Όσκαρ Ουάιλντ, Ο πιστός φίλος
Βασικά σημεία
1η ενότητα (αρχή … “είναι ολοφάνερο”, σελ. 175)
Πρωταγωνιστές του αφηγήματος είναι ο μικρούλης Χάνς και ο μυλωνάς:
(α) ο μικρούλης Χανς είναι ένας φιλότιμος, καλός αλλά και κάπως αφελής νεαρός, που ζει σ’ ένα χωριό. Ασχολείται με τον κήπο του και πουλάει φρούτα και λουλούδια για να ζήσει. Όμως, είναι φτωχός και το σπίτι του είναι κρύο τον χειμώνα.
(β) ο μυλωνάς ζει στο ίδιο χωριό, φαίνεται πλούσιος και ενώ ισχυρίζεται ότι είναι φίλος του Χάνς, στην ουσία τον εκμεταλλεύεται, γιατί είναι εγωιστής και υποκριτής: του βάζει συνέχεια δουλειές χωρίς να του προσφέρει αντάλλαγμα. Είναι άνθρωπος που θέλει να παίρνει, αλλά όχι να δίνει.
2η ενότητα (“Νωρίς το άλλο πρωί … γιατί ήταν πολύ καλός μαθητής”, σελ. 177)
(α) βασικά περιστατικά:
Ο μυλωνάς ξυπνά τον Χανς για να ζητήσει τα λεφτά για το αλεύρι που του έδωσε. Επίσης, βάζει τον Χανς να του επισκευάσει τη στέγη του και την άλλη μέρα να του βοσκήσει τα πρόβατα.
(β) η στάση του μυλωνά και του Χανς:
Ο μυλωνάς είναι εκμεταλλευτής, ιδιοτελής και συμφεροντολόγος. Κοιτάει μονάχα να γίνονται οι δουλειές του και αδιαφορεί για τις ανάγκες του Χανς.
Ο Χανς είναι αθώος, φιλότιμος, καλόβολος αλλά γίνεται πιόνι του μυλωνά, που τον κάνει ό,τι θέλει. Ο Χανς είναι τόσο καλοπροαίρετος, ώστε δεν καταλαβαίνει την εκμετάλλευση.
3η ενότητα (“Ένα βράδυ …” μέχρι το τέλος)
(α) βασικά περιστατικά:
Μια θυελλώδη νύχτα ο μυλωνάς στέλνει τον μικρούλη Χανς στο γιατρό, επειδή ο γιος του χτύπησε. Χωρίς φανάρι ο Χανς κάνει 3 ώρες να φτάσει στον γιατρό. Ειδοποιεί τον γιατρό, αλλά καθώς επιστρέφει με τα πόδια, χάνει το δρόμο και πνίγεται σ’ ένα λάκκο.
(β) η στάση του μυλωνά, του γιατρού και του Χανς:
Ο μυλωνάς φέρεται ανεύθυνα και εγωιστικά, γιατί στέλνει τον Χανς μόνο του, νύχτα μέσα στη θύελλα, σε μια τόσο σημαντική αποστολή: ως πατέρας ήταν δική του υποχρέωση να ειδοποιήσει τον γιατρό. Είναι, επίσης, άκαρδος γιατί δε διευκολύνει τον Χανς, δίνοντάς του το φανάρι του.
Ο γιατρός φέρεται περίεργα: από τη μια τρέχει αμέσως για να βοηθήσει τον γιο του μυλωνά, αλλά από την άλλη δε φροντίζει να πάρει μαζί του τον Χανς και τον αφήνει να επιστρέψει μόνος του.
Ο Χανς φαίνεται ότι δεν μπορεί να προστατέψει τον εαυτό του. Ίσως γιατί δε θέλει να μη γίνει βάρος, δε ζητά βοήθεια (που την έχει ανάγκη), για να επιστρέψει σώος και αβλαβής, και τελικά χάνει τον δρόμο και πνίγεται.
Τα στοιχεία του παραμυθιού
(α) τόπος και χρόνος: όπως συμβαίνει στα παραμύθια, έτσι και σε αυτήν την ιστορία, ο τόπος και ο χρόνος όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα δεν καθορίζονται, γιατί δεν έχει ιδιαίτερη σημασία -θα μπορούσε να είχαν συμβεί οπουδήποτε οποτεδήποτε. Άλλωστε, στα παραδοσιακά παραμύθια αυτό δηλώνεται ευθύς εξαρχής: Μια φορά κι έναν καιρό …
(β) το ύφος της αφήγησης είναι απλό και κατανοητό ακόμη και από τα μικρά παιδιά.
(γ) οι λεπτομέρειες της ιστορίας: αποφεύγονται και αναφέρονται μόνο τα περιστατικά που βοηθούν στην κατανόηση της υπόθεσης και του βασικού μηνύματος (π.χ. πολύ λιτά δίνεται ο πνιγμός του Χανς· επίσης, δεν αναφέρεται τίποτα για την οικογένεια του Χανς, για ανθρώπους που μπορεί να τον βοηθήσουν κλπ.).
(δ) το ηθικό δίδαγμα: τα παραμύθια έχουν συνήθως ένα μήνυμα· εδώ θα μπορούσε να είναι ότι όσοι ισχυρίζονται ότι είναι φίλοι μας και νοιάζονται για μας δε λένε πάντα την αλήθεια. Η αληθινή φιλία φαίνεται στα έργα και όχι μόνο στα λόγια. Επομένως, δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε εύκολα τους ανθρώπους.
Τεχνική της αφήγησης
(α) τύπος του αφηγητή: ο αφηγητής διηγείται μια ιστορία στην οποία δε συμμετέχει.
(β) αφηγηματικοί τρόποι: πέρα από την αφήγηση, στο διήγημα αυτό κυριαρχεί ο διάλογος: εδώ ακούμε τη φωνή των ηρώων σε α΄ πρόσωπο. Η επιλογή αυτή δίνει ποικιλία, ταχύτητα και ζωντάνια στην ιστορία.
❧
Παράλληλα κείμενα
Δύο ιστορίες για τη φιλία
Πάουλο Κοέλο, Παράδεισος και κόλαση
Ένας άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του περπατούσαν σε ένα δάσος. Καθώς περνούσαν κάτω από ένα δένδρο έπεσε ένας κεραυνός και τους έκανε στάχτη! Όμως ο άνδρας δεν κατάλαβε ότι είχε εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο και συνέχισε την πορεία του με τα δύο του ζώα. Κάποιες φορές περνάει κάποιος χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι νεκροί την καινούργια κατάσταση. Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και ανέβαιναν σε ένα λόφο. Ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός και αυτοί ίδρωναν και διψούσαν. Σε μια στροφή του δρόμου είδαν μια πανέμορφη μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μια πλατεία στρωμένη με πλάκες από χρυσάφι. Ο διαβάτης κατευθύνθηκε προς τον άνθρωπο που φύλαγε την είσοδο.
– «Καλημέρα».
– «Καλημέρα», απάντησε ο φύλακας.
– «Πώς λέγεται αυτό το τόσο όμορφο μέρος;».
– «Αυτός είναι ο παράδεισος».
– «Τι καλά που φτάσαμε στον παράδεισο, γιατί διψάμε».
– «Μπορείτε, κύριε, να μπείτε και να πιείτε όσο νερό θέλετε», είπε ο φύλακας και του έδειξε την πηγή.
– «Το άλογο και ο σκύλος μου διψούν επίσης».
– «Λυπάμαι πολύ», είπε ο φύλακας, «αλλά εδώ απαγορεύεται η είσοδος στα ζώα».
Ο άνδρας αρνήθηκε με μεγάλη δυσκολία, μια και διψούσε πολύ, αλλά δεν ήθελε να πιει μόνο αυτός. Ευχαρίστησε τον φύλακα και συνέχισε την πορεία του.
Αφού περπάτησαν για αρκετή ώρα στην ανηφοριά, εξαντλημένοι πλέον και οι τρεις έφτασαν σε ένα άλλο μέρος, η είσοδος του οποίου ξεχώριζε από μια παλιά πόρτα περικυκλωμένη από δέντρα. Στη σκιά ενός δέντρου καθόταν ένας άνδρας και είχε το κεφάλι του καλυμμένο με ένα καπέλο. Μάλλον κοιμόταν.
– «Καλημέρα», είπε ο διαβάτης. Ο άνδρας έγνεψε ως απάντηση με το κεφάλι του.
– «Διψάμε πολύ το άλογό μου, ο σκύλος μου κι εγώ».
– «Υπάρχει πηγή ανάμεσα σε εκείνα τα βράχια», είπε ο άνδρας δείχνοντας το μέρος. Μπορείτε να πιείτε όσο νερό θέλετε.
Ο άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του πήγαν στην πηγή και έσβησαν τη δίψα τους. Ο διαβάτης γύρισε πίσω να ευχαριστήσει τον άνδρα.
– «Μπορείτε να ξανάρθετε όποτε θέλετε», του απάντησε εκείνος.
– «Επί τη ευκαιρία, πώς ονομάζεται αυτό το μέρος;», ρώτησε ο άνδρας.
– «Παράδεισος».
– «Παράδεισος; Μα ο φύλακας της μαρμάρινης εισόδου μού είπε ότι εκείνο το μέρος ήταν ο παράδεισος».
– «Εκείνο δεν ήταν ο παράδεισος, αλλά η κόλαση», απάντησε ο φύλακας. Ο διαβάτης έμεινε σαστισμένος.
– «Θα έπρεπε να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το όνομά σας. Αυτή η λάθος πληροφορία μπορεί να προξενήσει μεγάλο μπέρδεμα», είπε ο διαβάτης.
– «Σε καμία περίπτωση», αντέτεινε ο άνδρας, «στην πραγματικότητα μας κάνουν μεγάλη χάρη, διότι εκεί παραμένουν όλοι όσοι είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερους φίλους τους!
από το βιβλίο Ο διάβολος και η δεσποινίδα Πριμ
Μπέρτολτ Μπρεχτ, Φιλική εξυπηρέτηση
Σαν παράδειγμα για τον σωστό τρόπο να βοηθάς τους φίλους ο κ. Κ. αφηγήθηκε τούτη την ιστορία: Πήγαν κάποτε τρία παλικάρια σ’ ένα γέρο Άραβα και του είπαν: Ο πατέρας μας πέθανε. Μας άφησε κληρονομιά δεκαεφτά γκαμήλες και στη διαθήκη του ορίζει ο μεγαλύτερος να πάρει τις μισές, ο δεύτερος το ένα τρίτο και ο μικρότερος το ένα ένατο. Τώρα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στη μοιρασιά, βγάλε λοιπόν εσύ την απόφαση. Ο Άραβας σκέφτηκε και είπε: Καθώς βλέπω, για να κάνετε σωστή μοιρασιά σας χρειάζεται άλλη μια γκαμήλα. Εγώ έχω μια μονάχα, μα ας είναι, σας την παραχωρώ. Πάρτε τη, κάντε τη μοιρασιά και φέρτε σε μένα ό,τι περισσέψει. Τα παλικάρια πήραν την γκαμήλα, τον ευχαρίστησαν για τη φιλική εξυπηρέτηση και μοίρασαν μετά τις δεκαοχτώ γκαμήλες, έτσι που ο μεγαλύτερος πήρε τις μισές, που ήταν εννιά, ο δεύτερος το ένα τρίτο, που ήταν έξι, και ο μικρότερος το ένα ένατο, που ήταν δύο. Σαν χώρισαν όμως τις γκαμήλες είδαν μ’ απορία ότι μία τους περίσσευε. Αυτή την επέστρεψαν στο γέρο φίλο τους και τον ευχαρίστησαν πάλι.
Ο κ. Κ. είπε ότι αυτή ήταν μια σωστή φιλική εξυπηρέτηση, γιατί δεν απαιτούσε μεγάλες θυσίες.
από τις Ιστορίες του κ. Κόυνερ, μτφρ. Πέτρος Μάρκαρης,
Θεμέλιο, Αθήνα 19917, σ. 52
❦