Ο Lars Trier γεννήθηκε στις 30 Απριλίου 1956 στο Fuglebakke-Kvarteret, ένα προάστιο της Κοπεγχάγης.
Ο πατέρας του Ulf Εβραϊκής καταγωγής γνωρίστηκε με τη μητέρα του Inge στη Σουηδία, όπου είχαν καταφύγει και οι δύο κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Η μητέρα του ήταν ενεργό μέλος της αντίστασης και πολύ δυναμική γυναίκα. Ο νεαρός Lars ανατράφηκε σε ένα φιλελεύθερο περιβάλλον με αποτέλεσμα να δυσκολευτεί να προσαρμοστεί στο σχολείο και να το εγκαταλείψει. Τελικά ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 1976 ως κατ΄οίκον διδαχθείς.
Την επαφή του με την κινηματογραφική κάμερα ενθάρρυνε η μητέρα του η οποία φρόντιζε για την αισθητική του αγωγή αλλά ιδιαίτερα ο θείος του Borge Host, ένας από τους ιδρυτές της σχολής κινηματογράφου της Δανίας. Ήδη από την ηλικία των 11 ετών είχε αρχίσει την παραγωγή δικών του ταινιών, ενώ στα δώδεκά του χρόνια εργάστηκε ως ηθοποιός σε μία συμπαραγωγή τηλεοπτικής σειράς της Δανίας και της Σουηδίας.
Λίγο πριν πεθάνει η μητέρα του εξομολογείται, ότι είχε μία περιπέτεια και ο βιολογικός του πατέρας ονομάζεται Fritz Michael Hartmann και δεν έχει εβραϊκή καταγωγή. Μάλιστα του εκμυστηρεύεται ότι αποφάσισε να κοιμηθεί μαζί του, γιατί καταγόταν από οικογένεια καλλιτεχνών κι ότι η ίδια ήθελε ο γιος της να έχει γονίδια καλλιτέχνη. Εκείνος της απαντά ότι «αν πρόκειται για σκηνή από το Ντάλλας , σίγουρα είναι κακόγουστη» (Stevenson, 2009). Ο Ulf, ο οποίος έχει πεθάνει, όπως αποκαλύπτεται, γνώριζε αυτό το μυστικό όπως και αρκετά μέλη της οικογένειάς τους. Ο Trier αναγκάζεται να καταπιέσει το θυμό του λόγω της κρισιμότητας της υγείας της μητέρας του, η οποία και πεθαίνει λίγες μέρες αργότερα. Ο Trier κληρονομεί το σπίτι της μητέρας του και ξεσπά μέρος του θυμού του γκρεμίζοντας τοίχους και σπάζοντας τα κρύσταλλα της μητέρας του. Στη συνέχεια θα συναντήσει τον βιολογικό του πατέρα για μία φορά αλλά εκείνος του καθιστά σαφές, ότι δεν θέλει να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις. Θα σεβαστεί το μυστικό της πατρότητας του μέχρι το θάνατο του βιολογικού του πατέρα, αλλά το Φεβρουάριο του 2000 η ιστορία του θα διαρρεύσει στον τύπο αποκτώντας μεγάλη δημοσιότητα με φωτογραφίες πατέρα και γιου δίπλα-δίπλα να τονίζουν τα κοινά τους χαρακτηριστικά. Αργότερα το όνομα του πατέρα του Max Hartmann θα εμφανιστεί στην ταινία Europa.
Σπουδές –Διακρίσεις
Αφού απέτυχε να εισαχθεί στην Εθνική σχολή Κινηματογράφο της Δανίας, έγινε δεκτός στο τμήμα του κινηματογράφου του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης. Εκεί σιγά –σιγά αποκήρυξε τις πολιτικές του πεποιθήσεις κι έγινε απολιτικός καθώς πήρε κατά δήλωσή του «υπερβολική δόση του Κομμουνιστικού κόμματος». Υπήρξε μέλος του όπως άλλωστε και η μητέρα του. Στο πανεπιστήμιο επηρεάστηκε από έναν καθηγητή του τον Martin Drouzy και γνωρίστηκε με μία ομάδα το Film Group 16 οι οποίοι γύριζαν σε 16mm film. Αυτή η ομάδα θα τον υποστηρίξει στις πρώτες του απόπειρες.
Η πρώτη του ταινία το 1977 με τον τίτλο «Orchid Gardener» χρηματοδοτήθηκε από τον ίδιο και εν μέρει από τη μητέρα του. Η ταινία είχε θέμα της έναν Εβραίο ζωγράφο ο οποίος έχει προβλήματα με τις σχέσεις του και καταλήγει να κακοποιήσει ένα κοριτσάκι. Η επόμενη του ταινία το 1979 είχε τον τίτλο «Menthe –La Bienheureuse» αντλούσε την έμπνευσή του από μία απόδοση της «Ιστορίας της Ο» της Μαργκερίτ Ντυράς.
Μετά από τρία χρόνια σπουδών ο Trier προσπαθεί εκ νέου να γίνει δεκτός στην Εθνική σχολή κινηματογράφου της Δανίας. Σαν δείγμα δουλειάς του προσκομίζει το «Orchid Gardener», ενώ κατά τις εξετάσεις που έπρεπε να γυρίσουν μέσα σε δύο ώρες μία ταινία, κατάφερε να τους εντυπωσιάσει κι έτσι πετυχαίνει την εισαγωγή του.
Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στη σχολή υιοθέτησε και το “φον” του ονόματός του. Αυτή η ψευδο-ευγενής καταγωγή κινείται στην παράδοση της αυθαίρετης προσθήκης του von όπως και στην περίπτωση των Erich von Stronheim και Joseph von Sternberg. Αποφοίτησε από τη σχολή το 1983. Η πτυχιακή του ταινία μικρού μήκους “Befrielsesbilleder” κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ του Μονάχου το 1984. Ξεκίνησε από την τηλεόραση και έγινε γνωστός σκηνοθετώντας ένα ντοκιμαντέρ, πάνω στη γοητεία που εξάσκησε ο ναζισμός στην πατρίδα του, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί ως νεοναζιστής. Η ταινία που απογείωσε την καριέρα του είναι “Το στοιχείο του εγκλήματος”, η οποία κέρδισε το βραβείο τεχνικής στο Φεστιβάλ των Κανών το 1984. Στο φεστιβάλ των Κανών έχει ακόμα κερδίσει το 1991 το βραβείο της επιτροπής με το “Europa”, το 1996 το Μεγάλο βραβείο των σκηνοθετών με το “Δαμάζοντας τα κύματα” (Η πρώτη του ταινία από την τριλογία με θέμα το γυναικείο φύλο) και το 2000 το Χρυσό Φοίνικα με το “Χορεύοντας στο Σκοτάδι”.
Φιλμογραφία
2011 Μελαγχολία
2010 Dimension (Μικρού μήκους, 27 λεπτά)
2009 Αντίχριστος
2006 Το μεγάλο αφεντικό
2005 Manderlay
2003 Dogville
2000 Χορεύοντας στο Σκοτάδι
2000 D-Dag (project του Δόγματος μαζί με τους σκηνοθέτες Τόμας Βίντερμπεργκ,
Σόρεν Κραγκ-Γιάκομπσεν και Κρίστιαν Λέβρινγκ)
1998 Οι Ηλίθιοι( Idioterne)
1997 The Kingdom II (σε σκηνοθεσία με τον Μόρτεν Αρνφρεντ),
επεισόδια 5-8 (για την τηλεόραση, αλλά και κινηματογραφική διανομή)
1996 Δαμάζοντας τα Κύματα
1994 The Kingdom (σε σκηνοθεσία με τον Μόρτεν Αρνφρεντ),
επεισόδια 1 – 4 (για την τηλεόραση, αλλά και κινηματογραφική διανομή)
1991 Europa
1988 Μήδεια (τηλεόραση)
1987 Epidemic
1984 Το στοιχείο της εγκλήματος
1982 Befrielsesbilleder,(Images of a Relief) Ταινία Αποφοίτησης, Εθνική Σχολή Κινηματογράφου της Δανίας
1981 Den Sidste Detalje, Η τελευταία λεπτομέρεια (μ. μ.) Εθνική Σχολή Κινηματογράφου της Δανίας
1980 Nocturne (μ. μ.) Εθνική Σχολή Κινηματογράφου της Δανίας
1979 Menthe – La Bienheureuse, (ερασιτεχνική, μ. μ.)
1977 Orchidegartneren (ερασιτεχνική, μι. μ.)
1971 En Blomst (Ως Λαρς Trier)
1970 Hvorfor flygte fra det du ved du ikke kan flygte fra? Fordi du er en kujon (Ως Λαρς Trier)
1969 En Røvsyg oplevelse, En (Ως Λαρς Trier)