Ο Γιαν είναι Φιλανδός. Μαθητής της δευτέρας λυκείου, σε ένα δημόσιο λύκειο (ιδιωτικά δεν υπάρχουν στην χώρα του) στο Ελσίνκι. Η Βανέσα είναι Ελληνίδα. Μαθήτρια της τρίτης Λυκείου, στο δημόσιο του Χολαργού. Συνομιλούν στο ίντερνετ. Η Βανέσα, έκπληκτη, ανακαλύπτει ότι ο συνομήλικος της έχει πολύ ελεύθερο χρόνο, ελάχιστη πίεση, κανένα άγχος για την μαθητική του ζωή και για την εισαγωγή του στο πανεπιστήμιο κι ότι το σχολείο του- δημόσιο- έχει μέχρι και μικρό στούντιο τηλεόρασης για να κάνουν το μάθημα δημοσιογραφίας! Κι όμως, αυτός ο «χαλαρός» νέος, που πιέζεται ελάχιστα από το σχολείο και βασανίζεται σπάνια από τον βραχνά των εξετάσεων, φοιτά σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που έρχεται σταθερά πρώτο στον κόσμο, με βάση τις αξιολογήσεις του ΟΟΣΑ, ενώ εκείνη, που βασανίζεται δέκα και δώδεκα ώρες την ημέρα σε σχολείο και φροντιστήριο και την πνίγει το άγχος, ζει σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που είχε αξιολογηθεί στην 28η θέση το 2000 κι έχει ήδη πέσει στην 38η!
Την ιστορία αυτών των δύο μαθητών, ένα τυπικό τους 24ωρο, παρακολουθεί η κάμερα της «Έρευνας», καταγράφει τις διαφορές στο εκπαιδευτικό τους περιβάλλον και την καθημερινή τους ζωή και μένει με το αναπάντητο ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν το δικό μας σχολείο να πιέζει τόσο πολύ τους μαθητές του με τόσο φτωχά αποτελέσματα; Πώς γίνεται να συζητάμε τόσο πολύ για την παιδεία και να τα καταφέρνουμε στην πράξη τόσο άσχημα;
Καθώς μια ακόμη συζήτηση («από μηδενική βάση», όπως ειπώθηκε αρμοδίως) ξεκινά για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η «Έρευνα» της Τρίτης θέτει τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων, μέσα σε μια σχολική τάξη κι ένα μαθητικό δωμάτιο δύο διαφορετικών χωρών. Κι έπειτα ρωτά δασκάλους, ειδικούς και υπουργούς τι φταίει, τι ματαιώνει κάθε απόπειρα βελτίωσης του ελληνικού σχολείου.
Τα Κunskapsskolan προκρίνουν ένα πρόγραμμα σπουδών εξατομικευμένο για κάθε μαθητή. Κάθε νέος θέτει εβδομαδιαίους στόχους και στο τέλος κάθε εβδομάδας έχει μια 15λεπτη συνάντηση με τον δάσκαλο που τον επιβλέπει και ο οποίος επιθεωρεί την πρόοδό του και συζητάει μαζί του πώς θα επιτύχει τους στόχους της επόμενης εβδομάδας.
Ο μαθητής δηλώνει ενθουσιασμένος: «Μετά τη μετεγγραφή μου είχα ένα μάθημα την ημέρα στο σχολείο, μόνο μία ώρα, και ο υπόλοιπος χρόνος μου ήταν ελεύθερος. Η ευελιξία ήταν πολύ μεγαλύτερη». Αν το δουν οι μαθητές μας θα αρχίζουν να μεταναστεύουν μαζικά στον βορρά.
Αυτό το στυλ εκπαίδευσης μπορεί να μην ταιριάζει σε όλους τους μαθητές, παραδέχονται ακόμη και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου των Κunskapsskolan. Η διαφορά όμως είναι ότι οι Σουηδοί γονείς παίρνουν από την κυβέρνηση μια διατακτική εκπαιδευτικής δαπάνης, την οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν σε όποιο σχολείο θέλουν. Έτσι γονείς και μαθητές έχουν ευρύτατη ελευθερία επιλογής. Και παράλληλα τα διάφορα σχολεία- μοντεσοριανά, θρησκευτικά, παραδοσιακά, ιδιωτικά…- υποχρεώνονται να παρέχουν εκπαίδευση υψηλής ποιότητας για να προσελκύσουν μαθητές. Σύμφωνα με τον Σουηδό υφυπουργό Παιδείας Μπέριλ Όστομπεργκ, «ο ανταγωνισμός έχει ανεβάσει σημαντικά την ποιότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος». Βέβαια τα σχολεία που διαχειρίζονται ιδιωτικές, κερδοσκοπικές εταιρείες, κυριαρχούν. Μερικοί διαμαρτύρονται ότι τα χρήματα των Σουηδών φορολογουμένων χρησιμοποιούνται για την επιδότηση των «βαρόνων» της βιομηχανίας της εκπαίδευσης. Από την άλλη, για να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό, αυτοί οι τελευταίοι υποχρεώνονται να επενδύουν και πάλι το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους. Όσο για το σύστημα εισαγωγής, κάθε «ελεύθερο» σχολείο ανακοινώνει την ημερομηνία έναρξης των εγγραφών, οι οποίες κλείνουν μόλις έχουν καλυφθεί όλες οι θέσεις.
Στο Κunskapsskolan όπου φοιτά ο Ρόμπιν Μπούλα υπάρχουν 580 μαθητές- είναι μεγάλο σύμφωνα με τα κριτήρια των ανεξάρτητων «ελεύθερων» σχολείων. Τα δημόσια σχολεία μπορεί να έχουν ώς και 1.500 μαθητές. Στη Σουηδία, όλα τα πολιτικά κόμματα έχουν δεσμευθεί να διατηρήσουν το σύστημα. Και η Βρετανία εξετάζει το ενδεχόμενο να το μιμηθεί.
Σε πολλές χώρες της Ασίας, όπου κυριαρχεί η άποψη ότι η σωστή και ολοκληρωμένη εκπαίδευση αποτελεί το μοναδικό όχημα επιτυχίας στον σημερινό κόσμο, τα παιδιά ενσωματώνονται από πολύ μικρές ηλικίες στον κόσμο των μεγάλων, ζώντας από πολύ νωρίς στους φρενήρεις ρυθμούς της εποχής.Οι προσδοκίες των γονιών για την επιτυχία των παιδιών τους σε χώρες όπως η Κίνα ή η Νότιος Κορέα είναι τέτοιες, που συχνά οι πιέσεις είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που μπορεί να αντέξει ένα παιδί.
Ελεύθερος χρόνος μηδέν
Οι περισσότεροι μαθητές βρίσκονται στο σχολείο από τις 8.30 το πρωί μέχρι τις 5.30 το απόγευμα, ενώ κατά την επιστροφή τους στο σπίτι τούς περιμένει ένα βαρύ πρόγραμμα ιδιαίτερων μαθημάτων για τη βελτίωση των επιδόσεών τους σε μαθήματα όπως τα μαθηματικά, η λογοτεχνία ή η μουσική, ενώ και τα Σαββατοκύριακα οι ελεύθερες ώρες αφιερώνονται στη μελέτη ή στην παρακολούθηση μαθημάτων.
Στην καρδιά του επιχειρηματικού κέντρου της Σαγκάης λειτουργεί τις Κυριακές ένα ειδικό πρόγραμμα προετοιμασίας των αυριανών επιτυχημένων επιχειρηματιών. Με τη μόνη διαφορά ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα που απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, καθώς ο μεγαλύτερος μαθητής του προγράμματος δεν ξεπερνά την ηλικία των έξι ετών. «Παρέχουμε στους μαθητές μας τα απαραίτητα εργαλεία για να αναπτύξουν την αυτοπεποίθησή τους», υπογραμμίζει η διευθύντρια του προγράμματος Βίβιαν Λιου, η οποία θεωρεί απολύτως φυσιολογικό για ένα παιδί τεσσάρων ετών να έρχεται σε επαφή με οικονομικές έννοιες και να απευθύνει ομιλίες στους συνομήλικους συμμαθητές.
Τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες στην Κίνα, όπου το εκπαιδευτικό σύστημα έχει αναμορφωθεί ριζικά προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της νέας εποχής. Αρκεί να σημειωθεί ότι πριν από μια γενιά τα εξάχρονα παιδιά δεν ήταν σε θέση να διαβάσουν ή να λύσουν απλές πράξεις αριθμητικής. Σήμερα τα παιδιά της αντίστοιχης ηλικίας γνωρίζουν περισσότερους από 1.000 χαρακτήρες του πολύπλοκου κινεζικού αλφάβητου και γνωρίζουν άριστα την προπαίδεια. Ενα εξάχρονο παιδί στην Κίνα σήμερα που παρακολουθεί το σχολείο μπορεί γρήγορα να κάνει με το μυαλό μαθηματικούς υπολογισμούς και καλείται να λύσει περισσότερα από 100 προβλήματα μαθηματικών την εβδομάδα.
Αγχος και αυτοκτονίες
Πολλοί γονείς αναγνωρίζουν ότι το κόστος της υπερβολικής πίεσης που ασκείται στα παιδιά είναι βαρύ, καθώς πολλά φθάνουν ακόμη και στην αυτοκτονία από το υπερβολικό άγχος, θεωρούν όμως ότι είναι απαραίτητο προκειμένου να ανταποκριθεί κανείς στις αυξημένες απαιτήσεις της σημερινής εποχής.
Αλλεπάλληλες προβλέψεις για το τέλος της αμερικανικής κυριαρχίας εμφανίζονται τελευταία στο προσκήνιο, με αφορμή κυρίως την κρίση που έχει πλήξει την οικονομία των ΗΠΑ και ολόκληρου του δυτικού κόσμου. Και ενώ οι αναλυτές προβλέπουν το τέλος της αμερικανικής ηγεμονίας στη διεθνή πολιτική σκηνή, στις Ηνωμένες Πολιτείες, και όχι μόνον, πληθαίνουν οι φωνές εκείνων που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για θέματα που αφορούν την εκπαίδευση των σημερινών εφήβων, που θα αποτελέσουν τους ενεργούς πολίτες του 21ου αιώνα. Σε ένα μεγάλο μέρος των χωρών της Δύσης επικρατεί έντονος προβληματισμός ως προς τα υπάρχοντα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία κρίνονται εν πολλοίς ανεπαρκή να ανταποκριθούν στις προκλήσεις του νέου αιώνα.
Κι ενώ σε χώρες όπως η Βρετανία η δημόσια συζήτηση επικεντρώνεται γύρω από τον αριθμό των μαθητών στις αίθουσες και στο πόσες ώρες πρέπει ο μαθητής να επενδύει στο διάβασμα στο σπίτι, στις χώρες της Ασίας, οι μαθητές λαμβάνουν μια παιδεία που δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με εκείνη πολλών ευρωπαϊκών χωρών και η οποία πάντως μοιάζει να ανταποκρίνεται πολύ περισσότερο στις ανάγκες του αυριανού κόσμου. Ομως, στις χώρες αυτές ο κίνδυνος δημιουργίας νευρωτικών ανθρώπων, που από πολύ νωρίς χάνουν κάθε επαφή με την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας, είναι πλέον πολύ μεγάλος.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή