RSS Feed for ΠανεπιστήμιοCategory: Πανεπιστήμιο

Η βάση του 10… »

Γράφει Γιάννης Α.Μυλόπουλος, καθηγητής Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ στην εφ. Τα Νέα: “Tο μέτρο της βαθμολογικής βάσης εξακολουθεί να διχάζει. Κυρίως γιατί εισήγαγε μια καινοφανή αντίληψη περί αξιοκρατίας. Σύμφωνα με την οποία οι υποψήφιοι των χαμηλόβαθμων σχολών απορρίπτονται, γιατί εξεταζόμενοι στα ίδια θέματα με τους υποψήφιους υψηλόβαθμων σχολών, όπως η Ιατρική και το Πολυτεχνείο, δεν συμπληρώνουν τη βάση του δέκα. Στη συνέχεια, οι… κομμένοι του δημόσιου πανεπιστημίου επιτρέπεται να εγγράφονται ελεύθερα, χωρίς εξετάσεις, σε αδιαβάθμητες εκπαιδευτικές επιχειρήσεις, απ΄ όπου μπορούν να αποκτούν πτυχία τα οποία οι εμπνευστές του μέτρου της βαθμολογικής βάσης φρόντισαν να αναγνωρίσουν ως ισότιμα των κανονικών πανεπιστημίων…Πώς είναι όμως δυνατόν κι ένα καθαρά εκπαιδευτικό μέτρο λειτουργεί άδικα και αναξιοκρατικά; Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι με την αυθαίρετη επιβολή βαθμολογικής βάσης διαστρεβλώθηκε ο χαρακτήρας των εισαγωγικών εξετάσεων. Οι οποίες, ως κατατακτήριος γενικός διαγωνισμός με ενιαία κριτήρια και με δεδομένο αριθμό θέσεων ανά σχολή, δεν είχαν ασφαλώς ανάγκη βαθμολογικού ορίου εισαγωγής. Το οποίο θα αποκτούσε νόημα μόνον εάν οι εξετάσεις ήταν διαπιστωτικές της ικανότητας των υποψηφίων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των σπουδών των επιμέρους σχολών. Μόνο που στην περίπτωση αυτή οι εξετάσεις θα έπρεπε να διαφοροποιούνται ανά σχολή και τα εξεταζόμενα θέματα να προσαρμόζονται στις ιδιαίτερες γνωστικές απαιτήσεις κάθε επιστημονικού κλάδου.Όσοι λοιπόν σήμερα ζητούν τη διατήρηση της βαθμολογικής βάσης στις εισαγωγικές εξετάσεις, πρέπει συγχρόνως να ζητούν να διασφαλιστεί και η ορθή εφαρμογή της. Που σημαίνει ότι πρέπει να απαιτήσουν την πλήρη μετατροπή των εξετάσεων από κατατακτήριες σε διαπιστωτικές της γνωστικής επάρκειας των υποψηφίων. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η μονομερής επιβολή βαθμολογικού ορίου χωρίς άλλη αλλαγή στο σύστημα των εισαγωγικών είναι σαφές ότι είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.” Δίκηο δεν έχει;Αν και στο Υπουργείο Παιδείας εξετάζουν η βάση εισαγωγής να ισοδυναμεί με το 50% της υψηλότερης βαθμολογίας που επιτυγχάνεται σε ένα τμήμα ΑΕΙ-ΤΕΙ, αντί για δέκα (με άριστα το είκοσι) που είναι σήμερα…

Πανεπιστημιακών εκλογών καμώματα… »

Το κλίμα έντασης στις προσυνεδριακές διαδικασίες για την εκλογή αντιπροσώπων στο συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ καταδεικνύεται και από τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει στο σύλλογο της σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Παν. Κρήτης. Εκεί οι εκπρόσωποι της «Κίνησης Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης» (ΚΙΠΑΝ) κατηγορούν τους εκπροσώπους της Συσπείρωσης για νοθεία. Η ΚΙΠΑΝ (ΠΑΣΟΚ και ανεξάρτητοι) επίσης ζητά την επανάληψη των εκλογών στη Σχολή Θετικών Επιστημών του Παν. Αθηνών καθώς, παρότι η Συσπείρωση (ΣΥΡΙΖΑ κ.ά.) και η ΔΗΠΑΚ (ΚΚΕ) πήραν λιγότερες ψήφους από το τρίτο (πολυσυλλεκτικό) ψηφοδέλτιο, τους δόθηκαν τελικά περισσότεροι εκλέκτορες!

Πηγή:http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_24/02/2009_304650

To σχέδιο προτάσεων των πρυτάνεων για το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ »

«Οι πρωτοετείς φοιτητές παρουσιάζουν αδυναμία παρακολούθησης των βασικών πανεπιστημιακών μαθημάτων, μαθήματα στα οποία έχουν εξεταστεί για την εισαγωγή τους». «Βασικός στόχος πρέπει να είναι οι νεοεισαχθέντες φοιτητές να έχουν γνώσεις περισσότερο σφαιρικές και υψηλότερου επιπέδου σε επιμέρους βασικά μαθήματα όπως μαθηματικά, φυσική, χημεία, βιολογία, ιστορία, λογοτεχνία, αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με την αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κατόπιν ριζικού επανασχεδιασμού», τονίζεται, μεταξύ άλλων, στις προτάσεις της στο «διάλογο για την παιδεία» η επιτροπή των πρυτάνεων. Να σημειώσω εδώ ότι παρόμοιες διαπιστώσεις είχαν διατυπωθεί και στις αρχές της δεκαετίας του 1920 από το ΕΜΠ, οι οποίες, τότε, οδήγησαν σταδιακά στην κατάργηση της μέχρι τότε ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ? Πιο συγκεκριμένα επιτροπή της Συνόδου των Πρυτάνεων προτείνει:
– Το σημερινό σύστημα εθνικών εξετάσεων, με ευθύνη του υπουργείου Παιδείας και συμμετοχή στα εξεταζόμενα θέματα καθηγητών δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, θεωρείται αντικειμενικό και αδιάβλητο και πρέπει να συνεχιστεί.
– Η βάση του «10» πρέπει οπωσδήποτε να διατηρηθεί και ο βαθμός του Λυκείου να μη λαμβάνεται υπόψη.
– Οι εξετάσεις για τα ΑΕΙ πρέπει να διενεργούνται μετά τις απολυτήριες εξετάσεις του Λυκείου και με όσους λαμβάνουν το απολυτήριο.
– Οι υποψήφιοι θα εξετάζονται σε περιορισμένο αριθμό μαθημάτων (4 – 6), ανάλογα με το επιστημονικό πεδίο που θα επιλέγουν.
– Κάθε υποψήφιος θα επιλέγει Τμήματα αποκλειστικά από ένα επιστημονικό πεδίο (π.χ. Νομικής, Φυσικομαθηματικής, Φιλοσοφικής, Ιατρικής, κ.λπ.).
– Τα επιστημονικά πεδία θα επαναπροσδιοριστούν από τα ΑΕΙ και φυσικά θα είναι πολύ περισσότερα από τα 5 που ισχύουν σήμερα.
– Για κάθε επιστημονικό πεδίο θα ορίζονται τα εξεταστέα μαθήματα και η ύλη αυτών.
– Η εξεταστέα ύλη θα αποδεσμευθεί από την ύλη της Γ΄ Λυκείου, θα διευρυνθεί και θα περιλαμβάνει συμπυκνωμένες τις βασικές γνώσεις από το σύνολο της ύλης που διδάχθηκε ο υποψήφιος στο Λύκειο. Η ύλη αυτή θα έχει σχέση με τις προαπαιτούμενες γνώσεις του κάθε επιστημονικού πεδίου στα επιμέρους μαθήματα. Η εξεταστέα ύλη κάθε επιστημονικού πεδίου θα καθοριστεί ύστερα από συνεργασία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση) και των αντίστοιχων Τμημάτων των ΑΕΙ.
– Η εισαγωγή των φοιτητών να γίνεται αρχικά σε Σχολές και μετά το πρώτο έτος, ανάλογα με τις επιδόσεις, να επιλέγεται το Τμήμα. Με το σύστημα αυτό θα περιοριστεί σημαντικά η «χαλάρωση» και η «αδιαφορία» πρωτοετών φοιτητών που έχει σοβαρές συνέπειες στη συνέχεια των σπουδών τους.
– Να δημιουργηθεί μητρώο πιστοποιημένων βαθμολογητών από καθηγητές που διαθέτουν εμπειρία ή έχουν λάβει ειδική επιμόρφωση και αξιολογούνται ετησίως με βάση την επίδοσή τους.
– Να ψηφιοποιούνται για λόγους διασφάλισης της διαφάνειας, τα γραπτά δοκίμια ώστε να καθίσταται δυνατή η πρόσβαση του κάθε υποψήφιου στο γραπτό του μέσω του Διαδικτύου με χρήση ειδικού προσωπικού κωδικού.

Πηγή: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100059_22/02/2009_304467

Αντικειμενικότητα vs καταλληλότητας »

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφ. Καθημερινή «Η εργασιακή και οικονομική αποκατάσταση αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια ένα από τα πλέον βασικά κριτήρια για την είσοδο των νέων στις αστυνομικές σχολές μέσω της διαδικασίας των Πανελληνίων. Όπως όμως διαπιστώνουν σήμερα οι επιτελείς της ΕΛ.ΑΣ., παρότι η συγκεκριμένη διαδικασία εξασφάλισε στην Αστυνομία προσωπικό με καλύτερο μορφωτικό επίπεδο, δε βελτίωσε τις επιχειρησιακές της επιδόσεις που αναδεικνύονται στην «αχίλλειο πτέρνα» του Σώματος. Πολλοί ήταν εκείνοι που επέλεξαν τις αστυνομικές σχολές με κριτήριο τη σιγουριά που προσφέρει μια θέση στον δημόσιο τομέα. Το φαινόμενο αυτό δυστυχώς έχει κόστος για την Αστυνομία (?)»Προτείνουν, λοιπόν, την καθιέρωση διαδικασιών που θα αξιολογούν τις αληθινές δεξιότητες και ικανότητες των σπουδαστών για το επάγγελμα του αστυνομικού. Κάτι που είχαμε επισημάνει σε παλαιότερο post στο οποίο διερωτόμαστε εν κατακλείδι :Μήπως πρέπει να υπάρχουν κι άλλα επιπρόσθετα κριτήρια για τις αστυνομικές και στρατιωτικές σχολές (πλην της εντοπιότητας με τον εκάστοτε υπουργό Δημόσιας Τάξης, όπως συνέβαινε τα παλιά καλά χρόνια, πράγμα που οδήγησε την εισαγωγή μέσω των τότε Γενικών εξετάσεων?).Κάποιοι, ίσως, πρέπει να ξανασκεφτούν το θέμα έτσι, ώστε οι αστυνομικοί να μην περιμένουν πρώτα να φύγει ο κλέφτης κι ύστερα να επιληφθούν του συμβάντος, όπως, φευ, πολλές φορές συμβαίνει?Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο αυτό, δηλαδή, ότι μπορούμε να κοιμούμαστε αν-ήσυχοι (!) Πώς θα «κοιμόμαστε» άραγε όταν «οι περισσότεροι πρωτοετείς φοιτητές στα παιδαγωγικά τμήματα βρέθηκαν εκεί επειδή δεν εισήχθησαν σε σχολή της επιλογής τους! Και μάλιστα, δηλώνουν ανοικτά ότι στόχος τους είναι να βρουν γρήγορα δουλειά και να μονιμοποιηθούν στο Δημόσιο!» (το σχετικό, παλαιότερο, post εδώ) ?Πάντως τις αιτήσεις για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις ήδη υπέβαλαν οι μαθητές της τελευταίας τάξης των ΓΕΛ και ΕΠΑΛ και ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ για εκπαιδευτικούς.

Τabula rasa και α-νόητα νοήματα »

Aναδημοσιεύω από την εφ. Το Βήμα το ομότιτλο άρθρο του Γιώργη Γιατρομανωλάκη, ομ. καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέα:” Πριν από λίγες ημέρες επισκέφτηκα το Λύκειο Αξιού στη Θεσσαλονίκη συμμετέχοντας στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΕΚΕΒΙ «Συγγραφείς στα Σχολεία». Όταν τελείωσε η πολλαπλώς ενδιαφέρουσα συζήτηση για τη λογοτεχνία, την Παιδεία αλλά και την πολιτική, μια μαθήτρια της Β΄τάξης με πλησίασε και μου είπε χωρίς περιστροφές: «Θέλω με όλη μου την καρδιά να σπουδάσω Φιλολογία, όμως πόσα χρόνια πιστεύετε πως θα χρειαστούν για να διοριστώ; Έχετε να μου προτείνετε κάτι άλλο;». Δεν είχα και φοβάμαι πως κανείς υπουργός Παιδείας ούτε και κάποιος σοφός σύμβουλός του έχει να προτείνει κάτι άλλο. Η Έφη θα λάβει τη δέουσα απάντηση στα επόμενα χρόνια, είτε ακολουθήσει την καρδιά της είτε αναζητήσει να κάνει κάτι διαφορετικό. Η συμμαθήτριά της Χρύσα ασχολείται με τη μουσική, αλλά τα μαθήματά της δεν έχουν καμιά σχέση με τα δικά της ενδιαφέροντα. Πρέπει να δοκιμάσει να βρει μόνη τον δρόμο της, πράγμα πολύ δύσκολο, ή πρέπει να αφήσει αυτό που αγαπά και να ψάξει για «κάτι άλλο». Πάντα χωρίς βοήθεια. Ο Χρήστος γράφει στίχους και ζωγραφίζει (οι τοίχοι της σχολικής βιβλιοθήκης έχουν διακοσμηθεί από αυτόν), αλλά ούτε κι αυτός έχει κάποια βοήθεια. Βρίσκεται έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα. Οι τρεις παραπάνω περιπτώσεις δεν είναι μοναδικές. Χιλιάδες δεκαεξάχρονα σε όλα τα λύκεια της χώρας, προικισμένα παιδιά και ταλαντούχα, «άγρια» αλλά ευγενικά, ώριμα μέσα στα άγουρα νειάτα τους, προσδοκούν να «περάσουν» σε κάποια σχολή πιστεύοντας πως έτσι θα πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Λίγα παιδιά θα καταφέρουν να ακολουθήσουν τον δρόμο της καρδιάς τους, ακόμη λιγότερα θα μπορέσουν να αναπτύξουν τις δεξιότητες και το ταλέντο τους. Η μοίρα τους είναι κοινή, όλα είναι εναντίον τους και είναι φυσικό να τους φταίνε όλα. Είναι επομένως λογικό να αντιδρούν και οι αντιδράσεις τους είναι κατανοητές ακόμη και στην ακρότητά τους. Όμως ποιος μπορεί να συγχωρέσει μια Πολιτεία που όχι μόνο δεν βοηθά τα παιδιά της, αλλά τουναντίον τα εμποδίζει μέσα στην εγγενή της στρεβλότητα και μιζέρια; Τριάντα τόσα χρόνια τώρα αυτή η Πολιτεία «επανιδρύει» τον εαυτό της και μαζί την Παιδεία, τον πολιτισμό, την οικονομία, το σύστημα υγείας κ.λπ. Γράφει, σβήνει, κενό. Αιωνίως tabula rasa.
Το όραμα του νέου υπουργού να αποδεσμεύσει το σχολείο από τις εξετάσεις είναι ένα παμπάλαιο αίτημα. Ευχόμαστε καλή επιτυχία αλλά φοβούμαστε πως (παρά τις καλές προθέσεις) άλλο ένα «όραμα» θα πάει χαμένο. Πρέπει, είπε ο υπουργός, να αναβαθμίσουμε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση κ.λπ. και «κυρίως» να αποσυνδέσουμε το σχολείο «από ένα εξεταστικό σύστημα το οποίο και άδικο είναι και παρέχει μόνο μία ευκαιρία στους υποψήφιους σπουδαστές και φοιτητές». Όμως το πρόβλημά μας είναι το «άδικο εξεταστικό σύστημα» ή το παντελώς άδικο, ανορθολογικό και αντιπαραγωγικό εκπαιδευτικό μας σύστημα; Το ζήτημα είναι να δοθούν πολλές ευκαιρίες στους υποψηφίους ή να δοθεί η ευκαιρία και τα μέσα σε όλα τα παιδιά να σπουδάσουν ό,τι καθένα τους επιθυμεί, και κυριότατα να τους δοθεί η ευκαιρία να βρουν δουλειά, αφού τελειώσουν; Και τι στην ευχή σημαίνει αυτή η «αποσύνδεση» του σχολείου από τις εξετάσεις; Θα περιορισθεί λ.χ. αυτή η εκπαιδευτική μονοκαλλιέργεια (ας μου επιτραπεί) όπου όλοι πρέπει τα μάθουν όλα είτε το θέλουν είτε όχι; Θα εξακολουθήσουν τα αναλυτικά προγράμματα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση να θυμίζουν σταχανοβισμό, όπου καλός καθηγητής είναι εκείνος που καλύπτει ή ξεπερνά τη «νόρμα» αδιαφορώντας για την ποιότητα;
Ας παρακάμψει ο υπουργός τη γεμάτη φοβίες ΟΛΜΕ και ας επισκεφθεί έναν οποιονδήποτε σύλλογο καθηγητών της επικράτειας για να μάθει από πρώτο χέρι πως τα «πλάνα» και οι «νόρμες» της ύλης σκοτώνουν την εκπαίδευση. Η μάθηση δεν μπορεί να είναι ποσοτική, ή μόνο ποσοτική. Τη λογοτεχνία δεν τη διδασκόμαστε ποσοτικά, ούτε μαθαίνουμε τη γλώσσα με κουτάκια πολλαπλών ερωτήσεων. Η εκπαίδευση δεν αρχίζει, ούτε τελειώνει με τις εξετάσεις. Όλες οι βαθμίδες, όλα τα προγράμματα πρέπει να έχουν συνοχή. Εχουν τα σημερινά; Τέλος, αυτή η όποια και όποτε έρθει «αποσύνδεση» των δαιμονικών εξετάσεων από το αγαθό σχολείο θα γίνει τζάμπα; Με τις αρχές της γνωστής μας «δωρεάν Παιδείας»;Ο νέος υπουργός Παιδείας ευαγγελίζεται έναν «ανοιχτό διάλογο» για την Παιδεία από «μηδενική βάση», tabula rasa, όπως είπε. Ομως αυτός ο «αποξεσμένος πίνακας, η άγραφη πλάκα», σύμφωνα με το λεξικό Μπαμπινιώτη, δεν σημαίνει «μηδενική βάση»! Δηλώνει «νου θεωρούμενο άγραφο, κενό», χωρίς εντυπώσεις και εμπειρίες. Το παλίμψηστο της Παιδείας μας γράφεται και ξαναγράφεται επί δεκαετίες, αλλά (ιδού το θαύμα) παραμένει κενό, άδειο από νόημα και σκέψη. Ό,τι α-νόητο γράφεται σήμερα, σβήνεται αύριο και ξαναγράφεται με άλλα λόγια. Άδειος νους. Τabula rasa! Στο μεταξύ η Έφη, η Χρύσα και ο Χρήστος παραμένουν στο κενό.”

Κρίσεις και επικρίσεις για τα εγχειρίδια φυσικών επιστημών Δημοτικού »

Συζήτηση για τα (νέα) βιβλία του Δημοτικού έχει ανοίξει εδώ και μέρες η εφ. Ελευθεροτυπία. Ας μείνω στο σχολιασμό για τα εγχειρίδια “Φυσικά Δημοτικού, Eρευνώ και Ανακαλύπτω”. Έτσι, «με εγκυκλοπαίδεια φυσικών επιστημών, ”κατάλληλη” για αναγνώστες άνω των έντεκα και δώδεκα χρόνων, είναι η εισαγωγή στον κόσμο της Φυσικής μέσα από τα αντίστοιχα νέα βιβλία της Ε’ και της Στ’ τάξεων . Η επιλογή να συμπεριληφθούν στο ”πείραμα” έννοιες όπως η μάζα, ο όγκος και η πυκνότητα, αναλύσεις για την ατομική δομή της ύλης, αλλά και η επιστημονικοποίηση απλών διατυπώσεων περί τα φυσικά και άλλα φαινόμενα, προκαλεί παρενέργειες που δεν είχαν υπολογιστεί από τους συγγραφείς-επιστήμονες.» «Πώς να προχωρήσω την ύλη, όταν ακόμα τα παιδιά της Ε’ τάξης προσπαθούν να καταλάβουν με τι μοιάζουν τα μόρια;» διερωτάται η εκπαιδευτικός Ειρήνη Πετροπούλου, ενώ ο Κωνσταντίνος Τσάκαλος, επίσης εκπαιδευτικός, προσδιορίζει την ουσία: «Τα νέα βιβλία δυστυχώς απαιτούν απομνημόνευση σύνθετων εννοιών και επιπλέον δίνουν έμφαση στον μικρόκοσμο αλλά και σε πολλά άλλα θέματα που είναι δύσκολα για τους μαθητές αυτής της ηλικίας, για το γνωστικό και ηλικιακό επίπεδό τους» (?) «Στη 14η κιόλας σελίδα του βιβλίου, οι ανικανοποίητοι συγγραφείς-επιστήμονες μετέτρεψαν τον απλό, βασικό ορισμό του μορίου και αντί ν’ αφήσουν τα 11χρονα να καταλάβουν ότι πρόκειται για το ”μικρότερο τμήμα ενός συστατικού που διατηρεί τις ιδιότητές του”, τους ανεβάζουν κατευθείαν επίπεδο και τους πάνε στις χημικές ενώσεις, ενημερώνοντας πως πρόκειται για ”το μικρότερο τμήμα μιας χημικής ένωσης (!) που διατηρεί τις ιδιότητές του”. Η απάντηση στην ερώτηση τι είναι χημική ένωση απαντάται αργότερα.» (?) «Στην Ε’ τάξη, λοιπόν, επιχειρούνται πολλά πειράματα. Ένα από τα πιο δημοφιλή και επαναλαμβανόμενα αφορά τις νοητικές λειτουργίες των μαθητών. Πραγματοποιείται η μετατροπή του γνωστικού αντικειμένου πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε μάθημα τουλάχιστον λυκειακής, ενίοτε και μεταλυκειακής τάξης.» κτλ. κτλ. (περισσότερα εδώ). Πράγματι «Στο σημερινό Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) Φυσικών Επιστημών Ε? και Στ? Δημοτικού υπάρχει ύλη η οποία, σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, γίνεται κατανοητή μόνο από το 5% των μαθητών ενώ αντίστοιχη της δεν υπάρχει στα αναλυτικά προγράμματα άλλων χωρών. Προς την ίδια κατεύθυνση είναι και τα αποτελέσματα έρευνας που ανακοινώθηκε σύμφωνα με την οποία επτά στους δέκα από τους 230 καθηγητές Φυσικών Επιστημών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στους δόθηκαν αποσπάσματα από το βιβλίο Μαθητή της Ε? Δημοτικού θεωρούν ότι αυτά διδάσκονται στο γυμνάσιο και μάλιστα σχολιάζουν ότι θα ήταν καλύτερο να διδάσκεται στο Λύκειο.» (δες εδώ).Στην ίδια εφημερίδα, στο άρθρο ”Τα εγχειρίδια των Φυσικών Επιστημών:Ανορθολογισμός και αποτυχία ” του Κ. Ραβάνη, καθηγητή ΤΕΕΑΠΗ του Παν. Πατρών, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι « …Η δημιουργία διδακτικών εγχειριδίων για τις Φυσικές Επιστήμες, για όλες τις σχολικές βαθμίδες, αποτελεί διαδικασία και προϊόν ενός ειδικού επιστημονικού πεδίου, το οποίο αποκαλούμε διδακτικό μετασχηματισμό. Στο πεδίο αυτό μελετώνται και αξιοποιούνται εξαντλητικά οι διαπιστωμένες από την έρευνα δυσκολίες των παιδιών, οι θεωρητικά προβλεπόμενες δυνατότητές τους, η ανάλυση του παιδαγωγικού πλαισίου και των αναλυτικών προγραμμάτων, η ριζικά ανακατασκευασμένη επιστημονική γνώση για τις εξειδικευμένες ανάγκες της κάθε ηλικίας και σχολικής βαθμίδας, οι λειτουργίες των διαφόρων μορφών γραπτού κειμένου, συμβόλων και εικόνας, οι δραστηριότητες εμπέδωσης και άσκησης των παιδιών. Όταν όλα αυτά αποτελούν για τους συγγραφείς των εγχειριδίων άγνωστο πλανήτη, χωρίς καμιά αμφιβολία τα βιβλία που δημιουργούν είναι απλώς προϊόντα ενός τυφλού, αδιέξοδου και χωρίς σημεία στήριξης και αναφοράς εμπειρισμού (…)» Εδώ θέλω να παρατηρήσω ότι τόσο οι συγγραφείς των εν χρήσει εγχειριδίων φ.ε. των Ε΄& Στ΄ τάξεων δημοτικού, όσο και οι συγγραφείς των δυο προηγούμενων εγχειριδίων φ.ε. για τις ίδιες τάξεις στο πλαίσιο του εναλλακτικού βιβλίου, είναι στην πλειονότητά τους εκπαιδευτικοί με μεταπτυχιακές σπουδές στη διδακτική των φ.ε. και οι επικεφαλείς των συγγραφικών ομάδων καθηγητές στο ΠΤΔΕ του ΕΚΠΑ! Με άλλα λόγια μήπως αλλού βρίσκεται η κακοδαιμονία; Ιδέες για τη μερική λύση του γρίφου δίνει, κατά την άποψή μου, το άρθρο ”Διεφθαρμένα ή χαοτικά (ελληνικά) πανεπιστήμια; Η περίπτωση των Παιδαγωγικών Τμημάτων?? του Γ. Σταμέλου, αν. καθηγητή ΠΤΔΕ Παν. Πατρών, στο περιοδικό Σύγχρονη Εκπαίδευση τχ. 155(2008). Αν και για τους γνωρίζοντες τα πράγματα ή για αυτούς που τα ξέρουν ”από μέσα”, οι απαντήσεις σχετικά με τη συγγραφή των σχολικών βιβλίων, την κρίση/επιλογή τους κτλ. είναι περισσότερες από μία…Μια καλή ιδέα και για τη χώρα μας, όπως αλλού συμβαίνει, είναι η συγγραφή-διάθεση περισσοτέρων του ενός εγχειριδίων ανά μάθημα, τάξη, τύπο σχολείου. Αλλά πού…

Οι νεκροθάφτες του δημόσιου πανεπιστημίου »

Την κατηφόρα του δημόσιου πανεπιστήμιου περιγράφει στην επιφυλλίδα του στην εφ. Το Βήμα ο καθηγητής του ΑΠΘ Μ. Τιβέριος: (?)Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο κάθε μέρα βυθίζεται όλο και περισσότερο στην απαξίωση και, δυστυχώς, όχι μόνο εξαιτίας των βανδαλισμών. Ανυπόληπτο το καθιστούν και πολλά άλλα που συμβαίνουν στους χώρους του: προπηλακισμοί μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, ποινικά αδικήματα και η ατιμωρησία τους, συχνές καταλήψεις και γενικά παρεμπόδιση του διδακτικού και ερευνητικού του έργου. Το τραγικό στην όλη υπόθεση είναι ότι όλα αυτά τα δυσάρεστα συναντούν τη σιωπηρή ανοχή, ενίοτε και τη συμπαράσταση, ατόμων ή φορέων που κόπτονται- έτσι τουλάχιστον διατυμπανίζουν στις δημόσιες τοποθετήσεις τους- υπέρ της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης και κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για εν δυνάμει νεκροθάφτες του δημόσιου πανεπιστημίου. Ο παραλογισμός αυτός δεν είναι χωρίς εξήγηση. Πολλοί είναι αυτοί που δεν εντάσσουν στις πρώτες προτεραιότητες του πανεπιστημίου τη διδασκαλία και την έρευνα, ή ακόμη τη διάπλαση ελεύθερων σκεπτόμενων ατόμων. Δεν είναι λίγοι αυτοί που ενεργούν με καθαρά κομματικά κριτήρια επιδιώκοντας να αποκομίσουν για το κόμμα τους πολιτικά οφέλη, ενώ κάποιοι άλλοι πιθανόν να στοχεύουν και στην ανατροπή του πολιτικού συστήματος. Άλλοι, κυρίως διδάσκοντες, τρέφουν άμετρες προσωπικές φιλοδοξίες και δρουν στους πανεπιστημιακούς χώρους με την προσδοκία να αναρριχηθούν σε υψηλόβαθμες πολιτικές ή κρατικές θέσεις, ενώ ορισμένοι άλλοι χρησιμοποιούν το πανεπιστήμιο ως εφαλτήριο για τις επαγγελματικές ασχολίες τους και λίγο νοιάζονται για την προκοπή του (δες κι εδώ).Σε όλους αυτούς παρέχουν λαμπρό πεδίο δράσης οι, όχι σπάνια, ακατάλληλοι νόμοι για την Ανώτατη Παιδεία που… κατασκευάζουν οι εκάστοτε κυβερνώντες, αλλά και η συχνά ανεύθυνη στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης (?) Έχω επανειλημμένα υποστηρίξει ότι είναι υποχρεωτικό, για το μέλλον αυτού του τόπου, να υπάρξει μια κοινή πολιτική για την παιδεία, και ειδικότερα την ανώτατη, όλων (ή έστω των περισσοτέρων) κοινοβουλευτικών κομμάτων. Όσο αυτό δεν συμβαίνει, θα συνεχίζεται η ελεύθερη πτώση του ελληνικού πανεπιστημίου σε απύθμενο κενό(?)Κυβέρνηση, αντιπολίτευση, μείζονα και ελάσσονα, διδάσκοντες και διδασκόμενοι, ακόμη και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει εμπράκτως να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν αγωνιζόμενοι ανυπόκριτα για μια αξιοπρεπή ανώτατη δημόσια εκπαίδευση. Θέλουν όμως όλοι αυτοί πράγματι ένα σοβαρό δημόσιο πανεπιστήμιο που να προάγει την επιστήμη και να διαμορφώνει ελεύθερα σκεπτόμενους πολίτες;

Το Πανεπιστήμιο των κολλητών! »

Όταν πήγαινα κι εγώ στο πάλαι ποτέ 6τάξιο Γυμνάσιο στον έλεγχο με τη βαθμολογία του τριμήνου υπήρχε η υποσημείωση: ”Βαθμοί μικρότεροι του 12 ουδεμία πρόοδο προοιωνίζουν”. Από τότε είχα την απορία πώς κάποιοι, ας πούμε γνωστοί, γείτονες, συμφοιτητές, φίλοι κ.λπ., κατάφεραν να γίνουν πανεπιστημιακοί καθηγητές ”με βαθμούς μικρότερους του ?12”, ενώ καθόλου δε με εξέπληττε η ανέλιξη άλλων, που από ”μικροί έπαιρναν τα γράμματα” και οι νύξεις τους αυτούς, που δεν?αλλά ”πάντα βρισκόντουσαν μπροστά τους”. Κι όταν τους κατά τη γνώμη άξιους ρώταγα πώς ανέβηκαν βαθμίδα, η συνήθης απάντηση ήταν ”δεν υπήρχε κάποιος άλλος” ή ”τους ξέφυγα”, άλλοτε εξιστορώντας πικάντικες λεπτομέρειες κι άλλοτε αποσιωπώντας τις. Βέβαια, η προσωπική γνώμη (μου) και γνώση περιπτώσεων δεν αποτέλεσε για μένα κανόνα. Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να έχει συμβεί ?παρόλο που αδρά έχουν εμφανιστεί στον τύπο ευάριθμα δημοσιεύματα που επαληθεύουν τον κανόνα (δες λόγου χάρη τα παλαιότερα postsεδώ, εδώ κι εδώ) . Για το λόγο αυτό δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία το ( αντί-ΠΟΣΔΕΠ φαντάζομαι) άρθρο του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Θ. Πελαγίδη για ”Το Πανεπιστήμιο των κολλητών”. Αξίζει η αναδημοσίευσή του:
«Φανταστείτε μια ευθεία γραμμή με δύο άκρα. Στο ένα άκρο αυτοί που ερευνούν και δημοσιεύουν, στο άλλο αυτοί που απλώς με τη συνδικαλιστική συσπείρωσή τους επιδιώκουν την ακαδημαϊκή τους ανέλιξη και τα ευρύτερα οφέλη του «ακαδημαϊκού τίτλου». Οι πρώτοι αναλώνουν το χρόνο τους στην ερευνητική προσπάθεια και στην καλή διδασκαλία που απορρέει μόνο από αυτήν. Οι δεύτεροι, μειωμένων προσόντων είναι σουλατσαδόροι των γραφείων. Κατανέμουν τον χρόνο τους αποκλειστικά σχεδόν στην αναζήτηση συμμαχιών, αλληλοεξυπηρετήσεων, εκβιασμών, αδιαφανών συμφωνιών. Ασταμάτητα, μέχρι να επιτύχουν τις καλύτερες δυνατές συμμαχίες στη βάση των προσωπικών τους συμφερόντων. Η αξιοκρατία και η ακαδημαϊκή τάξη και συμπεριφορά χαρακτηρίζει τη μικρότερη σε αριθμό και ισχύ πρώτη ομάδα. Η αδιαφάνεια και η διαφθορά, την πολυάριθμη και ισχυρότερη δεύτερη. Τώρα υποθέστε ότι ένας καλός καθηγητής δύναται (λέμε τώρα?) να εκλεγεί στο Τμήμα και έχει να διαλέξει ένα από τα δύο άκρα. Πρέπει να κατανοήσετε ότι θα διαλέξει την ομάδα εκείνη που θα του εξασφαλίσει την ακαδημαϊκή προαγωγή και όλα τα «καλά» της ήσυχης ακαδημαϊκής ζωής. Το σύστημα, και γενικότερα όλο το θεσμικό περιβάλλον που το διαμορφώνει, θα τον οδηγήσει στο άκρο των μετρίων. Και σιγά σιγά, πιθανώς θα τον αλλοτριώσει κιόλας με την πάροδο των ετών. Άλλωστε, θα χρειαστεί πολύ σθένος για να αντιδρά μια ζωή σε εκείνη την ισχυρή ομάδα που μετέρχεται αδίστακτα κάθε μέσο χωρίς ενοχές και χρησιμοποιεί όλο τον χρόνο για να δημιουργεί καθημερινή φθορά και προβλήματα στους άλλους?Αυτό στην καλύτερη περίπτωση που ο δρόμος πρόσληψης είναι ανοικτός ή έστω υπάρχουν κάποια διόδια όπως «?θα σε εκλέξουμε αλλά εσύ θα κάνεις ένα, δύο, τρία? δώρα κ.λπ.». Συνήθως μπορεί να βρεθεί κάποιος καθηγητής από ένα πανεπιστήμιο του εξωτερικού όπως το Rutgers, το ΜΙΤ, το Bristol, το Southampton μ? ένα κάρο δημοσιεύσεις και ετεροαναφορές στο έργο του, που έχει το θράσος να υποβάλει στην ανοικτή προκήρυξη θέσης, η οποία, εννοείται ότι είναι «φωτογραφία» από κάποιο άθλιο ελληνικό βιβλίο του «εσωτερικού συναδέλφου» Α? δυστυχώς ατύχησε ο ξενιστής! Προτεραιότητα έχει ο «ντόπιος» με το ανύπαρκτο έργο, τα σπασμένα αγγλικά, το «κοινωνικό έργο» και το «δημοκρατικό ήθος» (δηλαδή τη ?«συνδικαλιστική δράση»). Ο τρόπος είναι πάντα ο ίδιος. Συγκροτείται μια στημένη επιτροπή που συντάσσει μια άθλια έκθεση η οποία βγάζει ένα αστείο πόρισμα που εξυμνεί τον εξωτερικό αλλά? δυστυχώς τον βγάζει εκτός γνωστικού αντικειμένου. Εκλέγεται ο «ντόπιος» (insider). Άλλωστε έχει την ψήφο του για την οποία ενδιαφέρονται οι πρόεδροι, οι διευθυντές και κυρίως οι διακομματικές πρυτανίες, οι οποίες μονίμως παρεμβαίνουν. Τι στο καλό, τόσα χρόνια οικοδομούνται οι σχέσεις, σφυρηλατούνται οι προσοδοθηρικές ομάδες, γίνονται οι αλληλοεξυπηρετήσεις.Όλα μέχρι εδώ αφορούν ένα μέρος της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.). Το άλλο είναι οι φοιτητές. Σχεδόν 50% της Γ.Σ. (!). Ενας σοβαρός υπουργός δεν έχει βρεθεί να καταργήσει αυτήν την αθλιότητα. Σθεναρά αντιστέκονται όλοι, και ιδίως οι «εσωτερικοί τρόφιμοι-σουλατσαδόροι». Και όχι τυχαία! Δείτε τι γίνεται:H συνδικαλιστική μαφία (μην σοκάρεστε από τον όρο, θα καταλάβετε στη συνέχεια), έχει στην κατοχή της τις ψήφους των φοιτητών. Τι διδάσκει η «ορθολογική επιλογή»; Διδάσκει ότι το κίνητρο που έχουν είναι να προχωρήσουν στην ανταλλαγή των ψήφων με οτιδήποτε διευκολύνει την αναπαραγωγή των ιδίων. Ωπ, εδώ υπάρχει βαρέλι με «χοιρινό λίπος» (pork-barrel politics), θα έλεγε ένας καθηγητής «θετικής πολιτικής οικονομίας». Η αδίστακτη φάρα των σουλατσαδόρων θα κοιτάξει να πουλήσει τους φοιτητικούς βαθμούς ώστε να κερδίσει ψήφους. Ένα πολύ ωραίο εμπόριο ορθολογικών παικτών. Η ομάδα φοιτητών που θα βρεθεί κάτω από την «παράταξη» θα περάσει με ευκολία τα μισά μαθήματα. Ακόμη και οι απλοί, ανυποψίαστοι φοιτητές θα έχουν ισχυρό κίνητρο να συνταχθούν στη συνδικαλιστική νεολαία. Οι δε συνδικαλιστές που διακρίνονται για τη δουλειά αυτή, προβιβάζονται σε υπαλλήλους του Πανεπιστημίου συνήθως στο Ταμείο, στον λεγόμενο «ειδικό λογαριασμό» της διοίκησης, ο οποίος είναι γεμάτος από αργόσχολα και άχρηστα παιδιά καθηγητών (νεποτισμός), συγγενείς και πρώην συνδικαλιστές. Ολοι λοιπόν αυτοί συγκροτούν μια ωραία, μεγάλη ομάδα/παρέα των κολλητών. Να μην ξεχάσουμε όμως το πιο σημαντικό, την πιο ισχυρή κολλητική ουσία. Το χρήμα.Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει αγριέψει και οι πόρτες έχουν κλείσει γιατί τα συμφέροντα έχουν μεγαλώσει από τα τεράστια έσοδα των «μεταπτυχιακών-μούφα». Ναι, μούφα, άμα διδάσκουν αυτοί με τα «σπασμένα αγγλικά» και το «δημοκρατικό ήθος». Δέκα χιλιάδες ευρώ δίδακτρα το κεφάλι. Πενήντα ή εκατό οι μεταπτυχιακοί φοιτητές (έχουν κι αυτοί εκπροσώπηση στη Γ.Σ.) σε κάθε κύκλο. Πολλαπλασιασμό ξέρετε. Τα χρήματα αυτά λιπαίνουν πολλές τρύπες, διαφθείρουν συνειδήσεις. Η κυρίαρχη ομάδα των «σουλατσαδόρων» έχει αποκτήσει των έλεγχο των πόρων και κάνει το παιχνίδι πιο σκληρό. «Μόνον οι δικοί μας μπαίνουν». Ο ένας δίνει στον άλλο και πάει λέγοντας. Αδύνατο να βρεις άκρη από τις μικροσυμφωνίες, τις ανταλλαγές, τα μικρά εγκλήματα (μεταξύ τους).Τώρα, σίγουρα θα νομίσετε ότι είμαι κάποιος ριγμένος, δυσαρεστημένος, οργισμένος, τύπος, τέλος πάντων έχω κάποιου είδους εμμονή ή προκατάληψη. Πιθανόν. Πάντως, έγινα χωρίς ταλαιπωρίες τακτικός καθηγητής 39 χρονών. Λατρεύω την έρευνα και την ενασχόληση με τις ιδέες και είμαι ευτυχής που είμαι ακαδημαϊκός, δηλαδή δεν έχω απωθημένα. Να σας πω επίσης ότι στο τέλος, κι εμένα με βολεύει αυτή η κατάσταση, έστω βραχυχρονίως. Καταλήγω να κάνω μόνο τα εντελώς απαραίτητα, διοικητικά, κ.λπ. Όμως, χάνει η κοινωνία, οι οικογένειες, τα παιδιά. Το δε σύστημα αναπαράγει τον εαυτό του. Να σας πω επίσης ότι η μικρή ομάδα των πραγματικών ακαδημαϊκών που έχει με πολύ κόπο τρυπώσει στο σύστημα από το εξωτερικό τα τελευταία χρόνια είναι συνήθως καταπληκτικής ποιότητας, διεθνούς επιπέδου (δεν έχετε με μια ματιά στο Διαδίκτυο να δείτε τα βιογραφικά τού καθενός), αλλά δυστυχώς όλοι ταλαιπωρούνται από το προσοδοθηρικό, αναχρονιστικό, άθλιο πλαίσιο που κανείς πολιτικός δεν τολμά να αγγίξει. Επίσης, να πω ότι υπάρχουν και λίγα Τμήματα, τουλάχιστον στη δική μου επιστήμη, κορυφαία (!), που αδικούνται κατάφωρα από τη γενική εικόνα. Βασανιστικά ερωτήματα δημιουργούνται. Γιατί δεν αντιγράφουμε το θεσμικό πλαίσιο των καλύτερων πανεπιστημίων διεθνώς; Γιατί δεν εφαρμόζουμε την ακαδημαϊκή αξιολόγηση άμεσα; Γιατί δεν στέλνουμε στα σπίτια των οικογενειών των υποψηφίων φοιτητών, μαζί με το μηχανογραφικό, και μια λίστα με την αξιολόγηση των Τμημάτων; Γιατί δεν μισθοδοτούμε τους καθηγητές κατευθείαν από τα ιδρύματα κι όχι από το κράτος; Γιατί δεν απελευθερώνουμε το πανεπιστήμιο από τα κρατικά δεσμά των αστείων, δημοσιοϋπαλληλικών διατάξεων και των προσοδοθηρικών διακομματικών ομάδων και δεν τα μετατρέπουμε σε μη-κερδοσκοπικά δημόσιου συμφέροντος ιδρύματα σε μια ανταγωνιστική και διαφανή, αποκλειστικά δημόσια αγορά; Μετά από όλα αυτά, καταλάβατε γιατί στις διεθνείς λίστες αξιολόγησης τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι χαμένα σε βαθύ πηγάδι;»

Περί εκπαιδευτικών δαπανών και φροντιστηρίων »

Οι εκθέσεις του ΟΟΣΑ που εμφανίζουν τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις παγκοσμίως όσον αφορά τις κρατικές δαπάνες για την παιδεία θα ήταν ακόμη δυσμενέστερες για την Ελλάδα εάν μπορούσαν να καταγραφούν με σχετική ασφάλεια τα ποσά που ξοδεύουν οι ελληνικές οικογένειες για τα ιδιαίτερα μαθήματα των παιδιών τους.Αποτελεί κοινό μυστικό ότι όλο και περισσότεροι μαθητές καταφεύγουν στα ιδιαίτερα, τόσο για την προετοιμασία τους για τις πανελλήνιες εξετάσεις όσο και για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδας (ΟΕΦΕ), έρευνα που έγινε τον Οκτώβριο του 2005 σε τρία ενιαία λύκεια κωμόπολης 15 000 κατοίκων, επαρχιακής πόλης 40 000 κατοίκων και μεγάλης πόλης άνω των 100 000 κατοίκων έδειξε ότι: Το 54,7% των υποψηφίων για τις ανώτατες σχολές παρακολουθεί αποκλειστικά και μόνο οργανωμένο φροντιστήριο, το 30,3% μόνον ιδιαίτερα μαθήματα, ενώ το 9,6% τα συνδυάζει. Το 13,3% όσων δέχονται κατ’ οίκον ιδιαίτερα μαθήματα επιλέγει ως φροντιστή τον ίδιον καθηγητή που διδάσκει το μάθημα στο σχολείο του, το 7,7% διορισμένο καθηγητή άλλου σχολείου, το 8,2% αδιόριστο καθηγητή που εργάζεται σε φροντιστήριο και το 4,8% αδιόριστο καθηγητή που παραδίδει μόνον ιδιαίτερα. Από αυτούς, το 52,9% επιλέγει καθηγητή προκειμένου να τύχει ευνοϊκότερης βαθμολογικής μεταχείρισης και το 44,1% για τη φήμη και τις επιτυχίες που έχει να επιδείξει τα προηγούμενα χρόνια. Το 17,6% πληρώνει κάθε ώρα ιδιαίτερου μαθήματος με διορισμένο καθηγητή περισσότερο από 30 ευρώ, το 88,2% μεταξύ 20 ευρώ και 30 ευρώ, ενώ το 14,7% μεταξύ 10 ευρώ και 20 ευρώ. Ο τιμοκατάλογος των αδιόριστων καθηγητών είναι φτηνότερος, αφού το 60% των ωρών διδασκαλίας κοστολογείται από 10 ευρώ έως 20 ευρώ, το 72% μεταξύ 20 ευρώ και 30 ευρώ και μόλις το 4% με ποσά μεγαλύτερα των 30 ευρώ.

Πηγή: http://www.enet.gr/online/online_text/c=112,id=20022080

Αφήσαμε ΑΕΙ και ΤΕΙ για το Κολέγιο! »

Παρά την πολεμική που αναπτύσσεται από τους φοιτητές και τους πανεπιστημιακούς εναντίον των κολεγίων και παρά τη σύγχυση που επικρατεί ως προς το εάν και πότε θα αναγνωριστούν τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων τους, τα τελευταία χρόνια υπάρχουν πολλοί νέοι που εγκαταλείπουν τα δημόσια ιδρύματα και προτιμούν να πληρώνουν δίδακτρα στα κολέγια για να σπουδάσουν αυτό που πραγματικά θέλουν. Επίσης δεν είναι λίγοι και οι αλλοδαποί που επιλέγουν ελληνικά κολέγια για τις σπουδές τους, εφόσον στις χώρες τους τα πτυχία αυτά αναγνωρίζονται ως κανονικά πανεπιστημιακά πτυχία βρετανικών ΑΕΙ! Σ΄υμφωνα με το δημοσίευμα της εφ. ΤΑ ΝΕΑ, προτιμούνται επειδή προσφέρουν «Καλύτερη ποιότητα, οι καθηγητές είναι φιλικοί και τους βρίσκεις όποτε τους χρειαστείς, το πρόγραμμα εντατικό και ανάλογο του ξένου πανεπιστημίου, χωρίς απεργίες και καταλήψεις?» και από οικονομική άποψη, η φοίτηση στο κολέγιο στοιχίσει περίπου όσο θα στοίχιζε και η φοίτηση σε πανεπιστήμιο μακριά από τον τόπο κατοικίας.Μμμ, λες;

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση