Ολοένα και περισσότεροι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ο «κίνδυνος» κάνει καλό στα παιδιά. Φυσικά κάνουν λόγο για ελεγχόμενο ρίσκο στα παιδικά παιχνίδια και επισημαίνουν τη θετική επίδραση που μπορεί αυτό να έχει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών- κυρίως προβάλλοντας τα προβλήματα που πιθανόν να προκαλέσει η υπερπροστασία.
Για την ψυχολόγο κ. Μαριέτα Ρήγα-Πεπελάση είναι αποδεδειγμένα τα οφέλη για την ανάπτυξη της παιδικής- και εφηβικής μετέπειτα- προσωπικότητας της παροχής κάποιου βαθμού ανεξαρτησίας και αυτονομίας στο παιχνίδι αλλά και σε όλες τις δραστηριότητες, αφού το παιδί προετοιμάζεται έτσι για τον πραγματικό κόσμο.
Οπως άλλωστε τονίζει, οι «κίνδυνοι» για ένα παιδί που δεν του επιτρέπεται να πάρει κανένα ρίσκο μπορούν να αποδειχθούν αρκετοί.
Ισως οι γονείς που απομακρύνουν κάθε κίνδυνο να νιώθουν ότι προστατεύουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα παιδιά τους, ωστόσο υπάρχει η πιθανότητα να τους κάνουν πολύ μεγαλύτερο κακό μακροπρόθεσμα. «Ανασφάλεια, χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση» είναι μερικά από τα πιο συνηθισμένα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν ως ενήλικοι, επισημαίνει η ψυχολόγος.
Παραδέχεται βέβαια ότι υπάρχουν κίνδυνοι για τα παιδιά κάθε ηλικίας. Ομως, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, «οι γονείς χρειάζεται να τα έχουν προβλέψει όλα αυτά, να γνωρίζουν τις σωματικές και διανοητικές ικανότητες του παιδιού τους, αλλά και κατά πόσον μπορεί να κατανοεί τον ενδεχόμενο κίνδυνο σε κάθε περίσταση. Με δυο λόγια, χρειάζεται εκπαίδευση που αρχίζει σε πολύ μικρή ηλικία. Επιπλέον οι γονείς πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα τους και να αποφεύγουν προφυλάξεις του τύπου “πρόσεξε” σε καθετί που κάνουν τα παιδιά και φυσικά τις απαγορεύσεις. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να προβάλλουν την αδυναμία τους ή τη σημαντικότητά τους- με εκφράσεις του τύπου “εγώ ξέρω καλύτερα από εσένα”- στο παιδί».
Οι γονείς πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα τους και να αποφεύγουν προφυλάξεις του τύπου «πρόσεξε»
Οι υπερπροστατευτικοί γονείς προκαλούν διαταραχές πανικού
ΓΙΑ ΤΟΝ ΨΥΧΙΑΤΡΟ Μichael Liebowitz,επικεφαλής της μονάδας διαταραχών πανικού στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, μεγάλο ποσοστό των ασθενών με κρίσεις πανικού είχαν υπερπροστατευτικούς γονείς. Οπως χαρακτηριστικά εξηγεί, επειδή μεγαλώνουν χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πράγματα μόνα τους, αφού οι γονείς πάντα εξασφαλίζουν ότι δεν θα πονέσουν ή δεν θα κάνουν λάθος, ενδέχεται να μη γνωρίζουν πώς να χειριστούν κάποιες καταστάσεις και γι΄ αυτό αντιδρούν ακραία. Κάποια από αυτά τα παιδιά πιθανόν να πάθουν κρίσεις πανικού και όσο μεγαλώνουν έχουν και περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν διαταραχές πανικού.
Μεγαλώνουν με τον φόβο
Η αμερικανίδα δημοσιογράφος Lenore Skenazy τον Απρίλιο του 2008 έγραψε στη «Νew Υork Sun» ένα άρθρο που περιέγραφε την απόφαση που πήραν αυτή και ο σύζυγός της να αφήσουν τον 9χρονο τότε γιο τους Ιzzy να γυρίσει μόνος του σπίτι, διασχίζοντας ολόκληρο σχεδόν το Μανχάταν με τον υπόγειο σιδηρόδρομο. Σε ελάχιστες ημέρες η ιστορία της και η «φιλοσοφία» της ως γονέα απασχολούσε όλη την Αμερική. Δέχθηκε εντονότατη κριτική και κατηγορήθηκε ότι έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του παιδιού της- της απονεμήθηκε δε και ο τίτλος της «χειρότερης μαμάς της χώρας».
Ωστόσο, η Skenazy υποστήριξε σθεναρά ότι τα σημερινά παιδιά υπερπροστατεύονται από τους γονείς τους και δεν έχουν την ευκαιρία να μεγαλώσουν τόσο ελεύθερα όσο αυτοί. Θεωρούσε ότι το κυριότερο στοιχείο της μεθόδου ανατροφής που επιλέγουν οι σύγχρονοι γονείς είναι ο φόβος και αυτό μπορεί να έχει πολύ άσχημες συνέπειες για τα παιδιά όταν μεγαλώσουν. «Αν ένα παιδί μεγαλώνει νομίζοντας ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνο του, τελικά θα το πιστέψει», υποστήριξε στο διάσημο πια άρθρό της.
Μια ασυνήθιστη γενετική μελέτη ενισχύει την άποψη ότι ένας καλός δάσκαλος μπορεί να κάνει τη διαφορά μέσα στην τάξη, ενώ αντιθέτως ένας κακός δάσκαλος μπορεί να καταστρέψει ακόμη και τους πιο προικισμένους μαθητές. Η μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Science» ανήκει σε ειδικούς του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Φλόριδας και έδειξε ότι ένας χαρισματικός δάσκαλος μπορεί να βοηθήσει παιδιά δημοτικού με «προικισμένο» γενετικό υλικό να διαβάζουν καλύτερα. Την ίδια στιγμή ένας κακός δάσκαλος μπορεί να συμπαρασύρει στον «πάτο» τα παιδιά μιας τάξης, ακόμη και εκείνα που αν είχαν τη σωστή καθοδήγηση θα… έλαμπαν. Προκειμένου να ανακαλύψουν την επίδραση των γονιδίων αλλά και του περιβάλλοντος στην απόδοση ενός μαθητή, οι επιστήμονες στράφηκαν σε ζεύγη διδύμων. Εξέτασαν για την ακρίβεια 280 ζεύγη ομοζυγωτικών διδύμων που μοιράζονται το ίδιο ακριβώς γενετικό υλικό, αλλά και 526 ζεύγη ετεροζυγωτικών διδύμων που έχουν περίπου κατά το ήμισυ το ίδιο γενετικό υλικό (ή όσο μοιράζονται δύο απλά αδέλφια). Σύμφωνα με τη θεωρία των ερευνητών, αν ένα ταυτόσημο δίδυμο έχει καλύτερη επίδοση στο σχολείο σε σχέση με το δεύτερο, λογικά η διαφορά αυτή πιθανότατα να οφείλεται στον δάσκαλο. Ολα τα παιδιά φοιτούσαν σε διαφορετικά δημοτικά σχολεία της Φλόριδας.
Οπως προέκυψε, όταν ο δάσκαλος ήταν καλός, τα γονίδια του κάθε παιδιού ήταν εκείνα που έκαναν τη διαφορά. Αν και τα δύο ταυτόσημα δίδυμα είχαν έναν καλό δάσκαλο, παρουσίαζαν αμφότερα καλές επιδόσεις. Αν όμως ένα από αυτά είχε καλό δάσκαλο ενώ το δεύτερο είχε κακό δάσκαλο, τότε και οι επιδόσεις τους ήταν ανάλογες των δυνατοτήτων των δασκάλων τους.
«Ο καλός δάσκαλος παρέχει στα παιδιά ένα περιβάλλον που τους επιτρέπει να αγγίξουν το ανώτατο όριο των δυνατοτήτων τους» ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης Τζάνετ Τέιλορ. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, παρ΄ ότι ένας χαρισματικός δάσκαλος δεν εγγυάται την επιτυχία, οι αρμόδιοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως οφείλουν να προσλαμβάνουν σωστό διδακτικό προσωπικό το οποίο είναι άκρως σημαντικό ακόμη και για τα χαρισματικά παιδιά.
Καταργίτε η βάση του δαίκα για την ησαγογή στα παναιπιστιμία
Η υπουργός Παιδείας είπε ότι η βάση του δέκα δεν έκανε καλύτερους τους μαθητές. Επιπλέον, στα μικρά ΤΕΙ βαράνε μύγες. Δεν επαρκούν οι γραμματιζούμενοι νέοι για να γεμίσουν τα αμφιθέατρα της περιφέρειας. Τζάμπα οι εγκαταστάσεις, τζάμπα το προσωπικό, τζάμπα όλη η φασαρία για τις εισαγωγικές.
Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση μπορεί να τονώσει την ελληνική οικονομία περισσότερο από το ΕΣΠΑ, για το οποίο πρέπει να γίνουν αιτήσεις και να στύψει ο επωφελούμενος το μυαλό του. Οι φοιτητές διακινούν ζεστό χρήμα.
Νοικιάζουν σπίτια, πάνε στον φούρναρη, πίνουν έξω τον καφέ τους, αγοράζουν εισιτήρια. Αντί λοιπόν να τονώνουν την ελληνική οικονομία, λόγω της αυστηρότητας του «10», φτιάχνουν τη βαλίτσα τους και μεταναστεύουν. Πόσοι είναι αυτοί και πόσα ξοδεύουν εκεί έξω;
Υπολογίζεται ότι σπουδάζουν στην αλλοδαπή περί τα 65.000 άτομα και ξοδεύουν πάνω από 1 δισ. ευρώ τον χρόνο. Πόσα από αυτά τα χρήματα στερήθηκαν οι κατά τόπους πιτσαδόροι; Υπάρχουν στοιχεία από το 2005, την τελευταία χρονιά κατά την οποία όποιος είχε βαθμό 3 διάβαινε υπερήφανα την πύλη ανώτατου ιδρύματος.
Εισήχθησαν 81.000 άτομα, εκ των οποίων οι 18.000 είχαν βαθμολογηθεί κάτω από τη βάση. Αυτό το πλήθος λοιπόν καλείται να συμβάλει στη διάσωση της ελληνικής οικονομίας. Ας πάνε στην επαρχία κι ας μην ξέρουν πού πάνε τα τέσσερα.
Αυτή τη φορά οι οικονομικές συγκυρίες πίεσαν σε μια κατεύθυνση τις πολιτικές αποφάσεις για την Παιδεία. Προ πενταετίας υπήρχε άλλο όραμα, άλλη οπτική. Προ δεκαετίας προβαλλόταν ένα άλλο μοντέλο, προ εικοσαετίας οι Πανελλαδικές ονομάζονταν Πανελλήνιες. Κάθε κυβέρνηση και κάθε υπουργός Παιδείας θεωρεί ότι θα δικαιωθεί μέσα από εντυπωσιακές αποφάσεις. Αυτή τη φορά γίνεται αναφορά σε Νέο Σχολείο. Βερμπαλισμός; Ερανιστικά: καθιερώνεται Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Κατάρτισης ως αναγκαία προϋπόθεση για την είσοδο στην εκπαίδευση. Ετσι θα υπάρχει εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές και ταυτόχρονα οι πτυχιούχοι θα μπαίνουν στο ψυγείο: η κατάρτιση συνεπάγεται παράταση του χρόνου σπουδών, άρα οι εκπαιδευτικοί αφαιρούνται από τον όγκο των ανέργων. Αλλο μέτρο: καθιερώνεται ο θεσμός του Μέντορα του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού. Αλλη ρηξικέλευθη απόφαση: τα συγγράμματα θα διανέμονται με ηλεκτρονικό σύστημα. Αξιοθαύμαστα επιχρίσματα.
Για να είμαστε δίκαιοι πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι στο νομοσχέδιο επιλύεται σειρά ζητημάτων που αφορά τις προσλήψεις, τις μεταθέσεις, τους ωρομίσθιους, την επιλογή διευθυντών.
Ζητήματα που χρόνιζαν επίτηδες, γιατί έτσι βόλευε. Ολα λειτουργούσαν ρουσφετολογικά στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Το νομοσχέδιο για το Νέο Σχολείο δεν αλλάζει το ουσιώδες πέρα από τα διοικητικά. Υπάρχει σαφώς μια πρόοδος σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση που νόμιζε ότι θα βελτιώσει το επίπεδο μοιράζοντας από ένα λάπτοπ σε κάθε μαθητή της Α΄ Γυμνασίου, όμως δεν έγιναν οι προτάσεις εκείνες που θα διασφάλιζαν την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Εντάξει, θα διορίζονται οι δάσκαλοι στην ώρα τους, εντάξει θα έχουν πιστοποιητικό καταλληλότητας, όμως δεν διασφαλίζεται ότι τα παιδιά θα μορφώνονται πηγαίνοντας στο σχολείο. Δεν είναι απογοητευτικό ότι τα παιδιά παίρνουν στο Απολυτήριο Λυκείου χωρίς να μάθουν έστω μία ξένη γλώσσα στο σχολείο; Δεν είναι απογοητευτικό που του χρόνου δεν θα μειωθεί η παραπαιδεία ούτε κατά μία ώρα;
1 Προτού αρνηθείτε ή απαγορεύσετε κάτι στο παιδί σας,πάρτε λίγο χρόνο για να σκεφθείτε πώς ακριβώς θα χειριστείτε την κατάσταση και προσπαθήστε να μην παρασυρθείτε από τον θυμό ή την κούρασή σας.
2 Ακούτε με υπομονή το αίτημα του παιδιού σας και απαντάτε του πάντοτε με γλυκύτητα,ευγένεια και σεβασμό προς το άτομό του,ανεξαρτήτως της ηλικίας του.Ετσι θα μάθει να σας απαντά αναλόγως.
3 Να εξηγείτε πάντοτε στο παιδί με ξεκάθαρο,κατανοητό και ήρεμο τρόπο γιατί αρνείστε ένα αίτημά του.Γνωρίζοντας ότι δεν το τιμωρείτε θα δεχθεί την άρνηση με μεγαλύτερη ευκολία.
4 Οταν το παιδί σας ρωτάει γιατί δεν μπορεί να έχει ή να κάνει κάτι,η απάντησή σας πρέπει να συνάδει προς τη γενικότερη συμπεριφορά σας και να είναι σταθερή.Διαφορετικά η άρνησή σας θα αυτοαναιρείται.
5 Αν η άρνησή σας είναι θέμα συνθηκών ή ηλικίας του παιδιού και όχι θέμα αρχών,εξηγήστε στο παιδί τι χρειάζεται να κάνει ή πόσων χρονών πρέπει να γίνει για να μετατρέψει το «όχι» σε «ναι».
6 Χρησιμοποιήστε θετικές εκφράσεις για να αντισταθμίσετε την άρνηση.Για παράδειγμα, «δεν μπορείς να πάρεις το μαχαίρι αλλά μπορείς να πάρεις την μπάλα» ή «δεν μπορείς να μείνεις εκτός σπιτιού ως τα μεσάνυχτα αλλά μπορείς να προσκαλέσεις τους φίλους σου να δείτε ταινία ως αργά».
7 πιβραβεύστε τα παιδιά που παρουσιάζουν υπεύθυνη και ώριμη συμπεριφορά.Ετσι θα ξέρουν έμπρακτα ότι ο σεβασμός των ορίων και των κανόνων αποδίδει καρπούς και δεν είναι μια στείρα διαδικασία.
8 Αν και το «όχι» πρέπει να είναι σταθερό, για να απολαμβάνετε πάντοτε την εμπιστοσύνη του παιδιού σας, οφείλετε να φαίνεστε προσηνείς και ευέλικτοι. Αν το παιδί διαπραγματευθεί με βάσιμα επιχειρήματα και ήρεμο τόνο το αίτημά του, σκεφθείτε την πιθανότητα να αναιρέσετε την αρχική σας απόφαση.
9 Θα πρέπει να είστε έτοιμοι όχι μόνο να εκφράσετε μια άρνηση αλλά και να γίνετε αποδέκτης της. Να θυμάστε ότι η άσκηση της γονεϊκής εξουσίας δεν είναι ένα παιχνίδι στο οποίο ο γονιός έχει πάντα δίκιο.
10 Αν, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές σας,οι λέξεις «όχι» ή «μη» αποτελούν αιτία «πολέμου» για το παιδί σας,ίσως είναι θεμιτό να επανεξετάσετε τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνείτε μαζί του.
Ένα άγγιγμα στον ώμο, ένα χτύπημα στην πλάτη, ένα σφίξιμο ή μια στιγμιαία αγκαλιά. Πρόκειται για καθημερινές χειρονομίες που μεταδίδουν πολύ περισσότερα μηνύματα από όσα νομίζει κανείς και προδίδουν συναισθήματα, υποστηρίζουν επιστήμονες.
Τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότεροι ερευνητές εστιάζουν την προσοχή τους σε μια μορφή της λεγόμενης γλώσσας του σώματος που αγνοούσαν μέχρι προσφάτως, τη φυσική επαφή. Σύμφωνα με σειρά μελετών, τα αγγίγματα μπορούν να οδηγήσουν σε εμφανείς και αρκετές φορές ταχύτατες αλλαγές στον τρόπο που σκέφτονται και συμπεριφέρονται οι άνθρωποι.
Για τον Dacher Κeltner, καθηγητή Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ, η φυσική επαφή είναι η πρώτη γλώσσα που μαθαίνει ο άνθρωπος και μάλιστα καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του παραμένει το πλούσιο μέσο επικοινωνίας και έκφρασης συναισθημάτων. Η δύναμη που μπορεί να έχει φαίνεται από μια έρευνα που έκανε ο Μichael W. Κrauw με τους Dacher Κeltner και Cassy Ηuang, η οποία θα δημοσιευθεί φέτος στην επιστημονική επιθεώρηση «Εmotion». Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι ομάδες ΝΒΑ των οποίων οι παίκτες αγγίζονταν περισσότερο μεταξύ τους είχαν και την καλύτερη απόδοση στο πρωτάθλημα. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ένας από τους λόγους που τα αγγίγματα αυτά έχουν ευεργετική επίδραση είναι γιατί απελευθερώνουν οξυτοκίνη, την ορμόνη που βοηθά στη δημιουργία αισθήματος εμπιστοσύνης και μειώνει τα επίπεδα της ορμόνης του άγχους, της κορτιζόλης. Το πείραμα
Σε ένα άλλο πείραμα με επικεφαλής τον Christopher Οveis, καθηγητή Ψυχολογίας του Χάρβαρντ, στο οποίο έλαβαν μέρος 69 ζευγάρια που κλήθηκαν να συζητήσουν με τους ερευνητές δύσκολες περιόδους της σχέσης τους ενώ οι μελετητές παρατηρούσαν τη συχνότητα και τη διάρκεια των αγγιγμάτων μεταξύ τους, διαπιστώθηκε ότι τα ζευγάρια που αγγίζονταν περισσότερο συνήθως εξέφραζαν και μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη σχέση τους.
Για τον επικοινωνιολόγο κ. Θανάση Παπαμιχαήλ, «η σημασία των αγγιγμάτων μπορεί να κατανοηθεί από το γεγονός ότι κατά μέσο όρο ο άνθρωπος μιλά 11 λεπτά την ημέρα αφού μόλις το 7% των μηνυμάτων που επιθυμεί να στείλει στους γύρω του μεταβιβάζεται λεκτικά. Όλα τα υπόλοιπα μηνύματα τα περνά κατά κύριο λόγο με τη γλώσσα του σώματος και φυσικά τα αγγίγματα».
Ο επικοινωνιολόγος τονίζει ότι επειδή το άγγιγμα είναι πολυσήμαντο μέσο επικοινωνίας διαφέρει από άνδρα προς άνδρα, από γυναίκα προς γυναίκα, από άνδρα προς γυναίκα και από γυναίκα προς άνδρα. «Οι γυναίκες συνολικά έχουν περισσότερη άνεση από τους άνδρες στο να αγγίζουν η μια την άλλη. Όμως οι άνδρες είναι αυτοί που συνήθως κάνουν την πρώτη κίνηση στο άγγιγμα μεταξύ των δύο φύλων» επισημαίνει ο κ. Παπαμιχαήλ. Μάλιστα, λέει, υπάρχουν ορισμένα κλασικά αγγίγματα:
«Αν κάποιος μας ακουμπήσει με τον δείκτη του, υποδηλώνει απειλή ή κυριαρχία. Ένα άγγιγμα στον ώμο ή στην πλάτη δείχνει ανωτερότητα».
Η ψυχολόγος κ. Αλεξάνδρα Καππάτου σημειώνει ότι «η αφή είναι μια από τις σημαντικότερες αισθήσεις μας, αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι το άγγιγμα είναι το πρώτο μέσο επικοινωνίας με τη μητέρα μας». Προσθέτει βέβαια ότι «δεν πρέπει να καταλήγουμε σε συμπεράσματα για το τι νιώθει ή σκέπτεται ο άλλος μόνο με βάση τα αγγίγματα. Καλό είναι τα δίνουμε έμφαση και στο βλέμμα προκειμένου να καταλάβουμε».
Επικρατεί γενικώς η αντίληψη ότι οι μεγαλοφυΐες γεννιούνται, δεν γίνονται, και ότι το ταλέντο είναι χάρισμα εκ φύσεως που δεν διδάσκεται γιατί είναι συνυφασμένο με τα γονίδιά μας. Να όμως που ένας αμερικανός γενετιστής, ο Ντέιβιντ Σενκ, έρχεται να τα ανατρέψει όλα αυτά με το βιβλίο του «Τhe Genius in all of us» (Η μεγαλοφυΐα μέσα μας).
Ο δρ Σενκ πιστεύει ότι έχουμε υπερτιμήσει τη γενετική προδιάθεση για τα μεγάλα επιτεύγματα. Κανένας άνθρωπος δεν είναι εκ γενετής «πτωχός τω πνεύματι» και η μετριότητα δεν αποτελεί αμετάκλητη καταδίκη, λέει. Διότι, όπως άλλωστε προκύπτει από τη σύγκριση με τις μελέτες του καναδού καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας Μάλκολμ Γκλάντγουελ, το DΝΑ δεν αποτελεί στατικό αποτύπωμα, αλλά επηρεάζεται και από παράγοντες εξωγενείς.
Με απλά λόγια, υπάρχει αιτιώδης σχέση ανάμεσα στο συγγενές και στο επίκτητο, που βρίσκονται σε μια συνεχή αλληλουχία και αλληλεπίδραση, ανάλογα με το περιβάλλον. Οι εμπειρίες αφήνουν το αποτύπωμά τους στο γονιδίωμα κάθε ανθρώπου και μεταφέ ρονται στα παιδιά του, αλλά αυτό δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τον δείκτη νοημοσύνης.
Ο Ντέιβιντ Σενκ ισχυρίζεται ότι ελέγχοντας τις επιδράσεις του περιβάλλοντος μπορούμε να ξεπεράσουμε τα όρια που πιστεύουμε ότι μας έχει θέσει η φύση. Φέρνει για παράδειγμα το μουσικό ταλέντο: «Πολλοί πιστεύουν ότι δεν είναι προικισμένοι με μουσικό αφτί,αλλά στην πραγματικότηταδεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει κλίση στη μουσική».
Συμπέρασμα: οι ειδικές ικανότητες είναι επίκτητες και η ιδιοφυΐα διδάσκεται. Παράδειγμα, οι κενυάτες δρομείς, που θεωρούνται ασυναγώνιστοι στον μαραθώνιο. Τους έχει προικίσει η φύση με ειδικά γονίδια; Κάθε άλλο, η ανάγκη τους έκανε να τρέχουν τόσο καλά. Στην Κένυα πολλά παιδιά από την ηλικία των επτά ετών είναι αναγκασμένα να τρέχουν 8 ως 10 χιλιόμετρα κάθε μέρα για να πάνε στο σχολείο.
Πέρα όμως από τις ειδικές συνθήκες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, υπάρχουν και έξι γενικοί παράγοντες οι οποίοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν «συνταγή της ευφυΐας», καθώς ενισχύουν τη νοημοσύνη και οξύνουν τον νου.
1. Η μουσική. Η επιστήμη έχει αποφανθεί ότι τα παιδιά πρέπει να εισάγονται εξ απαλών ονύχων στον κόσμο των ήχων. Τα μαθήματα μουσικής είναι ένας πολύ ευχάριστος τρόπος για να εξασκήσει σωστά ένα παιδί τον εγκέφαλό του και, όπως φαίνεται, τα οργανωμένα μαθήματα όχι μόνο ενισχύουν τον δείκτη νοημοσύνης, αλλά συμβάλλουν και στη μετέπειτα ακαδημαϊκή απόδοση τού παιδιού. Ερευνα του Πανεπιστημίου του Τορόντο έδειξε ότι τα παιδιά που διδάσκονται μουσική έχουν πολύ ψηλότερο ΙQ στην ενήλικη ζωή τους.
2. Ο θηλασμός. Το μητρικό γάλα αποτελεί βασική τροφή του εγκεφάλου και η σημασία του είναι τεράστια σε διάφορες εκφάνσεις της ζωής του μωρού. Δανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο θηλασμός κάνει τα μωρά όχι υγιέστερα, αλλά και πιο έξυπνα: μωρά που θήλασαν για εννέα μήνες είχαν υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης.
3. Η σωστή διατροφή. Ως μηχανή, και μάλιστα η τελειότερη της φύσης, ο εγκέφαλος δεν μπορεί να λειτουργήσει σε πλήρη απόδοση χωρίς σωστά καύσιμα. Η υγιεινή διατροφή μπορεί να κάνει θαύματα για την πνευματική και διανοητική ανάπτυξη, ειδικά στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής που τα παιδιά χρειάζονται σίδηρο.
4. Η γυμναστική. Ερευνες του Πανεπιστημίου του Ιλινόις (ΗΠΑ) σε παιδιά δημοτικού δείχνουν ισχυρή σχέση ανάμεσα στις αθλητικές επιδόσεις και στην ακαδημαϊκή απόδοση. Διότι η συμμετοχή σε ομαδικά αθλήματα ενισχύει την αυτοπεποίθηση, το ομαδικό πνεύμα και τις ηγετικές ικανότητες.
5. Η περιέργεια είναι λέξη-«κλειδί». Οι ειδικοί λένε ότι γονείς που δείχνουν την περιέργειά τους για πράγματα, γεγονότα και καταστάσεις μαθαίνουν στα παιδιά τους να αναζητούν νέες ιδέες, δηλαδή τη γνώση και τη σημασία της. Το διάβασμα, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται, και το παιδί πρέπει να εντρυφήσει από νωρίς στη μαγεία του.
6. Το παιχνίδι. Ολως παραδόξως, διαπιστώνεται ότι ακόμα και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια μπορούν να οξύνουν το πνεύμα, όχι βέβαια τα βίαια που κάνουν το παιδί μοναχικό και αφηρημένο, αλλά εκείνα που απαιτούν στρατηγική σκέψη, αναπτύσσουν οργανωτικές ικανότητες και ενισχύουν το ομαδικό πνεύμα και τη δημιουργικότητα. Ομοίως και τα εγκεφαλικά παιχνίδια, όπως το σκάκι, το sudoku, τα σταυρόλεξα, κτλ., αποτελούν μια πολύ καλή γυμναστική του εγκεφάλου, αφού ο παίκτης λύνει προβλήματα και παίρνει αποφάσεις.
Το Βερολίνο είναι ίσως η πρώτη ευρωπαϊκή πόλη όπου τα παιδιά μπορούν να κάνουν φασαρία χωρίς τον φόβο της επίπληξης ή της δίωξης των γονιών ή των δασκάλων τους. Επιτρέπεται διά νόμου… «Ενοχλητικοί θόρυβοι που μπορεί να παράγουν τα παιδιά είναι κατά βάση κοινωνικά αποδεκτοί ως στάδιο της ίδιας της φυσικής τους ανάπτυξης» λέει ο νόμος, ο οποίος επιβλήθηκε μετά τον σάλο που προκάλεσε το κλείσιμο παιδικού σταθμού επειδή οι κάτοικοι της περιοχής ενοχλούνταν από τη φασαρία. Και είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να ενοχλούνται, παρά τη διαφορετική βουλή του νόμου, διότι αυτό είναι το ρεύμα που γεννάει ο πολιτισμός των εγκλωβισμένων στην εγωκεντρική ιδιώτευση. Αλίμονο σ’ εκείνον που θα τη διαταράξει… Στη χώρα μας είχε επιδικαστεί πρόστιμο 80.000 ευρώ σε δημοτικό σχολείο στο Περιστέρι, διότι δεν είχαν τοποθετηθεί ηχοπετάσματα παρά τις υπομνήσεις των γειτόνων, ενώ πολλές φορές παιδιά έχουν πετροβοληθεί ή πυροβοληθεί από περιοίκους σε κρίση υστερίας.
Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι παρόμοιο, όλοι, υποκριτικά, εξανίστανται. Οι φωνές των παιδιών είναι χαρά, λένε. Τα παιδιά είναι ευτυχία. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι δεν αντέχουν άλλες φωνές πέρα από εκείνες των δικών τους παιδιών, συχνά ούτε αυτές. Πόσοι ενήλικες δεν αποφεύγουν συστηματικά ξενοδοχεία, εστιατόρια, παραλίες «με οικογένειες»;
Παλιά, τα παιδιά δεν ενοχλούσαν τόσο. Παιδιά υπήρχαν παντού και, βέβαια, φώναζαν. Σήμερα «οι οικογένειες», δηλαδή τα ζευγάρια με μικρά παιδιά, αποτελούν μια «προβληματική» κοινωνική κατηγορία. Ο χώρος στένεψε ανυπόφορα, οι αλάνες έγιναν πιλοτές και τα σκαλάκια των σπιτιών οθόνη του κομπιούτερ. Οι μονήρεις των πόλεων μπορεί να αντέχουν τα ντεσιμπέλ των πρωινάδικων, αλλά φτάνουν στο κατώφλι του εγκλήματος με το φασαριόζικο παιδομάνι στις αυλές των σχολείων, το οποίο αντιμετωπίζουν περίπου ως σινάφι παρανόμων.
Ωστόσο, τα παιδιά δεν είναι στρατιωτάκια αμίλητα κι ακούνητα, δεν είναι αντικείμενα. Ερχονται στον κόσμο χωρίς να έχουν ιδέα για τους κανόνες της κοινωνικής συμπεριφοράς και με μια πολύ ισχυρή διάθεση να διατηρήσουν όσο γίνεται ανέπαφα τα πλεονεκτήματά τους. Ταυτόχρονα όμως έρχονται στον κόσμο και με μια πολύ ισχυρή ανάγκη για συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους. Το πώς θα την κατακτήσουν, σεβόμενα τα όρια των άλλων, το μαθαίνουν σιγά σιγά (όχι με ξύλο ή φίμωτρο). Οσο λιγότερο διατελούν υπό ασφυκτική πίεση για απόδοση και επίδοση, για ατομική επικράτηση, τόσο πιο καλά. Οπως έλεγε ο Ράσελ, «αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα, μαθαίνει να καβγαδίζει· αν ζει μέσα στην ντροπή, μαθαίνει να αισθάνεται ένοχο· αν ζει μέσα στην κατανόηση, μαθαίνει να είναι υπομονετικό· αν ζει μέσα στον έπαινο, μαθαίνει να εκτιμά· αν ζει μέσα στη δικαιοσύνη, μαθαίνει να είναι δίκαιο· αν ζει μέσα στην ασφάλεια, μαθαίνει να πιστεύει».
Σε μια κοινωνία όπου επικρατεί η ατομική επί της κοινωνικής ηθικής, όπου η ψυχραιμία και η λογική επισκιάζονται από τον εγωισμό και την αντικοινωνικότητα, οι σημερινοί θορυβούντες ανήλικοι θα γίνουν μονόχνωτοι ενήλικες περιχαρακωμένοι στο ατομικό τους βασίλειο, και περίοικοι και παιδομάνι θα ανήκουν πάντα σε διαφορετικά στρατόπεδα. Ενας κούκος (ο νόμος στο Βερολίνο) δεν φέρνει την άνοιξη, δηλαδή τη δημιουργία κλίματος ανοχής, συγκαταβατικότητας, βαθιάς και αληθινής επικοινωνίας, εν τέλει ανθρωπιάς.
Στο trailer της ταινίας “Τα παιδία δεν παίζει” Στις πυκνοκατοικημένες πόλεις της Ελλάδας, τα παιδιά δεν μπορούν να παίξουν στην ίδια τους τη γειτονιά.
Μια μικρή παρέα από την Πάτρα αποφασίζει να ζητήσει από τον Δήμαρχο έναν ελεύθερο χώρο για παιχνίδι…
«Μα εγώ τα κάνω όλα για να μη λείψει τίποτα από το παιδί μου», λένε πολλοί γονείς βρίσκοντας άλλοθι για τα εξαντλητικά εργασιακά ωράρια που ακολουθούν ή προσπαθώντας να δικαιολογήσουν για ποιο λόγο ανέχονται στην εργασία τους καταστάσεις και συνθήκες που μόνο ευχάριστες δεν είναι. «Θέλω το παιδί μου να τα έχει όλα», απαντούν και δεν διστάζουν να περάσουν βράδια και Σαββατοκύριακα στα γραφεία, ευελπιστώντας ότι έτσι θα διασφαλίσουν περισσότερα χρήματα και θα μπορέσουν να προσφέρουν μεγαλύτερο μέρος του καταναλωτικού παραδείσου στους συνεχιστές των γονιδίων τους. Μπορεί να επιστρέφουν στο σπίτι ψυχικά και σωματικά κουρέλια, έτοιμα να εκραγούν στην πρώτη αφορμή, αλλά το κάνουν για «καλό σκοπό».
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του τμήματος εκπαίδευσης της Φινλανδικής Ακαδημίας, οι γονείς που σκοτώνονται στη δουλειά για να εξασφαλίσουν το καλύτερο για τα παιδιά τους δεν φέρνουν στο σπίτι μόνον όσα το παιδί χρειάζεται ή επιθυμεί (καλύτερα έμαθε να επιθυμεί), αλλά πράγματα που δυναμιτίζουν την οικιακή ειρήνη. Μεταφέρουν το δικό τους εργασιακό στρες, εξανεμίζοντας τις πιθανότητες του παιδιού να έχει καλές σχολικές επιδόσεις. Η υπερβολική κόπωση και η απογοήτευση που φέρνει στο σπίτι ένας γονιός που δουλεύει υπερβολικά σκληρά είναι μεταδοτική. Οι μικροί μαθητές που ζουν βουτηγμένοι στο καθημερινό στρες της εργασίας των γονιών τους τελικά παύουν να ενδιαφέρονται για το σχολείο. Νιώθουν απογοήτευση από τα μαθήματά τους, υπερβολική κούραση, άγχος, αλλά και αδυναμία να ανταγωνιστούν τους συμμαθητές τους.
Μια δεύτερη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Βρετανία είναι ακόμη πιο ανησυχητική. Αυτή πραγματοποιήθηκε σε 148.000 παιδιά και οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 10% των ανηλίκων δηλώνει δυστυχισμένο. Κι αυτό διότι ακόμη κι αν έχουν όλα τα απαραίτητα υλικά αγαθά -από την τελευταία Μπάρμπι μέχρι το πιο σύγχρονο ηλεκτρονικό παιχνίδι- οι μικροκαβγάδες στο σπίτι, πολύ συχνά αποτέλεσμα του εργασιακού άγχους των γονιών και της μεταφοράς έντασης από το σπίτι στο γραφείο, διαλύουν τον κόσμο τους.
Ισως η γονεϊκή προσπάθεια για την εξασφάλιση της ευτυχίας των παιδιών να πρέπει να είναι διαφορετική. Ισως οι γονείς να πρέπει να προσεγγίσουν με περισσότερες επιφυλάξεις την κοινωνία του υπερκαταναλωτισμού. Πιθανώς να πρέπει να αντιληφθούν ότι τα ταξίδια στην Ντίσνεϊλαντ μπορεί να ευχαριστούν για λίγο, αλλά δεν μπορούν να γεφυρώσουν τη γονεϊκή έλλειψη από το σπίτι τις υπόλοιπες 360 ημέρες του χρόνου. Ολα τα παιχνίδια, όσο φανταχτερά κι αν είναι, παλιώνουν και σπάνε.
Αν καταλάβουμε ότι αυτά που μας κάνουν εμάς δυστυχείς, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, η έλλειψη ψυχικής ηρεμίας, τελικά τραυματίζουν τα παιδιά μας, τότε θα κατανοήσουμε ότι όσα κι αν κάνουμε, δεν αρκούν. Ισως κάποια στιγμή να μπορέσουμε να δούμε ότι όλα αυτά τα υλικά αγαθά με τα οποία φορτώνουμε τα παιδιά μας τελικά τους στερούν το πιο σημαντικό απ’ όλα, τη γονεϊκή παρουσία. Μόνον τότε θα βάλουμε τις σωστές προτεραιότητες στη ζωή μας.
Το κουδούνι για το σχόλασμα χτυπά κάθε ημέρα στις 2.15 μ.μ., αλλά για τον δεκάχρονο Νίκο ο ήχος του σηματοδοτεί μόνον την αρχή ενός «μαρτυρίου». Στο σπίτι θα φάει στο πόδι, θα ρίξει μια ματιά στα μαθήματα της επόμενης ημέρας με τα οποία θα ασχοληθεί το βραδάκι και θα ξεκινήσει τον μαραθώνιο της υπόλοιπής του ημέρας. Μαθήματα γαλλικών και αγγλικών τη Δευτέρα, πιάνου και μπάσκετ την Τρίτη, αγγλικών, γαλλικών και μπάσκετ την Τετάρτη, πιάνου την Πέμπτη, γαλλικών, αγγλικών και μπάσκετ την Παρασκευή. Οσο για το Σαββατοκύριακο; Και πάλι μπάσκετ. Ορισμένες φορές μάλιστα μπορεί να έχει και τεστ ξένης γλώσσας.Οι γονείς σήμερα βλέπουν τα παιδιά τους σαν προέκταση της… επιτυχίας τους, λένε οι ειδικοί. Και αυτό έχει το τίμημά του. Το να είναι κάποιος αφοσιωμένος γονιός δεν συνεπάγεται και ευτυχισμένα παιδιά. «Οσοι θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους πρέπει να ξοδεύουν λιγότερο χρόνο προσπαθώντας να είναι τέλειοι γονείς και περισσότερο χρόνο προσπαθώντας να είναι τέλειοι σύζυγοι» λέει η ψυχολόγος- γνωσιακή ψυχοθεραπεύτρια κυρία Ασημίνα Χριστοπούλου. Και προσθέτει: «Ετσι δημιουργείς στα παιδιά το πρότυπο των σχέσεων που θα είναι υγιές να δημιουργήσουν μεθαύριο στη ζωή τους. Πρέπει να αναζητούμε την ισορροπία. Μόνον έτσι γίνονται επιτυχημένες οι σχέσεις».
Υπάρχει ένας σύγχρονος μύθος σχετικά με την ανατροφή των παιδιών που υποστηρίζει ότι όσο περισσότερη προσοχή δίνουμε στα παιδιά τόσο το καλύτερο. Το πρόβλημα όμως, όπως λένε οι ειδικοί, είναι ότι οι σύγχρονοι γονείς συχνά ξεφεύγουν από το μέτρο, με συνέπεια να προκαλούν περισσότερη ζημιά παρά καλό από την πολλή πίεση. Οταν όλα «γυρίζουν» γύρω από τα παιδιά της οικογένειας, τότε οι γονείς εξαντλούνται και τα παιδιά μετατρέπονται σε απαιτητικά «τερατάκια». Οι γονείς είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν τις ζωές τους και τους γάμους τους για τα παιδιά τους· τα παιδιά έχουν προτεραιότητα στον ελεύθερο χρόνο τους, στην ενέργειά τους και στην προσοχή τους. Συχνά όμως, παρότι ο γάμος και το «εγώ» καταχωνιάζονται, «τα παιδιά γίνονται ολοένα
και πιο απαιτητικά και δυσαρεστημένα» , σημειώνει η κυρία Χριστοπούλου.
Με το θέμα των πιεστικών γονέων ασχολείται και ένα καινούργιο βιβλίο που έχει γίνει best-seller στην Αμερική και αναμένεται να κυκλοφορήσει και στη Βρετανία. Σύμφωνα με τον Ντ. Κόουντ, συγγραφέα του βιβλίου «Για να αναθρέψετε ευτυχισμένα παιδιά, δώστε προτεραιότητα στον γάμο σας», τα σημερινά παιδιά έχουν προβλήματα διότι «πνίγονται» από την πολλή προσοχή. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος, τα παιδιά φαίνεται να έχουν περισσότερα προβλήματα σήμερα από ό,τι εμείς ή οι γονείς μας ως παιδιά. «Με τη “δολοφονία” του εαυτού μας, ώστε να δημιουργήσουμε μια τέλεια, δίχως τραυματικές εμπειρίες παιδική ηλικία για τα παιδιά μας, σπαταλούμε την ενέργειά μας. Το μέγιστο δώρο που μπορείτε να δώσετε στα παιδιά σας είναι ένας υπέροχος γάμος» συμβουλεύει ο κ. Κόουντ, ο οποίος είναι οικογενειακός σύμβουλος και συνεργάτης της εφημερίδας «Τhe Wall Street Journal». Αλλά τι πρέπει να κάνει κάποιος εάν το παιδί του έχει προβλήματα τα οποία απαιτούν έναν γονιό «πλήρους απασχόλησης»; Ο Κόουντ θεωρεί ότι οποιεσδήποτε ανησυχίες έχουν οι γονείς για τα παιδιά τους αυτές συνδέονται με τις ανησυχίες τους για τον γάμο τους περισσότερο ίσως από ό,τι εκείνοι αντιλαμβάνονται. «Οι γονείς έχουν την πεποίθηση ότι το να βάζουν πάνω απ΄ όλα τα παιδιά τους είναι μια τακτική “φιλική” για τα παιδιά, αλλά με αυτή τους τη συμπεριφορά κάνουν δύο κύρια λάθη» αναφέρει ο συγγραφέας. Κατ΄ αρχάς, γίνεται δυσκολότερο να επιβληθούν στα παιδιά όρια, τα οποία διαμορφώνουν τον χαρακτήρα τους. Ετσι τα παιδιά γίνονται πιεστικά και φορτικά έως ότου πάρουν αυτό που επιθυμούν. «Οι μελλοντικοί προϊστάμενοι και σύζυγοιόμως μπορεί να μην είναι τόσο υπομονετικοί με τέτοιου είδους συμπεριφορά» σημειώνει. Δεύτερον, σύμφωνα με τον ίδιο, οι γονείς πιέζουν τρομακτικά τα παιδιά ώστε να εκπληρώσουν τις δικές τους συναισθηματικές ανάγκες.
Οι πιεστικοί γονείς μπορεί να δημιουργήσουν παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, αλλά και με επιθετικότητα. Και αυτό διότι το παιδί θεωρεί ότι δεν το εκτιμούν γι΄ αυτό που είναι, αλλά γι΄ αυτό που πρέπει να γίνει. Πρόσφατα η αμερικανίδα ψυχολόγος δρ Μάντλιν Λεβάιν υποστήριξε ότι τα παιδιά των γονέων οι οποίοι είναι πιεστικοί και δεν τα αφήνουν να… ανασάνουν είναι τρεις φορές πιο πιθανόν να υποφέρουν από άγχος, ακόμη και από κατάθλιψη.
Βεβαίως, το θέμα δεν είναι καινούργιο. Μελέτη βρετανών ερευνητών που είχε δημοσιευτεί το 2005 στο επιστημονικό έντυπο «Αrchives of Disease in Childhood» είχε καταδείξει ότι οι πιεστικοί γονείς μπορεί να βλάψουν παρά να ωφελήσουν την υγεία των παιδιών τους.
Τα μαθηματικά αντιμετωπίζονται από πολλούς, εκπαιδευτικούς και μη, ως ανδρική υπόθεση. Όμως έρευνες αποδεικνύουν πως οι γυναίκες έχουν μαθηματική σκέψη και η πεποίθηση ότι «τα κορίτσια είναι καλύτερα στο να κλίνουν ένα ρήμα και τα αγόρια στο να κάνουν μαθηματικές πράξεις» είναι απλώς ένα στερεότυπο. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι υπεύθυνοι γι΄ αυτό είναι οι δάσκαλοι.
Για τη Sian Βeilock, καθηγήτρια Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Σικάγου, υπεύθυνες για το συγκεκριμένο στερεότυπο είναι οι γυναίκες δασκάλες του δημοτικού. Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα πρόσφατης έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο αμερικανικό πανεπιστήμιο. Οι μαθήτριες της Α΄ και της Β΄ δημοτικού, των οποίων οι δασκάλες είχαν άγχος για τη διδασκαλία των μαθηματικών, είχαν χειρότερες επιδόσεις στο συγκεκριμένο μάθημα. Ο τρόπος που μετέδιδαν το άγχος στις μικρές μαθήτριες και αναπαρήγαν το στερεότυπο είναι, σύμφωνα με τους ερευνητές, απλός: καλούσαν πιο συχνά τα αγόρια να λύσουν ασκήσεις, τα επαινούσαν πολύ περισσότερο από τις συμμαθήτριές τους ή υπονοούσαν ότι δεν είναι απαραίτητο για τα κορίτσια να γνωρίζουν μαθηματικά. Ανάλογη όμως είναι και η στάση κάποιων Ελλήνων εκπαιδευτικών, που φαίνεται να πιστεύουν πως γυναίκες και μαθηματικά είναι ασύμβατα. Σε έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου το 2007 σε δείγμα 255 δασκάλων δημοτικού, τα μαθηματικά όχι απλώς χαρακτηρίζονται ανδρική υπόθεση, αλλά οι συμμετέχοντες πιστεύουν ότι τα κορίτσια έχουν από τη φύση τους μειωμένες ικανότητες.
«Αν πέσεις, σε… σκότωσα» . Κλασική ατάκα ελληνίδας μάνας, μίαδύο γενιές πριν. Τότε που τα παιδιά σκαρφάλωναν στα δέντρα, πηδούσαν τις πεζούλες, έκαναν σούζες με τα ποδήλατα, έπαιζαν ξυλίκι και κυκλοφορούσαν με μελανιές στα πόδια. Τώρα η ατάκα έχει αντικατασταθεί από το «Αν ανοίξειςπάλι το play station, σε… σκότωσα». Και αυτό διότι τα παιδιάκυρίως των υποβαθμισμένων αστικών κέντρων, στα οποία οι χώροι άθλησης και παιχνιδιού εξέλιπανέχουν χάσει ένα από τα βασικότερα «εργαλεία» για την ανάπτυξή τους, το κινητικό παιχνίδι.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι υπάρχει σοβαρός λόγος οι γονείς να ενθαρρύνουν τα παιδιά να «βάλουν» λίγο ρίσκο στο παιχνίδι τους. Φυσικά, όπως τονίζουν, οφείλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά από τον κίνδυνο. Οταν όμως η προστασία γίνεται υπερπροστασία, τα παιδιά δεν εκπαιδεύονται έτσι ώστε να μπορούν να κρίνουν σωστά τους κινδύνους, δηλαδή να αντιλαμβάνονται τη διαφορά μεταξύ του άγνωστου ή του ασυνήθιστου και του επικίνδυνου.
Το κινητικό παιχνίδι- σκαρφάλωμα, κυνηγητό, μήλα, παιχνίδι ισορροπίας κ.ά.- βοηθά σε αυτό. «Χάνοντας αυτή την επαφή και ζώντας σε περιορισμένους χώρους είναι λογικό τα παιδιά να έχουν μια διαφορετική αίσθησητου κινδύνου» λέει η σχολική ψυχολόγος κυρία Ζέτα Κωνσταντινίδου . Υπό την έννοια αυτή, τονίζει η κυρία Κωνσταντινίδου, «είναι πολύ σημαντικό για τα παιδιά να βάλουν το κινητικό παιχνίδι στη ζωή τους. Πάντα με την επίβλεψη του κηδεμόνα, ανάλογαμε την ηλικία του παιδιού, διότι το ελεύθερο κινητικό παιχνίδιενέχει μια δόση επικινδυνότητας.Από την αρχή της σχολικήςηλικίας, οι γονείς πρέπει σταδιακά να μειώνουν την επίβλεψη.Ομως, όπως είναι δομημένηη ζωή των παιδιών σήμερα, αυτό είναι δύσκολο να γίνει».
Το κινητικό παιχνίδι βοηθά στην υγιή ψυχοσωματική ανάπτυξη των παιδιών και στην εκτόνωσή τους. Επίσης μαθαίνει στα παιδιά να συνδιαλέγονται με τους συνομηλίκους τους, να δημιουργούν φιλίες και σχέσεις. «Είναι σημαντικό τα παιδιάνα βρίσκονται πολλές ώρες της ημέρας έξω. Συμβουλεύουμε τους γονείς να οργανώνουν δραστηριότητεςσε ανοιχτούς χώρους ή, ακόμη καλύτερα, έξω στη φύση.Τα παιδιά σήμερα έχουν χάσειεμπειρίες όπως το σκαρφάλωμα,τα πικνίκ στην εξοχή, δραστηριότητεςπου βοηθούν και τους γονείς» επισημαίνει η ψυχολόγος. Και προσθέτει: «Μέσα από τις εμπειρίες μαθαίνουμε. Δεν συνιστούμεσε ένα παιδί να ανεβεί σε ένα δέντρο και να πάθει ατύχημαγια να μάθει. Αλλά δεν είναι δυνατόν να κρατούμε τα παιδιά διαρκώς μέσα σε οργανωμένους χώρους. Σαφώς έχει νόημα μια επαφή με τον κίνδυνο. Δεν θα τον μάθει με τη μία όταν σβήσει τα 18 του κεράκια».
Έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και του Πανεπιστημίου του Τορόντο που έγινε από την Αμερικανίδα ψυχολόγο Γκέιλ Χέιμαν και που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Journal of Μoral Εducation» δείχνει ότι ακόμη και οι γονείς που δεν θέλουν να λένε ψέματα, καταφεύγουν σε αυτά για να ελέγχουν τη συμπεριφορά των παιδιών. Η Γκέιλ Χέιμαν εξέτασε 130 σπουδαστές αλλά και τους γονείς τους και διαπίστωσε ότι περισσότερο από 80% των γονέων είχαν χρησιμοποιήσει ψέματα κάποια στιγμή, ακόμη και εκείνοι που επέμειναν στα παιδιά τους ότι δεν ήταν ποτέ εξοικειωμένοι με τα ψέματα. Η έρευνα έδειξε ότι όταν τα παιδιά αντιληφθούν τα ψέματα, χάνουν την εμπιστοσύνη τους προς τους γονείς τους.
Η Αμερικανίδα ψυχολόγος Γκέιλ Χέιμαν υποστηρίζει ότι τα αντιφατικά μηνύματα που μπορεί να πάρει ένα παιδί όταν διαπιστώσει ότι οι γονείς του λένε ψέματα μπορεί να πλήξουν σοβαρά τη σχέση μεταξύ τους, θέτοντας μάλιστα το ερώτημα: «Εάν πείτε στα παιδιά ότι το “ψέμα είναι το χειρότερο πράγμα που μπορείτε να κάνετε», τι θα σκεφτούν όταν ανακαλύπτουν ότι εσείς οι ίδιοι τους έχετε πει ψέματα;».
Όσο όμως και αν γνωρίζουν οι γονείς ότι αυτή η μέθοδος δεν είναι η καλύτερη, προκειμένου να εξασφαλίσουν σε γρήγορα χρόνο τα επιθυμητά αποτελέσματα καταφεύγουν σε απειλές που κρύβουν ψέματα.
Πρόσφατες έρευνες επισημαίνουν την αύξηση του αριθμού των παιδιών που δηλώνουν ψευδή ηλικία προκειμένου να συμμετάσχουν σε κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook και το MySpace, ή χρησιμοποιούν δίκτυα του web ειδικά σχεδιασμένα για αυτά.
Το Facebook και το MySpace θέτουν ως όριο ηλικίας τα 13 έτη, χωρίς όμως να διαθέτουν πρακτικούς τρόπους επαλήθευσης της ηλικίας, με αποτέλεσμα πολλά μικρά παιδιά να αποκτούν πρόσβαση. Κάποιοι επιστήμονες ανησυχούν ότι προ-εφηβική χρήση αυτών των ιστοσελίδων, που κάποιοι έχουν συνδέσει με περιστατικά εξάρτησης από το Διαδίκτυο, θα μπορούσε να καταστεί ζημιογόνα τόσο για τις κοινωνικές σχέσεις των παιδιών όσο και για τους εγκεφάλους τους.
Πολλοί άλλοι ωστόσο λένε ότι δεν υπάρχουν επαρκείς έρευνες που να υποστηρίξουν αυτό το επιχείρημα και ότι τα περισσότερα παιδιά φαίνεται να χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα με μέτρο και με θετικούς τρόπους. «Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, παρά την εκτεταμένη κάλυψη όλων των αρνητικών πραγμάτων που μπορεί συμβούν, τα περισσότερα απ’ όσα κάνουν είναι πράγματα που θα έκαναν ούτως ή άλλως», δήλωσε η Κάβερι Σουμπραμανιάμ, καθηγήτρια ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια.
Σε δύο έρευνες του ινστιτούτου Pew, σε 700 και 935 εφήβους αντίστοιχα, 38% των ερωτηθέντων ηλικίας 12-14 ετών δήλωσαν ότι διατηρούσαν online προφίλ. Ακόμη, 61% των συμμετεχόντων, ηλικίας 12-17, είπαν ότι χρησιμοποιούν κάποιο κοινωνικό δίκτυο για να στείλουν μηνύματα σε φίλους, ενώ 42% από αυτούς κάνει καθημερινή χρήση.
Η Αμάντα Λένχαρτ, ερευνήτρια στο Pew και συγγραφείς μιας από τις μελέτες, εξηγεί ότι τα παιδιά χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα γιατί εκεί βρίσκεται ο κοινωνικούς τους κόσμος. «Επειδή δεν υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος επαλήθευσης της ηλικίας, τα παιδιά σκέφτονται ‘θα πω απλά ότι είμαι 14 και θα μπορώ να το χρησιμοποιήσω’».
Τα τελευταία δύο χρόνια κάποιοι επιστήμονες εκφράζουν ανησυχία για το χρόνο που περνούν τα παιδιά στα κοινωνικά δίκτυα και ότι η υπερβολική διαδικτυακή κοινωνικοποίηση μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην προσωπικότητα τους καθώς μεγαλώνουν. «Φοβάμαι ότι όλες αυτές οι τεχνολογίες επηρεάζουν την εγκεφαλική ανάπτυξη, περιορίζοντας της στην παιδική κατάσταση που ελκύεται από τους ήχους και τα έντονα φώτα, δυσκολεύεται να εστιάσει την προσοχή και ζουν για τη στιγμή», δήλωσε η Σούζαν Γκρίνφιλντ, νευροεπιστήμονας στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Συχνά αναρωτιέμαι αν τελικά οι πραγματικές συζητήσεις σε πραγματικό χρόνο τελικά δώσουν τη θέση τους σε αυτούς τους αποστειρωμένους και εύκολους διαλόγους εμπρός σε μια οθόνη».
Αντικρούοντας τα επιχειρήματα της Γκρίνφιλντ, η Σουμπραμανιάμ επικαλείται μελέτη σε μαθητές γυμνασίου που έδειξε ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι άνθρωποι τείνουν να συναναστρέφονται online περισσότερο αυτούς που συναναστρέφονται και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Τα παιδιά σήμερα περνούν μεγάλο μέρος του χρόνους εμπρός σε υπολογιστές, ενώ οι εγκέφαλοι τους είναι περισσότερο εξοικειωμένοι από αυτούς των ενηλίκων ώστε να συνδυάσουν τις online και offline δραστηριότητες τους. «Πάντοτε θα υπάρχει η μειοψηφία παιδιών που δεν κάνουν σωστή χρήση», επεσήμανε. «Δεν θα πρέπει όμως να παρασυρθούμε από τη γενική φοβία. Η τεχνολογία είναι εδώ και είναι μάλλον ακίνδυνη».
Μία ακόμη μεγάλη ανησυχία των γονέων έχει να κάνει με το φόβο εξαπάτησης του παιδιού τους στο Διαδίκτυο. Αν και οι προβληματισμοί αυτοί έχουν λογική βάση, η Σουμπραμανιάμ και η Λένχαρτ θεωρούν ότι τα περισσότερα παιδιά έχουν επαρκείς γνώσεις για να γνωρίζουν ποιον και τι να αποφύγουν.
Δεν είναι όμως το Facebook και το MySpace οι μόνες εναλλακτικές για τους νεαρούς χρήστες του Ίντερνετ. Ειδικά διαμορφωμένοι online κόσμοι για παιδιά λειτουργούν εδώ και αρκετό καιρό, προσελκύοντας μάλιστα χιλιάδες παιδιά. Το Club Penguin της Disney είναι ένα κατά βάση gaming site με περιορισμένες δυνατότητες κοινωνικής δικτύωσης, που θα μπορούσε να λειτουργεί ως προστάδιο για τη μελλοντική χρήση των μεγάλων κοινωνικών δικτύων.
«Η πραγματικότητα είναι ότι είμαστε μια γενιά που μεγάλωσε με την τεχνολογία», ανέφερε ο Τόμπι Κλαρκ, δημιουργός του KidSwirl, μιας ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης αποκλειστικά για παιδιά. «Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει».
Εντονες συζητήσεις αλλά και επικρίσεις έχει προκαλέσει στη Γαλλία μια πρωτοβουλία της κυβέρνησης του προέδρου Νικολά Σαρκοζί για τη βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με πιλοτικό πρόγραμμα, ήδη τρία επαγγελματικά λύκεια που βρίσκονται σε φτωχογειτονιές του Παρισιού θα προσφέρουν σε τάξεις με μαθητές που κατά μέσον όρο παίρνουν πολύ καλούς βαθμούς και έχουν λίγες απουσίες μια χρηματική επιβράβευση. Το ποσό θα κυμαίνεται από 2.000 ως και 10.000 ευρώ. Οι τάξεις-«υπόδειγμα» θα το χρησιμοποιούν για έναν κοινό σκοπό, όπως η διοργάνωση σχολικής εκδρομής ή τα μαθήματα οδήγησης αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας.
Στόχος είναι η αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων, όπως οι πολλές απουσίες, η διακοπή της φοίτησης στο Λύκειο και τα υψηλά ποσοστά νεανικής εγκληματικότητας λόγω ανεργίας.
Η ιδέα βασίζεται σε έναν συνδυασμό άμιλλας και υλικών κινήτρων. Οι μαθητές δεσμεύονται από κοινού για έναν συγκεκριμένο μέσον όρο παρακολουθήσεων και την επίτευξη συγκεκριμένων αποδόσεων και αμείβονται αναλόγως τού πόσο υψηλός είναι ο στόχος τους.
«Προσπαθούμε και πρέπει να είμαστεδημιουργικοί» δήλωσε ο Ζαν Μισέλ Μπλανκέ, υπεύθυνος Εκπαίδευσης για την ευρύτερη περιφέρεια του Παρισιού, ο οποίος παρομοίασε την πρωτοβουλία με «ηθικό συμβόλαιο».
Παρ΄ όλα αυτά, η ιδέα να αποτελούν τα χρήματα κίνητρο για τη μάθηση έχει πυροδοτήσει αντιδράσεις. «Διαστρέβλωσητης σχολικής αποστολής» χαρακτήρισε το πρόγραμμα ο Ζαν-Ζακ Αζάν, πρόεδρος του αριστερού συνδέσμου γονέων FCΡΕ, ενώ ο ομόλογός του στον συντηρητικό σύνδεσμο γονέων ΡΕΕΡ δήλωσε ότι δεν επιθυμεί «τα χρήματα να αποτελούν μοχλό κινητοποίησηςτων μαθητών».
Η ανεξάρτητη οργάνωση SΟS Εducation έφθασε μάλιστα στο σημείο να κατηγορήσει την κυβέρνηση Σαρκοζί ότι «αγοράζει» μαθητές και υπονομεύει τις αξίες της Γαλλικής Δημοκρατίας.
«Αν ονομάζαμε “υποτροφία” το πιλοτικόαυτό πρόγραμμα,όλοι θα το επικροτούσαν.Ολοισυμφωνούν ότι πρέπεινα τραβήξουμε τους νέους από τους δρόμους και να τους σπρώξουμε στις τάξεις, ότι πρέπει να μειωθεί η ανεργίακαι οι δείκτες εγκληματικότητας. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις.Αυτό είναιαπλώς ένα από πολλά πειράματα. Αν δεν πετύχει, θα δοκιμάσουμε κάτι άλλο» αντιτείνει ο κ. Μπλανκέ.
Αν αποδειχθεί αποτελεσματικό, το πρόγραμμα ενδέχεται να επεκταθεί στα μισά από τα 1.687 επαγγελματικά λύκεια της Γαλλίας.
Δεν τολμώ να σκεφτώ μία ανάλογη εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα. Πώς θα μετατρεπόμαστε σε αγγελούδια προκειμένου να εισπράξουμε τα μπικικίνια… Ο μαθητής ως επάγγελμα…
Η e-Learning Expo είναι η πρώτη έκθεση στην Ελλάδα για την παρουσίαση προϊόντων και υπηρεσιών ηλεκτρονικής μάθησης (e-Learning). Το διήμερο, 10 & 11 Οκτωβρίου 2009, στον πολύ όμορφο χώρο της Αίγλης Ζαππείου θα γίνουν ενδιαφέρουσες τεχνολογικές παρουσιάσεις, ανοιχτές συζητήσεις με ανταλλαγή τεχνογνωσίας, επιδείξεις εκπαιδευτικού λογισμικού, προβολή μαθησιακού περιεχομένου, εκπαιδευτικών παιχνιδιών και εξοπλισμού ηλεκτρονικής μάθησης.
Ώρες λειτουργίας της έκθεσης Σάββατο & Κυριακή 10:00-19:00, Αίθουσα Πρωτέας. Διαβάστε το Δελτίο Τύπου της έκθεσης . Διαβάστε Περισσότερα.
Ακόμη και τα αθώα ψέματα που λένε οι γονείς κάνουν κακό στα παιδιά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας αμερικανικής έρευνας. Ακόμη και οι γονείς που λένε ψέματα «για καλό», χάνουν την εμπιστοσύνη των παιδιών τους.
«Αν δεν πλένεις τα αυτιά σου, θα φυτρώσει σπανάκι»· «αν δεν αφήσεις την πιπίλα, θά ΄ρθει να σε πάρει ο Μπαμπούλας»: ο κόσμος των παιδιών στα πρώτα χρόνια της ζωής τους είναι αρκετά σουρεαλιστικός και γεμάτος φανταστικά πλάσματα. Είναι η πραγματικότητα που δημιουργούν τα ψέματα των γονιών που λένε ολοένα και περισσότερο ψέματα στα παιδιά, όπως έδειξε μια έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο και του Πανεπιστημίου του Τορόντο. Η έρευνα δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Journal of Μoral Εducation» και, σύμφωνα με την Αμερικανίδα ψυχολόγο Γκέιλ Χέιμαν που την υπογράφει, όταν τα παιδιά καταλαβαίνουν τα ψέματα αυτά, χάνουν την εμπιστοσύνη τους στη μαμά και στον μπαμπά. Όμως υπάρχουν και θετικές επιπτώσεις. «Το να καταλάβεις ότι οι γονείς λένε ψέματα, βοηθάει στην ανάπτυξη του σκεπτικισμού, πράγμα που έχει ουσιαστική σημασία για να διαμορφώσει το παιδί κριτικό πνεύμα», λέει ο Ντιεμ Λούου, ο οποίος συνυπογράφει τη δημοσίευση. Στο πλαίσιο της έρευνας εξετάστηκαν μια ομάδα φοιτητών και ο ένας από τους γονείς καθενός εξ αυτών. Από τους πρώτους, ζητήθηκε να θυμηθούν ψέματα που τους είπαν κατά την παιδική ηλικία τους και 88% θυμήθηκαν περισσότερα από ένα.
«Τα παιδιά θυμούνται τα ψέματα που ξεσκεπάζονται», εξηγεί ο Κανγκ Λι, διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας για το Παιδί του Πανεπιστημίου του Τορόντο. Το 79% είπε ότι είχε ακούσει τους γονείς να λένε ότι είναι κακό να λες ψέματα. Μόνο 21% είπαν ότι είχαν με τους γονείς τους έναν έντιμο διάλογο κατά τον οποίο τους εξηγήθηκε ότι μερικές μισές αλήθειες είναι αποδεκτές.
Από τους γονείς που ρωτήθηκαν, 78% παραδέχθηκαν ότι είπαν ψέματα στα παιδιά τους, οι περισσότεροι- κι αυτό είναι το εντυπωσιακό- για εγωιστικούς λόγους. Το να πεις σ΄ ένα παιδί πως, αν συνεχίσει να ανοίγει το ψυγείο, αυτό θα εκραγεί, είναι απλούστερο από το να του εξηγήσεις πώς λειτουργεί η συσκευή. Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, εξηγούν οι ερευνητές, το ψέμα δεν λέγεται για να μην πονέσει το παιδί ή για να ηρεμήσει, αλλά για να επιτευχθεί κάτι ταχύτερα. Αν λοιπόν, εξηγεί η Χέιμαν, είναι εντελώς αθώο (ακόμη και ενδεδειγμένο) να πεις ότι ο Αϊ-Βασίλης υπάρχει, μπορεί αντίθετα να είναι επικίνδυνο να πεις ψέματα για να διαμορφώσεις μια συμπεριφορά. «Το να πεις σ΄ ένα παιδί ότι τα ορνιθοσκαλίσματά του είναι άσχημα θα ήταν άσπλαχνο», εξηγεί η ερευνήτρια, «όμως συχνά οι γονείς λένε ψέματα ελαφρά τη καρδία… Η καλύτερη λύση είναι πάντα η ειλικρίνεια».
Η κ. Λέλα Μαγκανάρη είναι υπέρμαχος της «ανεξαρτησίας» των παιδιών. Αυτή είναι και η τακτική που ακολούθησε με τις δύο κόρες της όσον αφορά τις σχολικές τους υποχρεώσεις. «Τις άφησα και τις δύο να έχουν την πρωτοβουλία. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να μάθει κανείς και κατ΄ επέκταση να τα πηγαίνει και καλά στο σχολείο, γιατί μαθαίνει να είναι υπεύθυνος» λέει στα «ΝΕΑ».
Η μικρή της κόρη θα πάει σε λίγο στη Β΄ Δημοτικού και ήδη από πέρυσι που ήταν πρωτάκι, η κ. Μαγκανάρη φρόντισε να της μάθει πως το διάβασμα είναι η «δουλειά» της και πρέπει να έχει τη δυνατότητα να το κάνει μόνη της, πράγμα για το οποίο δεν μετάνιωσε αφού, όπως δηλώνει, η Χλόη είναι πολύ καλή μαθήτρια. Την ίδια τακτική είχε ακολουθήσει και με τη μεγάλη κόρη της, η οποία είναι τώρα 17 ετών. Βέβαια όπως τονίζει, «ανεξαρτησία δεν σημαίνει αδιαφορία. Και οι δύο γνωρίζουν ότι μπορούν να έλθουν να με ρωτήσουν για οποιαδήποτε απορία έχουν. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι τους δίνω μασημένη τροφή».
Για πολλούς γονείς ένας από τους κύριους στόχους της ανατροφής είναι τα παιδιά τους να έχουν καλές επιδόσεις στο σχολείο. Ειδικά οι Έλληνες γονείς- σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς- κάνουν κάποια λάθη σε αυτήν τους την προσπάθεια.
Επικουρικός ρόλος
Όπως υπογραμμίζει η ψυχολόγος κ. Αλεξάνδρα Καππάτου, «το αν θα γίνει ένα παιδί “καλός” μαθητής είναι απόρροια πολλών παραγόντων». Ωστόσο επισημαίνει ότι αν οι γονείς θέλουν να ωθήσουν το παιδί τους προς αυτή την κατεύθυνση, το μυστικό είναι ένα: «να συνειδητοποιήσουν ότι ο ρόλος τους πρέπει να είναι επικουρικός. Το παιδί από τις πρώτες κιόλας τάξεις του δημοτικού πρέπει να μάθει και να κατανοήσει ότι το διάβασμα είναι αποκλειστικά δική του ευθύνη». Τονίζει δε ότι «καλό είναι η εκπαίδευση σε αυτό να ξεκινήσει πριν ακόμη αρχίσει το σχολείο. Αν από πολύ μικρή ηλικία μάθει να αναλαμβάνει ευθύνες μέσα στο σπίτι, θα είναι πολύ πιο εύκολη η προσαρμογή στη νέα του “δουλειά”, τα μαθήματα δηλαδή».
Το κλασικό λάθος των Ελλήνων γονέων, σύμφωνα με την κ. Καππάτου, είναι ότι «συνήθως αντί να μαθαίνουν το παιδί να διαβάζει μόνο του, επιλέγουν να το διαβάζουν αυτοί από την αρχή μέχρι το τέλος. Έτσι όμως καταλήγουμε να παίρνουν βαθμούς οι ίδιοι εις βάρος της ψυχική υγείας των παιδιών. Και υπάρχει ο κίνδυνος στο γυμνάσιο, που τα περισσότερα παιδιά κάνουν την επανάστασή τους, να πέσει κατακόρυφα η σχολική απόδοση γιατί πολύ απλά δεν έχουν μάθει να οργανώνουν τη μελέτη τους».
ΤΟ «ΚΛΕΙΔΙ»
Είναι λάθος να μελετά το παιδί υπό διαρκή επιτήρηση γιατί έτσι δεν μαθαίνει να είναι υπεύθυνο
«Να μην τα φορτώνουμε με τις δικές μας προσδοκίες»
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ για την απόδοση των μαθητών μπορούν να αποδειχθούν οι προσδοκίες των γονέων. Όπως επισημαίνει η ψυχολόγος Αλ. Καππάτου«είναι σημαντικό οι γονείς να έχουν προσδοκίες ανάλογες των δυνατοτήτων των παιδιών. Όταν συμβιβάζονται μόνο με το άριστα, το πιθανότερο είναι αυτό να μετατραπεί σε αντικίνητρο για τα παιδιά». Ανάλογη είναι και η άποψη της φιλολόγου κ. Μαρίας Κοντοπάνου, για την οποία για να γίνει ένα παιδί καλός μαθητής σε ένα μάθημα πρέπει πρώτα απ΄ όλα το ίδιο να αγαπά το αντικείμενό του. «Οι γονείς καλό είναι να καταλάβουν ότι δεν πρέπει να εστιάζουν στη βαθμολογία, αλλά να προτάσσουν την υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, κατευθύνοντάς τα να ανακαλύψουν και να αξιοποιήσουν τις πραγματικές κλίσεις τους».
Νέες μελέτες αποδεικνύουν ότι τα μωρά και τα πολύ μικρά παιδιά είναι… μικροί Αϊνστάιν. Γνωρίζουν, παρατηρούν, εξερευνούν, φαντάζονται και μαθαίνουν περισσότερα απ΄ όσα θα πιστεύαμε ποτέ. Από μερικές πλευρές, είναι εξυπνότερα από τους ενηλίκους.
Τρία πρόσφατα πειράματα έδειξαν ότι ακόμη και τα μικρότερα παιδιά έχουν εξελιγμένες και ισχυρές ικανότητες εκμάθησης. Πέρυσι, οι Φέι Σου και Βάστι Γκαρσία του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας απέδειξαν ότι τα μωρά μπορούν να κατανοούν τις πιθανότητες. Το 2007, οι Λόρα Σουλτς και Ελίζαμπετ Μπάραφ Μπόναβιτς στο ΜΙΤ έδειξαν πως όταν τα μικρά παιδιά παίζουν, συσχετίζουν αίτια και αποτελέσματα. Επίσης το 2007, στο εργαστήριό μου στο Μπέρκλεϊ, η Ταμάρ Κουσνίρ κι εγώ ανακαλύψαμε ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να χρησιμοποιούν τις πιθανότητες για να μαθαίνουν πώς λειτουργούν τα διάφορα πράγματα και αυτό τους επιτρέπει να φαντάζονται νέες δυνατότητες.
Διαφορετική ευφυΐα
Όμως η ευφυΐα των μωρών, δείχνουν οι έρευνες, είναι πολύ διαφορετική απ΄ αυτή των ενηλίκων και από το είδος της ευφυΐας που συνήθως καλλιεργούμε στο σχολείο. Η σχολική εργασία θέλει τα παιδιά να επικεντρώνουν και να σχεδιάζουν. Θέτουμε στόχους για τα παιδιά, με έμφαση στις δεξιότητες που θα πρέπει να αποκτήσουν ή τις πληροφορίες που θα πρέπει να ξέρουν. Τα παιδιά κάνουν τεστ για να αποδείξουν ότι έχουν απορροφήσει ένα συγκεκριμένο σύνολο δεξιοτήτων και γεγονότων, χωρίς περισπασμούς από άλλες δυνατότητες.
Αυτή η προσέγγιση μπορεί να λειτουργεί για παιδιά άνω των 5 ετών. Όταν λέμε ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν προσέχουν, στην πραγματικότητα εννοούμε ότι δεν μπορούν να μην προσέχουν: δυσκολεύονται να επικεντρώσουν σ΄ ένα μόνο συμβάν και να αποκλείσουν όλα τα υπόλοιπα. Αυτό μας έκανε στο παρελθόν να υποτιμήσουμε τα μωρά. Όμως η νέα έρευνα μας λέει ότι τα μωρά μπορούν να είναι ορθολογικά χωρίς να είναι προσανατολισμένα σ΄ έναν στόχο.
Υπέρ και κατά
Κάθε είδος ευφυΐας έχει τα υπέρ και τα κατά του. Το να επικεντρώνεις και να σχεδιάζεις σε οδηγούν ταχύτερα στον στόχο σου, αλλά μπορεί επίσης να σε κλειδώσουν μέσα σ΄ αυτά που ήδη γνωρίζεις, αποκλείοντάς σε από εναλλακτικές δυνατότητες. Τα μωρά και τα μικρά παιδιά εκ φύσεως εξερευνούν και θα πρέπει να ενθαρρύνονται να το κάνουν.
Και αυτό που τα παιδιά παρατηρούν από πιο κοντά, εξερευνούν πιο επίμονα και φαντάζονται πιο ζωηρά, είναι οι άνθρωποι γύρω τους. Δεν υπάρχουν τέλεια παιχνίδια· δεν υπάρχει μαγική φόρμουλα. Οι γονείς και οι άλλοι που τα φροντίζουν, διδάσκουν τα μικρά παιδιά δίνοντάς τους την προσοχή τους και αλληλεπιδρώντας φυσικά μαζί τους και, το κυριότερο, επιτρέποντάς τους απλώς να παίζουν.
Η Άλισον Γκόπνικ είναι καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Μπέρκλεϊ και συγγραφέας του βιβλίου «Τhe Ρhilosophical Βaby».
«Μέσα από τα βιβλία της κλασικής λογοτεχνίας μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά μας για όλα τα θέματα που αφορούν τη ζωή. Στις σελίδες τους, άπειρες φορές αποκαλύπτονται οι απαντήσεις σε ερωτήματα και ζητήματα που προκύπτουν τόσο σε προσωπικά ζητήματα όσο και στις σχέσεις με τους γύρω μας, ακόμη και με τα παιδιά μας».Η Ειρήνη Καλτίδου, φιλόλογος, είναι μητέρα τεσσάρων παιδιών. Έχει έναν γιο 16 ετών και τρεις κόρες οι οποίες είναι 14, 12 και τα 6 χρόνων αντίστοιχα. Τα έργα των κλασικών συγγραφέων που βρίσκονταν στη βιβλιοθήκη της έγιναν η χείρα βοηθείας που έχει ανάγκη ένας νέος γονιός στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, κλείνοντας τα μάτια μπροστά σε τίτλους που έμοιαζαν μεν ελκυστικοί, αλλά χωρίς εγγυήσεις για το αποτέλεσμά τους. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά η κ. Ειρήνη Καλτίδου, «διάβαζα στα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία κλασική λογοτεχνία- στην αρχή εκείνα που ήταν γραμμένα για παιδιά από τα κλασικά εικονογραφημένα, για παράδειγμα. Στην εφηβεία τους τώρα πια αναζητούν τα έργα των μεγάλων συγγραφέων. Εκείνο όμως που είναι για μένα πιο σημαντικό και πιο ουσιαστικό είναι ότι εκείνα τα αναγνώσματα και οι ιστορίες των μεγάλων συγγραφέων αποτέλεσαν αφορμή για να τεθούν πολλά θέματα συζήτησης ανάμεσά μας».
Σαν συμβουλές
Οι μεγάλοι συγγραφείς μπορούν να προσφέρουν καλύτερες συμβουλές στους γονείς από θεραπευτές ή βιβλία σχετικά με τη συμπεριφορά στα παιδιά. Και όπως επισημαίνει ο Ευγένιος Τριβιζάς, συγγραφέας και καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο του Reading στη Μεγάλη Βρετανία, ασφαλώς δοκιμασμένα κλασικά έργα με διαχρονικά θέματα έχουν θετική επίδραση στην ανάπτυξη και διαπαιδαγώγηση των παιδιών, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξίσου σημαντικά και επωφελή σύγχρονα έργα.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή