Για κάποιους, αντικείμενα όπως οι κορνίζες με τις οικογενειακές φωτογραφίες και τα άλμπουμ από κάποιο ταξίδι λειτουργούν σαν δείκτες για το χαρακτήρα, την προσωπικότητα και το γούστο τους. Αποτελούν ένα ζωντανό προφίλ, που άλλοι αρκούνται στο να συντάξουν μέσα σε λίγα λεπτά στη σελίδα τους στο Facebook.
Οι «νοσταλγικοί» τύποι προτιμούν να διαβάζουν στην παραλία ή στο μετρό ένα βιβλίο που θα «μιλήσει» γι’ αυτούς μόνο και μόνο μέσω του εμφανούς τίτλου του. Σε πρόσφατο άρθρο του στο Vanity Fair, ο αυτοαποκαλούμενος «culture snob» Τζέιμς Ουόλκοτ – «πολιτισμένος σνομπ», σε ελεύθερη μετάφραση– γράφει: «Τα βιβλία δεν στολίζουν απλά ένα δωμάτιο, αλλά και την εμφάνισή μας. Βοηθούν στο να διαμορφώσουμε την ταυτότητά μας. Με την ταχύτητα όμως με την οποία εξελίσσεται η τεχνολογία, ρισκάρουμε να κυκλοφορούμε “πολιτιστικά γυμνοί” σε ένα αστικό δάσος, εντελώς εξαρτημένοι από τις διάφορες συσκευές μας. Καθώς απομακρυνόμαστε από τα οικεία αντικείμενά μας –και ψηφιοποιώντας τα πάντα– πλησιάζουμε ένα μέλλον τύπου Σταρ Τρεκ, όπου τα πάντα είναι προσβάσιμα σε μια τέταρτη διάσταση, σε απόσταση μερικών “κλικ”…». Ο ίδιος πλέκει ένα περίεργο μοιρολόι για τον επικείμενο χαμό εμβληματικών χώρων σαν το Barnes & Noble ή το Blockbusters, της τέχνης των εξωφύλλων και της βιβλιοδεσίας και όλων αυτών των αντικειμένων που αρνούνται να παραμερίσουν οι «νοσταλγικοί»…
Από διαφορετική σκοπιά, η Χόλι Μπέρμπαχ συλλογίζεται σε κείμενό της στο T: The New York Times Style Magazine: «Περνώντας δύο δεκαετίες ορίζοντας τον εαυτό μας μέσα από τα αποκτήματά μας, έχουμε ανάγκη τώρα να καταλάβουμε ποιοι είμαστε χωρίς αυτά». Κι ενώ ο Ουόλκοτ διαφωνεί, υποστηρίζοντας ότι θα εμφανιστούν νέα αποκτήματα, απλά όχι όπως τα ξέραμε, τουλάχιστον οι περισσότεροι μοιάζουν να βρίσκονται σε μια διαδικασία επαναπροσδιορισμού του εαυτού τους σε σχέση με την εξέλιξη στην τεχνολογία, είτε μέσω της αποδοχής είτε της απόρριψης.