Σημειώσεις – Τίτος Πατρίκιος “Αλληγορία”

Τίτος Πατρίκιος – Αλληγορία

Σαν έπεσε η βαλανιδιά
άλλοι κόψανε ένα κλαδί, το μπήξανε στο χώμα
καλώντας για προσκύνημα στο ίδιο δέντρο,
άλλοι θρηνούσαν σ’ ελεγεία
το χαμένο δάσος τη χαμένη τους ζωή,
άλλοι φτιάχνανε συλλογές από ξεραμένα φύλλα
τις δείχνανε στα πανηγύρια βγάζανε το ψωμί τους,
άλλοι διαβεβαίωναν την βαπτικότητα των φυλλοβόλων
αφωνώντας όμως στο είδος ή και στην ανάγκη αναδάσωσης,
άλλοι, μαζί κ’ εγώ, υποστήριζαν πως όσο υπάρχουν
γη και σπόροι υπάρχει δυνατότητα βαλανιδιάς.
Το πρόβλημα του νερού παραμένει ανοιχτό
(από τη συλλογή Προαιρετική στάση, 1975)

Εργογραφία Τίτου Πατρίκιου

Χωµατόδροµος, 1954
Μαθητεία (1952-1962), Αθήνα 1963
Προαιρετική στάση, Αθήνα (Ερµής) 1975
Ποιήµατα 1 (1948-1954), Αθήνα (Θεµέλιο) 1976
Θάλασσα επαγγελίας, Αθήνα (Θεµέλιο) 1977
Αντιδικίες, Αθήνα (Ύψιλον) 1981
Παραµορφώσεις, Αθήνα (∆ιάττων) 1989
Η ηδονή των παρατάσεων, Αθήνα (∆ιάττων) 1992
Ποιήµατα, Α΄-Γ΄, Αθήνα (Κέδρος) 1998.
Η αντίσταση των γεγονότων, Αθήνα (Κέδρος) 2000
Ποιήµατα, ∆΄, Αθήνα, Κέδρος, 2002
Η πύλη των λεόντων, Αθήνα (∆ιάττων) 2002
Η νέα χάραξη, Αθήνα (Κέδρος) 2007
Λυσιµελής πόθος, Αθήνα (Κέδρος και ∆ιάττων) 2008

ΠΕΖΑ
Η συµµορία των δεκατριών. Ηµερολόγιο του 1940 και άλλα γραφτά, Αθήνα (∆ιάττων) 1990
Συνεχές ωράριο· διηγήσεις, Αθήνα (∆ιάττων) 1993
Στην ίσαλο γραµµή· Αφηγήσεις, Αθήνα (Κέδρος) 1997
Οι τέσσερις φιγούρες, 2001
Περιπέτειες σε τρεις σχεδίες, Αθήνα (Κέδρος) 2006

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
Γκ. Λούκατς, Μελέτες για τον ευρωπαϊκό ρεαλισµό, 1957
Λ. Αραγκόν, Μ’ ανοιχτά χαρτιά, 1965

Η «Αλληγορία» είναι το τελευταίο ποίημα της τρίτης συλλογής του Τίτου Πατρίκιου «Προαιρετική στάση». Γράφει σχετικά ο Δ.Ν. Μαρωνίτης: Εν τούτοις η ωριμότερη συλλογή, και η τελευταία που ξέρουμε ως τώρα, πετυχαίνει εκεί που ακροβατεί η μεσαία. Γιατί στην «Προαιρετική στάση» υπάρχει πια απόφαση: το ποιητικό σώμα δεν ταυτίζεται με την ύλη της δραματικής έκρηξης, αλλά συντίθεται από τα μεταδραματικά της θραύσματα: εκείνα που υποδηλώνουν τι προηγήθηκε, αλλά δεν το θεματογραφούν. Αποτέλεσμα: το ποίημα, τελειωμένο, βρίσκεται πια σε ίση απόσταση, από τον ποιητή και τον αναγνώστη, σ’ ένα είδος περίπου νεκρής ζώνης, δίχως να κρέμεται από τον αφαλό του γεννήτορα του. Αυτός ο ουδέτερος, κατά κάποιο τρόπο, τόνος επιτρέπει κινήσεις γύρω από το περίοπτο ποίημα. Στις καλύτερες μάλιστα περιπτώσεις, και ύστερα από τις ερευνητικές αυτές πολιορκίες, το ποίημα παραμένει ακόμη στο κέντρο: στέρεο, ακέραιο και πολυσήμαντο. Η μαθητεία στον Μπρεχτ έδωσε ήδη τους καρπούς της – ακόμη και στο άβολο χωράφι της αλληγορίας, όπως λ.χ. φαίνεται από το τελευταίο ποίημα αυτής της συλλογής […]
Γύρω από το παραδοσιακό (και ελληνικό) σύμβολο της βαλανιδιάς χαράσσονται με κιμωλία οι κύκλοι ενός μπρεχτικού σχεδόν συλλογισμού, που λάμπει, κόβει και διδάσκει, αφήνοντας όμως πάντοτε την τελευταία πόρτα ανοιχτή. Μπροστά στην πολιτική αποτυχία οι στάσεις των ανθρώπων, οι τυπικές και οι επαναλαμβανόμενες: πολιτικός μυστικισμός, ποιητική αισθηματολογία, αισθηματικό εμπόριο της καταστροφής, βυζαντινός αναρχισμός, σοσιαλιστικός ρεαλισμός, μαθηματική νηφαλιότητα και επιστημονική απορία. Αυτή η σκάλα με βοηθεί να κλείσω καλά το κεφάλαιο για την ποιητική και πολιτική ηθική του Τίτου Πατρίκιου. (Δ. Ν. Μαρωνίτης – Ποιητική και Πολιτική  Ηθική, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1976)

25204349 patrikiosΟ Τίτος Πατρίκιος (Α΄ μεταπολεμική γενιά) με εξορίες στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον Άη Στράτη (1952-1953) είναι ο τελευταίος μείζων εν ζωή ποιητής της γενιάς αυτής που πέρασε από τον ΕΛΑΣ, το ΚΚΕ, τις φυλακές και τις εξορίες για να φτάσει αργότερα με τη  διάσπαση του ΚΚΕ, τη δικτατορία και τη μεταπολίτευση στον σταδιακό εκφυλισμό ιδεών και οραμάτων. Βέβαια ο όρος «γενιά της ήττας» που τους αποδόθηκε είναι πολύ συζητήσιμος και ίσως και άδικος. Δύο τρία πράγματα έγραψα στην ανάρτηση για τον Λειβαδίτη

Κύρια θέματα στην Α΄ Μεταπολεμική ποιητική γενιά
1. Το ιστορικό βίωμα (Πόλεμος, Κατοχή-Αντίσταση, Εμφύλιος).
2. Η στρατιωτική ήττα της αριστεράς, εγκλεισμοί, διώξεις, εκτελέσεις.
3. Τα προβλήματα προσαρμογής στο μετεμφυλιακό περιβάλλον.
4. Η κρίση ιδεών στο εσωτερικό της αριστεράς.
5. Η νοσταλγία της χαμένης νεανικής ρώμης.
6. Η αποδυνάμωση της ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον.
7. Υπαρξιακή αγωνία.
8. Αίσθημα μοναξιάς και αλλοτρίωσης του ανθρώπινου προσώπου.
• «Στάση κοινωνικού πόνου» (Πάνος Θασίτης).
• «Ποιητική και πολιτική ηθική» (Δ. Ν. Μαρωνίτης)

Κύριοι εκφραστικοί τρόποι:

– Χρήση α΄ πληθυντικού προσώπου (πίστη στο συλλογικό όραμα).
– Στροφή στο α΄ ενικό πρόσωπο (διάψευση και εσωστρέφεια, υποκειμενική θέαση του κόσμου).
– Εξωτερίκευση με τόνους δραματικούς της υπαρξιακής αγωνίας.
– Υιοθέτηση ρεαλιστικής έκφρασης, η οποία αντλεί το ύφος της από τη γλώσσα της καθημερινής ζωής.
– Περιστασιακή χρήση της λόγιας γλώσσας, συνήθως με ειρωνική διάθεση.
– Υιοθέτηση (αρχικά) της παραδοσιακής έμμετρης στιχουργίας στη συνέχεια επιλογή του ελεύθερου στίχου.
– Αξιοποίηση του Μοντερνισμού και της κληρονομιάς του υπερρεαλισμού.

Στην ποίηση της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς μπορούμε σε γενικές γραμμές να ξεχωρίσουμε τις εξής τάσεις:

α) την αντιστασιακή ή κοινωνική, όπου κυριαρχεί το όραμα για έναν κόσμο πολιτικά και κοινωνικά δικαιότερο (βλ. Άρης Αλεξάνδρου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Μιχάλης Κατσαρός, Τάκης Σινόπουλος, Θανάσης Κωσταβάρας, Τάσος Λειβαδίτης, Τίτος Πατρίκιος, κ.ά),

β) την νεοϋπερρεαλιστική, όπου οι ποιητές ανανεώνουν και προωθούν σημαντικά την υπερρεαλιστική ποίηση του μεσοπολέμου (Ελένη Βακαλό, Νάνος Βαλαωρίτης, Έκτωρ Κακναβάτος, Μίλτος Σαχτούρης κ.ά).

γ) την υπαρξιακή ή μεταφυσική, στην οποία οι ποιητές καταπιάνονται με υπαρξιακά ζητήματα και καταγράφουν την μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο θάνατο (βλ. Νίκος Καρούζος, Όλγα Βότση, Γιώργης Κότσιρας).

Το ποίημα, ολιγόστιχο και λιτό όπως όλα της συλλογής, υιοθετεί μια γλώσσα απλή, γυμνή από επίθετα, σχεδόν άκαμπτη, χωρίς εμφανή λυρισμό ή δραματικότητα και θυμίζει αρκετά τα ποιήματα του Μαρκόπουλου που είδαμε (η τρίτη μεταπολεμική γενιά, γενιά του 70 ή της αμφισβήτησης όπως επίσης ονομάζεται, χρωστά πολλά στην πρώτη ενώ αγνόησε τη χαμηλόφωνη και πιο εσωστρεφή δεύτερη μεταπολεμική). Πρωτοπρόσωπος αφηγητής  που φαίνεται μόλις στιγμιαία στον δέκατο στίχο (βιωματικότητα και εδώ, πώς όχι άλλωστε με τέτοια θεματολογία). Μία στροφική και νοηματική ενότητα με τον πρώτο στίχο Σαν έπεσε η βαλανιδιά να εισάγει το μείζον γεγονός της πτώσης της βελανιδιάς και τον τελευταίο να θέτει το αναπάντητο πρόβλημα του νερού. Ενδιάμεσα ανά δύο στίχους οι πέντε διαφορετικές στάσεις μπροστά στο γεγονός σε ασύνδετο σχήμα:

  • άλλοι κόψανε ένα κλαδί, το μπήξανε στο χώμα // καλώντας για προσκύνημα στο ίδιο δέντρο
    Πολιτικός μυστικισμός κατά τον Μαρωνίτη: όντως η λέξη «προσκύνημα» εκεί παραπέμπει αν και ο όρος παραπέμπει περισσότερο (μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968) στο ορθόδοξο ΚΚΕ και την μάλλον θρησκευτικής/δογματικής υφής προσέγγισή του στον μαρξισμό-λενινισμό και λιγότερο στο τότε ΚΚΕ εσωτερικού που ήταν σαφώς πολύ πιο κριτικό απέναντι στις στάσεις και παραλείψεις της κομματικής ηγεσίας, μάλλον πλουραλιστικό στις προσεγγίσεις της μαρξιστικής θεωρίας και απόλυτα απέναντι στις διάφορες επεμβάσεις της Σοβιετικής Ένωσης στις ανατολικές χώρες της Ευρώπης (κυρίως) αλλά και τα ζητήματα ελευθερίας στην ίδια χώρα. Ωστόσο εκτιμώ ότι μπορεί (και πρέπει) η αλληγορία να εφαρμοστεί και στη στάση του ΚΚΕ μετά την Κατοχή και τον εμφύλιο: από ολόκληρο τη βελανιδιά που αποτέλεσε την Εθνική Αντίσταση και φυσικά «έπεσε» μετά τα Δεκεμβριανά και τη Βάρκιζα, το ΚΚΕ ονόμασε το κλαδί (τον εαυτό του) βελανιδιά και καλεί σε προσκύνημα, σε άκριτη δηλαδή λατρεία
  • άλλοι θρηνούσαν σ’ ελεγεία // το χαμένο δάσος τη χαμένη τους ζωή,
    Ποιητική αισθηματολογία κατά τον Μαρωνίτη: πολύ ακριβής η έκφραση γιατί τι άλλο πέρα από αισθηματολογία θα μπορούσε να είναι όλο αυτό το ατέλειωτο θρηνολόγημα για χαμένα ιδανικά και χαμένους αγώνες; Είτε πρόκειται για την ενότητα του κόμματος είτε (πολύ πιθανότερο όπως εκτιμώ) για τη χαμένη μάχη της Αντίστασης και του Εμφυλίου. Ωστόσο εδώ δεν πρέπει να γίνει το λάθος να συμπεριληφθούν οι ποιητές εκείνοι (Αναγνωστάκης, Πατρίκιος, Κωσταβάρας, Λειβαδίτης, Θασίτης, Αλεξάνδρου) που με τον ποιητικό τους λόγο προσπάθησαν να καταγράψουν με δραματικότητα το πώς και γιατί οδηγήθηκε το κίνημα σε ήττα: όχι κλάψα ή ηττοπάθεια, όπως κατηγορήθηκαν μάλλον άδικα και με πολιτική σκοπιμότητα (δες τις σημειώσεις στην ανάρτηση για την Καντάτα του Λειβαδίτη) αλλά μνήμη. Ελεγεία και εδώ αλλά όχι αισθηματολογία: Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ // Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα // Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω // Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
  • άλλοι φτιάχνανε συλλογές από ξεραμένα φύλλα // τις δείχνανε στα πανηγύρια βγάζανε το ψωμί τους,
    Aισθηματικό εμπόριο της καταστροφής κατά Μαρωνίτη. Υπάρχουν πάντα και αυτοί που για να βγάλουν το ψωμί τους (και κάτι παραπάνω ενίοτε) θα πουλήσουν ό,τι έχουν από την βελανιδιά, όσα ξεραμένα φύλλα απέμειναν στα χέρια τους: πληροφορίες, ντοκουμέντα, αναμνήσεις, φιλίες και αγώνες ακόμη. Στο πανηγύρι της πολιτικής σκηνής, της κομματικής προπαγάνδας έως ακόμη και στα ΜΜΕ. Κάποιοι θα καταφέρουν έτσι να επιβιώσουν πολιτικά ακόμα και στο στρατόπεδο του εχθρού. Δεν έγραψε άδικα το επιτύμβιο για τον Λαυρέντη ο Μανόλης Αναγνωστάκης. Ειδικά στη μεταπολίτευση το είδαμε σε ευρεία κλίμακα. Πού να τα φανταστεί τότε ο ποιητής…
  • άλλοι διαβεβαίωναν τη βλαπτικότητα των φυλλοβόλων // διαφωνώντας όμως στο είδος η και στην ανάγκη αναδάσωσης,
    Βυζαντινός αναρχισμός κατά Μαρωνίτη: Συλλήβδην απόρριψη κάθε ιδεολογίας (φυλλοβόλα) στο όνομα μιας νεφελώδους πολιτικής προσέγγισης που, αν δεν καταλήγει στην απέναντι πλευρά, τουλάχιστον αδυνατεί να δώσει απαντήσεις στο με τι θα αντικατασταθεί το χαμένο ιδανικό ή φτάνει στο να μην υπάρχει καν κάποιο ιδανικό. Χαρακτηριστικός τρόπος σκέψης που οδηγείται από την αμφισβήτηση της αξίας της βελανιδιάς (ιδανικό) σε αδιέξοδο και πολιτικό μηδενισμό γιατί δεν έχει τίποτα ουσιαστικό να προτείνει παρά επιμένει σε στείρα κριτική και ατέρμονες και αδιέξοδες συζητήσεις και λεπτολόγες αναλύσεις (που θυμίζουν συζητήσεις για το φύλο των αγγέλων στο Βυζάντιο την ώρα που η αυτοκρατορία κατέρρεε} εξυπηρετώντας έτσι ουσιαστικά τους πολιτικούς αντιπάλους και στερεώνοντας τη εξουσία τους. Δυστυχώς πολύ συνηθισμένη στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς: ατέρμονες διαφωνίες και άπειρες γνώμες χωρίς όμως να οδηγούνται σε ενέργειες
  • άλλοι, μαζί κι εγώ, υποστήριζαν πως όσο υπάρχουν // γη και σπόροι υπάρχει δυνατότητα βαλανιδιάς.
    Σοσιαλιστικός ρεαλισμός κατά τον Μαρωνίτη. Και ναι και ίσως κάπου όχι. Είναι σίγουρα μια αισιόδοξη εκτίμηση που εκτιμά ότι όσο υπάρχουν οι αντικειμενικές συνθήκες (γη και σπόροι, άνθρωποι που καταπιέζονται και οι ιδέες που τεκμηριώνουν και στηρίζουν τους αγώνες) θα υπάρχει η δυνατότητα να στηθεί ξανά το ιδανικό, η βελανιδιά. Η ένστασή μου είναι ότι ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός εμπεριέχει εξ αρχής ένα στοιχείο υπερβολής και απλοϊκότητας· και πάλι βέβαια η σκέψη ότι αρκούν η γη και οι σπόροι είναι όντως κάπως απλοϊκή εκτίμηση και υπερβολικά αισιόδοξη. Την πιστεύει ωστόσο και ο ίδιος ο ήρωας/αφηγητής /ποιητής (δεν υπάρχει καν η υποψία ότι το ποιητικό εγώ επιχειρεί να αποστασιοποιηθεί έστω και στο ελάχιστο από τον ποιητή). Τελικά ίσως ο Μαρωνίτης να ευστοχεί πλήρως με τον όρο.
  • Το πρόβλημα του νερού παραμένει ανοιχτό.
    Το ζήτημα όμως δεν είναι ούτε τα πρόσωπα ούτε οι ιδέες για να στηθεί εκ νέου το ιδανικό, η βαλανιδιά. Αυτά υπάρχουν και θα υπάρχουν. Το νερό είναι το πρόβλημα. Πώς θα ποτιστεί το χώμα για να φυτρώσει ο σπόρος πώς θα ανανεωθούν (αυτό είναι το νερό) οι ιδέες και τα οράματα μέσα από τα αδιέξοδα που έχουν οδηγηθεί ώστε να δυναμώσουν και να μετουσιωθούν από σπόρος σε δέντρο. Λείπει η κινητήρια δύναμη που θα αναζωογονήσει τις ιδέες και θα εμπνεύσει τους ανθρώπους να υπηρετήσουν τα ιδανικά. Δεν έχουν ηττηθεί οι ιδέες αλλά δείχνουν, στην παρούσα μορφή τους να έχουν χάσει τους ζωτικούς τους χυμούς. Κάπως έτσι άλλωστε έθεσε το θέμα και ο Μιχάλης Κατσαρός ήδη είκοσι χρόνια πριν («Θα σας περιμένω», Κατά Σαδδουκαίων, 1953)
    Μην ἀμελήσετε.
    Πάρτε μαζί σας νερό.
    Το μέλλον μας θα έχει πολύ ξηρασία.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *