Άρθρα με ετικέτα “Χανς Κρίστιαν Άντερσεν”

winter_emperorcloth.jpgΈνα παραμύθι… 
… του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν που κανείς δεν θα ήθελε να επαληθευτεί για κανέναν.

Πριν από πολλά…
… πολλά χρόνια, ζούσε ένας βασιλιάς που του άρεσαν τα όμορφα ρούχα. Μια μέρα, δύο κατεργάρηδες κατέφτασαν στην πόλη του. Είπαν πως είναι υφαντές και πως ήξεραν να υφαίνουν πανέμορφα κι αραχνοΰφαντα ρούχα, από ένα μαγικό πανί που μονάχα οι ανίκανοι και οι ανόητοι δεν μπορούσαν να το δουν. «Σπουδαία ιδέα», σκέφτηκε ο βασιλιάς. «Έτσι θα μάθω ποιοι από τους ανθρώπους μου είναι ανίκανοι και θα μπορώ να ξεχωρίζω τους έξυπνους από τους βλάκες». Κι έδωσε αμέσως στους δύο κατεργάρηδες ένα πουγκί γεμάτο χρυσά για να αρχίσουν να υφαίνουν το πανί τους. Αμέσως εκείνοι καμώθηκαν πως έπιασαν δουλειά μπροστά στους αδειανούς αργαλειούς τους. Οι μέρες περνούσαν. «Θα στείλω τον καλύτερό μου υπουργό να δει τι κάνουν», σκέφτηκε ο βασιλιάς. Έτσι κι έγινε. «Θεέ μου!» σκέφτηκε ο γερο-υπουργός μόλις βρέθηκε μπροστά στους αργαλειούς. «Δεν βλέπω τίποτα!». Μα δεν το είπε φωναχτά. Οι δύο κατεργάρηδες τού έδειχναν δεξιά κι αριστερά, μα εκείνος πάλι δεν έβλεπε τίποτα. «Αχ, γιατί;» έλεγε μέσα του. «Να είμαι άραγε τόσο ανίκανος, τόσο βλάκας;». «Δεν λες τίποτα;» του πέταξε ο ένας από τους δύο. «Ω, μα είναι υπέροχα, τα καλύτερα!» είπε ο γερο-υπουργός. «Τι σχέδια! Και τι χρώματα! Τρέχω αμέσως να το πω στον βασιλιά». Κι έτσι οι δύο κατεργάρηδες τσέπωσαν κι άλλα χρυσά κι εξακολούθησαν να υφαίνουν μπροστά στους αδειανούς αργαλειούς τους. Ο βασιλιάς ξανάστειλε πολλές φορές να δει την πρόοδό τους. «Εξαίσια!» του έλεγαν όλοι, ρούχα αντάξια για να τα φορέσει στη μεγάλη παρέλαση. Ο βασιλιάς γέμισε τους δύο κατεργάρηδες με παράσημα.

Την παραμονή…
… της παρέλασης ξενύχτησαν για να αποτελειώσουν τα ρούχα. Καμώνονταν πως έκοβαν το πανί στον αέρα με μεγάλα ψαλίδια και πως έραβαν με βελόνες χωρίς κλωστή. «Έτοιμα!», ανακοίνωσαν με μια φωνή. Ο βασιλιάς γδύθηκε και οι δύο κατεργάρηδες καμώθηκαν πως τον έντυναν με τα καινούργια ρούχα. Ανήμερα της παρέλασης, ο βασιλιάς βγήκε με τα καινούργια ρούχα από το παλάτι του στους δρόμους. Κρεμασμένοι σαν τσαμπιά από τα παράθυρα, οι υπήκοοί του φώναζαν: «Δέστε πόσο του πάνε τα καινούργια ρούχα του βασιλιά μας!». Κανείς τους δεν ήθελε να παραδεχτεί πως δεν έβλεπε τίποτα, επειδή τότε θα ήταν σαν να έλεγε πως ο βασιλιάς τους ήταν ανίκανος και βλάκας. «Μα αυτός δεν φοράει τίποτα!», φώναξε ξαφνικά ένα παιδάκι. «Ένα παιδάκι λέει πως ο βασιλιάς είναι γυμνός!», είπε ένας άλλος. Κι ύστερα κι άλλος, κι άλλος, κι άλλοι πολλοί μαζί: «Ο βασιλιάς είναι γυμνός!».

Ο βασιλιάς…
… ένιωσε να τον πιάνει σύγκρυο. Ήξερε πως έλεγαν την αλήθεια, μα εξακολούθησε να βαδίζει επικεφαλής της πομπής, ενώ πίσω του οι βαλέδες του κρατούσαν ψηλά τον ποδόγυρο από την ανύπαρκτη φορεσιά του για να μη σέρνεται στο χώμα.

Δρόμοι του Ρούσσου Βρανά στα Νέα

Comments 0 σχόλια »

ritsos.jpgΟ Βαγγέλης Ραπτόπουλος για το Γιάννη Ρίτσο:

Η ποίηση του Ρίτσου θυσιάζει σε δύο Θεούς. Στον Θεό των Μεγάλων Πραγμάτων: όταν επιλέγει ολόκληρη τη φυλή ή το γένος μας, με την πνευματική και όχι τη βιολογική σημασία των όρων, ως θέμα της διαβόητης «Ρωμιοσύνης» του. Αλλά και στον Θεό των Μικρών Πραγμάτων: όταν εξυμνεί μεθοδικά, σχεδόν σε κάθε στίχο του, καρέκλες, κρεβάτια, πόρτες, παράθυρα, καρφιά, πιάτα, τσιγάρα, πέτρες. Ο ετερόκλητος σωρός των ασήμαντων αντικειμένων που στοιχειώνουν τις ζωές μας δοξάζεται και αποθεώνεται μες στα ποιήματά του. Ο Ρίτσος κατορθώνει το ακατόρθωτο, με το να ταλαντεύεται διαρκώς και με παροιμιώδη άνεση ανάμεσα στο υψιπετές και στο ταπεινό, φωτίζοντας με το μεγαλείο τού πρώτου το δεύτερο. Και αντίστροφα: γειώνοντας και κάνοντας πολύ πιο απτά τα άφθαρτα, τα αθάνατα στοιχεία μας, που τον απασχολούν εξίσου. Ολ’ αυτά σε αντίθεση με τις δικές μας γενιές, των επιγόνων του, που καθηλωθήκαμε στη λατρεία των Μικρών Πραγμάτων, στερημένοι από λυρισμό, ρομαντικά οράματα και συλλογικές αυταπάτες, ριγμένοι σ’ έναν κόσμο όπου κυριαρχούν το Χρήμα και ο κυνικός πραγματισμός.

Κάποιοι από παλιά τον κατηγόρησαν, κι εφέτος που γιορτάζουμε τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του, ακόμη τον κατηγορούν, για την πολυγραφία του, για φλυαρία. Οπως και για την πολιτική στράτευσή του. Ενας λιγότερο σπουδαίος ποιητής, ένας ελάσσων δημιουργός, μπορεί εξαιτίας της στράτευσης αυτής να είχε καταβαραθρωθεί. Ο Ρίτσος, όμως, την υπερβαίνει. Το ίδιο ισχύει και για την ποσότητα του έργου του, που αναλογεί στο εύρος της θεματολογίας του. Εν τέλει, πρέπει πάντα να σταθμίζουμε ποιος κατηγορεί ποιον. Μήπως κάτι αδύναμα, στενά ρυάκια κατηγορούν το πλατύ ποτάμι (όχι του Μπεράτη) ότι παραείναι πλατύ;

Καθημερινή

Comments 0 σχόλια »

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων