Έβδομον έτος Πτολεμαίου, Λαθύρου [“Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”, μέρος δεύτερο]

ἄσβεστον κλέος οἵδε φίλῃ περὶ πατρίδι θέντες
κυάνεον θανάτου ἀμφεβάλοντο νέφος·
οὐδὲ τεθνᾶσι θανόντες, ἐπεὶ σφ᾿ ἀρετὴ καθύπερθεν
κυδαίνουσ᾿ ἀνάγει δώματος ἐξ Ἀΐδεω
.

“Ένα λαμπρό επίγραμμα” χαρακτηρίζει ο Σεφέρης στις Δοκιμές του το “Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες” και συμπληρώνει “Αυτοί οι έξι στίχοι – έχουν κάτι από το μέταλλο του Σιμωνίδη”. Αναφέρεται συγκεκριμένα στο παραπάνω επίγραμμα του Σιμωνίδη για τους νεκρούς Λακεδαιμονίους Πλαταιομάχους (479 π.Χ) παραθέτοντας τους δυο πρώτους στίχους· άδικο έκρινα να μην διαβαστούν και οι άλλοι δύο από το κρυστάλλινο αυτό κομψοτέχνημα του αρχαίου λόγου. Και δεν μοιάζει να αστοχεί στην κρίση του ο Σεφέρης. Αυστηρή  η δομή του καβαφικού επιγράμματος (οι πρώτοι έξι στίχοι), προσεγμένη και η επιλογή του λεξιλογίου. Αξιοπρόσεκτα δύο σημεία: η κλιμάκωση των χαρακτηρισμών (δύο επίθετα και μία περίφραση) και η αιτιολόγησή τους. Ανδρείοι – γιατί έπεσαν ένδοξα χωρίς να δειλιάσουν μπροστά στους πανίσχυρους Ρωμαίους. Άμωμοι – άλλοι έφταιξαν, αυτοί, αν και αναίτιοι, έπραξαν το καθήκον τους. Καύχημα των Ελλήνων – τέτοιους βγάζει το έθνος μας θα λένε οι Έλληνες. Ο τόνος σαφώς υψηλός με το λεξιλόγιο να αρχαΐζει έντονα, ιδίως στους πρώτους τρεις στίχους: Ανδρείοι, ευκλεώς, τους πανταχού νικήσαντας μη φοβηθέντες, άμωμοι, έπταισαν.

Χρησιμοποίησα ξανά το βιβλίο του Ξ.Α.Κοκόλη,  Πίνακας λέξεων των 154 ποιηµάτων του Κ.Π. Καβάφη. Τα αποτελέσματα είναι μάλλον πιο πενιχρά αυτή τη φορά, ωστόσο αξιοπρόσεκτες είναι οι λέξεις άπαξ (με πράσινο χρώμα) και η σχεδόν μοναδική χρήση του όρου “έθνος” – στο ποίημα “Είγε ετελεύτα” που ξαναχρησιμοποιείται η  λέξη έχει τη έννοια του “λαού”, εδώ δηλώνει σαφώς την εθνική ταυτότητα. Ένας πολύ διακριτικός αναχρονισμός: δεν είναι οι κατακερματισμένοι, τοπικιστές Έλληνες των ελληνιστικών βασιλείων στα 146 π.Χ αυτοί που που θα έχουν ως καύχημα του έθνους τους πεσόντας στη Λευκόπετρα. Πόσο νοιάστηκε ο Φίλιππος Ε’ για την ήττα του Αντίοχου Γ’ στη Μαγνησία από τους Ρωμαίους (190 π.Χ); Όσο νοιάστηκε και ο Αντίοχος Γ’ την ήττα του πρώτου  από τους Ρωμαίους στις Κυνός Κεφαλές (197 π.Χ). Με ακρίβεια μας καταγράφει τις αντιδράσεις του Φιλίππου Ε’ το άκουσμα της ήττας του Αντίοχου Γ’ ο Καβάφης στο εκπληκτικό, υπόδειγμα της καβαφικής ηθοποιίας, ποίημά του Η Μάχη της Mαγνησίας. Είναι σαφές ότι ως Έλληνες εδώ νοείται το έθνος διαχρονικά και ως πεσόντες όχι μόνο αυτοί της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Ο τρίτος κύκλος είναι παρών.

Την παρουσία του τρίτου κύκλου πιστοποιεί και η γλωσσική ανισότητα  στο ποίημα. Όσο ο ποιητής αναφέρεται στους ίδιους τους νεκρούς, το λεξιλόγιο, όπως προαναφέρθηκε, αρχαϊζει έντονα. Ο Δ.Ν.Μαρωνίτης σημειώνει: η λόγια καθαρεύουσα επιλέγεται από τον Καβάφη ειδικότερα σε ποιήματα με επιγραμματικό χαρακτήρα. Παράδειγμα το πασίγνωστο ποίημα «Θερμοπύλες» αλλά και το διασημότερο «Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες». Σ’ αυτόν τον τύπο ποιήματος το λόγιο γλωσσικό ιδίωμα εξασφαλίζει πράγματι έναν ποιητικό λόγο θεσμοθετημένης σεμνότητας και τελετουργικής αυστηρότητα. [“Η ρητορική της καθαρεύουσας (2)”, εφ. Το Βήμα, 21/02/1999]. Οι τρεις τελευταίοι όμως στίχοι του επιγράμματος, οι στίχοι 4, 5 και 6  μετατοπίζουν στιγμιαία τα φώτα της σκηνής στους Έλληνες  – αόριστα, συλλογικά – για να επανέλθουν στους νεκρούς με το Έτσι θαυμάσιος θάναι ο έπαινός σας. Είναι εντυπωσιακό λοιπόν ότι η αναφορά στους Έλληνες, οι οποίοι εκφέρουν τον συλλογικό έπαινο των νεκρών, γίνεται στη δημοτική και μάλιστα με μια σχεδόν λαϊκή έκφραση (“τέτοιους βγάζει το έθνος μας”). Αντίθετα η προσφώνηση των νεκρών (Ανδρείοι σεις….άμωμοι σεις), ο ατομικός έπαινος (από τον Αχαιό) γίνεται σε  καθαρεύουσα που λοξοκοιτά έντονα προς την αρχαία δομή της ελληνικής γλώσσας. Προς τη λόγια καθαρεύουσα στρέφεται και πάλι ο ποιητής στους δυο ακροτελεύτιους στίχους που ορίζουν την ταυτότητα και τον ιστορικό περίγυρο του Αχαιού-προσωπείου του ποιητή. Σχηματικά: η αρχαιόστροφη καθαρεύουσα κυριαρχεί στο λόγο του Αχαιού όταν αυτός εξυμνεί τις ιδιότητες των νεκρών και όταν με απογοήτευση μας συστήνει τον αντιηρωικό του χωροχρόνο· αντίθετα, όταν η ματιά του ξανοίγεται στους Έλληνες παντού και πάντοτε, η δημοτική αναλαμβάνει  τον διαχρονικό, θαυμάσιο έπαινο των ανδρείων Αχαιών – και φυσικά όχι μόνο των αρχαίων αλλά και των συγχρόνων του Καβάφη.

Το ζήτημα της ενοχής του Κριτόλαου και του Δίαιου είναι αρκετά περίπλοκο. Οι διαθέσιμες πληροφορίες στηρίζονται στην έκδηλα φιλορωμαϊκή ιστορική περιγραφή του Πολύβιου ο οποίος ελεεινολογεί τους δύο ηγέτες για την επιλογή τους να συγκρουστούν με τη Ρώμη και τους προσάπτει ιδιοτελή κίνητρα, πέρα από τα σοβαρά στρατιωτικά και πολιτικά τους λάθη. Όλοι οι μετέπειτα ιστορικοί ακολουθούν τον Πολύβιο – ο Παπαρηγόπουλος χρησιμοποιεί για την πολιτική τους όρους όπως “ελληνοκοπία”, “οχλοκοπία”, “πραγματοκοπία” . Ο Καβάφης επίσης, προφανώς  υιοθετεί αυτή την εκδοχή, όπως φαίνεται στον τρίτο στίχο του ποιήματος. Όμως τελικά, όσα σφάλματα και να έγιναν, όσο τρομακτική κι αν ήταν η καταστροφή της Κορίνθου που ακολούθησε, πιο τίμια μοιάζει η τελική στάση τους σε σχέση με τους διεφθαρμένους Σελευκίδες και  – κυρίως – Πτολεμαίους που σχεδόν παραδόθηκαν τελικά στους  Ρωμαίους (για να μην αναφέρουμε περιπτώσεις σαν τον Άτταλο Β’ που έστειλε μισθοφόρους για να ενισχύσει τους Ρωμαίους στη μάχη της Λευκόπετρας ή τον Άτταλο Γ’ που κληροδότησε το βασίλειο της Περγάμου στους Ρωμαίους). Έφταιξαν σίγουρα αλλά τι βλέπει ο Αχαιός γύρω του; Υπάρχει ένα ατελές ποίημα του Καβάφη με τίτλο “Η Δυναστεία” που περιγράφει ακριβώς την απίστευτη κατάπτωση των Πτολεμαίων. Παραθέτω την πιθανή μορφή του, όπως τη συνθέτει η επιμελήτρια του τόμου Τα Ατελή, Renata Lavagnini.

Η ΔΥΝΑΣΤΕΙΑ

Του Φύσκωνος οι υιοί. Ό Λάθυρος διωγμένος
αισχρά απ’ την Αλεξάνδρεια πιαίνει στην Κύπρο. Κι ό
Παρείσακτος ευθύς βγαίνοντας απ’ την Κύπρο
την Αλεξάνδρεια αρπάζει. Τα ετοίμασε όλα αυτά

το κάθαρμα η Κόκκη. — Οι  Αλεξανδρινοί,

οι περιγελασταί, τους έβγαλαν καλά
ονόματα τωόντι. Πιο ταιριαχτά τους είναι
«Παρείσακτος» και «Φύσκων», και «Λάθυρος» και «Κόκκη»
παρά το Πτολεμαίος, παρά το Κλεοπάτρα.

Τα παρατσούκλια τους και μόνο αρκούν να καταλάβουμε το ποιόν τους. Ο δε πατέρας Φύσκων (=κοιλαράς) υπήρξε ίσως ο χειρότερος από όλους τους Πτολεμαίους, έχοντας διαπράξει πάμπολλα ανοσιουργήματα, πιθανόν περισσότερα και από εκείνα του πλατωνικού Αρδιαίου από την Παμφυλία, του πανάθλιου τυράννου. Μια αναφορά στο ποιόν του υπάρχει στο “Ας φρόντιζαν”, από τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα της καβαφικής ηθοποιία αλλά και στο “Πρέσβεις από την Αλεξάνδρεια”. Με τον ίδιο ως συμπρωταγωνιστή υπάρχει άλλο ένα ατελές με τίτλο “Πτολεμαίος Ευεργέτης (ή Κακεργέτης)” το οποίο μάλιστα ο ποιητής το ξεκινά Φεβρουάριο του ’22, κοντά στο “Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”. Απίθανο να πρόκειται για σύμπτωση, καθώς το ιστορικό γεγονός που πραγματεύεται ο αυλικός – κατά τα φαινόμενα – ποιητής και παρουσιάζει στον Πτολεμαίο Φύσκωνα είναι η εκστρατεία του Αγησίλαου στη Μικρά Ασία το 395 π.Χ και τα αισθήματα που θα επροκάλεσ’ εν Ελλάδι. Όσο το διαβάζω, τόσο πείθομαι ότι είναι ένα εξαιρετικό παράλληλο κείμενο για το “Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες”

ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΗΣ (ή ΚΑΚΕΡΓΕΤΗΣ)

Το ποίημά του σχετιζόμενον
με τα αισθήματα που θα επροκάλεσ’ εν Ελλάδι
η εκστρατεία του Αγησιλάου ανέγνωσεν ο ποιητής.

Παχύτατος, νωθρός ο Πτολεμαίος
Φύσκων, κι απ’ την πολυφαγίαν νυσταλέος
επαρατήρησε, “Σοφέ ποιητή
οι στίχοι σου είναι κάπως υπερβολικοί.
Και τα ρηθέντα για τους Έλληνας ιστορικώς ακροσφαλή”.
“Ένδοξε Πτολεμαίε, αυτά είν’ επουσιώδη”.

“Επουσιώδη, πώς; Εκφράζεσαι ρητώς
“Η υπερηφάνεια των Ελλήνων… εξηγέρθη
η αγνή φιλοπατρία… Η ακάθεκτος ορμή
προς τον ηρωισμόν εφάνη των Ελλήνων””

Ένδοξε Πτολεμαίε οι Έλληνες αυτοί,
είν’ Έλληνες της Τέχνης, συνθηματικοί,
υποχρεωμένοι να αισθανθούν ως εγώ”.

Εσκανδαλίσθη ο Πτολεμαίος κι απεφάνθη
“Οι Αλεξανδρινοί είν’ ανιάτως ελαφροί”.

Ο ποιητής: “Ένδοξε Πτολεμαίε
Των Αλεξανδρινών ο Πρώτος είσαι σύ”.

“Μέχρι τινός” υπέλαβεν ο Πτολεμαίος “μέχρι τινός.
Είμαι και Μακεδών το γένος αμιγής τελείως-
Α, μέγα έθνος μακεδονικόν, σοφέ ποιητή,
πλήρες και δράσεως και σωφροσύνης!”

Κι απ’ την πολυσαρκίαν βαρύς ως λίθος,
κι απ’ την πολυφαγίαν υπναλέος
ο Μακεδών ο ακραιφνέστατος
μόλις κρατούσεν ανοικτά τα μάτια του.

Είναι αλήθεια πως ο ποιητής της αυλής υπερβάλλει. Πολύ απίθανο να είχαν αισθανθεί έτσι οι Έλληνες. Μάλλον  οι περισσότεροι – και ειδικά οι Αθηναίοι – το είδαν σαν ευκαιρία να χτυπήσουν τους Σπαρτιάτες και μάλιστα με άφθονη περσική βοήθεια. Τελικός κερδισμένος και πάλι ο μεγάλος βασιλιάς (Αρταξέρξης Β΄) υπό την αιγίδα του οποίου υπογράφεται η αισχρότατη Ανταλκίδειος ειρήνη (ή ακριβέστερα Βασίλειος ειρήνη ή Ειρήνη του Βασιλέως) όπου του παραδίδονται οι πόλεις της Μ.Ασίας για την ανεξαρτησία των οποίων πολέμησε ο Αγησίλαος. Κατά βάθος έχει δίκιο ο μάλλον κυνικός και υπολογιστής Φύσκωνας. Όμως τον ποιητή δεν τον ενδιαφέρουν τα ιστορικά γεγονότα. Τον ενθουσιάζει η ιδέα της εκστρατείας στην Ασία, ταυτίζεται με το πανελλήνιο όραμα του Αγησίλαου και μεταφέρει τον ενθουσιασμό του – ποιητική αδεία φυσικά – και στους Έλληνες, τους εξιδανικευμένους και ωραίους Έλληνες της τέχνης του. Τι να καταλάβει από όλα αυτά ο κοιλιόδουλος Φύσκωνας. Ελαφρούς βρίσκει τους αλεξανδρινούς ενώ ο ίδιος κρατά από μακεδονική, λέει, γενιά: Είμαι και Μακεδών το γένος αμιγής τελείως- /  Α, μέγα έθνος μακεδονικόν, σοφέ ποιητή, / πλήρες και δράσεως και σωφροσύνης!” Μακεδών δήλωνε ο Φύσκων (και ενδιαφέρουσα εδώ η χρήση του όρου “έθνος” ως “γενιά”, καταγωγή). Αλλά δεν του χαρίζεται ο Καβάφης , ο οποίος ξεκάθαρα  ταυτίζεται με το προσωπείο του ποιητή της βασιλικής αυλής:  Κι απ’ την πολυσαρκίαν βαρύς ως λίθος, / κι απ’ την πολυφαγίαν υπναλέος / ο Μακεδών ο ακραιφνέστατος / μόλις κρατούσεν ανοικτά τα μάτια του.
Λαμπρότατο δείγμα καβαφικής ειρωνείας (ειδικά το ακραιφνέστατος είναι κορυφαίο) που μας δείχνει, για να γυρίσουμε πάλι στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, ότι μπροστά στο αίσχος αυτό Δίαιος και Κριτόλαος μοιάζουν πολύ πιο τίμιοι και καθαροί. Άλλωστε και οι δύο σκοτώθηκαν (ο Δίαιος αυτοκτόνησε) διασώζοντας την τιμή τους. Τι τιμή να διασώσουν, τότε και τώρα, οι διάφοροι ανά τους αιώνες Φύσκωνες, Λάθυροι, Παρείσακτοι και οι Κόκκες τους;

Ο φάκελος του ποιήματος περιέχει

  1. K.Θ. Δημαράς – H “ηθοποιία” του Kαβάφη
  2. Nάσος Bαγενάς – O Kαβάφης της κριτικής και ο Kαβάφης του Σεφέρη
  3. Ανάγνωση του ποιήματος από τον Μίμη Σουλιώτη, Ανέκδοτη ηχογράφηση, Αθήνα 2002
  4. Γιώργος Σεφέρης – Καβάφης, Ελιοτ παράλληλοι, Δοκιμές, Α΄, σελ 328-335
  5. Γιώργος Σεφέρης – Υστερόγραφο στη δοκιμή ‘Καβάφης – Έλιοτ Παράλληλοι’
  6. Δ.Ν.Μαρωνίτης – Η ρητορική της καθαρεύουσας (1)
  7. Δ.Ν.Μαρωνίτης – Η ρητορική της καθαρεύουσας (2)
  8. Ι.Α.Σαρεγιάννης – Σχόλια στον Καβάφη, σελ.92-6
  9. Βίκυ Λελεδάκη – Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες (περ. Ο Πολίτης, τευχ.55, σελ 82-86)
  10. Σόνια Ιλίνσκαγια – Κ.Π.Καβάφης. Οι δρόμοι προς το ρεαλισμό στην ποίηση του 20ού αιώνα, σελ. 222-5
  11. Τάκης Καγιαλής –  Εγώ είμαι ποιητής ιστορικός. Ο Καβάφης και ο μοντερνισμός (περ. Ποίηση τευχ. 12, Φθιν-Χειμ. 1998)
  12. Τίμος Μαλάνος – Ο Καβάφης έλεγε, 1986, σελ.35-8
  13. Τίμος Μαλάνος – Ο ποιητής Κ.Π.Καβάφης, 1957, 356 – 9.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *