Συμπληρώματα

Νίκος Εγγονόπουλος – Μοναξιά

Δημιούργησα έναν φάκελο (εδώ) που περιλαμβάνει διάφορες αξιόλογες προσεγγίσεις σε “σχολικά” ποιήματα και πεζά που δεν έχουν μπει σε κάποια ανάρτηση. Ξεκινώ με τις αναγνώσεις της Δήμητρας Μήττα στα ποιήματα “Μόνο γιατί μ’αγάπησες” της Μαρίας Πολυδούρη και τη “Μελαγχολία Ιάσονος Κλεάνδρου…” του Καβάφη που φέτος είχε την τιμητική του στις πανελλαδικές εξετάσεις. Να σημειώσω και μερικές προσθήκες:  πάλι της Δ.Μήττα στην ανάρτηση για Αναγνωστάκη – Εγγονόπουλο, (όλα τα προηγούμενα προέρχονται από το τεύχος 115 του Φιλόλογου , όπως και η ανάγνωση του “Δαρείου” από την ίδια καλή συνάδελφο). Του Μίμη Σουλιώτη πάλι για τον “Δαρείο” με τίτλο “Το δίλημμα του Φερνάζη” (περ. Χάρτης, τεύχος 2) Και της Λιλής Ιωαννίδου «Sotto il velo della poesia – Μια διερεύνηση της ποιητικής του Κρητικού» (περ. Πόρφυρας 95-96, 2000) που την τοποθέτησα στην ανάρτηση για τον Κρητικό.

Σιωπές αγαπημένες της σελήνης (“Ο Τελευταίος Σταθμός”)

Δε συμπαθούσε ο ποιητής τις νύχτες με φεγγάρι. Και δεν είναι μόνο η αντιπάθειά του στο γλυκανάλατο ρομαντισμό που οικειοποιήθηκε ανεπανόρθωτα τις φεγγαρόλουστες νύχτες αλλά περισσότερο, νομίζω, η αίσθηση του απατηλού και του φευγαλέου που αφήνει το φεγγάρι. Αυτό που γνώριζαν ήδη οι αρχαίοι: Σελήνη – Σελάνα – Ελένη αλλά και η Κίρκη και η Εκάτη ως σεληνιακές θεότητες. Το ίδιο και στην αφήγηση του Αινεία: Et iam Argiva phalanx instructis navibus ibat/a Tenedo tacitae per amica silentia lunae/litora nota petens… Μέσα στις “αγαπημένες σιωπές της σελήνης” τα καράβια των Αχαιών γλυστρούν από την Τένεδο προς τα γνώριμα ακρογιαλια της Τροίας και δίνουν το σύνθημα να ανοίξει ο Δούρειος Ίππος για την άλωση της Τροίας.

Το αίμα των άλλων. Η σημαία της 1ης Ταξιαρχίας στην Μέση Ανατολή.

Το αίμα των άλλων. Μπλόκο της Κοκκινιάς

Και δεν μπορεί παρά να αναλογιστεί πως το σύνθημα περιμένουν και οι πολιτικάντηδες του “ζωολογικού κήπου του Καΐρου” (όπως ονόμασε την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής ο ίδιος ο ποιητής σε άλλο του ποίημα). Το σύνθημα να εξαργυρώσουν την ευπείθειά τους στα αφεντικά του Λονδίνου (...μονέδα που έμεινε για χρόνια/ στην κάσα ενός φιλάργυρου, και τέλος/ήρθε η στιγμή της πλερωμής κι ακούγονται/νομίσματα να πέφτουν στο τραπέζι) , να καρπωθούν το αίμα των άλλων. Το αίμα των άλλων σε Ελλάδα και Μέση Ανατολή.

Θεατρίνοι Μ.Α κατά τον Τσαρούχη

Είναι λοιπόν ένα βαρύθυμο ποίημα καθώς συμπυκνώνει όλη την απογοήτευση, την κούραση του ποιητή από τις αθλιότητες που έζησε  τρία χρόνια στο γραφείο τύπου της κυβέρνησης στη Μέση Ανατολή. Δεν είναι βέβαια το μόνο ποίημα σχετικό με την εμπειρία του ποιητή στο ακρογιάλι του Πρωτέα και στη Ν.Αφρική. Σειρά ποιημάτων στην ίδια συλλογή (Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄) καταγράφουν, περισσότερο υπαινικτικά όμως, τα ίδια βιώματα. Ξεχωρίζουν το “Kerk Str.Oost, Pretoria, Transvaal” (η φοβερή εικόνα με τον Τσουδερό ως ονοκρόταλο πελεκάνο στο ζωολογικό κήπο του Καΐρου), το “Μέρες τ’ Απρίλη ’43”, και το “Θεατρίνοι Μ.Α”.

Aντίοχος Α΄, βασίλειο της Κομμαγηνής

Όμως, ενώ τα προηγούμενα ποιήματα εγγράφονται στο κύριο – δημοσιευμένο – σώμα της ποίησης του Γ.Σεφέρη και περιορίζουν στο ελάχιστο τις σατιρικές τους αιχμές αξιοποιώντας με λυρικό ή δραματικό τρόπο τα βιωμάτα του ποιητή, η σατιρική και οργισμένη πλευρά εξορίστηκε στο, ανέκδοτο ως το 1976, Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄. Τα ποιήματα της περιόδου 1943-1944 συγκεντρώνουν την αηδία, τον αποτροπιασμό και την ασυγκράτητη οργή του ποιητή τα τα έργα και τις ημέρες της ελληνικής κυβέρνησης στη Μέση Ανατολή.

Ο Σεφέρης στο γραφείο τύπου. Κάιρο 1942

Τα σημαντικότερα είναι “Το άλλοθι ή ελεύθεροι Έλληνες ’43“, “Αντάρτες στη Μ.Α” [προτείνω να διαβαστεί παράλληλα με το “Θεατρίνοι Μ.Α” που γράφεται ένα μήνα πριν, Αύγουστο του 1943], “Χορικό από τον Μαθιό Πασχάλη Δεσμώτη” και την ιδιαίτερα βίαια σάτιρα στο “Το απομεσήμερο ενός φαύλου», το σατιρικό alter ego του “Τελευταίου Σταθμού” που γράφεται δύο μέρες μετά, 7 Οκτωβρίου 1944.

Ήδη έθιξα το πρώτο και οφθαλμοφανές επίπεδο “δυσκολίας” του ποιήματος- ό,τι κι αν σημαίνει ο όρος στη νεώτερη ποίηση. Αναφέρομαι φυσικά στη γνώση των πολύπλοκων ιστορικών συμφραζομένων του ποιήματος. Ωστόσο και πριν φτάσει κανείς στο ίδιο το ποίημα έχει να ξεπεράσει, σε δεύτερο επίπεδο δυσκολίας, την πολύτροπη και πολυποίκιλη διακειμενικότητα του ποιήματος. Με αναφορές από τον Αισχύλο και την Παλαιά Διαθήκη έως τον Βιργίλιο και από τον Καβάφη έως τον Μακρυγιάννη, το ποίημα επαληθεύει τον τίτλο του poeta doctus που αποδόθηκε από την κριτική στον Σεφέρη. Και να μην ξεχάσουμε εδώ και τα ημερολόγια του ποιητή του προσφέρουν πολύτιμο υλικό στην κατανόηση της σύνθεσης του έργου. Ένα τέτοιο λοιπόν ποίημα, “το πιο σεφερικό ίσως από τα ποιήματα του Σεφέρη” κατά τον Τίμο Μαλάνο,  απαιτεί τη συγκέντρωση αρκετού υλικού πριν ξεκινήσει κανείς να το προσεγγίσει. Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Ο μέσος φιλόλογος – υποζύγιο της εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι μελετητής του σεφερικού έργου για να γνωρίζει λ.χ από πού προκύπτει το “οι ήρωες περπατούν στα σκοτεινά”. Ούτε και τα λυσάρια βοηθούν σε τέτοια περίπτωση. Οπότε αναγκαστικά περιορίζεται κανείς σε όσα πιάνει το μάτι και τα ερμηνευτικά σχόλια του βιβλίου του καθηγητή. Το παλιό βιβλίο δηλαδή γιατί το τωρινό δεν έχει σχεδόν τίποτα. Αλλά εδώ η τύχη αλλάζει.

Φυλακισμένοι από τους Άγγλους γιορτάζουν την 25η Μαρτίου

Από φοιτητής είχα πετύχει μέσω μιας ..χμμ.. υποχρεωτικής απαλλοτρίωσης από φίλο, τον τόμο Η διδασκαλία της σύγχρονης ποίησης στη Μέση Εκπαίδευση, εκδ. Εκπαιδευτηρίων Ζηρίδη, Αθήνα 1978.  Εκεί περιέχεται η εισήγηση (συνέδριο ήταν) του Ξ.Α. Κοκόλη: “Ερμηνευτικά σχόλια στο ποίημα του Γ.Σεφέρη : Ο Τελευταίος Σταθμός”. Περιέχει όλο το υλικό που μπορούσε να συγκεντρώσει κάποιος ερευνητής για το ποίημα ταξινομημένο ανά κατηγορία. Στα τριαντατρία χρόνια που πέρασαν στη σεφερική βιβλιογραφία προστέθηκε η έκδοση της αλληλογραφίας του ποιητή με διάφορους φίλους και οικείους αλλά δεν νομίζω οτι μπορεί να αλλάξει και πολλά πράγματα στην κατανόηση του ποιήματος. Ίσως η αλληλογραφία με τον Τίμο Μαλάνο – αλλά αυτή ήταν νομίζω γνωστή στον Κοκόλη όταν ετοίμαζε την εισήγηση.

Αιχμάλωτοι των Άγγλων σε στρατόπεδο στην Αίγυπτο

Είναι λοιπόν αυτό ένα πολύτιμο εργαλείο για τον διδάσκοντα, που πρέπει να έχει υπ’όψη του οτι το ποίημα απαιτεί τρεις έως τέσσερις διδακτικές ώρες. Επιπλέον  – εκ πείρας μιλώ, την πάτησα χρόνια πριν όταν πήγα να το πρωτοδιδάξω – απαιτεί επίσης οργάνωση των μαθητών σε ομάδες που θα αξιοποιήσουν και θα παρουσιάσουν  η καθεμιά διαφορετικές ενότητες από το υλικό και αυστηρή τήρηση του διαγράμματος στο σχέδιο μαθήματος (χωρίς σχέδιο απλώς δεν διδάσκεται το ποίημα). Τέλος προσθέσα στο φάκελο του ποιήματος (εδώ) μερικές ακόμη προσεγγίσεις μάλλον δυσεύρετες, όπως αυτή του Μαρωνίτη, του M.Vitti από το Φθορά και λόγος – Εισαγωγή στην ποίηση του Γ.Σεφέρη καθώς και το πολύτιμο παλιό βιβλίο του καθηγητή.
Αναλυτικότερα:

Η κηδεία του ποιητή, διαδήλωση κατά της δικτατορίας

  • Ξ.Α. Κοκόλη: “Ερμηνευτικά σχόλια στο ποίημα του Γ.Σεφέρη Ο Τελευταίος Σταθμός ” (συλλογικός τόμος Η διδασκαλία της σύγχρονης ποίησης στη Μέση Εκπαίδευση, Αθήνα, Εκπαιδευτήρια Ζηρίδη, 1978, σελ. 15-40)
  • Δ.Ν. Μαρωνίτη: “Ο Τελευταίος Σταθμός του Σεφέρη. Δοκιμή ανάγνωσης” (περ. Φιλόλογος τ.9, 1976, σελ.78-84 – αναδημοσίευση στο τ.118, 2004, σελ. 51-56)
  • Μιχαήλ Πασχάλη: «Σιωπές αγαπημένες της σελήνης». Ζητήματα διακειμενικότητας στον «Τελευταίο σταθμό» του Γιώργου Σεφέρη (περ. Κονδυλοφόρος τ.13, 2014, σελ. 111-132)
  • Βιβλίο του Καθηγητή (παλιό) τόμος 2 – ποίηση – Καβάφης, Καρυωτάκης, Σεφέρης, σελ. 154-170
  • Mario Vitti: Φθορά και λόγος: εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, εκδ. Εστία, Αθήνα 1980, σελ. 160-168
  • Α. Αργυρίου: “Ποίηση και πολιτική, ο επώδυνος διχασμός” , εφ. Το Βήμα, 27-02-2000.
  • Ανάγνωση του ποιήματος από τον ποιητή.
    Επιπλέον μια βόλτα στο latistor και στα Φιλολογικά είναι επίσης πολύ χρήσιμη για τις προσεγγίσεις που παρουσιάζονται εκεί.

Κούφια λόγια και θεάματα

Η συντομία της προεκλογικής περιόδου και η καλπάζουσα οικονομική κρίση μας γλύτωσαν από τα χολυγουντιανά υπερθεάματα των παλαιότερων προεκλογικών συγκεντρώσεων: τους επίδοξους σωτήρες του τόπου επί σκηνής να υπόσχονται παροχές και τους ιθαγενείς του “μόνου αφρικανικού κράτους με λευκούς κατοίκους” (κατά τον Χάρυ Κλυν) να ανεμίζουν πλαστικές σημαιούλες με τη μάρκα της πολιτικής κονσέρβας που καταναλώνουν. Και ναι μεν από τα θεάματα με την κιτς αισθητική τους απαλλαχτήκαμε αλλά όχι από τα κούφια λόγια και την παροχολογία (συμμαζεμένη πάντως καθώς του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν είναι μεγάλ’ η πτώχεια).

Τέτοιες μέρες πάντα θυμάμαι το ποίημα του Καβάφη “Αλεξανδρινοί βασιλείς”, που αξιοποιεί με περισσή τέχνη τα – κυριολεκτικά – διαπλεκόμενα θέματα των πολιτικών σκοπιμοτήτων με την θεατρινίστικη παράσταση/φιέστα και, σε δεύτερο επίπεδο, τα βήματα των Ερινύων που πλησιάζουν. Το παραθέτω:

Αλεξανδρινοί Βασιλείς

Μαζεύθηκαν οι Αλεξανδρινοί
να δουν της Κλεοπάτρας τα παιδιά,
τον Καισαρίωνα, και τα μικρά του αδέρφια,
Αλέξανδρο και Πτολεμαίο, που πρώτη
φορά τα βγάζαν έξω στο Γυμνάσιο,
εκεί να τα κηρύξουν βασιλείς,
μες στη λαμπρή παράταξη των στρατιωτών.

Ο Αλέξανδρος – τον είπαν βασιλέα
της Αρμενίας, της Μηδίας, και των Πάρθων.
Ο Πτολεμαίος – τον είπαν βασιλέα

της Κιλικίας, της Συρίας, και της Φοινίκης.
Ο Καισαρίων στέκονταν πιο εμπροστά,
ντυμένος σε μετάξι τριανταφυλλί,
στο στήθος του ανθοδέσμη από υακίνθους,
η ζώνη του διπλή σειρά σαπφείρων κι αμεθύστων,
δεμένα τα ποδήματά του μ’ άσπρες
κορδέλλες κεντημένες με ροδόχροα μαργαριτάρια.
Αυτόν τον είπαν πιότερο από τους μικρούς,
αυτόν τον είπαν Βασιλέα των Βασιλέων.

Οι Αλεξανδρινοί έννοιωθαν βέβαια
που ήσαν λόγια αυτά και θεατρικά.

Κ.Π.Καβάφης – ‘Αρια Κομνηνού – Ξυλογραφία

Αλλά η μέρα ήταν ζεστή και ποιητική,
ο ουρανός ένα γαλάζιο ανοιχτό,
το Αλεξανδρινό Γυμνάσιον ένα
θριαμβικό κατόρθωμα της τέχνης,
των αυλικών η πολυτέλεια έκτακτη,
ο Καισαρίων όλο χάρις κ’ εμορφιά
(της Κλεοπάτρας υιός, αίμα των Λαγιδών)·
κ’ οι Αλεξανδρινοί έτρεχαν πια στην εορτή,
κ’ ενθουσιάζονταν, κ’ επευφημούσαν
ελληνικά, κ’ αιγυπτιακά, και ποιοί εβραίικα,
γοητευμένοι με τ’ ωραίο θέαμα —
μ’ όλο που βέβαια ήξευραν τι άξιζαν αυτά,
τι κούφια λόγια ήσανε αυτές οι βασιλείες.

Συνολικά έξι ποιήματα συνδέονται με τα γεγονότα από την τελετή των δωρεών του “Αλεξανδρινοί Βασιλείς” (34 πΧ) έως τον θάνατο του Αντώνιου (31 πΧ). Στις παρενθέσεις: χρόνος πρώτης σύνθεσης/χρόνος δημοσίευσης

1. “Το τέλος του Αντωνίου” (1907/ανέκδοτο)
2. “Απολείπειν ο θεός Αντώνιον” (1910/1911)
3. “Αλεξανδρινοί Βασιλείς” (1912/1912)

4.“Καισαρίων” (1914/1918)

5. “Το 31 πΧ στην Αλεξάνδρεια” (1917-24/1924)

6. “Εν δήμω της Μικράς Ασίας” (;/1926)

Δεν θα καταγράψω εδώ όλες τις εμφανείς και αφανείς συνομιλίες των ποιημάτων στα θέματα, στην τεχνική, στο ιστορικό περιεχόμενο – είναι προφανές οτι κάτι τέτοιο απαιτεί ολόκληρη μελέτη στα όρια μεταπτυχιακής εργασίας. Θα περιοριστώ σε μερικές, δελεαστικές ελπίζω για τον αναγνώστη, διασυνδέσεις. Όπως το θέμα της θεατρικότητας που όμως είτε πρόκειται για γιγάντιο ψέμα (3,5) είτε για δυσοίωνο σημάδι (1,2). Την εμμονή στο πρόσωπο του Καισαρίωνα (3,4) που απεικονίζεται με ζωηρά, ερωτικά χρώματα. Τον πολιτικό αμοραλισμό που υφέρπει στο (3), δηλώνεται ρητά στα (4 και 5) και κορυφώνεται στο (6) με το ψήφισμα που αλλάζει απλώς όνομα. Και ταυτόχρονα, εξειδικεύοντας την προηγούμενη παρατήρηση, τον κυνισμό και εμπαιγμό που συστηματικά φανερώνουν και υλοποιούν οι κρατούντες (3,4,5)  απέναντι στην αδιαφορία και τον καιροσκοπισμό των υπηκόων (3,6).
Μπορεί κανείς να προσθέσει στα προηγούμενα και το θέμα της πομπής και λαμπρής παράταξης: τι κρύβεται πίσω από την “
προπορευομένην μουσικήν/ και με παντοίαν μεγαλοπρέπειαν και χλιδήν” πομπή στο “Αλέξανδρος Iανναίος, και Aλεξάνδρα” – και οι δύο “Iουδαίοι καλοί, Ιουδαίοι αγνοί, Ιουδαίοι πιστοί —προ πάντων”;  Ποιο πιθανό πογκρόμ προετοιμάζεται στο “Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών” όταν “Ο μιαρότατος, ο αποτρόπαιος/Ιουλιανός δεν βασιλεύει πια.//Υπέρ του ευσεβεστάτου Ιοβιανού ευχηθώμεν”;

Μίλησα πριν για υπηκόους. Πόσο εύκολα άραγε οι πολίτες γίνονται υπήκοοι; Όσοι έζησαν ενεργά το πολιτικό κλίμα του ’60 και ’70 αλλά και του ’80 – ως τα μισά της δεκαετίας – μπορούν να δώσουν την, ούτως ή άλλως, θλιβερά αναμενόμενη απάντηση: Πολύ εύκολα…

Ρίξτε και μια προσεκτική ματιά στο latistor για μια προσέγγιση του ποιήματος. Επιπλέον στο ίδιο ιστολόγιο, στην αναζήτηση περιεχομένου για τον όρο “Αλεξανδρινοί Βασιλείς” βγήκαν πολλά και ενδιαφέροντα αποτελέσματα.

Ακολουθεί ο φάκελος του ποιήματος που περιέχει τα παρακάτω άρθρα και αποσπάσματα από βιβλία:
       https://app.box.com/s/d5d17127d41eddf606ec

  • Σόνια Ιλίνσκαγια, Κ.Π.Καβάφης, σελ.179-183 και 345
  • Edmund Keeley, Η Καβαφική Αλεξάνδρεια σελ.129-133
  • Μιχ. Μερακλής, “Μπρεχτικός Καβάφης”, περ. Η Λέξη, τχ.23, σελ.341
  • Κ.Θ. Δημαράς, «Η τεχνική της έμπνευσης στα ποιήματα του Καβάφη», Φιλολογική Πρωτοχρονιά, 1956, σελ.100-102.
  • Τίμος Μαλάνος,    Ο ποιητής Κ.Π.Καβάφης, 1957, σελ.309
  • Χριστόφορος Μηλιώνης , “Αλεξανδρινοί Βασιλείς”, περ. Φιλόλογος, τχ.114, στ.610-617
  • Γ.Π.Σαββίδης,  “Διαβάζοντας τρία σχολικά ποιήματα” (Μικρά Καβαφικά τ. Α΄, σελ 196-210)
  • Sir Lawrence Alma Tadema-The Meeting of Antony and Cleopatra.

    Ι.Α. Σαρεγιάννης, “Ο Καβάφης άνθρωπος του πλήθους” (Σχόλια στον Καβάφη)

  • Rolf Strootman “Queen of Kings: Kleopatra VII and the donations of Alexandria”
  • Bruce W. Frier, “Making History Personal. Constantine Cavafy and the Rise of Rome”
  • Ένα σύντομο ενημερωτικό σημείωμα για τις δωρεές (στα αγγλικά)
  • Παλιό και νέο βιβλίο καθηγητή
  • Αφιέρωμα της Καθημερινής (7 Ημέρες) στον Καβάφη
  • Τρεις αναγνώσεις του ποιήματος από τον Γ.Π.Σαββίδη, τον Μ.Σουλιώτη και την Έλλη Λαμπέτη.

Μικρός μονόλογος για το μάθημα της Έκθεσης

Αφορμή για τον προβληματισμό που ακολουθεί ήταν το Ι΄ Πανελλήνιο Συνέδριο για τη διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Εχω δημιουργήσει πια μια ατομική παράδοση να παρακολουθώ τα συνέδρια αυτά αλλά δυστυχώς γίνονται πολύ αραιά (πού να βρεις χρηματοδότηση για συνέδριο σχετικά με τη γλώσσα· βλέπετε η γλώσσα δεν είναι “τραπεζικό προϊόν”).

Για άλλη μια φορά δεν διαψεύστηκα· ανώτερο των προσδοκιών μου ήταν το συνέδριο, μόνο για να ακούσω τον Μαρωνίτη να διαβάζει “Το ύστερο των Σαββάτων” από τα Ελεγεία της Οξώπετρας του Ελύτη άξιζε το πηγαινέλα Βέροια – Θεσσαλονίκη δυο μέρες (τρίτη δεν άντεξα). Ογδόντα δύο χρονών ο Μαρωνίτης – “γέρασε” μου ψιθύρισε ο διπλανός, “γερνάμε” ψιθύρισα εγώ στον εαυτό μου – διάβασε το τελευταίο ποίημα μιας συλλογής, της προτελευταίας του ογδοντάχρονου τότε ποιητή, που βλέπει πια καθαρά και περιγράφει την αντίπερα όχθη. Θυμήθηκα τα  λόγια του Κέφαλου στον Σωκράτη: “ὥσπερ ἤδη ἐγγυτέρω ὢν τῶν ἐκεῖ μᾶλλόν τι καθορᾷ αὐτά” (Πλάτωνος  Πολιτεία 330e). Μελαγχόλησα και βγήκα έξω.

Υστερόγραφο: ανακάλυψα στο ιστολόγιο της κ. Ευαγγελίας Στάμου την ίδια εισήγηση του Δ.Ν Μαρωνίτη στο Επιστημονικό Συμπόσιο “Επιρροές του Ελύτη” (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, 11-13 Νοεμβρίου 2011). Από εκεί πήρα το απόσπασμα του βίντεο που περιλαμβάνει την ανάγνωση του ποιήματος – ακριβώς ίδια με τη φετινή.

Στις πρωινές εισηγήσεις του Σαββάτου που αφορούσαν τη Λογοτεχνία το θέμα που επανέρχονταν σταθερά ήταν το επερχόμενο χάος στη διδασκαλία  της, απότοκο του νέου προγράμματος σπουδών για το Λύκειο που μετατρέπει τη Λογοτεχνία σε φτηνό μάθημα κοινωνιολογίας ή πολιτικής αγωγής. Ανάμεσα στις όχι αναίτια απαισιόδοξες προβλέψεις όμως υπήρχε και η εισήγηση της Σοφίας Νικολαΐδου για το μεταπτυχιακό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και ειδικότερα το κομμάτι που αφορούσε την συνεργασία με τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Η όλη ιδέα αποσκοπεί στην ενίσχυση της φιλαναγνωσίας αλλά και στην παραγωγή ποικίλου λογοτεχνικού λόγου από τους μαθητές. Η εφαρμογή του προγράμματος σε τάξεις της Α΄Γυμνασίου έδωσε, όπως διαπιστώσαμε, πολύ καλά αποτελέσματα – χώρια που ως ιδέα κινείται στον αντίποδα ακριβώς της νέας “μεταρρύθμισης” των φωστήρων του Υπουργείου.

Αναζητώντας τον Παπανούτσο. Αρωγή και ευδοκίμηση στο θέμα έκθεσης του 1985

Και εκεί ακριβώς θυμήθηκα ότι η ιδέα δεν είναι καινούρια. Η ποικιλία στην παραγωγή λόγου ήταν το ζητούμενο για το μάθημα της Έκθεσης, ένα μάθημα που έως το 1998 ήταν το κατεξοχήν μάθημα “άγονης γραμμής”. Ζητούνταν από 17αχρονους και 18αχρονους μαθητές να γράψουν ένα δοκίμιο αυστηρά οργανωμένο, γλωσσικά άρτιο αλλά και κουμπωμένο ως το λαιμό και εν τέλει απελπιστικά βαρετό. Έφηβους Παπανούτσους ζητούσαν οι εξεταστές, τραγέλαφους εισέπρατταν, όπως ήταν αναμενόμενο. Η επί μακρόν αναμενόμενη αλλαγή του 1998 διόρθωσε την κατάσταση σε μεγάλο βαθμό: η τελική αξιολόγηση περιλαμβάνει κείμενο, ασκήσεις κατανόησης, λεξιλογικές, πύκνωσης και ανάπτυξης, παραγωγή κειμένου σε συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο. Έγινε λοιπόν η Έκθεση μάθημα “γόνιμης γραμμής”, όπως είχε κατά νου ο Χρίστος Τσολάκης το 1997 (Γ΄Πανελλήνιο Συνέδριο για τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας); Το “ναι” θα ήταν πολύ αισιόδοξη απάντηση…

Όλα αυτά σκεφτόμουν μετά το συνέδριο και επέστρεψα – ύστερα από από καιρό –  στην ανάγνωση του βιβλίου της Κούλας Αδαλόγλου Η γραπτή έκφραση των μαθητών – Προτάσεις για την αξιολόγηση και βελτίωσή της. Δεν είναι ένα ακόμη βιβλίο θεωρητικού και ενίοτε ανεδαφικού προβληματισμού· η συγγραφέας, ακόμα και στο θεωρητικό κομμάτι του βιβλίου (το πρώτο από τα τρία), φροντίζει να προσγειώνει τη θεωρία στα δεδομένα της “εμποδών παιδείας”, τόσο που και ο γράφων (με ανέκαθεν κακή σχέση με τη γλωσσολογία και τη διδακτική /παιδαγωγική) το διάβασε χωρίς δυσφορία. Άλλωστε η συμμετοχή της Αδαλόγλου στη συγγραφή των βιβλίων της γλώσσας στο Λύκειο αλλά και η παρουσία της ως σχολικής συμβούλου σε Ημαθία και Θεσσαλονίκη αποδεικνύει τον εν τέλει χρηστικό χαρακτήρα του βιβλίου.

Στο δεύτερο μέρος διερευνώνται μέσω τριών πειραματικών ερευνητικών εφαρμογών αντίστοιχα οι δυνατότητες ενός αντικειμενικότερου συστήματος αξιολόγησης, η βελτίωση του γραπτού λόγου των μαθητών και η διαφοροποίηση της επικοινωνιακής γλωσσικής ικανότητας ανάλογα με το είδος του παραγόμενου κειμένου. Να υπενθυμίσω οτι το τελευταίο ζήτημα της διαφοροποίησης της επικοινωνιακής γλωσσικής ικανότητας παραμένει στην πράξη μετέωρο καθώς έχει περιοριστεί στο άρθρο σε εφημερίδα σχολική/τοπική ή σε επιστολή και ουσιαστικά τα δεδομένα που συνθέτουν τον ξεχωριστό ειδολογικό χαρακτήρα της κάθε περίπτωσης είτε καλύπτονται πρόχειρα και βεβιασμένα είτε ισοπεδώνονται είτε αγνοούνται τόσο από τους μαθητές όσο και από τους διδάσκοντες – βαθμολογητές (τα φροντιστήρια έτσι κι αλλιώς έχουν μείνει στα προ του 1998 δεδομένα). Γι αυτό και δεν έχουμε ακόμη ξεφύγει οριστικά από την αρωγή και ευδοκίμηση.

Το τρίτο μέρος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί καταγράφει την πραγματικότητα της διδακτικής πράξης, επισημαίνει τα προβλήματα και προτείνει με παραδείγματα  λύσεις. Μου άρεσε η ιδέα της αυτοαξιολόγησης του μαθητή και της αυτοδιόρθωσης με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Σε μικρότερες τάξεις αυτό μπορεί να γίνει κάποιες φορές με αξιόλογα, όπως φαίνεται, αποτελέσματα. Αν τελικά το Λύκειο ξεφορτωθεί με κάποιον τρόπο τις πανελλήνιες πολλά μπορούν και εκεί να γίνουν. Αλλά εδώ πάνε να βάλουν όλο το Λύκειο σε τροχιά πανελληνίων…

Και μια και οι πανελλήνιες πλησιάζουν και το θέμα της αξιολόγησης  στο μάθημα της Έκθεσης είναι ένα από τα σταθερά ζητούμενα στη βαθμολόγηση, παραθέτω από το επίμετρο του βιβλίου ένα σύστημα αναλυτικής αξιολόγησης του κειμένου που παράγει ο μαθητής. 7+1 παράμετροι με 6 επίπεδα για καθεμιά (η παράμετρος της καταλληλότητας διαχωρίζεται σε καταλληλότητα περιεχομένου και καταλληλότητα ύφους). Πάντως μη βιαστείτε να το εφαρμόσετε πριν διαβάστε το βιβλίο. Αν το κάνουμε τυφλοσούρτη, επιστρέφουμε στην τωρινή κατάσταση όπου κατά βάθος δεν ξέρουμε ακριβώς τι βαθμολογούμε. Θα βρείτε δυο φιλολόγους να συμφωνούν στο πως βαθμολογείται η Έκθεση; Και οι δίκαιοι κατά τη θεία Γραφή πόσοι είναι; αναρωτήθηκε ο Διονύσιος ιερομόναχος στη Γυναίκα της Ζάκυθος. Κι όταν ξέπεσε στους τρεις, προτίμησε να κάνει το σταυρό του και να μην συνεχίσει…

Δημάς γαρ με εγκατέλιπεν…

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος συχνά πυκνά έρχεται στην επικαιρότητα με τις συνεντεύξεις και τις δηλώσεις του που, σχεδόν πάντα, προκαλούν ποικίλα σχόλια. Και αν σήμερα το να προκαλεί κανείς λόγω ή έργω είναι μάλλον ακίνδυνο – πόσο μάλλον όταν πια είναι καταξιωμένο καλλιτεχνικά αλλά και φιλολογικά πρόσωπο – αυτό δε σημαίνει οτι πάντα ήταν έτσι.

Το 1950, όταν εκδίδει την Εποχή των ισχνών αγελάδων είναι μόλις 19 χρονών σε μια Θεσσαλονίκη που βρίθει χριστιανο-φασιστικών οργανώσεων (με ιστορία πριν απ’ τη δικτατορία του Μεταξά ακόμη). Με τον “ορθόδοξο” έρωτα σχεδόν στην παρανομία για τα αστικά ήθη. Και τον “ανορθόδοξο”; Εκεί πια τα πράγματα γίνονται πολύ σοβαρά: εμπλέκεται η Ασφάλεια και τα κατηχητικά – από εννιά χρονών στα κατηχητικά ήταν ο Χριστιανόπουλος και φυσικά τον έδιωξαν μετά τη συλλογή με τις κλωτσιές – οι συμφοιτητές σου κόβουν την καλημέρα και άλλα παρόμοια.

Βέβαια, εδώ είναι Μπαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε. Η όποια ερωτκή ιδιαιτερότητα κόστιζε τότε πολύ περισσότερο και όσο πιο ανοιχτά προβάλλονταν τόσο μεγαλύτερο ήταν και το κόστος. Ο Χριστιανόπουλος όχι μόνο σήκωσε αυτό το φορτίο μόνος του αλλά επιπλέον κατάφερε και να αναδειχτεί. Και τούτο φυσικά χάρις στο πολύ αξιόλογο ποιητικό του έργο – το φιλολογικό, εξίσου σημαντικό, δεν μας αφορά εδώ. Παραθέτω το ποίημα

Δημάς

Δημάς Παύλω δεσμίω εν Ρώμη· χαίρειν.
Είναι η τέταρτη φορά που επιχειρώ να σας γράψω,
μέσα σε τούτο το πολυθόρυβο μπαρ με το ράδιο να παίζει σουίνγκ
και το κορίτσι να με κοιτάει παραξενεμένο.
Συχνά θυμούμαι την εν Χριστώ ζωή, τους αδελφούς εν Κυρίω,
με ταράζει η νοσταλγία, με διαλύει.
Όλοι με θεωρούν ευτυχισμένο καθώς με βλέπουν με το χακί,
το περίστροφο στα δεξιά, να βαδίζω γεμάτος αυτοπεποίθηση,
στη Μπάρα, στα θέατρα, στα ζαχαροπλαστεία, στα γυμναστήρια.
Όμως νιώθω καλά την τερηδόνα που προχωρεί.
Τι τα θέλετε, κύριε, τι τα θέλετε,
εμείς που γνωρίσαμε μικροί το Χριστό ζούμε τώρα τη θλίψη·
χάσμα γαρ μέγα εστήρικται μεταξύ ημών και υμών
.
Όπου να γυρίσω, με σκοτώνει το παράπονό σας:
Δημάς με εγκατέλιπεν αγαπήσας τον νυν αιώνα
.
Κι όμως νιώθω παράταιρος μέσα στον κόσμο αυτό,
σαν κλασική μουσική σε ταβέρνα.
Κι όταν ανοίγω το αλμπούμ με τα εικόνια που μας κάμναν
πλανόδιοι ζωγράφοι σ’ εξορμήσεις ιεραποστολικές,
δεν ξέρω αν θα ’θελα να επιστρέψω, είναι τόσο οδυνηρή
η εποχή τής φρόνησης, θα ’θελα μόνο
να ξεριζώσω με τα χέρια μου τη μνήμη.
Τάχα να βάλω πια τις χώρες μου σε κάποια τάξη;
Και πώς μες στ’ αδιέξοδο έξοδο νά ’βρω;

Πρωτοδιάβασα Χριστιανόπουλο στο βιβλίο του μετέπειτα Δάσκαλού μου ( δεν είναι τυχαίο το κεφαλαίο δέλτα) Ξενοφώντα Κοκόλη Δώδεκα ποιητές, Θεσσαλονίκη 1930 -1960 ( Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1979). Εκεί πρωτοδιάβασα τον Δημά. Και ήταν και Έλιοτ και Καβάφης και Σεφέρης όμως, πολύ περισσότερο, ήταν Χριστιανόπουλος. Ούτε φτηνό ανακάτεμα ούτε ψυχρή απομίμηση των προτύπων του. Μια καθαρή, ήδη διαμορφωμένη ποιητική φωνή. Και το περίεργο είναι οτι μου άρεσαν και τα ποιήματα των μετέπειτα συλλογών, ποιήματα που ο ερωτικός ρεαλισμός τους θα μου ήταν ανυπόφορος σε άλλον ποιητή (γενικά αντιπαθώ τα ερωτικά ποιήματα και οι προτιμήσεις μου στρέφονται στην κοινωνική ποίηση). Ακόμα και τα ερωτικά του Καβάφη ή του Ρίτσου ή και του Σεφέρη ακόμη μου είναι αδιάφορα. Ο Χριστιανόπουλος με κέρδισε με την πρώτη. Και η εντύπωση κρατά ίδια και ισχυρότερη, τριάντα χρόνια μετά.

Να γυρίσω ξανά στον Δημά, ένα σπάνιας αξίας ποίημα που οι περίτεχνα κρυμμένες ερωτικές νύξεις του επέτρεψαν την παρουσία του στο σχολικό εγχειρίδιο της Γ΄Λυκείου. Θυμίζω οτι στην πρώτη μορφή του ο “Δημάς” περιείχε ως υστερόγραφο και με μικρότερα τυπογραφικά στοιχεία τους παρακάτω αποκαλυπτικούς (για τον λανθάνοντα ερωτικό χαρακτήρα του ποιήματος) στίχους:
όση ώρα έγραφε τον κοίταζα με ηδονή
ύστερα τόριξε στον κάλαθο αχρήστων
ακόμη κρατώ ετούτο το κειμήλιο
που μ’ έκανε να φτάσω ως τον Παύλο.

Η βιβλιογραφία για το ποίημα είναι ελάχιστη αλλά πριν καταφύγει κανείς στα γνωστά λυσάρια μπορεί να συμβουλευτεί τον φάκελο που ακολουθεί με:

  • αποσπάσματα από άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό “Εντευκτήριο” τ.95 (Αφιέρωμα στον Ντίνο Χριστιανόπουλο), Οκτ-Δεκ 2011 (Μαρία Ιατρού και Χρήστος Καββαδάς)
  • ένα δισέλιδο από την ολοκληρωμένη και πλήρη προσέγγιση στο “Δημά” του Θ.Μαρκόπουλου στο βιβλίο του Ο Ποιητής και το ποίημα.
  • το σχετικό κομμάτι από το βιβλίο του καθηγητή.
  • τρεις σελίδες από το βιβλίο του Ξενοφώντα Κοκόλη Δώδεκα ποιητές, Θεσσαλονίκη 1930 -1960, Θεσσαλονίκη Εγνατία, 1979.
  • μια κριτική του Κώστα Δήμα από το μακρινό 1951 στον τόμο Για τον Χριστιανόπουλο Κριτικά κείμενα για την ποίησή του (ανθολόγηση: Δημήτρης Κόκορης), Αιγαίον 2003.
  • τρεις συνεντεύξεις του ποιητή.
  • Μία συζήτηση του ποιητή με τον Περικλή Σφυρίδη για τα αλαμπουρνέζικα, τη γλώσσα των κουλτουριάρηδων
    (πάντοτε επίκαιρο έργο, δυστυχώς.

Υστερόγραφο: Όταν ανακοινώθηκε η βραβευσή του έσκασα στα γέλια. Καλά δεν ήξεραν, δε ρώταγαν; Άλλο που δεν ήθελε ο Χριστιανόπουλος να ξεσαλώσει και να τα χώσει ξανά σε όλους και όλα. Είναι δυνατόν στα ογδόντα του να αρνηθεί αυτά που έλεγε από τα σαράντα του; Και επιπλέον βραβείο “κατά πλειοψηφία” και όχι ομόφωνα; Αστεία πράγματα…
Ενώ η βράβευση από το ΑΠΘ (επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής) είναι κάτι που δεν μπόρεσε (και δεν έπρεπε άλλωστε) να αρνηθεί. Το ποιητικό του έργο μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους αμφιβόλου αξίας – γούστα είναι αυτά – το φιλολογικό του έργο όμως είναι τεράστιο καθώς είναι αυτός που ασχολήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο με τη βορειοελλαδίτικη λογοτεχνία και με πάθος και επιμονή με τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης. Η “Διαγώνιος” (1958-1983), το περιοδικό του, εξέθρεψε και ανέδειξε δεκάδες σύγχρονους λογοτέχνες επί σειρά ετών. Και όλα αυτά χωρίς χορηγίες από το κράτος και άλλες τέτοιες δημοσιοσχετίστικες συναλλαγές. Διδάκτορας λοιπόν, έστω και αργά. Το αξίζει και με το παραπάνω.

Κλείνω με  ένα ποίημα του Χριστιανόπουλου που έχει μείνει για καιρό στη μνήμη – ιδίως το τέλος:

Μαρία η Αιγυπτία

Ακόμα θυμούμαι την επιγραφή OUT OF BOUNDS.
Συχνά μας επισκέπτονταν ναύτες του N.A.A.F.I. Club.

Μάλιστα ένας μου έλεγε: «Είσαι ένα τίποτα
στο σκοπευτήριο, στο πανδοχείο, στο καπηλειό, στο μπορντέλο».
Όμως τώρα απαρνήθηκα τα εγκόσμια, και τούτο είναι μια ηδονή –
δοσμένη ψυχή τε και σώματι στο Νυμφίο, εν προσευχή και νηστεία,
σε τούτη την έρημο με την ξερή άμμο, το γλυφό νερό, τον αδυσώπητο ήλιο.
Ενίοτε περνούν καραβάνια προσκυνητών με χασίσι και πάπυρο,
όμως η γύμνια μου καταφεύγει στα βράχια·
έτσι χαράζω τα ποιήματά μου στην άμμο
κι έρχονται οι αγέρηδες να μου τα τραγουδήσουν.
Λίγο πάπυρο, άγιε πάτερ Ζωσιμά, δυο τρία βιβλία θρησκευτικά,
μια σύντομη μέθοδο εκμαθήσεως βυζαντινής μουσικής.
Κει στην αγαπημένη μου Αλεξάνδρεια,
μη με ξεχάσεις, άγιε πάτερ Ζωσιμά·
με λένε Μαρία, παλαιότερα Κλεοπάτρα, στην Κυρήνη Εσθήρ –
επί δεκαπενταετίαν διατελέσασα πόρνη.
Μα τώρα όλους σχεδόν, συν Θεώ, τους πειρασμούς τούς νίκησα
και μόνο το ρεμπέτικο μοτίβο δεν κατόρθωσα
να διώξω από τα χείλη μου, δε μπόρεσα
να ξεριζώσω απ’ την καρδιά μου, δε δυνήθηκα,
το ρεμπέτικο που τραγούδαγα μικρή στο καπηλειό του Αλκέτα.

Ένα ρεμπέτικο ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Από αυτά που η εποχή της φρόνησης δεν μπορεί να ξεριζώσει από τη μνήμη – αλίμονό μας αν το καταφέρει. Ένα παλιό ρεμπέτικο στο καπηλειό του Αλκέτα. Σαν κι αυτό

Ι’ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Η Επιτροπή Παιδείας του Α.Π.Θ., ο Τομέας Γλώσσας και Πολιτισμού του Παιδαγωγικού Τμήματος, ο Τομέας Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής, ο Σύλλογος των Αποφοίτων της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. «Φιλόλογος», ο Σύλλογος τον Αποφοίτων του Παιδαγωγικού Τμήματος «Μίλτος Κουντουράς» οργανώνουν τo Ι΄ Πανελλήνιο Συνέδριο για τη διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Οι εργασίες του Συνεδρίου θα γίνουν στις 30, 31 Μαρτίου και 1η Απριλίου (Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή) 2012 στην Αίθουσα Τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Ολόκληρο το πρόγραμμα του συνεδρίου εδώ

και η σχετική ανακοίνωση του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου εδώ

Το ειδικότερο θέμα του εν λόγω Συνεδρίου φέρει τον τίτλο «Η γλώσσα της Παιδείας και οι γλώσσες των μεταρρυθμίσεων». Αυτό σημαίνει ότι θα ακουστούν εισηγήσεις για τις διάφορες γλώσσες, οι οποίες διασταυρώνονται στην Εκπαίδευση και στις ανθρώπινες κοινωνίες και οι οποίες εκπηγάζουν από την παιδεία και επιστρέφουν σ’αυτήν. Τέτοιες, π,χ,, είναι: «Η γλώσσα της ποίησης», «Η γλώσσα της φύσης», «Η γλώσσα της παιδείας», «Η γλώσσα των σχολικών βιβλίων», «Η γλώσσα της διδασκαλίας», «Η γλώσσα της λογοτεχνίας», «Η γλώσσα της δημιουργικής γραφής», «Η γλώσσα του Ο. Ελύτη», «Η διδασκαλία της λογοτεχνίας», «Η γλώσσα της μουσικής» κτλ.

Τα θέματα εισηγούνται έμπειροι και διακεκριμένοι εισηγητές: Ε. Αρβελέρ, Δ. Ν. Μαρωνίτης, Φ. I. Κακριδής, Δ. Λυπουρλής, Κ. Γεωργουσόπουλος, Κ. Μπαλάσκας, Ν. Παρίσης, Κ, Ακρίβος, Σ. Νικολαΐδου, Λ. Τσιριμώκου, Γ. Κεχαγιόγλου, Γ. Παγανός, Μ. Σουλιώτης, Ε. Χασάπη, Γ. Καλίνης και άλλοι.

Στο Συνέδριο θα συμμετάσχει η γνωστή πια χορωδία του Μουσικού Σχολείου του Βόλου. Είναι δε αφιερωμένο στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Ο. Ελύτη.

Η εγγραφή των συνέδρων θα γίνεται στη Γραμματεία του Συνεδρίου, 7.30′ – 14.00′ την Παρασκευή 30 Μαρτίου.

Διάλογος σε μαύρο φόντο: Νίκος Εγγονόπουλος και Μανόλης Αναγνωστάκης

Πιθανότατα δεν υπήρξε πρόθεση διαλόγου. Το ποίημα Ποίηση 1948 του Εγγονόπουλου δεν οδήγησε τον Αναγνωστάκη στο να γράψει το Στον Νίκο Ε…1949 – ο ίδιος το αρνείται και ο Στρατής Μπαλάσκας που πρώτος επεσήμανε τη σχέση των δύο ποιημάτων μοιάζει πια (“Φιλολογική”, τευχ. 93, σελ. 25-29) να αποδέχεται τη θέση του Αναγνωστάκη. Όμως, όπως τραγουδούσε κάποτε ο Σαββόπουλος:
Ξεφύγαν απ’ τα χέρια μου οι πίσω μου σελίδες
κι ας μου κοστίσαν ακριβά σε κόπους και θυσίες.
Χέι, με περιφρονούνε τώρα και τραβάνε,
σαν τρελές μέσα στη μπόρα.

Νίκος Εγγονόπουλος – Εμφύλιος

Ξεφεύγουν τα ποιήματα από τα χέρια των ποιητών και τριγυρνάν μόνα τους μέσα στη μπόρα. Μέσα στη θύελλα του εμφυλίου (που μακάρι να ήταν μόνο μπόρα) βρέθηκαν το ένα απέναντι στο άλλο σε έναν βουβό μεν, εύγλωττο δε, διάλογο. Με φόντο το μαύρο της αδελφοκτονίας. Του Ετεοκλή και του Πολυνείκη.

Ο πληρέστερος φάκελος για μια συγκριτική ανάγνωση των δύο ποιημάτων βρίσκεται (ως συνήθως) στο ιστολόγιο αρισμαρί της Ευαγγελίας Στάμου. Εδώ θα προσθέσω ελάχιστα, τα περισσότερα από το διαδίκτυο αλλά και κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις της Σόνιας Ιλίνσκαγια από το βιβλίο της Η μοίρα μιας γενιάς.

Κάποια κείμενα που προέρχονται από σάρωτή (scanner) δεν είναι ιδιαίτερα ευανάγνωστα αλλά είναι πολύ χρήσιμα και έτσι τα παραθέτω υποχρεωτικά. Σε κάθε περίπτωση καταγράφω την πηγή – είτε πάνω στο αρχείο είτε στον τίτλο του αρχείου. Και επειδή σε έναν διάλογο καλό είναι να υπάρχει πολυφωνία, να προσθέσω το λόγο του Γ. Σεφέρη (Τυφλός , Δεκέμβρης 1945). Κι ας μη σκεφτούμε οτι το 1945 ήταν νωρίς ακόμη: Σοφοί δε προσιόντων… έγραφε ο Καβάφης. Ο φάκελος των ποιημάτων εδώ: https://app.box.com/s/nizry7xexzq050oj0o4b

Κ.Π.Καβάφης – Ο Δαρείος

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: Ο επίσημος δικτυακός τόπος του αρχείου Καβάφη είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει για Έλληνα ποιητή και μια επίσκεψη εκεί είναι απαραίτητη. Από εκεί άλλωστε απέσπασα τις δυο αναγνώσεις του ποιήματος “Ο Δαρείος” – γλυτώνετε το κατέβασμα του Real Media Player που το ζητά η σελίδα.

Ο Δαρείος

Ο ποιητής Φερνάζης το σπουδαίον μέρος
του επικού ποιήματός του κάμνει.
Το πώς την βασιλεία των Περσών
παρέλαβε ο Δαρείος Υστάσπου. (Aπό αυτόν
κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς,

ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ). Aλλ’ εδώ
χρειάζεται φιλοσοφία· πρέπει ν’ αναλύσει
τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος:
ίσως υπεροψίαν και μέθην· όχι όμως — μάλλον

σαν κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων.
Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής.

Aλλά τον διακόπτει ο υπηρέτης του που μπαίνει

τρέχοντας, και την βαρυσήμαντην είδησι αγγέλλει.
Άρχισε ο πόλεμος με τους Pωμαίους.
Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα σύνορα.

Ο ποιητής μένει ενεός. Τι συμφορά!
Πού τώρα ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ,
μ’ ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί.
Μέσα σε πόλεμο — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα.

Aδημονεί ο Φερνάζης. Aτυχία!
Εκεί που το είχε θετικό με τον «Δαρείο»
ν’ αναδειχθεί, και τους επικριτάς του,
τους φθονερούς, τελειωτικά ν’ αποστομώσει.
Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά του.

Και νάταν μόνο αναβολή, πάλι καλά.
Aλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια
στην Aμισό. Δεν είναι πολιτεία εκτάκτως οχυρή.
Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Pωμαίοι.
Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς,
οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;
Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;
Θεοί μεγάλοι, της Aσίας προστάται, βοηθήστε μας.—

Όμως μες σ’ όλη του την ταραχή και το κακό,
επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται —
το πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην·
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.

Από όλα τα ποιήματα του Καβάφη θεωρώ το Δαρείο ως την πλέον αριστοτεχνική σύνθεση. Ο μονόλογος, η αφήγηση αλλά και ο ελεύθερος πλάγιος λόγος, το σοβαρό και το κωμικό, το οφθαλμοφανές και το σκοτεινό – αυτά μου έρχονται πρόχειρα στο νου – όλα σε ένα ποίημα που (συνηθισμένο στον Καβάφη) δημιουργεί πάντα περισσότερα ερωτήματα από όσα νομίζεις ότι απάντησες. Για παράδειγμα: πόσοι αφηγητές υπάρχουν στο ποίημα; – μη βιαστείτε να απαντήσετε… Είναι ο Φερνάζης αυλικός ποιητής; Και αν ναι αυτό τον καθιστά αυτόματα χειροκροτητή και τζουτζέ της βασιλικής εξουσίας ή μήπως το ζήτημα είναι (;) περισσότερο περίπλοκο; Ή πάλι: είναι πια σοβαρά πράγματα αυτά, ενώ ο κόσμος χάνεται ο Φερνάζης να ασχολείται με την υπεροψία και μέθη του Δαρείου; Μέσα σε πόλεμο — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα… δεν μπαίνει κανείς άραγε στον πειρασμό να “πειράξει” λίγο τον στίχο κάπως έτσι: Μέσα σε κρίση — φαντάσου, ελληνικά ποιήματα ; Είναι λοιπόν σοβαρά τα πράγματα ή όχι;

Στον φάκελο της ανάρτησης υπάρχει μια συλλογή άρθρων για τον Καβάφη από το διαδικτυακό αρχείο που προαναφέρθηκε μαζί με  άλλα που θεώρησα ως τα πλέον αξιόλογα απ’όσα έχω στη βιβλιοθήκη μου για το ποίημα. Να ξεχωρίσω την υποδειγματική ανάλυση που επιχειρεί ο Νικήτας Παρίσης στο βιβλίο του Κ.Π. Καβάφης – Σχόλια σε ποιητικά κείμενα, εκδ. Μεταίχμιο, 2003. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα που περιέχει τις τρεις δοκιμασίες του ποιητή. Τέλος, ένα μικρό (20 καρέ) κόμικ του Γιάννη Καλαϊτζή από το Αντί (5-12-1980). Ο Φερνάζης, ο Γ. Παπανδρέου (ο πρεσβύτερος) και το Πολυτεχνείο. “Λαμπρά ταιριάζουν όλα” θα σχολίαζε ο ποιητής…

Ο Κάλβος και το PSI

Εδώ και ένα χρόνο η ζωή μας άρχισε να περιστρέφεται γύρω από νέες, παράξενες λέξεις: νευρικές αγορές (νευρωτικές καλύτερα), χρέος, υποβάθμιση χωρών (δήθεν μόνο πιστοληπτικής ικανότητας αλλά τελικά συνολικής και καθολικής υποβάθμισης), spreads, PSI…

Ειδικά αυτό το PSI δε μου άρεσε καθόλου. Μάταια τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων κόπτονται για την αναγκαιότητά του, μάταια οι πατέρες του έθνους αλληλοσυγχαίρονται για την επιτυχία της εφαρμογής του. Εγώ εκεί, κολλημένος: αυτό το PSI, δε μου το βγάζετε από το μυαλό, με το PSA έχει σχέση. Ξέρετε, άμα περάσεις τα σαρανταπέντε – πενήντα, λένε οι γιατροί, πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις την εξέταση PSA γιατί ο καρκίνος του προστάτη δεν αστειεύεται. Έτσι άλλωστε γίνεται πάντα με τους προστάτες άλλωστε: εκεί που σε προστατεύουν σου ρίχνουν και μερικές φάπες. Και με τον καιρό όσο περισσότερο σε προστατεύουν, τόσο περισσότερο σε σφαλιαρίζουν.

Και με όλα αυτά στο νου έφτασα στον Κάλβο. Που και από “προστάτας” (αν και πολύ απείχε από τα πενήντα) ήξερε και από σφαλιάρες όταν έγραφε στις Ωδές του το ποίημα “Ευχαί” (Λυρικά, 1826  – και μια ανάλυση εδώ)

δὴ Ἕκτη. Αἱ Εὐχαί

στροφὴ πρώτη.

Τῆς θαλάσσης καλήτερα
φουσκωμένα τὰ κύματα
῾νὰ πνίξουν τὴν πατρίδα μου
ὡσὰν ἀπελπισμένην,
ἔρημον βάρκαν. 5

Καρμπονάροι. Όπως ο Κάλβος.

 

β´.
῾Στὴν στεριάν, ῾ς τὰ νησία

καλήτερα μίαν φλόγα
῾νὰ ἰδῶ παντοῦ χυμένην,
τρώγουσαν πόλεις, δάση,

λαοὺς καὶ ἐλπίδας. 10

γ´.

Καλήτερα, καλήτερα
διασκορπισμένοι οἱ Ἕλληνες
῾νὰ τρέχωσι τὸν κόσμον,
μὲ ἐξαπλωμένην χεῖρα
ψωμοζητοῦντες· 15

δ´.

Παρὰ προστάτας ῾νἄχωμεν.
Μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
πλούτη ἢ μεγάλα ὀνόματα,

μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
σκήπτρων ἀκτῖνες. 20

 

Αλλά βέβαια, τι κατάφερε τελικά ο Κάλβος;  Πικραμένος από τα χάλια της επανάστασης ξανάφυγε για Αγγλία και εκεί τελείωσε, παντρεμένος με μια “γριά Εγγλέζα δασκάλα” και ξεχασμένος απ’όλους. Τι να σας πω, πολύ γενναία τη βρίσκω αυτή την εξαφάνιση του Κάλβου. Την ώρα που όλο το Φαναριώτικο – λογιότατο σινάφι εφορμούσε για την κατάληψη των δημοσίων αξιωμάτων, αυτός αποσύρονταν στην Κέρκυρα. Και εκεί πάλι αναγνώριση στο έργο του δε βρήκε, δεν ταίριαζε στο γλωσσικό μοντέλο των Επτανησίων. Μια ζωή αγώνες και κυνήγι χωρίς καμιά εξαργύρωση. Πάντα μόνος και στην απέξω. Ιδιόρρυθμος, είπαν, μοναχικός, δύστροπος. Απλώς “δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις” κατά τον Μίκη.

Αλλά καλύτερα από μένα θα τα πει ο Σεφέρης στο ποιήμα του
[Προμετωπίδα σὲ μιὰ ἀντιγραφὴ τῶν «Ὠδῶν»] (Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄)

«Θλίβει ὁ καπνὸς τὸ διάστημα γαλάζιον τῶν ἀέρων»- διαβάζω
Κάλβο, ποὺ τύπωσε στὰ ῾26 καὶ τὸν γνωρίσαμε στὰ ῾88·
καὶ ποὺ ἔμεινε ἀξομολόγητος στὰ γεροντάματα, σὰν ἕνα «ραγισμένο βάζο»,
στὰ χέρια μιᾶς γριᾶς Ἐγγλέζας δασκάλας, σύμβολο ἀκατάλυτο καὶ φριχτὸ

γιὰ ὅσους ἐπιμένουν νὰ γράφουν στίχους ἢ πρόζα ποὺ κανεὶς δὲν καταλαβαίνει,
καὶ γυρεύουν νὰ δοξαστοῦν, οἱ τυχάρπαστοι, ἀπὸ τοὺς λογάδες καὶ τοὺς σοφούς,
ἐνῶ θὰ νά ῾ταν χίλιες φορὲς προτιμότερο, καὶ ἡ τέχνη πολὺ πιὸ εὐτυχισμένη,
ἂν πήγαιναν στὴν Ἐκάλη νὰ μαζεύουν κούμαρα, ἢ στὴ Γλυφάδα νὰ ψαρεύουν ροφούς.

Τράνσβααλ, 11. 12. 1941

Έργα και ημέρες των Βαυαρών. Ο Κολοκοτρώνης φυλακή

Έτσι πρέπει. Να μεμψιμοιρούμε που σώθηκε ο τόπος; Τι κι αν διώχτηκαν από το στρατό κλωτσηδόν οι αγωνιστές του ’21 και ψωμολυσσούσαν, τι κι αν ο λαός  Συντάγματα ψήφισε και Αντιβασιλεία και Όθωνα βρήκε, τι κι αν τα “δάνεια” έφτασαν σε δυσθεώρητα ύψη; Ήρθαν οι Γερμανοί (μη μου πείτε οτι δεν είναι Γερμανοί οι Βαυαροί…) να οργανώσουν δημόσια διοίκηση, στρατό, παιδεία, υπουργεία για να λειτουργήσει τελικά  η αποικία. Και επειδή οι ιθαγενείς είναι εντελώς ανίκανοι και διεφθαρμένοι, τις θέσεις κλειδιά τις παίρνουν οι σοφοί Βαυαροί και μερικοί άνθρωποι της κατάστασης, οι φαναρολογιότατοι – ξενόφερτοι και αυτοί. Για να μας σώσουν βέβαια. Για το καλό μας.
Από αηδία πήγε ο Κάλβος. Όρκο παίρνω.



Κόμικ, Γκρίκλις και διάφορες σκέψεις.

Έψαχνα στο διαδίκτυο προσεγγίσεις πάνω στο έργο του Παπαδιαμάντη και έπεσα πάνω σε μία σχεδόν ονειρική εικονογραφημένη διασκευή, ένα κόμικ, της “Φόνισσας” του Παπαδιαμάντη. Δε γνωρίζω τη σκιτσογράφο αλλά με εντυπωσίασε. Το βρήκα εδώ και συνέδεσα τις εικόνες σε pdf αρχείο εδώ

Έχω από την παιδική μου ηλικία μια αδυναμία  στα κόμικς που καθόλου δεν υποχώρησε με το χρόνο. Και η αδυναμία αυτή με οδήγησε τυχαία πριν πέντε χρόνια στο μεγαλύτερο, όσον αφορά τα κόμικς  και ένα από τα καλύτερα  ελληνικά φόρουμ, το GreekComics (www.greekcomics.gr). Δε θα προχωρήσω σε περιττούς επαίνους: αρκεί να πω πως έχει ήδη ολοκληρωθεί και τυπωθεί πλήρης κατάλογος όλων των κόμικς που εκδόθηκαν στα ελληνικά με πλήρη τα στοιχεία τους από 1939 έως το 2010 με δουλειά των μελών του φόρουμ (ο γράφων είχε συμμετοχή μόνο στο χαβαλέ και στην ανταλλαγή απόψεων…). Με μια εγγραφή στο φόρουμ ο φίλος των κόμικ πάει στον παράδεισο. Χωρίς υπερβολή.

Στο συγκεκριμένο φόρουμ το πρώτο πράγμα που είδα να απαγορεύεται ήταν (και είναι) τα γκρίκλις. Ξέρετε, τα λατινικά γράμματα σε ελληνικό λεξιλόγιο. Ελληνικό να το κάνει ο θεός δηλαδή, γιατί μάλλον σε φραγκοχιώτικο πηγαίνει. Και μου έκανε εντύπωση γιατί οι υπεύθυνοι του φόρουμ ούτε φιλόλογοι ούτε εκπαιδευτικοί γενικότερα ούτε αυτόκλητοι γλωσσαμύντορες είναι. Μια ευαισθησία είχαν οι άνθρωποι στο να μη δέχονται αυτόν τον οπτικό βιασμό της γλώσσας μας, αυτή την ωχαδερφίστικη παραίτηση από την ιστορική ορθογραφία που, όσο κι αν απέχει από την σύγχρονη φωνητική της απόδοση, δείχνει τη ρίζα που κρατά το δέντρο της νέας ελληνικής.

Ακάθιστος Ύμνος στα Καραμανλίδικα, τουρκικά με ελληνικούς χαρακτήρες. Ο θαυμαστός αγώνας που έκαναν ομάδες του Μικρασιατικού ελληνισμού για να αντισταθούν στον εξισλαμισμό και εκτουρκισμό τους. Τραγική η σύγκριση με τα γκρίκλις.

Πολλές φορές το είπα και στην τάξη πως δε με πειράζει αν δεν ξέρει κανείς απέξω το “Δαρείου και Παρυσάτιδος γίγνονται παίδες δύο”, δεν πιστεύω στην Ελλάδα ως  “Αρσακιώτισσα δασκάλα,/ με λογιώτατους παραγιομισμένη” του ποιητή (Κωστής Παλαμάς, Σατιρικά γυμνάσματα, Δεύτερη σειρά, 3. 1912). Με πειράζει όμως η αδιαφορία και η ευκολία με την οποία απορρίπτουμε, περιφρονούμε έναν ολόκληρο κόσμο που κυκλοφορεί αθέατος αλλά πανταχού παρών μέσα μας και γύρω μας. “Πάντα πλήρη θεών” έγραφε ο Σεφέρης στις Δοκιμές του· εμείς όμως σήμερα διαλέγουμε να περιφέρεται, επίσης αόρατος όμως πάντα επίκαιρος,  ο Θεόδοτος και το κομμένο κεφάλι του Πομπήιου, καταπώς θα’λεγε ο Καβάφης.

Αυτά και άλλα αντίστοιχα μου θύμισε η εύστοχη ανάρτηση του φίλου και συναδέλφου Μίλτου στο πολύ καλό ιστολόγιό του (https://blogs.sch.gr/milkappis). Ο τίτλος της: Η απάτη των Greeklish ! Εύστοχος ο τίτλος διότι όντως για απάτη πρόκειται. Άσε που πιστεύω πως τελικά τα γκρίκλις είναι περισσότερο ο φόβος του ανορθόγραφου μήπως αποκαλυφθεί και τον κοροϊδέψουν. Ανόητος φόβος γιατί υπάρχουν αυτόματοι ελληνικοί ορθογράφοι για κάθε φυλλομετρητή και δεν είναι ντροπή να τους συμβουλευόμαστε – το κάνω και εγώ ακόμη. Όσο για τα μηνύματα στα κινητά,επίσης δεν υπάρχει φόβος: οι φίλοι δεν παρεξηγούν, ενώ οι αποδέκτες/τριες ενός ερωτικού μηνύματος δεν κολλάν στην ορθογραφία. Τώρα δεν πιστεύω να έχετε μπλεξει με φιλόλογο; Χμμ… και γι’αυτό έχω λύση: Τριανταφυλλίδης On-Line από την διαδικτυακή υπερ-πύλη του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.

Και μην ξεχνάτε:  Όποιος γράφει γκρίκλις, μιλάει γκρίκλις. Και όποιος μιλάει γκρίκλις, σκέφτεται Greekλις