Σημειώσεις – Τίτος Πατρίκιος “Οφειλή”

            Tίτος Πατρίκιος «Οφειλή»

Μέσα από τόσο θάνατο που έπεσε και πέφτει,
πολέμους, εκτελέσεις, δίκες, θάνατο κι άλλο θάνατο
αρρώστεια, πείνα, τυχαία δυστυχήματα,
δολοφονίες από πληρωμένους εχθρών και φίλων,
συστηματική υπόσκαψη κ’ έτοιμες νεκρολογίες
είναι σα να μου χαρίστηκε η ζωή που ζω.
Δώρο της τύχης, αν όχι κλοπή απ’ τη ζωή άλλων,
γιατί η σφαίρα που της γλύτωσα δε χάθηκε
μα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου.

Έτσι σα δώρο που δεν άξιζα μου δόθηκε η ζωή
κι όσος καιρός μου μένει
σαν οι νεκροί να μου τον χάρισαν
για να τους ιστορήσω
           (Μαθητεία,1952-1962, 1963)

Η αισιόδοξη επαναστατική πνοή, που χαρακτηρίζει κυρίως την πρώτη συλλογή του Άρη Αλεξάνδρου, αναγνωρίζεται εξίσου εύκολα και στην πρώιμη ποίηση του Πατρίκιου. Στην περίπτωσή του μάλιστα οι εντολές της αριστεράς γίνονται πιο μεγαλόψυχα, θα έλεγα, δεκτές, και το αποτέλεσμα αυτής της δροσιάς καταλήγει συχνά σ’ ένα ευφρόσυνο κλίμα ανθρωπιστικού κομμουνισμού.
Ωστόσο περισσότερο από τα αγωνιστικά χρόνια της κατοχικής αντίστασης, την προσωπική ηθική και του Πατρίκιου την ορίζουν οι συνθήκες της εξορίας. Απομόνωση, εξαθλίωση, σωματική φθορά, ερωτική δίψα και αναπόληση, λήθαργος του μυαλού δραματοποιούνται με αύξουσα συχνότητα στην περίοδο κυρίως της «Μαθητείας». Απότοκο μοτίβο αυτών των συνθηκών η ανθρωπολογία της επιβίωσης με όλα τα εκφυλιστικά της σύνδρομα: η επανένταξη του απόβλητου στη δημόσια ζωή υπονομεύεται, εσωτερικά, από τα φαντάσματα των νεκρών φίλων και τις μνήμες μιας συντροφιάς που εξαρθρώθηκε οριστικά.
Όμως το θέμα που εντείνεται με την πρόοδο του χρόνου και στον Πατρίκιο είναι η άσκηση και η λειτουργία της ποίησης μέσα στον πολιτικό και τον κομματικό χώρο: τα όρια της αποτελεσματικότητάς της, οι ανακουφιστικές της διαφυγές, το εκλεκτικό της δράμα απέναντι στα κοινά δρώμενα. Κι όσο αν φαίνεται περίεργο: μολονότι η στάση του Πατρίκιου απέναντι στην ποιητική πράξη και τον πολιτικό της αντίχτυπο είναι πιο κριτική παρότι στον Αναγνωστάκη και στον Αλεξάνδρου, τελικά η εντύπωση που μας αφήνουν η μέση και η πιο ώριμη δουλειά του είναι πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν πιστό της ποίησης φανατικότερο των άλλων δυο.
 (Μαρωνίτης Δ. Ν., Ποιητική και πολιτική ηθική. Πρώτη μεταπολεμική γενιά. Αλεξάνδρου – Αναγνωστάκης – Πατρίκιος, Αθήνα 1976, Κέδρος, σσ.68-72)

Ένα «σχολικό» ποίημα του Τίτου Πατρίκιου πάνω στο τραύμα των επιζώντων, το θέμα της «ενοχής των επιζώντων» που διαπερνά άλλοτε άμεσα και ρητά διατυπωμένο όπως εδώ, άλλοτε πιο έμμεσα και διακριτικά μέσα από τη μνήμη των νεκρών ή και μέσα από άλλες μεταμορφώσεις, το σύνολο της ποίησης της Α΄ Μεταπολεμικής γενιάς. Ενδεικτικά και εντελώς πρόχειρα:

στον Θανάση Κωσταβάρα «Η μάχη» (Συμπληρώματα, 1970)
Δεν αξιώθηκα έναν όμορφο θάνατο
Εκεί πάνω στο Πήλιο τότε που δεκάξι χρονών παλικάρι
ζωσμένος τα φυσεκλίκια χτυπούσα και μάτωνα.
[…]

στον Κλείτο Κύρου «Κραυγή δέκατη πέμπτη» (Κραυγές της νύχτας, 1960)
[…]
Όπου κι αν στάθηκαν οι σκιές τους ριζώναν
Άδικα προσπαθείτε δε θα ξεριζωθούν ποτέ
Θα προβάλλουν μπροστά στα τρομαγμένα σας μάτια
Τώρα τα καταλάβαμε όλα καταλάβαμε
Τη δύναμή μας και για τούτο μιλώ
Με σπασμένη φωνή που κλαίει
Κάθε φορά στη θύμησή τους

στον Μανόλη Αναγνωστάκη «Όταν αποχαιρέτησα…» (Η Συνέχεια 2, 1956)
[…]
Πώς να μιλήσω
Ποιο απλά τι ήταν ο Ηλίας
Η Κλαίρη ο Ραούλ
Η οδός Αιγύπτου
Θα σου μιλήσω πάλι ακόμα με σημάδια
Με σκοτεινές παραβολές
Και παραμύθια
[…]

Πώς τόσα πρόσωπα
να γίνουν αριθμοί
και τόσα γεγονότα
απλά βιβλία
[…]

και περισσότερα στο χρησιμότατο άρθρο της Δώρας Μέντη «Tο θεματικό μοτίβο του “επιζώντος” στην ποίηση του Mανόλη Aναγνωστάκη», Aντί, τχ. 537-528 [αφιέρωμα], 1993, σ. 79-84

ΑΣΚΙ 1Για την εργογραφία, τη θεματολογία και τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Τίτου Πατρίκιου έχω γράψει στην ανάρτηση για το ποίημα του «Αλληγορία» ενώ χρήσιμη για το συγκεκριμένο ποίημα είναι και η ανάρτηση για το «Ο νέος ερευνητής». Εδώ θα υπογραμμίσω μόνο τον λιτό, επιγραμματικό και άνυδρο από επίθετα ποιητικό τόπο (τρία μόλις επίθετα, απόλυτα μετρημένα και αναγκαία) και το δραματικά εξομολογητικό α΄ ενικό πρόσωπο που κυριαρχεί απόλυτα και καταγράφει  – καρφώνοντας σαν πρόκες τις λέξεις, για να θυμηθούμε τον Μανόλη Αναγνωστάκη – τα τρία αξονικά θέματα που συμπλέκονται και διαπερνούν το ποίημα: ο κυρίαρχος και διαρκώς παρών θάνατος, η τυχαία επιβίωση ως δώρο των νεκρών αλλά και ως διαρκής ενοχή όσων επιβίωσαν, η οφειλή που συνεπάγεται το δώρο των νεκρών.

Σικελιώτης Γιώργος Καισαριανή: στα οδοφράγματα

Σικελιώτης Γιώργος,Καισαριανή: στα οδοφράγματα

Το ποίημα ξετυλίγει σε μία στροφική ενότητα τα τρία παραπάνω θέματα. Οι τρεις αντίστοιχες νοηματικές ενότητες καλύπτουν διαδοχικά από μία συντακτική περίοδο η καθεμιά: στίχοι 1-6, 7-9, 10-13. Η πρώτη ανήκει σχεδόν ολοκληρωτικά στον θάνατο εισάγοντας το δούρειο δώρο στον έκτο στίχο. Τρεις φορές αναφέρεται ονομαστικά και ρητά ο θάνατος και μάλιστα στους δύο πρώτους στίχους ενώ οι ποικίλες μορφές του καλύπτουν σε ασύνδετο σχήμα τους στίχους 2,3,4 και 5. Από την αρχή η βαριά σκιά του θανάτου σκεπάζει το ποίημα – δεν είναι τυχαία τα ρήματα έπεσε και πέφτει που καταγράφουν το βάρος και τον αιφνίδιο χαρακτήρα του. Δεν είναι ο κοινός, καθημερινός θάνατος σε καιρό ειρήνης, είναι ο βίαος θάνατος ταραγμένων εποχών, μέσα από την Κατοχή και τον Εμφύλιο και ούτε έχει μία και μόνη μορφή ούτε είναι πάντα μόνο βιολογικός και ούτε σταμάτησε την εποχή που γράφεται το ποίημα (χρόνια μετά τον εμφύλιο συνέχισαν τα στρατοδικεία να στέλνουν κόσμο στο απόσπασμα). Είναι ο ιστορικός θάνατος· ωστόσο επίκεντρο δεν είναι η ιστορική διάσταση αλλά η ατομική, το άτομο που επιβιώνει από τύχη και μόνο μέσα από βροχή θανάτων (θάνατο κι άλλο θάνατο). Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η καταγραφή – απαρίθμηση των ειδών του θανάτου στους τέσσερις μεσαίους στίχους: ξεκινά από αναμενόμενες για πολεμικές συνθήκες περιπτώσεις θανάτων με πολέμους, εκτελέσεις, δίκες, θάνατο κι άλλο θάνατο / αρρώστεια, πείνα αλλά ο δεύτερος στίχος κλείνει με τα τυχαία δυστυχήματα. Το ένα από τα τρία επίθετα του ποιήματος εισάγει μια διπλή αμφισημία: η ανάγνωση μπορεί να γίνει κυριολεκτικά και όντως να μιλά για τυχαία δυστυχήματα, πολύ συνηθισμένα σε ανώμαλες συνθήκες αλλά να έχει και έναν ειρωνικό χαρακτήρα από δυστυχήματα που συμφέρει να θεωρούνται τυχαία αλλά δεν είναι διόλου (εξαιρετικά συνηθισμένο φαινόμενο στα χρόνια έως τη μεταπολίτευση) και επιπλέον, αν δεν είναι τόσο τυχαία τα δυστυχήματα, προέρχονται μόνο από εχθρούς ή άραγε και φίλους; Από το σημείο αυτό και μετά ο θάνατος παίρνει άλλο χαρακτήρα καθώς δεν είναι ο θάνατος που προέρχεται μόνο από τον αντίπαλο αλλά και από φίλο ακόμη όπως ξεκάθαρα καταγράφεται στον τέταρτο στίχο: δολοφονίες από πληρωμένους εχθρών και φίλων.Η μετοχή πληρωμένους βαραίνει ιδιαίτερα τον στίχο καθώς αν για αποδιδόταν μόνο στους εχθρούς, ελάχιστη σημασία θα είχε· όμως αν πρόκειται για φίλους είναι πολύ βαριά και δεν είναι υπερβολή καθώς μέσα στις συνθήκες της Κατοχής και του Εμφυλίου που ακολούθησε, η έννοια του εχθρού και του φίλου είχε γίνει συχνά πολύ ρευστή.  Ακόμα χειρότερα στον κομβικό πέμπτο στίχο όπου κορυφώνεται – είδαμε την κλίμακα να ξεκινά από σχετικά «αναμενόμενους» θανάτους σε όλο και πιο σκοτεινούς, ύπουλους και αναπάντεχους – ο εκ των συντρόφων προερχόμενος θάνατος, διπλός τούτη τη φορά γιατί περιλαμβάνει χρόνια και μεθοδική πολιτική /ηθική υπονόμευση συστηματική υπόσκαψη  αλλά και φυσική εξόντωση πιθανότατα που υποκριτικά θα την καλύψουν με έτοιμες νεκρολογίες· ως και η νεκρολογία περιλαμβάνεται στο σχέδιο εξόντωσης. Μέσα από όλα αυτά λοιπόν η επιβίωση είναι τόσο δύσκολη υπόθεση που ξεπερνά την απλή τύχη, είναι σα να μου χαρίστηκε η ζωή που ζω. Χάρη λοιπόν η ζωή μέσα από την κυριαρχία του θανάτου, εξαίρεσή σπάνια που δεν οφείλεται σε δράση του ήρωα αλλά του χαρίστηκε, του δόθηκε, δεν το πέτυχε ο ίδιος. Και έτσι κάπου το χρωστάει.

Βάσω Κατράκη, Μπλόκο

Βάσω Κατράκη, Μπλόκο

Ο δεύτερος νοηματικός άξονας αναλαμβάνει να προσδιορίσει από πού προέρχεται το πολύτιμο μεν επώδυνο όμως δώρο της επιβίωσης: Δώρο της τύχης, αν όχι κλοπή απ’ τη ζωή άλλων, / γιατί η σφαίρα που της γλύτωσα δε χάθηκε / μα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου. Το τραύμα των επιζώντων, η ενοχή επειδή αυτοί έζησαν αλλά θα μπορούσαν να πεθάνουν όπως έγινε με πολλούς άλλους κυριαρχεί εδώ: δεν είναι απλό δώρο της τύχης η επιβίωση, πάει πολύ πιο πέρα γίνεται – ίσως – κλοπή απ’ τη ζωή άλλων καθώς ο θάνατος πέρασε δίπλα και βρήκε άλλον: γιατί η σφαίρα που της γλύτωσα δε χάθηκε / μα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου. Προσέχουμε τις κομβικές λέξεις που συνδέουν τις δύο καταστάσεις όπου η πρώτη γεννά τη δεύτερη, την τυχαία επιβίωση και την ενοχή: Δώρο της τύχης γλύτωσα, στη θέση μου για την πρώτη και κλοπή, η σφαίρα, δεν χάθηκε, βρήκε το άλλο κορμί για τη δεύτερη, Επίσης προσέχουμε το η ζωή των άλλων (που ακυρώνεται από τη σφαίρα) μαζί με το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου. Ο άλλος μπορεί να είναι ο ανώνυμος οποιοσδήποτε που βρέθηκε εκεί όπου θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε – και ο ήρωας. Είναι τόσο πολλοί οι νεκροί και πεθαίνουν με τόσους τρόπους που ο ήρωας κρίνει τόσο απίθανο το ότι έζησε ώστε να καταλήγει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συνιστά και κλοπή.

Μανουσάκης Γιώργος, Διαδήλωση 25η Μαρτίου 1943

Μανουσάκης Γιώργος, Διαδήλωση 25η Μαρτίου 1943

Το θέμα της ενοχής ολοκληρώνει τη διαδρομή του στην αρχή του τρίτου νοηματικού άξονα ο οποίος ορίζει το χρέος του ήρωα απέναντι στους νεκρούς που του χάρισαν τη ζωή δίνοντας τη δική τους. Η ζωή του ήρωα είναι σα δώρο που δεν άξιζα – δηλαδή δεν έκανε τίποτα να το κερδίσει, να το αξίζει, απλώς του δόθηκε και έζησε. Μπορεί να κλείσει αυτό το τραύμα του επιζώντος, η διαρκής ενοχή για κάτι που τυχαία και μόνο προέκυψε; Πιθανότατα όχι εντελώς αλλά μπορεί να αμβλυνθεί αν η (αδιέξοδη) ενοχή μετασχηματιστεί σε ενεργό και ζώντα ποιητικό λόγο που θα αναλάβει να ιστορήσει τους νεκρούς, Έτσι η ενοχή παύει να είναι νεκρό βάρος στην ψυχή του ήρωα και γίνεται χρέος ζωής και οφειλή του προς τους νεκρούς: κι όσος καιρός μου μένει / σαν οι νεκροί να μου τον χάρισαν / για να τους ιστορήσω. Από τη σκοπιά αυτή το ποίημα μπορεί να θεωρηθεί όχι μόνο ποίημα μιας επώδυνα βιωμένης μνήμης αλλά και ποίημα ποιητικής που μεταμορφώνει το βίωμα-μνήμη και το τραύμα-ενοχή του επιβιώσαντος ήρωα σε δωρεά από και χρέος προς τους νεκρούς, δια βίου χρέος να μιλήσει γι’αυτούς και τις πράξεις του με την ποίησή του, να τους ιστορήσει, να καταγράψει όσο μπορεί τη ζωή τους για να ξεπληρώσει τη δική του  ζωή που εκείνοι του χάρισαν πεθαίνοντας. Να μιλήσει, όπως θα έλεγε ο Μανόλης Αναγνωστάκης για τι ήταν ο Ηλίας / Η Κλαίρη ο Ραούλ / Η οδός Αιγύπτου

Στη μνήμη του Μανώλη Γλέζου που τίμησε σε όλη τη ζωή του το δώρο των νεκρών και τους ιστόρησε, κατά την οφειλή του. 
Εμφανίζεται και η αφεντιά μου που διαβάζει την Οφειλή του Πατρίκιου σε ένα βίντεο από τους φοιτητες του Τμήματος Κινηματογράφου ΑΠΘ για τον Μανώλη Γλέζο,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *