Στη σκοτεινή αίθουσα αναγνώρισα αρκετούς του συναφιού όπως και αρκετούς ηθοποιούς. Κάπου οι κύκλοι μας τέμνονται. Είμαστε και οι δύο παρουσιαστές, ενίοτε ξεπατικώνουμε και τα τερτίπια τους.
Στην ταινία του ο Καντέ παρακάμπτει τη σύγκρουση του ατόμου με το «σύστημα». Εστιάζεται στο σχολείο ως ένας θεσμός δημοκρατικός και στη συνέχεια μας βομβαρδίζει με δεκάδες ερωτήματα: Ο διάλογος και οι συμμετοχικές διαδικασίες μπορούν να είναι βασικοί άξονες της παιδαγωγικής διαδικασίας, ακόμη και σε μια πολυσυλλεκτική κοινωνία που επιδιώκει την αφομοίωση του διαφορετικού σε έναν ενιαίο κορμό; Πόσο ανεκτικός πρέπει να είναι ο καθηγητής; Ποιος είναι ο ρόλος του σε ένα σχολείο, όπου φαινομενικά έχουν πέσει τα παλιά τείχη ανάμεσα σε αυτόν και στην τάξη που έχει απεναντί του; Εχει λόγο ύπαρξης ένα παιδαγωγικό σύστημα – θεμέλιο κοινωνίας «ευτυχισμένων ανθρώπων», σε συνθήκες άγριου ανταγωνισμού και κοινωνικού αποκλεισμού; Η ιδέα για ένα δημοκρατικό σχολείο χρεοκόπησε επειδή ο μαθητής στερείται ωριμότητας και ο δάσκαλος βολεύεται πίσω από γραφειοκρατία; Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, μήπως θα ?πρεπε να επανεκτιμήσουμε τη σχολική αίθουσα με τα θρανία παρατεταγμένα σε σειρά; Η επιστροφή στην εποχή του μαυροπίνακα είναι οπισθοδρόμηση. Οπισθοδρόμηση είναι κι όταν το σύστημα αμφισβητεί το αυτονόητο: ο δάσκαλος είναι αυτός που έχει την εξουσία, γιατί αυτός αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης μέσα στην τάξη. Αυτά κι άλλα πολλά τέτοια ερωτήματα απασχολούν τον Καντέ.
Το «Ανάμεσα στους τοίχους» αρχίζει μελαγχολικά σαν το φθινόπωρο, στους χώρους όπου συνεδριάζουν οι καθηγητές και κλιμακώνεται σαν συνεδρία ομαδικής ψυχοθεραπείας μέσα σε μια τάξη. Κλείνει, μετά μια μονομαχία που είχε μόνον ηττημένους στο προαύλιο του σχολείου με τον καθηγητή να προσπαθεί να ξαναχτίσει τη σχέση εμπιστοσύνης με τους μαθητές του. Σαν ένας σύγχρονος Σίσυφος, που κοιτάζει ξανά προς την κορυφή του λόφου.