«Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το Ίντερνετ», ακούω μια φωνή. Είναι ο Σφακιανάκης που προσπαθεί να με συνεφέρει. «Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το Ίντερνετ», μου επαναλαμβάνει. «Αυτοί όλοι θα ξεφεύγανε, αν δεν υπήρχε το Διαδίκτυο» και μου δείχνει προς τις φωτογραφίες. Η θεωρία του με ξαφνιάζει. Όχι ότι δεν είναι σωστή, αλλά συνήθως δεν περιμένεις να ακούσεις από έναν «μπάτσο» όσα δεν σου λένε τα «Μέσα». «Τέτοιοι άρρωστοι άνθρωποι υπήρχαν πάντα. Βγάζουν φωτογραφίες, τις πουλούν, υπάρχουν κάποιοι που τις αγοράζουν για να τις δουν με τις γυναίκες τους- τέτοια αρρώστια- αλλά τελικά χάρις στο Ίντερνετ δεν ξεφεύγουν». Δίπλα από τη χάι τεκ τεράστια οθόνη του, διακρίνω δυο-τρία μικρά εικονίσματα. «Μου τα φέρνουν οι γονείς που σώζουμε τα παιδιά τους». Παιδιά; «Ναι, τους εφήβους που κυνηγούν τον θάνατο». Ο Κώστας ήταν ένας απ΄ αυτούς. Η Αστυνομία τον έσωσε ενώ πήγαινε να κρεμαστεί. Η μητέρα του στο τηλέφωνο ακούγεται πονεμένη αλλά ευγενική. Το ραντεβού μας ήταν κοντά στη θάλασσα. Εκεί που φεύγουν οι πλατφόρμες για τη Σαλαμίνα. Χώρισε με τον πατέρα του Κώστα, όταν αυτός ήταν μωρό. Από τότε καθαρίζει σκάλες και τα Σαββατοκύριακα δουλεύει σε μπαρ, από αυτά που έχουν γυναίκες. Τα σπαστά της μαλλιά και το χαμόγελό της μαρτυρά ότι αυτή η γυναίκα ήταν κάποτε πολύ όμορφη. Τώρα κλαίει εύκολα, καπνίζει πολύ και με κοιτά στα μάτια, σαν να ζητά κατανόηση γι΄ αυτά που θα μου πει.
Το παιδί μεγάλωνε με καβγάδες. Πότε στο σπίτι του μπαμπά, πότε στο σπίτι της μαμάς. Ένας σάκος του μποξ στη διαμάχη των μεγάλων. Ο μπαμπάς τη μία τον γλύκαινε με «δωράκια», την άλλη τον έβριζε και τον χτυπούσε. Ο Κώστας βρήκε «καταφύγιο» σε μια μαύρη κάπα. Ήθελε να τον φωνάζουν βαμπίρ. Δεν είχε φίλους, μόνο αυτούς που «πενθούσαν» σαν κι αυτόν. Άκουγε μέταλ και γκόθικ. Έβαφε έντονα τα μάτια του και έβαζε παντού σκουλαρίκια. Όταν του βάζανε τις φωνές, αυτός τους φόβιζε με τον θάνατο.
Όχι μόνο τους γονείς του αλλά και τους γείτονες.
Όταν τελικά αποφάσισε να αυτοκτονήσει, πρώτοι το έμαθαν οι διαδικτυακοί του φίλοι. Αυτοί ειδοποίησαν τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, μετά μπήκαν στη μέση οι ψυχολόγοι της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Αλληλεγγύη» και τέλος το έμαθε η μάνα του, η Άντζελα. Ο πατέρας του το αγνοεί ακόμη.