“Ο Φάνης και η φωνή”
Ή αλλιώς: “Πού βρίσκεται η φωνή μας και πώς τη χρησιμοποιούμε;”
Συντάκτρια: Κυριακή Φαρδή
Ένα συχνό “πρόβλημα” στο νηπιαγωγείο είναι οι δυνατές φωνές των παιδιών. Τα παιδιά σ’ αυτήν την ηλικία δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο δυνατός είναι ο ήχος της φωνής τους και όταν μιλούν όλα μαζί δημιουργείται υπερβολικός θόρυβος. Επίσης, υπάρχουν παιδιά που έχουν δυσκολία στην έκφραση των σκέψεών τους (για διάφορους λόγους) και δεν μιλούν καθόλου ή ψιθυρίζουν.
Η φωνή μας είναι το μέσο για να εκφράσουμε τις σκέψεις μας ή στην πιο δημιουργική της εκδοχή για να εκφράσουμε στοιχεία του πολιτισμού μας, όπως το τραγούδι ή στοιχεία από άλλες μορφές τέχνης (θεατρική τέχνη). Μερικές φορές, ρυθμίζουμε ανάλογα τον τόνο της φωνής μας για να δείξουμε το κύρος και ή την κοινωνική μας θέση (σε επίσημες ομιλίες, σε συναλλαγές στην καθημερινή μας ζωή κ.α.). Οι ενήλικες έχουν μάθει να χειρίζονται τη φωνή τους, ανάλογα με τα βιώματά τους, την εκπαίδευσή τους και τους στόχους τους.
Τα μικρά παιδιά αναζητούν τη φωνή τους. Ανάλογα με το βαθμό αυτοπεποίθησής τους την υψώνουν, την χαμηλώνουν ή την κρύβουν.
Οι νηπιαγωγοί έχουν βρει διάφορους τρόπους, συχνά ασυνείδητους, για να βοηθούν τα παιδιά να καταλάβουν την αξία της συμβίωσης σε ένα περιβάλλον χωρίς θόρυβο.
Ο “παραδοσιακός τρόπος” είναι οι παραινέσεις και οι παρατηρήσεις: “Μή μιλάτε δυνατά”, “Κάνουμε ησυχία” κ.ά. Αυτός ο τρόπος μπαίνει στο πλαίσιο των κανόνων του νηπιαγωγείου και συσχετίζεται με την πειθαρχία. Ως ένα βαθμό ανταποκρίνονται τα παιδιά σ’ αυτό το πλαίσιο, αλλά όχι πάντα. Όχι γιατί δε θέλουν. Γιατί δεν μπορούν, ακόμη, να καταλαβάνουν έναν κόσμο γεμάτο με τόσους κανόνες. Αν οι ενήλικες δείχνουν ανοχή στον ήχο της φωνής των παιδιών (είτε είναι αδύναμος, είτε είναι δυνατός) είναι ο πρώτος κανόνας που παραβιάζουν. Μπορούμε, λοιπόν, να χαρακτηρίσουμε ως “αναποτελεσματικό” αυτόν τον τρόπο.
Ένας άλλος τρόπος είναι να δημιουργούνται αντικείμενα μέσα στο νηπιαγωγείο που “φυλακίζουν” τις άγριες φωνές. Κουτιά, κλουβιά κ.ά. φτιαγμένα από χαρτόνια ή κάποια αντικείμενα που ορίζονται γι’ αυτό το σκοπό. Μπορεί, επίσης, να υπάρχει μια νεράιδα, μια καλή νεράιδα που παίρνει την άγρια φωνή και την τοποθετεί σ’ αυτά τα αντικείμενα. Τι γίνεται, όμως, στις περιπτώσεις των παιδιών που δεν έχουν “φωνή” ή “ψιθυρίζουν”; Μήπως η νεράιδα πάρει και τη δική τους τη φωνή και δεν τη βρουν ποτέ; Όσο καλή κι αν είναι η νεράιδα, στην περίπτωση, αυτή το στοιχείο του “εγκλωβισμού” σε κουτιά, κλουβιά κ.ά. μπορεί να δημιουργήσει φόβο. Αυτή η μέθοδος, ίσως, είναι περισσότερο αποτελεσματική από την προηγούμενη, αλλά, ίσως, όχι για όλα τα παιδιά.
Στο νηπιαγωγείο μας, η διδασκαλία διαμέσου της τέχνης, μας βοήθησε να βρούμε έναν, κάπως, πιο δημιουργικό τρόπο για να μιλήσουμε στα παιδιά για τη φωνή τους, τον έλεγχό της και την αντιμετώπιση του θορύβου μέσα στις διδακτικές αίθουσες.
Ένα πρωινό, μόλις, είχαμε συγκεντρωθεί όλοι και όλες μαζί και ήταν η στιγμή να πούμε την “καλημέρα μας” και να συνεχίσουμε όταν ένα κοριτσάκι δυσκολευόταν “να βρει τη φωνή του”. Τότε μια κούκλα κουκλοθεάτρου ήρθε στην παρέα μας για να μας πει “καλημέρα”. Ήταν στην αρχή σιωπηλή γιατί δεν έβρισκε τη φωνή της. Τα παιδιά μάντεψαν το όνομά της και βρήκαν ότι τη λένε Φάνη (ίσως συμπτωματικά, ίσως όχι, το όνομα που βρήκαν τα παιδιά έχει δύο σύμφωνα κοινά με τη λέξη “φωνή”, οπότε δημιουργείται μια φωνολογική σχέση ανάμεσα στο όνομα της κούκλας και τη λέξη “φωνή”, κάτι που στο πλαίσιο της διαθεματικότητας μπορούμε να το συνδέσουμε με τις θεματικές ενότητες της γλώσσας).
Ο Φάνης άρχισε να “ψάχνει” τη φωνή του. Ξεκίνησε από τα πόδια του. Η φωνή ήταν πολύ αδύναμη και δεν έβγαινε. Έπρεπε να να την ψάξει καλύτερα. Εάν βρισκόταν εκεί, ήταν πολύ χαμηλά και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να την ακούσουν οι άλλοι/ες. Στη συνέχεια, την έψαξε στην κοιλιά του. Όταν την βρήκε εκεί, ακουγόταν αλλά αυτό δεν έφτανε για την ακούσουν οι άλλοι/ες. Μετά την βρήκε στο λαιμό του. Αλλά ήταν τόσο δυνατή που όσοι/ες την άκουσαν φοβήθηκαν ή πόνεσε το κεφάλι τους και δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήθελε να πει, ούτε καν, αν έλεγε “καλημέρα”. Στο τέλος, η φωνή πήγε πιο ψηλά, ανέβηκε στο μυαλό και, τότε, ο Φάνης άρχισε να σκέφτεται τη φωνή του. Έτσι, άρχισε να καταλαβαίνει πόσο δυνατά θα έπρεπε να μιλήσει κάθε φορά ή πόσο σιγά και τι θα έπρεπε να πει.
Από τότε κάθε φορά που κάποιο παιδί χάνει τη φωνή του ή του “φεύγει” και γίνεται πολύ δυνατή θυμάται ότι ο Φάνης κατάφερε να βρει τη φωνή του μέσα στο μυαλό του. Μένει για λίγο σιωπηλό και στην συνέχεια βρίσκει τον τρόπο να “ρυθμίσει” τον ήχο της φωνής του ή να εκφράσει με λέξεις αυτό που θέλει να πει, χωρίς θορύβους.
Ο Φάνης μας