Η πρώτη εισβολή στο Πολυτεχνείο
Η αποτυχία του καθεστώτος να εκτονώσει το φοιτητικό κίνημα, η τάση αυτονόμησης μεγάλης μερίδας καθηγητών, η νίκη του φοιτητικού κινήματος στο μέτωπο του Καταστατικού Χάρτη, σε συνδυασμό με την ολοένα και μεγαλύτερη αγωνιστική του ανέλιξη, όξυναν τη βασική αντίφαση της πολιτικής του Παπαδόπουλου στον φοιτητικό χώρο, που σ’ εκείνη τη συγκυρία είχε αποκτήσει αποφασιστική σημασία. Η ολοένα και μεγαλύτερη λαϊκή συμπαράσταση στον αγώνα των φοιτητών, σε συνδυασμό με την κλιμακούμενη πολιτική ένταση, ως αποτέλεσμα των φοιτητικών κινητοποιήσεων, όξυναν το δίλημμα της χούντας.
Η εκ μέρους της ανοχή εκείνη της κατάστασης δεν εγγυόταν την εκτόνωση της πολιτικής έντασης. Αντιθέτως, υπέσκαπτε τα θεμέλια του δικτατορικού καθεστώτος, λειτουργούσε ολοένα και περισσότερο ως παράγοντας αποσταθεροποίησής του. Ο γρήγορος ρυθμός με τον οποίο ανέπτυσσε το φοιτητικό κίνημα την επίθεσή του εναντίον θεσμών και ερεισμάτων του καθεστώτος στον φοιτητικό χώρο το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου, εξωθούσε τη χούντα να περάσει στην αντεπίθεση. Έπρεπε να πάρει στα χέρια της την πρωτοβουλία των κινήσεων, κλιμακώνοντας τα μέτρα καταστολής κατά τρόπο που το φοιτητικό κίνημα να μην μπορέσει να σηκώσει κεφάλι για πολύ καιρό.
Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, μια τακτική μετωπικής σύγκρουσης με το φοιτητικό κίνημα θα έχει σημαντικές αρνητικές πολιτικές επιπτώσεις. Πρακτικά σήμαινε εγκατάλειψη, για ένα διάστημα, της στρατηγικής για “ομαλοποίηση”, που έτσι κι αλλιώς, από τα πλήγματα που είχε δεχτεί, σχεδόν έπνεε τα λοίσθια. Οι εξελίξεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογής. Η καταστολή θα προκαλούσε πρόβλημα στις παρασκηνιακές συζητήσεις με την άτυπη αστική αντιπολίτευση και τη μετεξέλιξή του καθεστώτος. Η ένταση, ωστόσο, θα μπορούσε να ξεπεραστεί εάν η χούντα έβγαζε από τη μέση τον “μπελά φοιτητικό κίνημα”. Αυτό, βεβαίως, ήταν βήμα πίσω για τον δικτάτορα, αλλά οι συγκεκριμένες συνθήκες το επέβαλλαν.
Έτσι, στις 12 Φεβρουαρίου 1973 εκδόθηκε το Ν.Δ. 1347, σύμφωνα με το οποίο ο υπουργός Άμυνας είχε το δικαίωμα να διακόψει την αναβολή, δηλαδή να στρατεύσει οποιονδήποτε φοιτητή απείχε από τα μαθήματα και τις εξετάσεις, όποιον προέτρεπε σε αποχή, προσέβαλε την πολιτειακή εξουσία, ή είχε καταδικαστεί για απείθεια, ή στάση, ή θρασύτητα κατά της αρχής ή περιύβριση αρχής, ή συμμετοχή εις αθέμιτον σωματείον, ή διατάραξη της κοινής ειρήνης, ή διατάραξη συνεδριάσεων, ή πρόσκληση εις συνεισφορά υπέρ χρηματικών ποινών, ή…, ή…
Ταυτοχρόνως, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τα ερείσματά της στα πανεπιστήμια, η χούντα εξέδωσε το Ν.Δ. 1348, με το οποίο άνοιξε τις πόρτες των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στους αποφοίτους των σχολών Αστυνομίας και Χωροφυλακής. Παραλλήλως, εντάθηκε η χουντική προπαγάνδα, η οποία προσπαθούσε να δημαγωγήσει στα συντηρητικά μεσοστρώματα, αναμασώντας τα γνωστά για ξενοκίνητους κομμουνιστές υποκινητές. Με τις επιθετικές εκείνες πρωτοβουλίες της, η χούντα προετοίμαζε το κλίμα για τη μετωπική σύγκρουση της με το φοιτητικό κίνημα, δηλαδή για κύμα καταστολής.
Στις 14 Φεβρουαρίου 1973 και ενώ η δημοσίευση του Ν.Δ. 1347 είχε προκαλέσει μεγάλη πολιτική ένταση όχι μόνο στους κόλπους των φοιτητών, αλλά και ευρύτερα, οι φοιτητές του Πολυτεχνείου πραγματοποίησαν συγκέντρωση, περιμένοντας τη θέση της συνέλευσης των καθηγητών με σκοπό να καθορίσουν τη δική τους στάση. Το Πολυτεχνείο ήταν από νωρίς κυκλωμένο από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, ενώ η όλη ατμόσφαιρα “μύριζε μπαρούτι”. Μέσα σ’ εκείνη την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, η Σύγκλητος από τη μια πλευρά ζητούσε από το καθεστώς να μην εφαρμόσει το διάταγμα περί στράτευσης, ενώ από την άλλη αποφάσισε να διακόψει τα μαθήματα και να αρχίσει εξετάσεις με σκοπό «να κατευνασθούν τα πνεύματα και να μη τεθεί θέμα στρατεύσεως».
Όπως ήταν αναμενόμενο, η πρωτοβουλία της έπεσε στο κενό. Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα για πρώτη φορά βρέθηκαν ένα βήμα πριν από μια μετωπική σύγκρουσή τους. Οι εκκλήσεις για εκκένωση του Πολυτεχνείου που έκαναν οι συγκλητικοί έπεσαν και αυτός στο κενό, αφού δεν μπορούσαν να δώσουν στους φοιτητές ούτε εγγυήσεις ασφαλούς αποχώρησής τους. Ο μηχανισμός καταστολής είχε κινητοποιηθεί με εντολή να συντρίψει το φοιτητικό κίνημα. Περασμένες τρεις το μεσημέρι, ένα πλήθος αστυνομικών και παρακρατικών εισέβαλε στο Πολυτεχνείο και τα έκανε “γυαλιά καρφιά”.
Περισσότεροι από 1.500 φοιτητές που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι κακοποιήθηκαν με άγριο τρόπο ενώ τα πλήθη των αστυνομικών, προφανώς εκτελώντας διαταγές, δεν σταματούσαν ούτε μπροστά στις διαμαρτυρίες των φοιτητών ούτε μπροστά στις κλειστές πόρτες της Συγκλήτου, της Πρυτανείας και των γραφείων των καθηγητών. Η φόρα τους ήταν τόσο μεγάλη που μέχρι και οι καθηγητές κακοποίησαν, ενώ ο εισαγγελέας, που βρισκόταν στο γραφείο του πρύτανη, παρ’ ολίγο τη γλύτωσε! Το όργιο των ξυλοδαρμών, των τραυματισμών και των συλλήψεων σε κοινή θέα προκάλεσε τις αυθόρμητες διαμαρτυρίες περαστικών στην Πατησίων, οι οποίοι, χωρίς να το πολυκαταλάβουν, έπεσαν και οι ίδιοι θύματα αστυνομικών επιθέσεων. Κλιμακώνοντας ακόμη περισσότερο την επίθεσή της, η χούντα παρέπεμψε 11 από τους συλληφθέντες στο αυτόφωρο Πλημμελειοδικείο με τις κατηγορίες της εξύβρισης, περιύβρισης, θρασύτητας κατά της αρχής, σε συνδυασμό με τον νόμο 4000 περί τεντιμποϊσμού!
Και ενώ το φοιτητικό κίνημα άρχισε να κινητοποιείται για να αντιδράσει (συγκέντρωση στη Νομική και στην Πάτρα στις 15 Φεβρουαρίου), η χούντα ανακοίνωσε τη στράτευση 37 φοιτητών. Παραλλήλως, ο Υπουργός Προπαγάνδας Σταματόπουλος, προσπαθώντας να πυροδοτήσει τον αντικομμουνισμό των συντηρητικών μεσοστρωμάτων, δήλωνε: «[…] η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων φοιτητών εµμένει αμετακίνητος εις τα εθνικά ιδεώδη. Και είναι φορεύς του πνεύματος της αληθούς επαναστατικής αλλαγής, η οποία με σταθερότητα και αδιασαλεύτους συνθήκας εσωτερικής ειρήνης συντελείται εις την χώρα μας. Ομάς ολιγαρίθμων εξτρεμιστών, οι οποίοι μετρώνται εις δεκάδας, αποπειρώνται να δημιουργήσουν την εντύπωση αναταραχής μεταξύ της φοιτητικής νεολαίας. Και ως δι’ επισήμων κειμένων καταγγείλαμεν καθοδηγούνται απροκαλύπτως από το κομμουνιστικόν κόμμα…».
Σταύρος Λυγερός, Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, Μία ξεχασμένη κατάθεση, εκδόσεις Πατάκη, σελ.81-85
❦