Έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου [“Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”, μέρος πρώτο]

Ενενηντάχρονα μνήμης της μικρασιατικής τραγωδίας συμπληρώνονται τον φετινό Σεπτέμβρη.  Και δε θα μπορούσε να είναι χειρότερη η συγκυρία καθώς η χώρα βυθίζεται καθημερινά  στη δίνη μιας ατελείωτης κρίσης. Μιας κατ΄επίφαση οικονομικής κρίσης που δεν είναι όμως τίποτα άλλο από το αποτέλεσμα μιας πολυετούς ηθικής κρίσης. Δεν προχωρώ περισσότερο, οι αναγνώστες έχουν ήδη διαβάσει δεκάδες ανάλογα κείμενα με το κοντό και το μακρύ του καθενός για το χάλι μας. Εγώ επιλέγω να θυμάμαι, με αφορμή δύο εξαιρετικές αναρτήσεις στον πολύ καλό ιστότοπο εν κρυπτώ, (εδώ και εδώ) τους ήρωες που προχώρησαν στα σκοτεινά. Που πέρασαν την Αλμυρά Έρημο παλεύοντας να φτάσουν στην Άγκυρα. Και που σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, οδηγημένοι από μια ανίκανη στρατιωτική ηγεσία και ακόμα πιο ανίκανη – στα όρια της προδοσίας – πολιτική ηγεσία άφησαν τα κόκαλά τους στο Αφιόν Καραχισάρ, στο Αλή Βεράν ή αιχμάλωτοι στα βάθη της Μικρασίας. Άμωμοι σεις, αν έπταισαν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος ψιθυρίζει ο Αχαιός του Καβάφη βλέποντας την πλήρη εξαχρείωση των κρατούντων στην εποχή του. Τα ελεεινά και αιματηρά παιγνίδια τους για έναν θρόνο-άθυρμα στα χέρια της Ρώμης. Άμωμοι πράγματι, ψιθυρίζουμε και μεις σήμερα καθώς το άθλιο αυτό έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου δεν λέει να τελειώσει, χρόνια τώρα. Το ποίημα:

Κ.Π.Καβάφης
Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες
[σύνθεση: 1922/ δημοσίευση: 1922]

Ανδρείοι σεις που πολεμήσατε και πέσατ’ ευκλεώς·
τους πανταχού νικήσαντας μη φοβηθέντες.
Άμωμοι σεις, αν έπταισαν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος.
Όταν θέλουν οι Έλληνες να καυχηθούν,
«Τέτοιους βγάζει το έθνος μας» θα λένε
για σας. Έτσι θαυμάσιος θάναι ο έπαινός σας. –

Εγράφη εν Αλεξανδρεία υπό Αχαιού·
έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου.

Αυτό που διαρκώς και επαναληπτικά εντυπωσιάζει τον αναγνώστη του καβαφικού έργου είναι η πολλαπλότητα των επιπέδων στα οποία αναπτύσσονται τα ποιήματα. Εδώ, λόγου χάρη, έχουμε ένα εξάστιχο επίγραμμα για τους νεκρούς της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Τίποτα το τρομερό σε πρώτη ανάγνωση. Προκύπτουν βέβαια κάποια ιστορικά ζητήματα, όπως το ζήτημα των ευθυνών του Δίαιου και Κριτόλαου και η ενδιαφέρουσα εναλλαγή καθαρεύουσας (τρεις πρώτοι στίχοι) και δημοτικής (στίχοι 4-6) αλλά τίποτα το εντυπωσιακό. Αυτό που αλλάζει τα πάντα είναι η προσθήκη των δύο τελευταίων στίχων που ανασημασιοδοτούν όλο το ποίημα. Αχαιός, στην Αλεξάνδρεια του Πτολεμαίου Θ΄ Λάθυρου, ένα χρόνο πριν τον θανατό του τελευταίου. Δεν είναι πια ένα ψυχρό επίγραμμα για κάποιους γενναίους νεκρούς του παρελθόντος· είναι ένα ελεγείο από έναν συμπατριώτη τους που, ξένος στην Αλεξάνδρεια του Πτολεμαίου Ρεβύθη (= Λάθυρος) ζει την έσχατη παρακμή του ελληνισμού και δεν μπορεί παρά να νοσταλγεί τη θυσία εκείνων που πέρασαν στην αφθαρσία και τη δόξα 66 χρόνια πριν.

Αυτόματα το επίγραμμα γίνεται πολιτικό σχόλιο και τα χρονικά επίπεδα διευρύνονται σε δύο, ορατούς και διακριτούς – αλλά και άμεσα συσχετιζόμενους – κύκλους: Κοντά στον πυρήνα ο κύκλος των ανδρείων και αμώμων νεκρών, τα ιστορικά γεγονότα του επιγράμματος με τη μάχη της Λευκόπετρας (146 πΧ) και τη συνεπακόλουθη καταστροφή της Κορίνθου από τον ύπατο Μόμμιο. Είναι το τέλος του ελληνικού κόσμου καθώς η Ελλάδα γίνεται οριστικά και επίσημα ρωμαϊκή επαρχία. Σε ομόκεντρο ευρύτερο κύκλο ο  ανώνυμος Αχαιός του 82 πΧ που συνθέτει το επίγραμμα κρυφοκοιτάζοντας με απελπισία τα καμώματα του Πτολεμαίου Θ΄και πίσω του τη Ρώμη, αόρατη, να κινεί τα νήματα. Οι δύο αυτοί ενδοκειμενικοί κύκλοι στηρίζουν ένα τρίγωνο προσώπων με κορυφή τους πανταχού νικήσαντας Ρωμαίους και βάση από τη μια τους μη φοβηθέντας του 146 πΧ και από την άλλη τον γελοίο  Πτολεμαίο Θ΄ Σωτήρα Β΄ (κατά τους αυλικούς) ή Λάθυρο (κατά τον λαό), υποχείριο και πρακτικά υποτελή της Ρώμης. Μεγάλη η διαφορά στη βάση του τριγώνου καθώς δεν είναι μόνο τα χρόνια που χωρίζουν τα δύο άκρα (Αχαιούς της Συμπολιτείας και Λάθυρο) αλλά κυρίως η χαώδης διαφορά ήθους.

Γιατί όμως ο ποιητής να επιλέξει τον ανώνυμο Αχαιό ως ενδιάμεσο αφηγητή (καλύτερα: σχολιαστή), ως προσωπείο του; Σκοπεύει απλώς να αφήσει τον αναγνώστη να  σχολιάσει τη διαφορά ήθους που επισημάνθηκε πριν, κατασκευάζοντας ένα πορτραίτο και μόνο; Παρόλο που η απάντηση δεν είναι αυτονόητη – το γιατί θα το παρουσιάσω παρακάτω – αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στο χρόνο σύνθεσης αλλά και έκδοσης του ποιήματος: 1922. Ξαφνικά οι ανδρείοι Αχαιοί πολεμιστές, οι φταίχτες Δίαιος και Κριτόλαος αλλά και ο ξεπεσμένος Λαγίδης, γίνονται τραγικά σύγχρονες με τον ποιητή φιγούρες (και ναι, τραγικότατα σύγχρονες και με τον σημερινό αναγνώστη). Ένας τρίτος, εξωκειμενικός τώρα, κύκλος διακρίνεται με ιστορικό φόντο τη μικρασιατική τραγωδία. Και δε λείπουν ούτε οι γενναίοι της Συμπολιτείας που οδηγήθηκαν στον όλεθρο από τους σύγχρονους του Καβάφη Δίαιους και Κριτόλαους, την ανεπαρκέστατη στρατιωτική ηγεσία του 1920-1922, ούτε οι άθλιοι και άβουλοι έως προδοσίας Πτολεμαίοι Λάθυροι της πολιτικής ηγεσίας ούτε και ο ανώνυμος Αχαιός – σύγχρονός τους όμως πια – που  μνημονεύει τους ωραίους νεκρούς, ο ίδιος δηλαδή ο ποιητής. Όχι μόνο ομόκεντρος αλλά και σύστοιχος με τους προηγούμενους ο τρίτος κύκλος διαφέρει μόνο στους Ρωμαίους. Αλλά αν οι Τούρκοι μοιάζουν λίγοι για πανταχού νικήσαντες, ας αναλογιστεί κανείς και τη βοήθεια που έλαβαν από τους “συμμάχους” μας Γάλλους, Ιταλούς αλλά και Άγγλους ακόμη. Τρεις εποχές σε οκτώ στίχους: η πυκνότητα και λιτότητα του λόγου σε όλο της το μεγαλείο.

Το θέμα πάντως του τρίτου κύκλου έχει πολύ απασχολήσει τους κριτικούς. Ο Σεφέρης επιχειρώντας τον συσχετισμό Καβάφη  – Έλιοτ με τη χρήση της μυθικής μεθόδου [βλέπε το άρθρο του Nάσου Bαγενά, «O Kαβάφης της κριτικής και ο Kαβάφης του Σεφέρη» (1991)] χρησιμοποίησε ως παράδειγμα το συγκεκριμένο ποίημα [Γιώργος Σεφέρης, «K.Π. Kαβάφης, Θ.Σ. Έλιοτ· παράλληλοι» (1946)]. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Τίμου Μαλάνου [Μαλάνος Τίμος, Καβάφης- Έλιοτ (είναι πράγματι παράλληλοι;) · Κριτική μελέτη, Αλεξάνδρεια, 1953] ο οποίος αντιτείνει ότι το ποίημα είναι γραμμένο το πολύ τον Φεβρουάριο του 1922 (η κατάρρευση του μετώπου έγινε τον Σεπτέμβριο) και επιπλέον παραθέτει μαρτυρίες ότι ο Καβάφης ενοχλούνταν όταν συσχετίζονταν ποιήματά του με την σύγχρονή του πραγματικότητα, κοινωνική ή πολιτική. Ο Σεφέρης απάντησε με μια επιστολή προς τον Μαλάνο που αρχικά σχεδίαζε να δημοσιεύσει [Γιώργος Σεφέρης – Υστερόγραφο στη δοκιμή ‘Καβάφης – Έλιοτ Παράλληλοι’] αλλά τελικά έμεινε ανέκδοτη. Ακολούθησε νέα τοποθέτηση του Μαλάνου αλλά πια η υπόθεση εξελίχθηκε ως ένα ακόμη επεισόδιο στη γνωστή προσωπική αντιδικία τους.

Τα επιχειρήματα του Μαλάνου δεν είναι αμελητέα, ωστόσο η εμμονή του στην ψυχαναλυτική ερμηνεία της καβαφικής ποίησης σε συνδυασμό με την αδυναμία του να κατανοήσει σημαντικά κομμάτια της ποιητικής του Καβάφη, τον αδικούν στις κρίσεις του. Το 1922 ήταν φανερό ότι το μέτωπο έστεκε επί ξυρού ακμής. Σοφοί δε προσιόντων έγραφε αλλού ο ποιητής  αλλά δε χρειαζόταν ιδιαίτερη σοφία να περιμένει κανείς το απευκταίο. Άλλωστε το πολιτικό κλίμα ήταν από χρόνια τόσο δηλητηριασμένο που, ανεξάρτητα με το αν και πότε θα συντελούνταν η καταστροφή, δικαίωνε τη θλιβερή ατμόσφαιρα που εκπέμπει το ποίημα. Επιπλέον είναι φυσιολογικό να μη θέλει ο ποιητής να συσχετίζονται ποιήματά του με σύγχρονα πολιτικά γεγονότα. Σπάνια η επικαιρική λογοτεχνία ξεπερνά το μέσο όρο και σπανιότερα μπορεί να υπερβεί το γεγονός που καταγράφει και να το υψώσει σε διαχρονικό σύμβολο. Το ότι ο Καβάφης βιώνει την αρχαία ιστορία ως σύγχρονο γεγονός, το ότι βλέπει τον αόρατο Θεόδοτο να περιφέρει το κεφάλι του Πομπήιου μέσα στην νοικοκυρεμένη ζωή μας, δε σημαίνει ότι αγνοεί το παρόν. Οι κραυγαλέες αναφορές τον ενοχλούν και τον απωθούν αλλά οι κρυπτικοί και διφορούμενοι συσχετισμοί με τη σύγχρονη πραγματικότητα μάλλον τον έλκουν, όπως απέδειξε και ο Στρατής Τσίρκας στα έργα του Ο Καβάφης και η εποχή του και Ο πολιτικός Καβάφης (γνωστότατη η διαφωνία του Μαλάνου και με τον τελευταίο). Ως απόδειξη των παραπάνω παραθέτω τη μαρτυρία του Πόλυ Μοδινού, φίλου του ποιητή: Μέσα Σεπτεμβρίου 1922 είχε συντελεστεί η καταστροφή του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Ο Καβάφης καθισμένος στη συνηθισμένη θέση του στο σαλόνι, σκυθρωπός αμίλητος, περίλυπος. Ξαφνικά με πνιγμένη φωνή ξέσπασε: “Είναι τρομερό αυτό που μας συμβαίνει. Χάνεται η Σμύρνη, χάνεται η Ιωνία, χάνονται οι Θεοί.” Δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Στο φως της λάμπας είδα τα δάκρυα να κυλούν στο ρυτιδωμένο πρόσωπό του. Από τότε ξέρω και πώς εκδηλώνεται και πώς δεν εκφράζεται ένας μεγάλος πόνος (Πόλυς Μοδινός, “Ο Καβάφης όπως τον γνώρισα”, Νέα Εστία τ. 1341, σελ. 635-642. Εδώ: σελ. 641)

Αντίοχος Δ΄ Επιφανής

Κάτι ακόμη που δεν έχει προσεχθεί είναι ότι το 1922 ο ποιητής συνθέτει και εκδίδει τρία μόνο ποιήματα. Πέρα από το συγκεκριμένο ποίημα επεξεργάζεται και εκδίδει το Σ΄ένα βιβλίο παλιό- και κυρίως το Προς τον Αντίοχον Επιφανή με την ιδιόρρυθμη μετρική του (κάθε στίχος αποτελείται από δύο ιαμβικούς επτασύλλαβους). Το τελευταίο αυτό ποίημα πρέπει να το ξεκίνησε κοντά στο 1911 αλλά του δίνει τελική μορφή και το εκδίδει το 1922. Και εδώ το θέμα του φόβου: δεν τολμά να μιλήσει ο Αντίοχος Δ΄Επιφανής υπέρ των Μακεδόνων του Περσέα που αγωνίζονται μόνοι πια για την τιμή των Ελλήνων απέναντι στους Ρωμαίους. Θυμάται τον πατέρα του Αντίοχο Γ΄Μέγα και την ήττα του στη Μαγνησία καθώς και τον αδελφό του Σέλευκο Δ΄Φιλοπάτορα που δολοφονήθηκε κάπως ύποπτα. Η θέρμη του νεαρού Αντιοχέα ίσως τον συγκινεί αλλά η πιθανότητα να μάθουν στη Ρώμη έστω και τη συμπάθειά του προς τον Περσέα τον αποθαρρύνει από το να μιλήσει. Και άλλωστε ταχέως επήλθε εις Πύδναν η απαισία λήξις.

Η Αλεξάνδρεια στις αρχές του 20ου αιώνα.

Είναι η ίδια ατμόσφαιρα φόβου και παρακμής ενός κόσμου που οδηγείται στην κατάρρευση. Ή μήπως στην αγγλοκρατούμενη Αλεξάνδρεια του 1922 θα ήταν δυνατόν ο ποιητής, εργαζόμενος σε αγγλική εταιρία, να εκφράσει ανοιχτά την συμπαράστασή του στον ελληνικό αγώνα της Μικράς Ασίας; Την εποχή εκείνη οι Άγγλοι είχαν ήδη εγκαταλείψει τους Έλληνες στην τύχη τους και από την άλλη ουδέποτε συμπάθησαν την ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο, εμπόδιο στην εμπορική τους κυριαρχία . Το “Προς τον Αντίοχον Επιφανή” ανασύρεται, ολοκληρώνεται και δημοσιεύεται για να διαβαστεί μαζί με το “Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”. Έτσι ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί πια να διακρίνει εναργέστερα τον τρίτο χρονικό κύκλο.

Τρεις λοιπόν εποχές (για να δανειστώ την ορολογία του Δ.Ν.Μαρωνίτη από τις Εποχές του Κρητικού) : εποχή της Λευκόπετρας (πεσόντες της συμπολιτείας), εποχή της Αλεξάνδρειας (Αχαιός), εποχή της Μικράς Ασίας (χρόνος δημιουργίας/έκδοσης). Διάλεξα να ονομάσω έτσι τις εποχές από το τρίγωνο – και πάλι! -που συνθέτουν οι τόποι στο ποίημα. Στη βάση του τριγώνου οι χώροι του δράματος: Λευκόπετρα του 146 π.Χ και Μικρά Ασία του 1922 μ.Χ. Μακρινοί στο χρόνο αλλά ταυτόσημοι όσον αφορά το ποιόν των δρώντων προσώπων: γενναίοι, άμωμοι, καύχημα των Ελλήνων. Στην κορυφή του τριγώνου η Αλεξάνδρεια του Αχαιού αλλά και του Καβάφη. Χώρος όπου η μνήμη καταγράφεται, αποκρυσταλλώνεται σε ποίημα και κρυπτογραφείται ως προς τις προεκτάσεις της και τις πιθανές συγκρίσεις· έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου σημειώνει ο Αχαιός για τον Λάθυρο και τους αόρατους Ρωμαίους, 1922 ετοιμάζει και εκδίδει άμεσα το ποίημα ο Καβάφης, τη χρονιά που οι Λάθυροι του παλατιού και οι Δίαιοι – Κριτόλαοι του στρατού παρέδωσαν με τη βοήθεια των “συμμάχων” την Ιωνία στον Κεμάλ.

Θα ακολουθήσει το δεύτερο μέρος της ανάρτησης με μια στενότερη προσέγγιση του ποιήματος και τον σχετικό φάκελο.

3 σχόλια στο “Έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου [“Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”, μέρος πρώτο]

  1. Πίνγκμπακ: Ανώνυμος

  2. Πίνγκμπακ: Ανώνυμος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *