Την αγωνία για το μέλλον του βιβλίου, των εφημερίδων, των γραμμάτων εν γένει, που εξέφρασε πρόσφατα φίλος εκδότης, έρχεται να εντείνει μία ακόμη αποκαρδιωτική έρευνα για τον χρόνο τηλεθέασης παιδιών ηλικίας 2 με 5 ετών. Οι πάντες είναι έτοιμοι να δηλώσουν εξοργισμένοι με τους γονείς που παρκάρουν τα παιδιά τους –όπως τα αυτοκίνητα στα drive in– απέναντι από το γυαλί, με το ρολόι να καταβροχθίζει ώρες. Πέρα από την ανατριχίλα που προκαλούν οι αριθμοί, που σπάζουν κάθε τόσο κι ένα νέο ρεκόρ (25 ώρες τηλεθέασης εβδομαδιαία + επτά επιπλέον ώρες σε DVD, computer games κ. λπ.), τα ερωτήματα που τίθενται θα έπρεπε να δυσκολεύουν το ύπνο όλων μας.
Σύμφωνα με τη Nielsen που διεξήγαγε τη συγκεκριμένη έρευνα, τα παιδιά σε αυτήν την προσχολική ηλικία μπορούν και βλέπουν αμέτρητες ώρες τηλεόραση, ξοδεύοντας τις μισές από αυτές (περισσότερο από κάθε άλλη κοινωνική ομάδα) στις διαφημίσεις.
Ποιο και κυρίως τι είδους θα είναι το μέλλον μιας κοινωνίας που γαλουχεί τα παιδιά της –σχεδόν αποκλειστικά– με εικόνες, μετατρέποντάς τα με το καλημέρα, πριν δηλαδή ακόμα αναλάβει κουτσά-στραβά τη διαμόρφωσή τους η οδυνηρά ανεπαρκής εγκύκλιος παιδεία της αποστήθισης ετερόκλιτων πληροφοριών, σε εθισμένους καταναλωτές; Λέγεται ότι μια εικόνα αντιστοιχεί σε χίλιες λέξεις, αλλά τι αντίκρισμα μπορούν να έχουν εκατομμύρια εικόνες στον ψυχισμό ενός νεοσσού που δεν αποκτά κατ’ ουσίαν καμία ουσιαστική επαφή με τις λέξεις; Πέρα από το προοιωνιζόμενο ζοφερό μέλλον του έντυπου λόγου, σε τι είδους κοινωνίες αποσκοπούμε καλλιεργώντας στους αυριανούς πολίτες ως μόνο εφόδιο ζωής την αγωνία της οικονομικής ευμάρειας, που θα τους παράσχει ενδεχομένως πολύ μεγάλη καταναλωτική ευχέρεια;
Στο κάτω κάτω, για να φτάσουμε στη διάρκεια της εξελικτικής διαδικασίας στο κορύφωμα του έλλογου ανθρώπου περάσαμε από το χρονοβόρο στάδιο του τέλειου καταναλωτή: του ζωντανού που ζει για να τρώει και να αφοδεύει. Γιατί να προβάλλει αίφνης τόσο αναγκαίο το πισωγύρισμα;
Άρθρο του Σπύρου Γιανναρά στην Καθημερινή