Διαβάζω πως µία νέα κατηγορία συνεργατών των εκδοτικών οίκων µελετά τα υπό έκδοση κείµενα (ή τα υπό επανέκδοση, σε περίπτωση που είναι παλαιότερα) και επισηµαίνει λέξεις, φράσεις, χαρακτηρισµούς που µπορεί σήµερα να θεωρηθούν από µερίδα του κοινού προσβλητικά, ώστε να αφαιρεθούν. Οι επαγγελµατίες λογοκριτές τής κατά τα άλλα δηµοκρατικής εποχής της πολιτικής ορθότητας λέγονται «sensitivity readers». Λόγω αυτής της ευαισθησίας που έχει γίνει της µόδας, ινδός τηλεθεατής ζήτησε από το Netflix να αφαιρέσει ένα επεισόδιο της σειράς «The Big Bang Theory», καθώς βρήκε ένα από τα αστεία που ακούγονταν «υποτιµητικό και προσβλητικό για την κουλτούρα και τις γυναίκες της Ινδίας». Αντιδράσεις προκάλεσε και η επαναπροβολή σε αµερικανικά δίκτυα της κωµικής σειράς του 1994 «Friends», µε τα νέα κοινά να απορούν πώς ήταν δυνατόν όλοι εµείς που βλέπαµε «Τα Φιλαράκια» στην πρώτη προβολή να διασκεδάζουµε µε τα οµοφοβικά και σεξιστικά αστεία τους. Αντε τώρα να εξηγήσεις σε έναν κόσµο που χάνει το χιούµορ του πως ακόµα και το ακραίο χιούµορ (το οποίο, εδώ που τα λέµε, ποτέ δεν ακούστηκε στα «Φιλαράκια») δεν είναι απαραιτήτως κακοποιητικός λόγος. Πως πράγµατι δεν υπάρχουν βρώµικες λέξεις αλλά βρώµικα ή και αφελή/κολληµένα µυαλά που αδυνατούν να ξεχωρίσουν πότε µια λέξη γίνεται προσβολή και πότε χρησιµοποιείται για να χρωµατίσει µε τις απαραίτητες αποχρώσεις ένα ανέκδοτο, µια ιστορία. Το να γελάσεις µε ένα αστείο µε ευτραφείς ανθρώπους (πήγα να γράψω τη λέξη χοντρούς αλλά αυτολογοκρίθηκα) δεν σηµαίνει πως θεωρείς τους ευτραφείς ανθρώπους κλόουν ή κατώτερο είδος. Πώς να το κάνουµε, όταν παρακολουθείς τις περιπέτειες του «Χοντρού και του Λιγνού» (όπως είχε µεταφραστεί στα ελληνικά πολλές δεκαετίες πίσω το κωµικό δίδυµο «Laurel and Hardy») δεν µπορείς να γελάς µόνο µε τον λιγνό και να πνίγεις το γέλιο σου κάθε φορά που κάνει µια γκάφα ο χοντρός για να µη θεωρηθείς εχθρός των παχύσαρκων. Αν γελάσεις µε ένα αστείο που γίνεται εις βάρος ενός τρανς ή ενός στρέιτ, δεν σηµαίνει πως είσαι αναφανδόν κατά των τρανς ή των στρέιτ. Και αν γελάσεις µε ένα αστείο κατά των Βέλγων, των Γερµανών, των Εβραίων, των Κυπρίων, των Ελλήνων κ.λπ. δεν στρέφεσαι κατά των λαών ή των θρησκευτικών πιστεύω. Παρεµπιπτόντως, για να επανασυστηθούµε, και εµείς οι πιο παλιοί, που γελούσαµε χωρίς δεύτερη σκέψη και µε τέτοια αστεία, δεν µεγαλώσαµε στη ζούγκλα. Και ευγενικοί µάθαµε από τις οικογένειές µας να είµαστε, και να σεβόµαστε τους άλλους. Αν και, επειδή είµαστε άνθρωποι, και ο κόσµος των ανθρώπων είναι (και) κόσµος λαθών, κάναµε πιθανώς και εµείς αυτό που σήµερα λένε bullying, δηλαδή πειράξαµε κάποιους (και δεν νιώθουµε υπερήφανοι για αυτό), όπως και µας πείραξαν κάποιοι. Η ζωή είναι ζούγκλα γεµάτη άγρια ζώα. Μέσα σε αυτή τη ζούγκλα καλούµαστε να επιβιώσουµε και κυρίως να βελτιωθούµε, να γίνουµε καλύτεροι στον δρόµο µας προς την έξοδο. Ωστόσο και στην πορεία της αυτοβελτίωσης, δεν πρέπει να χάσουµε το χιούµορ µας. Η πολιτική ορθότητα, που τόσο πολύ το έχει στοχοποιήσει, πρέπει νοµίζω να τοποθετηθεί σε άλλες βάσεις. Για να έχει ουσία. Αλλιώς και αυτή καταντάει bullying.

Το άγνωστο κείμενο της Πηνελόπης Δέλτα για τους Μικρασιάτες και Πόντιους πρόσφυγες
Στις 2 Μαΐου 1941 έφυγε από τη ζωή η Πηνελόπη Σ. Δέλτα, η εμβληματική συγγραφέας τα μυθιστορήματα της οποίας αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχαγωγίας και της διαπαιδαγώγησης πολλών γενεών.
Πέντε ημέρες πριν, στις 27 Απριλίου, όταν τα ναζιστικά στρατεύματα έμπαιναν στην Αθήνα η Πηνελόπη Δέλτα, θέλοντας να αυτοκτονήσει, είχε πάρει ισχυρή δόση δηλητηρίου.
Στην απόφασή της αυτή ρόλο έπαιξε και το ίδιο το γεγονός της εισβολής των Ναζί αλλά και η ιδιαίτερα επιβαρυμένη ψυχολογική κατάστασή της.
Εξάλλου, ήδη από το 1925 είχε βυθιστεί σε ένα βαθύ προσωπικό πένθος για τον θάνατο του μεγάλου έρωτα της ζωής της, Ίωνα Δραγούμη.

Η Πηνελόπη Δέλτα με τις δύο της κόρες
Η Δέλτα για τους πρόσφυγες
Τα μνημειώδη μυθιστορήματα της Πηνελόπης Δέλτα είναι φυσικά πασίγνωστα, λιγότερο γνωστά όμως είναι κείμενά της με τα οποία η συγγραφέας παρέμβαινε δημοσίως θέλοντας να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη για ζητήματα που ίδια θεωρούσε υψίστης σημασίας.
Ένα τέτοιο κείμενό της είναι και αυτό που δημοσίευσε στο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 16ης Ιανουαρίου 1924.
Με το κείμενο αυτό η Πηνελόπη Δέλτα, λίγους μόλις μήνες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη σχετικά με τις άθλιες συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν οι εκατοντάδες χιλιάδες Μικρασιάτες και Πόντιοι πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Τίτλος του κειμένου: «Και οι πρόσφυγες αποθνήσκουν».

«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 16.1.1924, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
Γράφει η Πηνελόπη Δέλτα:
«Και οι πρόσφυγες αποθνήσκουν σωρηδόν!
»Και το κρύο δυναμώνει ολοένα στα βόρεια μέρη και το χιόνι σκεπάζει όλην την Μακεδονία και την Θράκη, όπου τα τελευταία ανθρώπινα ράκη της Μικρασιατικής τραγωδίας, αδυνατισμένα και εξηντλημένα από τα Τουρκικά βασανιστήρια, ήλθαν κ’ έπεσαν για να πεθάνουν.
»Και όμως το τελωνείο είνε γεμάτο από ρούχα ζεστά, κουβέρτες, επανωφόρια, προβιές, που ανήκουν σ’ εμπόρους πρόθυμους να τα δώσουν με λογικές τιμές κατά χιλιάδες στα ταμεία της περιθάλψεως.
»Αλλά τα ταμεία αυτά δεν επαρκούν στις καταθλιπτικές ανάγκες των γυμνών και πεινασμένων. Δίνουν, δίνουν καθημερινώς, αλλά η δυστυχία μένει μεγαλείτερη από τα μέσα του.

»Κυρίες, κύριοι, μητέρες και παιδιά, ρίξετε μια ματιά στους απέραντους χιονοσκεπασμένους κάμπους της Μακεδονίας.
»Δήτε τα ανθρώπινα κουβαριασμένα σώματα, ριχμένα κατά χιλιάδες κάτω από υπόστεγα μισάνοιχτα όπου σφυρίζει ο Βαρδάρης. Κυττάξετε τα σκελετιασμένα σταχτόχλωμα παιδικά προσωπάκια, συσπασμένα από την οδύνη.
»Τ’ αγριεμένα πρόσωπα των μητέρων που τα μαζεύουν στην αγκαλιά τους, χωρίς να κατορθώνουν να τα ζεστάνουν στα ξυλιασμένα γυμνά τους στήθη.
»Δήτε τις πόρτες των σπιτικών της Θεσσαλονίκης πολιορκημένες από γυναικόπαιδα κουρελιασμένα, ακούσετε τα κλάματα τους, την προσευχή τους, την άγριά τους παράκληση να τους ανοιχθή η πόρτα, να τους δοθή ένα ζεστό να πιούν, μια κουρελιασμένη έστω κουβέρτα, ένα κομματάκι ψωμί.
»Δήτε το πένθιμο κομπολόγι από ξυλιασμένα παιδικά σωματάκια που μεταφέρονται κάθε πρωί από τους καταυλισμούς στο νεκροταφείο, ριγμένα το ένα πλάγι στο άλλο πάνω στα δημαρχικά φορεία. Και σπλαχνισθήτε την απέραντη αυτή δυστυχία.
«Κυρίες, που ριγηλαί τυλίγεστε στις βαρύτιμες γούνες σας πίνοντας αρωματικό καυτό τσάι πλάγι στη ζωηρή φλόγα του τζακιού σας.
»Κύριοι, που στο ζεσταμένο εστιατόριο εστιατόριο ή γύρω στο τραπεζάκι του μπριτζ και του πόκερ της λέσχης συζητείτε αμέριμνοι τα της ημέρας.
»Μητέρες, που κάθε βράδυ σκυμμένες στην κούνια του παιδιού σας, τρυφερά το τυλίγετε στα χνουδάτα του παπλώματα, δώσετε, δώσετε πολλά, δώσετε γρήγορα, όχι κατά μονάδες και δεκάδες, αλλά δώσετε κατά χιλιάδας. (…)
»Δώσετε, οι χορτασμένοι και οι ντυμένοι στους γυμνούς και πεινασμένους, δώσετε πριν πεθάνουν οι τελευταίοι δυστυχισμένοι αδελφοί μας, που δεν έφταιξαν για τη σημερινή απερίγραπτη δυστυχία.
»Τις συνεισφορές σας μπορείτε να τις στέλετε στο Πατριωτικό Ίδρυμα που θα φροντίζη με τα προσφυγικά του τμήμα να τα μοιράση και στη Μακεδονία και σε άλλα μέρη όπου είνε μεγαλύτερη η ανάγκη.