Ο Παντελής Μπουκαλάς από τη στήλη του “Υποθέσεις” στην Καθημερινή σχολιάζει το θέμα της φετινής έκθεσης των πανελλαδικών:
…Αλλά και τα παιδιά, τα παιδιά μας, που κι αυτά η τηλεόραση τα ψυχαγωγεί και τα εκπαιδεύει, και τα οποία οδηγούνται κάθε χρόνο στην τελετή της βίαιης ενηλικίωσής τους με όλο και λιγότερες ψευδαισθήσεις και όλο και περισσότερο άγχος (κατακλύζονται τα κανάλια τις προεξεταστικές ημέρες από ψυχολόγους και διαιτολόγους, που δίνουν τις κοινότοπες συμβουλές τους προς σωτηρίαν, αν όχι των μαθητών, πάντως της φήμης τους και του πελατολογίου τους), τι πράγματι θα ήθελαν να γράψουν για να βρεθούν όσο πιο κοντά γίνεται στην αλήθεια τους, όσο πιο κοντά ταιριάζει στην ηλικία τους που, θεωρητικά, βρίσκεται ακόμα κάπως μακριά από την πεπολιτισμένη αυτολογοκρισία; Ο φόβος ή η υποψία ότι, αν ξεφύγουν από το «πρέπει» που τους υπαγορεύει με ετήσια κανονικότητα το ίδιο το εξεταστικό θέμα, ίσως να δουν τους βαθμούς τους να μειώνονται, δεν τους επιτρέπει να γράψουν αυθόρμητα, κριτικά, επιθετικά, να καταθέσουν ό, τι όντως αισθάνονται και πιστεύουν· αυτά που λίγους μήνες πριν ίσως είχαν κατέβει στους δρόμους απαιτητικά, πρέπει την επίσημη ώρα να στρογγυλέψουν τα αισθήματά τους, να συνετιστούν προληπτικώς και να γράψουν όσα επιθυμεί να ακούσει η ενήλικη σοβαρότητα, αιχμάλωτη της υποκρισίας της. Αλλά έτσι ακριβώς διδάσκουμε τα παιδιά, ότι, για να προκόψουν, είναι υποχρεωμένα να χρησιμοποιούν τις μεν ιδέες τους, όσες έχουν, σαν διαβατήριο που οφείλεις να το σκίσεις για να σου επιτραπεί να περάσεις στην επικράτεια της «ωριμότητας», τις δε λέξεις σαν τσόφλια, αδειασμένες από το οξύ νόημά τους· τα μαθαίνουμε δηλαδή να συμμορφώνονται έγκαιρα και να πειθαρχούν, να γερνούν πριν έρθει η ώρα τους.
Ωσπου να φτάσεις στην τρίτη λυκείου, λοιπόν, θα ’χεις ακούσει σίγουρα από κάποιον καθηγητή σου, θα ’χεις διαβάσει σε κάποιο από τα βιβλία σου ή, έστω, θα το έχεις εντοπίσει στον μπούσουλα κάποιου φροντιστηρίου, και θα φρόντισες να το αποστηθίσεις, εκείνο το αριστοτελικό για τον άνθρωπο που φύσει ορέγεται του ειδέναι. Και δεν μπορεί, γενιές και γενιές το μάθαμε, θα το έχεις μάθει και εσύ πως ο Σόλων, ένας από τους εφτά σοφούς της αρχαιότητας προς την οποία έχουμε πάντοτε στραμμένη τη ρητορική μας, κήρυττε εκείνο το «γηράσκειν αιεί πολλά διδασκόμενος» ή «γηράσκω αεί διδασκόμενος» στην παραπλήσια κοινόχρηστη (και καδραρισμένη κάποτε στα σχολεία) εκδοχή του. Και, αυτό προπάντων, δεν το κήρυττε απλώς, σαν κάποιος δάσκαλος που δίδασκε και λόγον δεν εκράτει, αλλά το ζούσε. «Ομολογουμένως εραστής της σοφίας» όπως ήταν, σύμφωνα και με τη βιογράφησή του από τον Πλούταρχο, ταξίδεψε από χώρα σε χώρα για να αποκτήσει γνώσεις και εμπειρίες και όχι για να πλουτίσει («πολυπειρίας ένεκα μάλλον και ιστορίας ή χρηματισμού πλανηθήναι τον Σόλωνα»).
Και λοιπόν; Πώς να χρησιμοποιήσεις το κήρυγμα και το παράδειγμα του Σόλωνα στην περίληψη που οφείλεις να γράψεις για να ανταποκριθείς στο οδηγητικό κείμενο που έθεσε προ των οφθαλμών σου η εξεταστική επιτροπή; Πώς να συμβιβάσεις τα ασυμβίβαστα, αυτό που όντως νιώθεις και επιθυμείς με ό, τι υποχρεούσαι να συντάξεις και να παρουσιάσεις σαν δήθεν προσωπική σου άποψη ενώ άλλο δεν είναι παρά ένα αναμάσημα όσων «σωστών» σού εμφυτεύτηκαν στο φροντιστήριο; Εσύ, στην καλή σου ώρα, που μένει καλή κι ας τη συμπιέζουν τα γονικά άγχη και τα κοινωνικά φορτώματα, θα ’θελες να ομολογήσεις ευθαρσώς την πίστη σου, έστω και δίχως να πετυχαίνεις πάντοτε τις πλουμιστές λέξεις, πως η μόρφωση, η αυτομόρφωση και η διά βίου μάθηση (εκείνη η αυτοδιδασκαλία του Κοραή, τέλος πάντων) ευτελίζονται και απαξιώνονται αν σαν στόχος τους επιβάλλεται η «χρησιμότητα»: μάθε για να πάρεις βαθμούς, μάθε για να πετύχεις καλούτσικο απολυτήριο, μάθε για να περάσει στις Πανελλαδικές… Θα ’θελες να γράψεις, να το πεις φωναχτά μήπως κι ακουστείς (μήπως σε ακούσει η υπουργός Παιδείας, λ. χ., που από δεκάδες εκθέσεις ζωγραφικής έκρινε σπουδαιότερη και ως εκ τούτου την εγκαινίασε την έκθεση ενός «επωνύμου» των Μέσων, δείχνοντας έτσι άθελά της πώς εννοεί η ίδια τη διά βίου μάθηση), ότι μέσα από την αλυσίδα των ωφελιμοθηρικών εκπτώσεων το «μαθαίνω» μεταφράζεται σε «αποστηθίζω», η παιδεία συρρικνώνεται σε καταναγκαστικό βαθμοθηρικό μηχανισμό και στο τέλος δεν σώζεται ένα κομματάκι ψυχής και πνεύματος για να τρυπώσουν σπουδαίες και τόσο δοξολογημένες έννοιες όπως η ανώφελη με τα ισχύοντα μέτρα και σταθμά όρεξη του ειδέναι, η απόλαυση της ανάγνωσης, η χαρά της αναζήτησης και της εύρεσης, η τέρψη της γνώσης.
Ήμουν το αστέρι της τάξης. Τι σημασία είχε αν ήμουν μαυριδερή, άχαρη και καμπούρα; Υστερούσα σε πολλά, αλλά στην «έκθεση ιδεών» έσκιζα. Αν με σήκωνες στο μάθημα τα μπουρδούκλωνα, κόμπιαζα, σκατά τα έκανα, αλλά το μόνο που χρειαζόταν ήταν να με βάλεις να γράψω κάτι, και όλα ξεκαθάριζαν. Είχα γίνει λίγο νούμερο του τσίρκο, ο εφιάλτης των συμμαθητών που ήταν υποχρεωμένοι να με ακούν, συχνά πυκνά, να διαβάζω τις εκθέσεις μου στην τάξη, ως «υποδείγματα». Ντρεπόμουν, αλλά μου άρεσε.
Στις αρχές Οκτωβρίου της Δευτέρας Λυκείου παρέδωσα το αριστούργημά μου, μια σπαρακτική ελεγεία για την πτώση του Οιδίποδα. Ήταν και γαμώ τις εκθέσεις. Νομίζω η μάνα μου την κρατάει ακόμα. Το κείμενο διαβάστηκε από την τσιριχτή μου φωνή, (συγγνώμη, συμμαθήτριες), ενώπιον της τάξης, για μια ακόμα φορά. Ήταν και η τελευταία. Αμέσως μετά την ανάγνωση, η φιλόλογος με ρώτησε αν σκόπευα να δώσω εισαγωγικές τον επόμενο χρόνο.
Φιλοσοφική. Τόσο αυτονόητο, που δεν το είπα καν. Αν δεν έκανα εγώ τέτοιες σπουδές, ποιος θα έκανε; Τα βλίτα; Που δεν ήταν σε θέση να κάνουν έναν αυτοσχεδιασμό της προκοπής σε ιαμβικό τρίμετρο; Εγώ μετέφραζα Ομηρικούς στίχους στην Αττική διάλεκτο (και τούμπαλιν) στο σπίτι, έτσι, από χόμπι. Έκλαιγα με μαύρο δάκρυ πάνω από τον κομμό της Αντιγόνης, (στο πρωτότυπο, βεβαίως!) λες και ήταν Αρλεκιν. Θα έσκιζα στις εξετάσεις. Απλώς, αυτονόητο.
«Καλά είναι όλα αυτά» συμφώνησε η υπεύθυνη, «αλλά υπάρχει το πρόβλημα της έκθεσης».
Πρόβλημα; Έκθεση; Τι λέει η γυναίκα; Με μπέρδεψε με άλλη μαθήτρια; Εμένα;
Και τότε, μπροστά σ΄όλη την τάξη, η φιλόλογος με κατεδάφισε. Τα κείμενά μου, ήταν αλλόκοτα, εξήγησε, άσε που έγραφα ακριβώς όπως μιλούσα, πράγμα εγκληματικό σύμφωνα με τη λογική των εξεταστών. «Αυτή η έκθεση θα μηδενιζόταν ως εκτός θέματος». Χρειαζόταν να κάνω ιδιαίτερα, να αγοράσω λυσάρια και ετοιματζίδικα βοηθήματα, για να έχω μια ελπίδα να πιάσω τη βάση, στις εισαγωγικές. Και το «αστέρι της τάξης»; «Αυτά ήταν για πριν. Τώρα σοβαρευόμαστε είναι αλλιώς τα πράγματα στις εξετάσεις, δεν μπορείς να γράφεις όπως θέλεις».
Δεν υπήρχαν πια «ιδέες». Όλα έπρεπε να γράφονται προβλέψιμα, συστηματικά, τακτοποιημένα σε κουτάκια, και εντελώς νεκρά, σαν επίδειξη τάπερ.
Αν είχα φτερά, αυτή ήταν η στιγμή που πριονίστηκαν κι έπεσαν για πάντα, στο κρύο μωσαϊκό της Βα’. . «Δεν ενδιαφέρομαι καθόλου για το Πανεπιστήμιο», είπα ψέματα, «οπότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να μου τα λέτε όλα αυτά».
Εξετάσεις για τη Φιλοσοφική, ή για οποιοδήποτε άλλο Πανεπιστήμιο, δεν έδωσα ποτέ… Κατέφυγα πανικόβλητη στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, το μόνο μέρος όπου μπορούσες να κλαις με μαύρο δάκρυ για τα πάθη της Αντιγόνης (έστω και σε μετάφραση) και να θεωρείται απολύτως φυσικό. Εκεί με πλησίασε ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένας αληθινός δάσκαλος. Με μεγάλη τρυφερότητα, και αφού άφησε να εννοηθεί ότι στο θέατρο είχα λιγότερο ταλέντο κι από ένα κομοδίνο, πήγε την κουβέντα παρακάτω «Σε παρακολουθώ. Έχεις ιδιαίτερη κλίση στις κλασικές σπουδές. Έξυπνο παιδί είσαι, πώς και δεν το έχεις καταλάβει; Θα έκανες περίπατο στη Φιλοσοφική»
Εντάξει. Δεν έγινε και τίποτα δηλαδή, δεν χαθήκαμε κιόλας. Το κείμενο δεν το έγραψα για να κλαφτώ: Αν ήθελα, ας είχα σπουδάσει. Αλλά αυτό το εξπέριμεντ του Protagon με την έκθεση και το Χωμενίδη σε ρόλο χάμστερ, με βάρεσε στο δόξα πατρί.
Για πόσες κλωτσιές είναι αυτό το σύστημα, που καταδικάζει το «αλλόκοτο», που καταριέται το διαφορετικό, που μεταμορφώνει τις νεράϊδες- ιδέες σε κακάσχημες, νευρωτικές γεροντοκόρες; Πόσο μεγάλο έγκλημα είναι να πάρεις το φλεγόμενο από καινούριες ιδέες μυαλό ενός εφήβου, και να αντικαταστήσεις το εγκέφαλό του μ΄ένα… τάπερ;
Γράψτε μου, αν υπάρχει κάποιος από σας που πέρασε το ίδιο ζόρι. Όχι με την έκθεση, δεν εκφραζόμαστε όλοι, (ευτυχώς!!!) με τον ίδιο τρόπο. Αλλά αν κάποιος, κάποτε, άφησε τα εφηβικά του φτερά (Μαθηματική σκέψη; Καλλιτεχνική κλίση; Φλόγα για επιστημονική έρευνα;) στο πάτωμα μιας σχολικής αίθουσας ,ας στείλει, μέσα από τη σημερινή, τελευταία μου «έκθεση ιδεών», έστω ένα σήμα.
Καιρό είχα, σας διαβεβαιώ, να αντιμετωπίσω κείμενο τόσο μακαρονοειδές, όσο αυτό που ανέμισε το Υπουργείο Παιδείας μπροστά στα έντρομα μάτια των υποψηφίων. Με όλο το σεβασμό στην άγνωστη μου συγγραφέα του, κυρία Αλεξάνδρα Κορωναίου (η οποία άλλωστε έπεσε θύμα διασκευής), προκειμένου να καταλάβεις τι θέλει να πει, πρέπει να το διαβάσεις τουλάχιστον τρεις φορές, αν όχι να του κάνεις και συντακτική ανάλυση. Στραμπουληγμένες φράσεις που βρίθουν από αφηρημένα ουσιαστικά, συλλογισμοί που ξεκινούν με στόμφο και καταλήγουν στο αυτονόητο… μου ήρθαν ευθύς στο νου οι στίχοι του Ανδρέα Εμπειρίκου: «Όταν το ρήμα εκτοπίζεται και άρχουν παντού τα επίθετα, θετά παιδιά της συμμορφώσεως και του διακοσμημένου ψεύδους, τέλματα εκτείνονται εκεί όπου ο σπόρος έπιπτε ως σπέρμα…» Το δε εξωφρενικότερο είναι πως η λέξη-κλειδί «αυτομόρφωση» χρησιμοποιείται λανθασμένα, στη θέση της «επιμόρφωσης» ή της «δια βίου μάθησης», που αποτελεί άλλωστε και τη νέα ονομασία του Υπουργείου…
Προσπάθησα μολοντούτο να μπω στο πετσί του παιδιού που δίνει Πανελλαδικές και οφείλει να φανεί αρεστό προκειμένου να εισαχθεί στο Πανεπιστήμιο, στο ΤΕΙ έστω. Συνέταξα τις περιλήψεις και βρήκα -νομίζω- τα συνώνυμα και τα αντώνυμα (που εγώ τα ξέρω ως αντίθετα). Στις ερωτήσεις σχετικά με τα «δομικά μέρη» της παραγράφου και τα «χαρακτηριστικά γνωρίσματα του επιστημονικού λόγου» απάντησα τσάτρα-πάτρα, αφού μέχρι το 1985 που τελείωσα εγώ το σχολείο δεν μας δίδασκαν τέτοιους όρους και ούτε στη συνέχεια της ζωής μου αισθάνθηκα κάποιο κενό γνώσης κι ας έχω γράψει μέχρι τώρα έξι μυθιστορήματα, εκατοντάδες διηγήματα και άρθρα… Στην ερώτηση Β1, υπέκυψα στον πειρασμό και άφησα να παρεισφρήσει στο γραπτό μου μια λεπτή φλύδα αληθινής ζωής, με το παράδειγμα του αποφοίτου πανεπιστημίου που γίνεται εξ’ανάγκης πιτσαδόρος. Ελπίζω ότι οι διορθωτές θα το εκτιμήσουν, καθώς θα τους παραπέμψει στην καθημερινότητα που όλοι μας βιώνουμε… Στο άρθρο των πεντακοσίων λέξεων που μου ζητήθηκε (το αντίστοιχο της «έκθεσης ιδεών»), έγινα πιο προσωπικός: Επινόησα έναν παππού που έχει αρκετά χαρακτηριστικά δανεισμένα απ’τον δικό μου και παρουσίασα τους αυτοδίδακτους παλιούς αριστερούς ως προφήτες της μεταμοντέρνας «αυτομόρφωσης». Αφελές πιθανόν αλλά και συναισθηματικά φορτισμένο, όπως οφείλει να’ναι το κείμενο ενός εφήβου.
Περιμένοντας τη βαθμολόγηση, ξαναζώ σε μικρογραφία την προ εικοσιπενταετίας αγωνία μου, όταν από τα γραπτά των Πανελλαδικών κρινόταν η είσοδός μου στη Νομική Σχολή. Συνειδητοποιώ δε ξαφνικά με τρόμο ότι στο ίδιο περίπου πνεύμα είχα κινηθεί και τότε. Τότε είχα βαθμολογηθεί στην Έκθεση με 12. Να έχουν αλλάξει, λέτε, τα κριτήρια αξιολόγησης; Ή μήπως με περιμένει δεύτερη πανωλεθρία, αυτή τη φορά με το προσωπείο της φάρσας του Protagon;
Η ΠΕΦ όμως έχει άλλη άποψη:
Οι θέσεις της Π.Ε.Φ. για τα θέματα της Νεοελληνικής Γλώσσας Γενικής Παιδείας Γ΄ Λυκείου
I. ΚΕΙΜΕΝΟ
Το διασκευασμένο κείμενο που δόθηκε στις Πανελλαδικές εξετάσεις είναι επίκαιρου προβληματισμού με καλή δομή και τεκμηριωμένο στις θέσεις του.
II. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Η ερώτηση κατανόησης (Β1) μπορεί να απαντηθεί εύκολα από τους μαθητές που παρακολούθησαν τη διδασκαλία και θα δώσει την ευκαιρία να κριθούν οι γνώσεις τους στα κοινωνικά θέματα και η γλωσσική τους επάρκεια.
Η ερώτηση Β2 αποτελεί εφαρμογή της θεωρίας για τη δομή παραγράφου, αντικείμενο διδασκαλίας στο γυμνάσιο και το λύκειο. Τα ζητούμενα της ερώτησης Β3 ελέγχουν στοιχειώδεις λεξιλογικές ικανότητες.
Η ερώτηση Β4, όμως, μπορεί να προκαλέσει στον/στην μαθητή/τρια που εξετάζεται παρανόηση: ζητάει την επισήμανση τριών χαρακτηριστικών του επιστημονικού λόγου, αλλά δεν απαιτεί ρητά την τεκμηρίωσή τους με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο. Χρειαζόταν, ίσως, περισσότερη σαφήνεια στη διατύπωση της ερώτησης, αν δηλαδή απαιτείται απάντηση με απλή αναφορά των χαρακτηριστικών ή και εντοπισμός τους σε συγκεκριμένες φράσεις.
III. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ
Η παραγωγή γραπτού λόγου εστιάζει σε συγκεκριμένο θέμα, ώστε να μπορούν να παραχθούν κείμενα, ανάλογα με την ωριμότητα και τη γνώση των εξεταζομένων, χωρίς τον κίνδυνο παρανοήσεων.
Γενικά, τα ζητούμενα της εξέτασης ανταποκρίνονται στους στόχους μαθήματος και είναι σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο για την αξιολόγηση.
Παλαμάς, Παπαδιαμάντης, Καζαντζάκης, Σεφέρης, Ελύτης, Εμπειρίκος. Συγγραφείς και ποιητές που θα βρεθούν νοερά κοντά μας, μέσω μιας έκθεσης χειρογράφων τους
«Τα χειρόγραφα, με τις μουντζούρες τους μαζί, μεταφέρουν τον παλμό του χεριού που τα χάραξε και προκαλούν συγκίνηση, όπως συγκίνηση προκαλεί το να δεις από κοντά ένα διάσημο πίνακα, που τον έχεις δει χιλιάδες φορές σε φωτογραφίες», λέει στα «ΝΕΑ» ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης, συνεκδότηςμαζί με τον Θανάση Νιάρχο- του λογοτεχνικού περιοδικού «Η Λέξη». Το περιοδικό γιορτάζει τα 200 τεύχη του με μια έκθεση χειρογράφων με τον γενικό τίτλο «Scripta manent» (Τα γραπτά μένουν), η οποία περιλαμβάνει χειρόγραφα συνεργατών του, αλλά και χειρόγραφα παλαιότερων συγγραφέων και ποιητών που δανείστηκε από αρχεία, συγγενείς και φίλους των δημιουργών.
Κάπου 230 χειρόγραφα θα εκτεθούν στην έκθεση που εγκαινιάζεται την Τρίτη 3/11 στον χώρο «Τεχνόπολις». Θα υπάρχει ένα χειρόγραφο ανά δημιουργό, συνοδευόμενο από φωτογραφία του. Ένα από τα παλαιότερα χειρόγραφα είναι του Κωστή Παλαμά, η συλλογή όμως φτάνει μέχρι σημερινούς νεώτατους- και 25άρηδες- ποιητές. Θα υπάρχουν και χειρόγραφα δημιουργών από άλλους καλλιτεχνικούς χώρους (όπως ο Μινωτής, ο Χατζιδάκις, ο Τσαρούχης) έτσι ώστε να δίνεται μία κατά το δυνατόν πανοραμική εικόνα του νεώτερου ελληνικού πολιτισμού. «Η έκθεση γίνεται σε μια εποχή που το χειρόγραφο, με την ποικιλότητά του, εκλείπει ως είδος και τη θέση του, μετά τη μεσοβασιλεία του δακτυλόγραφου, παίρνει η ομοιόμορφη και άψογη σελίδα του υπολογιστή», λέει ο συνεκδότης της «Λέξης». «Το χειρόγραφο είναι το δακτυλικό αποτύπωμα του δημιουργού. Η “λέξη”, που έδωσε το όνομά της και στο περιοδικό, είναι το μικρότερο κύτταρο του λόγου. Κατά τον ίδιο τρόπο το παλιό χειρόγραφο είναι το σημείο από το οποίο ξεκινάει το λογοτεχνικό έργο. Κάθε έργο περνάει μια περιπέτεια. Ξέρουμε τη συνέχειά του, με την έκθεση χειρογράφων μαθαίνουμε και την αφετηρία του. Το να βλέπεις, λ.χ., τη “Λήθη”, το περίφημο ποίημα του Λορέντζου Μαβίλη, είναι κατά κάποιο τρόπο σαν να βλέπεις από κοντά την “Τζοκόντα”», καταλήγει.
Η έκθεση «Scripta manent» εγκαινιάζεται την Τρίτη 3/11, στις 20.30, στην «Τεχνόπολι»
«Τον 12ο αιώνα οι Bενεδικτίνοι μοναχοί εφηύραν το μηχανικό ρολόι. Χρειαζόταν αυτό το εργαλείο για την ακριβή ώρα της προσευχής που έπρεπε να κάνουν. Oι μοναχοί, όμως, δεν συνειδητοποίησαν ότι το ρολόι δεν ήταν απλώς ένα μέσο καταγραφής των ωρών, αλλά και ένα μέσο συγχρονισμού των πράξεων των ανθρώπων. Ετσι, λοιπόν, στα μέσα του 14ου αιώνα, το εργαλείο αυτό βγήκε έξω από τα τείχη των μοναστηριών κι έφερε νέα και ακριβή κανονικότητα στη ζωή του εργαζόμενου και του εμπόρου. Tο μηχανικό ρολόι έκανε δυνατή την ιδέα της συστηματικής παραγωγής, των συστηματικών ωρών εργασίας… Xωρίς το ρολόι, ο καπιταλισμός θα ήταν αδύνατος. Eδώ βρίσκεται λοιπόν το μεγάλο παράδοξο: το ρολόι εφευρέθηκε από ανθρώπους που ήθελαν να αφοσιωθούν περισσότερο στον Θεό και κατέληξε σε ανθρώπους που ήθελαν να αφοσιωθούν στη συγκέντρωση χρημάτων. H τεχνολογία έχει πάντα απρόβλεπτες επιπτώσεις. Δεν είναι πάντα ξεκάθαρο στην αρχή ποιος θα κερδίσει τι και ποιος θα χάσει τι».
Ο μεγάλος διανοητής της επικοινωνίας, Νιλ Πόστμαν, ήταν πάντα επιφυλακτικός με τις νέες τεχνολογίες. Πιστεύει ότι «κάθε τεχνολογική αλλαγή είναι μια φαουστική διαπραγμάτευση: προστίθεται μια νέα τεχνολογία, και μπαίνει στο περιθώριο μια παλιά. Αυτές οι δύο τεχνολογίες δεν είναι ποτέ ίσες. Mερικές φορές, μια νέα τεχνολογία δημιουργεί περισσότερα απ’ όσα καταστρέφει. Αλλες φορές καταστρέφει περισσότερα απ’ όσα δημιουργεί. Ποτέ, όμως, δεν είναι μονόπλευρη».
Το πρόβλημα των καιρών μας για τον μεγάλο διανοητή είναι η υπερπληροφόρηση. Ο ίδιος συνήθιζε να κάνει ένα απολαυστικό πείραμα στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, όπου ήταν καθηγητής. «Γίνεται καλύτερα το πρωί, όταν βλέπω ένα συνάδελφο να εμφανίζεται χωρίς να έχει στα χέρια του ένα αντίτυπο των New York Times», λέει. «“Διάβασες τους Times σήμερα”, ρωτώ. Aν απαντήσει “όχι”, το πείραμα συνεχίζεται. “Πρέπει να κοιτάξεις στη σελίδα 23”, λέω. “Yπάρχει ένα φανταστικό πείραμα για μια μελέτη στο Harvard. Εκαναν μια έρευνα για διαιτητικές τροφές και βρήκαν ότι μια φυσιολογική δίαιτα λειτουργεί καλύτερα αν προστεθούν έξι φορές την ημέρα σοκολατούχα εκλέρ. Φαίνεται ότι υπάρχει ένα ειδικό θρεπτικό συστατικό στα εκλέρ -η ενκομιακή διοξίνη- που μειώνει τις θερμίδες με εκπληκτικό ρυθμό”.
» Mια άλλη πιθανή απάντηση που χρησιμοποιώ σε συναδέλφους, οι οποίοι είναι γνωστοί για τον υγιεινό τρόπο ζωής τους είναι η εξής: “Oι νευροφυσιολόγοι στο πανεπιστήμιο της Στουτγκάρδης ανακάλυψαν μια σχέση μεταξύ τρεξίματος και μειωμένης νοημοσύνης. Σε περίοδο πέντε ετών, έλεγξαν περισσότερους από 1.200 ανθρώπους και βρήκαν ότι όσες περισσότερες ώρες έτρεχαν, τόσο μειωνόταν η νοημοσύνη τους. Δεν ξέρουν ακριβώς τον λόγο που γίνεται αυτό, αλλά έτσι είναι”…
» Oι περισσότεροι θα πιστέψουν, ή τουλάχιστον δεν θα αμφισβητήσουν, αυτό που τους λέω. Mερικές φορές θα πουν: “Aλήθεια; Eίναι αυτό δυνατόν;”. Mερικές φορές θα ζητήσουν επανάληψη: “Πού είπες ότι έγινε αυτή η έρευνα;”. Kάποιες άλλες φορές λένε: “Ξέρεις; Εχω ακούσει κι εγώ κάτι τέτοιο”.
» Ενα συμπέρασμα από την έρευνά μου έχει εκφραστεί από τον Τζορτζ Οργουελ πριν από 50 χρόνια. Παρατήρησε ότι ο μέσος άνθρωπος σήμερα είναι εξίσου αφελής με τον μέσο άνθρωπο του Mεσαίωνα. Τότε οι άνθρωποι πίστευαν άκριτα στην αυθεντία της θρησκείας τους. Σήμερα πιστεύουμε άκριτα στην αυθεντία της επιστήμης. Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε, μας είναι εν πολλοίς ακατανόητος. Δεν υπάρχει γεγονός –πραγματικό ή φανταστικό– που θα μας καταπλήξει επί μακρόν, αφού δεν έχουμε μια κατανοητή και λογικά ακόλουθη εικόνα του κόσμου, τέτοια που θα έκανε ένα γεγονός να φαίνεται ως απαράδεκτη αντίφαση. Πιστεύουμε, επειδή δεν υπάρχει λόγος να μην πιστέψουμε… Σ’ έναν κόσμο χωρίς πνευματική ή νοητική τάξη, όλα είναι πιστευτά, οτιδήποτε δεν είναι προβλεπτό και κατά συνέπεια οτιδήποτε δεν μας εκπλήσσει.»
Το «πολιτιστικό έιτζ»
«Στον Mεσαίωνα υπήρχε σπάνη πληροφορίας, αλλά η σπανιότητα έκανε την πληροφορία σημαντική και χρήσιμη. Aυτή η κατάσταση αλλάζει στα τέλη του 15ου αιώνα, όταν ο Γουτεμβέργιος μετέτρεψε μια οινοποιητική πρέσα σε τυπογραφική. Kάνοντας αυτό δημιούργησε κάτι που σήμερα ονομάζουμε πληροφοριακή έκρηξη. Σαράντα χρόνια μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, υπήρχαν τυπογραφικές μηχανές σε 100 πόλεις έξι διαφορετικών κρατών. Πενήντα χρόνια μετά, είχαν τυπωθεί οκτώ εκατομμύρια βιβλία, γεμάτα πληροφορίες που δεν ήταν διαθέσιμες στον μέσο άνθρωπο. Eίναι παραπλανητικό να πιστεύουμε ότι ο υπολογιστής μάς οδήγησε στην εποχή της πληροφορίας. H τυπογραφική μηχανή μάς οδήγησε εκεί, κι από τότε δεν έχουμε απελευθερωθεί απ’ αυτή.
» Aυτό όμως που ξεκίνησε ως απελευθερωτικό ρεύμα, μεταλλάχθηκε σε χείμαρρο χάους. Aκούστε τι αντιμετωπίζουμε, αν πάρω ως παράδειγμα τη χώρα μου: στις HΠA (σημ.: το 1996 που ο Πόστμαν έγραφε αυτά) εκδίδονται 11.520 εφημερίδες, 11.556 περιοδικά, υπάρχουν 27.000 καταστήματα που νοικιάζουν βιντεοκασέτες, 362 εκατομμύρια τηλεοπτικές συσκευές και πάνω από 400.000 εκατομμύρια ραδιόφωνα. Kάθε χρόνο εκδίδονται πάνω από 40.000 τίτλοι βιβλίων (300.000 σε όλο τον κόσμο).
» O δεσμός μεταξύ πληροφορίας και δράσης έχει διαρραγεί. H πληροφορία είναι τώρα εμπόρευμα που μπορεί να αγοραστεί και να πουληθεί, να χρησιμοποιηθεί ως μορφή ψυχαγωγίας, ή να φορεθεί ως ένδυμα για να αυξήσει το κύρος κάποιου. H πληροφορία έρχεται αδιάκριτα. Δεν απευθύνεται σε κάποιον συγκεκριμένα. Eίναι ασύνδετη από τη χρησιμότητά της. Εχουμε κορεσθεί από πληροφορία, πνιγόμαστε μέσα σ’ αυτή, δεν την ελέγχουμε και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε μ’ αυτή… Tο πληροφοριακό ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν δουλεύει πια. Δεν ξέρουμε πώς να φιλτράρουμε αυτή την πλημμύρα πληροφοριών, δεν ξέρουμε πώς να τη μειώσουμε, δεν ξέρουμε πώς να τη χρησιμοποιήσουμε. Πάσχουμε από ένα είδος πολιτιστικού έιτζ.
» Mέσα σ’ αυτή την κατάσταση έρχεται και ο υπολογιστής… O υπολογιστής και η πληροφορία του δεν μπορούν να μας απαντήσουν στα θεμελιώδη ερωτήματα, σ’ αυτά που πρέπει να απαντήσουμε για να δώσουμε νόημα στη ζωή μας και να την κάνουμε πιο ανθρώπινη. O υπολογιστής δεν μπορεί να μας παράσχει ένα οργανωμένο ηθικό πλαίσιο. Δεν μπορεί να μας πει ποιες ερωτήσεις αξίζει να υποβάλλουμε. Δεν μπορεί να μας προσφέρει τα μέσα να κατανοήσουμε για ποιον λόγο βρισκόμαστε εδώ, ή γιατί πολεμάμε ο ένας τον άλλο, ή γιατί φθίνει τόσο συχνά η ευπρέπεια – ειδικά τώρα που την χρειαζόμαστε περισσότερο. O υπολογιστής, κατά κάποιο τρόπο, είναι ένα εκπληκτικό παιχνίδι που μας αποσπά από όλα εκείνα τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε: το πνευματικό κενό, τη γνώση του εαυτού μας, τις χρήσιμες αντιλήψεις για το παρελθόν και το μέλλον μας…»
Η Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας επιστρέφει μέσα από μια μεγάλη έκθεση αφιερωμένη στους ανθρώπους που τη δημιούργησαν: στους 7.000 εθελοντές! Στην Εθνική Γλυπτοθήκη στο Γουδί, θα έχουμε την ευκαιρία, έως τις 20 Δεκεμβρίου, να ξαναζήσουμε τις ωραίες στιγμές αλλά και να θαυμάσουμε από κοντά τα περίφημα κοστούμια και αντικείμενα που διηγήθηκαν τόσο πετυχημένα τη μακραίωνη ιστορία μας.
Στην έκθεση παρουσιάζονται κοστούμια, αντικείμενα, φωτογραφίες και Video από την προετοιμασία και την Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων «ΑΘΗΝΑ 2004». Εικόνες από το καραβάκι και τους πύρινους Ολυμπιακούς κύκλους πάνω στο νερό, από το Κυκλαδικό ειδώλιο και το αλληγορικό τοπίο των ελληνικών νησιών, από τις εικόνες της Κλεψύδρας που μέσα από την τέχνη απεικονίζουν την ζωή του τόπου από την προϊστορία μέχρι σήμερα, μέχρι την Ελιά – σύμβολο της Ειρήνης και των Ολυμπιακών Αγώνων, θα θυμίσουν στους επισκέπτες της έκθεσης την βραδιά της Τελετής και θα τους δώσουν την ευκαιρία να κατανοήσουν πώς στήθηκε αυτή η ελληνική γιορτή.
Αναλυτικά στην έκθεση παρουσιάζονται κοστούμια από την Κλεψύδρα. Η Κλεψύδρα, ένα αρχαίο ρολόι που χρησιμοποιούσε τη σταθερή ροή του νερού ή της άμμου για την μέτρηση μονάδων χρόνου, ήταν μια ονειρική πολύχρωμη παρέλαση που απεικόνιζε στιλιζαρισμένες μορφές που λες και ζωντάνεψαν μέσα από ελληνικές τοιχογραφίες, μωσαϊκά γλυπτά και ζωγραφιές. Ήταν μια χρονολογική πομπή εικόνων από την προϊστορική μέχρι την σύγχρονη εποχή.
Παρουσιάζονται επίσης, σκηνικά αντικείμενα από την τελετή. Συγκεκριμένα θα εκτεθούν 47 παραδοσιακά κοστούμια από διάφορες περιοχές της Ελλάδας (Μακεδονία, Σίφνος, Αστυπάλαια, Φλώρινα, Ήπειρος, Μ. Ασία, Κέρκυρα, Πελοπόννησος κ.ά.), 6 Βυζαντινά κοστούμια, 8 κοστούμια Ταναγραίων, 5 κοστούμια Κροκοσυλλεκτριών, 4 Καρυάτιδες, 4 Άλογα και 30 Πανοπλίες Μυκηναΐων Στρατιωτών.
Επιπλέον, παρουσιάζονται 200 από τα τύμπανα που χρησιμοποιήθηκαν στην Τελετή, κομμάτια από τα άλογα, η βάρκα και ο Κένταυρος.
Στους δύο μεγάλους τοίχους της αίθουσας θα αναρτηθούν τα ονόματα όλων των εθελοντών που δούλεψαν για τις Τελετές των Αγώνων της Αθήνας.
Τα κοστούμια της τελετής δημιουργήθηκαν από τον εικαστικό καλλιτέχνη Άγγελο Μέντη και την ομάδα του. Πρόκειται για κοστούμια κατασκευασμένα από χαρτί, γάζα και πλαστικό, ζωγραφισμένα στο χέρι, έτσι ώστε να αναπαριστούν ακριβώς το πρωτότυπο.
Τα κοστούμια και τα αντικείμενα που παρουσιάζονται στην έκθεση συντηρήθηκαν από το εξειδικευμένο προσωπικό της Δ/νσης Συντήρησης Αρχαίων & Νεοτέρων Μνημείων του ΥΠ.ΠΟ.
Στην έκθεση θα προβάλλονται βίντεο από την προετοιμασία των τελετών (making off), σε σχεδιασμό και σκηνοθεσία Αθηνάς Τσαγγάρη, μέλους της δημιουργικής ομάδας των τελετών. Τα βίντεο αυτά παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό.
Οι φωτογραφίες του Σωκράτη Σωκράτους από την προετοιμασία των τελετών θα παρουσιαστούν στην έκθεση, επίσης για πρώτη φορά.
Η σύλληψη και σκηνοθεσία της Τελετής ήταν του Δημήτρη Παπαϊωάννου.
Την επιμέλεια και τον σχεδιασμό της έκθεσης έκανε η Λίλη Πεζανού, σκηνογράφος των Τελετών έναρξης και λήξης.
Η έκθεση (με τίτλο «Μια Ελληνική Γιορτή – Αθήνα 2004» Σκηνικά – Κοστούμια από την Τελετή Έναρξης των ΟΑ Αθήνα 2004) παρουσιάστηκε στο μουσείο Capital του Πεκίνου, στο πλαίσιο του Πολιτιστικού Έτους της Ελλάδας στην Κίνα, από τις 21 Μαΐου έως τις 6 Ιουλίου 2008. Την έκθεση, η οποία απέσπασε εξαιρετικές κριτικές από τα κινέζικά media, επισκέφθηκαν πάνω από 2500 θεατές.
Ενώ περίμενα να ξεκινήσουν σήμερα τα σεμινάρια της Ερμούπολης έριξα μία ματιά στις εκθέσεις του Βιομηχανικού Μουσείου. Στο δεύτερο όροφο εκτίθενται φωτογραφίες παιδιών λαϊκών στρωμάτων, των “αόρατων παιδιών”.
Τα «αόρατα παιδιά» της Σύρου, στα οποία αφιερώνεται αυτή η έκθεση, είναι τα ανήλικα παιδιά που εργάζονταν σε διάφορες δουλειές στην πόλη -σε εργοστάσια, καταστήματα, εστιατόρια- στα πλουσιόσπιτα τα κορίτσια, στα παιδιά που εργάζονταν σε αγροτικές δουλειές στα χωριά – βόσκοντας ζώα ή δουλεύοντας στα κτήματα-, καθώς και στα παιδιά που ήταν κλεισμένα στο βρεφοκομείο ή στο ορφανοτροφείο. Όλα αυτά τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων, που πολλά σιτίζονταν στα συσσίτια, είναι σχεδόν αόρατα στα μάτια μας, καθώς ελάχιστες φωτογραφίες τους έχουν διασωθεί.
Εκτίθενται σε αντίστιξη και φωτογραφίες από τα πιο γελαστά και ανέμελα παιδιά που δείχνουν πως ζούσαν τα παιδιά των πιο ευκατάστατων οικογενειών στη Σύρο.
Η Ερμούπολη, πρωτεύουσα της Σύρου, είχε διαμορφώσει αστική τάξη ήδη από το 1830 χάριν της οικονομικής κι εμπορικής άνθησης του νησιού. Η ακμή της Ερμούπολης στις αρχές του 20ού αιώνα συνδέθηκε με την ανάπτυξη της βαμβακοβιομηχανίας. Ενώ το κύμα των προσφύγων από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 προσέφερε στο νησί μεγάλη εργατική δύναμη. Στο νησί άνθιζε το εμπόριο του μεταξιού, των δερμάτων, των σιδηρικών. Στα ανάλογα εργοστάσια, βυρσοδεψεία, ζαχαροπλαστεία, ραφεία, ξυλουργεία, παιδιά από το ορφανοτροφείο ή από πολύ φτωχές οικογένειες δούλευαν από επτά ετών. Τα μικρότερα πουλούσαν κουλούριαστον δρόμο, ήταν παραγιοί στα μανάβικα της πόλης, σερβιτόροι μέρα- νύχτα σε ταβέρνες, μοδίστρες, υπηρέτριες στα αρχοντικά και τα σπίτια των αστών της πρωτεύουσας.
Η Κατοχή, ο λιμός του 1941 και οι βομβαρδισμοί οδήγησαν την Ερμούπολη στην μεταπολεμική παρακμή και στη μεγάλη φτώχεια τις πολυμελείς οικογένειες της αγροτικής και εργατικής τάξης.
Τα παιδιά του του 1ου Δημοτικού Σχολείου Ερμούπολης και του Δημοτικού Σχολείου Άνω Σύρου συγκέντρωσαν αρκετές μαρτυρίες των τότε παιδιών…
Η έκθεση φωτογράφος άγριας φύσης παρουσιάζει τις βραβευμένες φωτογραφίες στον παγκόσμιο διαγωνισμό φωτογραφίας άγριας φύσης που διοργανώνει το BBC και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου.
Η έκθεση είναι ελεύθερη για το κοινό, διαρκεί περίπου ένα μήνα και φιλοξενείται στο εσωτερικό της στοάς Σπυρομήλιου στο City Link της Αθήνας. Οι φωτογραφίες παρουσιάζονται σε ειδικά κατασκευασμένα light boxes ώστε ο θεατής να «βλέπει» μέσα από το φακό φωτογράφου και με τη βοήθεια των λεζαντών που αφηγούνται την ιστορία της κάθε λήψης, να συμμετέχει στον κόπο, τις θυσίες, την αγωνία και τη χαρά του έργου και του καλλιτέχνη.
Από φέτος την έκθεση συνοδεύει σχετικός με το θέμα διαδικτυακός διαγωνισμός φωτογραφίας της άγριας φύσης της Ελλάδας. Ο διαγωνισμός διαρκεί το ίδιο χρονικό διάστημα με την έκθεση και είναι ανοιχτός στο κοινό τόσο για συμμετοχή όσο και για ψηφοφορία.
Ο Νίκος Ξυδάκης από τη στήλη του στην Καθημερινή καυτηριάζει τα του θέματος της έκθεσης: “Oταν διάβασα το θέμα της Εκθεσης (Γλώσσας, σωστότερα) στις Πανελλήνιες Εξετάσεις, σκέφτηκα ότι πάλι το αξιοθρήνητο εκπαιδευτικό σύστημα δεν καταλαβαίνει τίποτε από την εποχή μας και καλεί τα παιδιά να ηθικολογήσουν. Με κακή σύνταξη και λογικά σφάλματα, με αυθαίρετες αναγωγές, ο εξεταστής ζήτησε από τους δεκαοκτάχρονους να εξηγήσουν γιατί κατ’ έθιμον σχίζουν και καίνε τα σχολικά εγχειρίδια στο τέλος της χρονιάς και πώς το βιβλίο μπορεί να συνυπάρξει αρμονικά με τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφόρησης και γνώσης.
Ο εξεταστής αυθαιρετεί και ακροβατεί. Κατ’ αρχάς, ταυτίζει το τρέχον, χαμηλής ποιότητας σχολικό βιβλίο με το βιβλίο εν γένει, από καταβολής. Δεύτερον, καλεί τους εφήβους, όλους καλωδιωμένους και δικτυωμένους, να επιχειρηματολογήσουν υπέρ ενός μέσου και μιας κουλτούρας που δεν έχουν βιώσει, δηλαδή να ηθικολογήσουν υπέρ της άχρονης και καθολικής και οικουμενικής αξίας του έντυπου μέσου, δηλαδή να παπαγαλίσουν τα (α), (β), (γ), (β), από τη φροντιστηριακή διδασκαλία των SOS θεμάτων. Τρίτον, έλασσον ίσως αλλά μείζον όταν πρόκειται για μάθημα Γλώσσας: ονομάζει, με ρηχό και απλουστευτικό τρόπο, «ηλεκτρονικά μέσα», το αχανές και πολυδαίδαλο ψηφιακό – δικτυακό σύμπαν. Τέλος, και αφού ήδη έχει προκαλέσει σύγχυση με την ελλιπή ορολογία, τη λήψη ζητουμένου και τη χειραγώγηση του ερωτώμενου, αυθαιρέτως και ασυναρτήτως ο εξεταστής μεταφέρει τη συζήτηση από το τελετουργικό κάψιμο των σχολικών βιβλίων (τελούμενο ετησίως από όλες τις προψηφιακές γενιές) «στους τρόπους που θα συμβάλουν στην αρμονική συνύπαρξη του βιβλίου με τα ηλεκτρονικά μέσα» (sic). Ράβδος στη γωνία, άρα βρέχει…
Τέλος πάντων, το θέμα μας δεν είναι οι ασυνταξίες και τα λογικά χάσματα στις Πανελλήνιες Εξετάσεις της Γλώσσας. Αυτά έχουν επισημανθεί πολλές φορές. Αξίζει να σταθούμε όμως στη ρηχή αντίληψη του εξεταστή -δηλαδή του σχολικού συστήματος- για τον ρόλο του βιβλίου σήμερα, για το μέλλον του, αλλά κυρίως τη ρηχή αντίληψη για τη διείσδυση των ψηφιακών μέσων στις νεότερες γενιές. Στα μυαλά των εξεταστών και του συστήματος, αυτού ακριβώς του συστήματος που παράγει εξόφθαλμα προχειροφτιαγμένα και απωθητικά βιβλία, το βιβλίο είναι ιερό, άχρονο και αμετάβλητο, ένα τοτέμ. Με αυτό εισήλθαμε στους νεότερους χρόνους, με αυτό θα πορευτούμε στην αιωνιότητα. Το βιβλίο είναι το Αγαθό, τα μαζικά μέσα είναι το Σκότος. Το βιβλίο είναι ο Λόγος, οτιδήποτε άλλο φέρει κείμενο ή αφήγηση είναι Απειλή. Ακόμη και το δοκίμιο του Αγγελου Τερζάκη αντηχεί αυτή τη μανιχαϊστική αντιπαράθεση του βιβλίου με τα μαζικά μέσα. (Ποια μέσα άραγε; Τα ραδιοτηλεοπτικά; ΄Η τις εφημερίδες όπου ο Τερζάκης δημοσίευε τέτοιες επιφυλλίδες;)
Ομως οι δεκαοκτάχρονοι πολίτες που καλούνται να μηρυκάσουν ηθικολογικά κλισέ, αυτοί που θα ασκήσουν το εκλογικό δικαίωμά τους σε λίγες ημέρες, είναι όλοι τους παιδιά της ψηφιακής εποχής, κανείς τους δεν θυμάται τον κόσμο χωρίς υπολογιστή, χωρίς κινητό, χωρίς Διαδίκτυο, γεννήθηκαν με αυτά, μέσα σε αυτό το περιβάλλον διαμορφώθηκαν πνευματικά και συναισθηματικά. Περισσότερο κείμενο διαβάζουν στις οθόνες υπολογιστών και κινητών, απ’ ό, τι σε τυπωμένες σελίδες. Κανείς δεν έχει δει γραφομηχανή, τέλεξ, ελάχιστοι έχουν δει οικιακό πικάπ με δίσκους βινυλίου, φαξ. Είναι η τελευταία γενιά που πρόλαβε να δει τον Μόγλη από βιντεοκασέτα και να φωτογραφηθεί σε φιλμ. Τα βιβλία που έχουν διαβάσει σχεδόν όλα τα έχουν δει και στο σινεμά, από τον Χάρι Πότερ έως τον Αρχοντα των Δαχτυλιδιών και το V for Vendetta. Τώρα τα κατεβάζουν από σέρβερ και τα κουβαλάνε στο λάπτοπ. Κι ας έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει σε σπίτια με βιβλία, ίσως κατάφορτα από βιβλία, εγκυκλοπαίδειες, λευκώματα, χάρτινα μέσα. Ολοι αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους σαν παιδιά της μεταγουτεμβέργειας εποχής”.
και καταλήγει: “Ομως, ακριβώς όπως ο Γουτεμβέργιος πρόσφερε τη Βίβλο και το βιβλίο στις μάζες και άνοιξε την πόρτα της νεωτερικότητας, έτσι και το ψηφιακό περιβάλλον, παρότι αποδιαρθρώνει εννοιολογήσεις και συνήθειες, παρότι αποϋλοποιεί το βιβλίο, παρότι κλονίζει βιομηχανίες και επαγγέλματα, ουσιαστικά επαναθεμελιώνει το βιβλίο, τη γραφή, την ανάγνωση, τον τρόπο που βιώνουμε τη γνώση και τη δημοκρατία.
Αλλά αυτή η διαπίστωση δεν περνάει από τον νου του σχολικού μας συστήματος.”
Γιατί οι μαθητές καταστρέφουν τα σχολικά βιβλία στο τέλος της χρονιάς; Ολοι σκίσαμε ή κάψαμε τα βιβλία με την κουκουβάγια του ΟΕΔΒ, καθώς το καλοκαίρι υποσχόταν βόλτες, μπάνια και χασίματα. Μου φαίνεται όμως ότι τώρα, το δύσθυμο δικτυωμένο 2009, οι έφηβοι έχουν κι άλλους λόγους να καταστρέψουν τα βιβλία τους, ισχυρότερους ακόμη κι από το καλοκαίρι της ελευθερίας. Τον εξής ένα: αυτά τα βιβλία, έτσι που είναι, σε αυτό το αποκαρδιωτικό σύστημα, δεν έχουν τίποτε να διδάξουν. Μόνο περιφρόνηση μπορούν να προκαλέσουν.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ρώτησε χθες χιλιάδες μαθητές, για να μάθει τους λόγους της δικής του αποτυχίας. Γιατί οι έφηβοι φθάνουν να μισούν αυτό το σχολείο, αυτά τα βιβλία, αυτό το σύστημα εξετάσεων; Το σύστημα δεν ξέρει, φευ! Ρωτάει να μάθει. Δεν ξέρει ότι πλείστα εγχειρίδια είναι αμέθοδα και κακογραμμένα, ότι ανατίθενται και επιλέγονται με κριτήρια συνδικαλιστικά και νομοτεχνικά, και όχι μαθησιακά· ότι λάθη και ελλείψεις αναπαράγονται από έκδοση σε έκδοση έως ότου κάποιο άλλο χειρότερο έλθει προς αντικατάσταση κ.ο.κ.
Τι ν’ αγαπήσει ο μαθητής από αυτό το βιβλίο; Την άθλια τυπογραφία του; Την παπαγαλία των σολοικισμών και των ακυρόλεκτων που του επιβάλλεται; Μα αυτό το μίζερο βιβλίο τον αποτρέπει από την ανάγνωση περισότερο κι από τη φαντασμαγορία του Διαδικτύου – στο Διαδίκτυο τουλάχιστον διαβάζει και γράφει κατιτίς, γκρίκλις, ριπές, φλας αφηγήσεων, με παιγνιώδη τρόπο και διαδραστικά.
Καίει τελετουργικά τις γέφυρες με τα σχολικά χρόνια ο έφηβος· φωτίζει το πέρασμά του στον άγριο εξωσχολικό βίο. Ομως δεν καίει τα πάντα. Εχει κάμποσα να θυμάται με αγάπη: κάποιους προσηνείς δασκάλους, φίλους συμμαθητές, ένα προαύλιο ή ένα γηπεδάκι, μια συναρπαστική παράδοση Ιστορίας ή μαθηματικών κάποτε – όλα όσα συμβαίνουν εκτός βιβλίων, εκτός προγράμματος, στις ελεύθερες παρυφές του συστήματος.
Μια που σήμερα το βιβλίο έχει την τιμητική του λόγω του θέματος των πανελλαδικών ρίξτε και μια ματιά στο απόσπασμα του άρθρου του Γιάννη Μπασκόζου “Τρία κι ένα σχόλια για το βιβλίο και την ανάγνωση” :
Κατά τη μεταφορά του βιβλίου στoν ηλεκτρονικό υπολογιστή ο αναγνώστης δεν είναι απλώς θεατής. Αυτός που βλέπει το νόημα από το παράθυρο που άνοιξε στην οθόνη του υπολογιστή του έχει πια τη δυνατότητα να είναι κι αυτός δεύτερος συγγραφέας, ενεργητικός συμμέτοχος. Το κείμενο, όπως έγραφε ο Ρεζίς Ντεμπρέ, δεν είναι πλέον μια στατική σταθερά, ένας δρόμος που πρέπει να τον διατρέξουμε μέσα σε ένα δεδομένο νόημα, που έχει καταγραφεί μια για πάντα, αλλά είναι ένα ψηφιδωτό σε κίνηση (κείμενο, ήχος, εικόνα), μια αβέβαιη ακολουθία διακλαδώσεων, μη ιεραρχημένο και μη προκαθορισμένο, όπου κάθε αναγνώστης μέσα σε ένα δίκτυο κόμβων επικοινωνίας μπορεί να επινοήσει τη δική του ιδιαίτερη διαδρομή. Πώς όμως θα κατανοήσει ο αναγνώστης το κείμενο ή τα κείμενα; Δεν χρειάζεται να έχει κριτήρια, γνώσεις, εργαλεία, επεξεργασμένες πληροφορίες; Πώς θα παρέμβει αν δεν διαθέτει «εκ των προτέρων» γνώσεις, αν δεν είναι δηλαδή επαρκής αναγνώστης; Υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν ότι το μέσον δίνει τα κριτήρια. Το ζήτημα είναι τι είδους κριτήρια δίνει αφού το δίκτυο διακρίνεται για τη χαοτική ροή πληροφοριών. Υπάρχει η δυνατότητα να αντικατασταθεί ποτέ η κριτική ικανότητα που αποκτάται από το οργανωμένο σύστημα γνώσεων μέσα από το (ηλεκτρονικό ή έντυπο) βιβλίο, ιδίως όταν αυτό το προσλαμβάνεις σε μικρή ηλικία; Να καταργηθεί η ίδια η διαδικασία της εκπαίδευσης μέσω των βιβλίων- ανεξαρτήτως του με ποιες τεχνολογίες υποστηρίζεται κάθε φορά; Αυτό είναι ένα ερώτημα των καιρών.
Προσεγγίζουν, ερμηνεύουν, ζωγραφίζουν. Μαθητές της ΣΤ’ Δημοτικού διαφόρων σχολείων της Αθήνας ανατρέπουν τα καθιερωμένα και παρουσιάζουν τη δική τους πρόταση για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου. Περισσότερες από 100 πρωτότυπες και ευφάνταστες ζωγραφικές συνθέσεις των παιδιών φιλοξενούνται στο φουαγιέ του Πολεμικού Μουσείου (Βασιλίσσης Σοφίας & Ριζάρη 2, τηλ. 210-7252974-6).
Οι ζωγραφιές συνεκτίθενται με τα έργα της συλλογής του μουσείου, που λειτούργησαν ως πηγές έμπνευσης. Τα έργα των μαθητών άρχισαν να δημιουργούνται στους εκθεσιακούς χώρους στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος «Τα παιδιά… στα χνάρια των ηρώων του 1821», για να ολοκληρωθούν στο χώρο του σχολείου. Διάρκεια Εκθεσης: έως 02/04. Είσοδος ελεύθερη.
Εντυπωσιασμένοι μένουν οι επισκέπτες του ΤechFest 2009 από τα εκθέματα που παρουσιάζονται εφέτος. Το ΤechFest είναι η ετήσια συνάντηση όλων των εργαστηρίων και ερευνητικών τμημάτων της Μicrosoft ανά τον κόσμο στην οποία παρουσιάζονται οι νέες δημιουργίες τους. Εφέτος εκτίθενται εκατοντάδες προηγμένα συστήματα τα οποία θα ενσωματώνονται στα προϊόντα που θα ρίξει στην παγκόσμια αγορά η εταιρεία τα επόμενα χρόνια.Τα φώτα της δημοσιότητας και του ενδιαφέροντος έπεσαν κατ΄ αρχάς στο Commute UΧ, ένα προηγμένο σύστημα φωνητικής αναγνώρισης που εγκαθίσταται στα αυτοκίνητα. Το σύστημα επιτρέπει στον οδηγό να μιλάει στο τηλέφωνο, να υπαγορεύει γραπτά μηνύματα και να ελέγχει φωνητικά τα συστήματα ψυχαγωγίας του οχήματος ώστε να μην υπάρχει κανένας λόγος να σηκώνει τα χέρια του από το τιμόνι.
Το «Οικογενειακό Αρχείο» είναι ένα άλλο φουτουριστικό έκθεμα. Πρόκειται για ένα τραπέζι στην επιφάνεια του οποίου βρίσκεται μια οθόνη αφής που ενσωματώνει νέας γενιάς αισθητήρες. Επιτρέπει τη δημιουργία εικονικών ντοσιέ για φωτογραφίες και οτιδήποτε μπορεί να πάρει ψηφιακή μορφή.
Ο Ξιάνγκ Χούο, ερευνητής στο ερευνητικό εργαστήριο της Μicrosoft στο Πεκίνο, «γράφει» στον αέρα χρησιμοποιώντας ένα μπαλάκι του τένις και ο υπολογιστής αναγνωρίζει τα γράμματα και τα εμφανίζει στην οθόνη. Με το «Οικογενειακό Αρχείο» (δεξιά) μπορεί κάποιος να δημιουργήσει έναν εικονικό κόσμο όλων των πραγμάτων και προσώπων που θέλει να βλέπει και να θυμάται.
Ενα σύστημα βγαλμένο από ταινία επιστημονικής φαντασίας είναι το «Write in the Αir» (γράφω στον αέρα). Επιτρέπει στον χρήστη ενώ στέκεται μπροστά από την οθόνη ενός υπολογιστή και χρησιμοποιώντας ένα αντικείμενο (π.χ. ένα μπαλάκι του τένις ή ακόμη και ένα μήλο) να «γράφει» στον αέρα. Ο πρωτοποριακός αισθητήρας και το λογισμικό νέας γενιάς «διαβάζουν» την εναέρια γραφή και τη μετατρέπουν σε γράμματα στην οθόνη.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης που ενσωματώνεται σε διαφόρων ειδών μηχανές (από υπολογιστές ως ρομπότ) και τους επιτρέπει να επικοινωνούν με τους ανθρώπους παρέχοντάς τους πληροφορίες και υπηρεσίες. Στην έκθεση πάντως η συντριπτική πλειονότητα των νέων δημιουργιών αφορά λογισμικά διαχείρισης και επεξεργασίας δεδομένων.
«Μη γενικεύεις ποτέ. Να είσαι περίπου ακριβής. Οι συγκρίσεις είναι τόσο κακές όσο και τα κλισέ σε μια έκθεση. Η υπερβολή είναι ένα εκατομμύριο φορές χειρότερη από κάθε άλλο νοηματικό λάθος. Η παθητική φωνή πρέπει να αποφεύγεται. Ποτέ μην ξεκινάς μια πρόταση με ένα σύνδεσμο…». Τα σημεία που θα πρέπει να προσέξει κανείς γράφοντας μια έκθεση αθροίζονται σε 14. Αλλά θα μπορούσαν να είναι και περισσότερα, λιγότερα, διαφορετικά ή κανένα. Και, ήδη, έχουμε παραβεί μία από τις βασικές αρχές. Ξεκινήσαμε μια φράση με σύνδεσμο και εάν συμμετείχαμε στις Πανελλαδικές θα κινδυνεύαμε να βρεθούμε… εκτός συναγωνισμού.
Από το «μην αγχώνεσαι, ρε, για την Εκθεση» έως το «άπονη ζωή, μας πέταξες στου δρόμου την άκρη» (κρίσεις υποψηφίων λίγο πριν, λίγο μετά), η απόσταση είναι αμελητέα.
Δύο μονάδες (που αφαιρούνται από το κείμενο της Εκθεσης για να αποδοθούν στις ασκήσεις) είναι η (νέα) αφορμή για να επανενεργοποιηθεί το χάσμα ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα και το υπουργείο Παιδείας, ανάμεσα στους καθηγητές, ανάμεσα στους καθηγητές και τους μαθητές κ. ο. κ. Ολα τα δυνατά ζεύγη, σε μια παρτίδα που διαρκεί χρόνια, βρέθηκαν (και πάλι) αντιμέτωπα. «Σιγά και τι έγινε… Ισως να ?ναι και καλύτερα. Σε ένα μάθημα που ούτε αξιοκρατικά ούτε αντικειμενικά βαθμολογείται αφαιρούνται δύο μονάδες για να προστεθούν στις γλωσσολογικές ασκήσεις που έχουν δεδομένες λύσεις». Η νεαρή φοιτήτρια (πλέον) κοιτάζει τις εισαγωγικές με απόσταση και γνώση. «Δώστε βάση σε αυτό το ?σιγά και τι έγινε…?. Είναι η ουσία όλου του κειμένου σας», σχολιάζει χαρισματικός φιλόλογος, με πολύχρονη εμπειρία στη διδασκαλία της Εκθεσης σε κεντρικά φροντιστήρια. «Αλλού είναι το θέμα: ο φόβος. Τα παιδιά δεν μπορούν να γράψουν τις απόψεις τους επειδή φοβούνται τον διορθωτή. Ετσι καταφεύγουν στις ?κονσέρβες?, στην κατεστημένη άποψη, σε αυτό που περιμένω εγώ κι εσείς. Σφίγγονται και αντί να μιλήσουν απλά, περιπλέκουν και περιπλέκονται. Μιλούν με σαφήνεια και γράφουν με ασάφεια».
Η Ελισάβετ Κοτζιά από τη στήλη της στην Καθημερινή τοποθετείται για το θέμα της έκθεσης:
“Το μέτρο είναι αποτυχημένο κατ? αρχάς επειδή δεν εντάσσεται σε καμιά στρατηγική αντίληψη για το μέλλον της παιδείας. Κι ακόμα επειδή δείχνει να μην υποψιάζεται τη βαρύτατη ιδεολογική φόρτιση της έκθεσης στις συγκρούσεις μέσα στους κόλπους κάθε σύγχρονης κοινωνίας ανάμεσα στο εφηρμοσμένο και το θεωρητικό, το παραδοσιακό και το σύγχρονο, το ανθρωπιστικό και το τεχνοκρατικό. Αποκαλύπτει επίσης ότι τα περί διαλόγου δεν τα παίρνουν στα σοβαρά ούτε όσοι τα εξήγγειλαν. Ή, διαφορετικά, πως δεν καταλαβαίνουν στοιχειωδώς το πώς οργανώνεται μια συζήτηση, μέσα στο κλίμα μάλιστα της σημερινής διάχυτης καχυποψίας και βίας. Επομένως, προτού καν αρχίσει, ο διάλογος έχει υπονομευτεί. Η κυβερνητική παραδοχή, τέλος, ότι το μέτρο «ικανοποιεί ένα διαχρονικό αίτημα των μαθητών» μαρτυρά τους στενότατα χρησιμοθηρικούς της σκοπούς. Μέσα σε αυτή την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της γενικευμένης σύγχυσης είναι δύσκολο να ασχοληθεί κανείς με τα πραγματικά ζητούμενα, με τον τρόπο διδασκαλίας της γλώσσας και με την εξεύρεση ενός ικανοποιητικού συστήματος βαθμολόγησης. Οταν μάλιστα οργιάζουν οι φήμες πως η καινούργια επιτροπή εξετάζει την υιοθέτηση ενός συστήματος που θα καταργήσει το προβληματικό ίσως, αλλά σταθερά ακέραιο και αξιόπιστο σημερινό σύστημα εισαγωγικών με ένα άλλο, που θα μεταθέτει τις εξετάσεις στο πρώτο πανεπιστημιακό έτος – μήπως επειδή αποτελεί «διαχρονικό αίτημα» κάθε ελληνικής οικογένειας να δει το παιδί της φοιτητή; Γίνεται φανερό ότι αντί για επιδόματα και αυξήσεις, για τα οποία τα χρήματα τελείωσαν, προσφέρονται άλλου είδους προεκλογικά υποκατάστατα. Αν όμως τα χρήματα μπορεί κάποτε να ξαναβρεθούν, η εύκολη υποχώρηση σε πονηρούς τακτικισμούς διευρύνει διαρκώς το τέλμα μέσα στο οποίο βυθιζόμαστε.”
«Η υποβάθμιση της Εκθεσης είναι υποβάθμιση της ελληνικής παιδείας. Η φιλοσοφία του μαθήματος της Εκθεσης, να προάγει την κριτική ικανότητα των μαθητών, συμπίπτει -τουλάχιστον ως διακήρυξη- με τον στόχο του σχολείου». Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φιλολόγων (ΠΕΦ) κ. Α. Στέφος, μιλώντας χθες στην «Κ» για την απόφαση του υπουργείου Παιδείας να μειώσει την βαθμολογική βαρύτητα της Εκθεσης στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας Γενικής Παιδείας.
Χθες, το Δ.Σ. της ΠΕΦ συνεδρίασε με θέμα την απόφαση του υπουργείου, η Εκθεση -στο πλαίσιο της Νεοελληνικής Γλώσσας- να βαθμολογείται με άριστα το 8 στα 20, και όχι το 10 όπως ίσχυε έως τώρα, αρχής γενομένης από τις φετινές Πανελλαδικές. Οι δύο μονάδες δόθηκαν στις ασκήσεις. Οπως εξήγησε στην «Κ» ο κ. Στέφος, «προκαλεί έκπληξη η αιφνιδιαστική απόφαση του υπουργείου χωρίς να ληφθεί η γνώμη των αρμόδιων φορέων. Οι ασκήσεις, στις οποίες δίνονται περισσότερες μονάδες, ενισχύουν την απομνημόνευση και την μηχανιστική μάθηση και υποβαθμίζουν τη σημασία της παραγωγής λόγου». Και συμπλήρωσε: «Υποβαθμίζονται οι στόχοι για συγκρότηση της σκέψης, για καλλιέργεια της γλωσσικής ικανότητας και εμπλουτισμό του λεξιλογίου. Η απόφαση ουσιαστικά είναι αντίθετη στη στόχευση του σχολείου».
Ενα ερώτημαΟ επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών και Διδακτικής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και διευθυντής του περιοδικού «Νέα Παιδεία», κ. Κ. Αγγελάκος, τόνισε στην «Κ» ότι η απόφαση του υπουργείου Παιδείας υποτιμά το βασικότερο κομμάτι του γλωσσικού μαθήματος, την παραγωγή γραπτού λόγου. «Από ποια ερευνητικά δεδομένα προέκυψε ότι η υποκειμενικότητα στη βαθμολογία αντιμετωπίζεται με μείωση των βαθμών και όχι με την καλύτερη επιμόρφωση των βαθμολογητών και τη διαμόρφωση σαφών κριτηρίων διόρθωσης;», αναρωτιέται. Η γραμματέας του υπ. Παιδείας, κ. Γκοτσοπούλου, ανέφερε στην «Κ» ότι οι δύο βαθμοί που κόπηκαν από την Εκθεση δόθηκαν στις ασκήσεις, η απάντηση των οποίων απαιτεί και κριτική ικανότητα εκ μέρους του υποψηφίου. Ταυτόχρονα, με την ανακατανομή των βαθμών επιχειρείται η μείωση των αναβαθμολογήσεων (περί το 20%) στη Νεοελληνική Γλώσσα. «Το πρόβλημα με τις αναβαθμολογήσεις είναι σημαντικό και το αίτημα των μαθητών να γίνει περισσότερο αντικειμενική η βαθμολόγησή της, πάγιο. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι περισσότερο με τους βαθμολογητές, παρά μονάχα να δώσουμε κατευθυντήριες γραμμές», πρόσθεσε η κ. Γκοτσοπούλου, δίνοντας το στίγμα των προθέσεων του υπουργείου.
Καιρός να πάρουν θέση οι ενώσεις και για την κακοποίηση του μαθήματος της ιστορίας (κανείς δεν το επιλέγει στην Γ΄Λυκείου, και στην Α΄διδάσκεται για συμπλήρωση ωραρίου από ξενόγλωσσους), όπως και για τον απαράδεκτο περιορισμό των ωρών διδασκαλίας γλώσσας. Δύο ώρες θρησκευτικά δύο ώρες και γλώσσα; έλεος!
Ειδώλια, αγγεία, χρυσά κοσμήματα, αργυρά σκεύη και γυάλινα πολύχρωμα αντικείμενα συγκροτούν τις πέντε νέες εκθεσιακές ενότητες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με τις οποίες ολοκληρώνεται η επανέκθεσή του. Τα εγκαίνια θα γίνουν στις 26 Φεβρουαρίου σε μια πτέρυγα στον όροφο του μουσείου η οποία ανοίγει για πρώτη φορά, αφού εκεί στεγαζόταν από το 1946 ως το 1998 το Νομισματικό Μουσείο. Αυτή η πτέρυγα, εμβαδού 500 τ.μ., φιλοξενεί τμήματα της Συλλογής Αγγείων και Μικροτεχνίας, με εκθέματα που παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό. Η εγκαινίαση της πτέρυγας, μάλιστα, σηματοδοτεί και την έναρξη των εκδηλώσεων που θα λάβουν χώρα το 2009, έτος εορτασμού των 120 χρόνων από τα πρώτα εγκαίνια λειτουργίας του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (1889), καθώς και των 180 χρόνων από τη θέσπισή του, το 1829. Στην πρώτη ενότητα παρουσιάζονται αγγεία της Ελληνιστικής περιόδου (4ος- 1ος αι. π.Χ.) τα οποία ξεχωρίζουν για τη μεγάλη ποικιλία των σχημάτων τους αλλά και τη σπανιότητα των εικονιστικών παραστάσεων. Με την παρουσίασή τους, μάλιστα, συμπληρώνεται η έκθεση της αρχαίας ελληνικής αγγειοπλαστικής και αγγειογραφίας του Εθνικού Μουσείου διαχρονικώς, από τον 11ο ως τον 1ο αιώνα π.Χ. Ακολουθούν τα πήλινα ειδώλια, 500 τον αριθμό, που παρουσιάζονται κατά ενότητες σχετικές με θέματα της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, όπως η θρησκεία, το θέατρο, η αγροτική ζωή, οι γυναικείες ασχολίες, το παιδί. Η τέχνη, η χάρη, η ζωντάνια και η πολυχρωμία των εκθεμάτων είναι τα μεγάλα προσόντα αυτής της γοητευτική ενότητας, δεδομένου άλλωστε ότι η συλλογή των ειδωλίων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου είναι μοναδική και για τη μεγάλη ποικιλία μορφών και τύπων, αντιπροσωπευτικών όλων των τοπικών εργαστηρίων του αρχαίου κόσμου.
Σε ειδική κατηγορία παρουσιάζεται η Συλλογή Βλαστού-Σερπιέρη, που περιλαμβάνει αρχαιότητες από την Ελλάδα και τον Τάραντα της Ιταλίας. Ξεχωρίζουν εξαιρετικά έργα αττικών εργαστηρίων κεραμικής, καθώς και αγγεία επώνυμων αγγειογράφων. Παρουσιάζεται επίσης μέρος του προσωπικού αρχείου του Βλαστού, καθώς και έκδοση του «Corpus Vasorum Αntiquorum», το οποίο ετοίμαζε ο Βλαστός με τον διαπρεπή βρετανό αρχαιολόγο Σερ Τζ.Ντ.Μπίζλεϊ, αλλά τελικά έμεινε ημιτελής.
Η τέχνη της αρχαίας ελληνικής χρυσοχοΐας και αργυροχοΐας αντιπροσωπεύεται στην έκθεση με περίτεχνα χρυσά κοσμήματα και αργυρά σκεύη. Παρουσιάζονται περίπου 600 έργα, εξαιρετικά για την πρωτοτυπία τους, την κομψότητα και τη λεπτότητα της τεχνικής εκτέλεσης. Η εφευρετικότητα και οι περίτεχνες συνθέσεις με τη χρήση πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων είναι μοναδικές και αναδεικνύουν το υψηλό επίπεδο της ελληνικής καλαισθησίας από τη Γεωμετρική εποχή ως και τα Ρωμαϊκά χρόνια (9ος αι. π.Χ.- 4ος αι. μ.Χ.). Το σύνολο των σπάνιων γυάλινων αγγείων από την ηπειρωτική και τη νησιωτική Ελλάδα, διαχρονικά, από την Αρχαϊκή περίοδο ως τη Βυζαντινή εποχή (6ος αι. π.Χ.- 6ος αι. μ.Χ.) συγκροτεί την τελευταία ενότητα περιλαμβάνοντας γυάλινα αγγεία και σκεύη, κτερίσματα από τους τάφους, αναθήματα στους θεούς, αντικείμενα για το φαγητό ή για καλλωπισμό.
Η έκθεση πολυμέσων Κλοπή της Ιστορίας για την παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων και τις επιπτώσεις της αρχαιοκαπηλίας στην κοινωνία και τον πολιτισμό παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις Βρυξέλλες. Τα εγκαίνια θα γίνουν στις 10 Φεβρουαρίου. Την έκθεση διοργανώνει το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού με την συνδρομή της Προέδρου της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας του Ευρωπαϊκού Κοινουβουλίου κ. Κατερίνα Μπατζελή.
Η έκθεση θα φιλοξενηθεί στην αίθουσα Yehudi Menuhin, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο διάστημα 9-13 Φεβρουαρίου2009. Είναι παραγωγή της Anemon Productions και έχει εμπλουτιστεί με φροντίδα του ΕΙΠ με αντίγραφα αρχαιοτήτων που επεστράφησαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Παρουσιάστηκε, ήδη, με επιτυχία στην Τεργέστη, τη Λισσαβόνα και το Δουβλίνο.
Μπορείτε να δείτε την online έκδοση της έκθεσης στην ιστοσελίδα του ΕΠΙ ακολουθώντας το δεσμό online έκθεση
Ο Κώστας Καρυωτάκης (Τρίπολη 1896 – Πρέβεζα 1928) ποιητής της εποχής του Μεσοπολέμου, στα 31 του χρόνια φύτεψε μια σφαίρα στο μυαλό του, κάνοντας πράξη την απογοήτευσή του από τη ζωή και τον περίγυρο της δουλειάς του στην Πρέβεζα, όπου ήταν διορισμένος υπάλληλος.
Ηταν μόνο 32 ετών και η πικρία και ο σαρκασμός τον οδήγησαν στη μόνωση και στην αυτοκαταστροφή. Ο έρωτάς του με τη Μαρία Πολυδούρη πέρασε στους στίχους και των δύο ποιητών και έμεινε, χάρις στην ποίηση, ανίκητος από τον χρόνο, ενώ η Μαρία Πολυδούρη έσβησε στα 28 της χρόνια, στο «Σωτηρία», από φυματίωση. «Νηπενθή», ο τίτλος του βιβλίου, περιλαμβάνει τα εικοσιτέσσερα έργα του Γιώργου Κόρδη, που παρουσιάζονται στην έκθεση «Η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη» στο «Αέναον» μαζί με στίχους του μεγάλου ποιητή. Ο Γιώργος Κόρδης είναι ζωγράφος και λέκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών, τιμήθηκε από το Πανεπιστήμιο YALE το 2007 και με πρόσκληση του Duomo παρουσίασε ατομική έκθεση στη Φλωρεντία.
Παρουσιάζει μια σειρά μελάνια (σινική) μεγάλων διαστάσεων σε χειροποίητο χαρτί, διεισδύοντας με το λιτό χρωματικό λυρισμό της παλέτας του στην εσωτερικότητα της ποίησης του Κώστα Καρυωτάκη.
Τα εγκαίνια θα γίνουν τη Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου, ώρα 8 μ.μ., στην αίθουσα τέχνης «Αέναον», Κατεχάκη 70, Κηφισιά, διάρκεια ώς τις 30 Δεκεμβρίου.
Στην ανάδειξη της εξέλιξης της αρχαιολογικής φωτογραφίας στοχεύει η έκθεση «Η δημιουργική φωτογραφία στην αρχαιολογία» που εγκαινιάζεται στις 3 Δεκεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη. Πρόκειται για 76 φωτογραφίες, όλες από την Ελλάδα, έντεκα φωτογράφων, Ελλήνων και ξένων, με τις παλαιότερες να χρονολογούνται στο 1853 και τις νεότερες στον 21ο αιώνα.
Oλες οι φωτογραφίες του 19ου αιώνα έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τη δημιουργία τους από ανθρώπους που αναζήτησαν στη φωτογραφία την αντικειμενικότητα της απεικόνισης και την αναμφισβήτητη απόδειξη της παρουσίας τους στον συγκεκριμένο τόπο. Ηταν ο Σκωτσέζος Τζέιμς Ρόμπερτσον , ο Δημήτριος Κωνσταντίνου, ο Αμερικανός ΓουίλιαμΤζέιμς Στίλμαν, ο Πέτρος Μωραΐτης, ο Κωνσταντίνος Αθανασίου , ο Αυστριακός Αντον Σιλμπερχούμπερ … Ως μόνο καλλιτεχνικό εφόδιο στη φωτογράφιση μνημείων και αρχαιολογικών χώρων είχαν τη ζωγραφική αισθητική- παρά τα προβλήματα που παρουσίαζε αυτή όταν μεταφερόταν στη φωτογραφία.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή