει, χωρίς να στιγματίζει. Αναπόφευκτα όμως το βάρος της προστασίας των παιδιών από την υπερβολική πίεση και το άγχος πέφτει στους γονείς.
Oι δάσκαλοι στη Βρετανία καλούνται να κάνουν πιο ζωντανά τα μαθήματα στις τάξεις, χρησιμοποιώντας τακτικές παρόμοιες με αυτές που παρουσιάζονται σε δημοφιλή τηλεπαιχνίδια όπως το «Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος;». Η μέθοδος αυτή βοηθά επίσης στο να ησυχάζουν οι μαθητές όταν κάνουν πολλή φασαρία, σύμφωνα με οδηγία του υπεύθυνου της βρετανικής κυβέρνησης για τη συμπεριφορά στα σχολεία σερ Άλαν Στιρ.
Οι τηλεοπτικές τακτικές μπορεί να χρησιμοποιηθούν προκειμένου το μάθημα να γίνει πιο ενδιαφέρον, αναφέρεται στην έκθεση που ετοίμασε έπειτα από τετραετή έρευνα η βρετανική αρχή που επιβλέπει τα σχολεία. Μεταξύ των άλλων προτάσεων που περιλαμβάνει, είναι το να παίζεται «μπίνγκο» στις τάξεις- όπου οι μαθητές σημειώνουν τις κάρτες την ώρα που ο δάσκαλος αναφέρει μια συγκεκριμένη λέξη- καθώς και «ταμπού», παιχνίδι στο οποίο ο παίκτης πρέπει να περιγράψει μια λέξη ή μια ιδέα χωρίς να αναφέρει συγκεκριμένες απαγορευμένες λέξεις.
Κώδικας τακτικών.
O υπεύθυνος για τα βρετανικά σχολεία Εντ Μπολς δήλωσε ότι αποδέχεται όλες τις προτάσεις της επιτροπής και τόνισε: «Τα παιδιά δεν μπορούν να μάθουν αν οι τάξεις δεν είναι ήσυχες και οι καθηγητές δεν μπορούν να τις ελέγξουν». Στην έκθεση τονίζεται ότι κάθε σχολείο πρέπει να συντάξει έναν κώδικα τακτικών, οι οποίες θα βοηθούν στην καλύτερη εκπαίδευση των παιδιών και τη διευκόλυνση της μαθησιακής εμπειρίας τους. Η επιτροπή που παρουσίασε το πόρισμά της στην Εθνική Ένωση Διευθυντών Σχολείων, θεωρεί επίσης ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για τη συμπεριφορά των μαθητών στον δρόμο από και προς το σχολείο.
Ο «γυαλάκιας». Ο χοντρός. Το «φυτό». Ο ξένος. Ο κοντός. Ο μουσουλμάνος. Ο άσχημος. Ο ήσυχος.
Το χαρακτηριστικό που μπορεί να οδηγήσει έναν μαθητή να πέσει θύμα ψυχολογικής ή και σωματικής βίας από τους συμμαθητές του μπορεί να είναι κυριολεκτικά οτιδήποτε -αρκεί να τον διαφοροποιεί έστω και ελάχιστα από τη μάζα. Γιατί, όπως όλα δείχνουν, εάν υπάρχει ένας χώρος στον οποίο δεν επιδεικνύεται ουδεμία ανοχή στο «διαφορετικό», αυτός δυστυχώς είναι το σχολείο. Ναι, και το ελληνικό σχολείο. Τα σχετικά ποσοστά που αφορούν τη χώρα μας πλησιάζουν ανησυχητικά εκείνα της διεθνούς πραγματικότητας. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου, το 22,5% των Ελλήνων μαθητών έχει υποστεί κάποιας μορφής λεκτικό, σωματικό ή σεξουαλικό εκφοβισμό από συμμαθητές του -φαινόμενο γνωστό και με τον διεθνή όρο bullying. Μπορεί να συμβεί στην τάξη, στο διάλειμμα ή ακόμα και από απόσταση -μέσω Ιντερνετ. Από έρευνα της Μονάδας Εφηβικής Υγείας της Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών προέκυψε ότι το 5% των παιδιών δέχεται απειλητικά μηνύματα μέσω Διαδικτύου, αναφέροντας ως πιο πιθανούς θύτες τους συμμαθητές του.
«Πράγματι, όταν πριν από μερικά χρόνια όσοι ασχολούμασταν με το φαινόμενο της σχολικής βίας πιστεύαμε ότι δεν θα “φτάσει” σε μας, σήμερα έχουμε διαψευστεί», λέει στην «Κ» ο διδάκτωρ Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ κ. Στ. Αντωνίου. «Ο εκφοβισμός στον χώρο του σχολείου, που μπορεί να εκφράζεται με λεκτική ή και σωματική επιθετικότητα, έχει ήδη κάνει την εμφάνισή του και στα ελληνικά σχολεία, επηρεάζοντας εκατοντάδες παιδιά». Ποια παιδιά; Σύμφωνα με τον ίδιο, θύματα εκφοβισμού πέφτουν συνήθως παιδιά συνεσταλμένα, που παρουσιάζουν κάποιας μορφής καταθλιπτική συμπεριφορά, που έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση, που δεν είναι κοινωνικά. «Και που βέβαια ανήκουν σε κάποια “μειονότητα” -θρησκευτική, εθνοτική ή μειονότητα που έχει σχέση με κάποιο εμφανές εξωτερικό χαρακτηριστικό. Εχει βρεθεί, επίσης, ότι πολύ συχνά τα παιδιά αυτά έχουν δεχθεί κάποιας μορφής κακοποίηση και στο οικογενειακό τους περιβάλλον», εξηγεί. Σύμφωνα με το «τελετουργικό», το παιδί στοχοποιείται από έναν ή ομάδα συμμαθητών του, οι οποίοι σταδιακά το απομονώνουν.
Στρες και προβλήματα
«Το παιδί αυτό υφίσταται έντονο στρες, το οποίο με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε άλλα προβλήματα. Μπορεί για παράδειγμα να εξελιχθεί σε μετατραυματική διαταραχή ή σε αντικοινωνική συμπεριφορά ή ακόμα και να βάλει το παιδί σε διαδικασία εκδίκησης. Επίσης, είναι συχνό το φαινόμενο τα θύματα εκφοβισμού να μετατρέπονται αργότερα σε θύτες. Και κάπως έτσι η βία ανακυκλώνεται». Γι’ αυτό είναι απαραίτητο η επέμβαση να είναι έγκαιρη.
Η ιδανική πρόληψη δεν αφορά ούτε τα υποψήφια θύματα ούτε τους υποψήφιους θύτες. «Η καλύτερη παρέμβαση θα πρέπει να είναι στη λεγόμενη ομάδα των “παρατηρητών”. Στα παιδιά, δηλαδή, που ενώ αισθάνονται ότι γίνεται κάτι ανάρμοστο, φοβούνται, διστάζουν να εμπλακούν μην τυχόν στοχοποιηθούν και αποβληθούν από την παρέα», λέει ο κ. Αντωνίου. «Πρέπει να τα ενθαρρύνουμε να επικοινωνούν με τους διδάσκοντες, έτσι ώστε να μη μένει η κατάσταση κρυφή, σε έναν κλειστό κύκλο σιωπής».
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή