Στις 15 Μαρτίου, ο κ. Ομπάμα παρουσίασε στο Κογκρέσο ένα σχέδιο, που θα έπρεπε να τύχει ευρύτερης υποστήριξης: τη μεταρρύθμιση του ομοσπονδιακού εκπαιδευτικού προγράμματος «Κανένα παιδί να μη μείνει πίσω» – (NCLB). Ολοι συμφωνούν ότι τα δημόσια σχολεία της Αμερικής αντιμετωπίζουν προβλήματα και το NCLΒ εκτιμάται ευρέως ότι έχει αποτύχει.Το NCLB, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή το 2002, μετασχημάτισε την εκπαιδευτική πολιτική. Εδωσε κρίσιμο ρόλο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση στον τομέα της παιδείας, υποχρέωσε τις πολιτείες να θέσουν συγκεκριμένα εκπαιδευτικά κριτήρια και κατέστησε υπεύθυνα τα σχολεία για την εφαρμογή τους. Σε όσα σχολεία δεν θα σημείωναν πρόοδο θα επιβάλλονταν οικονομικές κυρώσεις. Ολοι οι μαθητές θα έπρεπε να είναι ικανοί να διαβάζουν και να μετρούν μέχρι το 2014. Ο Τζορτζ Μπους υπεραμύνθηκε του νόμου, το Κογκρέσο τον υποστήριξε ολόψυχα.
Σήμερα, ωστόσο, αυτή η προθεσμία προκαλεί θυμηδία. Η ευρεία υποστήριξη που απολάμβανε το NCLB έχει διαλυθεί. Γονείς και δάσκαλοι παραπονιούνται ότι η έμφαση που δίνεται στην ετήσια πρόοδο έχει μετατρέψει την εκπαίδευση σε μια διαρκή εξεταστική διαδικασία (τεστ). Αξιοπρεπή σχολεία έχουν καταγραφεί ως αποτυχημένα, μαθητές σε κακά σχολεία υποτίθεται ότι μπορούν να μετακινηθούν αλλού, μερικοί το έχουν κάνει. Ακόμη πιο σημαντικό, πολλά σχολεία έχουν θέσει εξαιρετικά χαμηλούς στόχους. Σήμερα, κάποιοι αμφισβητούν ακόμη και αυτή την κατευθυντήρια γραμμή. Η Νταϊάν Ράβιτς, επιφανής ακαδημαϊκός, που κάποτε υμνούσε το πρόγραμμα, λέει ότι δεν απέδωσε πραγματικά οφέλη. Η έμφαση στα μαθηματικά και στην ανάγνωση λειτούργησε εις βάρος άλλων θεμάτων. Μια παράλληλη προσπάθεια για τη δημιουργία πρότυπων σχολείων είχε στην καλύτερη περίπτωση ανάμεικτα αποτελέσματα. Μια μελέτη κατέληξε στο ότι οι επιδόσεις στο 83% αυτών των σχολείων είτε είναι ίδιες με τα υπόλοιπα είτε χειρότερες από τα άλλα δημόσια.