ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ!!!!!!2017

Αχαΐα-Πελοπόννησος.

15 ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ –ΣΤΡΟΥΜΠΕΙΟ

ΠΑΤΡΑ

 

Πλούσια σε  έθιμα και η Πελοπόννησος με κυρίαρχα στοιχεία το ρόδι και το Χριστόψωμο.

Οι γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς  το πρόγραμμα μας TA XΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ στο etwinning και η επιθυμία των παιδιών να γνωρίσουν ήθη, έθιμα και κάλαντα από διάφορα μέρη της Ελλάδας και να τα συγκρίνουν με αυτά του τόπου τους ήταν η αφορμή για την εργασία αυτή, που συνέλεξε έθιμα από την Πελοπόννησο και σας τα παρουσιάζουμε.

 

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ

     

 

Τα κάλαντα
Τα κάλαντα είναι έθιμο που διατηρείται αμείωτο ακόμα και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι σε ζεύγη ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο η ακόμα και κιθάρες, ακορντεόν, λύρες, η φυσαρμόνικες. Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη η την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Παλαιότερα η κάθε παρέα που έλεγε τα κάλαντα χτυπούσε τις πόρτες των σπιτιών με ξύλα και μόλις η νοικοκυρά τους άνοιγε κατευθύνονταν στο τζάκι και ανακάτευαν την φωτιά με το ξύλο, λέγοντας ευχές για τη νέα χρονιά.

Ο νοικοκύρης τα ανταμείβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλιότερά τους πρόσφερε μελομακάρονα η κουραμπιέδες. Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.

Το κυνήγι τα Χριστούγεννα.

Κατά τη διάρκεια της σαρακοστής τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι. Τα βράδια, όταν το σούρουπο έπεφτε για καλά και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε το «φακό» με καινούργια «πλάκα» και γυρίζανε στα χαλάσματα  κοντά στο χωριό. Στόχος τους οι γουργουγιάννηδες, τα μικρά πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θαμπώνανε με το φακό και τα πιάνανε. Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις λαστιχιέρες (σφεντόνες). Η μάνα ή κάποια μεγάλη αδερφή, μετά από πολλή γκρίνια τους, τα καθάριζαν και τα πάστωναν.

Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα. Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις … κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους. Και όταν ζύγωναν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες. Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν γιορτές με τους δικούς τους.

Το Χριστόψωμο

Το «ψωμί του Χριστού» το έφτιαχνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά (από ξερό βασιλικό κ.λ.π.).Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. : Το ζύμωμα του χριστόψωμου απαιτεί τα πλέον ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λένε και την ευχή: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει».Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Γύρω – γύρω διάφορα διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σʼ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι  ευχόμενος «Χρόνια πολλά και του χρόνου».

(Μερικοί εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας. Όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του…).

Οι τηγανίδες .

DCIM100MEDIA

Σε όλα τα σπίτια, παραμονές Χριστουγέννων θα έπλαθαν και θα έψηναν τις τηγανίδες, τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία, η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες, και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα. Μετά το έριχναν στη μεγάλη τηγάνα που ήταν γεμάτη καυτό λάδι πάνω στη φωτιά, για να ψηθεί. Η πρώτη τηγανίδα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού, η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π. Τις ψημένες τηγανίδες τις έβαζαν μέσα σε μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες. Όταν στράγγιζαν καλά τις έβαζαν σε κοφίνια και τις κρεμούσαν ψηλά.

Η ποσότητα του ζυμαριού που θα γινόταν τηγανίδες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη με τον πληθυσμό της φαμελιάς. Η φωτιά για τις τηγανίδες έπρεπε να είναι δυνατή και να έχει διάρκεια. Γι αυτό ο πατέρας είχε σκίσει σκίζες τα χοντρά κούτσουρα. Ήταν η καλύτερη καύσιμη ύλη για την περίπτωση. Τα παιδιά παρακολουθούσαν και όλοι, αν δεν ήταν Τετάρτη ή Παρασκευή, δοκίμαζαν και έκαναν τις κρίσεις τους. Και κάθε χρόνο σχεδόν έβρισκαν τα ίδια ελαττώματα στο πλάσιμο και το ψήσιμο, όταν μάλιστα κάποιος ήθελε να πιει νερό του έλεγαν να γυρίσει την πλάτη προς το τηγάνι για να μην …τον βλέπουν οι τηγανίδες και ρουφάνε το λάδι. Οι «λυπημένοι», που είχαν πρόσφατο θάνατο, δεν έψηναν τηγανίδες, τους πήγαιναν όμως συγγενείς και φίλοι. Άλλα γλυκά που έφτιαχναν στο σπίτι την περίοδο αυτή ήταν οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.

               ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ

Η Πρωτοχρονιά, που αποτελεί πέρασμα στο νέο χρόνο, είναι φυσικό να συνδέεται με συνήθειες που εξασφαλίζουν το καλό, την αφετηρία, και την αποφυγή ενεργειών που μπορεί να σημαίνουν κακό για το χρόνο που έρχεται.

Έθιμα που οι ρίζες τους χάνονται στο χρόνο, αναβιώνουν κάθε χρόνο σε ολόκληρη την Ελλάδα. Άλλοτε με χορούς και τραγούδια, άλλοτε με παραδοσιακές λιχουδιές, άλλοτε με το άναμμα του τζακιού ή το σπάσιμο του ροδιού, άνθρωποι από κάθε γωνιά της χώρας κρατούν ζωντανά τα κομμάτια του πολιτισμού και της ιστορίας μας.

Τις δικές τους ιδιαίτερες συνήθειες την παραμονή και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς έχουν καθιερώσει οι κάτοικοι σε αρκετές περιοχές της Αχαΐας, αλλά και γενικότερα της Πελοποννήσου, με τα έθιμα να χάνονται στα βάθη του χρόνου.

Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς

έβρισκε πρωί-πρωί τους κατοίκους της Αχαιας να ασχολούνται με τις συνηθισμένες τους δουλειές. Έπρεπε να συγυρίσουν, να μαγειρέψουν, να φροντίσουν τα ζώα τους και αν ο καιρός το επέτρεπε πήγαιναν από νωρίς στα κτήματά τους για να μαζέψουν ελιές. Το απόγευμα όμως φρόντιζαν να έχουν επιστρέψει όλοι στα σπίτια τους και περίμεναν πότε θα περάσουν τα παιδιά (συνήθως μόνο αγόρια) για να τους ψάλουν τα κάλαντα. Τα υποδέχονταν με μεγάλη χαρά και αν δεν είχαν χρήματα να τους προσφέρουν, τα φίλευαν με διάφορες λιχουδιές όπως ξερά σύκα, καρύδια ή κουραμπιέδες. Το βράδυ της παραμονής οι νοικοκυρές έψηναν στο τζάκι, μέσα στην χόβολη, μία μεγάλη κουλούρα ζυμωμένη με νερό και αλεύρι, την οποία μετά το ψήσιμο την άλειφαν με μέλι και την πασπάλιζαν με τριμμένα καρύδια.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, αφού επέστρεφαν από την εκκλησία, κρέμαγαν την κουλούρα στο κέρατο του βοδιού τους και περίμεναν πότε αυτό θα την τινάξει από το κεφάλι του. Αν μετά το τίναγμα η κουλούρα έπεφτε στο πάτωμα με την όψη προς τα επάνω, έλεγαν ότι η σοδειά της νέας χρονιάς θα ήταν καλή. Το μεσημέρι συνήθιζαν να τρώνε το παραδοσιακό φαγητό της πρωτοχρονιάς, πού ήταν κοτόσουπα αυγολέμονο και μάλιστα από κότα μιας… κάποιας ηλικίας ώστε να βγάλει και αρκετό ζωμό. Για να γλυκάνουν δε τον νέο χρόνο και όλη την οικογένεια, έφτιαχναν λαλαγγίδες (τηγανίτες).

Το σπάσιμο του ροδιού

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει.

 

Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας – δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του – και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι, για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.

Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη, για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά».

Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες, αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.

Ποδαρικό

 Ο πρώτος που θα μπει το πρωί στο σπίτι μας, μας κάνει ποδαρικό. «Το πιο σπουδαίο ποδαρικό είναι την Πρωτοχρονιά και την πρώτη του Σεπτέμβρη αλλά και στην αρχή του μήνα, της εβδομάδας και της μέρας. Οι καλορίζικοι ή καλόμοιροι, συνήθως τα μικρά παιδιά, προσκαλούνται να μπουν πρώτοι το πρωί της αρχιχρονιάς, την 1η Ιανουαρίου και την Πρωτοχρονιά της 1ης Σεπτεμβρίου, καθώς «είναι καλοπόδαροι» ή έχουν «καλόν ποδαρικών» και έτσι η οικογένεια απαλλάσσεται από κάθε ασθένεια και κακό, «δεν την πιάν’ αρρώστια».

Η βασιλόπιτα
Το έθιμο της βασιλόπιτας υπάρχει σε όλο τον ελληνικό χώρο. Το μοίρασμα της πίτας γίνεται για το καλό της χρονιάς, για την καλή τύχη του σπιτιού και για την ευλογία του Αγίου Βασιλείου. Μια λόγιας προέλευσης παράδοση αναφέρει ότι, όταν ο Άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισάρεια, ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους. Οι φοβισμένοι κάτοικοι ακολουθώντας την προτροπή του Αγίου μάζεψαν ό,τι πολύτιμο είχαν και βγήκαν με τον δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον έπαρχο. Ο Άγιος Βασίλειος με την πειθώ του και την εμφάνισή του έπεισε τον έπαρχο να μην πάρει τα τιμαλφή των κατοίκων. Έτσι ανέκυψε το πρόβλημα της επιστροφής των δώρων στους ιδιοκτήτες τους. Ο Άγιος σκέφτηκε και προέτρεψε τους κατοίκους να παρασκευάσουν μικρές πίτες και έβαλε μέσα σε κάθε μια ένα αντικείμενο. Με θαυματουργό τρόπο καθένας πήρε ό,τι είχε προσφέρει. Από τότε στη γιορτή του Αγίου φτιάχνουμε πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα. Η παράδοση αυτή αγαπήθηκε πολύ από τους πληθυσμούς της Μικράς Ασίας όπου ο Άγιος ήταν ιδιαίτερα οικείος.
Η βασιλόπιτα (κουλούρα) παρασκευαζόταν παραδοσιακά όπως και σήμερα σε όλη την Ελλάδα. Είτε έφτιαχναν χωριστά τη μαντική πίτα από τον εορταστικό άρτο είτε τα συνδύαζαν.

Τα «καρκατζόλια» στα χωριά.
«Τις λιγοστές ώρες που μέναμε το βράδυ στο μαγερειό, κοντά στην αναμμένη φωτογονία, πνιγμένοι στον καπνό, ακούγαμε τις κυράδες μας, να μας λένε για τα καρκατζόλια (καλλικαντζάρους), που ήταν λέει κάτι μαγαρισμένα δαιμονικά. Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε. Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους. : Σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά. Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.τ.λ

Έμεναν μέχρι την Πρωτάγιαση, που αγιάζονταν τα νερά. Τότε έλεγαν γεμάτα τρόμο: “Φύγετε να φύγουμε, γιατί έρχετ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του”, και έφευγαν. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει, και οι κουτούτσικοι καλλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα. Έτσι η γη έμενε και θα μένει στη θέση της.»

ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Τα κάλαντα της Πελοποννήσου τά μάθαμε και τα είπαμε παρέα με τα παιδιά του ολοήμερου Δημοτικού και την μουσικό μας την κ.Ξένια.  

Είναι υπέροχα κάλαντα με ωραία λόγια και μουσική!!!!!!!!!!!!!!

Τα είπαμε και στο Χριστούλη μας στη φάτνη μπροστά!!!!!Απολαύστε τα!!!!!!!

 

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!!!!!