ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλά προγράμματα στο Ιντερνετ που προσφέρονται δωρεάν και σας επιτρέπουν να κάνετε αναπαραγωγή ταινιών και βίντεο στους υπολογιστές σας.
Το www.vaymax.com είναι ένα από αυτά, με τη διαφορά πως η ποιότητα εικόνας που προσφέρει είναι απίστευτης ευκρίνειας. Απολαύστε τις ταινίες σας σε HD χωρίς να χρειάζεται να τις δείτε σε τηλεόραση υψηλής ευκρίνειας, απλώς κατεβάζοντας αυτό το πρόγραμμα. Μπορεί να παίξει αρχεία -μεταξύ άλλων- flv, mov, mp4, m4v, m4a, mp3, 3g2, jpg, swf, png, gif και υποστηρίζεται από σχεδόν όλους τους browser: Chrome, Opera, Ι.Explorer, Maxton, Flock, Safari, Traveler, Netscape και Firefox. Για να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται: παίζει τα πάντα, στα πάντα και με τέλεια εικόνα. Δεν είναι και άσχημα…
Ο Καζανόβας του Φελίνι παραμένει η κορωνίδα των πάμπολλων ταινιών που γυρίστηκαν για τη ζωή και τα έργα του διάσημου καρδιοκατακτητή. Με την ταινία αυτή ο Φελίνι αγγίζει την ουσία του κινηματογράφου και δημιουργεί την απόλυτη ταινία. Αποτελεί κομψοτέχνημα της έβδομης τέχνης κι αυτό χάρη στην μοναδική εικαστική ομορφιά της αλλά και τη μελαγχολία της παρακμής που μας μεταφέρει. Στην ταινία του απογυμνώνει το μύθο και μας παρουσιάζει μια άλλη όψη του διάσημου καρδιοκατακτητή, εκείνη δηλαδή ενός τυχοδιώκτη που σπαταλά τη ζωή του προσφέροντας ευχαρίστηση στις γυναίκες μόνο και μόνο για να καλύψει τις ανάγκες ενός απεγνωσμένου Εγώ. Ο Φελίνι δημιουργεί την ατμόσφαιρα του με τα τεράστια, γυμνά και πλήρως αντιρρεαλιστικά σκηνικά που έστησε για την ταινία στα στούντιο της Τσινετσιτά. Τα κοστούμια εναρμονίζονται πλήρως με την αίσθηση της παρακμής, ενώ η εικόνα ολοκληρώνεται με τις εντυπωσιακές φυσιογνωμίες ηθοποιών και κομπάρσων, με προεξέχουσα φυσικά εκείνη του σπουδαίου Ντόναλντ Σάδερλαντ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ο Γίρι Μέντζελ γεννήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου στην Πράγα. Είναι ξακουστός Τσέχος σκηνοθέτης κινηματογράφου και θεάτρου, ηθοποιός και σεναριογράφος. Έγινε διάσημος το 1967 με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Ο Άνθρωπος που Έβλεπε τα Τρένα να Περνούν κερδίζοντας το Βραβείο Καλύτερης Ξένης Ταινίας, σε μια εποχή που προανήγγελλε την «Άνοιξη της Πράγας» και το πείραμα ενός σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία, το οποίο, όμως, καταπνίγηκε στο αίμα με την εισβολή των τανκς του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Άλλη μια ταινία του, η μαύρη κωμωδία My Sweet Little Village ήταν υποψήφια για την ίδια κατηγορία βραβείων. Το 1969 το σοβιετικής καθοδήγησης καθεστώς απαγόρευσε την προβολή της ταινίας του με τίτλο Larks on a String που προβλήθηκε τελικά 20 χρόνια μετά όταν η Βελούδινη Επανάσταση έφερε το τέλος του καθεστώτος. Οι ταινίες του διαπνέονται από ένα συνδυασμό ανθρωπιστικής αντίληψης και σαρκασμού.
Στη Σταλινική Πράγα τη δεκαετία του ’50, μια ομάδα ανθρώπων που διαφωνούν με το καθεστώς βρίσκονται έγκλειστοι σε ένα κέντρο ‘εθελοντικής εργασίας’, μια ειδική φυλακή πολιτικής αναμόρφωσης. Ανάμεσά τους είναι ένας δημόσιος κατήγορος, ένας ‘παρακμιακός’, ένας παραγωγός γαλακτοκομικών και ένας μάγειρας.
Όλοι τους δουλεύουν μέσα στο αναμορφωτήριο, ενώ δίπλα τους βρίσκεται και η αντίστοιχη γυναικεία φυλακή. Σε μια κοινή συνάντηση όλων των κρατουμένων, ο νεαρός μάγειρας Πάβελ γνωρίζει μια όμορφη κρατούμενη, την Γίτκα και ερωτεύονται αμέσως.
Τώρα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να ζήσουν την αγάπη τους και να παντρευτούν, ενώ τους χωρίζει ο τοίχος της κοινής τους φυλακής…
Ενώ οι γυναίκες προτιμούν να «ποστάρουν» φωτογραφίες από κοινωνικές συγκεντρώσεις, οι άνδρες «αναρτούν» συνήθως φωτογραφίες από χόμπι ή links που παραπέμπουν σε άρθρα πολιτικού περιεχομένου.
Νέα έρευνα έρχεται να αντικρούσει την αντίληψη αρκετών ότι τα social media -όπως το περίφημο Facebook- δεν ενισχύουν τους προσωπικούς δεσμούς. Σύμφωνα με τους ερευνητές του Πανεπιστημίου του Τέξας η ταχύτατη διάδοση του Facebook (με 500 εκατομμύρια χρήστες παγκοσμίως) φαίνεται να μην υποβαθμίζει την αλληεπίδραση μεταξύ φίλων και συναδέλφων.
«Στην πραγματικότητα, πιστεύουμε ότι υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι τα social media προσφέρουν νέες δυνατότητες έκφρασης φιλίας, αμεσότητας και κοινωνικοποίησης», δήλωσε χαρακτηριστικά ο S. Craig Watkins, αναπληρωτής καθηγητής ραδιοφώνου, τηλεόρασης και κινηματογράφου στο πανεπιστήμιο του Τέξας και επικεφαλής της έρευνας.
Σε δείγμα 900 φοιτητών και αποφοίτων, περισσότερο από το 60% των χρηστών Facebook είπε ότι στην κορυφή των αγαπημένων του δραστηριοτήτων ήταν το status update. Την ίδια στιγμή, ένα ποσοστό της τάξης του 60% έγραφε σχόλια στο προφίλ των προηγούμενων ενώ το 49% «πόσταρε» μηνύματα και σχόλια σε «φίλους».
Η χρήση του Facebook, σύμφωνα με την έρευνα, εμφανίζει διαφορές τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. «Βρήκαμε ότι το περιεχόμενο για το γυναικείο φύλο είναι πιο συναισθηματικό· αποζητούν περισσότερο τη γνωριμία», λέει ο Watkins και συνεχίζει: «Για τους άνδρες, είναι περισσότερο λειτουργικό».
Ενώ οι γυναίκες προτιμούν να «ποστάρουν» φωτογραφίες από κοινωνικές συγκεντρώσεις, οι άνδρες «αναρτούν» συνήθως φωτογραφίες από χόμπι ή links που παραπέμπουν σε άρθρα πολιτικού περιεχομένου ή ποπ-κουλτούρας. Όπως και να ‘χει η αυξανόμενη χρήση του Facebook αναδεικνύει νέες προκλήσεις για τους εφήβους καθώς χρειάζεται να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους σ’ έναν κοινωνικό κύκλο που μεγαλώνει συνέχεια.
ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ (In The Mood For Love)
Χονγκ Κονγκ, 1962. Ο Τσάου, αρχισυντάκτης μιας τοπικής εφημερίδας, μετακομίζει με τη σύζυγό του σ’ένα καινούργιο σπίτι. Εκεί γνωρίζεται με τη Λι-Ζεν, την όμορφη γυναίκα της διπλανής πόρτας, σύζυγο ενός αντιπροσώπου μεγάλης ιαπωνικής εταιρείας, ο οποίος βρίσκεται συνήθως σε επαγγελματικό ταξίδι. Η σύζυγος του Τσάου λείπει, επίσης, συχνά από το σπίτι κι έτσι εκείνος συνηθίζει όλο και περισσότερο την παρουσία της γειτόνισσάς του, Λι-Ζεν. Γίνονται φίλοι και κάποτε θα συνειδητοποιήσουν ότι οι σύζυγοί τους είναι εραστές. Ίσως κι εκείνοι μεταξύ τους; Εάν όχι ήδη, θα αφεθούν τελικά στο παράξενο αυτό παιχνίδι της μοίρας;
Το κλίμα της εποχής είναι τέλεια φωτογραφημένο με κοντινά υγρά πλάνα. Ο φακός του Κρίστοφερ Ντόιλ παρακολουθεί ηδονοβλεπτικά και πάντα από τις πιο απίθανες γωνιές, πίσω απ’ τα κάγκελα, μέσ’ από τρύπες, από θέσεις αθέατες, συνωμοτώντας στην ερωτική ασφυξία και την ηδονική απραξία του ζεύγους.
Πρώτο Βραβείο πανελλήνιου Διαγωνισμού ΕΡΤ “Ενας πλανήτης μία ευκαιρία για το περιβάλλον”. Μία παραγωγή του Λουκά Λελόβα, μαθητή του 2ου Γυμνασίου Πρέβεζας.
Κάπως έτσι πρέπει να ήταν και τότε, όταν οι κάτοικοι της καταδικασμένης πόλης επέμεναν να ζουν τις ζωές τους όπως πριν, ανίκανοι να ερμηνεύσουν τα σήματα που τους έστελνε το ηφαίστειο – το τόσο οικείο, στη σκιά του οποίου ζούσαν αυτοί και οι πρόγονοί τους, στις πλαγιές του οποίου καλλιεργούσαν τα αμπέλια των παππούδων τους. Η ανθρώπινη συνήθεια –η κατανόηση της αλληλουχίας ζωής και θανάτου– αφόπλισε τα ένστικτα επιβίωσης του καθενός και της κοινωνίας. Από τη μια στιγμή στην άλλη, οι άνθρωποι, τα ζώα τους, οι περιουσίες τους, πέρασαν από την καθημερινότητα στην καταστροφή.
Σήμερα κανείς δεν ξέρει πώς αυτή η κρίση –η προσωπική, η εθνική, η παγκόσμια– θα αλλάξει εμάς και τον κόσμο. Δεν μπορούμε να πούμε (εκτός από τους καθ’ έξιν καταστροφολόγους ανάμεσα μας) ότι ήρθε το τέλος. Αυτό που γνωρίζουμε, όμως, είναι ότι τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Στην καλύτερη περίπτωση, καταλάβαμε καλά ότι ούτε η δική μας εποχή εξαιρείται από τους βίαιους κανόνες της φύσης, ούτε εμείς από τις συνέπειες των λαθών μας. Κρατάμε ακόμα τα στοιχεία της καθημερινότητας, προσπαθούμε να τα βγάλουμε πέρα με τις στάχτες που άρχισαν να πέφτουν πάνω μας, αλλά βλέπουμε άλλους να πέφτουν και να δυσκολεύονται να σηκωθούν, και για πρώτη φορά αισθανόμαστε ότι ίσως η τέφρα θα γίνει ο τάφος μας.
Ισως είναι σύμπτωση ότι στην ίδια την Πομπηία τον τελευταίο μήνα κατέρρευσε ένα κτίριο και μέρος ενός άλλου – οι σημαντικότερες απώλειες απ’ όταν η πόλη θάφτηκε στις στάχτες του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. Ισως, όμως, είναι απόδειξη ότι, στις μέρες μας, η οικονομική κρίση, η κρατική ανικανότητα σε τόσα πράγματα και αδιαφορία (σε μικρό ή μεγάλο βαθμό) προς τη διαχείριση της ιστορικής κληρονομιάς, καθώς και οι συνέπειες της αλλαγής του κλίματος, αποτελούν ένα τοξικό μείγμα το οποίο δηλητηριάζει το σήμερα και καταδικάζει το χθες και το αύριο.
Σε παγκόσμια κλίμακα, τι βλέπουμε, πέρα από τα οικονομικά αδιέξοδα και τις κλιματικές αλλαγές που αναφέραμε; Η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται στη σοβαρότερη κρίση από την ίδρυσή της, με ηγέτες ανίκανους να την ωθήσουν προς την ισχυρότερη ένωση και τη σωτηρία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βυθίζονται στην αυτοκαταστροφή της ανόητης εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης και της εμπλοκής σε πολλές ατελέσφορες διεθνείς κρίσεις. Δεν φαίνονται να πετυχαίνουν τη δική τους ανάκαμψη ούτε αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο στην αναμόρφωση του διεθνούς οικονομικού και πολιτικού συστήματος εν όψει των όλο και μεγαλύτερων κρίσεων που αυτό αντιμετωπίζει. Εάν δεν γίνουν σοβαρές προσπάθειες σε αυτή την κατεύθυνση, αν αποτύχει η σημερινή παρέμβαση της Ε.Ε. και του ΔΝΤ στην Ευρώπη, σύντομα όποια χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα δεν θα μπορεί να βρει στήριγμα πουθενά. Με όλα αυτά, ο πολίτης αισθάνεται πιο ευάλωτος, πιο γυμνός, από ποτέ.
Και εμείς εδώ –ζαλισμένοι φύλακες αυτών των βράχων μέσα στη θάλασσα– τι κάνουμε; Αρχίσαμε να βλέπουμε τις πραγματικές διαστάσεις του κινδύνου: η συσσώρευση χρεών και κάθε είδους σκουπιδιών, και η σχεδόν καθολική αδιαφορία για το κοινό καλό, σχημάτισαν όχι ένα βουνό, αλλά ένα ηφαίστειο που ελευθέρωσε δυνάμεις ικανές να μας αφανίσουν. Ποτέ δεν ήταν τόσο μόνος αυτός ο λαός – είτε σαν κράτος στην κοινωνία των κρατών είτε σαν πολίτης μέσα στη χώρα του. Οχι ότι η ελληνική ιστορία δεν είναι μια αλυσίδα από πολέμους, ξένες κατοχές, επαναστάσεις, πραξικοπήματα, εμφύλιες συρράξεις, αδικίες, λοιμούς, φυσικές καταστροφές και ανυπέρβλητα χρέη. Η διαφορά σήμερα είναι ότι αισθανόμαστε πως δεν έχουμε πια τους εσωτερικούς πόρους για να αντιμετωπίσουμε την κρίση ούτε τους φίλους που είχαμε. Δεν ζούμε πια σε κοινωνία όπου ο ένας μπορεί να βοηθήσει τον άλλον· αφήσαμε το χωριό γι’ αυτό που πιστεύαμε ότι ήταν σύγχρονο κράτος, αλλά το υπονομεύσαμε οι ίδιοι με τις συμπεριφορές μας. Την ίδια ώρα, δεν υπάρχουν ξένες δυνάμεις οι οποίες –για όποιους λόγους– θα μας βοηθήσουν την κρίσιμη στιγμή, όπως έκαναν τόσες φορές στο παρελθόν.
Σήμερα η βοήθεια από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ είναι ό,τι καλύτερο μπορούμε να περιμένουμε, με όλες τις δυσκολίες που αυτή δημιουργεί για την κοινωνία μας. Εχοντας προκαλέσει μόνοι μας την καταστροφή, δεν μπορούμε να περιμένουμε περισσότερα από κανέναν. Σαν τους γείτονές μας στην Πομπηία, δεν γνωρίζουμε αν όποια προσπάθεια διαφυγής και σωτηρίας έχει κανένα νόημα πλέον. Αλλά πρέπει να την κάνουμε.
Το μέλλον του Τύπου είναι ψηφιακό, λένε πολλοί. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν γαλατικά χωριά όπου το χαρτί αντιστέκεται, όμως το ερώτημα δεν είναι «μέχρι πότε;», αλλα μέχρι πότε θα υπάρχει η έννοια της απαιτητικής, της «βαθιάς», όπως συχνά τη χαρακτηρίζουν, ανάγνωσης, μέχρι πότε θα υπάρχει η έννοια της δημιουργικής δημοσιογραφίας (που δεν είναι παραλλαγή της δημιουργικής λογιστικής).
Η κυκλοφορία των εφημερίδων μετριέται με ακρίβεια από τα πρακτορεία, όμως οι μετρήσεις τηλεθέασης είναι μια πονεμένη ιστορία. Η περιοδική αμφισβήτησή τους δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, ενώ η πιο συνηθισμένη αντίρρηση αφορά την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος. Ωστόσο, η συναίνεση (διαφημιστών και καναλιών) ως προς την αποδοχή των «επίσημων» ποσοστών τηλεθέασης βαραίνει περισσότερο από την ακρίβεια, λένε κάποιοι ειδικοί. Ομως το πεδίο στο οποίο δεν υπάρχει συναίνεση ως προς την ακρίβεια των μετρήσεων είναι το Διαδίκτυο, που αρχικά χαιρετίστηκε σαν «το πιο μετρήσιμο μέσο όλων των εποχών.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες δύο είναι οι μεγάλες εταιρείες μετρήσεων στο Διαδίκτυο, τις οποίες εμπιστεύονται οι διαφημιστές, η comScore και Νielsen, που όμως συχνά δίνουν πολύ διαφορετικά αποτελέσματα ως προς τη δημοτικότητα των διάφορων ιστότοπων. Π. χ., το site της Washington Post δέχτηκε φέτος τον Μάιο 17 εκατ. επισκέπτες σύμφωνα με τη μια εταιρεία και 10 εκατ. σύμφωνα με την άλλη. Αυτή η αριθμητική αβεβαιότητα επηρεάζει άμεσα τη διαδικτυακή διαφήμιση, που γενικά παραμένει πολύ χαμηλή.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα της Σχολής Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια, το πρόβλημα με τις μετρήσεις στο Διαδίκτυο είναι το πλήθος των πραγμάτων που μπορούν να μετρηθούν. Ετσι, μεμονωμένα sites εισάγουν και άλλες παραμέτρους, όπως την «πυκνότητα της χρήσης», τον «χρόνο που διατίθεται στην ανάγνωση», τον «βαθμό διάδρασης» κ. ά. Κάποια sites πειραματίζονται με ένα άλλο εργαλείο ανάλυσης, το ChartBeat που επικεντρώνεται στις δραστηριότητες που αναπτύσσονται κατά τα τελευταία 15 δευτερόλεπτα της επίσκεψης: τι βλέπει, τι διαβάζει ο επισκέπτης, τι σχολιάζει, πού κάνει link, τι τυπώνει, τι στέλνει σε άλλους μέσω e-mail ή Τwitter κ. λπ. Εδώ σημειώθηκε μια εντυπωσιακή ανακάλυψη, δηλαδή ότι «σχεδόν όλοι οι αναγνώστες εγκαταλείπουν τα μεγάλα κείμενα προτού καν φτάσουν στη μέση». Και αυτή η διάγνωση θέτει ακανθώδη ερωτήματα ως προς τον ρόλο και τον αντίκτυπο της ψηφιακής δημοσιογραφίας.
Η αλήθεια δεν χωράει πάντα σε 17 λεξεις, σε 160 χτυπήματα. Οχι μόνο η αναζήτηση αλλά και η διατύπωσή της. Η δημοσιογραφία που δεν είναι fast food απαιτεί χρόνο όχι απλώς για τη διασταύρωση της είδησης, αλλά για το ζύγισμα, την αξιολόγηση, την ανάλυση και την παρουσίαση των «αληθινών ειδήσεων», οι οποίες, όπως είχε πει ένας κορυφαίος Αμερικανός δημοσιογράφος, ο Ρίτσαρντ Ριβς, «είναι αυτές που χρειαζόμαστε για να διατηρήσουμε τις ελευθερίες μας». Δευτερεύουσα σημασία έχει το αν αυτές οι ειδήσεις παρουσιάζονται στο χαρτί ή στην οθόνη.
Οι ελευθερίες δεν είναι δοσμένες μια για πάντα, ενώ κανείς δεν είναι ισόβιος και αδιαμφισβήτητος κάτοχος της αλήθειας. Η αναζήτηση της αλήθειας εκ μέρους του δημοσιογράφου απαιτεί χρόνο και κόπο, συχνά και ρίσκο, ενώ η παρουσίασή της δεν έχει σχέση με το μέσο (χαρτί ή οθόνη), αλλά και με κάποιους παλιομοδίτικους παράγοντες, όπως την ανεξαρτησία απέναντι στις κυβερνητικές και άλλες εξουσίες, την καλλιέργεια, την ακεραιότητα, το ύφος.
Μεγάλα λόγια και εύκολα; Ομως τα λόγια, ο λόγος, οι ιδέες μάς κράτησαν όρθιους σε δύσκολες στιγμές και ίσως θα μπορούσαν να μας κρατήσουν και σήμερα.
O Στάθης Τσαγκαρουσιάνος στη LIFO:
Τον τελευταίο καιρό, η έγνοια της δουλειάς και η ατμόσφαιρα της πόλης με έχουν απομακρύνει από ό,τι κάνει ωραία τη ζωή: την Τέχνη, τους φίλους, τα ταξίδια. Αλλά, μια σύμπτωση, συχνά με αποζημιώνει. Στο μάρμαρο του μπάνιου, δεν ξέρω πώς, βρέθηκε ξανά παρατημένο ένα παλιό μου CD: Τα τέσσερα τελευταία τραγούδια του Ρίχαρντ Στράους με την Ελίζαμπεθ Σβάρτσκοπφ, στην κλασική ηχογράφηση του Szell (1966).
Αν και δεν έχει τον απαλό ίλιγγο (τόσο απαλό που μοιάζει με τρέμισμα του αέρα) στην κορυφαία εκτέλεση της Γκούντουλα Γιάνοβιτς με τον Κάραγιαν (1973), αυτή εδώ είναι η εκτέλεση που αγάπησα – και τώρα την ξανακούω καταλαβαίνοντας καλύτερα. Διότι αυτά τα τέσσερα ποιήματα που μοιάζουν με αποχαιρετισμό στη ζωή καθώς πέφτει η νύχτα (η πατρίδα του ρομαντισμού) αλλιώς τα καταλαβαίνει ένα παιδί κι αλλιώς ένας προχωρημένος ενήλιξ.
Τα έγραψε ο Ρίχαρντ Στράους στα 86 χρόνια του, για να παιχτούν μετά την αποδημία του. Τα τρία βασίζονται σε ποιήματα του Χέρμαν Έσσε, το τέταρτο και καλύτερο είναι πάνω σε στίχους ενός πιο άδοξου ρομαντικού ποιητή, του Γιόζεφ φον Άιχεντορφ. Μιλούν για την κούραση της περιπλάνησης, τη βροχή του Σεπτέμβρη σε έναν κήπο που πεθαίνει (η «σπασμένη σέρα» του Καρυωτάκη), την ήσυχη ενατένιση της μέρας που τελειώνει, διπλώνοντας τον κόσμο σαν λουλούδι (ολόιδια αίσθηση ανακαλεί η «Πρωτομαγιά» του Βιζυηνού και όλοι σχεδόν οι Έλληνες της «Χαμηλής Φωνής») – με λίγα λόγια: είναι το αντίο του κόσμου, με αξιοπρέπεια, αποδοχή, γαλήνη.
Τα έγχορδα (σαν θάλασσα, βαθύς κυματισμός), το όμποε και το κόρνο αναπτύσσουν τεράστιες μουσικές προτάσεις που εκρήγνυνται και σβήνουν με την υπόκωφη δύναμη του παφλασμού – σαν να ακούς από μακριά τον ωκεανό. Δημιουργούν την αίσθηση της καστανής, βρεγμένης γης στις άδειες εκτάσεις της Μεσευρώπης, την «έρημη κι άδεια θάλασσα» του Τριστάνου και της Ιζόλδης που αναφέρει ο Έλιοτ -τοπία που ο Φρίντριχ έκανε ζωγραφική και ο Γκέοργκ Τρακλ στίχους. Πάνω από αυτό το βαθύ, πυκνό ύφασμα, η γυάλινη φωνή της σοπράνο λάμπει σαν ακτίνα λέιζερ: κάτι σκληρό και ολόφωτο. Όπως η ζωή.
Ακούω, λοιπόν, σχεδόν κάθε πρωί αυτό το CD και κατά κάποιον τρόπο παρηγοριέμαι. Θα περάσει κι αυτό!
Σας μεταφράζω βιαστικά (από τα αγγλικά) τους στίχους του Άιχεντορφ για το τέταρτο και τελευταίο τραγούδι.
Στη Δύση – Im Abendrot
Περάσαμε μέσα από χαρές και λύπες
χέρι χέρι
Τώρα μπορούμε να ξεκουραστούμε από την περιπλάνηση
“Cadavre Exquis” είναι το όνομα μιας τεχνικής που επινοήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τους Σουρεαλιστές και αφορά τη συνένωση λέξεων ή εικόνων που προέρχονται από πολλούς συνδημιουργούς, με τελικό στόχο τον σχηματισμό ενός ενιαίου έργου. Ο γνωστός αμερικάνος σκηνοθέτης Τιμ Μπάρτον μεταφέρει την παραπάνω μέθοδο στον κόσμο του διαδικτύου και ζητά από τους χρήστες του Twitter tweets. να συνθέσουν από κοινού μια συλλογική ιστορία, χρησιμοποιώντας tweets.
Στο εγχείρημα μπορεί να συμμετάσχει οποιοσδήποτε πηγαίνοντας στη σελίδα #BurtonStory και συνεχίζοντάς την ιστορία από το τελευταίο tweet. Για να συμπεριληφθεί το tweet του στην σελίδα, αρκεί να προσθέσει στο τέλος του το hashtag #BurtonStory. Ο κάθε χρήστης μπορεί να στείλει όσα tweets θέλει, αλλά μόνο τα καλύτερα από αυτά θα επιλεγούν για το χτίσιμο της ιστορίας.
Το “Tim Burton’s Cadavre Exquis” ξεκίνησε στις 22 Νοεμβρίου και θα ολοκληρωθεί στις 6 Δεκεμβρίου 2010. Το «πείραμα» διεξάγεται στα πλαίσια έκθεσης που θα πραγματοποιήσει ο σκηνοθέτης στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο (TIFF).
Στη σελίδα burtonstory.com μπορείτε να παρακολουθήσετε την εξέλιξη της ιστορίας αλλά και να διαβάσετε όλα τα tweets που έχουν υποβληθεί.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή