Σύμφωνα με Αμερικανούς ειδικούς, η εισαγωγή ψηφιακών βιβλίων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα απέφερε μείωση του κόστους ανά μαθητή κατά 250 δολάρια (περίπου 190 ευρώ) ή περισσότερα από 12,2 δισ. δολάρια τον χρόνο. Έτσι, στις ΗΠΑ, η μετάβαση από την έντυπη στην ψηφιακή εποχή σχεδιάζεται να ολοκληρωθεί μέσα στην επόμενη πενταετία και έως το 2017, και 50 εκατ. μαθητές δεν θα πηγαίνουν στο σχολείο με μια τσάντα γεμάτη βιβλία, αλλά με ηλεκτρονικές συσκευές ανάγνωσης στις οποίες θα χωρά όλη η διδακτική ύλη (…).Τώρα αν θα ενισχυθεί η ποιότητα της ψηφιακής εκπαίδευσης, είναι άλλο ζήτημα. Σύμφωνα με έρευνα η τεχνολογία (ΤΠΕ) μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στη διδασκαλία, καθώς με τη χρήση της ο χρόνος επίτευξης ενός μαθησιακού στόχου μειώνεται έως και κατά 80%. Άλλη έρευνα έχει δείξει ότι το 90% των εκπαιδευτικών συμφωνεί πως οι «ταμπλέτες» και οι διαδραστικοί πίνακες αποτελούν πολύ χρήσιμα εργαλεία στη δουλειά τους, ενώ εμπλουτίζουν τη μαθησιακή εμπειρία στην αίθουσα. Τέλος, επισημαίνεται ότι οι μαθητές που έχουν υπολογιστή και πρόσβαση στο Διαδίκτυο έχουν περισσότερες πιθανότητες να τελειώσουν το σχολείο από ότι οι μαθητές που στερούνται αυτά τα εργαλεία. Πρωταθλητής στη μετάβαση από την έντυπη στην ψηφιακή εποχή αναδεικνύεται η Νότια Κορέα, όπου οι μαθητές και οι μαθήτριες αριστεύουν, τα τελευταία χρόνια, στα τεστ αξιολόγησης PISA του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).Τα παιδιά, από την πλευρά τους, εμφανίζονται απολύτως έτοιμα για μια τέτοια αλλαγή.Κάποια σχετικά σχόλια (μου) εδώ.
Category: Μάθηση
Τα ψηφιακά σχολικά βιβλία μειώνουν το κόστος ανά μαθητή »
by N. on Απρ 24, 2012 in H/Y, Βιβλία, Εκπαίδευση, Μάθηση, Σχολικά βιβλία, Ψηφιακό σχολείο | 0 Comments
Ρυπογόνες σχολικές αίθουσες και μείωση «μαθησιακής ικανότητας»! »
by N. on Δεκ 7, 2010 in Αγωγή Υγείας, Εκπαίδευση, Μάθηση, Περιβάλλον | 0 Comments
Η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στα σχολεία δημιουργεί προβλήματα «μαθησιακής ικανότητας στους μαθητές»! Σύμφωνα με μετρήσεις του Πανεπιστημίου Αθηνών οι σχολικές αίθουσες, τα χειρουργεία και τα κέντρα διασκέδασης συγκαταλέγονται στους πιο ρυπογόνους εσωτερικούς χώρους της χώρας.Ειδικότερα για τις σχολικές αίθουσες στο 75% των σχολείων που εξετάσθηκαν παρουσιάζεται συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα κατά πολύ μεγαλύτερη από το όριο των 600-700 ppm (μερικές φορές φτάνει και στα 2500-3000 ppm). Αυτό έχει ως συνέπεια την έλλειψη συγκέντρωσης των μαθητών κατά την διάρκεια της διδασκαλίας και τη μείωση της μαθησιακής τους ικανότητας. Επιπρόσθετα η συγκέντρωση οργανικών πτητικών ενώσεων στα σχολικά κτίρια ξεπερνά τα όρια στα περισσότερα σχολικά κτίρια. Τα επίπεδα του αερισμού στο 70% των σχολικών κτιρίων είναι μικρότερα από τα οριζόμενα από τα πρότυπα. Η χρήση των μαρκαδόρων μέσα στις σχολικές άιθουσες δημιουργεί σοβαρή αύξηση στις συγκεντρώσεις πτητικών ενώσεων, ενώ θεωρείται αναγκαία η χρήση φωτοκαταλυτικών βαφών για τους εσωτερικούς χώρους των σχολείων.Περισσότερα εδώ.
Ο κακός δάσκαλος «χαντακώνει» τους καλούς μαθητές; »
by N. on Απρ 24, 2010 in Βιολογία, Διδασκαλία, Εκπαίδευση, Μάθηση, Νευροεπιστήμη | 0 Comments
Μια ασυνήθιστη γενετική μελέτη ενισχύει την άποψη ότι ένας καλός δάσκαλος μπορεί να κάνει τη διαφορά μέσα στην τάξη, ενώ αντιθέτως ένας κακός δάσκαλος μπορεί να καταστρέψει ακόμη και τους πιο προικισμένους μαθητές. Η μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Science» ανήκει σε ειδικούς του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Φλόριδας και έδειξε ότι ένας χαρισματικός δάσκαλος μπορεί να βοηθήσει παιδιά δημοτικού με «προικισμένο» γενετικό υλικό να διαβάζουν καλύτερα. Την ίδια στιγμή ένας κακός δάσκαλος μπορεί να συμπαρασύρει στον «πάτο» τα παιδιά μιας τάξης, ακόμη και εκείνα που αν είχαν τη σωστή καθοδήγηση θα… έλαμπαν. Προκειμένου να ανακαλύψουν την επίδραση των γονιδίων αλλά και του περιβάλλοντος στην απόδοση ενός μαθητή, οι επιστήμονες στράφηκαν σε ζεύγη διδύμων. Εξέτασαν για την ακρίβεια 280 ζεύγη ομοζυγωτικών διδύμων που μοιράζονται το ίδιο ακριβώς γενετικό υλικό, αλλά και 526 ζεύγη ετεροζυγωτικών διδύμων που έχουν περίπου κατά το ήμισυ το ίδιο γενετικό υλικό (ή όσο μοιράζονται δύο απλά αδέλφια). Σύμφωνα με τη θεωρία των ερευνητών, αν ένα ταυτόσημο δίδυμο έχει καλύτερη επίδοση στο σχολείο σε σχέση με το δεύτερο, λογικά η διαφορά αυτή πιθανότατα να οφείλεται στον δάσκαλο. Ολα τα παιδιά φοιτούσαν σε διαφορετικά δημοτικά σχολεία της Φλόριδας. Οπως προέκυψε, όταν ο δάσκαλος ήταν καλός, τα γονίδια του κάθε παιδιού ήταν εκείνα που έκαναν τη διαφορά. Αν και τα δύο ταυτόσημα δίδυμα είχαν έναν καλό δάσκαλο, παρουσίαζαν αμφότερα καλές επιδόσεις. Αν όμως ένα από αυτά είχε καλό δάσκαλο ενώ το δεύτερο είχε κακό δάσκαλο, τότε και οι επιδόσεις τους ήταν ανάλογες των δυνατοτήτων των δασκάλων τους. «Ο καλός δάσκαλος παρέχει στα παιδιά ένα περιβάλλον που τους επιτρέπει να αγγίξουν το ανώτατο όριο των δυνατοτήτων τους» ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης Τζάνετ Τέιλορ. Σύμφωνα με την ερευνήτρια, παρ΄ ότι ένας χαρισματικός δάσκαλος δεν εγγυάται την επιτυχία, οι αρμόδιοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως οφείλουν να προσλαμβάνουν σωστό διδακτικό προσωπικό, το οποίο είναι άκρως σημαντικό ακόμη και για τα χαρισματικά παιδιά. Nα σχολιάσω: Λέτε να η ερευνήτρια να είχε γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα της έρευνά της στην Ελληνίδα Υπουργό Παιδείας, πριν τη δημοσίευσή τους;
Πηγή: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=33&artId=327730&dt=24/04/2010#ixzz0m0HLCIxp
Προς κατάργηση των Πανελλαδικών και δοκιμασίες τρεις φορές τον χρόνο »
by N. on Οκτ 26, 2009 in Διδασκαλία, Εκπαίδευση, ΕκπΑξιολόγηση, Μάθηση, Πολιτικοί | 0 Comments
Εθνικό απολυτήριο, κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και νέο τύπο εξετάσεων, τρεις φορές τον χρόνο, εισηγείται ο επικεφαλής του εθνικού διαλόγου για την Παιδεία καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφ. Το Βήμα, η πρόταση περιλαμβάνει επτά σημεία «κλειδιά». Συγκεκριμένα:
1. Διενέργεια εισαγωγικών εξετάσεων μετά τη λήψη του απολυτηρίου της Γ΄ τάξης του Λυκείου, το οποίο πρέπει να αναβαθμιστεί και να θεσπιστεί ο θεσμός του εθνικού απολυτηρίου. Συνεπώς, κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων στην Γ΄ τάξη του Λυκείου.
2. Οι εισαγωγικές εξετάσεις για τα ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης θα πρέπει να διενεργούνται από ειδικό μόνιμο εξεταστικό φορέα, από το εθνικό κέντρο αξιολόγησης, το οποίο θα αποτελεί ανεξάρτητο φορέα που δεν θα συνδέεται με το υπουργείο Παιδείας. Θα είναι όμως στελεχωμένο με εκπαιδευτικούς ειδικευμένους στην αξιολόγηση, σε συνεργασία με πανεπιστημιακούς που θα προέρχονται από αντίστοιχες ειδικότητες. Το κέντρο αξιολόγησης θα λειτουργεί με τράπεζα θεμάτων, τα οποία συνεχώς θα ανανεώνονται.
3. Οι υποψήφιοι θα έχουν δικαίωμα να προσέρχονται στις εξετάσεις που θα διενεργεί το εθνικό κέντρο αξιολόγησης τρεις φορές τον χρόνο (Σεπτέμβριο- Ιανουάριο- Ιούνιο). Επιτρέπεται η βελτίωση της βαθμολογίας τους, ενώ κάθε επαναληπτική εξέταση θα υπόκειται και σε αφαίρεση μορίων.
4. Για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια θα λαμβάνεται υπόψη σε σημαντικό ποσοστό η συνολική επίδοση των μαθητών και στις τρεις τάξεις του λυκείου. Η επίδοση θα καθορίζεται από περιφερειακά τεστ που θα διενεργούνται από το εθνικό κέντρο αξιολόγησης στην Α΄ και στη Β΄ τάξη του Λυκείου, σε συνδυασμό με την προφορική αξιολόγηση και τον φάκελο του μαθητή. Εφόσον η αξιολόγηση της επίδοσης διαφέρει από την αξιολόγηση στις εισαγωγικές εξετάσεις, η διαφορά θα ρυθμίζεται με ειδικό αλγόριθμο.
5. Οι εισαγωγικές εξετάσεις θα περιλαμβάνουν τέσσερα αντικείμενα, κατά επιστημονική ειδικότητα, με δυνατότητα επιλογής και συνδυασμό περισσοτέρων αντικειμένων για την εισαγωγή σε παρεμφερείς σχολές.
6. Η ύλη των εξετάσεων θα προέρχεται από τα τρία έτη της ύλης που διδάσκεται στο λύκειο.
7. Στον προσδιορισμό της ύλης, καθώς και στα στελέχη του εθνικού κέντρου αξιολόγησης, θα συμμετέχουν τα αντίστοιχα τμήματα των ΑΕΙ. Τα τμήματα των ΑΕΙ θα καθορίζουν επίσης το ύψος της βαθμολογίας για την εισαγωγή φοιτητών στο οικείο πανεπιστήμιο.
Σε αναμονή λοιπόν μιας ακόμα …εκπαιδευτικής μετα-απο-ρύθμισης.
Μήπως μαθαίνουμε από τις επιτυχίες και όχι από τα λάθη μας; »
by N. on Αυγ 22, 2009 in Βιολογία, Εκπαίδευση, Μάθηση, Νευροεπιστήμη | 0 Comments
Μήπως τελικά δε μαθαίνουμε από τα λάθη μας αλλά από τις επιτυχίες μας; Αυτό φαίνεται να υποστηρίζει έρευνα των Eαrl Miller, Mark Histed και Anitha Pasupathy, νευροεπιστημόνων στο Picower Institute for Learning and Memory του ΜΙΤ, που μελέτησαν τη συμπεριφορά πιθήκων. Για πρώτη φορά κατέγραψαν σε πραγματικό χρόνο τις μεταβολές που σημειώνονται στα εγκεφαλικά κύτταρα των πιθήκων-πειραματόζωων, ανάλογα με τις πληροφορίες που λαμβάνουν σχετικά με την επιτυχημένη ή αποτυχημένη έκβαση μιας ενέργειας. Έτσι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη που πρεσβεύει ότι οι εσφαλμένες ενέργειες ενισχύουν την εκμάθηση των ορθών, ο εγκέφαλος τείνει να απορρίπτει τις πληροφορίες που σχετίζονται με αποτυχημένες ενέργειες, ενώ «αποθηκεύει», δηλαδή απομνημονεύει, μόνον εκείνες που αφορούν επιτυχημένες συμπεριφορές.Η δοκιμασία στην οποία υπέβαλαν τα πειραματόζωα ήταν απλή: οι πίθηκοι έβλεπαν δύο εικόνες να εμφανίζονται εναλλάξ στην οθόνη ενός υπολογιστή. Κάθε φορά που εμφανιζόταν η μία από τις δύο εικόνες (ένας άνδρας που κάπνιζε πίπα), ο πίθηκος «ανταμειβόταν» εάν έστρεφε το βλέμμα του προς τα αριστερά, ενώ όποτε εμφανιζόταν η δεύτερη εικόνα (ένας φωτεινός σηματοδότης), έπρεπε να στρέψει το βλέμμα του προς τα δεξιά για να ανταμειφθεί. Ο μόνος τρόπος για να μάθει το ζώο ποιος ήταν ο σωστός συσχετισμός εικόνας-στροφής των ματιών ήταν να προβεί σε μια σειρά από δοκιμές και σφάλματα. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας ο Earl Miller και οι συνάδελφοί του κατέγραφαν τα επίπεδα ενεργοποίησης των νευρώνων σε δύο συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου: τον προμετωπιαίο φλοιό, που φροντίζει ώστε να μην υπάρχει δυσαρμονία ανάμεσα στις σκέψεις και στις πράξεις, και τα βασικά γάγγλια, που είναι υπεύθυνα για την κίνηση.Όποτε λοιπόν οι πίθηκοι γύριζαν τα μάτια τους προς τη λάθος κατεύθυνση, δεν λάμβαναν καμία ανταμοιβή. Συνεπώς, οι νευρώνες τους παρέμεναν «ενεργοί» για λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο και στις επόμενες προσπάθειες δεν εμφάνιζαν καμία πρόοδο. Όταν, αντίθετα, απαντούσαν σωστά και λάμβαναν το «δωράκι» τους, τότε η ενεργοποίηση των συγκεκριμένων νευρωνικών κυκλωμάτων διαρκούσε περισσότερο, περίπου πέντε δευτερόλεπτα. Σαφέστατη ένδειξη ότι η «επιτυχία» ενισχύει τα νευρωνικά κυκλώματα του εγκεφάλου ενώ η «αποτυχία» τείνει να τα αποδυναμώνει. Η πιθανή επιβεβαίωση αυτών των πειραμάτων και σε ανθρώπους ίσως αποδειχθεί πολύτιμη για την αναθεώρηση των παιδαγωγικών μας αντιλήψεων και των εκπαιδευτικών μας στρατηγικών. Περισσότερα εδώ.
Τα μωρά είναι εξυπνότερα από τους ενηλίκους; »
by N. on Αυγ 19, 2009 in Εκπαίδευση, Μάθηση, Ψυχολογία | 0 Comments
Νέες μελέτες αποδεικνύουν ότι τα μωρά και τα πολύ μικρά παιδιά γνωρίζουν, παρατηρούν, εξερευνούν, φαντάζονται και μαθαίνουν περισσότερα απ΄ όσα θα πιστεύαμε ποτέ. Από μερικές πλευρές, είναι εξυπνότερα από τους ενηλίκους! Τρία πρόσφατα πειράματα έδειξαν ότι ακόμη και τα μικρότερα παιδιά έχουν εξελιγμένες και ισχυρές ικανότητες εκμάθησης. Πέρυσι, οι Φέι Σου και Βάστι Γκαρσία του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας, Καναδάς, απέδειξαν ότι τα μωρά μπορούν να κατανοούν τις πιθανότητες. Το 2007, οι Λόρα Σουλτς και Ελίζαμπετ Μπάραφ Μπόναβιτς στο ΜΙΤ, ΗΠΑ, έδειξαν πως όταν τα μικρά παιδιά παίζουν, συσχετίζουν αίτια και αποτελέσματα. Επίσης το 2007, στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, ΗΠΑ, η Ταμάρ Κουσνίρ και η Άλισον Γκόπνικ ανακάλυψαν ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να χρησιμοποιούν τις πιθανότητες για να μαθαίνουν πώς λειτουργούν τα διάφορα πράγματα και αυτό τους επιτρέπει να φαντάζονται νέες δυνατότητες. Όμως η ευφυΐα των μωρών, δείχνουν οι έρευνες, είναι πολύ διαφορετική απ΄ αυτή των ενηλίκων και από το είδος της ευφυΐας που συνήθως καλλιεργούμε στο σχολείο. Η σχολική εργασία θέλει τα παιδιά να επικεντρώνουν και να σχεδιάζουν. Θέτουμε στόχους για τα παιδιά, με έμφαση στις δεξιότητες που θα πρέπει να αποκτήσουν ή τις πληροφορίες που θα πρέπει να ξέρουν. Τα παιδιά κάνουν τεστ για να αποδείξουν ότι έχουν απορροφήσει ένα συγκεκριμένο σύνολο δεξιοτήτων και γεγονότων, χωρίς περισπασμούς από άλλες δυνατότητες. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να λειτουργεί για παιδιά άνω των 5 ετών. Όταν λέμε ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν προσέχουν, στην πραγματικότητα εννοούμε ότι δεν μπορούν να μην προσέχουν: δυσκολεύονται να επικεντρώσουν σ΄ ένα μόνο συμβάν και να αποκλείσουν όλα τα υπόλοιπα. Αυτό μας έκανε στο παρελθόν να υποτιμήσουμε τα μωρά. Όμως η νέα έρευνα μας λέει ότι τα μωρά μπορούν να είναι ορθολογικά χωρίς να είναι προσανατολισμένα σ΄ έναν στόχο. Σύμφωνα με την καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Μπέρκλεϊ Άλισον Γκόπνικ: «Η σπουδαία ιδέα της Γνωστικής Επιστήμης είναι πως ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένας υπολογιστής- αν και βαθιά διαφορετικός και απέραντα ισχυρότερος απ΄ αυτούς που έχουμε τώρα. Ως εκ τούτου ο εγκέφαλος των μωρών είναι εξίσου ικανός για υπολογισμούς με τους ενήλικους εγκεφάλους, έστω κι αν τα μωρά μπορεί να μην μπορούν να πούνε συνειδητά τι κάνει ο εγκέφαλός τους».Και «αν ρωτήσεις ένα 3χρονο παιδί μια ευθεία ερώτηση όπως “πώς λειτουργεί αυτή η μηχανή;”, το πιθανότερο είναι να πάρεις για απάντηση ένα γλυκό βλέμμα ή ασυναρτησίες. Αν όμως το ρωτήσεις “παίρνει μπρος με τον κύβο ή με το κίτρινο κουμπί;”, θα σου δώσει τη σωστή απάντηση. Πρέπει να ρωτάς τα μωρά και τα παιδιά στη γλώσσα τους, όχι στη δική μας. Μας πήρε 30 χρόνια για να φανταστούμε πώς να το κάνουμε και ακόμη μαθαίνουμε».Τέλος, « στα μικρά παιδιά, η αναζήτηση εξηγήσεων είναι τόσο βαθιά ριζωμένη όσο η αναζήτηση τροφής ή νερού. Αυτό που κάνουμε ως επιστήμονες και φιλόσοφοι είναι να επεκτείνουμε αυτή την παρόρμηση της παιδικής ηλικίας- τα ερωτήματα αλλάζουν συνεχώς, όμως η παρόρμηση να τα θέτουμε, είναι που μας κάνει ανθρώπους». «Δεν μπορούμε να προβλέψουμε πώς η συμπεριφορά μας ως γονιών θα επηρεάσει μακροπρόθεσμα τα παιδιά μας. Πολλοί μπορεί να επιτύχουν σπουδαία πράγματα ως ενήλικες παρά το γεγονός ότι- ή ακριβώς επειδή- ήταν δυστυχείς ως παιδιά. Όμως έχουμε τεράστια εξουσία πάνω στη ζωή των παιδιών μας όταν είναι παιδιά. Μπορούμε να καθορίσουμε αν θα ευτυχήσουν ως παιδιά και αν θα θυμούνται αυτή την ευτυχισμένη παιδική ηλικία ως ενήλικοι. Αυτό δεν είναι το σημαντικότερο;».
Πηγή: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&artid=4531805&ct=2
Κορίτσια vs Αγόρια 117-3! »
by N. on Ιούλ 31, 2009 in Εκπαίδευση, Μάθηση, Νευροεπιστήμη | 0 Comments
Η βρετανική κυβέρνηση έδωσε για πρώτη φορά φέτος στη δημοσιότητα την ανάλυση κατά φύλο των αποτελεσμάτων σειράς τεστ δεξιοτήτων στα παιδιά ηλικίας 4 έως 5 ετών, πριν ακόμα ξεκινήσουν το σχολείο. Απ΄ αυτή προκύπτει ότι τα αγόρια τα καταφέρνουν καλύτερα από τα κορίτσια μόνο σε τρία από τα 117 σημεία στα οποία βαθμολογούνται. Επικράτησαν στο δυσκολότερο από τα τεστ αριθμητικής (αυτό που περιλάμβανε απομνημόνευση, αν και τα κορίτσια ήρθαν πρώτα στα 8 άλλα τεστ της κατηγορίας «υπολογισμοί») και έδειξαν ότι τα καταφέρνουν καλύτερα με τη νέα τεχνολογία και τις κατασκευές. Όμως σε όλους τους άλλους τομείς, τα κορίτσια προηγούνται κατά πολύ ή τουλάχιστον ισοβαθμούν με τα αγόρια. Ενδεικτικά, ένα στα τέσσερα αγόρια δεν μπορεί να γράψει ούτε το όνομά του, ενώ εννιά στα δέκα κορίτσια ίδιας ηλικίας το καταφέρνουν. Τρία στα τέσσερα κορίτσια μπορούν να γράψουν μια απλή λίστα με ψώνια, ή ένα γράμμα στον Άγιο Βασίλη, αλλα μόλις ένα στα δύο αγόρια ίδιας ηλικίας μπορεί. Ένα στα τέσσερα αγόρια δυσκολεύεται να κρατήσει σωστά το στυλό, ενώ μόλις δύο στα δέκα κορίτσια ίδιας ηλικίας έχουν το ίδιο πρόβλημα. Πολύ μεγάλο χάσμα μεταξύ των φύλων φάνηκε επίσης στη χρήση της φαντασίας- στην τέχνη και το παιγνίδι-, όπου 71% των κοριτσιών είπαν ότι την χρησιμοποιούν, σε σύγκριση με το 52% των αγοριών. Κατά τους ερευνητές έχουμε πολλά ακόμη να μάθουμε για τις νευρολογικές διαφορές ανάμεσα στους εγκεφάλους των αγοριών και των κοριτσιών. Περισσότερα εδώ.
Η ικανότητα μάθησης του εγκεφάλου βελτιώνεται με τη χρήση μαγνητικών παλμών; »
by N. on Ιούλ 17, 2009 in Βιολογία, Επιστήμη, Μάθηση, Νευροεπιστήμη | 0 Comments
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ του Καναδά, με επικεφαλής τη δρα Λάρα Μπόιντ, ανακάλυψαν ότι η ικανότητα του εγκεφάλου να μαθαίνει ένα νέο καθήκον και να το θυμάται βελτιώνεται σημαντικά, όταν εφαρμόζονται μαγνητικοί παλμοί στον προκινητικό φλοιό- εγκεφαλική περιοχή που βρίσκεται ακριβώς πίσω από το μέτωπο. Οι Kαναδοί επιστήμονες πιστεύουν ότι η τεχνική τους θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε άτομα με μαθησιακές δυσκολίες. Η μέθοδος δοκιμάστηκε σε 30 εθελοντές από τους οποίους ζητήθηκε να στοχεύουν μια κόκκινη κουκκίδα στην οθόνη υπολογιστή με χρήση τζόιστικ. Κατά τη διάρκεια του πειράματος ο στόχος κινούνταν αρχικώς τυχαία, στη συνέχεια ακολουθούσε ένα προγραμματισμένο μοτίβο και τελικώς έκανε και πάλι τυχαίες κινήσεις. Οι συμμετέχοντες δεν γνώριζαν ότι υπήρχε προγραμματισμένη κίνηση και πίστευαν ότι ο στόχος κινούνταν μόνο τυχαία. Σε ορισμένους από τους εθελοντές έγινε διέγερση του εγκεφάλου με μαγνήτες, ενώ σε άλλους όχι. Όπως προέκυψε, τα άτομα που υπεβλήθησαν σε εγκεφαλική διέγερση είχαν πολύ καλύτερες επιδόσεις από τα υπόλοιπα στο να στοχεύουν την κουκκίδα κατά τη διάρκεια της προγραμματισμένης κίνησής της. Δεν συνέβη το ίδιο όταν η κουκκίδα κινούνταν τυχαία. Τα νέα ευρήματα μαρτυρούν ότι η μαγνητική διέγερση του εγκεφάλου μπορεί να βελτιώσει την ικανότητα μάθησης οδηγώντας μελλοντικά στην ανάπτυξη ενός «κράνους σκέψης».
Πηγή: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=33&artId=277458&dt=08/07/2009