Ενα εύλογο αλλά δυστυχώς αναπάντητο ερώτημα αφορά το γιατί σε μια εποχή κάθε άλλο παρά σεξοφοβική, όπως η σημερινή, οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες των εφήβων εξακολουθούν να γεννούν μεγάλη αμηχανία και ανασφάλεια όχι μόνο στους ίδιους τους πρωτάρηδες -κάτι απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο-, αλλά και στους πολύ πιο έμπειρους και ερωτικά απελευθερωμένους γονείς τους.
Γιατί άραγε ακόμη και οι πιο «άνετοι» και «προοδευτικοί» γονείς αποδέχονται με εξαιρετική δυσκολία, και ενίοτε βιώνουν ως «καταστροφή», τις πρώτες σεξουαλικές αναζητήσεις των παιδιών τους;
Σήμερα, ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός γονιών δεν έχει την παραμικρή δυσκολία ή αμηχανία στο να μιλά «ανοιχτά» για το σεξ με τα παιδιά του όσο είναι πολύ μικρά (κάτι που σπανιότατα συνέβαινε πριν από μερικά χρόνια). Τα πράγματα βέβαια αλλάζουν άρδην όταν το παιδί αρχίζει να μεγαλώνει και μπαίνει στην εφηβεία. Οσο το παιδί ήταν μικρό, το σεξ αποτελούσε γι’ αυτό μια «αθώα» διανοητική περιέργεια. Αντίθετα, με την είσοδο στην εφηβεία, η ψυχοσωματική εμπλοκή του είναι πολύ πιο άμεση: για κάθε έφηβο το σεξ αποτελεί κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, κυριολεκτικά το… «καυτό» ζήτημα.
Ταυτόχρονα, όμως, ο/η έφηβος/-η δεν διαθέτει ακόμη τις βιωματικές εμπειρίες και τα απαραίτητα «νοητικά εργαλεία» για να κατανοήσει και, κυρίως, για να αποδεχτεί τις συγκλονιστικές αλλαγές που συντελούνται στο σώμα και τις διαθέσεις του. Και ακριβώς εδώ υπεισέρχεται η προβληματική στάση των γονιών του: είτε πρόκειται για την ενδεχόμενη αμηχανία είτε, ακόμη χειρότερα, για την προσποιητή αδιαφορία, που συχνά επιδεικνύουν με πρόσχημα τον υποκριτικό σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των παιδιών τους.
Η αμηχανία τους αυτή επιτείνεται και από τη συστηματική πλέον άρνηση των εφήβων να συζητήσουν ή έστω να ακούσουν τις πληροφορίες που ενδεχομένως θα επιθυμούσαν να τους μεταφέρουν οι γονείς τους για την πρωτόγνωρη κατάσταση που αντιμετωπίζουν. Πράγματι, οι έφηβοι -κατά κανόνα- μετά τις πρώτες σεξουαλικές τους εμπειρίες εκλαμβάνουν ως ανεπίτρεπτη παρέμβαση κάθε προσπάθεια διαλόγου ή επικοινωνίας με τους γονείς τους γύρω από τις νέες και υπερβολικά μυθοποιημένες ερωτικές τους εμπειρίες. Παραδόξως, το σεξ αποτελεί πια ένα θέμα ταμπού, τόσο για τους αμήχανους και υπερβολικά ανήσυχους γονείς όσο και για τους ολοένα και περισσότερο κλεισμένους στον εαυτό τους εφήβους.
Τα αγόρια μάλιστα αποδέχονται να μιλήσουν γι’ αυτά τα «πολύ προσωπικά» θέματα μόνο με την κοπέλα τους ή με τους πολύ στενούς τους φίλους (αν βέβαια έχουν!).
Παραπληροφορημένοι και άπειροι
Πολλοί γονείς, έχοντας λησμονήσει προ πολλού τις δικές τους εφηβικές τραυματικές εμπειρίες, καλλιεργούν την καθησυχαστική αυταπάτη ότι τα σημερινά παιδιά, μεγαλωμένα μέσα στον καταιγισμό ερωτικών πληροφοριών και εικόνων από το Διαδίκτυο ή την TV, γνωρίζουν σχεδόν τα πάντα ή, έστω, όσα πρέπει να ξέρει ένα παιδί γύρω από το σεξ.
Στην πραγματικότητα βέβαια συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: η τηλεόραση προβάλλει απλώς παθητικά σκηνές σεξ, χωρίς καθόλου να εξηγεί ή να πληροφορεί για τη σωματική εμπειρία ή το ψυχολογικό περιεχόμενο αυτού που βλέπουμε· δηλαδή, τι ακριβώς είναι και τι σημαίνει αυτό που διαδραματίζεται στην οθόνη.
Οσο για τις πορνογραφικές ιστοσελίδες, αυτές όχι μόνο δεν παρέχουν καμία χρήσιμη πληροφορία, αλλά, επιπλέον, προβάλλουν μια εντελώς απρόσωπη, διαστρεβλωτική και παραπλανητική εικόνα για το τι είναι και το πώς συντελείται η ερωτική πράξη σε φυσιολογικές συνθήκες. Και αν αυτό ισχύει για τους ενήλικους θεατές, φανταστείτε πόσο ζημιογόνος ή καταστροφική μπορεί να αποδειχτεί η συχνή κατανάλωση πορνογραφικού υλικού από έναν άπειρο ερωτικά έφηβο.
Σε αυτό το κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο τα περιθώρια επιρροής ή έστω διάλογου των γονιών με τα παιδιά για το καυτό ζήτημα του σεξ είναι απελπιστικά στενά· αλλά σε καμιά περίπτωση ανύπαρκτα.