RSS Feed for This PostCurrent Article

Πρόταση αλλαγής στόχου στην Παιδεία:η γνώση δεν είναι ζήτημα ποσότητας

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των 30 πλουσιότερων χωρών του πλανήτη (δες εδώ), δαπανά το 3,5% του ΑΕΠ για την παιδεία (μ.ο. ΕΕ 5%), αλλά μάλλον ανήκει σε αυτά τα κράτη που συνολικά παρέχουν κακή εκπαίδευση στους πολίτες τους. Για την κακοδαιμονία του εκπαιδευτικού μας συστήματος κυβέρνηση (!) και αντιπολίτευση ρίχνουν το ανάθεμα στην υποχρηματοδότηση, μότο που ο Χρ. Γιανναράς, ομ. καθηγητής φιλοσοφίας, αντικρούει λέγοντας ότι «Είναι ωμός, χυδαίος εμπαιγμός της νοημοσύνης των πολιτών ο ισχυρισμός ότι η Παιδεία πάσχει επειδή δεν έχει επαρκή χρηματοδότηση.».Ξεδιπλώνοντας την επιχειρηματολογία του υποστηρίζει μεταξύ των άλλων: «Κεντρικό πρόβλημα της Παιδείας στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι η έλλειψη κονδυλίων ούτε η ανάγκη να χαρίσουμε υπολογιστές στα παιδιά. Είναι η κατά προτεραιότητα στόχευση του εκπαιδευτικού συστήματος στην «ενημερωτική επάρκεια» της διδακτέας ύλης: Δηλαδή, η μεθοδική προσπάθεια να προσφέρεται στα παιδιά, και των τριών σχολικών βαθμίδων, το μέγιστο δυνατό της εκσυγχρονισμένης πληροφόρησης για κάθε γνωστικό τομέα (…).Αλλά η υπέρμετρη ποσότητα δεν αφήνει περιθώρια για αναλυτική επεξεργασία της διδακτέας ύλης και οργανική αφομοίωσή της από τον μαθητή. Έτσι ο μαθητής προσλαμβάνει την προσφερόμενη γνώση μόνο ή κυρίως ως πληροφορία αυτονομημένη από την κατανόησή της. Και επειδή ο όγκος των πληροφοριών συνεχώς αυξάνεται και το σχολικό σύστημα οφείλει να ελέγχει την προσληπτική ικανότητα του μαθητή, ο μαθητής καταφεύγει στη λύση της συμβατικής κατ’ επίφασιν πρόσληψης που είναι η απομνημόνευση ή «παπαγαλία». Το σύστημα υποχρεωτικά συναινεί και τελικά θεσμοποιεί αυτή τη λύση (…). Η ανάγκη μιας κάποιας αντιμετώπισης του προβλήματος γέννησε την παραπαιδεία των «φροντιστηρίων» ή τα μαύρου χρήματος «ιδιαίτερα μαθήματα» – καρκίνωμα, αλλά και αυτονόητη κατεστημένη προϋπόθεση λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Το φροντιστήριο ή το ιδιαίτερο κωδικοποιεί τον όγκο των πληροφοριών σε ευκολοαπομνημόνευτες σχηματοποιήσεις. Δεν φιλοδοξεί να εμπεδώσει στον μαθητή την πληροφορία, αλλά να τον μάθει απομνημονευτικές τεχνικές και σχηματικές ταξιθετήσεις για βραχυπρόθεσμη εφ’ άπαξ χρήση της πληροφορίας (…). Η παραπαιδεία των φροντιστηρίων και των ιδιαιτέρων παρέχει μαθησιακό εξοπλισμό μιας χρήσεως. Είναι ειλικρινής στον χυδαία χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της και η ειλικρίνειά της την έχει επιβάλει στις συνειδήσεις των μαθητών με συντριπτική υπεροχή έναντι των υποκριτικών προσχημάτων του σχολείου (…). Το ίδιο ισχύει και για το πανεπιστήμιο: Άπαξ και κατόρθωσε κάποιος να εισαχθεί, είναι απολύτως βέβαιο ότι κάποτε (έστω και σε είκοσι χρόνια) θα πάρει πτυχίο. Και εδώ η διδακτική μέθοδος είναι (περισσότερο ή λιγότερο) ίδια: η από έδρας παροχή πληροφοριών και η από συγγράμματος (ενός και μοναδικού) χρηστική απομνημόνευσή τους. Φροντιστηριακή μεθόδευση της απομνημόνευσης συνήθως δεν χρειάζεται, διότι η αντιγραφή στις εξετάσεις είναι καθεστώς (…). Η Παιδεία στην Ελλάδα δεν ανακάμπτει με πλουσιότερη χρηματοδότηση και φανταιζίστικες υλικές παροχές – η σπατάλη σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια είναι προκλητική, εξωφρενική. Η Παιδεία θα ανακάμψει μόνο με ριζική και συνεπή αλλαγή στόχου, από το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο: Όχι πια προτεραιότητα στην ποσοτική πληροφόρηση – η πληροφορία σήμερα είναι αμέσως και ευκολότατα προσβάσιμη. Προτεραιότητα απόλυτη στην ανάπτυξη της ικανότητας να κρίνει το παιδί, ο νέος, την εγκυρότητα της πληροφορίας, να συντάσσει λογικά τις πληροφορίες, να γυμνάζει τη δημιουργική του φαντασία στη χρήση των πληροφοριών(…). Για να καταλήξει: «Αυτό πρακτικά σημαίνει: Παραιτούμαστε σε σημαντικό ποσοστό από τον πληροφοριακό χαρακτήρα της εκπαίδευσης, πετάμε τη μισή από τη διδακτέα σήμερα ύλη στα άχρηστα. Κρατάμε την απομνημόνευση ως ιδιαζόντως πολύτιμη άσκηση μνήμης, προκειμένου να εμπεδώσουμε στο παιδί «συντακτικές σταθερές» (αριθμητική προπαίδεια, δομές γραμματικές και συντακτικού). Δίνουμε απόλυτη προτεραιότητα στη διδασκαλία της γλώσσας ως λογικής και των μαθηματικών ως γλώσσας. Όχι χρηστικό «εργαλείο συνεννόησης» η γλώσσα, αλλά καμβάς της σκέψης, εφαλτήριο της λογικής ανάπτυξης. Όχι χρησιμοθηρία συναλλαγών τα μαθηματικά, αλλά γλώσσα για να σημάνουμε τη λογική των δομών συγκρότησης του πραγματικού και υπαρκτού, σημειολογία του λεκτικά άρρητου (…)».Διαβάστε ολόκληρο το δημοσίευμα εδώ. Συμπληρωματικά δείτε κι αυτό, προσφέρει επιχειρήματα στην άποψη ότι η γνώση δεν είναι ζήτημα ποσότητας ούτε, κατ΄ανάγκη, παχυλών κονδυλίων.

Trackback URL



You must be logged in to post a comment.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση