Οσο ζούσε ήταν η προσωποποίηση του… «loser». Μεγαλωμένος σαν ξεπεσμένο αρχοντόπουλο, χωρίς παρέες, και παθιασμένος με τα γράμματα από μικρός, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του βίου του στην Αθήνα σε απόσταση ασφαλείας από τους «κουλτουριάρηδες» της εποχής, πλημμυρισμένος από νοσταλγία για το νησί του, τη Σκιάθο. Στον αιώνα που μεσολάβησε όμως από τον θάνατό του, στις 3 Ιανουαρίου του 1911, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης εκτιμήθηκε και μυθοποιήθηκε όσο ελάχιστοι ομότεχνοί του. Γιατί;
Μεταφράζων και μεταφραζόμενος
Με τι κριτήρια τού αποδίδονται σήμερα μεταφράσεις όπως του «Δράκουλα», που είχαν δημοσιευτεί χωρίς την υπογραφή του; Πόσο θεμιτό είναι να μεταφέρονται τα έργα του στα νεοελληνικά; Και σε ποιο βαθμό προδίδεται η γραφή του όταν μεταφράζεται σε ξένες γλώσσες; Τέτοιου είδους ερωτήματα θα φωτιστούν στο Γ’ Διεθνές Συνέδριο της Εταιρείας Παπαδιαμαντικών Σπουδών που θα γίνει το φθινόπωρο, στη Σκιάθο μάλλον, με κεντρικό θέμα «Παπαδιαμάντης μεταφράζων και μεταφραζόμενος». Πάνω από ενενήντα μελετητές ζήτησαν να λάβουν μέρος σ’ αυτό ώς τώρα, αλλά μέσα σ’ ένα διήμερο οι εισηγήσεις δεν μπορούν να ξεπερνούν τις σαράντα. Για την επιλογή τους εργάζεται ήδη επιστημονική επιτροπή (Ν. Βαγενάς, Φ. Δημητρακόπουλος, Σ. Ζουμπουλάκης, Α. Μπερλής, Ι. Ναούμ, Λ. Τριανταφυλλοπούλου. Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη).
Στοιχεία ταυτότητας
Γιος παπά, γεννημένος πριν από 160 χρόνια, το 1851, στη Σκιάθο, φοίτησε με πολλές διακοπές, λόγω οικονομικών προβλημάτων, σε γυμνάσια της Χαλκίδας, του Πειραιά και στο Βαρβάκειο, και μολονότι γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, για τους ίδιους λόγους, δεν το τελείωσε. Στο μεταξύ είχε μαθητεύσει για λίγο και στα σκληρά αγιορείτικα ήθη, αλλά παρ’ όλο που γοητεύτηκε από τον μοναχισμό, διάλεξε να ζήσει ως αναχωρητής μέσα στο πλήθος της πρωτεύουσας.
Μορφώθηκε μόνος του, παρακολουθώντας επιλεκτικά διαλέξεις στη Φιλοσοφική, όπως μόνος του έμαθε αγγλικά και γαλλικά για να διαβάζει στο πρωτότυπο τα σπουδαία έργα της εποχής του και όχι μόνο. Αρχικά βιοποριζόταν κάνοντας ιδιαίτερα σε μαθητές, κι από το 1879 συνεργαζόμενος με εφημερίδες και περιοδικά ως συγγραφέας και μεταφραστής. Οι τσέπες του ήταν τρύπιες: με το που έπαιρνε το μισθό του, πλήρωνε τα χρέη του στην ταβέρνα του Κεχριμάνη, στου Ψυρρή, πλήρωνε το νοίκι για το δωμάτιό του, έστελνε λεφτά στην οικογένειά του, μοίραζε στους φτωχούς, δεν κρατούσε τίποτε για τον εαυτό του.
Μέγας πότης, μανιώδης καπνιστής και πάντα εργένης, «θ’ αφήσει στην ιστορία των γραμμάτων αυτή τη φιγούρα του άπλυτου, του κακοντυμένου, του λιγομίλητου επαρχιώτη, που θα κέρδιζε πολλά ως συγγραφέας, επειδή είχε χάσει πολλά σαν άνθρωπος», σημειώνει στο «Αλέξανδρος Αδαμαντίου Εμμανουήλ» ο Κωστής Παπαγιώργης (εκδ. Καστανιώτη). Στη Σκιάθο επέστρεψε οριστικά, το 1908, τρία μόλις χρόνια πριν πεθάνει από πνευμονία. Και πριν αφήσει την τελευταία του πνοή έψαλε το τροπάριο «Την χείραν σου την αψαμένην» και ζήτησε να διαβάσει Σέξπιρ από την αγγλική έκδοση που είχε πάντα στο πλάι του. Συνέχεια »