Αρχείο για 31 Αυγούστου, 2010

solomos

Ενα πρότζεκτ σε εξέλιξη ανέβηκε στο netschoolbook. Απευθύνεται σε διδάσκοντες της λογοτεχνίας θεωρητικής κατεύθυνσης και φυσικά στους μαθητές. Πρόκειται για μία ερασιτεχνική προσπάθεια να ανασυσταθεί το “εργαστήριο” του ποιητή, ώστε να μπορέσουν οι μαθητές- ίσως- να βιώσουν το ποίημα και όχι να απομνημονεύσουν απλά τις σκέψεις των άλλων.

Η δημιουργός της συλλογής υλικού, μας εμπιστεύεται τις σκέψεις της: “Πριν από χρόνια βίωσα και εγώ στο πανεπιστήμιο το άγχος και την πλήξη που δοκιμάζουν και οι μαθητές μου τώρα, καθώς τους βομβαρδίζω με έναν όγκο υλικού στα πλαίσια της προετοιμασίας για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Ένας όγκος που πλακώνει το ποίημα και το εμποδίζει να “μιλήσει” στα παιδιά. Κάποια κείμενα στάθηκαν για μένα η αφορμή να ξανακοιτάξω τον Κρητικό διαφορετικά. Μετά από πολλά χρόνια, πολλά διαβάσματα, πολλές εμπειρίες ανάγνωσης και διδασκαλίας, με μιαν ενορατική (;) διαδικασία το ποίημα άρχισε να ζει μαζί μου”.

Η συνέχεια επί της οθόνης…

Ευχές και κατάρες, προτάσεις επέκτασης ευπρόσδεκτες.

Comments 0 σχόλια »

Comments 1 σχόλιο »

ΘεόφιλοςΦορούσε πάντα φουστανέλα κι ας μην ήταν η φορεσιά της πατρίδας του, μια κάπα χειμώνα- καλοκαίρι και στα πόδια τσαρούχια, που από τις πολλές σόλες ήταν ασήκωτα. Στο χέρι βαστούσε μπαστούνι και σε έναν τορβά που κρεμόταν στον ώμο του έμπηγε ένα ξύλο με μια σημαία βυζαντινή, με τον αετό. Την παράξενη εμφάνιση συμπλήρωναν μακριά μαλλιά δεμένα κότσο με ένα κορδόνι, όπως κάνουν οι παπάδες, μεγάλα νύχια αλλά και μια ήρεμη, απόκοσμη έκφραση. Ετσι περιγράφουν τον Θεόφιλο όσοι τον γνώρισαν. Εναν πράο άνθρωπο που δεν έπινε, δεν κάπνιζε, απέφευγε τον κόσμο και δεν πήγαινε ποτέ σε καφενείο ή σε διασκεδάσεις αλλά ούτε και στην εκκλησία, παρ΄ ότι ζωγράφιζε εικόνες αγίων. Στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα όλα αυτά συγκεντρωμένα σε ένα πρόσωπο δεν μπορούσε παρά να συνθέτουν σκάνδαλο. Αλλά ειδικά στην περίπτωση του Θεόφιλου δημιουργούσαν εύκολο στόχο αποδοκιμασιών, χλευασμού, σκληρότητας. Εκείνος δεν γνώριζε ότι τα σύνεργα της ζωγραφικής, που έκρυβε στο σελάχι της φουστανέλας του, ήταν το μεγαλύτερο όπλο. Θα έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια και μόνο προς το τέλος της ζωής του κάποιοι θα τον αναγνώριζαν. Και αρκετά χρόνια ακόμη για να δημιουργηθεί ο μύθος γύρω από το όνομά του. Η έκθεση που γίνεται σε λίγες μέρες, από τις 15 Σεπτεμβρίου, στο Μουσείο Μπενάκη με έργα του από τη συλλογή της Εμπορικής Τράπεζας, ξαναφέρνει τον Θεόφιλο Χατζημιχαήλ στο προσκήνιο. Είναι μια ευκαιρία γνωριμίας για τους νεότερους και μια αποτίμησή του στον 21ο αιώνα.

Μουσείο Μπενάκη (Κουμπάρη 1 και Βασιλίσσης Σοφίας, «Θεόφιλος, έργα από τη συλλογή της Εμπορικής Τράπεζας».

Διάρκεια: 15 Σεπτεμβρίου ως 31 Οκτωβρίου.


www.tovima.gr

Comments 0 σχόλια »

diplomaΣε περίπτωση που ένας υποψήφιος των ΑΕΙ μου έθετε το ερώτημα αν τελικά αξίζει τον κόπο να εμπλακεί σε μια τέτοια ανώφελη ταλαιπωρία, να μπει στο πανεπιστήμιο δηλαδή (η αλήθεια είναι το ερώτημα μού έχει τεθεί επανειλημμένως), ευθέως τουλάχιστον δεν θα τον απέτρεπα. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να αποτρέπει έναν νέο άνθρωπο από τα όνειρά του. Ομως θα του επεσήμαινα ορισμένα δεδομένα τα οποία ενδεχομένως θα τον έκαναν να ξανασκεφθεί το εγχείρημά του. Με τους γονείς του δεν θα άνοιγα συζήτηση, επειδή, αν και μεγάλοι και με κάποια πείρα, οι περισσότεροι, περιέργως και μάλλον παράλογα, εξακολουθούν να θεωρούν ότι το πανεπιστήμιο αποτελεί μια πρώτης τάξεως επιλογή για τα παιδιά τους. Αυτή η γονεϊκή εμμονή ίσως να είναι μια άλλη αιτία για την οποία μια προσωρινή «επιτυχία», δηλαδή η εισαγωγή στα ΑΕΙ, οδηγεί τελικά σε μια παρατεταμένη αποτυχία. Οι ακόρεστοι γονείς και το κεκορεσμένο πανεπιστήμιο, μαζί με τη μίζερη εκπαιδευτική πολιτική μας, βλάπτουν ομοίως.

1 Στα δικά μας χρόνια η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, και οπωσδήποτε η επιτυχής αποφοίτηση, αποτελούσε σχεδόν βέβαιη εγγύηση για μια θέση εργασίας, μικρή ή μεγάλη, αδιάφορο. Και η θεωρητική και η πρακτική κατεύθυνση, και η φιλολογία και η νομική και η ιατρική και η αρχιτεκτονική εκεί οδηγούσαν: σε κάποια εκπλήρωση της αγαθής φιλοδοξίας μας. Παρά ταύτα, το πανεπιστήμιο τότε δεν είχε την «ποικιλία» του σημερινού, οι δυνατότητές του ήταν, θα έλεγε κάποιος, σαφώς περιορισμένες, οι πολιτικοοικονομικές συνθήκες δυσκολότερες από ό,τι σήμερα, κάποτε μάλιστα απαγορευτικές για πάρα πολλούς αξιόλογους νέους. Ομως οι απαιτήσεις του ήταν υψηλότερες συγκριτικά με τις παροχές του. Αυτό μας ωφέλησε. Φαίνεται οξύμωρο αλλά η ελληνική κοινωνία από το τέλος του Εμφυλίου ώς τα μέσα της δεκαετίας του Εξήντα πορεύτηκε μέσα σε αυτό το οξύμωρο.

2 Σήμερα το μόνο που προσφέρουν τα ΑΕΙ είναι ένα «χαρτί» που ουσιαστικά δεν αντιπροσωπεύει τίποτε. Τα διπλώματα αποτελούν ένα τυπικό εφόδιο που ελάχιστες φορές ωφελεί αυτό καθεαυτό. Οταν βέβαια δεν βλάπτει κιόλας, επειδή κάποτε συμβαίνει και αυτό. Η κατάσταση του πανεπιστημίου μας, που όλο και χειροτερεύει, κάνει τη συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών να βρίσκονται σε θέση χειρότερη από ό,τι ο μυθικός Σίσυφος. Εκείνος είχε καταδικαστεί να σπρώχνει ένα βράχο ψηλά στην κορυφή, όμως την κρίσιμη στιγμή ο βράχος τού ξέφευγε και ξανακυλούσε κάτω. Ο σημερινός φοιτητής νιώθει ματαιωμένος καθώς η Πολιτεία τον οδηγεί στην ευκολία μιας άχαρης κατηφόρας. Σε ένα πάτο, εντέλει, σε μια γελοία και τραγική συνάμα αποκλιμάκωση αξιών και ονείρων. Η σοβούσα οικονομική κρίση μπορεί κάποτε να περάσει, η εκπαιδευτική κρίση πώς και πότε; Με τα κόλπα του χθεσινού και του σημερινού Υπουργείου; Ηδη τα πολλά και ποικίλα ελλείμματα της Παιδείας και της Εκπαίδευσης βοούν.

3 Το μεγαλύτερο, το πιο ειδεχθές έγκλημα όλων των κυβερνήσεων από τη Μεταπολίτευση κι εδώ έχει να κάνει με την Παιδεία. Δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά. Φαίνεται όμως με την πρώτη διαδήλωση και την πρώτη πέτρα πάνω στη βιτρίνα… 35 χρόνια από τη Μεταπολίτευση δεν έχουμε τη στοιχειώδη εθνική εκπαιδευτική πολιτική μιας Πολιτείας που σέβεται τον εαυτό της. Περιμένουμε σωτηρία από τους εκάστοτε κομματικούς «σοφούς». Τι νόημα λοιπόν έχει να εισαχθεί ένα νέο παιδί στο ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα; Για να βολεφτεί με ένα σύγγραμμα; Να καθίσει σε ένα θλιβερό Αμφιθέατρο και να ακούει ανόητες διαλέξεις; Να συμμετάσχει σε ένα κακόπαθο φοιτητικό κίνημα που ως απώτατο όραμα έχει το «άσυλο», τις καταλήψεις και τα κομματικά «ζήτω»;

Επιλογικά ερωτήματα. Αξιζε άραγε τότε περισσότερο τον κόπο να πάει κάποιος στο πανεπιστήμιο, από ό,τι σήμερα; Ηταν τα πράγματα τότε πιο δίκαια, πιο ορθολογικά; Η απάντηση δεν μπορεί να κριθεί ούτε από τις φθορές και τις δυσκολίες των χρόνων εκείνων, ούτε από τα σημερινά προβλήματα. Η απάντηση μπορεί να κριθεί ίσως αν μετρήσουμε τις όποιες δυνατότητες είχαμε τότε και τις πολλές δυνατότητες που μας δόθηκαν γενναιόδωρα τα τελευταία 35 χρόνια. Δυνατότητες και ευκαιρίες όχι μόνο για την Παιδεία, αλλά και για την οικονομία, τον πολιτισμό, την υγεία, την κοινωνική αλληλεγγύη. Για όλα. Αυτές τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες τις σπαταλήσαμε με αφροσύνη. Τα αποτελέσματα της Μεγάλης Σπατάλης φαίνονται στην τρέχουσα οικονομική κρίση. Τη σπατάλη τόσων νεανικών ονείρων, μπορεί ένας Γραμματέας κι ένας Υπουργός Παιδείας (μιλώ γενικά) να την εννοήσει; Τελικό ερώτημα. Μπορεί η Πολιτεία να μάς δώσει ένα και μόνο λόγο γιατί πρέπει αυτό το παιδί να σπουδάσει; Ενας και μόνο θα αρκούσε.

Αρθρο του Γιώργη Γιατρομανωλάκη, ομότιμου καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέα.

www.tovima.gr

Comments 0 σχόλια »

universityΓια τα ελληνικά δεδομένα, το ερώτημα αν αξίζει να πάει κάποιος στο πανεπιστήμιο μοιάζει ρητορικό. Σε μια χώρα, όπου οι εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο αποτελούν σταθερή πηγή ειδησεογραφίας, αναλύσεων και σχολιασμών, είναι προφανές ότι υπάρχει ευρεία κοινωνική συναίνεση σχετικά με τη σημασία του γεγονότος καθεαυτού και την αξία της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης κατ΄ επέκταση. Είναι ενδεικτικό ότι τα αποτελέσματα, οι βάσεις, ακόμη και τα θέματα των εισαγωγικών εξετάσεων τροφοδοτούν εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες. Συνεπώς, η ελληνική κοινωνία έχει απαντήσει θετικά στο ερώτημα αν αξίζει να μπει κάποιος στο πανεπιστήμιο. Το ερώτημα που θα έπρεπε λοιπόν να τεθεί, αφορά όχι το αν αξίζει αλλά γιατί αξίζει- σωστότερα, γιατί υπάρχει η γενικευμένη πεποίθηση ότι αξίζει- να αποκτήσει κάποιος πανεπιστημιακή εκπαίδευση.

Ωστόσο, η παρούσα συγκυρία νομιμοποιεί ένα παρόμοιο ερώτημα για δύο λόγους: Πρώτον, η οικονομική κρίση υπονομεύει το κύρος των πανεπιστημιακών πτυχίων, εφόσον αυτά δεν εξασφαλίζουν πλέον μια θέση στην αγορά εργασίας. Δεύτερον, η συστηματική απαξίωση του δημοσίου πανεπιστημίου τα τελευταία χρόνια μέσα από εικόνες καταστροφής και χάους επίσης διασαλεύει το κύρος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Η διπλή αυτή αμφισβήτηση επιτείνεται εξάλλου από το γεγονός ότι, για την είσοδο στο πανεπιστήμιο, η ελληνική οικογένεια έχει επενδύσει σημαντικό χρηματικό ποσό και ο υποψήφιος ή η υποψήφια έχει καταναλώσει δυσανάλογα μεγάλο κόπο, σωματικό και ψυχικό.

Παρά τη φαινομενική αντίφαση, η διάχυτη αμφισβήτηση δεν ακυρώνει την κατ΄ ουσίαν αξιοδότηση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Αντίθετα, οφείλεται ακριβώς σε αυτήν. Δηλαδή, επειδή στο πανεπιστημιακό πτυχίο έχουν επενδυθεί πολύπλευρες προσδοκίες, δυσανάλογα υψηλές για κάποιους- στοιχείο που εξηγεί και τη χρηματική επένδυση- η απαξίωσή του οδηγεί σε σθεναρότερη κριτική και μεγαλύτερη απογοήτευση. Η επένδυση στην εκπαίδευση έχει συνδεθεί με την προσδοκία κοινωνικής ανόδου, ιδιαίτερα στα αγροτικά και στα μικροαστικά στρώματα.

Πράγματι, από την ίδρυση του πρώτου πανεπιστημίου στην Αθήνα το 1837, η αξιοδότηση της εκπαίδευσης εν γένει και της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ειδικότερα αποτέλεσε σταθερό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας. Ηδη, με τα κείμενα των ελλήνων διαφωτιστών και τα Συντάγμα

Πάγιο αίτημα στις φοιτητικές κινητοποιήσεις η σύνδεση του πανεπιστημίου με την αγορά εργασίας τα της Ελληνικής Επανάστασης, είχε εμπεδωθεί η αντίληψη ότι η εκπαίδευση δεν πρέπει να αποτελεί προνόμιο των ολίγων, μιας κοινωνικής ελίτ, αλλά να είναι κοινό αγαθό και δικαίωμα όλων των μελών του έθνους. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, στη διάρκεια του 19ου αιώνα, στην Ελλάδα δεν υπήρχε το οικονομικό φράγμα των διδάκτρων για τη δευτεροβάθμια και την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, γεγονός που δημιουργούσε μια δυναμική κοινωνικής κινητικότητας. Το ιδεολογικό και το συμβολικό βάρος της εκπαίδευσης διαμορφώθηκε ήδη από εκείνη την περίοδο, με την παράλληλη απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας.

Το όραμα ενός πανεπιστημιακού πτυχίου έγινε ακόμη πιο εφικτό την εποχή της Μεταπολίτευσης, με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούσαν τον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης και τον γοργό πολλαπλασιασμό των πανεπιστημιακών σχολών (νέα πανεπιστήμια αλλά και «ανωτατοποιήσεις»). Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού στην ανάπτυξη και στην εξάπλωση των πανεπιστημιακών τμημάτων οδήγησε ωστόσο σε έναν ανορθολογικό πληθωρισμό πτυχίων που απονέμονταν μαζικά και που το κύρος τους υποβαθμιζόταν συνεχώς. Η υψηλή ανεργία των πτυχιούχων επιδείνωνε την εικόνα της «αναποτελεσματικότητας» της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.

Ομως το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς εκεί: στη νοούμενη «αποτελεσματικότητα». Γιατί η έννοια της «αποτελεσματικότητας» υπονομεύει την ουσιαστική αξία της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ως ευρύτερης, επιστημονικής παιδείας, η οποία δυνάμει οδηγεί σε πολλαπλές επαγγελματικές επιλογές. Η κοινωνική επένδυση και το άγχος της ανεργίας έχουν όμως επιφέρει την ευθεία σύνδεση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με την επαγγελματική αποκατάσταση. Συνεπώς, αν το πτυχίο δεν έχει επαγγελματικό αντίκρισμα, απαξιώνεται συνολικά. Τι χρειάζεται λοιπόν το πτυχίο;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μπορεί κάποιος να πετύχει επαγγελματικά χωρίς να έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μια κοινωνία δεν χρειάζεται όσο το δυνατόν περισσότερα μέλη της να έχουν κατακτήσει αυτή τη βαθμίδα παιδείας. Ολοι οι νέοι, ανεξάρτητα από την κοινωνική και τη γεωγραφική τους προέλευση ή το φύλο τους, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα για ελεύθερη πρόσβαση στην εκπαίδευση- και, βεβαίως, και στο πανεπιστήμιο. Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αναλωθεί σε μια στενά χρησιμοθηρική στόχευση, ούτε και να ακυρωθεί μέσω της συστηματικής απαξίωσης των πανεπιστημιακών σπουδών στην Ελλάδα.

Της Χριστίνας Κουλούρη, καθηγήτριας Νεότερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Το Βήμα

Comments 0 σχόλια »

Comments 0 σχόλια »

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων