Η μελέτη των παρακάτω ποιημάτων, που έχουν παρεμφερές θέμα, θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής και της μοντέρνας ποίησης.
Μελισσάνθη (1907-1990) Στη μνήμη του πατέρα μου |
Δημουλά Κική (1931 – 2020) Tο σπάνιο δώρο |
Όταν κοιτάζω τα παιδάκια κάθε μέρα στους δρόμους, το πρωί, με του σχολείου την τσάντα φτωχοντυμένη μια μικρούλα βλέπω πάντα, με την παλιά της σάκκα, δίπλα στον πατέρα. Απ’ το χεράκι με στοργή τηνε κρατάει
και κείνος, σοβαρά, της λέει, της διηγάται…
Ξάφνου, του λέει εκείνο: « – Σαν θα μεγαλώσω…»
Σαν θα ‘ρχονται για να σε παίρνουν έξω οι ξένοι,
Νιώθει μια τέτοια ανυπομονησία, σκάει,
Κι όπως θερμά τον σφίγγει το λιγνό χεράκι |
Kαινούργιες θεωρίες. Tα μωρά δεν πρέπει να τ’ αφήνετε να κλαίνε. Aμέσως να τα παίρνετε αγκαλιά. Aλλιώς υπόκειται σε πρόωρη ανάπτυξη το αίσθημα εγκατάλειψης ενηλικιώνεται αφύσικα το παιδικό τους τραύμα βγάζει δόντια μαλλιά νύχια γαμψά μαχαίρια. Για τους μεγάλους, ούτως ειπείν τους γέροντες
Tίποτα. Όταν σας ζητάνε αγκαλιά (από το H εφηβεία της λήθης, Στιγμή 1994) |
Τα παραπάνω ποιήματα έχουν κοινό θέμα: αναφέρονται στην ανάγκη για στοργή που έχουν όχι μόνο οι μικροί, αλλά και οι μεγάλοι σε ηλικία άνθρωποι.
Στο ποίημα της Μελισσάνθης το ποιητικό υποκείμενο αφηγείται ένα στιγμιότυπο από την καθημερινή ζωή μιας κορούλας και του πατέρα της, με στόχο να αναδείξει την ανάγκη στοργής που έχουν όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως ηλικίας. Όμως, η ποιήτρια, βάζοντας τον τίτλο Στη μνήμη του πατέρα μου, δηλώνει σαφώς ότι το ποίημα είναι φόρος τιμής στον δικό της πατέρα και εμμέσως παραδέχεται ότι στα πρόσωπα του ποιήματος ίσως πρέπει να δούμε την ίδια και τον στοργικό πατέρα της. Έτσι, συνειδητοποιούμε ότι παρόλο που κοιτά τη ζωή δύο άλλων προσώπων, στην ουσία γυρνά με σεβασμό στο παρελθόν, για να μιλήσει με ευγνωμοσύνη για τον δικό της πατέρα.
Το ποίημα της Δημουλά Το σπάνιο δώρο σχολιάζει, με κάποια πικρία και ειρωνεία, την τάση εκείνων που δείχνουν όλη τους την αγάπη και τη φροντίδα στα μωρά, αλλά δεν παίρνουν την πρωτοβουλία να κάνουν το ίδιο για τους μεγαλύτερους. Οι ηλικιωμένοι παρουσιάζονται θλιμμένοι και στερημένοι (Aς κλαίνε οι μεγάλοι, Γεμίστε μοναχά το μπιμπερό τους/με άγλυκην υπόσχεση…), μοναχικοί (ν’ ακούτε από μακριά/αν είναι ρυθμικά μοναχική η αναπνοή τους) και απελπισμένοι, επειδή έχουν απόλυτη ανάγκη για λίγη προσοχή (Tυλίγονται άγρια/γύρω απ’ τον σπάνιο λαιμό αυτού του δώρου,/θα σας πνίξουν). Το ποιητικό υποκείμενο, στους τελευταίους στίχους, προτείνει στους αναγνώστες να παραμένουν ασυγκίνητοι, όταν οι ηλικιωμένοι επιζητούν προσοχή και ενδιαφέρον –ας πλησιάσουν εκείνοι τους νέους. Έτσι, δικαιολογείται και ο τίτλος του ποιήματος: η φροντίδα των νεότερων προς τους μεγαλύτερους είναι πράγματι ένα σπάνιο δώρο για τους δεύτερους.
Φυσικά, οι στίχοι έχουν ειρωνικό περιεχόμενο: δε λέγεται ευθέως, αλλά υπονοείται ότι, αν μη τι άλλο, η στάση αυτή δείχνει έλλειψη στοιχειώδους ευαισθησίας.
♦
Τώρα μπορούμε να δούμε συνολικά τα βασικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής και της μοντέρνας ποίησης:
Παραδοσιακή ποίηση | Μοντέρνα ποίηση |
– Ομοιοκαταληξία.
– Οργάνωση του ποιήματος σε στροφές που έχουν σταθερό αριθμό στίχων ή υπακούν σ’ ένα συγκεκριμένο μετρικό σχήμα (π.χ. το σονέτο). – Έμμετρος στίχος (ο στίχος έχει ρυθμό: ιαμβικό ή τροχαϊκό κλπ.).
– Λογική ανάπτυξη του θέματος. Εύκολη η κατάκτηση του νοήματος.
– Τίτλος προϊδεαστικός, δηλωτικός του περιεχομένου (προετοιμάζει τον αναγνώστη για το περιεχόμενο του ποιήματος). – Ποιητικό λεξιλόγιο (υπάρχουν ηχηρές λέξεις που δε συνηθίζονται στο καθημερινό λόγο). – Στίξη κανονική (βοηθά στην κατάκτηση του νοήματος, όπως στον πεζό λόγο). |
– Απουσία ομοιοκαταληξίας.
– Διαφορετικός αριθμός στίχων ανά στροφή.
– Ελεύθερος στίχος (χωρίς ρυθμό και με απροσδόκητο καμιά φορά τελείωμα: «ο ποιητής δε νοιάζεται να μας δώσει ένα άρτιο συντακτικά νόημα, αλλά συχνά μας ξαφνιάζει κόβοντας το στίχο σε σημείο που δεν το περιμέναμε»1). – Δυσνόητη ποίηση: το θέμα προσεγγίζεται δυσκολότερα· ολόκληρο το ποίημα ή κάποια σημεία του είναι σκοτεινά και ασαφή.
– Τίτλος που δεν προϊδεάζει τον αναγνώστη.
– Πρωτότυπη και απροσδόκητη χρήση των λέξεων. – Καθημερινό λεξιλόγιο. – Ιδιότυπη στίξη. |
Σημείωση:
1. Χάρης Σακελλαρίου, Παραδοσιακή και Μοντέρνα Ποίηση, εκδ. Πατάκη 2003, σελ.95.
♦
Ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης μιλά για την παραδοσιακή και την νεωτερική ποίηση
Αναγνωστάκης: Η παλιά ποίηση, η λεγόμενη παραδοσιακή, είναι τονισμένη σε αυτό που λέμε ρυθμική ή μουσική λαλιά. Ακολουθεί ορισμένους κανόνες προσωδίας που, όσο ευρύ και αν είναι το πλαίσιο των δυνατοτήτων χρησιμοποίησής τους, δεν παύει να αποτελεί ένα κλειστό και αυστηρά περιχαρακωμένο σύστημα, από το οποίο ο ποιητής δεν μπορεί ή δεν θέλει, τελικά, δεν επιχειρεί να ξεφύγει. Ο νεωτερικός ποιητής, αντίθετα, απαρνείται αυτούς τους κανόνες, τους σπάζει, του φαίνονται σαν ένα βάρος περιττό και δεσμευτικό. Ο ελεύθερος στίχος, βέβαια, από μόνος του, δεν αποτελεί διαπιστευτήριο. Αλλά είναι μια προϋπόθεση απελευθέρωσης. Από κει και πέρα, αρχίζει η κατάργηση των κανόνων της προσωδίας και στήνεται ένας προσωπικός κώδικας που επιβάλλεται ή δεν επιβάλλεται στον αναγνώστη.
Ζεβελάκης: Μιλάμε, δηλαδή, για μια διαφοροποίηση της μορφής…
Αναγνωστάκης: Διαφοροποίηση, ή μάλλον μιαν άλλη αντίληψη της μορφής, που καταλήγει μοιραία και σε διαφοροποίηση ουσίας. Όταν υπάρχει ο πειρασμός να πούμε περισσότερα πράγματα χωρίς τη δέσμευση ενός προκαθορισμένου συστήματος, μιας δοσμένης δηλαδή μορφής, τίποτα δεν μπορεί να μας συγκρατήσει. Ναι, και σαν μορφή αλλά και σαν ουσία, σαν περιεχόμενο, η νεωτερική ποίηση, με ποικίλους πειραματισμούς και αναζητήσεις -μην ξεχνάμε εδώ την καταλυτική εμπειρία του υπερρεαλισμού- απλώθηκε σε μια τρομακτική γκάμα εκφραστικών δυνατοτήτων. Θέματα «ποιητικά» και θέματα που δεν αρμόζουν στην ποίηση δεν υπάρχουν πια. Καταργήθηκαν οι προλήψεις για τη λεγόμενη ποιητική και αντιποιητική έκφραση. Ακόμη, τα όρια ανάμεσα στον στίχο και στον αυτόχρημα πεζό λόγο τείνουν να εκμηδενιστούν. Ο ποιητής δεν αρκείται πια στο σιωπηρά παραδεδεγμένο λεξικό των «ποιητικών λέξεων», αλλά αντλεί από όλο τον γλωσσικό πλούτο της παράδοσης και της καθημερινής ζωής. Στους ποιητές που θ’ ακούσουμε θα διακρίνουμε τάσεις συντηρητικές εντός εισαγωγικών, που μόλις δειλά κάνουν βήματα απελευθέρωσης από το κλίμα της παραδοσιακής ποιητικής αντίληψης αλλά σαφώς εντάσσονται στον νεωτερικό χώρο, όπως τον ορίσαμε. Και, από την άλλη μεριά, ακραίες περιπτώσεις που στον καιρό τους θεωρήθηκαν σκέτη πρόκληση, επέσυραν τη χλεύη των κριτικών και του κοινού, θεωρήθηκαν σαν απάτη εις βάρος της ποίησης και, φυσικά, ολότελα έξω από το νόημά της, αλλά που σήμερα έχουν γίνει σχεδόν κλασικοί και έχουν περάσει και στα σχολεία.
Συνέντευξη στον Ν. Ζεβελάκη στο Ο Μανόλης Αναγνωστάκης Ανθολογεί, εκδ. Μεταίχμιο 2019, σελ.18-19.
❦