Άρθρα με ετικέτα “σκάνδαλα”
Ο Πάσχος Μανδραβέλης μας κρούει τον κώδωνα:
…Μήπως νομίζουμε ότι η Μπογκοτά έγινε παράδειγμα προς αποφυγήν σε μια νύχτα; Ή πιστεύουμε ότι εκεί οι πιστολάδες βγήκαν ένα πρωί και άρχισαν ξαφνικά τα ξεκαθαρίσματα; Η κατρακύλα μιας κοινωνίας μπορεί να γίνεται ταχύτερα από την αναδιάρθρωσή της, αλλά χρειάζεται κι αυτή τον χρόνο της. Η εγκληματικότητα δεν προκύπτει ξαφνικά, κλιμακώνεται σαν τα ζιζάνια που βρίσκουν εύφορο έδαφος, με αποτέλεσμα να εξαπλώνονται και να θεριεύουν. Οσο η μικρή παρανομία δεν πατάσσεται, γίνεται πράσινο φως για τη μεγάλη, αλλά αυτό δεν είναι καν το χειρότερο. Εκεί όπου η ανομία βασιλεύει, η κακή επιχειρηματικότητα διώχνει την υγιή. Η παρανομία γίνεται επιχειρηματικό πλεονέκτημα: σ’ ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες, οι θρασύτεροι επιβάλλουν τους δικούς τους. Γίνεται όρος επιβίωσης για μια εταιρεία να λειτουργήσει με τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή νομιμότητας που επικρατεί. Αλλιώς δεν επιβιώνει (στην Μπογκοτά ούτε καν οι επιχειρηματίες).
Εχουμε πει πολλές φορές ότι η χώρα έχει φτάσει στο μη περαιτέρω. Μέχρι τώρα όμως μας ανησυχούσε η στασιμότητα ή έστω η μικρή σε σχέση με τις ευκαιρίες της χώρας πρόοδος. Τώρα έχουμε μπει στη φάση της οπισθοδρόμησης που εξελίσσεται σε κατρακύλα. Σε κάθε επίπεδο, ακόμη και στην εγκληματικότητα.
Το έγκλημα εξελίσσεται, δικτυώνεται με την πολιτική και τις επιχειρήσεις, έγινε οργανωμένο. Πέρασε η εποχή που ανησυχούσαμε για το ανατολίτικο «μπαχτσίσι», τη διαφθορά που έγινε ενδημική στη δημόσια διοίκηση. Τώρα βλέπουμε τα χειρότερα: έχουμε απανωτά χτυπήματα δυτικού τύπου μαφίας, στο κέντρο της Αθήνας, κάποιες φορές μέρα μεσημέρι. Ξεκαθαρίσματα λογαριασμών με καλάσνικοφ, βομβιστικές επιθέσεις κατά δημόσιων λειτουργών και επιχειρηματιών, απαγωγές μεγαλοπαραγόντων της οικονομικής ζωής τύπου Μπογκοτά. Οι παλιές λύσεις και οι παλιότερες ρητορείες δεν αρκούν. Αντιθέτως συσκοτίζουν την κατάσταση. Χρειάζεται υπέρβαση, την οποία μόνο κάποιοι «κουζουλοί» -δηλαδή κάποιοι εκτός του υπάρχοντος συστήματος και συκοφαντημένοι από το υπάρχον σύστημα- μπορούν να επιφέρουν. Απαιτείται μια νέα ελίτ που δεν έχει μόνο διάθεση να συγκρουσθεί, αλλά θα έχει και επεξεργασμένη άποψη ώστε να τα καταφέρει. Οσα ξέραμε οφείλουμε να τα ξανασκεφτούμε και να τα αναθεωρήσουμε. Οχι μόνο σε ό, τι αφορά τα πρόσωπα, αλλά κυρίως τους θεσμούς ελέγχου και τους μηχανισμούς εφαρμογής της νομιμότητας. Τουλάχιστον κάποιος να σταματάει τις «πομπές ασφαλείας» που έκαναν την Αθήνα να μοιάζει με Μπογκοτά.
Καθημερινή
0 σχόλια »
Ο Αλέξης Παπαχελάς στην Καθημερινή:
Ακουσα πρόσφατα μια ιστορία που με προβλημάτισε για το πόσο βαθιά στο ελληνικό DNA έχει μπει το στοιχείο της διαφθοράς και της κομπίνας. Μια κυρία προσήλθε στον δάσκαλο του παιδιού της, σε μεγάλο ιδιωτικό σχολείο, και διαμαρτυρήθηκε έντονα για τον βαθμό που είχε πάρει το παιδί της σε μια εργασία. Ο δάσκαλος τής εξήγησε πως η εργασία δεν άξιζε αλλά η κυρία επέμενε. Στο τέλος, εξοργισμένη, δήλωσε μάλιστα το εξής καταπληκτικό: «Δεν ξέρω τι μου λέτε, κύριέ μου. Εγώ πλήρωσα 200 ευρώ σε δασκάλα που δουλεύει εδώ, στο ίδιο σχολείο, για να μου ετοιμάσει αυτή την εργασία». Εχουμε δηλαδή μια κυρία που θεωρεί απολύτως φυσικό να πριμοδοτεί την κομπίνα του παιδιού της παραβιάζοντας κάθε κανόνα και κάθε ηθική, ένα κακομαθημένο παιδί που μαθαίνει από πολύ νωρίς πως «όλα αγοράζονται, αρκεί η τιμή να είναι σωστή», και μια δασκάλα που έχει κάνει τη μάθηση παρεμπόριο του αισχίστου είδους.
Η ιστορία είναι τρομακτική γιατί δείχνει πως έχουμε γίνει μια κοινωνία που, με διάφορες δικαιολογίες και εκλογικεύσεις, έχει αποφασίσει ότι μπορεί να παραβιάζει όποιον κανόνα θέλει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τι συνέβη με το Ι. Β., το διεθνές αυτό πρόγραμμα σπουδών, όπου κάποιος δαιμόνιος Ελληνας αποφάσισε να στήσει μια επικερδή κομπίνα. Το αποτέλεσμα είναι πως μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού θα αντιμετωπίζουν με «μισό μάτι» τους Ελληνες μαθητές γιατί θα έχουν πάντοτε την υποψία «βρε Ελληνες είναι, μπας και έχουν κάνει καμιά κομπίνα;». Δυστυχώς αυτή είναι και η εικόνα μας στην Ε.Ε. και στη διεθνή «πιάτσα», αν κάποιος ακούσει Επιτρόπους ή ανθρώπους της αγοράς να μιλάνε οφ δε ρέκορντ για την Ελλάδα.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα θεραπεύσουμε αυτή την αρρώστια που μοιάζει να χειροτερεύει. Οσο ελιτίστικο και αν ακούγεται, σε πιο προηγμένες χώρες αυτός είναι ο ρόλος της ελίτ μιας κοινωνίας. Στην Ελλάδα η έννοια της ελίτ υπάρχει μόνο ως προς τα προνόμιά της: τη δυνατότητα να κυκλοφορεί με συνοδευτικά αυτοκίνητα και ψευτοζητάδες που κλείνουν τον δρόμο, να παραβιάζει ατιμωρητί κάθε νόμο και κανόνα, να πουλάει «γκλαμουριά» με τον τρόπο ζωής της. Η ιδέα πως μια ελίτ έχει και μια κοινωνική ευθύνη υπάρχει αλλά σε ελάχιστους ανθρώπους οι οποίοι νιώθουν μόνοι, απελπισμένοι η έτοιμοι να μετοικήσουν. Η ελληνική ψευτοελίτ, γιατί περί αυτού πρόκειται, θεωρεί ότι όλα αγοράζονται, από την ξαπλώστρα στη Ψαρρού μέχρι το Ι. Β. και την εργασία στο σχολείο. Ετσι έβγαλε λεφτά, έτσι εξευτέλισε την εξουσία υπουργών και κρατικών στελεχών, έτσι «γουστάρει» να κρατά καθηλωμένη τη χώρα. Το παράδοξο είναι πως πρόκειται για ένα φαινόμενο – εξάμβλωμα γιατί γεννήθηκε μέσα από τον σοσιαλισμό του πρώιμου ΠΑΣΟΚ. Δαιμονοποιήθηκε η ιδέα των κανόνων συμπεριφοράς, της ιεραρχίας, της πειθαρχίας στο όνομα του σοσιαλισμού. Η διαφθορά ιδεολογικοποιήθηκε ως ένας θεμιτός μηχανισμός αναδιανομής πλούτου. Ορισμένα ιστορικά παιδιά της Αριστεράς το δικαιολόγησαν πλήρως με το περίφημο επιχείρημα «έλα μωρέ, και αυτοί που τα είχαν, τα έκλεψαν. Εμείς έχουμε περάσει τα πάνδεινα στη ζωή μας, θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να βγάλουμε γρήγορα και εύκολα λεφτά».
Ετσι φτάσαμε στην κυρία που διαμαρτύρεται επειδή η πληρωμένη εργασία δεν βαθμολογήθηκε επαξίως. Δυστυχώς, αυτή την ώρα οι κορυφαίοι σε χώρους που θα έπρεπε να αντιδρούν σε αυτά τα φαινόμενα, είναι προϊόντα του ίδιου συστήματος και άνθρωποι που έχουν βολευτεί απόλυτα απ’ αυτό: πανεπιστημιακοί, διανοούμενοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι. Αυτό τελικά πληρώνει η χώρα, όμως, την έλλειψη πραγματικής ηγεσίας με αίσθηση κοινωνικής ευθύνης σε πολλούς κρίσιμους τομείς.
0 σχόλια »
Ο Νίκος Ξυδάκης γράφει για τη “Δύναμη, γνώση, αγάπη” στην Καθημερινή:
Ο δημόσιος βίος είναι θέατρο παραδειγματισμού. Τέτοια παραδείγματα είναι η απολογία του Σωκράτη και η θανάτωσή του, ο οστρακισμός του Αριστείδη, η αποχώρηση του Κιγκινάτου, η μεταρρύθμιση και η δολοφονία των Γράκχων, η μεταρρύθμιση και η πτώση του Χαρίλαου Τρικούπη. Αντιστρόφως ανάλογα παραδείγματα είναι όσα διαδραματίζονται στην πολιτική σκηνή του καιρού μας. Είπαμε: ατιμωρησία, φυγοδικία, ανανδρία, εξουσιολαγνία· ηγέτες δειλοί και τυχάρπαστοι, αφιλοσόφητοι. Φουκαράδες.
Σε αυτό το θέατρο σκιών και δειλαίων διαπαιδαγωγείται πολιτικά το πλήθος σήμερα, αυτό το ήθος αναπαράγει, άθυμα αλλά και βουλιμικά, άκεφα αλλά και ζηλόφθονα και πολλαπλασιασμένα. Πόσο διαφέρουν γενετικά το ήθος του μεγαλομάνατζερ που δωροδοκεί τη δημοκρατία και τους λειτουργούς της, από το ήθος του επίορκου δικαστή, το ήθος του προέδρου ασφαλιστικού ταμείου που τζογάρει τον κοινωνικό πόρο από το ήθος του καλόγερου-μπίζνεσμαν, το ήθος του μαστροπού αστυνόμου από το ήθος του αφηνιασμένου γκάνγκστερ που διαφημίζει τα συμβόλαιά του σαν Εξπρές Σέρβις; Ιδίου γένους είναι. Από την ίδια μήτρα απληστίας, αλαζονίας και κακίας βλασταίνουν. Μόνο η κλίμακα αλλάζει, τα μεγέθη και οι φανερώσεις.
Από αυτή τη μήτρα βλασταίνει το πλήθος. Σε αυτό το πεδίο γεννιούνται παιδιά, λειτουργούν σχολεία, εκδίδονται βιβλία, εκφωνούνται λόγοι παραινετικοί, εξαγγέλλονται εκσυγχρονισμοί, διαπαιδαγωγούνται μάζες. Σε αυτόν τον ακανθώνα καλούνται γονείς να αναστήσουν τα παιδιά τους και να τους μεταδώσουν αρχές και κανόνες. Ανθρωποι με αμαρτίες και σφάλματα, πολίτες με αδυναμίες και συμβιβασμούς, ναι, οπωσδήποτε. Αλλά άνθρωποι που ατταβιστικά, πεισματάρικα, σχεδόν απεγνωσμένα, θέλουν το καλύτερο για τις εκκολαπτόμενες γενιές, για τα παιδιά τους· καλύτερο από το δικό τους.
Τι λες σε αυτούς τους νεοσσούς πολίτες, τους νεοεισερχόμενους στο θέατρο του δημόσιου παραδειγματισμού; Ποια τα παραδείγματα; Ο φυγόδικος μάνατζερ, ο φοροφυγάς δημοσιογράφος, ο λαμογιοκαλόγερος, ο επίορκος λειτουργός, ο ψεύτης και δειλός πολιτικός. Λαμπρά. Εως ότου αποκαλυφθούν, κυκλοφορούν στα καλύτερα σαλόνια, μιλούν με στόμφο στην τηλεόραση, βραβεύονται από επιμελητήρια, είναι χορηγοί φιλανθρωπικών γκαλά, συμβουλεύονται τους καλύτερους δικηγόρους, συναλλάσσονται με τις σοβαρότερες τράπεζες. Είναι οι επιτυχημένοι. Είναι παραδείγματα.
Τα άλλα παραδείγματα είναι οι μόλις ορατοί «κανονικοί» άνθρωποι, χωρίς πλούτο, χωρίς λάμψη, χωρίς βροντώδεις επιτυχίες. Δεν κλέβουν, δεν εξαπατούν, δεν προδίδουν, δεν ποδοπατούν· η ηθική-πολιτική υπόστασή τους ορίζεται από τα «δεν» που κατορθώνουν καθημερινά, επώδυνα, με υλικό κόστος, σε αυτό το θέατρο σκιών και δειλαίων. Είναι τα λοιδορούμενα κορόιδα, οι λούζερ. Αυτοί είναι οι πολλοί όμως, κι αυτοί εντέλει δίνουν τον ιστορικό τόνο, αυτοί διαπαιδαγωγούν τους νεοσσούς με το ζωντανό τους παράδειγμα, των μικρών μαχών, των μικρών νικών, της φιλίας, της πίστης, της συγχώρεσης, των ανθρώπινων αντινομιών, των ανθρώπινων σφαλμάτων. Αυτοί οι άνθρωποι, εμείς, οφείλουμε να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας τα λάθη, τις ήττες και τις νίκες μας· και μια ευχή, όπως τη γράφει ο ποιητής Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος (περιοδ. Σημειώσεις, Ιούνιος 2009): «Κι αφού αυτά είναι τα ελεεινά δεδομένα που, εκόντες άκοντες, κληροδοτούμε “στα παιδιά μας”, ας τους ευχηθούμε (αν έχουμε καν αυτό το δικαίωμα πλέον), ας τους ευχηθούμε στους δικούς τους αγώνες τουλάχιστον δύναμη, γνώση και αγάπη – αλλά προπάντων δύναμη. Γιατί όπως χωρίς την αγάπη και τη γνώση μπορεί να γίνει κανείς θύτης, χωρίς τη δύναμη θα γίνει οπωσδήποτε θύμα – και δεν του αξίζει ούτε το ένα ούτε το άλλο».
Ολο αυτό το διάστημα δεν μπορούσα παρά να σκέφτομαι τα παιδιά που έδιναν πανελλαδικές εξετάσεις κι έδιναν το δικό τους αγώνα σε αυτό το τοξικό περιβάλλον. Τους αποκαλύπτομαι. Δεν ξέρω αν θα είχα αντέξει να παλεύω τόσο, ακούγοντας όλα αυτά γύρω μου. Μάλλον θα μάζευα τα μπογαλάκια μου για αλλού.Πώς καταντήσαμε έτσι;
0 σχόλια »
|