Άρθρα με ετικέτα “σπουδές”
Η Σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία κυκλοφόρησε με το πρωτοσέλιδο “Γίνε Δόκτωρ με 2000 ευρώ”.
Ισως αγνοούν περιπτώσεις που έγιναν δόκτορες ή μάλλον ντοκτορέσσες με τακτικές επισκέψεις σε γκαρσονιέρες πανεπιστημιακών δασκάλων. Θυμάμαι την ημέρα που μου το ψιθύρισαν εμπιστευτικά. Τότε αιφνίδια εννόησα ότι υπάρχει και άλλου είδους πορνεία, πολύ χειρότερη αφού δεν επιβάλλεται από καμία ανάγκη επιβίωσης.
Είναι να απορείς γιατί ολοένα και βουλιάζουμε πιο βαθιά;
0 σχόλια »
Αναρτήθηκε από terracomputerata στο εκπαίδευση, με ετικέτες: σπουδές
Σε περίπτωση που ένας υποψήφιος των ΑΕΙ μου έθετε το ερώτημα αν τελικά αξίζει τον κόπο να εμπλακεί σε μια τέτοια ανώφελη ταλαιπωρία, να μπει στο πανεπιστήμιο δηλαδή (η αλήθεια είναι το ερώτημα μού έχει τεθεί επανειλημμένως), ευθέως τουλάχιστον δεν θα τον απέτρεπα. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να αποτρέπει έναν νέο άνθρωπο από τα όνειρά του. Ομως θα του επεσήμαινα ορισμένα δεδομένα τα οποία ενδεχομένως θα τον έκαναν να ξανασκεφθεί το εγχείρημά του. Με τους γονείς του δεν θα άνοιγα συζήτηση, επειδή, αν και μεγάλοι και με κάποια πείρα, οι περισσότεροι, περιέργως και μάλλον παράλογα, εξακολουθούν να θεωρούν ότι το πανεπιστήμιο αποτελεί μια πρώτης τάξεως επιλογή για τα παιδιά τους. Αυτή η γονεϊκή εμμονή ίσως να είναι μια άλλη αιτία για την οποία μια προσωρινή «επιτυχία», δηλαδή η εισαγωγή στα ΑΕΙ, οδηγεί τελικά σε μια παρατεταμένη αποτυχία. Οι ακόρεστοι γονείς και το κεκορεσμένο πανεπιστήμιο, μαζί με τη μίζερη εκπαιδευτική πολιτική μας, βλάπτουν ομοίως.
1 Στα δικά μας χρόνια η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, και οπωσδήποτε η επιτυχής αποφοίτηση, αποτελούσε σχεδόν βέβαιη εγγύηση για μια θέση εργασίας, μικρή ή μεγάλη, αδιάφορο. Και η θεωρητική και η πρακτική κατεύθυνση, και η φιλολογία και η νομική και η ιατρική και η αρχιτεκτονική εκεί οδηγούσαν: σε κάποια εκπλήρωση της αγαθής φιλοδοξίας μας. Παρά ταύτα, το πανεπιστήμιο τότε δεν είχε την «ποικιλία» του σημερινού, οι δυνατότητές του ήταν, θα έλεγε κάποιος, σαφώς περιορισμένες, οι πολιτικοοικονομικές συνθήκες δυσκολότερες από ό,τι σήμερα, κάποτε μάλιστα απαγορευτικές για πάρα πολλούς αξιόλογους νέους. Ομως οι απαιτήσεις του ήταν υψηλότερες συγκριτικά με τις παροχές του. Αυτό μας ωφέλησε. Φαίνεται οξύμωρο αλλά η ελληνική κοινωνία από το τέλος του Εμφυλίου ώς τα μέσα της δεκαετίας του Εξήντα πορεύτηκε μέσα σε αυτό το οξύμωρο.
2 Σήμερα το μόνο που προσφέρουν τα ΑΕΙ είναι ένα «χαρτί» που ουσιαστικά δεν αντιπροσωπεύει τίποτε. Τα διπλώματα αποτελούν ένα τυπικό εφόδιο που ελάχιστες φορές ωφελεί αυτό καθεαυτό. Οταν βέβαια δεν βλάπτει κιόλας, επειδή κάποτε συμβαίνει και αυτό. Η κατάσταση του πανεπιστημίου μας, που όλο και χειροτερεύει, κάνει τη συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών να βρίσκονται σε θέση χειρότερη από ό,τι ο μυθικός Σίσυφος. Εκείνος είχε καταδικαστεί να σπρώχνει ένα βράχο ψηλά στην κορυφή, όμως την κρίσιμη στιγμή ο βράχος τού ξέφευγε και ξανακυλούσε κάτω. Ο σημερινός φοιτητής νιώθει ματαιωμένος καθώς η Πολιτεία τον οδηγεί στην ευκολία μιας άχαρης κατηφόρας. Σε ένα πάτο, εντέλει, σε μια γελοία και τραγική συνάμα αποκλιμάκωση αξιών και ονείρων. Η σοβούσα οικονομική κρίση μπορεί κάποτε να περάσει, η εκπαιδευτική κρίση πώς και πότε; Με τα κόλπα του χθεσινού και του σημερινού Υπουργείου; Ηδη τα πολλά και ποικίλα ελλείμματα της Παιδείας και της Εκπαίδευσης βοούν.
3 Το μεγαλύτερο, το πιο ειδεχθές έγκλημα όλων των κυβερνήσεων από τη Μεταπολίτευση κι εδώ έχει να κάνει με την Παιδεία. Δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά. Φαίνεται όμως με την πρώτη διαδήλωση και την πρώτη πέτρα πάνω στη βιτρίνα… 35 χρόνια από τη Μεταπολίτευση δεν έχουμε τη στοιχειώδη εθνική εκπαιδευτική πολιτική μιας Πολιτείας που σέβεται τον εαυτό της. Περιμένουμε σωτηρία από τους εκάστοτε κομματικούς «σοφούς». Τι νόημα λοιπόν έχει να εισαχθεί ένα νέο παιδί στο ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα; Για να βολεφτεί με ένα σύγγραμμα; Να καθίσει σε ένα θλιβερό Αμφιθέατρο και να ακούει ανόητες διαλέξεις; Να συμμετάσχει σε ένα κακόπαθο φοιτητικό κίνημα που ως απώτατο όραμα έχει το «άσυλο», τις καταλήψεις και τα κομματικά «ζήτω»;
Επιλογικά ερωτήματα. Αξιζε άραγε τότε περισσότερο τον κόπο να πάει κάποιος στο πανεπιστήμιο, από ό,τι σήμερα; Ηταν τα πράγματα τότε πιο δίκαια, πιο ορθολογικά; Η απάντηση δεν μπορεί να κριθεί ούτε από τις φθορές και τις δυσκολίες των χρόνων εκείνων, ούτε από τα σημερινά προβλήματα. Η απάντηση μπορεί να κριθεί ίσως αν μετρήσουμε τις όποιες δυνατότητες είχαμε τότε και τις πολλές δυνατότητες που μας δόθηκαν γενναιόδωρα τα τελευταία 35 χρόνια. Δυνατότητες και ευκαιρίες όχι μόνο για την Παιδεία, αλλά και για την οικονομία, τον πολιτισμό, την υγεία, την κοινωνική αλληλεγγύη. Για όλα. Αυτές τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες τις σπαταλήσαμε με αφροσύνη. Τα αποτελέσματα της Μεγάλης Σπατάλης φαίνονται στην τρέχουσα οικονομική κρίση. Τη σπατάλη τόσων νεανικών ονείρων, μπορεί ένας Γραμματέας κι ένας Υπουργός Παιδείας (μιλώ γενικά) να την εννοήσει; Τελικό ερώτημα. Μπορεί η Πολιτεία να μάς δώσει ένα και μόνο λόγο γιατί πρέπει αυτό το παιδί να σπουδάσει; Ενας και μόνο θα αρκούσε.
Αρθρο του Γιώργη Γιατρομανωλάκη, ομότιμου καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέα.
www.tovima.gr
0 σχόλια »
Για τα ελληνικά δεδομένα, το ερώτημα αν αξίζει να πάει κάποιος στο πανεπιστήμιο μοιάζει ρητορικό. Σε μια χώρα, όπου οι εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο αποτελούν σταθερή πηγή ειδησεογραφίας, αναλύσεων και σχολιασμών, είναι προφανές ότι υπάρχει ευρεία κοινωνική συναίνεση σχετικά με τη σημασία του γεγονότος καθεαυτού και την αξία της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης κατ΄ επέκταση. Είναι ενδεικτικό ότι τα αποτελέσματα, οι βάσεις, ακόμη και τα θέματα των εισαγωγικών εξετάσεων τροφοδοτούν εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες. Συνεπώς, η ελληνική κοινωνία έχει απαντήσει θετικά στο ερώτημα αν αξίζει να μπει κάποιος στο πανεπιστήμιο. Το ερώτημα που θα έπρεπε λοιπόν να τεθεί, αφορά όχι το αν αξίζει αλλά γιατί αξίζει- σωστότερα, γιατί υπάρχει η γενικευμένη πεποίθηση ότι αξίζει- να αποκτήσει κάποιος πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Ωστόσο, η παρούσα συγκυρία νομιμοποιεί ένα παρόμοιο ερώτημα για δύο λόγους: Πρώτον, η οικονομική κρίση υπονομεύει το κύρος των πανεπιστημιακών πτυχίων, εφόσον αυτά δεν εξασφαλίζουν πλέον μια θέση στην αγορά εργασίας. Δεύτερον, η συστηματική απαξίωση του δημοσίου πανεπιστημίου τα τελευταία χρόνια μέσα από εικόνες καταστροφής και χάους επίσης διασαλεύει το κύρος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Η διπλή αυτή αμφισβήτηση επιτείνεται εξάλλου από το γεγονός ότι, για την είσοδο στο πανεπιστήμιο, η ελληνική οικογένεια έχει επενδύσει σημαντικό χρηματικό ποσό και ο υποψήφιος ή η υποψήφια έχει καταναλώσει δυσανάλογα μεγάλο κόπο, σωματικό και ψυχικό.
Παρά τη φαινομενική αντίφαση, η διάχυτη αμφισβήτηση δεν ακυρώνει την κατ΄ ουσίαν αξιοδότηση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Αντίθετα, οφείλεται ακριβώς σε αυτήν. Δηλαδή, επειδή στο πανεπιστημιακό πτυχίο έχουν επενδυθεί πολύπλευρες προσδοκίες, δυσανάλογα υψηλές για κάποιους- στοιχείο που εξηγεί και τη χρηματική επένδυση- η απαξίωσή του οδηγεί σε σθεναρότερη κριτική και μεγαλύτερη απογοήτευση. Η επένδυση στην εκπαίδευση έχει συνδεθεί με την προσδοκία κοινωνικής ανόδου, ιδιαίτερα στα αγροτικά και στα μικροαστικά στρώματα.
Πράγματι, από την ίδρυση του πρώτου πανεπιστημίου στην Αθήνα το 1837, η αξιοδότηση της εκπαίδευσης εν γένει και της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ειδικότερα αποτέλεσε σταθερό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας. Ηδη, με τα κείμενα των ελλήνων διαφωτιστών και τα Συντάγμα
Πάγιο αίτημα στις φοιτητικές κινητοποιήσεις η σύνδεση του πανεπιστημίου με την αγορά εργασίας τα της Ελληνικής Επανάστασης, είχε εμπεδωθεί η αντίληψη ότι η εκπαίδευση δεν πρέπει να αποτελεί προνόμιο των ολίγων, μιας κοινωνικής ελίτ, αλλά να είναι κοινό αγαθό και δικαίωμα όλων των μελών του έθνους. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, στη διάρκεια του 19ου αιώνα, στην Ελλάδα δεν υπήρχε το οικονομικό φράγμα των διδάκτρων για τη δευτεροβάθμια και την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, γεγονός που δημιουργούσε μια δυναμική κοινωνικής κινητικότητας. Το ιδεολογικό και το συμβολικό βάρος της εκπαίδευσης διαμορφώθηκε ήδη από εκείνη την περίοδο, με την παράλληλη απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας.
Το όραμα ενός πανεπιστημιακού πτυχίου έγινε ακόμη πιο εφικτό την εποχή της Μεταπολίτευσης, με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούσαν τον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης και τον γοργό πολλαπλασιασμό των πανεπιστημιακών σχολών (νέα πανεπιστήμια αλλά και «ανωτατοποιήσεις»). Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού στην ανάπτυξη και στην εξάπλωση των πανεπιστημιακών τμημάτων οδήγησε ωστόσο σε έναν ανορθολογικό πληθωρισμό πτυχίων που απονέμονταν μαζικά και που το κύρος τους υποβαθμιζόταν συνεχώς. Η υψηλή ανεργία των πτυχιούχων επιδείνωνε την εικόνα της «αναποτελεσματικότητας» της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
Ομως το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς εκεί: στη νοούμενη «αποτελεσματικότητα». Γιατί η έννοια της «αποτελεσματικότητας» υπονομεύει την ουσιαστική αξία της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ως ευρύτερης, επιστημονικής παιδείας, η οποία δυνάμει οδηγεί σε πολλαπλές επαγγελματικές επιλογές. Η κοινωνική επένδυση και το άγχος της ανεργίας έχουν όμως επιφέρει την ευθεία σύνδεση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με την επαγγελματική αποκατάσταση. Συνεπώς, αν το πτυχίο δεν έχει επαγγελματικό αντίκρισμα, απαξιώνεται συνολικά. Τι χρειάζεται λοιπόν το πτυχίο;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μπορεί κάποιος να πετύχει επαγγελματικά χωρίς να έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μια κοινωνία δεν χρειάζεται όσο το δυνατόν περισσότερα μέλη της να έχουν κατακτήσει αυτή τη βαθμίδα παιδείας. Ολοι οι νέοι, ανεξάρτητα από την κοινωνική και τη γεωγραφική τους προέλευση ή το φύλο τους, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα για ελεύθερη πρόσβαση στην εκπαίδευση- και, βεβαίως, και στο πανεπιστήμιο. Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αναλωθεί σε μια στενά χρησιμοθηρική στόχευση, ούτε και να ακυρωθεί μέσω της συστηματικής απαξίωσης των πανεπιστημιακών σπουδών στην Ελλάδα.
Της Χριστίνας Κουλούρη, καθηγήτριας Νεότερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Το Βήμα
0 σχόλια »
Σχεδόν 100.000 νέοι κολυμπούν στο άγχος. Μπαίνουν στην κούρσα των πανελλαδικών εξετάσεων. Αν έχετε περάσει και εσείς από εκεί μπορεί και να πιστεύετε ότι δεν άξιζε τον κόπο. Ισως να σκέφτεστε ότι δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Ακόμα και αν οι ακαδημαϊκοί τίτλοι δεν συνδέονται απαραίτητα με την επαγγελματική αποκατάσταση, είναι ένα ισχυρό έρεισμα για την απόκτηση μίας κάποιας μόρφωσης. Ωστόσο η διαδρομή είναι λίγο ως πολύ γνωστή.
Αρκετές χιλιάδες παιδιών θα κερδίσουν την εισαγωγή τους σε κάποιο ίδρυμα. Είναι μάλιστα πιθανό γονείς να πληρώνουν σπουδές σε σχολές με θολό αντικείμενο και επαγγελματικό προορισμό που παραμένει άδηλος. Οσο μάλιστα δεν ισχύει και η βάση του «δέκα» δεν αποκλείεται ο γονιός να πληρώνει τις πολυετείς διακοπές του παιδιού σε μία επαρχιακή πόλη. Παλαιότερα θα μάθαινε και μία πρέφα, τώρα θα λιώσει στο Pro. Και εντάξει, ο γονιός ας πληρώσει. Το πρόβλημα είναι ότι και το παιδί δεν θα μάθει τίποτα το χρήσιμο και λειτουργικά απαραίτητο στην αγορά εργασίας. Οχι πως και όσοι πετύχουν καλύτερες επιδόσεις θα πατήσουν γερά στο μέλλον.
Με εξαίρεση ελάχιστες σχολές, οι περισσότεροι θα φάνε τα νιάτα τους σε βρωμερά αμφιθέατρα, θα κολλήσουν αφίσες ή θα αδιαφορήσουν, θα συζητήσουν για το άσυλο, θα παίξουν ξύλο, θα κοροϊδεύουν και θα γίνουν κορόϊδα και οι ίδιοι. Αν μη τι άλλο είναι στιγμές που πιστεύεις ότι όλη η ιδέα της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας βασίζεται σε μία κοινά αποδεκτή απάτη. Με την έρευνα να ταλαιπωρείται από την καχεξία κονδυλίων, τα κομματικά πανεπιστήμια και τις αγριεμένες νεολαίες, η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα υστερεί όλο και περισσότερο από την παιδεία που παρέχεται στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Αλλωστε κατά πάσα πιθανότητα είμαστε η μοναδική χώρα παγκοσμίως όπου τα πανεπιστήμια δεν έχουν λόγο για τον αριθμό και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των φοιτητών που θα υποδεχθούν.
Αλλά τι λέμε τώρα; Αυτά που επαναλαμβάνουν όλοι με μία εκνευριστική μονοτονία χρόνο με το χρόνο. Και τότε γιατί δεν κάνουμε κάτι; Γιατί δεν κλείνουν σχολές; Για ποιο λόγο τα πανεπιστήμια δεν επιχειρούν στον ιδιωτικό τομέα ως ιδρύματα και όχι ως σκιώδεις μπίζνες πανεπιστημιακών; Γιατί δεν αποδεχόμαστε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης; Ως πότε η παιδεία θα παραμένει αντικείμενο για την εκμετάλλευση της αγωνίας που διακατέχει τη μέση ελληνική οικογένεια; Γιατί επιτρέπουμε στους ίδιους τους φοιτητές να καταστρέφουν ή να υποβαθμίζουν την αισθητική και την υποδομή των σχολών τους. Και, εν τέλει, μήπως αυτή η κρίση μας δίνει την ευκαιρία να δούμε όλα αυτά από την αρχή; Και από το μηδέν;
Αρθρο του Κώστα Γιαννακίδη στο protagon
0 σχόλια »
Σήμερα και ύστερα από περίπου δύο χρόνια από την αποφοίτησή μου από την Ιατρική Αθηνών νιώθω διαρκώς αυξανόμενη την ανάγκη να γράψω, να διαμαρτυρηθώ και να φωνάξω για όλα εκείνα που ακόμα νιώθω να με πνίγουν βλέποντας και νιώθοντας τη συνεχή παρακμή του πανεπιστημίου. Βλέποντας ότι τα πράγματα ήταν άσχημα από την πρώτη μέρα που γράφτηκα στη σχολή μέχρι και την τελευταία αλλά και δύο χρόνια μετά, όταν βλέπεις ότι τα πράγματα δεν βελτιώνονται αλλά διαιωνίζονται για να εξυπηρετούν κάποιους… Κάποιες φορές ως φοιτητής νιώθεις την αδικία να σε πνίγει, τη βλακεία να σε περιτριγυρίζει και ταυτόχρονα την αναξιοκρατία να βασιλεύει παντού…
Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλο πανεπιστήμιο στον κόσμο που καταφέρνει να παίρνει ένα καλό πρωτογενές υλικό, όπως είναι αυτό που βγαίνει ίσως από τον μόνο ακόμα αξιοκρατικό θεσμό στη χώρα αυτή- τις Πανελλήνιες- και να το μετατρέπει σε ένα βαριεστημένο σύνολο, με μειωμένο δημιουργικό δυναμικό, μειωμένες φιλοδοξίες και δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία. Δεν πιστεύω ότι είμαι υπερβολικός με τα παραπάνω. Πλέον το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα έχει καταντήσει- στην καλύτερη περίπτωση- μια παρατεταμένη περίοδος διακοπών για τους φοιτητές και αυτούς που ζουν από τα έξοδα των φοιτητών στους τόπους σπουδών τους και στη χειρότερη μια περίοδος απραξίας, άγχους, δημιουργικής μελαγχολίας και ανασφάλειας για ένα αβέβαιο, δύσκολο αύριο, προς στο οποίο φαίνεται να βαδίζουμε γυμνοί με τις ανασφάλειές μας για παρέα. Πλέον όλοι συμφωνούν ότι ένα μόνο πτυχίο δεν φτάνει, λες και τέσσερα έως έξι χρόνια σπουδών στα πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής μας δεν είναι αρκετά για να σε εφοδιάσουν όχι τόσο με τόνους γνώσης αλλά κυρίως με όλα εκείνα που χρειάζονται για να γίνεις ένας καλός επαγγελματίας, δημιουργικός και υπεύθυνος. Ευτυχώς, τη λύση μας τη δίνουν τα μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, που όλως περιέργως μέσα σε έναν χρόνο «καλύπτουν» όλα τα κενά τής μάλλον αποτυχημένης φοιτητικής μας σταδιοδρομίας.
Τα βασικά συστατικά μιας αποτυχημένης και βαρετής φοιτητικής σταδιοδρομίας λοιπόν είναι: η παντελής έλλειψη δημιουργικής κινητοποίησης, η έλλειψη σαφώς προσανατολισμένου εκπαιδευτικού πλάνου, η χαοτική, δημοσιοϋπαλληλική οργάνωση των εδρών και βέβαια οι σχέσεις συναλλαγής καθηγητών και φοιτητών από τις διάφορες πολιτικές παρατάξεις που λυμαίνονται τις σχολές με τους απανταχού φοιτητοπατέρες να δίνουν το γενικό πρόσταγμα, με απώτερο σκοπό το μικροπολιτικό όφελος.
O ρόλος του πανεπιστημίου στην Ελλάδα έχει ιδιαίτερα παρεξηγηθεί τόσο από τους φοιτητές όσο και από τους ίδιους τους διδάσκοντες, εκ των οποίων μια θλιβερή πλειονότητα αντιμετωπίζει το εκπαιδευτικό έργο ως πάρεργο. Δημιουργικό κίνητρο πλέον δεν υπάρχει στο πανεπιστήμιο… Το πανεπιστήμιο σήμερα συνοψίζεται σε 10-12 εξεταστικές, φυλλάδια με SΟS από τις «σωτήριες» παρατάξεις και πλάγιους τρόπους για να ξεμπερδεύεις με κάτι που πάλεψες τόσο πολύ για να μπεις αλλά θέλεις απεγνωσμένα να βγεις, γιατί πλέον δεν βλέπεις τον λόγο να συνεχίζεις… Η έμπνευση που θα έπρεπε να ξεκινάει από τους διδάσκοντες δηλώνει απούσα, οι ευκαιρίες για δημιουργική εξέλιξη και πρόοδο μοιάζουν με σταγόνα στον ωκεανό και φωτεινή εξαίρεση για τους προνομιούχους ή τους πιο τυχερούς. Ακόμη και το πανεπιστημιακό άσυλο, που κάποτε προάσπιζε την ελευθερία διακίνησης ιδεών μεταξύ των ακαδημαϊκών πολιτών, πλέον μοιάζει να είναι ορφανό και να στερείται ουσίας. Δεν χρειάζεται άσυλο όταν η πρωτοτυπία, η δημιουργική σκέψη και η καινοτομία δηλώνουν απούσες επί καθημερινής βάσης.
Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο όμως είναι ότι βλέπω ένα κομμάτι της γενιάς μου να αδιαφορεί παντελώς και να έχει αφήσει την τύχη της σε άλλους. Είναι πραγματικά δύσκολοι οι καιροί και εμείς νομίζω από την πλευρά μας δεν στεκόμαστε στο ύψος των περιστάσεων. Φαίνεται να περνάμε μια ατελείωτη ακαδημαϊκή εφηβεία που δεν οδηγεί ποτέ στην ωρίμαση. Εχουμε συνεχώς απαιτήσεις, αλλά σαν κακομαθημένα πιτσιρίκια αρνούμαστε να κάνουμε και εμείς κάποιες υποχωρήσεις όσον αφορά τη «φοιτητική καλοπέραση» που μας υποσχέθηκαν κάποιοι λίγο πριν από τις Πανελλήνιες. Ο λόγος που επικεντρώνομαι κυρίως στον ρόλο των φοιτητών είναι γιατί αυτοί αποτελούν την κινητήρια δύναμη του πανεπιστημίου. Αν αυτή η δύναμη δεν προσπαθήσει για ένα καλύτερο και πιο ανταγωνιστικό πανεπιστήμιο, τότε κανένας δεν θα το κάνει. Η αλλαγή πρέπει να αρχίσει μέσα από το πανεπιστήμιο, από την καρδιά του, δηλαδή από τους φοιτητές του… Εδώ που έχουμε φτάσει, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, χρειάζεται πολλή δουλειά και υπομονή από όλους μας.
Ο Γρηγόρης Μακρής είναι ΜD υποψήφιος διδάκτωρ στο Ιmperial College του Λονδίνου
Τα Νέα
0 σχόλια »
Αναρτήθηκε από terracomputerata στο κοινωνία, με ετικέτες: απάτες, σπουδές
Ο Ντάνιελ Χίγκινς είχε γίνει εξαιρετικά δημοφιλής. Σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές, κέρδισε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια βοηθώντας 120 άτομα από τη Σαουδική Αραβία, το Λίβανο, το Κουβέιτ, την Τουρκία και το Κατάρ να διατηρήσουν τις βίζες σπουδαστών που είχαν στην κατοχή τους. Ταυτόχρονα εκείνος είχε την ευκαιρία να αποκτήσει γνώσεις σε διάφορους τομείς.
Αυτή είναι η ιστορία του 46χρονου Χίγκινς, ο οποίος αφιέρωσε 7 χρόνια σπουδάζοντας σε κολέγια. Από το 2002 ως το 2009, παρακολούθησε 10 διαφορετικά σχολεία στη Νότια Καλιφόρνια σπουδάζοντας Κοινωνιολογία, Μάρκετινγκ, Αγγλικά, Διοίκηση Επιχειρήσεων και Μαθηματικά. Γι’αυτό τον πλήρωναν δεκάδες ξένοι σπουδαστές- όλοι από τη Μέση Ανατολή. Έτσι λοιπόν ο Χίγκινς, πήγαινε στα σχολεία, παρακολουθούσε τα μαθήματα και έγραφε εξετάσεις και διαγωνίσματα αντί 1.000-1.500 δολαρίων. Για παράδειγμα, όταν έγραφε εξετάσεις, αμειβόταν με 1.500 δολάρια και για τα μαθήματα της Αγγλικής Λογοτεχνίας έπαιρνε περίπου 1.000.
Μάλιστα, ήταν τόσο καλός σε αυτό που έκανε και περιζήτητος που, σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές, προσέλαβε και προσωπικό για να τον βοηθά. Μεταξύ αυτών ήταν και μια ξανθιά γυναίκα η οποία υποδυόταν τον άνδρα από κάποια χώρα της Μέσης Ανατολής.
Τα Νέα
0 σχόλια »
«Η μαμά φεύγει από τη δουλειά της για να έρθει σε μας. Ζητεί πληροφορίες για τα γερμανικά πανεπιστήμια, ενώ το παιδί δεν ξέρει τίποτε για τις κινήσεις της. Δεν γνωρίζει πόσο δύσκολο είναι το γερμανικό σύστημα, δεν ξέρει γερμανικά, δεν έχει ιδέα πώς υποβάλλεται ηλεκτρονικά μία αίτηση σε ΑΕΙ. Ομως, είναι διατεθειμένη να πληρώσει ώστε να δει το παιδί σε μία σχολή. Οι Eλληνες γονείς δίνουν τα πάντα για τα παιδιά, αλλά αυτά δεν μπορούν να αποφασίσουν για τίποτα. Iσως, τελικά, διότι οι γονείς θέλουν να έχουν τον τελευταίο λόγο». Με πικρό χιούμορ, η κ. Κάτια Γέκελ αντιμετωπίζει καθημερινά τον παραλογισμό των ελληνικών οικογενειών όσον αφορά τις σπουδές των παιδιών τους. Η κ. Γέκελ είναι διευθύντρια του Ενημερωτικού Κέντρου Αθηνών της Γερμανικής Υπηρεσίας Ακαδημαϊκών Ανταλλαγών (DAAD), το οποίο στεγάζεται στο Ινστιτούτο Γκαίτε, επί της οδού Ομήρου. Zει αρκετά χρόνια στη χώρα μας, έχει παντρευτεί Ελληνα νομικό – «Αγαπώ την Ελλάδα», μας λέει-, αλλά έχοντας κριτήριο τη γερμανική πειθαρχία παραμένει αυστηρή με τα στραβά του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. «Το σύστημα πάσχει. Πώς γίνεται οι υποψήφιοι να εισάγονται σε κάποια σχολή στην τύχη, επειδή απλώς τα μόρια εκεί τους κατέταξαν; Πώς μπορεί να μην ενδιαφέρεσαι ουσιαστικά γι’ αυτό που σπουδάζεις; Στην Ελλάδα, οι επιστημονικοί κλάδοι κατατάσσονται με βάση τα μόρια εισαγωγής, και οι περισσότεροι νέοι ζητούν συγκεκριμένες σχολές», λέει.
Σύμφωνα με την ίδια, σε αυτό φταίνε και οι γονείς. «Οι πιο πολλοί νέοι που περνούν από το Κέντρο δεν είναι ώριμοι για σπουδές στο εξωτερικό. Το σχέδιο είναι των γονιών. Υπήρξαν μητέρες που εκλιπαρούσαν να βρούμε μία θέση για το παιδί. Και όλοι θέλουν Ιατρική, Νομική, Πολυτεχνείο. Τους προτείνω να σκεφτούν κάτι πιο μοντέρνο. «Οχι, Ιατρική», επιμένουν. Αυτό δείχνει ότι δεν υπάρχει ισορροπία και ότι η εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι πολύ παραδοσιακή», προσθέτει. «Εκτός από την επιμονή των γονιών και τα κλάματα, τι σας έχει κάνει την πιο μεγάλη εντύπωση;» ρωτώ. Κοντοστέκεται, πίνει λίγο νερό… «Πολλοί ρωτούν εάν ισχύουν όσα γράφουμε στην ιστοσελίδα μας. Φυσικά και ισχύουν, πώς αλλιώς; Ομως, αρκετοί, βάζουν και κάποιον άλλον να ρωτήσει!», απαντά.
Άρθρο του Απ. Λακασά στην Καθημερινή
0 σχόλια »
Μία φυγή των φοιτητών από τις ανθρωπιστικές στις εφαρμοσμένες επιστήμες διαπιστώνει κανείς τα τελευταία χρόνια. Μα και σε αυτές εδώ, ο φοιτητής που πρωτομπαίνει στο πανεπιστήμιο μάταια θα αναζητήσει στη διδακτέα ύλη μαθήματα που να διευρύνουν τους ορίζοντες. Τα μεγάλα ζητήματα που αφορούν το νόημα της ύπαρξης και της ζωής, σαν να έχουν εξοβελιστεί από το πρόγραμμα ως ακατάλληλα.
Από τους πρώτους που το παρατήρησαν αυτό ήταν ο Άντονι Κρόνμαν, καθηγητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο Γέιλ. «Οι πιστώσεις για την έρευνα χορηγούνται μόνο σε καθηγητές που εξειδικεύονται σε κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο», γράφει ο καθηγητής Κρόνμαν στην εφημερίδα «Μπόστον Γκλόουμπ». «Το ίδιο γίνεται και με τους φοιτητές. Οι ανθρωπιστικές έχουν επισκιαστεί από τις φυσικές επιστήμες. Στη φιλοσοφική έρευνα, θα μπορούσε κανείς βάσιμα να ισχυριστεί πως δεν υπήρξε σημαντική πρόοδος από την εποχή του Πλάτωνα. Θα ήταν όμως παράδοξο να ισχυριστεί κάτι παρόμοιο για τον Νεύτωνα ένας φυσικός». Αν επιχειρούσαμε μια τομή στο σύγχρονο πανεπιστημιακό ίδρυμα, θα παρατηρούσαμε μια σειρά από διαδοχικές επιχωματώσεις πάνω στο βασικό υπόστρωμα που είχε θεμελιώσει ένας που θεωρείται από τους ιδρυτές του, ο Βίλχελμ φον Χούμπολτ, όταν ήταν υπουργός Παιδείας της Πρωσίας. Το 1810 ίδρυσε το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου σαν ένα «ιερό» όπου μπορούσε κανείς να αναζητήσει την πάντα φευγαλέα αλήθεια και να κατανοήσει την ουσία της γνώσης. Με τα μυαλά εκείνης της εποχής, η ιδέα του πανεπιστημίου έκλεινε μέσα της έναν χαρακτήρα φιλοσοφικό.
Οι φοιτητές νιώθουν σήμερα ένα κενό, σαν να έχουν χάσει την ψυχή τους σε πανεπιστήμια που δεν πιστεύουν ότι αξίζει να διερευνήσουν το πιο σημαντικό ερώτημα που βρίσκει μπροστά του ο άνθρωπος από τη στιγμή που θα γεννηθεί: ποιος είναι ο σκοπός μου και γιατί. Στην πιο προηγμένη τεχνολογικά χώρα, την Αμερική, σε έρευνα που έγινε το 2004 με τη συμμετοχή 110.000 δευτεροετών φοιτητών, οι μισοί από αυτούς είπαν ότι αναζητούσαν ευκαιρίες για να διευρύνουν τους πνευματικούς τους ορίζοντες. Δεν είναι τυχαίο που το Χάρβαρντ έκανε πριν από δύο χρόνια μια θεαματική στροφή κι έβαλε στο πρόγραμμά του το μάθημα «Πίστη και πολιτισμός». Κάτι παρόμοιο έκαναν και τα πανεπιστήμια της Καλιφόρνιας και της Φλόριντα για να ανταποκριθούν στις βαθύτερες υπαρξιακές ανησυχίες των φοιτητών τους. Σε μια χώρα όπου λατρεύεται ο θεός του χρηματιστηρίου είναι σωστό θαύμα να βλέπει κανείς τόσο πολλούς φοιτητές να νιώθουν την ανάγκη να αναζητήσουν τη χαμένη ψυχή τους κάτω από τις διαδοχικές επιχωματώσεις όπου το πολιτικό και οικονομικό σύστημα έθαψε καθηγητές και φοιτητές.
Η γνώση έγινε «εφαρμοσμένη» ελπίδα για επιβίωση εκτός ανεργίας και τα πανεπιστήμια μαγαζιά μαζικής παραγωγής. Όσα από αυτά δεν ετοιμάζουν την ελίτ της επόμενης δεκαετίας, παράγουν μαζικά τροφή για την ανεργία. Κι ούτε στα μεν ούτε στα δε υπάρχει μια γενική ιδέα που να ενώνει τη γνώση με τη ζωή.
Δρόμοι του Ρούσσου Βρανά στα Νέα
0 σχόλια »
Tα δυο δημοσιεύματα του ΒΗΜΑτος (12 και 19 Ιουλίου) δεν προκάλεσαν τις αντιδράσεις που τους άρμοζαν. Μας πληροφορούν ότι εκπρόσωποι των δύο μεγάλων -και αντίπαλων κατά τα λοιπά- φοιτητικών παρατάξεων, της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ, συνέταξαν από κοινού λίστα υποψηφίων που «πρέπει να επιλεγούν» στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Και την υπέβαλαν στον αρμόδιο καθηγητή, για να ξέρει ποιους πρέπει να επιλέξει! Θα προηγούνταν βέβαια, για τα μάτια του κόσμου, οι τυπικές διαδικασίες (εξετάσεις, προσωπική συνέντευξη κλπ), αλλά είναι σαφές ότι τα αποτελέσματά τους δεν αποτελούν το πρώτο κριτήριο επιλογής. Ο καθηγητής «επέλεξε» όλους τους υποψηφίους της λίστας. Ανάμεσά τους, συγγενείς πολιτικών, γραμματείς τοπικών παραγόντων, μέλη και φίλοι των φοιτητικών παρατάξεων, υποψήφιοι με βαθμό 5,85 όταν απαιτείται ελάχιστο 6, άλλοι που έχουν συμπληρώσει το 50ό έτος της ηλικίας τους. Ενας από τους επιτυχόντες δεν έχει πάρει ακόμη το πτυχίο του! Η είδηση αυτή είναι μια επιτομή του ευτελισμού του δημόσιου πανεπιστημίου και της ανομίας, του κυνισμού, του ραγιαδισμού και της διαφθοράς, που σήμερα βασιλεύουν στην υπό κατάρρευση δημοκρατία μας.
Διαβάστε όλο το άρθρο του Διονύση Γουσέτη στην Καθημερινή
0 σχόλια »
Για την ακρίβεια το Αγγλικό Birmingham City University προσφέρει μεταπτυχιακό στα Social Media ξεκινώντας από τον επόμενο χρόνο.
Η ύλη του συγκεκριμένου μεταπτυχιακού περιλαμβάνει την κατανόηση νέων μέσων όπως το Facebook, Twitter και Bebo και απευθύνεται, σύμφωνα με τον υπεύθυνο του προγράμματος Jon Hickman, σε κοινό “πέρα από το συνηθισμένο, πέρα από τους geeks” και σε κοινό “που ενδιαφέρεται για καριέρα στην δημοσιογραφία και στις δημόσιες σχέσεις”.
Σε λίγα χρόνια λοιπόν θα έχουμε και ειδικούς facebookολόγους!
0 σχόλια »
|