Άρθρο του Aντώνη Καρκαγιάννη στην Καθημερινή
Σαν προχθές, 29 Μαΐου, το 1453 και ημέρα Τρίτη, πριν από 556 χρόνια «εάλω η Πόλις», αλώθηκε η Κωνσταντινούπολη από τον νεότατο Τούρκο σουλτάνο Μωάμεθ και έγινε η πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Ελληνας αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄, ο Παλαιολόγος, έπεσε μαχόμενος και από τότε στοιχειώνει τα όνειρά μας.
Από τότε αναφερόμαστε σε αυτήν την ημερομηνία με θρήνο και οδυρμό και η άλωση της Πόλης κατέλαβε στη συνείδησή μας την πιο κεντρική θέση σαν η μεγαλύτερη εθνική απώλεια. Η Τρίτη της 29ης Μαΐου 1453 είναι αποφράς ημέρα και όταν σήμερα επισκεπτόμαστε την Κωνσταντινούπολη με απομεινάρια πλέον Ελλήνων, αλλά πάμπολλα τα σημάδια από το πέρασμά τους, με αβάσταχτη μελαγχολία θυμόμαστε ότι «κάποτε ήταν δικά μας». Είναι δύσκολο να απαλλαγούμε από την καταθλιπτική μνήμη και να δεχθούμε ότι σχεδόν κανένα κράτος στην Ευρώπη δεν είναι σήμερα όμοιο με εκείνο που υπήρξε πριν από 550 χρόνια. Ετσι και το δικό μας κράτος, η σύγχρονη Ελλάδα, δεν είναι όμοιο με εκείνο που άλωσε ο Μωάμεθ Β΄.
Ο Μωάμεθ Β΄, από τη στιγμή που νεότατος διεδέχθη τον αποθανόντα αιφνιδίως πατέρα του Βαγιαζήτ Α΄, από την πρωτεύουσά του Αδριανούπολη είχε σταθερά το βλέμμα στραμμένο στην Κωνσταντινούπολη. «Προφητείες και θρύλοι του οθωμανικού κόσμου ωθούσαν το βλέμμα του προς τα κει, αλλά και ο ίδιος είχε βαθιά αίσθηση της ιστορίας, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Γνώριζε ότι η Κωνσταντινούπολη επί χίλια και πλέον χρόνια μέσα από μεγάλες περιπέτειες παρέμενε η αναμφισβήτητη πρωτεύουσα της Ευρώπης και της Ασίας, σύμβολο δύναμης και ισχυρού κράτους. Φιλοδοξούσε, μωαμεθανός αυτός, να διαδεχθεί τους χριστιανούς αυτοκράτορες και να συνεχίσει τη χιλιόχρονη ιστορία.
Εμείς θυμόμαστε την άλωση ως εθνική απώλεια. Ο Μωάμεθ Β΄ είχε ευρύτερη αντίληψη του γεγονότος. Ηξερε ότι ήταν η «μεγάλη στιγμή της Ιστορίας» και ήταν αυτός που θα την ενσάρκωνε και θα θεμελίωνε αυτό που αργότερα (πολύ σύντομα) γνώρισε ο κόσμος, την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως παγκόσμια δύναμη. Με σύγχρονους όρους, η άλωση της Κωνσταντινούπολης σημάδεψε την αρχή μιας μεγάλης γεωπολιτικής αλλαγής, που οι συνέπειές της είναι ακόμη εμφανείς, ιδιαίτερα στη Βαλκανική.
Οταν ο Μωάμεθ με ισχυρό στράτευμα (πεζούς, ιππικό, πυροβολικό και ναυτικό) άρχισε, στις 6 Απριλίου 1453, να πολιορκεί την Κωνσταντινούπολη, το βυζαντινό κράτος ήταν σκιά του εαυτού του, μικρότερο και ασθενέστερο παρά ποτέ. Ουσιαστικά ολόκληρο το κράτος ήταν η πόλη και ο πληθυσμός της, αλλά και αυτός αποδεκατισμένος από τις επιδρομές και τις επιδημίες. Με δύο ισχυρές κοινότητες Ενετών και Γενουατών.
Αλλά επί Κωνσταντίνου ΙΑ΄ και γενικότερα την εποχή των Παλαιολόγων το κράτος της Κωνσταντινούπολης ήταν το ελληνικότερο παρά ποτέ. Τόσο στον πληθυσμό όσο και στη διοίκηση. Τίποτα πλέον δεν θύμιζε την ισχυρή πρωτεύουσα μιας αυτοκρατορίας με ρωμαϊκή καταγωγή. Την ίδια εποχή των Παλαιολόγων η Κωνσταντινούπολη και άλλες περιοχές, γνήσια ελληνικές, στον Πόντο και στην Πελοπόννησο, γνώρισαν αιφνίδια και παράδοξη, σε σχέση με την αποδυνάμωση της κρατικής ισχύος, αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων και της τέχνης που μοιραία ανακόπηκε από την τουρκική κατάκτηση και δεν πρόλαβε να λάβει την έκταση και τη σημασία που την ίδια εποχή είχε η Αναγέννηση στη Δύση. Σήμερα αισθανόμαστε τη μειονεξία ότι δεν γνωρίσαμε Αναγέννηση όπως η Δύση. Και όμως, υπάρχουν πολλά ξεπετάγματα Αναγέννησης και στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου αλλά και κατά τη διάρκεια των ποικίλων κατακτήσεων του ελλαδικού χώρου από τους Οθωμανούς, τους Ενετούς, τους Γενουάτες…
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄, παρά τις μάλλον φεουδαρχικές του περιπέτειες στην Πελοπόννησο, πριν στεφθεί αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη (τέσσερα μόλις χρόνια πριν από την άλωση), είχε πλήρη συνείδηση ότι ήταν Ελληνας ηγεμόνας ελληνικού κράτους. Ολοι οι λαοί έχουν να επιδείξουν ηρωισμούς και ηρωικούς ηγεμόνες. Αλλά η απάντηση του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ στην πρόσκληση του Μωάμεθ να παραδώσει την Πόλη και ο ίδιος να εγκατασταθεί όπου θέλει, σώος και αβλαβής, έχει πνοή Αρχαίας Ελλάδας και αρχαίων δημοκρατικών πόλεων: «Το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν εστίν, ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος έπεσε μαχόμενος κοντά στην Πύλη του Ρωμανού, το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Εκτός από αυτό τίποτε άλλο δεν είναι ιστορικώς βεβαιωμένο. Δεν είναι βέβαιο ότι βρέθηκε το πτώμα του και αυτό διήγειρε τη λαϊκή φαντασία και αμέσως άρχισαν να πλάθονται λαϊκοί μύθοι και θρύλοι που τελικά συμπυκνώθηκαν στο θρύλο του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά», που με τη συγκίνηση που προκαλεί έπαιξε μοιραίο ρόλο στο νεότερο ελληνικό κράτος.
Την άλωση της Κωνσταντινούπολης περιγράφουν με πάθος οι χρονογράφοι Φραντζής, στενός φίλος και συνεργάτης του Κωνσταντίνου ΙΑ΄, Δούκας και Κριτόβουλος, φίλος του Μωάμεθ Β΄, που ζούσε στην αυλή του. Οι ίδιοι περιγράφουν τη ζωή, τον χαρακτήρα και τις τελευταίες μέρες του αυτοκράτορα.