Άρθρο της Διονυσίας Βορίδη στην Καθημερινή
«Μα εγώ τα κάνω όλα για να μη λείψει τίποτα από το παιδί μου», λένε πολλοί γονείς βρίσκοντας άλλοθι για τα εξαντλητικά εργασιακά ωράρια που ακολουθούν ή προσπαθώντας να δικαιολογήσουν για ποιο λόγο ανέχονται στην εργασία τους καταστάσεις και συνθήκες που μόνο ευχάριστες δεν είναι. «Θέλω το παιδί μου να τα έχει όλα», απαντούν και δεν διστάζουν να περάσουν βράδια και Σαββατοκύριακα στα γραφεία, ευελπιστώντας ότι έτσι θα διασφαλίσουν περισσότερα χρήματα και θα μπορέσουν να προσφέρουν μεγαλύτερο μέρος του καταναλωτικού παραδείσου στους συνεχιστές των γονιδίων τους. Μπορεί να επιστρέφουν στο σπίτι ψυχικά και σωματικά κουρέλια, έτοιμα να εκραγούν στην πρώτη αφορμή, αλλά το κάνουν για «καλό σκοπό».
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του τμήματος εκπαίδευσης της Φινλανδικής Ακαδημίας, οι γονείς που σκοτώνονται στη δουλειά για να εξασφαλίσουν το καλύτερο για τα παιδιά τους δεν φέρνουν στο σπίτι μόνον όσα το παιδί χρειάζεται ή επιθυμεί (καλύτερα έμαθε να επιθυμεί), αλλά πράγματα που δυναμιτίζουν την οικιακή ειρήνη. Μεταφέρουν το δικό τους εργασιακό στρες, εξανεμίζοντας τις πιθανότητες του παιδιού να έχει καλές σχολικές επιδόσεις. Η υπερβολική κόπωση και η απογοήτευση που φέρνει στο σπίτι ένας γονιός που δουλεύει υπερβολικά σκληρά είναι μεταδοτική. Οι μικροί μαθητές που ζουν βουτηγμένοι στο καθημερινό στρες της εργασίας των γονιών τους τελικά παύουν να ενδιαφέρονται για το σχολείο. Νιώθουν απογοήτευση από τα μαθήματά τους, υπερβολική κούραση, άγχος, αλλά και αδυναμία να ανταγωνιστούν τους συμμαθητές τους.
Μια δεύτερη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Βρετανία είναι ακόμη πιο ανησυχητική. Αυτή πραγματοποιήθηκε σε 148.000 παιδιά και οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 10% των ανηλίκων δηλώνει δυστυχισμένο. Κι αυτό διότι ακόμη κι αν έχουν όλα τα απαραίτητα υλικά αγαθά -από την τελευταία Μπάρμπι μέχρι το πιο σύγχρονο ηλεκτρονικό παιχνίδι- οι μικροκαβγάδες στο σπίτι, πολύ συχνά αποτέλεσμα του εργασιακού άγχους των γονιών και της μεταφοράς έντασης από το σπίτι στο γραφείο, διαλύουν τον κόσμο τους.
Ισως η γονεϊκή προσπάθεια για την εξασφάλιση της ευτυχίας των παιδιών να πρέπει να είναι διαφορετική. Ισως οι γονείς να πρέπει να προσεγγίσουν με περισσότερες επιφυλάξεις την κοινωνία του υπερκαταναλωτισμού. Πιθανώς να πρέπει να αντιληφθούν ότι τα ταξίδια στην Ντίσνεϊλαντ μπορεί να ευχαριστούν για λίγο, αλλά δεν μπορούν να γεφυρώσουν τη γονεϊκή έλλειψη από το σπίτι τις υπόλοιπες 360 ημέρες του χρόνου. Ολα τα παιχνίδια, όσο φανταχτερά κι αν είναι, παλιώνουν και σπάνε.
Αν καταλάβουμε ότι αυτά που μας κάνουν εμάς δυστυχείς, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, η έλλειψη ψυχικής ηρεμίας, τελικά τραυματίζουν τα παιδιά μας, τότε θα κατανοήσουμε ότι όσα κι αν κάνουμε, δεν αρκούν. Ισως κάποια στιγμή να μπορέσουμε να δούμε ότι όλα αυτά τα υλικά αγαθά με τα οποία φορτώνουμε τα παιδιά μας τελικά τους στερούν το πιο σημαντικό απ’ όλα, τη γονεϊκή παρουσία. Μόνον τότε θα βάλουμε τις σωστές προτεραιότητες στη ζωή μας.