Το ελληνικό κράτος, σε επίπεδο διακηρύξεων, αντιμετωπίζει τον πολιτισμό ως έναν τομέα που προσδίδει στη χώρα κύρος και συγκριτικά πλεονεκτήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι κορυφαία πολιτικά στελέχη κομμάτων, ακόμη και πρωθυπουργοί, επιλέγουν κατά καιρούς να τεθούν επικεφαλής του αντίστοιχου χαρτοφυλακίου. Στην πράξη, όμως, ο πολιτισμός είναι το πρώτο θύμα όταν τα πράγματα δυσκολεύουν.
Το ίδιο συμβαίνει και στα σχολεία: το συκοφαντημένο μάθημα των λεγόμενων «καλλιτεχνικών», το οποίο οι περισσότεροι μαθητές αντιμετωπίζουν ως παρία του εκπαιδευτικού προγράμματος, είναι σταθερά αυτό που σε κάθε μεταρρύθμιση, εντός ή εκτός εισαγωγικών, πλήττεται από τις περικοπές στον προϋπολογισμό της παιδείας ή στο διδακτικό προσωπικό.
Σε αυτό, εκτός από τις οικονομικές δυσκολίες, παίζουν ρόλο η προκατάληψη και η άγνοια, τόσο των γονέων όσο, μερικές φορές, και των ίδιων των εκπαιδευτικών. Πρόκειται για παρανοήσεις που αναπαράγουν ιδεοληψίες όπως ότι «η τέχνη είναι για τα παιδιά που έχουν ταλέντο», ότι «δεν είναι απαραίτητο μάθημα», ή ακόμη και ότι «ο καθηγητής πρέπει να είναι ο ίδιος καλλιτέχνης για να μπορεί να τη διδάξει».
Το αποτέλεσμα είναι γενιές και γενιές μαθητών να έχουν βγει από το σχολείο λειτουργικά αναλφάβητοι σε θέματα τεχνών και κουλτούρας. Κι αυτό όταν όλες οι σύγχρονες προσεγγίσεις δίνουν μεγάλη σπουδαιότητα στο περιεχόμενο μιας τέτοιας γνώσης. Το «γιατί» το εξηγούν ειδικοί σε μια βραδιά ειδικά αφιερωμένη στις τέχνες, όπως διδάσκονται, αλλά και όπως πρέπει να διδάσκονται στο σχολείο.
Ομιλητές:
Dipti Desai: Αναπληρώτρια Καθηγήτρια και Διευθύντρια στο Πρόγραμμα Καλλιτεχνικής Παιδείας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης
Νίκος Παΐζης: Συντονιστής του Προγράμματος ΜΕΛΙΝΑ
Kerry Freedman: Καθηγήτρια και Επικεφαλής Διδακτορικών Προγραμμάτων, Σχολή Καλών Τεχνών και Design, Πανεπιστήμιο του Βόρειου ΙλλινόιςΣυντονιστής:
Σοφία Βγενοπούλου: σκηνοθέτης – παιδοψυχίατρος