Χαρακτηρίστηκε ως η απόλυτη παιχνιδομηχανή των 80s,αν και ο όρος την αδικεί,αφού είχε συνολικά πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες.Με chipsets κατασκευασμένα αποκλειστικά για την κίνηση των γραφικών και blitter σε μια εποχή που δεν υπήρχε καν η VGA,η Amiga 500 αγαπήθηκε από τους χρήστες όσο λίγοι υπολογιστές της γενιάς της.
Όσο και αν ακούγεται περίεργο, η Amiga 500 σχεδιάστηκε από το μετέπειτα μεγάλο ανταγωνιστή της, την Atari. Για να είμαστε ακριβείς, η ιδέα για την κατασκευή αυτού του πρωτοποριακού για την εποχή του μηχανήματος ανήκε σε έναν μηχανικό της Atari, ονόματι Jay Miner. Η ιστορία είναι αρκετά πολύπλοκη και περιλαμβάνει μέχρι και δικαστικές διαμάχες, αλλά σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: η Atari δεν “πίστεψε” στην ιδέα του Miner και πούλησε -έπειτα από αρκετό διάστημα- τα δικαιώματα της Amiga στην Commodore, που ήταν και η εταιρεία που παρήγαγε μαζικά τον υπολογιστή.
Έτσι, το 1987 παρουσιάστηκε η Amiga 500, που μαζί με τον Atari ST (ο οποίος είναι επίσης δημιούργημα του αποχωρήσαντα ιδρυτή της Commodore, Jack Tramiel) αποτέλεσαν τα σημαντικότερα 16-bit home μηχανήματα της εποχής τους.
Στο εσωτερικό “χτυπούσε” ο 68000 της Motorola, με συχνότητα λειτουργίας στα 7MHz, ενώ υπήρχε, επίσης, μια σειρά από εξειδικευμένα chipsets για τα γραφικά και τον ήχο. Από αυτά ξεχώριζε το blitter, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια απλοϊκή -για τα σημερινά δεδομένα- κάρτα γραφικών: ήταν επιφορτισμένο με τη διαχείριση του video memory, αποφορτίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη CPU. Η παλέτα των 4.096 χρωμάτων, τα οποία μπορούσαν να εμφανιστούν ταυτόχρονα στην οθόνη (HAM mode), ήταν ένα χαρακτηριστικό που φάνταζε τουλάχιστον “εξωγήινο” για τις δυνατότητες των home υπολογιστών της εποχής.
Στα παιχνίδια, παρ’ όλα αυτά, συνήθως είχαμε 16 χρώματα, αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που οι developers εισήγαγαν ingame backgrounds σε HAM mode που πραγματικά έκοβαν την ανάσα στους gamers.
O ήχος ήταν στερεοφωνικός, ενώ σημαντική προσθήκη ήταν οι θύρες RCA για τη σύνδεση με στερεοφωνικό συγκρότημα (σημειώστε ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ηχεία αποκλειστικά για υπολογιστές). Δεν είχε, παρ’ όλα αυτά, ενσωματωμένες θύρες MIDI, στοιχείο που αποτέλεσε μάλλον και το μεγαλύτερο μειονέκτημά της έναντι του Atari ST (ο οποίος χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από μουσικούς της εποχής, όπως ο Jean Michelle Jarre και η Madonna).
Η Amiga 500, ωστόσο, ό,τι “έχανε” στο κομμάτι της σύνθεσης του ήχου το “κέρδιζε” στην επεξεργασία του βίντεο: μέσω μιας ειδικής κάρτας genlock, είχε τη δυνατότητα για overlay γραφικών σε εξωτερικό σήμα βίντεο, στοιχείο που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τους τηλεοπτικούς σταθμούς, ακόμα και στη χώρα μας.