Αρχείο για 10 Δεκεμβρίου, 2010

Για πρώτη φορά, ο πόλεμος κατά της λογοκλοπής στα ελληνικά πανεπιστήμια λαμβάνει σάρκα και οστά. Ενόψει της αυριανής Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Διαφθοράς, 265 μέλη πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων της Ελλάδας και του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων καθηγητές όλων των βαθμίδων, ερευνητές και επιστήμονες, συνυπογράφουν διακήρυξη κατά της λογοκλοπής, η οποία σύμφωνα με τους ίδιους έχει διαδοθεί σε «απαράδεκτα ευρεία κλίμακα» στην ανώτατη εκπαίδευση.

«Με θλίψη και αυξανόμενη ανησυχία παρακολουθούμε τη διάδοση και εξέλιξη της λογοκλοπής μέσα στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση, σε επίπεδο προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών, υποψηφίων διδακτόρων και πανεπιστημιακών δασκάλων», αναφέρεται στη διακήρυξη. «Η λογοκλοπή, η ιδιοποίηση πνευματικής ιδιοκτησίας άλλων, είναι πράξη ηθικά ανεπίτρεπτη και παράνομη στις σύγχρονες πολιτισμένες και ευνομούμενες κοινωνίες. Η αντιμετώπιση όμως των καταγγελιών από τα αρμόδια όργανα των ΑΕΙ δεν είναι η ενδεδειγμένη. Σπάνια επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις στους παραβάτες, τόσο για την πράξη αυτή καθαυτή όσο και για την ιδιοποίηση ξένου επιστημονικού έργου με σκοπό την προσωπική πανεπιστημιακή ανέλιξη».

Την ίδια ώρα, στα πανεπιστήμια γίνεται της… λογοκλοπής. «Δυστυχώς τα κρούσματα συνεχώς πληθαίνουν», λέει στην «Κ» ο καθηγητής του ΑΠΘ κ. Βασίλης Μούγιος, εκ μέρους της ομάδας πρωτοβουλίας. «Τόσο σε επίπεδο φοιτητών που “κατεβάζουν” από το Ιντερνετ τις εργασίες τους όσο και σε επίπεδο καθηγητών που ιδιοποιούνται εργασίες ακόμα και φοιτητών τους και τις παρουσιάζουν ως δικές τους σε άρθρα και βιβλία.

Ομως, η αντιμετώπιση είναι πάντα χλιαρή. Γι’ αυτό και πολλοί θεωρούν ότι “συμφέρει” να αντιγράψεις. Στα πανεπιστήμια επικρατεί μια κακώς εννοούμενη συναδελφική αλληλεγγύη η οποία μας βλάπτει στα μάτια της κοινής γνώμης. Δίνουμε την εικόνα ενός διεφθαρμένου χώρου, τη στιγμή που θα έπρεπε να είμαστε η αφρόκρεμα του πνευματικού κόσμου».

Χαρακτηριστικό είναι πάντως ότι από τους περίπου 70 πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις των ελληνικών πανεπιστημίων, μόνο 4 έχουν υπογράψει το κείμενο. «Δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιποι είναι υπέρ της λογοκλοπής, όμως είναι ενδεικτικό τού πόσο ταμπού παραμένει το θέμα», συνεχίζει ο κ. Μούγιος.

Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη παρέκει. «Ως πνευματικοί άνθρωποι του τόπου δεν μπορούμε να μείνουμε αδιάφοροι», γράφουν στο κείμενο οι 265 πανεπιστημιακοί, που ζητούν μηδενική ανοχή σε φαινόμενα λογοκλοπής, καθιέρωση μαθημάτων και σεμιναρίων για έρευνα και συγγραφή επιστημονικών έργων, καθιέρωση μηχανισμών ελέγχου της πρωτοτυπίας των παραγόμενων πνευματικών έργων και προσθήκη στον εσωτερικό κανονισμό ή κώδικα δεοντολογίας των ΑΕΙ της απαγόρευσης και καταδίκης της πρακτικής (σ. σ. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας έχει ήδη ξεκινήσει προσπάθεια με σεμινάρια, αλλά και ειδική αναφορά στον Κώδικα Δεοντολογίας).

«Η πρωτότυπη επιστημονική εργασία είναι πολύ απαιτητική. Θέλει προσπάθεια και ενασχόληση με αυτό στο οποίο είμαστε ταγμένοι», καταλήγει ο κ. Μούγιος. «Οπως και στον αθλητισμό έτσι και στα πανεπιστήμια, όποιος δεν θέλει να βρέξει τη φανέλα, χωρίς αυστηρούς κανόνες ρέπει προς την εξαπάτηση».

Της Λίνας Γιάνναρου στην Καθημερινή

Comments 0 σχόλια »

Ξεκινώ από δύο απλές διαπιστώσεις, που νομίζω ότι –λίγο ώς πολύ– έχουν γενική ισχύ: Κατ’ αρχάς, ότι, κατά κανόνα, στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου, όλα τα μεγάλα πανεπιστήμια στεγάζονται σε μεγαλοπρεπή, μνημειακά κτίρια και, δεύτερον, ότι κάθε πανεπιστήμιο αντάξιο του τίτλου του διαθέτει μια μεγάλη βιβλιοθήκη. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά εκφράζουν τη θέση των συγκεκριμένων ιδρυμάτων στην κοινωνική οργάνωση, καθώς και τη λειτουργία τους. Το πανεπιστήμιο διαθέτει βιβλιοθήκη (και ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, στην εποχή του Διαδικτύου), επειδή, πέρα από τις ειδικές γνώσεις που παρέχει και θα κάνουν έναν απόφοιτό του νομικό ή μηχανολόγο, η διαδικασία ώς την απόκτηση του πτυχίου τον μαθαίνει να σκέπτεται και να ερευνά. Στεγάζεται, δε, σε εγκαταστάσεις λαμπρές και περίοπτες, επειδή αυτό που προσφέρει είναι εξαιρετικά σημαντικό για την κοινωνία που υπηρετεί: παράγει την πνευματική ελίτ του τόπου.

Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, τίποτε από αυτά τα δύο δεν ισχύει πλέον. Ξεκινώντας από τα κτίρια, ώς πριν από μερικά χρόνια ήταν σύνηθες το φαινόμενο της κατάληψης και του βανδαλισμού του ιστορικού κτιρίου του Καποδιστριακού ή του Μετσοβίου από τα πάσης φύσεως «παιδιά». Αλλά και ουδείς (εκ των αρχών) ενοχλείται όταν Αφρικανοί μετανάστες χρησιμοποιούν τον χώρο των Προπυλαίων ως υπαίθριο παζάρι για τις μαϊμούδες που εμπορεύονται. (Τολμά κανείς να κάνει το ίδιο μπροστά από το University College του Λονδίνου;) Δείτε, επίσης, το κτίριο της Νομικής Σχολής στη Σόλωνος. Κάθε χρόνο, στις αρχές Αυγούστου, υπάρχει ένα διάστημα όπου καθαρίζεται από αφίσες και συνθήματα, βάφεται και ευπρεπίζεται. Πάντα, όμως, το διάστημα αυτό διαρκεί ελάχιστα. Σύντομα αρχίζει και πάλι η διαδικασία της «ελεύθερης έκφρασης» επάνω στους τοίχους, ώσπου έρχεται και το ανέκδοτο των φοιτητικών εκλογών (ανέκδοτο, διότι ποτέ δεν βγάζει κοινώς αποδεκτά αποτελέσματα) και το κτίριο εξαχρειώνεται εντελώς. Οσον αφορά τις βιβλιοθήκες, μπορεί να υπάρχουν – δεν αμφιβάλλω. Αλλά δεν έχουν κεντρικό ρόλο στην καθημερινότητα της πανεπιστημιακής ζωής ούτε είναι πολλοί αυτοί που τις χρησιμοποιούν. Ως επί το πλείστον, οι φοιτητές βασίζονται σε προκαθορισμένα συγγράμματα και σημειώσεις.

Με λίγα λόγια, το πανεπιστήμιο έχει καταντήσει προέκταση του Λυκείου, χωρίς την υποχρεωτική παρακολούθηση. Είναι μια διαδικασία αλλεπάλληλων εξετάσεων, βασισμένων στην αποστήθιση, σε θέματα «SOS» και σημειώσεις που τις μοιράζουν κομματικές οργανώσεις, με σκοπό την απόκτηση πτυχίου με επαγγελματικά δικαιώματα. (Σχεδόν σαν προθάλαμος του Δημοσίου…) Ως και τα φροντιστήρια έχουν παρεισφρήσει στη διαδικασία της απόκτησης του πτυχίου! Μου έγραφε, τις προάλλες, αναγνώστης της στήλης, για φίλο του που γύρεψε δουλειά σε ένα από αυτά και του ζήτησαν να ετοιμάζει «κορμούς», δηλαδή σκελετούς για να φτιάχνουν επάνω σε αυτούς τις εργασίες τους οι φοιτητές. (Και θυμήθηκα ένα φίλο, που διδάσκει στο εξωτερικό, και του έτυχε κάποτε μεταπτυχιακός φοιτητής Ελληνας, ο οποίος τον ρωτούσε: «Τι θέλετε να γράψω στην εργασία;». «Ο,τι εσύ νομίζεις», του απαντούσε ο καθηγητής, αλλά ο μεταπτυχιακός επέμενε: «Ναι, αλλά εσείς τι θέλετε να γράψω;»…)

Η παρακμή του πανεπιστημίου στην Ελλάδα οφείλεται στον κομματισμό, που διέβρωσε τα ιδρύματα, αφότου, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο νόμος του Απόστολου Κακλαμάνη παρέδωσε τη διοίκηση τους στις κομματικές νεολαίες. Εκτοτε, ξεκίνησε το δούναι και λαβείν με τους καθηγητές: Η ψήφος για την πρυτανεία ή την προεδρία του τμήματος έγινε αντικείμενο συναλλαγής έναντι βοήθειας για την απόκτηση του πτυχίου, δικαιώματος για την εκμετάλλευση του κυλικείου, ακόμη και για θέσεις στο πάρκινγκ, κ.ο.κ. Περίπου τριάντα χρόνια μετά, τα συμφέροντα που διαμορφώθηκαν έχουν παγιωθεί, σε βαθμό ώστε, κάθε φορά που επιχειρείται η μεταρρύθμιση του πανεπιστημίου, αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο και οι κομματικές νεολαίες (με, περιέργως, σχεδόν ταυτόσημες θέσεις, παρά τις άλλες διαφορές τους) και το καθηγητικό κατεστημένο.

Αφότου την τελευταία δεκαετία άρχισε να γίνεται συνείδηση ότι κοινωνία χωρίς διεθνώς ανταγωνιστικά πανεπιστήμια είναι κοινωνία χωρίς μέλλον, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των κυβερνήσεων επικεντρώθηκαν στην επινόηση θεσμών, που υποτίθεται ότι θα άλλαζαν τα πανεπιστήμια από έξω προς τα μέσα ή από επάνω προς τα κάτω. Επί Κώστα Καραμανλή, λ.χ., η κυρία Μαριέττα Γιαννάκου πέρασε –διά πυρός και σιδήρου– την καθολική ψηφοφορία, με την πεποίθηση ότι η μάζα των φοιτητών στις εκλογές θα υπερίσχυε των οργανωμένων κομματικών μειοψηφιών. Αμ δε! Με μια πανεπιστημιακή ζωή τόσο φτωχή, τελικά οι κομματικές νεολαίες έχουν το πάνω χέρι. Το απέδειξαν οι τελευταίες πρυτανικές εκλογές: Μόνον οι κομματικοί ψήφισαν οργανωμένα και η ψήφος τους καθόρισε τα αποτελέσματα.

Τώρα, η κυρία Αννα Διαμαντοπούλου επιχειρεί μία ανάλογη παρέμβαση εκ των άνω, προτείνοντας διοικητικά συμβούλια εκ προσωπικοτήτων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρυτανικές αρχές όλων των ιδρυμάτων απέκρουσαν ομοθύμως και μετά βδελυγμίας την ιδέα αμέσως μόλις διατυπώθηκε. Ακόμη και αν κατορθώσει να την περάσει, είναι αμφίβολο αν θα λειτουργήσει στην πράξη. Η εφαρμογή της θα προσκρούσει στις αντιδράσεις του συμπαγούς κατεστημένου καθηγητών και κομματικών νεολαιών. (Σήμερα, λ.χ., οι νεολαίες παρεμποδίζουν ή επηρεάζουν διαδικασίες, στις οποίες τυπικά δεν έχουν καμία θέση! Θα διστάσουν να κάνουν το ίδιο με τα διοικητικά συμβούλια; Και από πού θα αντλήσουν τα διοικητικά συμβούλια το σθένος για να αντισταθούν στις πιέσεις; Θα συνεδριάζουν μήπως στους Κορυσχάδες της Ευρυτανίας;) Ευγενείς οι προθέσεις της υπουργού, αλλά ας μην αυταπατώμεθα. Το πανεπιστήμιο θα συνεχίσει να παρακμάζει όσο η ζωή του θα καθορίζεται από τις κομματικές νεολαίες. Μακάρι κάποτε ο πολιτικός κόσμος να συναινέσει στην απαγόρευση της λειτουργίας τους…

Αρθρο του Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή

Comments 0 σχόλια »

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων