Επιστροφή σε Άμεσο κοινωνικό περιβάλλον (οικογένεια, σχολείο, παρέες κοινωνικές ομάδες)

ΒΙΑ

Η ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

5. Επιθετικότητα στο σχολείο epithetikothta sto sxoleio

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Προτάσεις για πρόληψη και αντιμετώπιση

 

Κακοποίηση σε ζωντανή μετάδοση

«Τι είδος ανθρώπου κακοποιεί ΑμεΑ σε ζωντανή διαδικτυακή μετάδοση, λαμβάνοντας μάλιστα αμοιβή για τις πράξεις του;». Η ερώτηση είναι αναμενόμενη ως εκτονωτική του θυμικού. Δεν είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα χρήσιμη. Ναι, υπάρχουν και τέτοιοι άνθρωποι γύρω μας. Ναι, είναι πολλοί, περισσότεροι απ’ ό,τι μας επιτρέπει να υποθέσουμε ο πολιτισμένος αλλά τεχνητός κοινωνικός μας κύκλος. Παρότι, όμως, διατηρούμε το δικαίωμα να φρίττουμε μπροστά στην κτηνωδία, έχουμε την υποχρέωση να αποδεχτούμε επιτέλους ότι αυτό το είδος ανθρώπου υπήρχε πάντα και θα συνεχίσει να υπάρχει, ορατό ή αθέατο. Αντί να αναρωτιόμαστε, λοιπόν, για το «είδος ανθρώπου» στο οποίο ανήκει ο 42χρονος που συνελήφθη στο Κερατσίνι, ίσως είναι πιο πρόσφορο κοινωνικά να αναρωτηθούμε ποιοι είναι εκείνοι οι χιλιάδες συνδρομητές του καναλιού του που όχι μόνο παρακολουθούσαν τα απάνθρωπα σόου, αλλά τα παρήγγελναν κιόλας. Ο 42χρονος είναι ένας· βολεύει, έτσι, και ίσως να είναι και κοινωνιολογικά δόκιμο να τον κατατάξουμε σε ορισμένο «είδος ανθρώπου», μακρινό από το δικό μας. Οι 22.000 συνδρομητές του καναλιού του, ωστόσο, δεν μπορεί να ανήκουν σε ξεχωριστό είδος· δεν μπορεί να έχουν όλοι λεκιασμένο ποινικό ή ηθικό μητρώο. Κάποιοι εξ αυτών σίγουρα έχουν μια ζωή στην οποία φαίνονται «κανονικοί» και ανθρώπινοι· κάποιοι εξ αυτών ίσως έχουν κάποτε καθίσει δίπλα μας, ίσως μας έχουν μιλήσει, χωρίς εμείς να υποψιαστούμε τι συνδρο-μές πληρώνουν ονλάιν.

Ιντερνετ δίχως όρια

Υπάρχουν οι τεχνοφοβικοί κινδυνολόγοι, που βλέπουν τον όλεθρο σε οτιδήποτε περιλαμβάνει πίξελ· εκείνοι που τρέμουν την επίδραση των τάμπλετ στον ψυχισμό των μικρών παιδιών, που μιλούν για την «αποξένωση» την οποία γεννάει το Ιντερνετ και νοσταλγούν μεγάλες, χωμάτινες αλάνες μαζί με τις παλιές καλές εποχές όπου οι άνθρωποι μιλούσαν μεταξύ τους και δεν είχαν το πρόσωπό τους «καρφωμένο σε μια οθόνη». Υπάρχει βέβαια και το άλλο άκρο: η κατηγορία των ανθρώπων που στα κοινωνικά δίκτυα βλέπει μόνο τις θετικές δυνατότητες και ποτέ τις τραγικές παγίδες· που έχει τόσο συνηθίσει την έλλειψη ορίων, ώστε πλέον τη θεωρεί δημοκρατικό κεκτημένο – κάτι σαν το δικαίωμα στην ψήφο. Η αποθράσυνση των χρηστών του Διαδικτύου οφείλεται, πέρα από την ανθρώπινη ειδολογία και ψυχοπαθολογία, σε αυτό ακριβώς το έλλειμμα φραγμών: οι συνδρομητές ενός διαδικτυακού καναλιού ζωντανών βασανιστηρίων επιδίδονται στο απάνθρωπο χόμπι τους, μεταξύ άλλων, κι επειδή τους είναι πολύ εύκολο· δεν ελέγχονται, δεν αποδοκιμάζονται, δεν έχουν δεύτερες σκέψεις. Αλλωστε, στο διάφανο ιντερνετικό σύμπαν έχουν δει πολλούς άλλους να κάνουν ντροπιαστικά πράγματα, για τα οποία δεν λογοδοτούν ποτέ.

Η μεγάλη ειρωνεία

Η συμμετοχή σε διαδικτυακά εγκλήματα (ποινικώς ή ηθικώς κολάσιμα) και ο συνακόλουθος εθισμός σε αυτά συνδέεται με την ψευδαίσθηση των χρηστών της εκάστοτε πλατφόρμας ότι είναι αόρατοι. Ο παθητικός τρόπος με τον οποίο πραγματοποιούνται το «subscribe», το «follow» και το «like» καλλιεργεί στα άτομα που πατάνε το κουμπί μία αντίληψη μη δράσης. Το διαδικτυακό bullying, ο διασυρμός προσώπων, το revenge porn και τόσες άλλες μορφές μοντέρνας κακοποίησης πηγάζουν από την πρόσληψη του Διαδικτύου ως μη πραγματικού τόπου: ο μη πραγματικός τόπος δεν μετράει· ό,τι κάνουμε σε αυτόν συγχωρείται, γιατί δεν αποτελεί πράξη με την κυριολεκτική έννοια. Κάπως έτσι, από τις λιγότερο επώδυνες εκδοχές κακότητας φτάσαμε στο σημείο η κακοποίηση ατόμων με νοητική υστέρηση να μετατρέπεται σε θεατρικό δρώμενο (οι πρωταγωνιστές έπαιρναν οδηγίες, συμμετείχαν ο ένας στον εξευτελισμό του άλλου, είχαν, εκτός από τον ρόλο του θύματος, και ρόλο σεναριακό). Η παρανόηση έχει και αντίστροφη λειτουργία: πριν από λίγες ημέρες, εκατοντάδες χρήστες του Facebook ανάρτησαν μια ανυπόστατη ανακοίνωση με ψευδονομική μορφή στα προφίλ τους, με την οποία θεώρησαν ότι προστατεύουν τα προσωπικά τους δεδομένα από τις ληστρικές διαθέσεις του σατανικού Μαρκ Ζούκερμπεργκ. Η ειρωνεία των κοινωνικών δικτύων είναι ότι αυτοί που πράττουν πιστεύουν ότι δεν πράττουν, και αυτοί που δεν πράττουν πιστεύουν ότι πράττουν· η ειρωνεία τους αυτή είναι και το μεγαλύτερό τους πρόβλημα.

ΑΠΟΨΕΙΣ

Πίσω από τον πυκνό ιστό της βίας

Μαχαιρώματα και ξυλοδαρμοί μεταξύ αγνώστων δι’ ασήμαντον αφορμήν. Γυναικοκτονίες. Αδελφοκτονίες. Βιασμοί. Επιθέσεις σε ανηλίκους από οργισμένους συνομηλίκους. Μια ακόμη κρίση, εκείνη της βίας, που παροξύνθηκε σχεδόν παντού στον κόσμο κατά την πανδημία και βαίνει απαραμείωτη με την εκδίπλωση νέων δεινών και φόβων, έχει προστεθεί στις υπόλοιπες. Αντί να μειώσει η ρευστότητα τη λαχτάρα για επιβολή, την εκτράχυνε. Μαζί με τις βεβαιότητες εξέλιπε και το ειρηνικό πνεύμα.

Το σημερινό μπερδεμένο κουβάρι των ετερόκλητων δυνάμεων που ευφραίνονται να γεννούν γρήγορα, να στρεβλώνουν τάχιστα και να καταστρέφουν αστραπιαία κώδικες και ήθη, δεν αφήνει περιθώρια για εύκολες απαντήσεις στο συχνό «γιατί τόση καθημερινή βία». Πολύ περισσότερο, για το εθνικό μας σπορ, την κομματικοποίηση ενός προβλήματος τόσο περίπλοκου όπως το έγκλημα. Διότι το ερώτημα δεν αφορά τον υπόκοσμο, τις φατρίες που ξεκαθαρίζουν τους λογαριασμούς τους με αίμα και συγκρούονται για τις πιάτσες πορνείας, διακίνησης ναρκωτικών, παράτυπων μεταναστών, πλαστών εγγράφων, λαθραίων… Αφορά δράστες που «δεν απασχολούσαν», ήταν ακόμη και «υπεράνω υποψίας». Ούτε σχετίζεται με εγκλήματα π.χ. κατά της ιδιοκτησίας, αλλά με βίαια εγκλήματα, δολοφονίες συντρόφων, φονικά για τη μάσκα στο λεωφορείο, τη σειρά στην ουρά, την πετονιά στην παραλία.

Κατά την πανδημία COVID-19 χιλιάδες άνθρωποι βίωσαν τον θάνατο οικείων, οικογένειες διαλύθηκαν, το νεόδμητο χθες κατέρρευσε μπροστά στα μάτια εργαζομένων σε κλάδους που επλήγησαν από εκτεταμένη ανεργία, υπονομεύθηκε η αρχιτεκτονική των νέων εύθραυστων βάσεων που κάπως ασφάλιζαν τον πολίτη. Διευρύνθηκαν οι ανισότητες, αποδυναμώθηκαν οι κοινότητες, ξεστράτισαν οι κοινωνικοί πόροι προς τα επείγοντα, χάθηκαν ευκαιρίες. Τα φαντάσματα του εγκλεισμού λιγόστεψαν την αντοχή των ψυχών, τις απορρύθμισαν, τις σημάδεψαν. Εκτόξευσαν το άγχος, οδήγησαν ανθρώπους στα όρια των αντοχών τους. Η συνέχεια, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή και πληθωριστική κρίση, την κλιματική αλλαγή, ενέτεινε τις αγωνίες, φόρτωσε τους συλλογισμούς με νέες ανασφάλειες και υψηλές πιέσεις, συρρίκνωσε τις ελπίδες στις διαστάσεις των στενών οριζόντων.

Στην πυριτιδαποθήκη των κρίσεων, μια σπίθα αρκεί για το λαμπάδιασμα κοινωνικών κανόνων και ανυποψίαστων θυμάτων.

Τίποτα από αυτά, λέει η έρευνα, δεν οδηγεί από μόνο του σε ακραία αντικοινωνικά φερσίματα, βαναυσότητες εντός κι εκτός εστίας, βαριά χρήση ουσιών, στο έγκλημα και στη βία. Ομως μια αδιάγνωστη ψυχική κατάσταση σε συνδυασμό με αλλεπάλληλες καταπτώσεις και ισχυρές φορτίσεις ενδέχεται να οπλίσει το χέρι. Η οικονομική δυσπραγία, η οδύνη των ανεκπλήρωτων ονείρων, η απώλεια της πίστης στους θεσμούς, τα τοξικά διαδικτυακά περιβάλλοντα, η καχυποψία, η πολιτική πόλωση, οι διαιρέσεις τροφοδοτούν τη διχόνοια και το μίσος, που υπό συνθήκες καλλιεργούν ως διέξοδο τη βία, ως μέσο αποφόρτισης την καταστροφή, ως σανίδα επιβίωσης την εξόντωση του τυχαίου «εχθρού».

Οι εκρήξεις βίας είναι σαν το αιφνίδιο πέρασμα σε ένα πεδίο παραμορφωμένο από τον θυμό, τον νοσηρό εγωκεντρισμό που αρνείται και ακυρώνει τον άλλο, τη μανία για εκδίκηση, η οποία πυροδοτείται από το βαθύ τραύμα, την πλήρη αποσύνδεση από την κοινωνική πραγματικότητα. «Η αποδυνάμωση των κοινωνικών κανόνων οδηγεί στην ανομία, είμαστε ηθικά όντα στον βαθμό που είμαστε κοινωνικά όντα», πρέσβευε ο Εμίλ Ντιρκέμ. Κατά τον Γάλλο κοινωνιολόγο, οι άνθρωποι αρνούνται να υπακούσουν σε κανόνες που θεωρούν ανίσχυρους, συνήθως σε περιόδους μεγάλων οικονομικών και άλλων κρίσεων. Ομως «χωρίς ρυθμίσεις και πρότυπα η κοινωνία κατακερματίζεται, η κοινωνική συνείδηση φθίνει, διασπείρεται η σύγχυση, η ανασφάλεια, ο εαυτουλισμός, η αρπακτικότητα, η ανομία».

Η βία στην καθημερινή ζωή είναι σαν τις κλωτσιές σε αθωράκιστη πόρτα, μια γρήγορη νίκη, ένα άλμα στο κενό. Οταν το κενό είναι αυτό που θέλει να απωθήσει, μαζί με την αμφιβολία, την ταραχή, την παραζάλη, τον τρόμο. Αντ’ αυτού, ακυρώνει το παρόν, συσκοτίζει το μέλλον, σπάει τους κρίκους της συνέχειας, κόβει τις συνδέσεις με τον εαυτό, την εσωτερική ύπαρξη. «Η βία, είτε φυσική είτε ψυχική, είναι η αναζήτηση μιας ταυτότητας, ενός νοήματος. Οσο λιγότερη ταυτότητα, τόσο περισσότερη βία», έλεγε ο Καναδός επικοινωνιολόγος Μάρσαλ Μακ Λούαν.

Οταν οι κρίσεις υποχωρούν, οι κοινωνικές γεωμετρίες σταδιακά αποκαθίστανται, μαζί με τους κανόνες και τις ταυτότητες. Ο,τι γκρεμίζεται, ξαναχτίζεται. Δύσκολα, βέβαια. Ο άνθρωπος ρέπει προς την ιδιοτέλεια και την ανυπακοή– αυτήν την πανάρχαια και καθημερινή άρνηση του παραδείσου.

 

 

Βία, η θεά της μυθολογίας και ο δαίμονας της κοινωνίας

Η βία, σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική, ενδοοικογενειακή, πολιτική, ήρθε και έδεσε με την κοινωνία και, δυστυχώς, και με την ελληνική! Ας δούμε, λοιπόν, πόσο η βία αυτή ταιριάζει με τις αξίες που κληρονομήσαμε ως Ελληνες από τους προγόνους μας και ας ανατρέξουμε στο βιβλίο «Η αρχαία Ελλάδα εναντίον της βίας» της μεγάλης και αλησμόνητης γαλλίδας ακαδημαϊκού Jacqueline de Romilly.

02.06.2022, 06:10 ΤΟ ΒΗΜΑ

Η Βία ήταν κατά την ελληνική μυθολογία θεότητα, προσωποποίηση της βίας. Η Βία, ο Κράτος και η Νίκη αναφέρονται στη «Θεογονία» του Ησίοδου ως αδέλφια. Η βία με τη σημερινή της έννοια είναι η άσκηση σωματικής ή άλλης δύναμης ή και η χρησιμοποίηση απειλών με σκοπό την επιβολή της θέλησης ενός ατόμου. Η ρίζα της είναι ινδοευρωπαϊκή, j(i)ya, και σημαίνει «κυριαρχία».

Η βία, σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική, ενδοοικογενειακή, πολιτική, ήρθε και έδεσε με την κοινωνία και, δυστυχώς, και με την ελληνική! Ας δούμε, λοιπόν, πόσο η βία αυτή ταιριάζει με τις αξίες που κληρονομήσαμε ως Ελληνες από τους προγόνους μας και ας ανατρέξουμε στο βιβλίο «Η αρχαία Ελλάδα εναντίον της βίας» της μεγάλης και αλησμόνητης γαλλίδας ακαδημαϊκού Jacqueline de Romilly.

Σύμφωνα με την έρευνα της λαμπρής ελληνίστριας και φίλης της Ελλάδας, μέσα από τον κόσμο της Μήδειας, του Προμηθέα, του Ορέστη, του Αχιλλέα, της Αντιγόνης και πολλών άλλων οι Ελληνες ανέπτυξαν έναν ολόκληρο κόσμο που παρέχει ένα κριτικό οπλοστάσιο, που όχι μόνο παραμένει ενεργό, αλλά μπορεί να βγάλει τη σκέψη από πολλά αδιέξοδα. Στο βιβλίο της η Jacqueline de Romilly επισημαίνει ότι ο ουμανισμός του 5ου αι. π.Χ. είναι ένα αξεπέραστο μάθημα για όλες τις εποχές, που μαστίζει η βία. Ετσι η ίδια εξετάζει τη θεϊκή βία, τη βία στην αρχαία τραγωδία και την καθημερινή βία. Αναφέρεται στη θεϊκή αγριότητα, όταν ο Δίας ευνουχίζει τον πατέρα του Ουρανό για να καταλάβει την εξουσία – και είναι οι «θεομηνίες» ασύγκριτα σκληρότερες από τις ανθρώπινες πράξεις βίας -, στη βία των τυράννων που κυβερνούν χωρίς νόμο, στην καθημερινή βία στην κοινωνία και στη βία του πολέμου. Διαπιστώνει ότι οι κλασικοί συγγραφείς δεν απέκρυψαν τη βία, αντίθετα την περιέγραψαν και τη στηλίτευσαν, όπως ο Ευριπίδης στις «Τρωάδες», «Ικέτιδες», «Ανδρομάχη» και ο Θουκυδίδης στον διάλογο Αθηναίων – Μηλίων.

Η Jacqueline de Romilly ανατρέχει στις τραγωδίες του 5ου αι. π.Χ. και στα ιστορικά κείμενα, όπου ανευρίσκει τη δικαιοσύνη, την πραότητα, την επιείκεια, αξίες που δρούσαν ενάντια στην αγριότητα. Στα κείμενά τους οι αρχαίοι συγγραφείς περιγράφουν τις αντιπαραθέσεις των χαρακτήρων αναδεικνύοντας την αξία της ανθρώπινης αλληλεγγύης, του σεβασμού στην ανθρώπινη προσωπικότητα, του οίκτου για τους αδυνάτους. Για να αντιμετωπίσουν τη βία ορθώνουν ενάντια σε αυτή θετικές αξίες, τον ορθολογισμό, την πειθώ, την αγάπη για τη ζωή και την προσήλωση στους νόμους, γραπτούς και άγραφους.

Στο ίδιο βιβλίο η γαλλίδα συγγραφέας διαμαρτύρεται για τη βία που εκφράζεται στα κείμενα της εποχής της (1999) στη Γαλλία γράφοντας χαρακτηριστικά τα εξής: «Τι τρελός άνεμος μαίνεται στη γαλλική λογοτεχνία, τι τυφλή μανία εμπνέει τους συγγραφείς μας. Από τα έργα 15 συγγραφέων ξεχύνεται όλο το αίμα του κόσμου. Οι 15 νέοι βάρβαροι παρουσιάζουν με τα έργα τους αυτά μια σαφή ακτινοσκόπηση της γενικής σύγχυσης της εποχής μας».

Δεν είμαι ειδική για να εκθέσω τα αίτια της γέννησης της βίας στην ψυχή των νέων, μπορώ όμως να αναφερθώ στη σημασία της παιδείας για την αποφυγή της. Η παιδεία, που περιλαμβάνει το σπίτι, το σχολείο, τα βιβλία, τα μέσα ενημέρωσης, αρχίζει πάντα από τους γονείς, των οποίων η προσφορά συχνά μετατοπίζεται από την παροχή των ηθικών αξιών στην παροχή υλικών αγαθών. Πιστεύω ότι οι γονείς οφείλουν πρώτοι να παιδεύσουν τα τέκνα τους, να τα εξοικειώσουν με το περιβάλλον, τον χώρο και τη χώρα όπου ζουν. Να τα εμπνεύσουν με την πίστη σε κάτι ανώτερο, με σεβασμό για τον άνθρωπο, για το άλλο φύλο, με αγάπη για τα ζώα, να τα εξοικειώσουν κατά το δυνατόν ακόμη και με την ιδέα της αρρώστιας και του θανάτου. Να καλλιεργήσουν στα παιδιά τους τη σωστή έννοια της εργασίας και της μοναδικής αξίας της για όλη τους τη ζωή, από τα νιάτα μέχρι τα βαθιά γεράματα.

Είναι θλιβερό, τις τελευταίες ημέρες, το φαινόμενο βίας με οργανωμένη επιχείρηση καταστροφής στον χώρο του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, όπου έχει ξεκινήσει η κατασκευή νέας ενοποιημένης βιβλιοθήκης και αιθουσών διδασκαλίας της Σχολής Θετικών Επιστημών, ένα έργο εξαιρετικά σημαντικό για τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η παιδεία συνεχίζεται στο σχολείο, όπου ένα μάθημα Ηθικής είναι, πιστεύω, αναγκαίο να προσφέρει στους μαθητές απλές έννοιες του ήθους, της συμπεριφοράς στην κοινωνία και φυσικά των συνεπειών της βίας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η επαναφορά στις αρχές και στα ιδεώδη του ουμανισμού επιβάλλεται για μια ζωή καλύτερη για όλους. Διάβασα στο «Βήμα» ότι η σύγχρονη τεχνολογία προχωρεί και στην Ελλάδα με επιτυχία στην ανάπτυξη εφαρμογής για κινητό τηλέφωνο στοχεύοντας στην καταπολέμηση της έμφυλης βίας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η τεχνολογία δεν προλαμβάνει τέτοια φαινόμενα, μόνο προσπαθεί να τα θεραπεύσει, και η παιδεία παραμένει το μοναδικό σωστό και αποτελεσματικό εργαλείο.

Το βιβλίο της Jacqueline de Romilly, μεταφρασμένο στην ελληνική, θα μπορούσε να αποτελέσει εγχειρίδιο για τη διαπαιδαγώγηση των νέων, καθώς σε αυτό αναδεικνύονται αξίες των προγόνων μας που μπορούν να μας αφυπνίσουν για να δώσουμε σήμερα τα ιδεώδη κίνητρα για τον περιορισμό της βίας και της τρομοκρατίας στη χώρα μας.

Η κυρία Στέλλα Πριόβολου είναι ομότιμη καθηγήτρια, πρόεδρος Σώματος Ομότιμων Καθηγητών ΕΚΠΑ, κοσμήτορας Δημοτικού Λαϊκού Πανεπιστημίου Αγ. Παρασκευής.

Χυδαιολογία η μεταδοτική

Οι χείμαρροι χολής και μίσους που ξεχύνονται στις πίσω αυλές της ζωής ανθρώπων θερμοκέφαλων προς διαφωνούντες, ανταγωνιστές, αντιπάλους δεν μένουν να αντιλαλούν μέσα σε έναν μικρό αδιαπέραστο κόσμο, χαμένο πίσω από τη νοσηρή μηδαμινότητά του. Διαχέονται προς ευρύτερες σφαίρες και διαφθείρουν. Ενα συνονθύλευμα αθυροστομίας, χυδαίων χαρακτηρισμών, τοξικών εκφράσεων και προσβολών εισβάλλει στην καθημερινή γλώσσα ως ριζοσπαστική αργκό, αρχικά μεταξύ ολίγων και στη συνέχεια όλο και περισσότερων. Λίγο λίγο, η αγένεια, η επιθετικότητα, οι απειλές, η βωμολοχία εισχωρούν και πολλαπλασιάζονται σαν βακτήρια μέσα στην αρχιτεκτονική των εκφράσεων, ριζώνουν και επιδεικνύονται ως πρότυπα επικοινωνίας.

Οταν μάλιστα εκείνοι που εκστομίζουν τις χυδαιολογίες και τις απειλές είναι δημόσια πρόσωπα, αυτός ο τρόπος συνομιλίας διαβρώνει ταχύτερα τις πύλες της προφορικής και γραπτής κοσμιότητας. […] Παρανοϊκές ασημαντολογίες, κενολόγες μωρολογίες, καταφανή ψεύδη, θεωρίες συνωμοσίας, ρατσιστικά σχόλια, ύβρεις, εκφοβισμοί, συκοφαντίες μετακομίζουν, σαν αχνά είδωλα, από τα κοινωνικά δίκτυα, όπου όλα προβάλλουν μέσα από ένα μεγεθυντικό φακό και έχουν ένα ευρύτατο κοινό, στην πραγματική ζωή. Το δηλητήριο της επιθετικότητας εισχωρεί υποδορίως στις συνηθισμένες κουβέντες και προκαλεί συν τω χρόνω ανοσία στην υβρεολογία, που κανονικοποιείται και γίνεται αποδεκτή.

Η γλώσσα επηρεάζει τη σκέψη. Τροποποιεί –σύμφωνα με έρευνες– τα πιστεύω και την ατομική ταυτότητα. Ασυναίσθητα, σταδιακά. Αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο κάποιος αντιδρά στα γεγονότα. Δημιουργεί νέους τύπους ανθρώπων. Αποκαλύπτει πολλά για την ψυχική υγεία ενός έθνους.

Επιπλέον, οι τοξικοί χαρακτηρισμοί, κάτω από το ύπουλο κάλυμμα της μαλλιαρής γλώσσας, ενδέχεται να δράσουν ως πραγματικός ιός εάν εξαπλωθούν σε πλήθος δεκτικό, και να κοστίσουν ζωές. «Τα λόγια διέλυσαν τη χώρα μου», ανέφερε ψυχίατρος από τη Ρουάντα που επέζησε της γενοκτονίας του 1994. Σε ορισμένες περιοχές αποκαλούσαν περιπαιχτικά «φίδια» και «κατσαρίδες» τους αντάρτες από τις κοινότητες Τούτσι, άνθρωποι κοντινοί, γείτονες, συμμαχητές στη ζωή. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, οι λέξεις αυτές απέκτησαν το βαρύ πραγματικό τους περιεχόμενο και εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα σαν ιός, ενάντια στους Τούτσι. Τα αρνητικά αισθήματα είναι μεταδοτικά – και ομαδοποιούν. Και στη Ρουάντα τότε ώθησαν πολλούς από την πλειονότητα των Χούτου να εκκαθαρίσουν πληθυσμούς της διπλανής αυλής.

Παράδειγμα μακρινό και ακραίο. Ομως λέξεις που καίνε μπορεί να βάλουν κάποτε φωτιά.

 

 

Η ελευθερία του λόγου και η βία

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι εναλλακτικές – κρυπτογραφημένες πλατφόρμες επικοινωνίας προκάλεσαν μια τεράστια επανάσταση στη ζωή μας. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που η διαδικασία εξαγοράς του Twitter από τον Ελον Μασκ έναντι του ποσού των 43 δισ. δολαρίων έχει προκαλέσει μεγάλη συζήτηση. Ο Ελον Μασκ έχει δηλώσει πως στοχεύει στην ενίσχυση της ελευθερίας του λόγου. Είναι γνωστό πως είχε διαφωνήσει με το μπλοκάρισμα του λογαριασμού του τέως προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, από το Twitter.

Τι μπορεί όμως να σημάνει αυτή η τοποθέτηση του Μασκ περί ενίσχυσης της ελευθερίας του λόγου; Μπορεί να υπάρξει ένα απόλυτο πλαίσιο ελευθερίας όπου δεν θα υπάρχει κανένας έλεγχος στους χρήστες;

Κάτι τέτοιο, εκτός από ιδεαλιστικό και ουτοπικό, θα ήταν και επικίνδυνο. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το Διαδίκτυο έχουν και τη σκοτεινή τους πλευρά. Η παραπληροφόρηση, η διασπορά ψευδών ειδήσεων και η διάχυση θεωριών συνωμοσίας συνιστούν απειλή για τη δημοκρατία και έχουν προκαλέσει σημαντικά προβλήματα σε εκλογικές διαδικασίες και τροφοδοτούν την πόλωση. Ο διχαστικός και ο μισαλλόδοξος λόγος έχουν τροφοδοτήσει πολλές φορές ρατσιστική βία και εγκλήματα. Το Διαδίκτυο χρησιμοποιείται από τις τρομοκρατικές οργανώσεις για να ριζοσπαστικοποιήσουν, στρατολογήσουν, διαδώσουν προπαγάνδα, ακόμη και για να προετοιμάσουν και να εκτελέσουν υποθέσεις. Εξίσου σημαντική είναι και η χρήση του Διαδικτύου για εγκληματικές δραστηριότητες. Η ελευθερία του λόγου μπορεί να επιτρέψει και τη διάχυση εγχειριδίων με απλές συμβουλές τρομοκρατικών επιθέσεων; Κάτι τέτοιο είχε κάνει ο ISIS το 2016 μέσω του Twitter.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν φέρει με τον πλέον έντονο τρόπο στην επιφάνεια τη συζήτηση για τα όρια μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας. Μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ, η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας είχε ζητήσει από το Facebook να συνεργαστεί για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής διάστασης της τρομοκρατίας. Η πίεση που ασκήθηκε στις πλατφόρμες οδήγησε στην υιοθέτηση μέτρων για την αντιμετώπιση του διχαστικού και του μισαλλόδοξου λόγου, της διακίνησης προπαγάνδας κτλ. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο είχε κινηθεί και η απόφαση του Twitter να μπλοκάρει τον λογαριασμό του Τραμπ.

Ελευθερία του λόγου δεν σημαίνει εξύμνηση της τρομοκρατίας, ούτε κάλεσμα σε βία και επεισόδια. Ολα τα δικαιώματα ρυθμίζονται, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει μια οργανωμένη κοινωνία. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που ήδη η Ε.Ε. προειδοποίησε τον Ελον Μασκ πως θα πρέπει να σεβαστεί το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του Διαδικτύου. Ενα παράδειγμα αυτού του πλαισίου αποτελεί η οδηγία για την αφαίρεση τρομοκρατικού περιεχομένου από το Διαδίκτυο. Στο όνομα της ελευθερίας δεν πρέπει να ανοίγουμε την πόρτα στη βία.

* Ο κ. Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι δρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

 

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Πώς θα προστατεύσουμε τα παιδιά

Μπορούν να προληφθούν περιστατικά όπως αυτό της Πάτρας; Ειδικοί δίνουν απαντήσεις στην «Κ» και προτείνουν λύσεις

Η Ρούλα Πισπιρίγκου, κατηγορούμενη για τη δολοφονία της εννιάχρονης κόρης της, βρίσκεται πια στον Κορυδαλλό και η υπόθεση έχει πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης σταδιακά θα μετατοπιστεί σε άλλα θέματα της επικαιρότητας, το συναίσθημα της φρίκης και του αποτροπιασμού θα αμβλυνθεί – μέχρι το επόμενο «ανήκουστο» έγκλημα. Και τώρα τι; Τι θα μείνει από αυτή την υπόθεση; Θα συμβάλει στο να συνειδητοποιηθούν λάθη και αστοχίες του συστήματος παιδικής προστασίας σε ό,τι αφορά τις οικογένειες και να γίνουν βελτιώσεις; Ή τα τρία νεκρά παιδιά της Πάτρας θα μείνουν «πρωταγωνιστές», μαζί με τους γονείς τους, σε ένα τηλεοπτικό ριάλιτι ευρείας κατανάλωσης, δίπλα σε ιατροδικαστές, δικηγόρους, ψυχολόγους, χαρτορίχτρες και γείτονες που έπεσαν από τα σύννεφα;

Τον Αύγουστο του 2020 ο Συνήγορος του Πολίτη έδωσε στη δημοσιότητα την έκθεση με τίτλο «Από το ίδρυμα στην κοινότητα: εναλλακτική φροντίδα ευάλωτων παιδιών και υποστήριξη οικογενειών». Στόχος της ήταν αφενός να αναδείξει προβλήματα του λειτουργικού μοντέλου που ακολουθείται στις προβλεπόμενες δομές και δημόσιες αρχές και υπηρεσίες για την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών: στρεβλώσεις στη νομοθεσία, ανομοιογένεια πρακτικών, ελλείμματα σε ανθρώπινο δυναμικό, υποδομές και συντονισμό. Και αφετέρου να καταγράψει τις αναγκαίες παρεμβάσεις, θεσμικές μεταρρυθμίσεις και πολιτικές που θα πρέπει να υλοποιηθούν, προκειμένου η χώρα μας να εναρμονιστεί με τις διεθνείς της υποχρεώσεις, το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά και τις αποδεδειγμένα αποτελεσματικές πρακτικές που ακολουθούνται διεθνώς.

Υπάρχουν «εργαλεία» ώστε να αναγνωρίζουμε ύποπτα σημάδια σε μια οικογένεια με πιθανές κακοποιητικές συμπεριφορές.

Ο αναγνώστης της συγκεκριμένης έκθεσης θα μάθει πολλά: Οτι οι κοινωνικές υπηρεσίες των περισσότερων oργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης είναι σοβαρά υποστελεχωμένες και, επιπλέον, δεν διαθέτουν σαφές και επαρκές θεσμικό πλαίσιο αρμοδιοτήτων σε σχέση με την παιδική προστασία και την υποστήριξη οικογενειών με σύνθετα ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Οι δεκατέσσερις δήμοι που ερωτήθηκαν από τον Συνήγορο του Πολίτη λαμβάνουν κατά μέσον όρο 1.000 και πλέον εισαγγελικές εντολές ετησίως, τις οποίες αδυνατούν να διαχειριστούν. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του Δήμου Αθηναίων: τα περιστατικά που χρήζουν παρακολούθησης ανέρχονται σε 70-100, αλλά η αρμόδια κοινωνική υπηρεσία του μπορεί να παρακολουθήσει μέχρι 20. Οι εντολές αφορούν κυρίως οικογένειες για τις οποίες έχει ήδη υποβληθεί καταγγελία κακοποίησης ή παραμέλησης ή για τις οποίες έχει διαπιστωθεί ότι παιδιά βρίσκονται σε κίνδυνο. Ολα αυτά απαντούν, ίσως, στο ερώτημα γιατί δεν αξιοποιήθηκε η καταγγελία που έγινε το 2014 στο Χαμόγελο του Παιδιού για κακοποίηση της εννέα μηνών τότε Τζωρτζίνας.

Οι ειδικοί που μιλούν σήμερα στην «Κ» δεν καταγράφουν, όμως, μόνο τις «τρύπες» στο σύστημα παιδικής προστασίας. Προτείνουν και λύσεις. Μας δίνουν «εργαλεία» ώστε να αναγνωρίζουμε ύποπτα σημάδια σε μια οικογένεια με πιθανές κακοποιητικές συμπεριφορές. Γιατί το μόνο που μπορούμε να κάνουμε μπροστά στη φρίκη τέτοιων εγκλημάτων είναι να περάσουμε από το έντονο συναίσθημα σε ουσιαστικές πράξεις που θα βοηθήσουν τα επόμενα παιδιά-θύματα.

Από την κουβέντα μου με τον Γιώργο Νικολαΐδη, ψυχίατρο και επικεφαλής της Δ/νσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, κρατώ ένα δικό του «υστερόγραφο». «Στην πρωτοτυπική μορφή του συνδρόμου Μινχάουζεν δι’ αντιπροσώπου, πίσω από μητέρες που φέρονται τόσο σκληρά στα παιδιά τους συνήθως κρύβεται ένα πάρα πολύ βίαιο προς αυτές αρσενικό, η βία του οποίου προς εκείνες υφίεται σε καταστάσεις “κρίσης”, όπως, για παράδειγμα, όταν ένα παιδί είναι σοβαρά άρρωστο ή νοσηλεύεται», τόνισε ο κ. Νικολαΐδης. «Αυτό δεν αναφέρθηκε από κανέναν στη δημόσια συζήτηση για την υπόθεση της Πάτρας».

Όλο το δημοσίευμα εδώ 

ΕΡΕΥΝΕΣ

Μια πανδημία μέσα στην πανδημία

Διακεκριμένοι επιστήμονες της ψυχικής υγείας ερμηνεύουν την έξαρση της βίας στη χώρα μας

Είναι αδιαµφισβήτητο ότι πέρα από το οργανωµένο έγκλημα, που είναι παντός καιρού, η εγκληματικότητα αλληλεπιδρά με την κοινωνία. Και μια κοινωνία σε καθεστώς πανδημίας αναπόφευκτα «γεννά» βία. Η πανδημική κόπωση διαχέεται παντού, λένε οι επιστήμονες. Σε κάποιους συνανθρώπους μας εκδηλώνεται με παραίτηση: κατάθλιψη και ψυχοσωματικές παθήσεις. Αλλους τους οδηγεί σε επιθετικότητα και παραβατική συμπεριφορά: από επικίνδυνη οδήγηση και χρήση ουσιών μέχρι ενδοοικογενειακή βία, βιασμούς και ανθρωποκτονίες. Εντείνει την απαξία της ανθρώπινης ζωής.

Πώς θα είναι, άραγε, το μεταπανδημικό τοπίο; Τα πρόσφατα περιστατικά, όπως η άγρια δολοφονία του Αλκη Καμπανού, είναι προοίμιο όσων ακολουθήσουν στο μέλλον, μια και το αίσθημα του κινδύνου, του κακού που παραμονεύει, θα μας ακολουθεί για πολλά χρόνια, ακόμα και όταν η πανδημία θα έχει τυπικά τελειώσει; Εξι διακεκριμένοι ψυχίατροι και ψυχολόγοι μιλούν στην «Κ». Κοινός παρονομαστής στις απόψεις τους; Η συνειδητοποίηση ότι διανύουμε μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής έντασης, ότι η πανδημία, πέρα από την αύξηση των κοινών ψυχικών διαταραχών, ενισχύει όλες τις μορφές βίας, και η πεποίθηση ότι η βία αντιμετωπίζεται πρωτίστως με πολιτικές δημόσιας υγείας.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

 

 

 

 

Η άβυσσος πίσω από το αίμα

Η βία µετατρέπει τον κόσμο σε ένα σφαγείο – και σε ένα δοχείο δακρύων. Συντηρεί τον σκοτεινό εαυτό της ανθρωπότητας. Καθεμία ξεχωριστή φρικαλεότητα, όπως ο ξυλοδαρμός και η σφαγή του Αλκη Καμπανού, η δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, πλήττει ό,τι ανήκει όχι σε ένα μόνο άτομο, αλλά σε όλο το είδος. Λογχίζει ιδέες και ηθικές στάσεις, πλαίσια και πρότυπα, τις ενοποιητικές δυνάμεις της κοινωνίας. Αποκαλύπτει κοινωνικές θεομηνίες που απειλούν την ικμάδα της ζωής. Καμιά ονοματολογία του ανεπανόρθωτου δεν περιγράφει πλήρως την άβυσσο πίσω από το αίμα. Τους λαβυρίνθους του κακού.

Η βία είναι μολυσματική νόσος, αποφάνθηκαν Αμερικανοί επιστήμονες. Οι εγκεφαλικές διεργασίες που κάνουν έναν άνθρωπο βίαιο είναι μεταδοτικές όπως οι ιοί και τα βακτήρια. Η επιδημία δολοφονιών στις ΗΠΑ, η γενοκτονία στη Ρουάντα, οι ταραχές στο Λονδίνο κ.ά. ξέσπασαν και διαδόθηκαν όπως η πανώλη, η χολέρα, η ευλογιά. Η γραφική αναπαράσταση της χωροχρονικής εξάπλωσης νόσων και βίας ανέδειξε συνταρακτικές ομοιότητες.

Μετάδοση είναι η μετάβαση μιας κατάστασης από έναν οργανισμό σε άλλον. Οπως η έκθεση ενός ατόμου σε λοιμώδη νόσο καθιστά πιθανή την ανάπτυξη σε αυτό των συμπτωμάτων της ασθένειας, έτσι και η έκθεση κάποιου στη βία –ως συμμέτοχου, μάρτυρα, θύματος, άμεσα ή έμμεσα παθόντα ή εμπλεκόμενου– ενισχύει, λένε οι επιστήμονες, τις πιθανότητες αυτός να μετατραπεί σε δράστη βίαιου εγκλήματος, μικρού ή μεγαλύτερου, όπως ενδέχεται να νοσήσει από COVID-19 ελαφριά ή βαριά. Η ανοσία στη βία χτίζεται από ένα οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον –κυρίως παρέες συνομηλίκων– με πολύ καλά εδραιωμένες απόψεις και συμπεριφορές ενάντια στη βία, που κατά την έκθεση σε αυτήν παρέχουν άμεσες πολυεπίπεδες αποκρίσεις.

Η βία γεννάει βία. Σύμφωνα με Αμερικανούς επιδημιολόγους, είναι νόσος μολυσματική, διαφθείρει ό,τι ακουμπά.

Ο χρόνος επώασης ποικίλλει. Οπως η γρίπη ή η χολέρα έχουν περίοδο επώασης ημερών, ενώ η λέπρα ή ο HIV ακόμη και ετών, έτσι και η βία επωάζεται είτε ταχύτατα, όπως σε οπαδικές συγκρούσεις ή αψιμαχίες μεταξύ συμμοριών, είτε αργά· το θύμα κακοποίησης στην παιδική ηλικία μπορεί να γίνει θύτης εντός ή εκτός οικογένειας χρόνια ή δεκαετίες μετά.

Δηλαδή, ότι η βία διαφθείρει, αλλιώς, ότι η βία γεννάει βία, επιβεβαιώνεται και μέσω επιδημιολογικών μελετών. Οι ωμότητες προκαλούν ωμότητες. Τόσο πιο πολλές όσο λιγότερο τιθασεύονται με προληπτικές θεραπείες. Το έγκλημα εξολοθρεύει μισό εκατομμύριο ανθρώπους κάθε χρόνο στον κόσμο. Παράλληλα, σε ένοπλες συγκρούσεις και τρομοκρατικές επιθέσεις χάνονται περί τις 120.000 ψυχές. Η πολιτική βία ακουμπά τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό· μελέτες έδειξαν ότι η εμπλοκή σε εθνοπολιτική βία οδηγεί συχνά σε βία κατά συζύγων ή οικείων. Ο όποιος «πόλεμος» είναι μια απόδραση από την περιρρέουσα ηθική, αναστέλλει τη συμπόνια, μετατρέπει το μίσος και τη σκληρότητα σε πηγή ικανοποίησης – και απανθρωποποίησης των «πεσόντων». Ο δράστης λογαριάζει το θύμα ως ον υπάνθρωπο, χωρίς δικαιώματα και αξία· ή, αντιστρόφως, ως απειλή, ως άτομο που απολαμβάνει περισσότερα από όσα αξίζει και που ανήκουν σε εκείνον.

Η βία είναι πολυπρόσωπη. Δεν εξηγείται με μονοσήμαντες θεωρήσεις. Εχει πολυάριθμες ρίζες. Προκύπτει από τη ραγδαία απώλεια φωτός και ελέγχου. Από ανεξέλεγκτο θυμό, πληγωμένο εγωισμό ή παγερό κυνισμό. Από την αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα, που αποσείει την ατομική ευθύνη. Από παθολογική λατρεία προς τη «στρογγυλή θεά», που κάνει τους αμνούς/λύκους να πιστεύουν αθέμιτα στην ανωτερότητά τους απέναντι στην υπόλοιπη ανθρώπινη ύλη. Από ιδεοληψίες που στομώνουν το μυαλό και κατευθύνουν την όραση μέσα από παρωπιδικούς παραμορφωτικούς φακούς. Οπως και να ‘χει, οι φονιάδες, λένε οι ειδικοί, συχνά προβαίνουν σε εγκλήματα αδιανόητα, που οι ίδιοι θεωρούν αναμενόμενα, φυσιολογικά. Δεν είναι πάντα σατανικοί δολοφόνοι, αλλά άτομα εκτροχιασμένα, τα οποία αντλούν ευχαρίστηση από τη νοσηρή αίσθηση μιας εσωτερικής διαστολής, που τα κάνει για δευτερόλεπτα να ανταγωνίζονται τους θεούς. Κλαδεύουν ζωές από το πάθος της εξουσίας, της σωματικής επικράτησης πάνω στο όποιο θύμα. Μπροστά τους ωχριά και ο σατανάς.

Σε μια υποκουλτούρα που δίνει έμφαση στην «τιμή» και στην κυριαρχία, η βία προκύπτει ως μονόδρομος για τη διατήρηση της υπερίσχυσης επί του αντιπάλου. Μια βόμβα μέσα στο σκοτάδι. Από μόνο του το σκοτάδι είναι ένα είδος βίας. Υπαρξιακής βίας που κυοφορεί ακραίες πράξεις.

 

 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Η δολοφονική βία: έκφραση της δημοκρατίας μας

Παραμονή Χριστουγέννων βραδάκι στην Αθήνα. Συμπλοκή ομάδας Πακιστανών ή Αφγανών σε έναν από τους κεντρικούς δρόμους. Φωνές ακατανόητες, έχουν βγει μαχαίρια. Ο φίλος καταστηματάρχης ειδοποιεί την Αμεση Δράση, επωνύμως. Η κατάσταση εκτονώνεται ύστερα από μερικά λεπτά, χωρίς θύματα, και η αστυνομία εμφανίζεται έπειτα από μισή ώρα. Μπαίνει στο κατάστημα και ζητάει ταυτότητα. Η σύζυγος του καταστηματάρχη αισθάνεται άβολα και διαμαρτύρεται. Ο επικεφαλής της ομάδας, με ύφος εφοριακού, την ανακαλεί στην τάξη. Ζητάει τα στοιχεία της προκειμένου να καταγράψει το «περιστατικό». Θεωρεί προφανώς ότι το καθήκον του είναι η «καταγραφή του περιστατικού».

Μερικές ημέρες μετά, ένα δεκαεννιάχρονο παιδί που έχει βγει βόλτα πέφτει νεκρό. Το «περιστατικό» γίνεται κεντρικό θέμα της δημόσιας ζωής. Οι ερμηνείες παραμένουν κατώτερες των περιστάσεων. Μιλούν για «οπαδική» βία, η αστυνομία εισβάλλει σε άντρα οπαδών ομάδων της Θεσσαλονίκης, βρίσκει οπλοστάσια, και σε συνεργασία με το δικαστικό σώμα μάς καθησυχάζει. Θα χτυπήσουν τους πυρήνες τους και η Δικαιοσύνη πρέπει να εξαντλήσει την αυστηρότητά της. Ερώτηση κρίσεως: Αφού βρήκαν με τόση ευκολία τα άντρα τους, γιατί δεν τους είχαν εξουδετερώσει; Περίμεναν τον νεκρό Αλκη, που δεν ήταν και ο πρώτος;

Ας είμαστε ειλικρινείς. Η κοινωνία μας είναι έρμαιο της βίας. Η «οπαδική βία» είναι υποσύνολο ενός φαινομένου που την υπερβαίνει. Τα ευρήματα για τη σύνδεσή της με τον γνήσιο υπόκοσμο δεν αφήνουν περιθώρια. Η «βία» είναι ένα ενιαίο σύνολο, ασχέτως περιστάσεων. Μπορεί να είναι δολοφονική, μπορεί και όχι. Και η κοινωνία μας δεν έχει τα εργαλεία για να την αντιμετωπίσει. Οι διαφορές ανάμεσα στους λαθρεμπόρους ναρκωτικών, στις συμμορίες των «οπαδών» και στις συμμορίες των κουκουλοφόρων δεν αφορούν την ελληνική κοινωνία, που υφίσταται παθητικά τις συνέπειες της δράσης τους. Αφορά την πολιτεία. Η πολιτική όμως την αντιμετωπίζει μοιρολατρικά, ο δε εκτελεστικός της βραχίονας γραφειοκρατικά: «Καταγράψαμε το περιστατικό».

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η επίκληση της «οπαδικής βίας» επιλέγει να τη διαχωρίσει από την «πολιτική βία». Δεν είναι το ίδιο ο κουκουλοφόρος που έκαψε με τη μολότοφ του τον αστυνομικό, με τον «οπαδό» που δολοφόνησε τον Αλκη επειδή δήλωσε ότι είναι «Αρης». Και πού έγκειται η διαφορά; Ποιος κανόνας μάς επιβάλλει να μεταχειριστούμε διαφορετικά τον έναν απ’ τον άλλον, τους «οπαδούς» από τον Ρουβίκωνα;

Μα είναι τόσο απλό; Είμαστε τόσο αφελείς, ώστε να διαχωρίζουμε την πολιτική βία από οποιαδήποτε άλλη εκδοχή της; Είμαστε τόσο υποκριτές, ώστε να παραβλέπουμε το προφανές; Η βία είναι το αποθεματικό κεφάλαιο της κοινωνίας μας. Η ελληνική κοινωνία είναι μια βίαιη κοινωνία. Την ανέχεται ακόμη και στην καθημερινότητά της, την αποδέχεται ως αναγκαίο κακό, και προσπαθεί να την εξορκίσει.

Σκέψη απαισιόδοξη. Ο,τι κι αν γίνει με την αντιμετώπιση των συμμοριών των ποδοσφαιρικών ομάδων, ακόμη κι αν διαλυθούν όπως διαλύθηκε η Χρυσή Αυγή, τίποτε δεν πρόκειται να γίνει. Η παραδοχή της βίας, ως αποδεκτής κοινωνικής συμπεριφοράς, δεν είναι χθεσινό φαινόμενο. Είναι βαθιά ριζωμένη στο κοινωνικό μας ασυνείδητο, συνυφασμένη δε με τη συλλογική μας συνείδηση περί δημοκρατίας. Η δημοκρατία μας έχει υπογράψει συμφωνητικό συμβίωσης με την τρομοκρατία. Δεν είναι μακριά ο καιρός που θεωρούσαν πολλοί από εμάς κέρδος της δημοκρατίας κάθε νεκρό της τρομοκρατίας.

Σήμερα ζούμε την τρομοκρατία στην περίοδο της παρακμής της. Ο δολοφόνος του Αλκη δεν μπορεί να εκδώσει προκήρυξη κατά του καπιταλισμού. Ούτε οι μαχαιροβγάλτες Πακιστανοί στο κέντρο της Αθήνας. Εχουν όμως, και ο ένας και οι άλλοι, το «ηθικό πλεονέκτημα» με το μέρος τους. Δεν τους το παρέχει αυτό που διεκδικούν. Το «ηθικό πλεονέκτημα» το κερδίζουν επειδή η κοινωνία στην οποία ζουν έχει αποδεχθεί τη βία ως τρόπο έκφρασης.

Η βία είναι το εργαλείο της οργής. Την αποδεχόμαστε επειδή όλοι αισθανόμαστε οργισμένοι. Δικαίως ή όχι, λίγη σημασία έχει. Αυτό αποδεικνύει η δολοφονική βία του που σκότωσε τον 19χρονο Αλκη στη Θεσσαλονίκη. Δεν είχε λόγο να τον σκοτώσει. «Απλώς» τον σκότωσε. Γιατί έμαθε ότι η βία, κι ας είναι δολοφονική, είναι ένας τρόπος κοινωνικής έκφρασης.

 

 

 

Η βία στην τηλεόραση

Η προβολή από την τηλεόραση τέτοιων σκηνών βίας, ανεξάρτητα από τις σκοπιμότητες που επιδιώκουν, επιδεινώνουν περαιτέρω τον ψυχικό κόσμο του καθενός και αποτελούν αρνητικά παραδείγματα με απρόβλεπτες συνέπειες.

Συζητείται ευρύτερα, κατά την εφετινή τηλεοπτική χρονιά, ότι τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική τηλεόραση προβάλλονται πολλές τηλεοπτικές σειρές που βασίζονται σε ανάλογη μυθοπλασία, προκαλώντας το μεγαλύτερο ή το μικρότερο, αντίστοιχα, ενδιαφέρον των τηλεθεατών. Η αξιολόγηση των συγκεκριμένων τηλεοπτικών σειρών αφορά τους τηλεκριτικούς και τους πλέον ειδικούς, παρόλο που για κάποιες από αυτές δεν θα ήταν δύσκολο να διατυπώσει κανείς, ως τηλεθεατής, τη θετική του γνώμη και άποψη.

Είναι, επίσης, γνωστό ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας χρονιάς έχει απασχολήσει και εξακολουθεί να απασχολεί την ελληνική κοινωνία ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων βίας που έχουμε, με τα περισσότερα, μάλιστα, από αυτά  να προέρχονται, ως γνωστόν, από τον κόσμο των γυναικών.

Παρακολουθώντας κανείς κάποιες από τις παραπάνω τηλεοπτικές σειρές διαπιστώνει με θλίψη ότι προβάλλονται σε αυτές  σκηνές ωμής βίας, που προκαλούν τρόμο όχι μόνο σε ανήλικους αλλά και σε ενήλικους τηλεθεατές. Κανείς δεν μπορεί να διασφαλίσει ότι τις σειρές και τις σκηνές αυτές δεν τις παρακολουθούν και μικρά παιδιά, εισπράττοντας όλες τις αρνητικές συνέπειες από τα μηνύματα βίας και βαρβαρότητας που εκπέμπουν.

Το καθημερινό άγχος, η έλλειψη υγιούς επικοινωνίας, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, καθώς και ο καθημερινός φόβος οδηγούν ήδη τον καθένα από εμάς σε ένα επιβαρυμένο ψυχολογικό και κοινωνικό περιβάλλον. Κατά συνέπεια, η προβολή από την τηλεόραση τέτοιων σκηνών βίας, ανεξάρτητα από τις σκοπιμότητες που επιδιώκουν, επιδεινώνουν περαιτέρω τον ψυχικό κόσμο του καθενός και αποτελούν αρνητικά παραδείγματα με απρόβλεπτες συνέπειες.

Χρειαζόμαστε υγιή πρότυπα συμπεριφοράς που θα βασίζονται σε αρχές, όπως η αλληλεγγύη και η αλληλοκατανόηση, κυρίως σε αυτή τη φάση που η πανδημία εξακολουθεί, δυστυχώς, να επηρεάζει τόσο έντονα τις ζωές μας.

 

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Της βίας το ανάγνωσμα

tis-vias-to-anagnosma-561554059

Ασφαλώς και δεν υπάρχει ανάγνωσμα της βίας. Αλλά θα ήταν ένας τρόπος να εγγράψουμε εκεί, στη γραφή, κάτι που δεν μπορεί να εγγραφεί, να συμπεριλάβουμε τη βία εκεί ακριβώς όπου δεν συμπεριλαμβάνεται, δηλαδή στην αναγνωσιμότητα του λόγου. Ενώ η βία είναι εκείνο που περισσεύει, εκείνο που μένει πάντα εκτός λόγου. Επειδή ο λόγος δεν μπορεί και δεν γίνεται να συμπεριλάβει το άπαν, το σύνολο, αφού η λειτουργία του είναι πάντοτε επιμεριστική. Δρα στο σημείο όπου εκείνο το οποίο εκφράζεται με τη βία σπάει και ο ολοκληρωτισμός της θραύεται, δυνητικά τουλάχιστον, εις τα εξ ων συνετέθη.

Γιατί εκεί όπου αναδύεται η βία παραμονεύει ο ολοκληρωτισμός, και αυτό τη διακρίνει από κάθε μορφή επιθετικότητας. Η δεύτερη έχει συνήθως λόγο και αιτία· όταν εκτρέπεται σε βία μεταπίπτει στο ά-λογο, σε εκείνο που ενίοτε δεν θέλει, και δεν γίνεται ποτέ, να αποτελέσει μέρος του λόγου.

Η βία, όποια μορφή και να πάρει, αφορά μια σύγκρουση η οποία επιθυμεί και ζητάει να καταλύσει τον άλλον: να του αφαιρέσει κάθε υπόσταση υποκειμενικότητας, να τον καταρρίψει από κάθε συστατική θέση άλλου. Αποτελεί μια έσχατη απόπειρα να σταθεί ο εκφραστής της στα ερείπια αυτού του άλλου και με αυτά ως βάση να πάρει μορφή. Οι τρεις βασικές απαγορεύσεις της αιμομιξίας, του φόνου και του κανιβαλισμού που συστήνουν το κοινωνικό, είναι απαγορεύσεις μιας βίας που αποσκοπεί στην κατάργηση του άλλου της σεξουαλικότητας και της γενεαλογίας, του άλλου της ζωής και του άλλου της μορφής. Οι απαγορεύσεις αυτές συστήνουν ως αρχές τις βάσεις και τα βασικά της ετερότητας.

Oποια μορφή και να πάρει, αφορά μια σύγκρουση η οποία επιθυμεί και ζητάει να καταλύσει τον άλλον: να του αφαιρέσει κάθε υπόσταση υποκειμενικότητας.

Γι’ αυτό, όταν παραβιάζονται μέσω της βίας τα όρια που αυτές οι απαγορεύσεις θέτουν, συμβαίνουν κοινωνικοί μικροί και μεγάλοι σεισμοί. Κάθε φορά που παραβιάζεται είτε ο άλλος ως υποκείμενο είτε πολλοί άλλοι μαζί. Με τη σεξουαλική βία και τον βιασμό, την έμφυλη και την άφυλη βία, με την κακοποίηση και την όποια κατάχρηση του άλλου, με τον φόνο, με τη βία του κράτους και τη βία των εμπρηστών, με τη βία όσων κρύβουν τα πρόσωπά τους με κουκούλες σε κάθε ιστορική περίοδο προοικονομώντας έτσι συνάμα την έκλειψη της υποκειμενικότητας του θύτη, με τη βία των πολέμων επίσης, όσο κι αν αυτή προσπαθεί να οργανωθεί μέσα σε λόγους και αιτίες και να μεταπλαστεί σε επιθετικότητα. Η βία θα είναι πάντα το αρχαϊκό μέρος της ψυχής που ζητάει το μερίδιό του στο εκάστοτε παρόν.

Η βαρβαρότητα που θα απαιτεί και θα κερδίζει το μερίδιό της από τον πολιτισμό, όταν ο ίδιος ο πολιτισμός δεν συστήνει έναν παράδρομο για τη βία τελειοποιώντας τις μεθόδους της ώστε να εκπέσει και να εκβάλει πάλι στη βαρβαρότητα. Γιατί υπάρχει και η βία του πολιτισμού, με την κρούστα και τα μέσα των επιτευγμάτων του, όπως και η πρωτόγονη βία. Από το νταηλίκι με την απειλή βίας (που έχει χάσει το βιωματικό του βάθος, καθώς μετονομάστηκε νεοελληνιστί σε bullying) μέχρι τον βίαιο λόγο που καταφέρνει την εισαγωγή της βίας εκεί όπου κανονικά εκείνη δεν χωράει. Αλλά τουλάχιστον ο βίαιος λόγος προειδοποιεί, όσους μπορούν να ακούσουν, ότι βρισκόμαστε μια ανάσα δρόμο από το ξέσπασμα της πράξης της φυσικής βίας. Γιατί συνήθως η απειλή που εκτοξεύεται δεν γίνεται πράξη, μολονότι μερικές φορές μπορεί να πραγματοποιηθεί και να επιτελέσει το βίαιο έργο της, που δεν είναι άλλο από την καταστροφή.

Η βία είναι σταθερή σύντροφος της ανθρωπιάς μας. Είναι η αντίστιξή της, η δυνατότητά μας να σκοτώσουμε αντί να γεννήσουμε, να αφανίσουμε αντί να δημιουργήσουμε. Το ζήτημα είναι προς τα πού θα στραφεί το ζωτικό δυναμικό του καθενός: προς τον θάνατο ή προς τη ζωή; Αμείλικτο και σταθερό το ερώτημα συναγελάζεται κάθε γενιά. Μίσος ή αγάπη, ή αγάπη και μίσος; Η προσπάθεια ενίοτε για την καθαρότητα του ενός έναντι του άλλου οδηγεί στο αντίθετό του. Κι ενώ η ανθρώπινη ψυχή στην κυριολεξία είναι ένα μεικτό κέντημα από αυτά τα αντίθετα, η μη αποδοχή και η συνύπαρξή τους οδηγεί συχνά στη ρήξη του ίδιου του ιστού, του κεντήματος που υφαίνει μέχρι κάποια στιγμή με τη ζωή του ο καθένας. Και βεβαίως της τυφλότητάς του ως προς τον ίδιο τον καμβά αλλά και ως προς τους διαφορετικούς σχεδιασμούς και τα σχέδια πάνω σ’ αυτόν.

Η βία σκίζει και ξεσκίζει τον καμβά, εχθρεύεται όχι μόνο το σχέδιο που με κόπο και πόνο σχηματίζεται πάνω του, αλλά και αυτό επάνω στο οποίο αρχίζουν να αναδύονται τα σχήματα. Η βία και η έκφρασή της δηλώνει την έχθρα προς τη ζωή και τα υλικά της, αυτά τα φθηνά και τόσο πολύτιμα, αυτά τα εφήμερα και τόσο επαναληπτικά αιώνια, ζητάει να τα καταλύσει. Με σημαία και λάβαρό της τον θάνατο καταστρέφει και καταργεί ό,τι περνάει από το χέρι της. Αλλά αυτό το χέρι που απειλεί τη ζωή, αυτήν ακριβώς την οποία το ίδιο δεν αντέχει, έχει ανάγκη τον λόγο ως χειροπέδη, ως οριστικό όριο και χαλινάρι της βίας, όποια μορφή και να παίρνει αυτή.

 

 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Η αυστηρότητα δεν είναι πανάκεια

i-aystirotita-den-einai-panakeia-561445408

Αξίζει, πιστεύω, με αφορμή το επετειακό κλίμα των ημερών για την Ελληνική Επανάσταση, να θυμηθούμε τη διάταξη της πρώτης ελληνικής ποινικής νομοθεσίας σχετικά με τη δωροδοκία δικαστικών λειτουργών. Στην παράγραφο 28 (κη΄) αυτού του νομοθετήματος, το οποίο είχε τον χαρακτηριστικό τίτλο «Απάνθισμα των Εγκληματικών» και δημοσιεύθηκε το 1824, ορίζεται ότι «Οποιος κριτής (=δικαστής) διαφθαρή ή με δώρα, ή με υποσχέσεις, και αποφασίση άδικα εις εγκληματικάς διαδικασίας, να χάνη τα πολιτικά του δικαιώματα διά παντός, και να πληρόνη εις το Ταμείον διπλάσια των όσα έλαβε».

Πρόκειται εδώ για μια διάταξη που στηρίζεται σε αντίστοιχη ρύθμιση του γαλλικού Ποινικού Κώδικα 1810 (άρθρα 181 επ. και 177) και που διακρίνεται πρωτίστως από ένα πνεύμα εξορθολογισμού των ποινών.

Δεν προβλέπει δηλαδή για τον υπαίτιο κάποια χρηματική ποινή ορισμένου ύψους, όπως αντίθετα συμβαίνει με τον ισχύοντα Ποινικό μας Κώδικα (άρθρο 237). Προβλέπει, αντιθέτως, χρηματική ποινή η οποία να είναι διπλάσια εκείνης που έλαβε ο δωρολήπτης. Πρυτανεύει, έτσι, εδώ η ιδέα που ανέδειξε ο κορυφαίος διαφωτιστής Τζέρεμι Μπένθαμ, ότι «το κακό από την ποινή πρέπει να υπερβαίνει τα πλεονεκτήματα από την τέλεση του εγκλήματος». Εάν δηλαδή, για να χρησιμοποιήσουμε ένα σύγχρονο παράδειγμα, ο ιδιοκτήτης ενός beach bar σε κοσμικό νησί γνωρίζει ότι θα πληρώσει ένα πρόστιμο π.χ. 10.000 ευρώ για παράβαση της νομοθεσίας περί κορωνοϊού, τη στιγμή που, επιτρέποντας τον συγχρωτισμό των θαμώνων του, αποκομίζει πολλαπλάσια κέρδη, είναι προφανές ότι δεν θα διστάσει να τελέσει την παράβαση.

Το δίλημμα, λοιπόν, δεν είναι εδώ εάν κάποιες διατάξεις της ποινικής μας νομοθεσίας χρειάζονται αυστηροποίηση, αλλά εάν χρειάζονται εξορθολογισμό.

Βέβαια, η διαπίστωση αυτή δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις, διότι υπάρχουν και εγκλήματα που τελούνται όχι με τη λογική μιας cost benefit analysis, αλλά υπό το κράτος συναισθηματικών και παρορμητικών εκρήξεων και ζωωδών ορμών, όπως π.χ. στα περισσότερα γενετήσια εγκλήματα (βιασμοί, αιμομειξίες, παιδοφιλίες κ.λπ.). Η εύκολη λύση, μόλις επισυμβεί κάποιο τέτοιο ειδεχθές έγκλημα, είναι βέβαια να υπάρξουν επίσημες δηλώσεις για «αυστηροποίηση των ποινών», ώστε να κατευνασθεί η κοινή γνώμη και να επιδειχθεί η «αποφασιστικότητα» του κράτους. Στον αντίποδα, πάλι, τέτοιων δηλώσεων, αντιπαρατάσσονται συνήθως ηπιότερες τοποθετήσεις, όπως ότι το κράτος δεν μπορεί να αντιδρά στην εγκληματικότητα «με το μαστίγιο», αλλά θα πρέπει να εφαρμόζει πολιτικές συμβατές με τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Και στην αξιολόγηση αυτού του διλήμματος, όμως, πιστεύω ότι γνώμονας πρέπει να είναι η λογική.

Από τη μια πλευρά, είναι λάθος να αποκλείουμε εκ των προτέρων τη δυνατότητα μιας αυστηροποίησης ποινών σε συγκεκριμένα εγκλήματα όπου η ποινή, λόγω του χαμηλού της ύψους ή και της μη εφαρμογής της, δεν λειτουργεί αποτρεπτικά. Αποτελεί, εν προκειμένω, κλασικό παράδειγμα στην εγκληματολογική βιβλιογραφία, ότι κατά τη γερμανική κατοχή παρατηρήθηκε μια πρωτόγνωρη αύξηση εγκλημάτων στην κατεχόμενη Κοπεγχάγη, η οποία έμενε αφύλακτη από αστυνομικές δυνάμεις, διότι αυτές θεωρούνταν από τους κατακτητές ότι συνεργάζονταν με την αντίσταση.

Εξίσου λάθος είναι όμως και το να στηρίζεται η αντεγκληματική μας πολιτική κυρίως στην αυστηρότητα και μάλιστα κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, καθώς στις περιπτώσεις αυτές τα δικαστήρια (ιδίως τα ορκωτά) ενδέχεται να φθάσουν ακόμη σε αθώωση του κατηγορουμένου, όταν θεωρούν ότι η προβλεπόμενη ποινή είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με τη βαρύτητα του εγκλήματος, αλλά και τη βεβαιότητα για την ενοχή του κατηγορουμένου.

Ούτε, λοιπόν, αποκλεισμός της αυστηροποίησης της ποινής, αλλά ούτε και αναγωγή αυτής της αυστηροποίησης σε «πανάκεια» της αντεγκληματικής μας πολιτικής. Οπως είχε τονίσει ένας άλλος μεγάλος διαφωτιστής, του οποίου μάλιστα το έργο μεταφράσθηκε και σχολιάσθηκε από τον Κοραή και εννοώ τον Ιταλό Τσέζαρε Μπεκκαρία ή Βεκκαρία, η αποτροπή του εγκλήματος βασίζεται σε περισσότερους από έναν παράγοντες (συμπεριλαμβανομένης της αυστηροποίησης) – παράγοντες που εκτείνονται σε ολόκληρο το φάσμα της ποινικής καταστολής, από τη θέσπιση ενός ποινικού νόμου έως την πλήρη έκτιση της ποινής από τον καταδικασθέντα.

Συγκεκριμένα, εάν ο υποψήφιος δράστης γνωρίζει ότι εφόσον τελέσει το έγκλημά του θα εντοπισθεί, θα συλληφθεί, θα δικασθεί σύντομα, θα υποστεί μια αποτρεπτική (αυστηρή) ποινή που θα εκμηδενίζει τα οφέλη από το έγκλημα και ότι θα την εκτίσει στα σίγουρα (χωρίς π.χ. ρυθμίσεις για «αποσυμφόρηση των φυλακών»), τότε η αρχική διάθεσή του να εγκληματήσει ίσως και να μην εκδηλωθεί καθόλου.

Ομως, έστω και αν, τελικά, αυτός διαπράξει το έγκλημα, η προοπτική να μην τελέσει άλλα εγκλήματα όταν εξέλθει από τη φυλακή θα είναι πολύ μεγαλύτερη, εφόσον ο χρόνος του εγκλεισμού αποβεί προς όφελος του κρατουμένου, μέσα από δράσεις κοινωνικής επανένταξης (εργασία, εκπαίδευση κ.λπ.) ή και μέσα από θεραπευτικές διαδικασίες για τοξικο-εξαρτημένους και γενετήσιους εγκληματίες, εφόσον βέβαια συναινεί σε αυτές ο κρατούμενος. Και εδώ, ο εξορθολογισμός της ποινής διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο.

* Ο καθηγητής Νέστωρ Ε. Κουράκης είναι τακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών.

 

 

 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Η διαπροσωπική βία στον 21ο αιώνα

Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε στη Γαλλία ως τη χώρα-μέλος της Ε.Ε. που έχει βιώσει εντονότερα από άλλες τη θανάσιμη βία της τρομοκρατίας, θρηνώντας εκατοντάδες νεκρούς και τραυματίες. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι η τρομοκρατία η μόνη μορφή βίας που έχει συγκλονίσει τη χώρα τα τελευταία χρόνια. Ο αντισημιτισμός και το ρατσιστικό έγκλημα είχαν επίσης προκαλέσει μεγάλες συζητήσεις στη Γαλλία. Η μορφή βίας όμως που ανέδειξε εμφατικά σε προτεραιότητα του κράτους ο πρόεδρος Μακρόν ήταν η ενδοοικογενειακή βία. Είναι χαρακτηριστικό πως έχει αναφερθεί στις γυναικοκτονίες ως την ντροπή της Γαλλίας.

Δεν είναι όμως μόνο η Γαλλία η χώρα στην οποία αρκετοί στην Ελλάδα στρέφουν το βλέμμα και το ενδιαφέρον τους μετά τις τελευταίες δολοφονίες γυναικών από τους συντρόφους τους. Από την πρώτη φάση της πανδημίας και τα περιοριστικά μέτρα που είχαν ληφθεί για τον περιορισμό της διασποράς του ιού, υπήρξε έντονη αγωνία και ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση, τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στις αρχές των κρατών και κυρίως στις αρχές ασφαλείας, για τις επιπτώσεις της νέας αυτής κατάστασης στη βία. Η μεγαλύτερη έμφαση δόθηκε στην ενδοοικογενειακή βία και κυρίως στη βία κατά των γυναικών και των παιδιών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως σε πάρα πολλές χώρες αυξήθηκαν οι καταγγελίες ενδοοικογενειακής βίας την περίοδο του lockdown.

Πρέπει να σημειωθεί πως σε όλες τις πρόσφατες εκθέσεις και αναλύσεις της Europol γίνεται ειδική αναφορά για τις επιπτώσεις της πανδημίας σε διάφορες μορφές βίας και εγκλήματος. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε διαπροσωπική (interpersonal) βία. Βία που εκδηλώνεται μεταξύ μελών μιας οικογένειας, συγγενών και συντρόφων ή βία μεταξύ ανθρώπων ή ομάδων που δεν έχουν συγγενικούς δεσμούς, αλλά προσωπική γνωριμία.

Αυτή η μορφή βίας μέχρι πρόσφατα δεν έβρισκε εύκολα χώρο στις στρατηγικές ασφάλειας, οι οποίες κυριαρχούνταν από τις απειλές της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος. Ωστόσο, πρόκειται για μία από τις τρεις κύριες μορφές βίας, από την οποία προκύπτει ετησίως περίπου το 1/3 των βίαιων θανάτων παγκοσμίως.

Η πανδημία, λοιπόν, λειτούργησε ως καταλύτης για να βρει ζωτικό χώρο στον δημόσιο διάλογο και στις πολιτικές και επιχειρησιακές πρωτοβουλίες αυτή η μορφή βίας.

Συνηθίζουμε να προσεγγίζουμε την ενδοοικογενειακή και την έμφυλη βία ως μια γραμμική κατάληξη πατριαρχικών στερεοτύπων. Αρχέγονων, δηλαδή, αντανακλάσεων της βίας στο πλαίσιο της μη αναγνώρισης της ισότητας. Σαφώς και τα στερεότυπα έχουν έναν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση αυτής της μορφής βίας. Η βία είναι άλλωστε σε σημαντικό βαθμό ζήτημα πολιτισμικών και κοινωνικών νορμών. Δεν είναι όμως μόνο αυτά που πρέπει να μας απασχολήσουν.

Οι καθ’ ομολογίαν τους δολοφόνοι της Καρολάιν και της Γαρυφαλλιάς δεν είναι άνθρωποι που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν πολιτισμικά στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Πρέπει λοιπόν, παράλληλα με το προ-νεωτερικό στερεότυπο της έμφυλης βίας, να δώσουμε έμφαση και στη μετα-νεωτερική διάσταση της έκθεσης των νέων ανθρώπων σε μια σύγχρονη κουλτούρα βίας.

Τα τελευταία χρόνια, η βία και ο μισαλλόδοξος λόγος αποτελούν συστατικά στοιχεία μιας αντιδραστικής εναλλακτικής έκφρασης που περιλαμβάνει βίντεο, βιντεοπαιχνίδια, γκράφιτι, κόμικς αλλά και διάφορα είδη μουσικής. Αυτή η κουλτούρα είναι θελκτική για τους νέους, για μερικούς από τους οποίους αποτελεί τρόπο έκφρασης και επίλυσης διαφορών.

Η καθημερινή έκθεση στη βία έχει δημιουργήσει μια λανθάνουσα νομιμοποίηση της βίας ως μέσου καθημερινής συνδιαλλαγής. Αυτή η συνισταμένη είναι βασική απειλή για τη δημοκρατία και μια μεγάλη πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι σημερινές κοινωνίες. Η βία πρέπει να αποδομηθεί, να ξαναγυρίσουμε στα βασικά του Κοινωνικού Συμβολαίου.

* Ο κ. Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι δρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.

 

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Άποψη: Η κουλτούρα της βίας

Η μεγάλη αγριότητα που χαρακτήρισε το έγκλημα στα Γλυκά Νερά δίνει μία ακόμη διάσταση στο ζήτημα της βίας στην εποχή μας. Δεν είναι όμως ένα φαινόμενο αποκομμένο από τη γενικότερη κατάσταση στην Ε.Ε. Η πρόσφατη έκθεση της Europol για το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα ανέδειξε τη χρήση υψηλής έντασης βίας από τις εγκληματικές ομάδες, κυρίως με πυροβόλα όπλα και εκρηκτικά, ως μία από τις σημαντικότερες τάσεις στην εξέλιξη της απειλής στην Ευρώπη.

Δεν είναι όμως μόνο η βία στο πλαίσιο του οργανωμένου εγκλήματος που απασχολεί έντονα τους επιστήμονες, αλλά και τους αναλυτές των αρχών ασφαλείας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Η βία έχει αρχίσει να γίνεται κυρίαρχο χαρακτηριστικό της παραβατικής συμπεριφοράς των ανηλίκων, όπως στην περίπτωση της επίθεσης στον υπάλληλο της ΣΤΑΣΥ στο μετρό. Η ενδοοικογενειακή βία, η οποία απασχόλησε ιδιαίτερα κατά την περίοδο των περιοριστικών μέτρων για τον έλεγχο της πανδημίας, αλλά και η έμφυλη βία με τις γυναικοκτονίες να λαμβάνουν ανησυχητικές διαστάσεις στην Ε.Ε. συνιστούν κύρια ζητήματα ασφάλειας για χώρες όπως είναι η Γαλλία. Η ριζοσπαστικοποίηση, με όλες τις μορφές που μπορεί να πάρει ο βίαιος εξτρεμισμός και η τρομοκρατία (ακροαριστερή, αναρχική, ακροδεξιά, οικολογική, ισλαμιστική, χουλιγκανισμός κ.τ.λ.), έχει οδηγήσει σε πολλές βίαιες επιθέσεις και αποτροπιαστικές σκηνές όπως ο αποκεφαλισμός του καθηγητή Πατί ή η επίθεση κατά του αστυνομικού στη Νέα Σμύρνη. Στο πορτρέτο της βίας πρέπει να εντάξουμε και τα βίαια επεισόδια που έχουν πολλές φορές ξεσπάσει στο πλαίσιο διαδηλώσεων στην Ισπανία, στη Γαλλία και στην Ελλάδα. Στην Ολλανδία και στη Μεγάλη Βρετανία είδαμε ακόμη και επιθέσεις κατά εγκαταστάσεων 5G από εξτρεμιστικές τεχνοφοβικές ομάδες, μία νέα τάση της ριζοσπαστικοποίησης που απασχολεί έντονα τον Συντονιστή Αντιτρομοκρατικής Δράσης της Ε.Ε.

Ο όρος που μπορεί να περιγράψει καλύτερα αυτές τις διάφορες διακλαδώσεις της βίας είναι βίαιοι μη κρατικοί δρώντες (Violent non state actors). Ενας όρος που έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορα επίπεδα στο πλαίσιο της ανάλυσης του κόσμου και του διεθνούς συστήματος μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εντατικοποίηση της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης. Αλλωστε, είτε κάποιος είναι ενταγμένος σε μία τέτοια ομάδα ή οργάνωση είτε όχι, οι μη κρατικοί δρώντες είναι αυτοί που έχουν σε σημαντικό βαθμό διαμορφώσει αυτό που αρκετοί μελετητές χαρακτηρίζουν κουλτούρα της βίας.

Ισως η πιο εφιαλτική εικόνα της βίας των νέων ανθρώπων στην Ευρώπη να είναι ο τρομοκράτης «Τζιχάντι Τζο», ο οποίος, φορώντας μαύρη στολή και κουκούλα που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια του, αποκεφάλιζε ανθρώπους που είχε απαγάγει ο ISIS και αποτέλεσε το βασικό προπαγανδιστικό υλικό της τρομοκρατικής οργάνωσης. Δύσκολα μπορεί κάποιος να αιτιολογήσει πώς ένας νέος φοιτητής από το Λονδίνο έφτασε σε αυτό το σημείο.

Ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας και σημαντικός στοχαστής Olivier Roy προσπαθώντας να περιγράψει αυτό που ορίζουμε ως νέους τζιχαντιστές έχει εστιάσει αρκετά στις πολιτισμικές και ψυχολογικές διαστάσεις της βίας στους νέους ανθρώπους. Θεωρεί πως δεν πρέπει να απομονώνουμε τον ισλαμιστικό εξτρεμισμό από τις γενικότερες δυναμικές που οδηγούν τους νέους στη βία, όπως η διαγενεακή σύγκρουση, η υποκουλτούρα της αυτοκαταστροφής και της αποκάλυψης, η αισθητική της βίας και η βίαιη αποκοπή από την κοινωνία. Ουσιαστικά περιγράφει αυτό που μπορούμε να ορίσουμε ως νεανικό νιχιλισμό. Μία τάση που σε σημαντικό βαθμό έχει αναπτυχθεί και μέσα από την καθημερινή έκθεση στη βία (βιντεοπαιχνίδια, σειρές φαντασίας, ταινίες, αναπαραγωγή της βίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εξύμνηση της βίας σε μουσικά κομμάτια κ.τ.λ.). Σε αυτό το πλαίσιο η βία δεν είναι μέσο, αλλά ο τελικός σταθμός.

Το σύνθετο πρόβλημα της βίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντιμετωπιστεί μόνο από τις αρχές ασφαλείας των κρατών. Είναι ίσως το ζήτημα με τη μεγαλύτερη δυναμική και η διαχείρισή του απαιτεί τη συνεργασία πολλών και διαφορετικών φορέων και την αξιοποίηση διεπιστημονικών εργαλείων.

* Ο κ. Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι δρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟ

Η διάχυτη βία των ημερών μας

Στις 22 και 23 Σεπτεμβρίου 2006 η Ελληνική Ψυχαναλυτική Εταιρεία είχε διοργανώσει μια διημερίδα με θέμα «Βία στην Πόλη». Τότε είχαν κληθεί, εκτός από τους ψυχαναλυτές που συμμετείχαν, και διάφοροι ειδήμονες άλλων επιστημών για να συνομιλήσουν πάνω στο κοινωνικό φαινόμενο της βίας. Πέρασαν δεκαπέντε χρόνια για να εκδοθούν τα πρακτικά εκείνου του πολύ πετυχημένου συνεδρίου εξαιτίας διάφορων δυσκολιών. Και έφτασε η ώρα να κυκλοφορήσουν τώρα από τις εκδόσεις Αρμός, σε μια συγκυρία πολύ δύσκολη σε παγκόσμιο επίπεδο. Θα είχε ενδιαφέρον να σκεφτούμε πώς θα τοποθετηθούν οι επιστήμες του ανθρώπου στο μέλλον για τα φαινόμενα που προκύπτουν σε σχέση με την πανδημία.

Το σίγουρο είναι ότι η βία στις μέρες μας είναι διάχυτη. Αυτό που ζούμε, παίρνοντας αφορμή από τις εξαιρετικές εισηγήσεις στοχαστών όπως οι ψυχαναλυτές Σ. Μανωλόπουλος, Στ. Μπεράτη, Κ. Μπαζαρίδης, Αρ. Σκουλίκα και Μ. Χατζηανδρέου, αλλά και των κοινωνικών επιστημόνων και αρθρογράφων όπως οι Β. Γεωργιάδου, Λ. Λουλούδης (που δεν είναι πλέον στη ζωή), Παντελής Μπουκάλας, Γιάννης Πανούσης και Ιωάννα Τσιγκάνου, δεν μπορεί να νοηματοδοτηθεί μονοσήμαντα. Ζούμε τις πολλαπλές σημασίες της βίας. Ο ιστορικός χρόνος τρέχει ασταμάτητα, ζούμε εν ακινησία μια τρελή κούρσα ταχύτητας στον τρόπο που εξελίσσονται τα γεγονότα. Είναι μόλις ένας χρόνος από τη ζωή μας. Ενα χρόνο μετά έχουν συμβεί πολλά και πυκνά σε νοήματα. Ας μην τα απαριθμήσουμε, είναι και αυτό μια μορφή βίας. Η βία ως βιασύνη μάς καθιστά ανίκανους να παρακολουθήσουμε τις εξελίξεις. Νομίζουμε ότι τις παρακολουθούμε αλλά δεν υπάρχει χρόνος να τις νοηματοδοτήσουμε.

Αυτό γεννά σαν τσουνάμι το συνεχές της επιθετικότητας, της τυφλής και ορισμένης οργής, του θυμού των ανθρώπων απέναντι στους περιορισμούς, απέναντι στους θεσμούς. Υπάρχει αυτός ο εσωτερικός θυμός απέναντι σε ό,τι μας συμβαίνει που κανείς σε βάθος δεν μπορεί να αντέξει. Υπάρχει η φράση ενός παιδιού που ρωτάει με δάκρυα στα μάτια τη μαμά του: «Είμαστε τόσο κακοί και μας έχει συμβεί αυτό το κακό;». Αυτό το ερώτημα, με άπειρες παραλλαγές, ενυπάρχει και στους ενηλίκους. Ενα «γιατί» που δεν μπορεί να απαντηθεί. Το «γιατί μας συμβαίνει το κακό» δεν έχει μεμονωμένη απάντηση, σίγουρα δεν έχει καμία εύκολη απάντηση. Και ψάχνουμε να βρούμε τους υπαίτιους. Γιατί κάποτε φανταστήκαμε ότι η ζωή έχει και τις λύσεις και τις απαντήσεις για εμάς. Αυτή η παιδική φαντασιωσική παντοδυναμία που συνεχίζεται εν πολλοίς και όσο μεγαλώνουν οι περισσότεροι άνθρωποι καταρρέει σε στιγμές τεράστιας αβεβαιότητας, όπως αυτή που ζούμε τον τελευταίο χρόνο.

Γιατί η ζωή είναι αν-ήθικη, είναι αβέβαιη, ρευστή, απρόβλεπτη. Αυτό είναι δύσκολο να το αντέξει ο νους. Για να το αντέξει, επικαλείται τη σκέψη, τη λογική, τη γνώση. Για να τιθασεύσει τη βία μέσα του, τη βία έξω από αυτόν. Οση επεξεργασία και εάν έχει γίνει, είναι αδύνατον να χτιστούν τόσο αρραγή ψυχικά τοιχώματα ώστε να παρέχουν συνεχή προστασία απέναντι στη συνεχή αβεβαιότητα. Δεν υπάρχουν αυτές οι πόρτες που σφαλίζουν πίσω τους κάθε φόβο. Δεν υπάρχουν αυτά τα θωρακισμένα παράθυρα που θα αποφύγουν την αναποδιά. Ο τρόμος απέναντι στο ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις οδηγεί τους ανθρώπους σε μεγάλη δίνη, ταραχή, σε διάχυτο άγχος. Οσο πιο ευάλωτοι οι άνθρωποι, τόσο πιο θυμωμένοι. Ο θυμός προκύπτει από αυτή την παιδική ανάγκη, «κάποιος να ξέρει καλύτερα από εμάς». Αυτοί που μας κυβερνούν πάντα χρεώνονται αυτόν το ρόλο. «Είναι η δουλειά τους, θα έπρεπε να ξέρουν». Οπως τώρα χρεώνονται τα πάντα και οι γιατροί, «γιατί είναι η δουλειά τους». Και όταν δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις μας, όταν δεν έρχεται η λύση έτσι όπως τη θέλουμε ή όπως θα τη φανταζόμασταν, τότε θυμώνουμε.

Σαν το παιδί που έμεινε αφρόντιστο και εγκαταλελειμμένο, είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε γιατί μας εξαπάτησαν. Το αίσθημα του πόνου και της ματαίωσης είναι τόσο μεγάλο στον εξαπατηθέντα, που μπορεί να γίνει και αυτοκαταστροφικό τούτη την ώρα. Ο εξαπατηθείς συντήρησε για πάρα πολλά χρόνια την επιθυμία να εξαπατιέται. Να παραμείνει στη ρομαντική και ασφαλή σφαίρα της καλής εκδοχής του παραμυθιού, εκεί όπου δεν υπάρχουν γήρας, πόνος, απώλεια, φόνος, καθρέφτης του ανεπαρκούς εαυτού. Μόνο πρίγκιπες και πριγκίπισσες. Οι καλοί δεν είναι οι κακοί. Τη στιγμή που στην πραγματική ζωή είμαστε και τα δύο. Αυτό που κινδυνεύει στις μέρες μας είναι η σκέψη. Και είναι το μόνο που θα μας σώσει. Οπως έλεγε και ο Βρετανός ψυχαναλυτής Alfred Bion, εκεί που η σκέψη δεν επαρκεί για να επεξεργαστεί τις εσωτερικές και εξωτερικές εντάσεις, στερήσεις και απογοητεύσεις, εκεί ξεσπά η βία. Θα προσέθετα ότι η βία στις μέρες μας ξεσπά και από τον ταχύ τρόπο που παίρνουμε την πληροφορία.

Από τον καταιγισμό των ειδήσεων και των απόψεων στα social media. Αυτή η άμεση αναπαραγωγή της εικόνας και της είδησης, χωρίς να μεσολαβεί ο αναγκαστικός ενδιάμεσος χώρος της επεξεργασίας των ειδικών, έχει οδηγήσει τους ανθρώπους σε ένα παραληρηματικό ταγκό όπου νιώθουν ότι συμμετέχουν σε κάτι χωρίς να το γνωρίζουν. Είμαστε κατά φαντασίαν ισότιμοι, αλλά στην ουσία είμαστε ανίδεοι. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη βία από την κατάργηση του ενδιάμεσου χώρου. Στην κοινωνία και στον ψυχισμό. Χρειαζόμαστε τους αντιπροσώπους των θεσμών και της λογικής. Οταν καταργούνται οι διαμεσολαβήσεις, όταν καταργούνται ο χρόνος, η ψυχραιμία και η ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται με σύνθετο τρόπο, να μελετά σε βάθος και όχι να διατρέχει το κείμενο, τότε οι κοινωνίες είναι καταδικασμένες να μείνουν καθηλωμένες, όχι στην πανδημία, αλλά στην ανωριμότητα και στη χειραγώγηση.

Παραγωγή συγκινήσεων χωρίς αισθήματα

Μολονότι το πρόβλημα της νεανικής βίας δεν εξηγείται με εύκολες μονοδιάστατες θεωρήσεις, μετά κάποιο συμβάν η πρώτη αντίδραση είναι να αναζητήσουμε ή να υποθέσουμε το συγκεκριμένο «γιατί». Από τα εικαζόμενα, οι κοινωνικές μας συντεταγμένες διευκολύνουν μιαν επιλογή που διευθετεί τα πράγματα μέσα σε ένα πλαίσιο ψηλαφήσιμο, κατανοητό. Το δυσεξήγητο είναι οχληρό, ανησυχαστικό.

Ο κατά τους ειδικούς κατάλογος των αιτιών βεβαιώνει για την ύπαρξη ενός κοινωνικού νόμου, σύμφωνα με τον οποίο τίποτα δεν συντελείται δίχως μια ίση συνέπεια, κάθε ανθρώπινη πράξη συναντά μια αντίπραξη. Και είναι ένας κατάλογος μακρύς. Εφηβικός αναβλύζων θυμός, διαταραγμένες οικογενειακές σχέσεις, χαοτικές καταστάσεις εν οίκω (η βία προσφέρει την αίσθηση του ελέγχου), υπερβολική αυστηρότητα γονέων ή παραμέληση, απόρριψη, κακοποίηση, αίσθημα πίεσης, φτώχεια, παραβατικοί συνομήλικοι, διαμονή σε κοινωνικά αποδιοργανωμένη γειτονιά με υψηλή εγκληματικότητα, συμμετοχή σε συμμορίες. Βία στα μέσα ενημέρωσης, στις ταινίες, στα κοινωνικά δίκτυα, στα βιντεοπαιχνίδια (σύμφωνα με μελέτες, μειώνουν την ενσυναίσθηση και αυξάνουν τον θυμό καθώς ανεβάζουν αρτηριακή πίεση και καρδιακό ρυθμό). Χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών (αυξάνουν την επιθετικότητα, μειώνουν τον φόβο). Τραυματικά γεγονότα. Ψυχική διαταραχή.

Το πιθανότερο είναι τίποτε από τα παραπάνω να μην αφορά την περίπτωση των παιδιών της διπλανής πόρτας, των παιδιών «διαμαντιών», που ξυλοκόπησαν τον σταθμάρχη του μετρό γιατί μίλησε άσχημα «για το σπίτι τους». Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες αιτίες, που ενδέχεται να αφορούν την εν λόγω, όπως και συναφείς εκρήξεις νεανικής βίας. Κατ’ αρχάς, είναι η βαριά παράδοση των μέσων μαζικής μεταφοράς ως πεδίο άσκησης βίας – επιθέσεις σε ελεγκτές, καταστροφές πυλών και ακυρωτικών μηχανημάτων. Επειτα, είναι η περιρρέουσα κουλτούρα τού «πάντα οι άλλοι φταίνε» (ο σταθμάρχης), της λεκτικής, ψυχολογικής, σωματικής βίας ως μέσο επίλυσης των διαφορών, της επιθετικότητας ως ρυθμιστή των σχέσεων (όχι διάλογος, επίθεση· όχι γνώμη, επίκριση· εύκολες οι λέξεις ψόφος, κρεμάλα, θάνατος, χώμα). Είναι η ανοχή στη βία, η ατιμωρησία, η αντισυστημική γυμναστική με τον λοστό, τη φωτιά, τη βαριοπούλα, η κυνική αχρήστευση του κοινού κτήματος. Η βία, που ισοπεδώνει νόμους και θεσμούς, πλήττει σώμα και πνεύμα, αντί να δημιουργεί αποτροπιασμό, γίνεται μοντέλο προς μίμηση. Μια «μηχανή» παραγωγής συγκινήσεων χωρίς αισθήματα.

Ενίοτε ευθύνονται οι στενοί ορίζοντες, η απουσία επιχειρημάτων, ταυτότητας και νοήματος, η αδυναμία να ξεχωρίσουν τον εαυτό τους στο γενικό κάδρο, να συνδεθούν με κάποιο σκοπό, να ξορκίσουν το ρευστό άπειρο του κόσμου. Είναι και η βαρεμάρα, η μοναξιά, η ορμή των νιάτων που βρίσκει διέξοδο στην έμπρακτη μαγκιά. Μια παρωπιδική παλινδρόμηση ανάμεσα στην απάθεια και στην εμπάθεια, στον μηδενισμό και στη βιαιοπραγία. Εκδηλώνεται ευκολότερα, στο πλαίσιο της παρέας, η οποία αμβλύνει την ατομική ευθύνη και κάνει τη βίαιη πράξη ηρωική. Επομένως και απολαυστική. Τρέπεται η καταστροφή σε μέσο άντλησης ηδονής.

Λέμε ότι φταίει και η αντικατάσταση της διάθεσης για συνεργασία με την ιδιοτέλεια, του σεβασμού προς τους άλλους με την αντιπαλότητα· το αίσθημα συμμετοχής σε ένα μεγάλο Εμείς ενάντια σε ένα μισητό Εσείς. Που ενισχύεται από την καλλιεργούμενη αίσθηση εξάντλησης των ορίων της συλλογικής ψυχραιμίας.

Βέβαια, δεν σημαίνει ότι όποιος αισθάνεται οργή, ψυχική πίεση, θλίψη, ανία, θα προβεί σε πράξεις βίας. Λίγοι περνούν τη νοητή γραμμή των κοινωνικών απαγορευτικών και βανδαλίζουν, τραυματίζουν, δολοφονούν. Την ώθηση για το δρασκέλισμα του αποτρεπτικού αυτού ορίου δίνουν πολλές μικρές καθημερινές «διδασκαλίες» (π.χ. «ρίξε πρώτος πριν προλάβει να σου ρίξει αυτός»), οι πανοπλίες εγωτισμού, ωχαδερφισμού, κυνισμού, με τις οποίες ντύνονται οι νέοι στην κούρσα της ατομικής επικράτησης, τα εκμαυλιστικά παραδείγματα αδικοπραξίας και αυθαιρεσίας, οι χυδαίοι ανταγωνισμοί, η μισαλλοδοξία – μια παιδεία διαρκής, ισόβια.

Η βία δεν είναι δύναμη. Οπως έλεγε η Χάνα Αρεντ, «δύναμη και βία είναι πράγματα αντίθετα· όταν η μία επικρατεί απόλυτα, η άλλη απουσιάζει». Πλήττει όχι μόνον αγαθά και άτομα, αλλά και τον ιστό που μας συνδέει. Η μετατροπή της ιδέας σε θεό, ο χλευασμός της αμφιβολίας, η αναζήτηση της ευδαιμονίας στο κουκούλι της ομάδας, η απλοποίηση της ετερότητας, οι διαχωρισμοί, η πίστη σε ένα πεπρωμένο που δεσμεύει τις επιλογές, η άρνηση της Ιστορίας, δεν τακτοποιούν τον κόσμο σε κατανοητά υποσύνολα. Τον καταστρέφουν.

 

 

 

 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Παιδική κακοποίηση, τι πρέπει να ξέρουμε

Λέγεται ότι το παιδί είναι ο πατέρας του ανθρώπου («the child is the father of man»)· ο γνωστός αυτός στίχος του Wordsworth τονίζει τη σημασία που έχουν οι παιδικές εμπειρίες για την ενήλικη ζωή μας. Επιστημονικά, ξέρουμε ότι οι εμπειρίες θρέφουν τον εγκέφαλό μας, τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές. Ακόμη κι αν μπορούσαμε, δεν θα θέλαμε να μεγαλώσουμε παιδιά που δεν γνωρίζουν ποτέ τη λύπη ή την απώλεια. Η κακοποίηση όμως είναι άλλο πράγμα. Η κακοποίηση μπορεί να σε σκοτώσει, δεν σε κάνει πιο δυνατό. Παιδιά τα οποία έχουν υποστεί κακοποίηση, έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα πρόωρου θανάτου· έχουν επίσης πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να πάθουν βαριά κατάθλιψη, να πάρουν ναρκωτικά αλλά και να γίνουν βίαια τα ίδια. Οι επιπτώσεις αυτές μπορούν να εξηγηθούν νευροβιολογικά, το τραύμα κυριολεκτικά εγγράφεται στα νευρωνικά μας κυκλώματα. Αλλά ίσως η πιο ξεκάθαρη εξήγηση να είναι η περιγραφή που πρόσφατα έδωσε η ολυμπιονίκης κ. Μπεκατώρου: «Ηθελα να βγάλω τη σάρκα από πάνω μου». Μερικά παιδιά, ειδικά εκείνα που δεν εισακούστηκαν από τους γύρω τους, βγάζουν τη σάρκα τους κυριολεκτικά, με αυτοτραυματισμούς ακόμη και με την αυτοκτονία.

Πολλοί γονείς φοβούνται πρωτίστως τον κακό άγνωστο που θα έρθει από το πουθενά να απαγάγει τα παιδιά και να τα βλάψει. Αυτή η δοξασία αφορά σπάνια περιστατικά. Τις περισσότερες φορές η κακοποίηση γίνεται από τους ανθρώπους του άμεσου περιβάλλοντος και εκεί πρέπει να εστιάσει η πρόληψη: στο σπίτι, στο σχολείο, στον αθλητισμό. Είναι ώρα οι γονείς να πιέσουν για θεσμικές αλλαγές που ισχύουν προ πολλού σε άλλα κράτη: όποιος έστω και εθελοντικά θέλει να δουλέψει με παιδιά, πρέπει να έχει λευκό ποινικό μητρώο. Οσοι έχουν καταδικασθεί για αδικήματα κακοποίησης, πρέπει να καταγράφονται σε ειδικό μητρώο και να εξαιρούνται διά βίου.

Αλλά η πρόληψη της κακοποίησης γίνεται και μέσα στο σπίτι: η σφαλιάρα είναι κακοποίηση, όπως είναι και οι συνεχείς φωνές και προσβολές σε ένα παιδί. Η κατάχρηση της εξουσίας από τους γονείς ή τα μεγαλύτερα αδέλφια στρώνει τον δρόμο για ακόμη χειρότερες κακοποιήσεις. Οταν η σφαλιάρα γίνεται μέσο επικοινωνίας στο σπίτι, γιατί να μη γίνει και αλλού; Και κυρίως, όταν το παιδί μαθαίνει να σιωπά για τη σφαλιάρα που τρώει, θα σωπάσει ίσως και για τον βιασμό του ή τον βιασμό του αδελφού του – με καταστροφικές συνέπειες. Πρέπει η ανοχή μας σε τέτοια φαινόμενα να είναι μηδενική. Τέλος, η πρόληψη της κακοποίησης ξεκινάει από την αναγνώριση προηγούμενων περιστατικών και την άμεση αντιμετώπισή τους. Είναι κρίσιμο κάθε δάσκαλος, προπονητής, επόπτης, οποιοσδήποτε ασχολείται με παιδιά να πιστοποιείται πώς εκπαιδεύθηκε στην αναγνώριση και αντιμετώπιση της κακοποίησης. Τέτοιες εκπαιδεύσεις μπορούν να είναι σύντομες, να γίνουν σε μεγάλη κλίμακα και να σώσουν ζωές.

* Ο κ. Αργύρης Στριγγάρης είναι καθηγητής Ψυχιατρικής Παιδιών και Εφήβων στο ΕΚΠΑ, πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας για την Παιδική και Εφηβική Ψυχοπαθολογία, επισκέπτης καθηγητής Ψυχιατρικής στο King’s College του Λονδίνου.

 

ΕΛΛΑΔΑ 06.04.2020

Η καραντίνα και η έξαρση της βίας στο σπίτι

ΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΑΡΟΥ  Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Στο τηλεφωνικό κέντρο του «15900», της γραμμής που απευθύνεται σε γυναίκες θύματα βίας, επικρατεί μια περίεργη ησυχία τις τελευταίες ημέρες. Από τους δύο εργαζόμενους που είχε η γραμμή ανά βάρδια, στο γραφείο βρίσκεται πλέον ένας, για τους γνωστούς λόγους, με τον δεύτερο να απαντά με εκτροπή τις κλήσεις από το σπίτι του. Σε περίπτωση που το σύστημα δεν μπορεί να διαχειριστεί τον όγκο των κλήσεων, θα μπει σε εφαρμογή το plan B: περισσότερες γραμμές και εκτροπή κλήσεων και στα συμβουλευτικά κέντρα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων και εάν ούτε και αυτό είναι αρκετό, έχει ήδη ζητηθεί να βρίσκονται σε ετοιμότητα οι κοινωνικές δομές των ΟΤΑ.

Ταυτόχρονα, αναζητείται από τη Γ.Γ. Ισότητας λύση ώστε να εξαλειφθεί η γραφειοκρατία για τις γυναίκες που έχουν ανάγκη φιλοξενίας σε ξενώνα. Καμία γυναίκα υπό τις τρέχουσες συνθήκες δεν μπορεί να συγκεντρώσει τον όγκο των ιατρικών γνωματεύσεων που κανονικά απαιτείται. Ηδη, δεσμεύονται δωμάτια σε ξενοδοχεία για έκτακτα περιστατικά – αν μια γυναίκα καλέσει στις 2 το βράδυ καταγγέλλοντας την κακοποίησή της να μη χρειαστεί να περιμένει ούτε στιγμή. Ομως, δεν χτυπάει το τηλέφωνο. Οχι περισσότερο από άλλες περιόδους.

«Παγωμάρα…»

Το «15900» δέχθηκε τον Φεβρουάριο 390 κλήσεις, ενώ τον Μάρτιο 454 κλήσεις, αύξηση που δεν αποτυπώνει την έκρηξη των κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας που αναμένεται σε περίοδο εγκλεισμού. Δεν σημαίνει φυσικά ότι δεν είναι εκεί. Και δεν σημαίνει ότι δεν θα αποκαλυφθεί. Οπως και με τον COVID-19, δεν μπορεί να υπάρξει εφησυχασμός – το σύστημα πρέπει να είναι έτοιμο για το χειρότερο σενάριο. «Οι πληροφορίες από όλους τους φορείς δείχνουν προς το παρόν το ίδιο πράγμα, μια “παγωμάρα”» λέει στην «Κ» η Γ.Γ. Ισότητας Μαρία Συρεγγέλα.

Η ησυχία πριν από τη θύελλα; Ισως. «Δεν σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν υπάρχει. Στην Ιταλία μόλις τις τελευταίες ημέρες άρχισαν να ανεβαίνουν τα νούμερα». Είναι λογικό, όπως εξηγούν στην «Κ» οι ειδικοί. Με τον βίαιο σύντροφο συνεχώς παρόντα, δεν είναι εύκολο για τις γυναίκες να τηλεφωνήσουν για βοήθεια ή έστω συμβουλή.

Ούτε φυσικά μπορούν να μεταβούν στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα. Μολονότι έχει σταλεί σήμα σε όλα τα αστυνομικά τμήματα της χώρας να βρίσκονται σε ετοιμότητα, δεν καταγράφεται προς το παρόν αύξηση των περιστατικών. Η απειλή του κορωνοϊού έχει παραλύσει και τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Μέσω της «Κ» οι αρμόδιοι φορείς ενημερώνουν τις γυναίκες ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν το κινητό τους για να στείλουν mail (sos15900@isotita.gr), ενώ υπενθυμίζουν ότι και η Αμεση Δράση δέχεται γραπτά μηνύματα στο «100». Φυσικά δωρεάν.

Δεν είναι τυχαίο, πάντως, ότι στα social media οι σελίδες που αφορούν την κακοποίηση των γυναικών καταγράφουν αύξηση των εισερχομένων μηνυμάτων το τελευταίο διάστημα. Η Ιλιάδα Κοθρά, ιδρύτρια της καμπάνιας «Don’t Accept It» για την ευαισθητοποίηση απέναντι στη γυναικεία κακοποίηση, παραπέμπει όλες τις γυναίκες που επικοινωνούν με τη σελίδα στο «15900», αλλά όπως λέει στην «Κ» «πολλές φοβούνται να πάρουν τηλέφωνο ή πιστεύουν ότι δεν θα βγει τίποτα. Ακόμα και εκείνες που θέλουν να τηλεφωνήσουν, δεν το κάνουν, γιατί λόγω της καραντίνας είναι συνέχεια ο ένας πάνω στον άλλο, θα τις ακούσουν. Οι γυναίκες βρίσκονται στο σπίτι και νιώθουν ότι δεν μπορούν να ξεφύγουν. Υπάρχουν πολλές εντάσεις. Με τη δικαιολογία του κορωνοϊού πολλοί θεωρούν ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν με τη σύντροφό τους. Είναι απίστευτο αυτό που συμβαίνει».

Λόγω της καμπάνιας, η κ. Κοθρά έχει επικοινωνία με αντίστοιχες πρωτοβουλίες στο εξωτερικό. «Μαθαίνουμε για ακραία γεγονότα. Πέραν τη σωματικής, έντονη είναι και ψυχολογική βία. “Δεν σε αφήνω να βγεις έξω, θα φέρεις τον ιό και θα μολύνεις τα παιδιά”. Γυναίκες παραμένουν εσώκλειστες. Ο χώρος που θα έπρεπε να παρέχει ασφάλεια, το σπίτι, γίνεται ένα κελί. Με τον θύτη μέσα. “Δεν αντέχω άλλο”, λένε “θέλω να φύγω αλλά δεν μπορώ να πάω ούτε στους γονείς μου λόγω κορωνοϊού”. Είναι παγιδευμένες. Μας αφήνουν μηνύματα σε μια προσπάθεια επικοινωνίας. Οτι είμαι κι εγώ εδώ».

Οι μελανιές

Η καραντίνα δυστυχώς παρέχει προστασία στους θύτες. Αυτό που λέει στην «Κ» η ειδική ιατροδικαστική ανθρωπολόγος και πραγματογνώμονας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνά Εσκίογλου είναι ανατριχιαστικό: «Οι μελανιές στο σώμα κάνουν δύο εβδομάδες να επουλωθούν. Βρισκόμαστε ήδη τρεις εβδομάδες σε καραντίνα.

Καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ενας βίαιος άνθρωπος ίσως ήταν λιγότερο βίαιος όσο φοβόταν μη δει κάποιος τα σημάδια στο σώμα. Τώρα δεν νιώθει αυτό τον φόβο. Αντίστοιχα η γυναίκα σε μια κακοποιητική σχέση μπορεί πριν να έκανε πράγματα για να αποφύγει τον σύζυγο, να τον έβλεπε μόνο το βράδυ. Τώρα περπατάει επί 24 ώρες στα αυγά, μην τυχόν κάνει τίποτα που θα πυροδοτήσει πάλι μια βίαιη συμπεριφορά προς την ίδια ή τα παιδιά της».

Οπως λέει, είναι λογικό να μη «φαίνεται» ακόμα στα επίσημα στοιχεία η αύξηση των κρουσμάτων. «Ο κόσμος είναι ακόμα σε κατάσταση σοκ. Εχουν περάσει μόλις λίγες εβδομάδες, δεν είναι αρκετός χρόνος για να αποκαλυφθεί το μέγεθος του προβλήματος. Οι γυναίκες φοβούνται. Να φύγω, να πάω πού; Σε ποια δομή; Δεν κινδυνεύω να κολλήσω; Μπορεί να υπάρχει αύξηση στη βία αλλά δεν υπάρχει αντίδραση στη βία. Υπάρχει ο φόβος του κορωνοϊού». Και είναι παραλυτικός. «Ακούγεται παράξενο, αλλά για τις γυναίκες ο κίνδυνος στο σπίτι είναι γνώριμος. Τον έχουν ζήσει, νομίζουν ότι ξέρουν πώς να τον χειριστούν. Την απειλή του κορωνοϊού δεν ξέρουν πώς να την αντιμετωπίσουν». Οπως λέει η κ. Εσκίογλου, «δεν ξέρουμε πόσα θα είναι τα θύματα του κορωνοϊού στην Ευρώπη, ξέρουμε όμως ότι τρία εκατομμύρια ήταν πέρυσι τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας».

 

 

 

 

 

 

 

Οταν η πολιτεία προστατεύει τη βία

Μαρίνος Γιάννης
29.02.2020, 07:25
Οταν η πολιτεία προστατεύει τη βία | tovima.gr
Ενας μαθητής στην Πάτρα έσπασε το σαγόνι συμμαθητή του. Ομάδα μαθητών στον Βύρωνα ξυλοκόπησε άγρια έναν δεκαεπτάχρονο, που προσπάθησε να υπερασπιστεί την αδελφή του. Δύο πρόσφατα ακραία περιστατικά άγριας βίας, που είναι πια διάχυτη και διαρκώς επιδεινούμενη στα γυμνάσια και στα λύκεια, αλλά ακόμα πια και στα δημοτικά, όπως είχα σχετική πληροφορία από γονέα. Η βία βαθμιαία έχει εγκατασταθεί ανεμπόδιστη στα ελληνικά σχολεία με αμήχανους και ανήμπορους τους δασκάλους, ακόμα κι αν θέλουν να επιβάλουν την τάξη και να αποτρέψουν τις μεταξύ των παιδιών αδικοπραγίες. Και μόνιμα θύματα τα αδύναμα παιδιά απέναντι στην έμπρακτη εκδήλωση των άγριων ενστίκτων των συνομηλίκων τους. Φυσικά τα όσα έκτροπα συμβαίνουν πια καθημερινά στα ελληνικά σχολεία, όπου σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες 3 στα 10 παιδιά έχουν πέσει θύματα σχολικού εκφοβισμού (μπούλινγκ), απηχούν σε μικρογραφία τα φαινόμενα βίας που τείνουν να κυριαρχήσουν γενικότερα στην κοινωνία μας, καθώς μάλιστα αυτή διδάσκεται πια επί εικοσιτετραώρου βάσεως με καθοδηγητή στα κινητά τους τα διάφορα σάιτ που σε παγκόσμια κλίμακα έχουν αναδειχθεί σε σχολές εγκλήματος. Συμπεριφορά που όχι μόνο δεν αποτρέπεται, αν αυτό είναι δυνατόν, αλλά και προστατεύεται ως ελεύθερη διακίνηση ιδεών.

Η σύγχρονη κοινωνία των ατομικών ελευθεριών και της ευαισθησίας απέναντι στην προσωπικότητα του ατόμου έχει βαθμιαία εξελιχθεί σε αναίσχυντο προστάτη των βιαιοπραγούντων και αδικοπραγούντων, αδιαφορώντας για τα θύματά τους. Καθημερινά σχεδόν είναι τα συλλαλητήρια υπέρ των συλλαμβανομένων για πράξεις βίας, αλλά ποτέ υπέρ των θυμάτων τους. Αυτή την αντικοινωνική συμπεριφορά ενθαρρύνουν αθελήτως διάφοροι θεσμοί όπως η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, που έχει αναδειχθεί και αυτή σε «προστάτη» βιαιοπραγούντων αντί των θυμάτων τους. Παράλληλη και η εξέλιξη της ποινικής νομοθεσίας που τείνει να ελαφρύνει συνεχώς τις ποινές των εγκληματούντων και να τους διασφαλίζει, κατά κανόνα πια, τη μη έκτιση των ποινών χάρις στη σχεδόν πάντα παρεχόμενη αναστολή στα πλημμελήματα.

Οι μαθητές του γυμνασίου του Βύρωνα, που ξυλοκόπησαν αγρίως τον συμμαθητή τους, ήξεραν ότι η τυχόν τιμωρία τους θα ήταν το πολύ δύο ημερών αποβολή, που με αυθάδεια τη σχολίασαν βγάζοντας και σέλφι μέσα στα αστυνομικά τμήματα, χλευάζοντας έτσι την πολιτεία που έχει θεσμοθετήσει την ατιμωρησία και την ανεκτικότητα στη βία. Και με γονείς που σχεδόν πάντα πια υπερασπίζονται με αυθάδεια τα βιαιοπραγούντα τέκνα τους όταν καλούνται από τους διευθυντές των σχολείων για να τα συνετίσουν.

Σ’ ένα τέτοιο κλίμα συμβάλλουν και δικαστές, που και αυτοί με τη σειρά τους διευκολύνουν την παραβατικότητα χάρις στην απέραντη επιείκειά τους. Ποινές-χάδι με αναστολή αλλά ως φαίνεται και χωρίς έκτιση σε περίπτωση υποτροπής. Μια συμπεριφορά που γελοιοποιεί ακόμα και το αυτόφωρο με τις αλλεπάλληλες έως και επ’ αόριστον αναβολές της δίκης. Και η πολιτεία παράλυτη παρακολουθεί και η υπουργός Παιδείας αναγγέλλει απλώς τον θεσμό του καθηγητή εμπιστοσύνης για να καταφεύγουν σ’ αυτόν οι μαθητές που υφίστανται μπούλινγκ. Αλλά με ατιμώρητους πάντα τους δράστες.

 

 

 

 

Σχολεία για «έγκλημα χωρίς τιμωρία»

ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΑΓΚΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 16.02.2020 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Οχι ότι θα κάνει καμία διαφορά, αλλά πολύ σωστά προκαλούν ανατριχίλα στη μειοψηφία των λογικών ανθρώπων αυτής της χώρας και αποκτούν δημοσιότητα ακραία περιστατικά βίας σε γυμνάσια και λύκεια. Το πιθανότερο μάλιστα είναι ότι πολύ λιγότερα από όσα πραγματικά συμβαίνουν γίνονται γνωστά. Το σχολικό περιβάλλον είναι σε μεγάλο βαθμό προαύλιο της κοινωνίας και όλοι ξέρουμε ποια είναι αυτή η κοινωνία σήμερα. Αλλωστε, η αφετηρία της κατάστασης που επικρατεί στα ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και από εκεί κανονικά πρέπει να ξεκινήσουν τα μέτρα βελτίωσης και επιβολής στοιχειώδους πειθαρχίας.

Το «μπούλινγκ» και η άσκηση βίας στα σχολεία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Τα παιδιά της σχολικής ηλικίας και ακόμη περισσότερο οι έφηβοι είναι συχνά «σκληρά αγγελούδια» και το δείχνουν όταν βρουν την ευκαιρία. Το πρόβλημα είναι τα όρια που τίθενται και πρέπει να γνωρίζουν, είτε στο σπίτι τους είτε στο σχολείο. Το σχολείο ειδικά είναι μικρογραφία κοινωνίας, που υποτίθεται ότι έχει κανόνες για να μη μετατραπεί σε «ζούγκλα του μαυροπίνακα» και σε θερμοκοιτίδα συμμοριών. Αλλά όσο το σχολείο είναι προαύλιο της κοινωνίας, άλλο τόσο η κοινωνία επηρεάζει το σχολικό περιβάλλον. Είναι λοιπόν φυσικό η ασυδοσία και η ατιμωρησία, ως βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας στη σημερινή συγκυρία, να δίνουν τον τόνο και στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Με βοήθεια και ευθύνη βεβαίως της οικογένειας και του διδακτικού προσωπικού…

Δεν είναι συνήθως δημοσιογραφικά δόκιμη η αναφορά σε προσωπικές εμπειρίες του υπογράφοντος κάποιο άρθρο ή ανάλυση. Καμιά φορά, όμως, μπορεί να συγχωρηθεί αν πρόκειται για προσπάθεια ενίσχυσης του κειμένου με στοιχεία που ενδεχομένως να τονώσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, η τεράστια διαφορά του τότε –δηλαδή της μακρινής εποχής που ο υπογράφων πήγαινε στο σχολείο– με το τώρα είναι οι συνέπειες των πράξεων, της διαγωγής και των επιδόσεων των μαθητών. Δεν μιλάμε για τις ίδιες συνέπειες και τις ίδιες τιμωρίες που σε πολλές περιπτώσεις έφταναν τα όρια του γελοίου, ειδικά όταν εξέφραζαν τον άκρατο συντηρητισμό της πολιτείας στα δημόσια σχολεία. Ούτε για επιβολή ποινής (από τη διοίκηση, όχι από τον κάθε καθηγητή ή δάσκαλο) ραβδισμού όπως επιβαλλόταν σε σχολείο, που όντως αποτελούσε φιλελεύθερη όαση εκείνη την εποχή, στο οποίο θήτευσε ο υπογράφων.

Ασφαλώς οι εποχές δεν μένουν (ευτυχώς) ίδιες, αλλά τώρα έχουμε φτάσει στην άλλη πλευρά. Ολα συγχωρούνται, οι πάντες περνούν σχεδόν υποχρεωτικά τις τάξεις, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές κάνουν ότι δεν βλέπουν οτιδήποτε θα τους φέρει σε σύγκρουση με «ζόρικους» μαθητές και αδιαφορούν για τις ευθύνες τους, οι γονείς είναι έτοιμοι να καλύψουν παντοιοτρόπως τα βλαστάρια τους με εκδηλώσεις βλακώδους υπερπροστατευτισμού, το αρμόδιο υπουργείο υπαναχωρεί με κάθε ευκαιρία και με πελατειακή νοοτροπία από αρχές και κανόνες, προκειμένου να διευκολύνει ή και να απαλλάξει διδάσκοντες, διδασκόμενους και κηδεμόνες από στοιχειώδεις υποχρεώσεις. Για παράδειγμα (αστείο), μόλις πρόσφατα πρόσθεσε πέντε ακόμη ημέρες δικαιολογημένης απουσίας εξαιτίας γρίπης, λες και οι υπάρχουσες 19 είναι για άλλες ασθένειες!

Με λίγα λόγια, από την υπερβολική αυστηρότητα, πολλές φορές για ανόητους λόγους, και τις ανελαστικές σχέσεις ιεραρχίας μεταξύ καθηγητών και μαθητών της προχουντικής περιόδου, η σχολική κοινωνία πέρασε σταδιακά σε μία κατάσταση σχεδόν πλήρους ασυδοσίας στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

Ακόμη και η επιβολή ποινών έχει ως βασική μέριμνα να μην προβληματίζουν τον μαθητή και την οικογένειά του. Αυτό είναι το κλίμα και οι ανάλογες συμπεριφορές μεταφέρονται μετά στα ανώτατα ιδρύματα, όπου μαζί με άλλες «αμαρτίες» που ενδημούν, χάνεται η… μπάλα.

Το χειρότερο είναι ότι βολεύονται όλοι με τη δεδομένη κατάσταση, από τους μαθητές και τους γονείς ώς τους δασκάλους/καθηγητές και την πολιτική τάξη. Οπότε και αν ακόμη εκδηλωθεί βούληση να τεθούν όρια και κανόνες στο σχολικό σύστημα, το ερώτημα είναι ποιος θα τους εφαρμόσει.

Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα στην ανοχή του «εγκλήματος χωρίς τιμωρία» μεγάλωσαν γονείς και διδάσκοντες στη συντριπτική πλειονότητά τους και κάπως έτσι έχει μάθει να πορεύεται ολόκληρη η ελληνική κοινωνία.

Ο α λα καρτ ορισμός του εγκλήματος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 16.02.2020 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Υπάρχουν εγκλήματα που αφήνουν λίγο ώς πολύ αδιάφορο το μη εμπλεκόμενο κοινό. «Αντρο αλλοδαπών μαφιών η κάτω περιοχή Ομονοίας», «άλλος ένας επίορκος», λένε, και ξεχνούν. Διαστάσεις κινηματογραφικού θρίλερ έλαβε η συμπλοκή στη Μενάνδρου μεταξύ αντίπαλων συμμοριών, με έναν νεκρό και έναν τραυματία. Για μια χούφτα λαθραία τσιγάρα, ήταν η είδηση· στην πραγματικότητα, για τον έλεγχο του οργανωμένου εγκλήματος στην περιοχή – το θύμα είχε αρνηθεί να πληρώσει στους θύτες «προστασία» για τη διακίνηση των λαθραίων. Ομοίως, με επεισόδιο αμερικανικής αστυνομικής σειράς έμοιαζε η σύλληψη του αστυνομικού της ομάδας ΔΙΑΣ, που λήστευε με το υπηρεσιακό του περίστροφο βενζινάδικα και περίπτερα – 11 ληστείες φέρεται να είχε διαπράξει.

Αντίθετα, άλλα εγκλήματα –επιθέσεις τσαντάκηδων, κλοπές, διαρρήξεις σπιτιών…– εγείρουν έναν μαζικό φόβο, έναν ηθικό πανικό, μια μόνιμη ταραχή, όχι αδικαιολόγητη σε περιοχές με υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας, αλλά εν γένει δυσανάλογα μεγαλύτερη από τη στατιστική πιθανότητα να πέσει κάποιος θύμα. Και οδηγούν, όπως έχουν δείξει έρευνες, σε οξύ άγχος, υπερβολικό αυτοεγκλεισμό, ξενοφοβικά στερεότυπα.

Ο ορισμός της σοβαρής παραβατικότητας μοιάζει σήμερα ρευστός. Επαναπροσδιορίζεται με βάση το προσωπικό αίσθημα ασφάλειας και τον κοινωνικο-ιδεολογικό προσανατολισμό. Το έγκλημα έξω από την ακτίνα δράσης, ακόμη και το ιδιαίτερα βαρύ (ξεκαθαρίσματα στον κόσμο της νύχτας, αλλοδαπές μαφίες), θεωρείται ξένο, ανώδυνο, δεδομένο, μακρινό.

Το ίδιο και τα «δυσδιάκριτα» στον πολίτη εγκλήματα (οικονομικό και ηλεκτρονικό έγκλημα, εμπόριο ανθρώπων, επιθέσεις μίσους με θύματα μειονότητες). Από την άλλη, η εγκληματικότητα εντός των ζωνών ενδιαφέροντος δείχνει να αποτελεί ασύμμετρη απειλή. Την ίδια στιγμή, ως κανονικότητα προσλαμβάνονται πράξεις που κάθε πολιτεία θεωρεί παράνομες: οι καθημερινές αντιστάσεις στους νόμους του κράτους (εισφοροδιαφυγή, φοροδιαφυγή, βανδαλισμοί, δολιοφθορές, παραβάσεις του ΚΟΚ, εμπρησμοί κ.ά.)· η ανομία και η βία ταυτίζονται με την ιδεολογική αντιπαράθεση και τη δημοκρατία.

Ποικίλες οι στερεοτυπικές απόψεις σχετικά με το ποιος είναι έκνoμος και γιατί εγκληματεί. Εγκληματίας είναι εκείνος που δολοφονεί, που κυνικά και βίαια υπεξαιρεί όσα αδυνατεί να αποκτήσει νομίμως, υποκινούμενος από αξίες που δεν συνάδουν με τα κυρίαρχα κοινωνικά ήθη· δεν είναι –συχνά– αυτός «που αντιστέκεται στο κυρίαρχο σύστημα εκδικούμενος για τις τραυματικές του εμπειρίες» ή εκείνος που καταστρέφει στο πλαίσιο κοινωνικής διαμαρτυρίας.

Οι διωκτικές αρχές στοχεύουν πάντα στην ασφάλεια των πολιτών, αλλά με διαφορετική κάθε φορά ένταση και τροποποιημένες ενίοτε συντεταγμένες, ανάλογα με το πολιτικό πλαίσιο και τις κοινωνικές συγκυρίες. Αλλοτε υπερτερεί το δόγμα της «μηδενικής ανοχής», που δίνει προτεραιότητα στην ασφάλεια έναντι της ελευθερίας, κι άλλοτε εκείνο της «ανοχής», που παραχωρεί μέρος της ευθύνης για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας στην κοινωνία (π.χ. στις διοικήσεις των πανεπιστημίων). Σπάνια ακολουθείται η ισορροπημένη μέση οδός, μακριά από το δίλημμα «ασφάλεια ή ελευθερία», αφού απαραίτητες για τη δημοκρατία είναι τόσο η ασφάλεια όσο και η ελευθερία.

Μοιάζει να υπάρχει μια σύγχυση αναφορικά με το ποιοι είναι οι κανόνες, τι είναι παράνομο και τι θεμιτό, ποιες είναι οι σταθερές μας κι αν υπάρχει ένας κοινός ηθικός σκοπός. Η κρίση, που πλάτυνε τα ερέβη, έκανε τη γη ολοένα και πιο ασταθή, ανέτρεψε την ιδέα που είχε το άτομο για τον εαυτό του, εκκόλαψε αβεβαιότητες. Οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί τεχνολογικής και οικονομικής ανάπτυξης, ταχύτεροι από εκείνους των ψυχοδιανοητικών διεργασιών, περιορίζουν τη δυνατότητα αφομοίωσης των τεκταινομένων. Τα φαινόμενα γίνονται περισσότερο σύνθετα από την ικανότητα να τα εξηγήσουμε. Τα κριτήρια αλλάζουν, όπως και πολλά από εκείνα που μας δίνουν ένα όνομα, που μας καθιστούν κατόχους του εαυτού μας.

Επιπλέον, ισχνή είναι η πρόληψη, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην τοπική κοινωνία, στους δημόσιους φορείς, ισχνά τα αντικίνητρα, από ένα μακρόπνοο σχέδιο. Μικρή έως μηδενική η συμμετοχή των πολιτών –μέσα στο πλαίσιο της νομιμότητας– στην πρόληψη της εγκληματικότητας. Προκειμένου να σπάσουν οι δεσμοί με την κατηφή ύλη, να πάψει μια κοινωνία να αντλεί το υλικό της από τα αρχεία του αίματος, προκειμένου να μην καταστεί το μέλλον αντίγραφο του παρόντος, θα έπρεπε να υπάρχει ένα κοινό αξιακό πλαίσιο, κοινοί στόχοι, κοινές δεσμεύσεις, μια κοινή αντίληψη της πραγματικότητας, μια μονοιασμένη κοινότητα. Δεν είμαστε. Τουλάχιστον ακόμη.

 ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΑΓΚΟΣ

Υπάρχει κοινωνική ανοχή στη βία

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 28.01.2020 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ασχέτως του πότε συνέβη το καθένα, τα περίφημα «φώτα της δημοσιότητας» έπεσαν χθες σε τρία περιστατικά βίας διαφόρων βαθμών. Ενας ηλικιωμένος πήρε το πιστόλι του και πήγε να διαμαρτυρηθεί, πολύ έντονα όπως αποδείχθηκε, στην ΕΥΔΑΠ, όπου και «καθάρισε» έναν υπάλληλο· μαθητής των ΕΠΑΛ διαμαρτυρήθηκε υπερβολικά έντονα –δηλαδή προκάλεσε επεισόδιο εις βάρος της– σε καθηγήτρια επειδή δεν του έσβηνε απουσία ή απουσίες· και αστυνομικός σφαλιάρισε εν ώρα υπηρεσίας στο Μενίδι ένα 11χρονο παιδί. Φυσικά, ο δολοφόνος θα δικαστεί για το έγκλημά του, η υπουργός Παιδείας έσπευσε να προσφέρει κάλυψη στην άτυχη καθηγήτρια και ο «παρορμητικός» κατά τους συνδικαλιστές του αστυνομικός θα περάσει από ΕΔΕ. Φαίνεται, μάλιστα, ότι έχει ιστορικό παρορμήσεων μετά ξυλοφορτώματος στο… παλμαρέ του.

Τα τρία περιστατικά αποδεικνύουν ότι τείνει να ξεφύγει η κατάσταση στη χώρα, αν δεν έχει ξεφύγει ήδη. Οι δρόμοι και οι γειτονιές των μεγάλων ελληνικών πόλεων είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα σχετικά ασφαλείς σε σύγκριση με άλλων μεγαλουπόλεων του εξωτερικού, όμως υπάρχει μια κοινωνική ανοχή σε φαινόμενα άσκησης βίας, που πολλά είναι ενδημικά. Είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν δικαιολογημένες τις αντιδράσεις συγγενών και φίλων εις βάρος γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού, όταν επιτίθενται εναντίον τους επειδή θεωρούν ότι δεν φροντίζουν επαρκώς τους δικούς τους ανθρώπους. Δεν βγαίνει συχνά στην επιφάνεια το bullying που επικρατεί στα σχολεία, και είναι εκτεταμένο. Δεν είναι λίγα τα περιστατικά γονέων που επιτίθενται ή απειλούν καθηγητές στα γυμνάσια και στα λύκεια, είτε γιατί απαιτούν προνομιακή μεταχείριση των παιδιών τους είτε επειδή θεωρούν ότι αυτά αδικούνται.

Είναι καινούργιες «συνήθειες» όλα αυτά και δυστυχώς δεν είναι περιορισμένα. Ισως να είναι και περισσότερο εκτεταμένα απ’ όσο φανταζόμαστε. Αλλά και πώς να μην είναι, αφού οι χουλιγκάνοι των ομάδων, όταν δεν μπορούν να «πλακωθούν» μέσα στα γήπεδα, δεν έχουν κανένα φόβο να το πράξουν εξωγηπεδικά, ακόμη και με… ραντεβού. Ούτε βέβαια φοβούνται την αστυνομία, όπως αποδεικνύουν με κάθε ευκαιρία. Από κοντά και οι λεγόμενοι «μπαχαλάκηδες», έτοιμοι να βανδαλίσουν και να καταστρέψουν στο πλαίσιο ενός διαρκούς πολέμου κατά του κατεστημένου και του κράτους. Γνωστή η βία των λεγόμενων αντιεξουσιαστών και των καταληψιών στα πανεπιστήμια και έξω από αυτά. Δεν αποκλείεται μάλιστα όλοι αυτοί να συνδέονται μεταξύ τους και να αλλάζουν ρόλους, ανάλογα με την περίσταση. Αντίθετα, είναι πολύ πιθανό να συνδέονται με το κοινό ποινικό έγκλημα.

Είναι φανερό ότι μιλάμε για τη βία που ασκούν οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, όχι οι λεγόμενοι επαγγελματίες κακοποιοί. Αυτοί που όταν το πράγμα ξεφεύγει και γίνεται το κακό, δηλώνουν οι γείτονες στις κάμερες με ηλίθιο ύφος ότι… δεν έδιναν ποτέ δικαίωμα. Οταν όμως η άσκηση αυτής της βίας εξαπλώνεται, βρίσκει δικαιολογία τα ήθη και τα έθιμα, εκλαμβάνεται ως δικαίωμα από άτομα που πληρώνονται να τηρούν τον νόμο και την τάξη (αστυνομικοί) και γίνεται συναδελφικά και κοινωνικά ανεκτή, γίνεται ουσιαστικά σκαλοπάτι για το επόμενο επίπεδο.

Οταν το κακό «διασπείρεται σαν μύκητας»

| 15.03.2019 – 09:28 ΤΟ ΒΗΜΑ

Οταν το κακό «διασπείρεται σαν μύκητας» | tovima.gr

Οταν η Χάνα Αρεντ πέθανε, τον Δεκέμβριο του 1975, ήταν γνωστή κυρίως λόγω της διαμάχης σχετικά με τις απόψεις της ως ανταποκρίτριας του περιοδικού «New Yorker», στη δίκη του Αντολφ Αϊχμαν, στην Ιερουσαλήμ. Ο Αϊχμαν ήταν ένας ναζί ανώτερος δημόσιος υπάλληλος που εξασφάλιζε τον εφοδιαστικό συντονισμό της Shoah. Tο Ισραήλ τον δίκασε και καταδίκασε σε θάνατο το 1961. Η Αρεντ έμεινε γνωστή για τη μνημειώδη φράση της «η μπαναλιτέ του κακού».

Σύμφωνα με την άποψή της, η στερεότυπη κοινωνική άποψη ότι τα εγκλήματα στην καθημερινότητα ή στην Ιστορία γίνονται από διεστραμμένα μυαλά είναι λάθος, γιατί δεν μας επιτρέπει να ξεριζώσουμε τα πραγματικά αίτια, αφού το κακό πολλές φορές γεννιέται μέσα από την αδράνεια του ανθρώπου και τη μη αμφισβήτηση του πολίτη απέναντι στο σύστημα.

Οι ανταποκρίσεις της χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για τη μελέτη του 1963 με τον τίτλο: «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ». Ενας σχετικά ολιγάριθμος κύκλος θαυμαστών και κριτικών στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γερμανία γνώριζε τα υπόλοιπα έργα της, ωστόσο δεν είχε κάποια μεγάλη φήμη ως σημαντική πολιτικός στοχαστής. Εδώ και πολλές δεκαετίες όμως οι ειδικοί τη συμπεριλαμβάνουν μεταξύ των περισσότερο επιδραστικών θεωρητικών της πολιτικής νεωτερικότητας.

Αν και Εβραία και παραλίγο θύμα του Ολοκαυτώματος, η Αρεντ δεν απεμπόλησε ποτέ τη φιλοσοφική της οπτική και έγραφε αντικειμενικά, διατηρώντας μια μοναδική απόσταση από ένα από τα μεγαλύτερα δράματα της ανθρωπότητας. «Εκανα απλά αυτό που ήθελα να κάνω» είπε το 1964 στην περιβόητη συνέντευξή της στον Γκίντερ Γκάους, για το δεύτερο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης —μια θρυλική συνέντευξη που δεν πρέπει να χάσει κανείς και η οποία είναι διαθέσιμη στο YouTube. (https://www.youtube.com/watch?v=J9SyTEUi6Kw).

Η Αρεντ υποστήριξε ότι ο Αϊχμαν δεν είναι «ένα τέρας», αλλά «ένας κλόουν». Είναι ένας ειδικός που μιλά με κλισέ και επαναλαμβάνει έτοιμες φόρμουλες. Ενας νέου τύπου εγκληματίας. Ποτέ δεν σκέφτεται από μόνος του. Είναι «αποκρουστικά βλάκας». Αλλωστε η ίδια θα πει «Το κακό μπορεί να κατακυριεύσει τα πάντα και να σαρώσει ολόκληρο τον κόσμο, ακριβώς επειδή διασπείρεται σαν μύκητας… Εκεί έγκειται η ρηχότητά του».

Ομως δεν είναι μόνον η υπόθεση Αϊχμαν που είναι συνώνυμη με την Αρεντ. Πρόσφατα, οι συζητήσεις και οι αναφορές στο όνομά της άρχισαν να διαδίδονται με γοργούς ρυθμούς στα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης. Γιατί άραγε αυτό το αυξανόμενο ενδιαφέρον για το έργο της; Η Αρεντ έχει μια αξιοθαύμαστη σφαιρική αντιληπτικότητα για μερικά από τα βαθύτερα προβλήματα, τις αντιφάσεις και τις επικίνδυνες τάσεις στη σύγχρονη πολιτική ζωή. Οι τάσεις αυτές μάλιστα τείνουν να γίνονται όλο πιο έντονες και πιο επικίνδυνες ειδικά σήμερα. Οταν η Αρεντ μιλά για «σκοτεινούς χρόνους», δεν αναφέρεται αποκλειστικά στις φρίκες του ολοκληρωτισμού του εικοστού αιώνα. Λέει: «Η λειτουργία του δημόσιου χώρου είναι να ρίχνει φως στις υποθέσεις των ανθρώπων, παρέχοντας έναν χώρο πράξεων και διαλόγου. Οταν όμως αυτό το φως, αυτός ο χώρος σβήνει από «κενά αξιοπιστίας» και «αόρατη κυβέρνηση», με μια «γλώσσα» που δεν αποκαλύπτει τι είναι, τότε φτάνει το σκοτάδι. Η νέα τάξη σαρώνει την αλήθεια κάτω από το χαλί, με προτροπές, ηθικές και άλλες παλαιωμένες αλήθειες, με το πρόσχημα της διατήρησης μιας ιστορικής και αδιατάρακτης παράδοσης, οι οποίες υποβαθμίζουν την αενάως μεταβαλλόμενη και επανακρινόμενη αλήθεια του κόσμου σε άνευ σημασίας «παγωμένη» κοινοτοπία».

Η Αρεντ υπήρξε περιστασιακά ερωμένη του περίφημου φιλοσόφου Μάρτιν Χάιντεγκερ με τον οποίο είχαν ένα σύντομο ειδύλλιο. Στο πρόσφατο, έξοχο βιβλίο «Μαύρες Διαθήκες» (εκδ. Κίχλη), ο Νικήτας Σινιόσογλου μιλάει για τα ημερολόγια του αμφιλεγόμενου φιλοσόφου, θεωρητικού του Γ’ Ράιχ: «Ελευθέρα σκέφτεται όποιος μηδενίζει τις υπάρχουσες δομές. Ο ορίζοντάς τους είναι πύρινος, αλλά πολύ στενός». Ο «Μυστικισμός του πολέμου», όπως σημειώνει ο Ουόλτερ Μπένγιαμιν αναφερόμενος στον Χάιντεγκερ είναι απολύτως πραγματικός. Αλλος βέβαια ο πόλεμος στα μέσα του 20ού αιώνα και άλλες οι συρράξεις στην εξέλιξη του 21ου, αλλά η ρίζα, το νήμα του κακού, η εσωτερική μόλυνση, ο Αντι-Διαφωτισμός, η διατήρηση της βάρβαρης ποιότητας του εθνικοσοσιαλισμού (!) είναι σκέψεις που μας οδηγούν σε μαύρες ιδέες και σε μαύρες εικόνες.

Στο βιβλίο της «The Origins of Totalitarianism», η Αρεντ ισχυρίζεται ότι η έλλειψη πατρίδας είναι «το νεότερο μαζικό φαινόμενο στη σύγχρονη ιστορία και η ύπαρξη ενός συνεχώς αυξανόμενου νέου πληθυσμού αποτελούμενου από απάτριδες είναι η πιο χαρακτηριστική ομάδα στη σύγχρονη πολιτική». Το φαινόμενο αυτό της μαζικής ανισότητας «δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί από έναν και μόνο παράγοντα αλλά εάν εξετάσουμε τις διαφορετικές ομάδες μεταξύ των απάτριδων φαίνεται ότι κάθε μείζον πολιτικό γεγονός από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου προσέθεσε αναπόφευκτα μια νέα κατηγορία εκείνων που ζούσαν έξω από το πλαίσιο του νόμου.

Oταν η Αρεντ έγραψε το βιβλίο αυτό στα τέλη της δεκαετίας του 1940, δεν μπορούσε να προβλέψει πόσο σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις της κατά τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα. Σχεδόν κάθε σημαντικό πολιτικό γεγονός κατά τα τελευταία εκατό χρόνια έχει οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό νέων κατηγοριών προσφύγων. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει κανένα τέλος στην αύξηση του αριθμού και των κατηγοριών τους. Υπάρχουν σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι σε στρατόπεδα προσφύγων με λίγη ελπίδα ότι θα μπορέσουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους ή να βρουν ποτέ ένα νέο σπίτι. Η Αρεντ ήταν ένας από τους πρώτους σημαντικούς πολιτικούς στοχαστές που προειδοποίησαν ότι ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός απάτριδων και προσφύγων θα αποτελούσε την «πιο χαρακτηριστική» ομάδα της σύγχρονης πολιτικής. Διερεύνησε ακόμη πιο βαθιά την καταστροφή των απάτριδων οι οποίοι αναγκάζονται να φύγουν από τις χώρες τους και δεν μπορούν να βρουν άλλο καταφύγιο.

Κατά την Αρεντ, ο Ολοκληρωτισμός δεν αφορά αποκλειστικά τον γερμανικό λαό και τις συνθήκες που επικράτησαν μετά τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Πρόκειται για έναν κίνδυνο που φωλιάζει στα σπλάχνα του ελαύνοντος καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης. Τα ολοκληρωτικά συστήματα απειλούν να στραφούν απέναντι στο κομμάτι εκείνο της ανθρωπότητας που θα υποφέρει περισσότερο, στους μετανάστες και στους ανέργους. Τα νέα θύματα θα είναι οι μη παραγωγικοί πολίτες, οι παρίες μιας κοινωνίας που δεν συμμορφώνονται στον αμείλικτο νόμο της αγοράς.

Η Χάνα Αρεντ ήταν σκεπτική ως προς τις εκκλήσεις για αφηρημένα ανθρώπινα δικαιώματα, γιατί αποδεικνύονται άσχετα αν δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί θεσμοί για την εξασφάλιση και την προστασία τους. Το πιο θεμελιώδες δικαίωμα είναι το «δικαίωμα στην κατοχή δικαιωμάτων» – το δικαίωμα του ανήκειν σε μια κοινότητα, όπου οι άνθρωποι μπορούν να ενεργούν και να εκφράζουν απόψεις όπου υπάρχει σαφής εγγύηση για νομική προστασία. Υποστηρίζει επίσης ότι η απώλεια μιας τέτοιας κοινότητας έχει ως συνέπεια την απέλαση ενός λαού από την ίδια την ανθρωπότητα. Οι τρομακτικές συνέπειες της συστηματικής στέρησης των ανθρώπων από το «δικαίωμα στην κατοχή δικαιωμάτων» οδηγεί αυτόματα στον ολοκληρωτισμό. Λες και μιλάει για τις μέρες μας, όπου οι πρόσφυγες, οι μετανάστες και οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται και σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία (Λεπέν), η Ουγγαρία, η Τσεχία κ.ά. αναπτύσσεται μια ρατσιστική αντιευρωπαϊκή ακροδεξιά με λαϊκιστικό προσωπείο, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται σε ευρύτερη κλίμακα, κι ένα μαύρο σύννεφο μοιάζει να σκιάζει τη Γηραιά Απειρο.

Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ

14 Ιουλίου, μια ξεχασμένη ημερομηνία

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 06.01.2019  Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Σ​​ας θυμίζει κάτι η ημερομηνία του τίτλου; Αν προσθέσω το έτος 1992, σας θυμίζει κάτι; Κρίμα! Ολοι όμως θυμόμαστε την 6η Δεκεμβρίου 2008 και τα επακόλουθά της για 10 χρόνια τώρα. Στις 12 Ιουλίου 1992, ένα 20χρονο παιδί, ο Θάνος Αξαρλιάν έχασε τη ζωή του από τη ρουκέτα που εκτόξευσε η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» εναντίον του αυτοκινήτου τού τότε υπουργού Οικονομικών Γιάννη Παλαιοκρασσά, στη συμβολή των οδών Καραγιώργη Σερβίας και Βουλής. Δυστυχώς μόνο η οικογένεια του Θάνου θυμάται την ημερομηνία αυτή. Ολοι εμείς, οι «κανονικοί» άνθρωποι την έχουμε ξεχάσει γιατί ο Θάνος δεν υπήρξε θύμα αστυνομικής βίας, αλλά «παράπλευρη απώλεια» τρομοκρατικής δράσης. Πρέπει να ντρεπόμαστε σαν λαός.

Για να τρίψω το αλάτι στην πληγή, θέλω να θυμίσω μερικές λεπτομέρειες από τη δολοφονία του Θάνου. Οι φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν τότε, δείχνουν τον άτυχο νέο ξαπλωμένο μέσα σε λίμνη αίματος ακριβώς στη γωνία, με το αυτοκίνητο του υπουργού να καίγεται στο βάθος. Αυτός που τηλεφώνησε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» για να αναλάβει την ευθύνη εκ μέρους της «17 Νοέμβρη» εξέφρασε τη λύπη του για τον θάνατο του 20χρονου, τον οποίο χαρακτήρισε… «παράπλευρη απώλεια». Ετσι απλά. Λυπήθηκε πολύ. Αργότερα όμως μάθαμε ότι οι τρομοκράτες βιάζονταν να «ξεμπερδεύουν» με τον Παλαιοκρασσά, γιατί ήθελαν να πάνε… διακοπές και δεν τους έπαιρνε να αναβάλουν την επιχείρηση, έστω και αν δεν ήταν εντελώς καθαρός ο στόχος! Αυτή είναι η κυνικότερη ομολογία για την εν ψυχρώ δολοφονία ενός αθώου νέου. Ο δε φυσικός αυτουργός μπαινοβγαίνει σήμερα στις αγροτικές φυλακές κάθε τόσο. Επαναλαμβάνω, πρέπει να ντρεπόμαστε σαν λαός. Δεν υπάρχει πιο μαύρη σελίδα στη σύγχρονη ιστορία μας. Και όμως ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που ανέχτηκαν ή ακόμα υπερασπίστηκαν την τρομοκρατική δράση της «17 Νοέμβρη».

Πάμε τώρα στην 6η Δεκεμβρίου 2008. Ενας ανόητος αστυνομικός πυροβόλησε και σκότωσε ένα 15χρονο παιδί κατά τη διάρκεια επεισοδίων στην Αθήνα. Για τρεις μέρες κατακάηκε η Αθήνα και άλλες πόλεις ώστε να «εκτονωθεί» η δήθεν «δικαιολογημένη» οργή των νέων. Οι αστυνομικοί δικάστηκαν και καταδικάστηκαν. Γιατί λοιπόν κάθε χρόνο πρέπει να θυμόμαστε αυτή την επέτειο και να ξανακαίμε την Αθήνα στη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου;

Το 2018, η μητέρα του Γρηγορόπουλου, Τζίνα Τσαλικιάν, σε συνέντευξή της στον ΑΝΤ1, δήλωσε: «Αν ζούσε ο Αλέξανδρος θα τα αποδοκίμαζε, είμαι σίγουρη. Δεν θα ήθελε να συνδεθεί το όνομά του με βιαιοπραγίες και καταστροφές. Σπιλώνουν με τη συμπεριφορά τους τη μνήμη του Αλέξανδρου και θίγουν, κατ’ επέκταση, την τιμή και την υπόληψη της οικογένειάς μας. Το παιδί μου δεν ήταν παραβατικό. Η παραβατικότητα προέκυψε από την υπερασπιστική γραμμή των συνηγόρων υπεράσπισης του κατηγορούμενου Κορκονέα. Θυμάμαι τη ρήση του Γκέμπελς “Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, συκοφαντείτε”. Ο Αλέξανδρος ήταν ένα παιδί χαρούμενο, ευχάριστο, ευαίσθητο, γενναιόδωρο. Ηταν πολύ αγαπητός στους φίλους του. Είχε πάρα πολλούς φίλους και ήταν ένα παιδί –δυστυχώς, τελικά– πολύ αθώο και πολύ καλοπροαίρετο».

Αυτά έλεγε η μητέρα του και είναι πολύ φυσικό να υπερασπίζεται το χαμένο παιδί της. Κατά την άποψή μου είναι «too late, too little». Το τζίνι έχει βγει από το μπουκάλι. Επιπλέον τη διαψεύδει κατηγορηματικά ο σύντροφος του γιου της, ο Νίκος Ρωμανός που ήταν μαζί του τη μοιραία νύχτα. Σε ένα μακροσκελέστατο κείμενο 2.500 λέξεων στο αναρχικό indymedia.gr (Νοέμβριος 2015), το οποίο υπογράφει μαζί με τον συγκρατούμενό του στον Κορυδαλλό, Παναγιώτη Αργυρού, μας λέει τα ακόλουθα, που έχουν ιδιαίτερη σημασία λόγω της σχέσης του με τον Αλέξανδρο:

«…Οχι, δεν επρόκειτο για ένα αθώο παιδί και έναν παρανοϊκό μπάτσο, που βρέθηκαν σε λάθος μέρος τη λάθος στιγμή, αλλά για έναν εξεγερμένο νεαρό σύντροφο, που επιτέθηκε σε ένα περιπολικό, σε μια περιοχή όπου οι συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής ήταν συχνές, και για έναν μπάτσο που περιπολούσε στην ίδια περιοχή και, από μια προσωπική του αντίληψη για την τιμή και την υπόληψη της αστυνομίας, αποφάσισε να αντιμετωπίσει τους ταραξίες μόνος του…».

Και συνεχίζει παρακάτω: «…Ηταν μια σύγκρουση μεταξύ δύο αντίρροπων δυνάμεων: από τη μία η Εξέγερση κι από την άλλη η Εξουσία, και οι βασικοί πρωταγωνιστές της σύγκρουσης αυτής εκπροσωπούσαν ο καθένας τη δική του πλευρά…».

Για να μην έχουμε καμία αμφιβολία: «…Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον μπάτσο Επαμεινώνδα Κορκονέα και οι μεγάλες ταραχές που ακολούθησαν, προκάλεσαν ένα ισχυρό κοινωνικό ηλεκτροσόκ πολλών βαθμών, καθώς θρυμματίστηκε η εικόνα της “κοινωνικής ειρήνης” και έγινε ορατή η ύπαρξη αυτών των δύο αλληλοσυγκρουόμενων κόσμων, με τον πλέον έκδηλο τρόπο, προκαλώντας καταστάσεις απ’ τις οποίες δεν υπήρχε εύκολη επιστροφή, χωρίς τουλάχιστον να δημιουργηθούν και να εκδηλωθούν γεγονότα, τη δυναμική των οποίων κανείς δεν θα μπορούσε πλέον να υποκριθεί ότι δεν αντιλήφθηκε, ότι δεν είδε, ότι δεν άκουσε, ότι δεν έλαβε υπόψη του…».

Μετά τις αναφορές στον φίλο του, αρχίζει τις απειλές (σημ. τα bold είναι δική μου παρέμβαση): «…Η πρότασή μας να θέσουμε σε ισχύ το στοίχημα της συγκρότησης ενός πολύμορφου εξεγερτικού αναρχικού μετώπου είναι απλή, μια εκστρατεία δράσης με το όνομα “Μαύρος Δεκέμβρης”, η οποία θα αποτελέσει τον πυροκροτητή για την επανεκκίνηση της αναρχικής εξέγερσης, μέσα και έξω από τις φυλακές.

Ενας μήνας συντονισμένων δράσεων, με σκοπό να γνωριστούμε μεταξύ μας, να κατέβουμε στον δρόμο για να σπάσουμε τις βιτρίνες των πολυκαταστημάτων, να καταλάβουμε σχολεία, πανεπιστήμια και δημαρχεία, να μοιράσουμε κείμενα που θα διαδίδουν το μήνυμα της ανταρσίας, να βάλουμε εμπρηστικούς μηχανισμούς σε φασίστες και αφεντικά, να κρεμάσουμε πανό σε αερογέφυρες και κεντρικές λεωφόρους, να πλημμυρίσουμε τις πόλεις με αφίσες και τρικάκια, να ανατινάξουμε σπίτια πολιτικών, να πετάξουμε μολότοφ στους μπάτσους, να γεμίσουμε τους τοίχους με συνθήματα, να σαμποτάρουμε την ομαλή ροή εμπορευμάτων μέσα στα Χριστούγεννα, να λεηλατήσουμε τις βιτρίνες της αφθονίας, να πραγματοποιήσουμε δημόσιες εκδηλώσεις και να ανταλλάξουμε εμπειρίες και σκεπτικά γύρω από διάφορες θεματικές αγώνα…».

Αξίζει να τα θυμόμαστε αυτά για να καταλάβουμε πόσο λάθος κάνουν οι οργανωτές των εκδηλώσεων για τη μνήμη του Γρηγορόπουλου. Ουσιαστικά ρίχνουν νερό στον μύλο της τρομοκρατίας. Υπάρχει όμως και μια άλλη σοβαρότερη επίπτωση από το αρρωστημένο παραλήρημα μίσους του νεαρού, ο οποίος βάλθηκε να μας σώσει χωρίς να του το έχουμε ζητήσει: Δυστυχώς βρήκε κάμποσους μιμητές. Στις «εκδηλώσεις» του «Μαύρου Δεκέμβρη» μπορούμε να εντάξουμε την απαράδεκτη βομβιστική επίθεση στον ΣΚΑΪ και στην «Καθημερινή», καθώς και την έκρηξη, χωρίς προειδοποίηση, στον Αγιο Διονύσιο! Αλήθεια, μόνο οι φανατικοί μουσουλμάνοι επιτίθενται σε εκκλησίες. Με την τρέλα που μας δέρνει τα βάλαμε με την εκκλησία. Αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, γιατί ποτέ μετά τη μεταπολίτευση δεν υπήρξε μία καθολική καταδίκη της τρομοκρατίας από ΟΛΗ την κοινωνία. Μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις πολιτικοί και άλλοι τους υπερασπίστηκαν στα δικαστήρια, αλλά και ορισμένοι άλλοι όταν υποχρεώθηκαν να καταδικάσουν μια τρομοκρατική ενέργεια, προσέθεταν και ένα «αλλά»… για να συντηρούν την αμφιβολία.

Υπάρχει όμως και μια άλλη θλιβερή ημερομηνία που θα έπρεπε να θυμόμαστε. Είναι η 5η Μαΐου 2010, όταν τρεις συνάνθρωποί μας, η Αγγελική, η Παρασκευή και ο Επαμεινώνδας καθώς και ένα αγέννητο κάηκαν από κουκουλοφόρους γιατί δούλευαν αντί να μετέχουν στην απεργία. Ποιοι είναι οι φυσικοί και οι ηθικοί αυτουργοί στο έγκλημα αυτό; Κανένας δεν τιμωρήθηκε. Προσωπικά ντρέπομαι για την αντιμετώπιση του περιστατικού της Marfin από την κοινωνία και τη δικαιοσύνη. Υπενθυμίζω ότι οι ύποπτοι για τον εμπρησμό αθωώθηκαν γιατί δεν βρέθηκε οπτικό υλικό (video) το οποίο να τους δείχνει να πετάνε τις μολότοφ στο κατάστημα. Λες και σε όλες τις καταδίκες δολοφόνων υπάρχει πάντοτε οπτικό υλικό που να δείχνει τον δολοφόνο να σκοτώνει το θύμα του!

Μήπως, η οικογένεια του Γρηγορόπουλου θα πρέπει να δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν θέλει να γίνονται πορείες στη μνήμη του χαμένου παιδιού τους; Αλλιώτικα, ο Γρηγορόπουλος θα μείνει στην ιστορία σαν ο ήρωας των μπαχαλάκηδων.

* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ

«Φρένο» στον πυρετό των κρίσιμων ημερών

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 20.01.2019

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Κ​​άθε ιδέα, αυτή καθ’ εαυτήν, είναι ουδέτερη, τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι. Αλλά ο άνθρωπος προβάλλει πάνω της τον πυρετό και τις εμμονές του, τη μετασχηματίζει σε κίνητρο υπερβολών και αδιαλλαξίας. Σήμερα δεν χύνεται αίμα (συνήθως), δεν σφάζονται χωρικοί, δεν καίγονται μάγισσες, δεν στήνονται παλούκια και αγχόνες, ωστόσο από όλα τα «στρατόπεδα» έχουν συσταθεί κατά καιρούς «λαϊκά δικαστήρια» για την «καταδίκη» των όποιων «εχθρών», έχουν διαπραχθεί αδιανόητες ασχήμιες – κάθε κρίσιμη μέρα γεννιέται μέσα σε μια αλυσίδα φαινομένων ολίσθησης εκτός νομιμότητας…

Στην αρχαία Ρώμη, εξόντωναν τους πολιτικούς αντιπάλους χωρίς δίκη, μόνο με την ανάρτηση στην αγορά καταλόγου με τα ονόματά τους. Κατά τις προγραφές του Σύλλα, το 82 π.Χ., έγιναν σε κλίμα απερίγραπτου τρόμου αναρίθμητες δολοφονίες στους δρόμους της Ρώμης, ακόμη και μη προγεγραμμένων, από προσωπικό μίσος ή για τον σφετερισμό της περιουσίας των θυμάτων. Ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας, που κατά τις εμφύλιες συγκρούσεις ανάμεσα σε αριστοκρατικούς και δημοκρατικούς προέλασε με τα στρατεύματά του δύο φορές κατά της Ρώμης, διέταξε την εκτέλεση 1.500 οπαδών του αντιπάλου του Μάριου, από την τάξη των ιππέων αλλά και των πατρικίων, όμως τον θάνατο βρήκαν 9.000 και πλέον στη Ρώμη και άλλες πόλεις. Κατά τον Πλούταρχο, δεν έμεινε σπίτι αμόλυντο από αίμα, άνδρες σφάζονταν δίπλα σε συμβίες, μάνες και νήπια. Ο Σύλλας, δικτάτωρ με απόλυτη εξουσία, «μισός αλεπού και μισός λιοντάρι», όπως τον αποκαλούσαν –και πανούργος και γενναίος– είχε δημόσια απειλήσει ότι στις προγραφές είχε περιλάβει όσους είχε θυμηθεί· όσους είχε ξεχάσει θα τους θανάτωνε στο μέλλον. Με θάνατο τιμωρούνταν κι όσοι έκρυβαν καταδιωκόμενους, ακόμη κι αν ήταν αδέρφια, παιδιά ή γονείς τους. Οποιος σκότωνε προγεγραμμένο αμειβόταν με δύο τάλαντα – κι ο σκλάβος που δολοφονούσε τον αφέντη, κι ο γιος που σκότωνε τον πατέρα.

Οι αφίσες με τις φωτογραφίες βουλευτών που προτίθενται να ψηφίσουν τη συμφωνία των Πρεσπών, όπως και κάθε άλλη αφίσα πολιτικού στο παρελθόν με την ταμπέλα του «εθνικού μειοδότη» –μαζί με τις απειλητικές επιστολές, τα απειλητικά τηλεφωνήματα– είναι αν όχι προγραφή με την κυριολεκτική έννοια του όρου, σίγουρα απόπειρα εκφοβισμού, φίμωσης, στοχοποίησης, στιγματισμού, διαπόμπευσης, ενέργεια αυταρχική. Είναι πολιτικοί κανιβαλισμοί που βαφτίζονται πράξεις απελευθερωτικές όταν προέρχονται από συγκεκριμένη όχθη και πράξεις φασιστικές και επαίσχυντες όταν επιχειρούνται από αντιπάλους.

Αλλά δεν είναι μόνον οι αφίσες και οι ποικιλοτρόπως εκπεφρασμένες απειλές, είναι και οι δημόσιοι «λιθοβολισμοί», οι χειροδικίες, οι ξυλοδαρμοί, τα πλιάτσικα, οι βανδαλισμοί, πρακτικές που επιλεκτικά ενοχλούν και επιλεκτικά καταδικάζονται, οι οποίες φανερώνουν τη μικρή μας απόσταση –σε στιγμές έκρηξης των παθών– από παρελθούσες κολάσεις.

Πολλοί οι εσωτερικοί εχθροί. Μια κριτική άποψη, μια αντίθετη θέση συχνά αρκούν για να συντελεστεί η επιστροφή σε προ-νεωτερικές ημέρες. Διότι της νεότερης εποχής το διακριτικό γνώρισμα, το γενετήσιο σημάδι είναι η κριτική – όχι τα «μπάχαλα» ή η προγραφή· ό,τι την αποτέλεσε ήταν δικό της έργο· η πρόοδος, η ανάπτυξη, η επιστήμη, η τεχνική γεννήθηκαν από την κριτική. Οχι από τους διωγμούς, τα πογκρόμ και τις «νύχτες των κρυστάλλων», αλλά από τις στιγμές που η ψύχραιμη αμφισβήτηση των κακώς κειμένων μεταμορφώθηκε σε όραμα και το όραμα ενσαρκώθηκε σε πράξη, η οποία ανέκοψε τον ρουν της καθημερινότητας και εγκαθίδρυσε κάτι νέο.

Οχι σήμερα, όχι ακόμη… Είναι ότι η κρίση βάθυνε, ότι λιγόστεψε η εμπιστοσύνη στο μέλλον, ότι ο παραλογισμός περίσσεψε, ότι η πραγματικότητα διαμελίστηκε, ότι η σύγχρονη ύλη έχασε τη στερεότητά της και αναδύθηκε ξανά ο φανατισμός; Πάντως, τα κύματα των θερμών εμμονών, που τρέφονται από τις αρνήσεις και τις αντιφάσεις τις οποίες γεννούν, εμποδίζουν κάθε βήμα έξω από την αναμμένη θράκα του διχασμού. Οι αιμοσταγείς «άθλοι», οι βαναυσότητες εν ονόματι μιας ιδέας, δεν στοιχειοθετούν επιχείρημα ευημερίας. Αντιθέτως, δεν υπάρχει τίποτα πιο καταστροφικό, πιο δειλό, πιο παρωπιδικό, πιο οπισθοδρομικό από τη φλόγα του δόγματος και το ψύχος του τρόμου.

 

 

 

Πώς να κάνουμε πράγματα με τις λέξεις

(Πώς η λεκτική βία μπορεί να οδηγήσει στην άσκηση σωματικής βίας)

ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ Κ. ΤΣΟΥΚΑΣ*
ΠΟΛΙΤΙΚΗ 30.12.2018 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Σχολιάζοντας την τρομοκρατική επίθεση στον ΣΚΑΪ, ο συγγραφέας Π. Τατσόπουλος έγραψε («Τα Νέα», 18/12/2018): «Οι λέξεις παράγουν αποτελέσματα. Οι λέξεις εκλύουν τοξίνες». Και διευκρινίζει: «Εάν με την εμπρηστική ρητορική σου […] στοχοποιήσεις τους πολιτικούς σου αντιπάλους ως “εχθρούς”, δεν θα πρέπει έπειτα να μένεις εμβρόντητος επειδή κάποιοι άλλοι […] ερμήνευσαν κυριολεκτικά τα λόγια σου ή, ακόμη πιο κυνικά, τα χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα για να περάσουν από τις λέξεις στις πράξεις […]». Οξυδερκής σκέψη. Ας εμβαθύνουμε.

Εκφορές

Πώς παράγουν οι λέξεις αποτελέσματα; Το ερώτημα αυτό απασχόλησε τον Βρετανό φιλόσοφο Τζον Λάνγκσοου Οστιν στο κλασικό βιβλίο του «Πώς να κάνουμε πράγματα με τις λέξεις». Ο Οστιν διέκρινε δύο είδη γλωσσικών εκφορών (δηλαδή γλωσσικών εκφράσεων): «διαπιστωτικές» και «επιτελεστικές». Με τις διαπιστωτικές εκφορές περιγράφουμε μια κατάσταση – π.χ. «χιονίζει στην Πάρνηθα». Με τις επιτελεστικές «η διατύπωση της εκφοράς είναι η επιτέλεση μιας πράξης». Π.χ. «θα σκίσω το Μνημόνιο» (υπόσχεση), «συλλάβετέ τον» (διαταγή), «συγγνώμη» (έκφραση λύπης). Με άλλα λόγια, σε τέτοιες περιπτώσεις, κάνουμε κάτι μιλώντας – δίνουμε υποσχέσεις, διαταγές κ.λπ.

Η διάκριση αυτή μας βοηθάει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν περνάμε από τις «λέξεις» στις «πράξεις», αλλά ότι, συχνά, οι λέξεις συνιστούν πράξεις διά της εκφοράς τους. Ο υπουργός Πολάκης, που χαρακτηρίζει τον ΣΚΑΪ «βοθροκάναλο», ο βουλευτής Γεωργιάδης, που αποκαλεί τον πρωθυπουργό Τσίπρα «αλήτη», ή ο μητροπολίτης Αμβρόσιος, που προτρέπει τους πολίτες να «φτύνουν» τους ομοφυλόφιλους, δεν εκφέρουν απλώς λέξεις. Επιτελούν μια πράξη – εκχυδαϊστική απαξίωση.

Μια εκφορά έχει ισχύ σε τρία επίπεδα. Κάποιος π.χ. φωνάζει: «Το σπίτι έπιασε φωτιά». Στο πρώτο επίπεδο αρθρώνεται το νόημα της εκφοράς (το σπίτι καίγεται). Στο δεύτερο επίπεδο τίθεται το ερώτημα τι κάνει αυτή η εκφορά, πώς, δηλαδή, πρέπει να εκληφθεί – εν προκειμένω, ως προειδοποίηση. Στο τρίτο επίπεδο αναζητούνται οι συνέπειες που προκαλεί η εκφορά – εμπρόθετες (π.χ. συναγερμός) ή απρόθετες (π.χ. πανικός).

Η χυδαία απαξιωτική γλώσσα (π.χ. «βοθροκάναλα», «αλήτη», «φτύστε τους») αποκτά δραστικότητα (δηλαδή κάνει κάτι) εφόσον υπάγεται στις συμβάσεις της γλωσσικής συμπεριφοράς μας – στην κοινότητά μας ξέρουμε πώς να απαξιώνουμε χυδαία τον συνομιλητή μας. Το ερώτημα είναι: γιατί ομιλητές με θέση ευθύνης (υπουργός, βουλευτής, μητροπολίτης) επιλέγουν αυτή τη γλώσσα και γιατί αυτή η γλώσσα γίνεται ανεκτή; Γιατί η πολιτική διαμάχη μετατρέπεται συχνά σε ανταλλαγή χυδαίων προσβολών; Τι αποκαλύπτει αυτή η γλωσσική χρήση για την πολιτική και θεσμική μας νοοτροπία; Μήπως η συγκρουσιακή κουλτούρα, που διαπερνά τον δημόσιο βίο, ωθεί μερικούς θεσμικούς ομιλητές να υιοθετούν υβριστική γλώσσα, η οποία μας εξοικειώνει με τη χυδαιότητα, εντείνοντας τη συγκρουσιακότητα;

Οι συνέπειες μιας εκφοράς είναι συχνά απρόθετες. Μπορεί η πρόθεση του κ. Πολάκη να ήταν η εκχυδαϊστική απαξίωση του ΣΚΑΪ, αλλά η έκφρασή του («βοθροκάναλα») δυνητικά προκαλεί παρενέργειες. Η αμφίσημη γλώσσα, που συχνά χρησιμοποιείται, ενδέχεται να χάσει τη μεταφορικότητά της και να εκληφθεί κυριολεκτικά.

Συνέπειες

Προτροπές όπως «φτύστε τους» (Αμβρόσιος), «Πρέπει ο [δήμαρχος] Πάχτας να μην μπορεί να κυκλοφορήσει. Λιντσάρετέ τον» (Καμμένος), εύκολα μπορούν να εκληφθούν στην κυριολεξία τους. Εφόσον τα «βοθροκάναλα» συνιστούν εστίες μολύνσεως του δημόσιου λόγου, «πρέπει» να εξαλειφθούν – με βόμβες, ενδεχομένως. Οι συνέπειες της εμπρηστικής γλώσσας δεν καθορίζονται από τον ομιλητή. Στο μέτρο που μια εκφορά από ηγετικά χείλη επιτελεί μια πράξη, όσο πιο χυδαίο είναι το περιεχόμενό της, τόσο πιο απεχθείς ενδέχεται να είναι οι συνέπειές της.

Πριν από το Ολοκαύτωμα, λ.χ., οι ναζί συστηματικά αποκαλούσαν τους Εβραίους «σκουλήκια», «αρουραίους», κ.λπ. Η απανθρωποποίηση μιας κατηγορίας ανθρώπων ήταν απαραίτητος όρος για τη συστηματική εξόντωσή της (και για την ανοχή του γερμανικού πληθυσμού σε αυτή). Ενα σταθερό μοτίβο της τρομοκρατίας είναι η γλωσσική κατασκευή της «ενοχής» ή «συνενοχής» των θυμάτων σε πράξεις που αποκηρύσσουν οι τρομοκράτες. Η λεκτική βία συνιστά πράξη, την οποία κλιμακώνει, δυνητικά, η σωματική-υλική βία.

Η διαλογικότητα είναι εγγενές στοιχείο της γλώσσας. Κάθε εκφορά, γράφει ο μεγάλος Ρώσος φιλόσοφος Μιχαήλ Μπαχτίν, συνιστά μια απάντηση σε μια άλλη εκφορά που προηγήθηκε. Η Βουλή, που ξεδιάντροπα ψηφίζει σωρηδόν χαριστικές ρυθμίσεις, εύλογα χαρακτηρίζεται «πλυντήριο» από την αντιπολίτευση. Σε αυτόν τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό θα απαντήσουν αργότερα, επιτείνοντάς τον επί το χυδαιότερο, οι εξαγριωμένοι διαδηλωτές: «Να καεί, να καεί, το μπου…λο η Βουλή». Το πλαίσιο λόγου (discourse) που διαμορφώνεται σε ένα παιχνίδι κομματικού ανταγωνισμού άνευ αρχών, απαξιώνει την πολιτική συνολικά.

Οι εκάστοτε εκφορές δεν είναι ασυνάρτητες· παίρνουν τη θέση τους στο πλαίσιο λόγου που έχει ήδη σχηματισθεί. Η επικοινωνία είναι διαδραστική υπόθεση – κάτι σαν παιχνίδι τένις. Η σωματική-υλική βία συνιστά μια απάντηση μέσα σε ένα παιχνίδι που καλλιεργεί και ανέχεται τη λεκτική βία. Οπως γνωρίζουμε από σχολικά περιβάλλοντα, η τοξική ατμόσφαιρα καθιστά τη βία πιο πιθανή. Επιπλέον, στο μέτρο που και ο πιο φανατικός τρομοκράτης νιώθει την ανάγκη να δικαιολογήσει τις πράξεις του, η χυδαία απαξιωτική γλώσσα ηγετικών προσωπικοτήτων του προσφέρει το πιο σημαντικό συστατικό (την ελάσσονα προκείμενη) του συλλογισμού του – «αποβράσματα», «καθάρματα», «βοθροκάναλα». Ξέρει, κατόπιν, τι συμπέρασμα να συναγάγει…

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

 

 

 

 

ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗ

Ενας πλανήτης, πολλές διαιρέσεις

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 28.10.2018 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το πόσο «διχασμένοι είμαστε» ανησυχούσε τον Στίβεν Χόκινγκ μέχρι την τελευταία του στιγμή, ανησυχία που εξέφρασε στο τελευταίο του βιβλίο «Σύντομες απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα», μέσα από μια συγκινητική προσέγγιση: «Μία από τις μεγάλες αποκαλύψεις της διαστημικής εποχής είναι η νέα οπτική κάτω από την οποία η ανθρωπότητα έμαθε να κοιτάζει τον εαυτό της: όταν παρατηρούμε τη Γη από το Διάστημα, βλέπουμε ένα ενιαίο σύνολο. Αντιλαμβανόμαστε την ενότητα, όχι τις διαιρέσεις. Είναι μια εικόνα που μέσα στην τεράστια απλότητά της μεταδίδει ένα πολύ δυνατό μήνυμα: ένας μοναδικός πλανήτης, μία και μόνο ανθρώπινη φυλή».

Ομως ο κόσμος μας είναι βυθισμένος στη δίνη των πολέμων (τουλάχιστον 20 ανοιχτά μέτωπα σε Μέση Ανατολή, Κεντρική Ασία, Αφρική). Εκτελέσεις, μπουντρούμια, σφαγές, κάτεργα, οιμωγές θυμάτων, φλογισμένα μάτια δημίων ευημερούν κάτω από ποικίλες διαιρέσεις. Κι όπου δεν υπάρχουν χαρακώματα, υπάρχουν φράχτες. Τείχη και ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα διατρέχουν εδάφη. Κι ας έπεσε το Τείχος του Βερολίνου το 1989. Στη συνέχεια, 40 χώρες ύψωσαν τεχνητά σύνορα ανάμεσα στους ίδιους και 64 γείτονές τους. Μόνο μέσα στην τελευταία δεκαετία χτίστηκαν 10.000 χλμ. φραχτών. Βεβαίως, τείχη προϋπήρχαν. Το 1953 κατασκευάζεται η πιο οχυρωμένη στον κόσμο συνοριακή γραμμή μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας. Το 1964 η Πράσινη Γραμμή διαιρεί τη Λευκωσία (επεκτείνεται σε όλο το νησί μετά την τουρκική εισβολή το 1974). 1969 και τείχη στο Μπέλφαστ. 1980, 1.450 χλμ. φραχτών ενισχυμένων με νάρκες κόβει στα δύο τη διαφιλονικούμενη από την Ινδία και το Πακιστάν Κοιλάδα του Κασμίρ. 1987, Μαρόκο, ανάχωμα στα σύνορα με Δ. Σαχάρα κατά αυτονομιστών και ανταρτών. 1991, ΗΠΑ, φράχτης στα σύνορα με Μεξικό. 1993, φράχτες γύρω από Θέουτα και Μελίγια στον ισπανικό θύλακα στο Μαρόκο. 2002, Ισραήλ, έναρξη κατασκευής τείχους στη Δυτική Οχθη. 2011 χτίζουμε τον φράχτη στον Εβρο. Το ίδιο κάνει μετά η Βουλγαρία στα σύνορά της με την Τουρκία, η Ουγγαρία στα σύνορά της με τη Σερβία και την Κροατία, η Αυστρία στα σύνορα με τη Σλοβενία, η Σλοβενία στα σύνορα με την Κροατία, η Κροατία στα σύνορα με τη Σερβία, η ΠΓΔΜ στα σύνορα με την Ελλάδα. 2015, Σαουδική Αραβία και «Μεγάλο Τείχος» –ανάχωμα στον ISIS– στα σύνορα με το Ιράκ.

Αλληλοσκοτωμοί, διχοστασίες, σχίσματα, ρήγματα – αναπτυγμένοι και υπανάπτυκτοι, δυτικοί και τριτοκοσμικοί, ευρωπαϊστές και ευρωσκεπτικιστές, νεοναζί και αντιρατσιστές… Πηγή παροξυσμικών φαύλων κύκλων που ξερνούν μίσος και αίμα, οι διαχωρισμοί με βάση την κουλτούρα, τη θρησκεία, τη φυλή. Αδιανόητοι σήμερα εξαιτίας των πολυφυλετικών κοινωνιών και των συνδέσμων μεταξύ χωρών και πολιτισμών. Οι άνθρωποι δεν είναι όμοιοι, είναι ποικιλοτρόπως διαφορετικοί και όχι εκ προοιμίου μεταξύ τους εχθροί.

Και οι αρένες δεν έχουν τέλος. Διαιρεμένοι οι Βρετανοί για το Brexit, διαιρεμένοι οι Ιταλοί για την κρίση, διαιρεμένοι οι Ελληνες για το Σκοπιανό σε «πατριώτες» και «προδότες»… Εμείς γνωρίζουμε καλά τι σημαίνει διχόνοια. Η ιστορία μας είναι μία αλυσίδα από διχασμούς – κάθε διχασμός και μια εθνική περιπέτεια. Εθνικός Διχασμός το 1915-16 σε βασιλικούς και βενιζελικούς και μικρασιατική καταστροφή – είκοσι χρόνια διήρκεσε, έως το 1936. Δεύτερος μεγάλος διχασμός σε εθνικόφρονες και κομμουνιστές και εμφύλιος. Ταραχές, πολιτικός διχασμός και δικτατορία. Μεταπολίτευση, το γνωστό πολιτικό δίπολο, κρίση και πλήθος διασπάσεων: μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί, γερμανοτσολιάδες και αντιευρωπαϊστές, ακροδεξιοί και ακροαριστεροί και στη μέση οι κυβερνώντες να επιχειρούν οφέλη από την όξυνση, κι ας επιτείνει την κρίση η έλλειψη συναίνεσης.

Η ελπίδα για αρμονία δεν βρίσκεται στην όποια φανταστική ομοιομορφία, αλλά στις διαφορετικές μας ταυτότητες που συναρθρώνονται ενάντια στις κάθετες διαιρέσεις. Ομως οι «τιμονιέρηδες» μάλλον συλλογίζονται και ενεργούν με βάση το μοίρασμα των πολιτών σε στρατόπεδα. Εκτοξεύουν εμφυλιοπολεμικά δηλητήρια που ωθούν τη χώρα σε μια νέα μεγάλη περιπέτεια, ίσως σε μια νέα εθνική τραγωδία. Και βάζουν τελεία, σαν σημείο παραίτησης, μπροστά σε κάθε νύξη για συμφωνία.

Η βία είναι αντιπολιτική

Κάθε πράξη βίας μιλάει για την ήττα της πολιτικής. Η βία δεν είναι πολιτική. Είναι αντιπολιτική.

Κουσούλης Λευτέρης

 ΤΟ ΒΗΜΑ

[…]

Πάντα, ιδιαίτερα όμως μέσα σε συνθήκες κρίσης, ο βίαιος λόγος προαναγγέλλει τη βίαιη πράξη. Διαμορφώνει μια πολιτική ατμόσφαιρα εντός της οποίας εκτυλίσσεται η πολιτική σύγκρουση. Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα υποχωρούν οι αναστολές για τη βίαιη πράξη. Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα το πολιτικό επιχείρημα δεν ακούγεται και ο θεμελιωμένος, νηφάλιος και δημοκρατικός λόγος μοιάζει να μην έχει καμία τύχη, αφού ο θόρυβος της ψευδοαγανακτισμένης συνείδησης τον εμποδίζει να ακουστεί.

Η ήττα της πολιτικής συνοδεύεται από την επικράτηση της λήθης. Ετσι ξεχνάμε ότι μέσα στον παροξυσμό του καταγγελτικού λόγου όλα τα επίθετα κατά του πολιτικού αντιπάλου χρησιμοποιήθηκαν, όλες οι πολιτικές ύβρεις επιστρατεύθηκαν και κάθε εκδοχή συκοφαντίας έγινε μέρος του πολιτικού οπλοστασίου. Ο αντίπαλος, τοποθετημένος στη θέση του εχθρού, όχι μόνο δεν έχει λόγο, αλλά δεν έχει και λόγο ύπαρξης. Ετσι, πολύ εύκολα τόσο η γλώσσα όσο και το χέρι χτυπούν. Είναι αυτονόητο ότι το χέρι πρέπει δημοκρατικά να «κοπεί». Ενα χέρι που βρίσκεται ασφαλώς εκτός δημοκρατικού πλαισίου.

Η ιστορία κραυγάζει. Και τα γεγονότα μιλάνε με δυνατή φωνή. Η καθυστερημένη κοινωνία, όμως, οδηγούμενη από το πρωτόγνωρο ένστικτο θανάτου, τον φθόνο, αρνείται να ακούσει τη δυνατή φωνή τους. Και μερίδα της συμπράττει στην παραγωγή των ερειπίων. Εκεί που ήδη έχει στήσει τον θρόνο της καγχάζοντας η ψευδής συνείδηση. Πολλοί κυκλοφορούν ανάμεσά μας φορώντας το σκοτεινό προσωπείο της.

Κάνοντας βήματα προς την κατεύθυνση του αυτοπροσδιορισμού και της ελευθερίας του στη διαδρομή του ο άνθρωπος ανακάλυπτε την πολιτική και στον βαθμό που το πετύχαινε άφηνε πίσω του και αποδυνάμωνε σταθερά τη βία ως συντελεστή των κοινωνικών πραγμάτων.

Η πολιτική είναι ο θεσμικός έλεγχος της βίας. Εκεί που η πολιτική είναι ζωντανή, η βία ως μέσο «επίλυσης» των ζητημάτων δεν έχει θέση. Η σύγκρουση, θεμελιώδες συστατικό κάθε κοινωνίας σε κίνηση, αναπτύσσεται υπακούοντας σε κανόνες που ορίζουν τους τρόπους εξέλιξης αυτής της σύγκρουσης. Απωθώντας τη βία στο περιθώριο και κατατάσσοντάς την εκτός κάθε πολιτικού αξιακού πλαισίου.

Στην Ελλάδα του 2015 κάθε πράξη βίας αποτελεί το πρόσωπο της παρακμής της. Υπερασπιζόμενοι το δημοκρατικό πλαίσιο συνύπαρξης έχουμε χρέος να αποκρούουμε διαρκώς με έναν αγώνα ανειρήνευτο και τον βίαιο λόγο και τη βίαιη πράξη. Καμία λήθη, καμία αφέλεια, καμία σιωπή.

Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.

 

Επαυξημένη κανονικότητα

ΝΤΙΝΟΣ ΣΙΩΤΗΣ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η ​​νέα κανονικότητα είναι εδώ και ρυθμίζει τις ζωές μας. Χωρίς καμία επιβάρυνση έχουμε εθιστεί στα νέα δεδομένα που βρίσκονται στον αντίποδα με όσα κάποτε θεωρούσαμε φυσιολογικά. Το θεωρούμε κανονικό σχεδόν κάθε Σαββατοκύριακο να συγκρούονται αναρχικοί και αστυνομία γωνία Τοσίτσα και Πατησίων, όπως το θεωρούμε και κανονικό αυτοκίνητα και μηχανάκια να βρίσκονται σε πεζόδρομους και πεζοδρόμια ή να φράζουν τις μπάρες για τα αναπηρικά καροτσάκια. Το φοιτητικό κίνημα θεωρείται φυσιολογικό να μην είναι ρωμαλέο και να μην παρεμβαίνει όπου δει, κατά παραίνεση του αρμόδιου υπουργού, μιας και άλλες οι προτεραιότητές του: διακίνηση ναρκωτικών και διευκόλυνση λαθρεμπορίου, ξυλοδαρμός αντιφρονούντων καθηγητών, χειραφέτηση ιδεών και σκέψης. Το θεωρούμε κανονικό να καταδιώκεται η αριστεία και να θεωρείται μειονέκτημα, ενώ αποθεώνονται η ημιμάθεια, η ημιαπασχόληση, οι ημιαργίες. Μη μιλάτε για αξιολόγηση, το μόνο όπλο για να πάει μπροστά μια κοινωνία. Εύκολα οι σειρήνες της μισαλλοδοξίας και του διχασμού έχουν μεταμορφωθεί σε μούσες που εμπνέουν τους κρατούντες.

Η αρετή είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να σου τύχει και δεν αξίζει πια να αγωνίζεται κανείς για οτιδήποτε μεγάλο, ευγενές και ωραίο, αφού η νέα συνταγή κοινωνικής επιτυχίας στηρίζεται στο παλαιό τρίπτυχο που βασίζεται η νέα, επαυξημένη κανονικότητα: πτυχίο χωρίς σπουδές, σύνταξη στα σαράντα, μισθός χωρίς εργασία.

Φαντάζει σουρεαλιστικό, όμως ο σουρεαλισμός παραδίδει τα όπλα μπροστά στα νέα κόλπα που τον καθιστούν ξεπερασμένο. Το μη κανονικό είναι η νέα κανονικότητα. Τη συνηθίσαμε τη νέα κατάσταση, δεν μας προκαλεί πια εντύπωση το «μπούλινγκ» που δεχόμαστε ως λαός από κάθε μορφής εξουσιαστές. Δεν μας εκπλήσσει πια που τους ελεγκτές του ΣΔΟΕ τους πλακώνουν στο ξύλο ιδιοκτήτες σουβλατζίδικων, ούτε που στην κοσμοπολίτικη Μύκονο τους συλλαμβάνει η ίδια η αστυνομία και τους οδηγεί στο τμήμα, ούτε που στη Σαντορίνη μπράβοι ξυλοκοπούν υπάλληλο της Πολεοδομίας. Δεν έχουν τίποτε το συλλογικό οι τάχα μου «συλλογικότητες», αφού δεν είναι τίποτε άλλο από βαρβάτες ατομικότητες, κλειστά κελύφη κακομαθημένων παιδιών. Γιατί, ποια συλλογικότητα καταστρέφει τη δημόσια περιουσία; Ποια συλλογικότητα καίει τρόλεϊ και σπάει ακυρωτικά μηχανήματα, κοινό κτήμα του δημοσίου συμφέροντος και του εργαζόμενου απλού πολίτη, επισπεύδοντας έτσι την ιδιωτικοποίηση των μέσων μαζικής μεταφοράς; Αν ξυπνήσουν οι Ελληνες ένα πρωί και διαπιστώσουν ότι οι Αρχές δεν σέβονται κανένα νομικό ή κοινωνικό πλαίσιο, δεν θα εκπλαγούν. Εχουμε τόσο συνηθίσει στην αναρχία, στην ανομία και στην ατιμωρησία και μόνο θεωρητικά ενδιαφερόμαστε για τους δημοκρατικούς θεσμούς. Το αβγό του φιδιού έχει κατρακυλήσει και έχει εισδύσει στη νοοτροπία μας. Η ανοχή που δείχνει ο μέσος Ελληνας απέναντι στην ανοησία, στη βλακεία, στην ανεπάρκεια και στον φασισμό είναι πέραν πάσης φαντασίας. Ο μέσος Ελληνας έχει γίνει έρμαιο φόβου. Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια κοινωνία σε παρακμή που έχει χάσει τα ανακλαστικά της και οδεύει προς το άγνωστο; Επιπλέον, έχουμε εθιστεί στην ιδέα ότι είναι πιθανόν μερικά νέα για τα fake news ίσως και να είναι fake news.

Ο φιλόσοφος Αρνολντ Τόινμπι στο μνημειώδες έργο του A Study of History, λέει ότι οι πολιτισμοί στην ιστορική τους πορεία, πάντα αποτυγχάνουν με τον ίδιο, γενικά, τρόπο. Ο σημαντικότερος παράγοντας για την επικράτηση ενός πολιτισμού εν εξελίξει, γράφει, είναι η μίμηση, η πανανθρώπινη συνήθεια κατά την οποία οι άνθρωποι μιμούνται τη συμπεριφορά και τους τρόπους αυτών που θαυμάζουν. Οσο η καθεστηκυία τάξη του πολιτισμού δύναται να εμπνέει θαυμασμό και αγάπη στον λαό, ο πολιτισμός ευημερεί, γιατί οι αποκτηθείσες κοινές αξίες και προθέσεις που υπάρχουν από τη μίμηση, εμποδίζουν τις πιέσεις των ανταγωνιστικών ταξικών συμφερόντων να τον διαλύσουν. Οι πολιτισμοί αποτυγχάνουν, συνεχίζει ο Τόινμπι, επειδή οι κυρίαρχες τάξεις χάνουν την ικανότητα να εμπνέουν μίμηση. Αυτό συμβαίνει επειδή τα μέλη της ελίτ εμμένουν τόσο στη διατήρηση της δύναμης και των προνομίων τους (καρέκλα), ώστε παραλείπουν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της κοινωνίας. Καθώς αυτά τα προβλήματα όλο και μεγαλώνουν και τίθενται εκτός ελέγχου, η κυρίαρχη τάξη χάνει την ικανότητα να καταφεύγει στη δύναμη της επιβολής. Αυτό έχει ως συνέπεια, έξω από τον κύκλο της πολιτικής ελίτ και τα παράσιτά της, ολοένα και μεγαλύτερα μέρη των πληθυσμών να μετατρέπονται σε αυτό που ο Τόινμπι αποκαλεί εσωτερικό προλεταριάτο, μια όλο και πιο δυσαρεστημένη κατώτερη τάξη η οποία εξακολουθεί να παρέχει στην κυβερνώσα ελίτ «κρέας για τα κανόνια», αλλά δεν βλέπει πια κάτι να θαυμάσει ή να μιμηθεί σε αυτούς που την κυβερνούν.

Αυτή είναι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία μέσα στην οποία ζούμε, έξοδος προς τη νέα κανονικότητα, αυτή είναι η κολυμβήθρα του Σιλωάμ στην οποία αναβαπτιζόμενοι βουλιάζουμε, γιατί δεν έχουμε ηγέτες να θαυμάσουμε. Αντιθέτως, είχαμε και έχουμε ηγέτες, ήρωες, πρότυπα, πολύ κατώτερους των περιστάσεων τους οποίους μιμούμαστε, με αποτέλεσμα το μέλλον όλο να ξεμακραίνει…

 

 ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ

Ο μύθος των δύο λύκων

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 17.06.2018 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο​​ι Ινδιάνοι Cherokee φημίζονται για τη σοφία τους, την οποία εκφράζουν με πολύ απλές ιστορίες, οι οποίες όμως αποκρυσταλλώνουν μεγάλα και πολύ βαθιά νοήματα. Ετσι είναι και ο μύθος των δύο λύκων, που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, εδώ και αιώνες.

Ο παππούς θέλοντας να νουθετήσει τον εγγονό του και να του δώσει ένα εύληπτο μάθημα ζωής, του διηγείται την ακόλουθη ιστορία: «Παιδί μου, μέσα μου και μέσα σου, αλλά και μέσα σε όλους του ανθρώπους παλεύουν δύο λύκοι. Ο ένας είναι κακός και τρέφεται με μίσος, θυμό, φθόνο, βία, απληστία, αλαζονεία, ενοχές, δυσαρέσκεια, κατωτερότητα, ψέματα, ψευτοπερηφάνια, και εγωισμό. Ο άλλος είναι καλός και τρέφεται με χαρά, ειρήνη, αγάπη, ελπίδα, γαλήνη, ταπεινότητα, ευγένεια, καλοσύνη, ενσυναίσθηση, γενναιοδωρία, αλήθεια, συμπόνια και πίστη». Τότε ο μικρός τον ρωτάει: «Παππού, ποιος λύκος θα νικήσει;» Και ο παππούς του απαντάει: «Αυτός που με τις πράξεις μας, τρέφεται περισσότερο».

Αλήθεια, πόση σοφία κρύβεται σε αυτή την απλή ιστοριούλα. Μακάρι όλοι οι γονείς και οι παππούδες να μιλούσαν στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους για τους δυο λύκους που παλεύουν μέσα μας. Αλλά και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές θα έπρεπε να λένε την ίδια ιστορία στους μαθητές και φοιτητές τους, μήπως και βελτιωθούμε σαν χώρα. Δυστυχώς όμως όχι μόνο δεν φροντίζουμε να ταΐζουμε τον καλό λύκο, αλλά εδώ και μερικά χρόνια μπουκώνουμε κυριολεκτικά τον κακό λύκο.

Μην πάτε μακριά, αλλά στο κοντινό 2008, όταν αφήσαμε τα δήθεν «θυμωμένα» παιδιά να καίνε για τρεις ημέρες την Αθήνα και άλλες πόλεις, με την πλήρη ανοχή της αστυνομίας. Ποιον λύκο τάιζαν τα θυμωμένα παιδιά; Είχα τότε αγανακτήσει όταν σε φιλικές συγκεντρώσεις άκουγα ανθρώπους μορφωμένους να δικαιολογούν το κάψιμο της Αθήνας, λέγοντας ότι οι κανακάρηδές τους είχαν πολύ θυμό μέσα τους και έπρεπε κάπου να εκτονωθούν! Δεν νομίζω ότι εκτονώθηκαν. Αντίθετα, εθίστηκαν στην καταστροφή και τη βία, που σήμερα έχουν πλέον λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Αποτέλεσμα: Διάφορες συλλογικότητες έχουν αυτοανακηρυχθεί σαν κριτές και εκτελεστές, ώστε απονέμουν με συνοπτικές διαδικασίες τη δική τους δικαιοσύνη, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τη συντεταγμένη πολιτεία. Ασκούν μάλιστα και εξωτερική πολιτική, εισβάλλοντας ή προκαλώντας ζημιές σε πρεσβείες ξένων κρατών, πράξεις που ισοδυναμούν με εισβολή σε ξένο έδαφος. Ποιο λύκο ταΐζουν όλοι αυτοί και εμείς που τους ανεχόμαστε, γιατί θεωρούμε ότι κάνουν ακτιβισμό; Το χειρότερο είναι ότι υπάρχουν πολλοί που τους δικαιολογούν. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη μας είπε ότι «και στον Λευκό Οίκο πετάνε τρικάκια, αλλά δεν τους συλλαμβάνουν»! Δεν μας είπε, όμως, τι θα τους έκαναν αν πέταγαν μπογιές στο κτίριο του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έκαναν ζημιές στο εσωτερικό του. Να του το πω εγώ. Θα τους είχανε μπαγλαρώσει με συνοπτικές διαδικασίες, θα τους κλείνανε μέσα και θα τους υποχρέωναν να πληρώσουν τις ζημιές!

Εκεί όμως που πραγματικά θυσιάσαμε τον «μόσχο τον σιτευτό» για να ταΐσουμε τον κακό λύκο, είναι το 2010 με τους δήθεν «αγανακτισμένους». Κάψανε τρεις νέους ανθρώπους και ένα αγέννητο μωρό για να εκτονώσουν και αυτοί τον θυμό τους. Φωνάζανε μάλιστα «κάψτε τους, κάψτε τους», ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για τις προθέσεις τους! Ποιο ήταν το έγκλημα των θυμάτων τους; Απλά δούλευαν και δεν μετείχαν στην απεργία. Εχουν περάσει από τότε οκτώ ολόκληρα χρόνια. Οι ένοχοι κυκλοφορούν ελεύθεροι ανάμεσά μας, γιατί η δικαιοσύνη υποτίθεται ότι δεν τους βρήκε. Παρ’ όλα τα πολλά video που υπάρχουν, δεν βρέθηκε το «κατάλληλο» video που να δείχνει τους ενόχους με τα χέρια υψωμένα να κρατούν και να ρίχνουν τις μολότοφ. Αυτή είναι η φτηνή δικαιολογία για την απαλλαγή των υπόπτων. Λες και σε όλους τους φόνους βρίσκεται οπτικό αποδεικτικό υλικό που δείχνει τον δολοφόνο να μαχαιρώνει ή να πυροβολεί το θύμα. Ποιο λύκο ταΐζει η δικαιοσύνη; Σίγουρα, όχι τον καλό λύκο. Μια και το έφερε η κουβέντα για τη δικαιοσύνη, αλήθεια πώς εξυπηρετείται η δικαιοσύνη όταν πρόσφατα (Μάρτιος 2018) απαλλάχθηκε κάποιος μεγαλόσχημος υπουργός, ο οποίος το 2013 προέτρεπε το πλήθος «να λιντσάρει τον Πάχτα», με τη δικαιολογία ότι δεν το εννοούσε κυριολεκτικά, αλλά μεταφορικά θέλοντας να πει «καταψηφίστε τον Πάχτα»! Οταν για τη δικαιοσύνη το ρήμα «λιντσάρω» γίνεται δεκτό σαν συνώνυμο με το «καταψηφίζω», τότε ο κακός λύκος κάνει πάρτι.

Η ιστορία των θυμάτων της Marfin, δυστυχώς, πάει πολύ μακριά. Η συλλογική συνείδησή μας την έχει ξεχάσει. Καμιά εκδήλωση δεν γίνεται στη μαύρη αυτή επέτειο. Σποραδικά αναφέρονται τα ονόματα των θυμάτων. Αντίθετα στην επέτειο της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου γίνονται εκδηλώσεις μνήμης και καταστροφής σε όλη τη χώρα. Βλέπετε, στην αξιακή κλίμακα του κακού λύκου οι τρεις και το αγέννητο της Marfin έχουν λιγότερη αξία από τον δεκαεξάχρονο που πυροβόλησε αστυνομικός. Η συμπόνια τρέφει τον καλό λύκο, γι’ αυτό και είναι ανεπιθύμητη, ενώ ο θυμός και η καταστροφή είναι τα αγαπημένα φαγητά του κακού λύκου.

Συνεχίζουμε με τα απαράδεκτα γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου 2011, όταν το θυμωμένο πλήθος εμπόδισε τη στρατιωτική παρέλαση, φωνάζοντας υβριστικά συνθήματα εναντίον του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον χώρο. Οπαδοί του Σύριζα φώναζαν «Προδότη Παπούλια», ώστε να συντηρούν το μίσος και τον θυμό. Ο χαρακτηρισμός «προδότη» είναι πολύ βαρύς για να εκτοξεύεται με τόση ευκολία, αλλά ο κακός λύκος όλα τα χωνεύει. Το περιστατικό αυτό υπήρξε ο καταλύτης αλλά ταυτόχρονα και ο πυροκροτητής στις δραματικές πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν, με κυρίαρχο γεγονός την παραίτηση του πρωθυπουργού, αφού προηγουμένως είχε εξαγγείλει ένα αχρείαστο δημοψήφισμα, προκαλώντας την οργή της Ευρώπης.

Η καλλιέργεια του μίσους συνεχίζεται. Στις εκλογές του Μαΐου του 2012, το προεκλογικό σύνθημα του Σύριζα ήταν «ή εμείς, ή αυτοί»! Λες και «αυτοί» δεν είναι Ελληνες αλλά μισητοί εχθροί! Αισίως φτάνουμε στο μοιραίο 2015, όπου με ψέματα και περισσότερα ψέματα, αλλά και μίσος ταξικό, ο Σύριζα αναλαμβάνει την κυβέρνηση της χώρας. Από τότε ζούμε μέσα στο ψέμα. Η ευκολία με την οποία εκστομίζονται τα μεγαλύτερα ψέματα είναι μοναδική. Οι άνθρωποι έχουν ταλέντο. Δεν ιδρώνει το αυτί τους.

Εκεί όμως που κυριολεκτικά η κυβέρνηση δημιούργησε εκτροφείο κακών λύκων ήταν η παιδεία μας. Μια από τις πρώτες ενέργειές της ήταν η επαναφορά του ακαδημαϊκού ασύλου, με τις γνωστές συνέπειες που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία τρία χρόνια. Τα πανεπιστήμιά μας και ιδιαίτερα το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο έχουν εξελιχθεί σε χώρους απόλυτης ανομίας με διακίνηση ναρκωτικών και ορμητήρια αναρχικών συλλογικοτήτων. Εχουμε τόσο συνηθίσει τη βία, που δεν μας εκπλήσσει ο εβδομαδιαίος καταιγισμός μολότοφ κατά αστυνομικών στη Στουρνάρη.

Τη σκυτάλη πήρε η Θεσσαλονίκη. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, «άγνωστοι» με ορμητήριο το Αριστοτέλειο πέταξαν τριάντα μολότοφ στους αστυνομικούς για να τους κάψουν!
Ουσιαστικά τα τελευταία δέκα χρόνια ζούμε μέσα στο μίσος, τη βία και το ψέμα. Εχουμε καταφέρει να διχαστούμε και να τρωγόμαστε πολιτικά, ιδεολογικά, ποδοσφαιρικά, γεωγραφικά, κοινωνικά και ταξικά. Κρίμα, δεν το αξίζει αυτή χώρα.

Τέλος, δεν πρέπει να αγνοήσουμε την απληστία που τρέφει τον κακό λύκο. Το κύκλωμα με τα φάρμακα των καρκινοπαθών αποδεικνύει ότι μπροστά στο χρήμα γιατροί, φαρμακοποιοί, νοσηλευτές και άλλοι μπορούν χωρίς τύψεις να επισπεύδουν τον θάνατο των ασθενών τους, προκειμένου να κερδίσουν μερικά χρήματα. Αλήθεια, ένας πληρωμένος δολοφόνος σκοτώνει κάποιον άγνωστό του προκειμένου να εισπράξει το συμβόλαιο θανάτου. Αυτοί, όμως, «δολοφονούσαν» τους ασθενείς που υποτίθεται ότι φρόντιζαν. Πόση σκληρότητα μπορεί να κρύβει η ψυχή του ανθρώπου. Η διάρκεια και το μέγεθος του κυκλώματος είναι αμφίβολο αν έχει παρόμοιό του σε κάποια άλλη χώρα.

Δυστυχώς, όπως έχουμε καταντήσει, όχι μόνο θα νικήσει ο κακός λύκος, αλλά πολύ φοβάμαι ότι δεν θα γίνει κανένας αγώνας. Απλούστατα, ο καλός λύκος που έχουμε όλοι μέσα μας, θα πεθάνει από ασιτία!

* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

Το γιαούρτι και το μαχαίρι

ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ Κ. ΤΣΟΥΚΑΣ*

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 03.06.2018 ΤΟ ΒΗΜΑ

epeteios-dol

Α​​νεξάρτητα από το πολιτικό της πρόσημο, η βία προκαλεί απέχθεια ή έστω αμηχανία σε έναν δημοκράτη. Ο λόγος είναι απλός. Καταστατική αρχή της δημοκρατίας είναι η πίστη στον λόγο: τις πολιτικές μας διαφορές τις λύνουμε με τον λόγο, όχι με το ξίφος.

Η πράξη, όμως, διαφέρει από τη θεωρία. Οπως το γεγονός ότι το κράτος δικαίου ενεργεί, κατ’ αρχήν, θεσμικά δεν σημαίνει ότι απουσιάζουν περιστάσεις που δεν το κάνει, έτσι και η βία, ενώ δεν θα έπρεπε να υπάρχει καταστατικά, υφίσταται εμπειρικά. Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη από τα λογικά-θεσμικά σχήματα με τα οποία την προσεγγίζουμε.

Οι φιλελεύθεροι τείνουν να αντιμετωπίζουν τη βία φορμαλιστικά-δεοντολογικά. Αναγνωρίζουν μεν ότι δεν είναι όλες οι μορφές βίας το ίδιο, αλλά προσπερνούν τις εννοιολογικές διακρίσεις για να καταδικάσουν τη βία σε αξιακό-θεσμικό επίπεδο. «Δεν λέω βέβαια ότι το γιαούρτι με το μαχαίρι είναι το ίδιο, αλλά η βία είναι βία», σχολίασε πρόσφατα ο Παύλος Τσίμας.

Οι κυβερνητικοί αριστεροί επιμένουν στις διακρίσεις μεταξύ μορφών βίας, αλλά συγχέουν τη ιδιότητα του κυβερνήτη με αυτή του σχολιαστή. Εφόσον η βία του «Ρουβίκωνα» είναι μόνο «ακτιβιστική» δεν αποτελεί πρόβλημα. «Αλλο πράγμα το γιαούρτι, άλλο πράγμα το μαχαίρι», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δ. Τζανακόπουλος.

Το γιαούρτωμα όντως διαφέρει από το μαχαίρωμα, όπως σε μια συνομιλία το στιγμιαίο χτύπημα του χεριού στο τραπέζι διαφέρει από τον προπηλακισμό ή τη χειροδικία. Κατ’ ελάχιστον, η βία είναι μια επιθετική εξω-γλωσσική κίνηση σε ένα γλωσσικό παιχνίδι. Το ερώτημα είναι: είναι θεμιτή κίνηση; Με βάση την κρατούσα χονδροειδή γλώσσα συζήτησης, το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί γόνιμα. Χρειαζόμαστε ένα πλουσιότερο λεξιλόγιο.

Η Αρεντ για τη βία

Ενα τέτοιο λεξιλόγιο παρέχει η εκλεπτυσμένη σκέψη της Χάνα Αρεντ, της πιο διεισδυτικής πολιτικής φιλοσόφου του περασμένου αιώνα. Στη συλλογή δοκιμίων με τίτλο «Για τη βία» (1969) εισάγει μερικές διαφωτιστικές διακρίσεις.
Η βία έχει «εργαλειακό χαρακτήρα» λέει η Αρεντ – αποσκοπεί σε κάτι. «Οπως όλα τα μέσα, χρειάζεται πάντα κατεύθυνση και δικαιολόγηση μέσω του σκοπού που επιδιώκει». Αντιθέτως, «η ισχύς δεν χρειάζεται δικαιολόγηση, καθότι είναι εγγενής στην ίδια την ύπαρξη της πολιτικής κοινότητας· αυτό που χρειάζεται είναι νομιμοποίηση. Η βία μπορεί να είναι δικαιολογήσιμη, αλλά δεν είναι ποτέ νομιμοποιημένη».

Η ισχύς είναι εγγενές στοιχείο της διακυβέρνησης. Η βία όμως δεν είναι. «Η ισχύς και η βία είναι αντίθετες· όταν η μία κυριαρχεί απολύτως, η άλλη απουσιάζει. Η βία εμφανίζεται όπου η ισχύς κινδυνεύει, αλλά αν αφεθεί να διανύσει τη διαδρομή της καταλήγει στην εξαφάνιση της ισχύος. Η βία μπορεί να καταστρέψει την ισχύ· είναι εντελώς ανίκανη να τη δημιουργήσει».

Είναι η βία ποτέ ορθολογική; Ενδέχεται να είναι, απαντά η Αρεντ. Η βία συχνά προέρχεται από την οργή, όταν λ.χ. οι άνθρωποι εξευτελίζονται, λιμοκτονούν, κ.λπ. Γιατί οργίζονται; Οταν «έχουν λόγο να υποψιάζονται ότι οι συνθήκες θα μπορούσαν να αλλάξουν, αλλά δεν αλλάζουν». Γιατί όμως προσφεύγουν στη βία και όχι αποκλειστικά στον λόγο; Διότι αντιλαμβάνονται ότι κυριαρχεί η υποκρισία, και «στην έπαρση της υποκρισίας δεν μπορεί να αντιταχθεί λογική συμπεριφορά». Γιατί; Διότι ο λόγος τότε δεν απο-καλύπτει αλλά συγκαλύπτει – η επίφαση της ορθολογικότητας εξοργίζει. «Να χρησιμοποιείς τον λόγο όταν ο λόγος χρησιμοποιείται σαν παγίδα δεν είναι “ορθολογικό”, όπως το να χρησιμοποιείς όπλο για αυτοάμυνα δεν είναι “ανορθολογικό”».

Η σκέψη της Αρεντ γίνεται ακόμα πιο λεπτεπίλεπτη: «Η βίαιη αντίδραση στην υποκρισία, όσο δικαιολογήσιμη κι αν είναι», παρατηρεί, «χάνει τον λόγο της ύπαρξής της όταν αναπτύσσει μια δική της στρατηγική με συγκεκριμένους σκοπούς. Γίνεται “ανορθολογική” τη στιγμή που “εκλογικεύεται”» – τη στιγμή, δηλαδή, που η αντί-δραση μετατρέπεται σε σχεδιασμένη, συστηματική δράση. Ποιο είναι το πρόβλημα; Αν η βία αποκτήσει στρατηγική κανονικότητα σε μια δημοκρατία, υπονομεύει την ισχύ – τους θεσμούς διακυβέρνησης της κοινότητας. Η βία είναι ορθολογική στο μέτρο που «εκδραματίζει οδυνηρά παράπονα και τα φέρνει στη δημόσια προσοχή». Αυτό συμβαίνει μόνο όταν η βία πάρει τη μορφή αυθόρμητου ξεσπάσματος, όπως λ.χ. ο Μάης του ’68 ή οι εργατικές ταραχές στις ΗΠΑ το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Η βία τότε συνιστά μια αντισυμβατική (εξω-γλωσσική, εξω-θεσμική), πλην διορθωτική, κίνηση στο πολιτικό παιχνίδι – «ο μόνος τρόπος να ισορροπήσει εκ νέου η ζυγαριά της δικαιοσύνης».

Τέσσερις αρχές

Δείτε πόσο γόνιμος είναι αυτός ο σύνθετος τρόπος σκέψης.

Πρώτον, δεν αφορίζει φορμαλιστικά τη βία αλλά δίνει χώρο στο αναπόφευκτο εξω-λογικό στοιχείο (την οργή), θεωρώντας το ως αντί-«λογο» στη θεσμική σκλήρυνση. Η βία είναι σαν τον πυρετό. Οταν εκδηλώνεται, αποκαλύπτει την παθολογία του πολιτικού σώματος.

Δεύτερον, η βία ουδέποτε νομιμοποιείται. Οταν μετέχεις στους δημοκρατικούς θεσμούς, είσαι υποχρεωμένος να καταδικάζεις τη βία, χωρίς υπεκφυγές, εφόσον κάθε είδους βία αναιρεί την ισχύ – τον θεσμισμένο λόγο της κοινότητας, χωρίς την οποία δεν θα υπήρχες.

Τρίτον, όταν η βία αποκτήσει στοιχεία κανονικότητας (π.χ. «Ρουβίκωνας»), γίνεται ανορθολογική και επικίνδυνη. Η συστηματική χρήση της βίας καθιστά «τα μέσα υπέρτερα του σκοπού» – οδηγεί σε ένα κόσμο βίαιων συγκρούσεων, διαλύει τη θεσμισμένη ισχύ της κοινότητας.

Και τέταρτον, οι ώριμες θεσμικά κοινωνίες δεν εγκλωβίζονται στον θεσμικό φορμαλισμό, αλλά μαθαίνουν από τα βίαια ξεσπάσματα. Οι φυλετικές ταραχές στη Βρετανία και τις ΗΠΑ λ.χ. αποτέλεσαν το έναυσμα για εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις. Αντιθέτως, στις ανώριμες θεσμικά χώρες η βία αποτελεί έναν ακόμα λόγο διχαστικής αντιπαράθεσης. Οι πολιτικοί αντίπαλοι παγιδεύονται σε διχοτομικές απλουστεύσεις. Στερούνται σύνθετης σκέψης. Δεν μπορούν να πουν: άτεγκτοι στη βία, άτεγκτοι και σε ό,τι επιφέρει τη βία!

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Μαθητές στα δίχτυα του ψηφιακού μπούλινγκ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΛΑΦΡΟΣ

Εκπληκτος ο πατέρας μαθήτριας Στ΄ Δημοτικού στον Χολαργό ανακάλυψε, ρίχνοντας μια ματιά στην ταμπλέτα της κόρης του, πως στο viber (μια εφαρμογή επικοινωνίας μέσω Διαδικτύου) είχε σχηματιστεί μια ομάδα από αρκετές συμμαθήτριες και συμμαθητές της με τίτλο «Να φύγει η Χριστίνα από το σχολείο!» Η Χριστίνα ήταν η κόρη του…. Η ομάδα κοινοποιούσε τα μηνύματά της και στη Χριστίνα, ασκώντας της συστηματική ψυχολογική πίεση. Τότε κατάλαβε περισσότερα για τον λόγο που η μικρή του κόρη ήταν πολύ στεναχωρημένη το τελευταίο διάστημα.

Δυστυχώς, δεν είναι η μόνη περίπτωση. Το ψηφιακό μπούλινγκ (εκφοβισμός) αποτελεί τον δεύτερο λόγο επικοινωνίας με την τηλεφωνική γραμμή βοήθειας 210-60.07.686 του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου.

«Το 20% των αιτημάτων βοήθειας που δεχθήκαμε το 2017 αφορούσε καταστάσεις διαδικτυακού εκφοβισμού, συνολικά 334 περιπτώσεις. Μόνο η εξάρτηση από το Διαδίκτυο μάς απασχόλησε περισσότερο», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Κορμάς, υπεύθυνος της Γραμμής. Η εκτίμηση των ειδικών που ασχολούνται με τα θέματα των εφήβων και των παιδιών είναι πως ο ψηφιακός εκφοβισμός καλπάζει και αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα ειδικά στις μικρές ηλικίες, ακόμα και στο δημοτικό, όπου τα παιδιά χρησιμοποιούν το Ιντερνετ μέσω δικών τους συσκευών (π.χ. ταμπλέτες, αλλά και κινητά τηλέφωνα) χωρίς ουσιαστική γονική επιμέλεια. «Το μπούλινγκ μέσω του Ιντερνετ είναι πολύ πιο εύκολο γιατί μπορεί να είναι ανώνυμο και να κάνει πολύ μεγαλύτερη ζημιά, καθώς φτάνει σε πολύ ευρύτερο κοινό και εκθέτει το θύμα-στόχο μπροστά σε δεκάδες, εκατοντάδες ή και χιλιάδες άτομα. Ωθεί μάλιστα το θύμα να απαντήσει, αναπαράγοντας το πρόβλημα, συχνά σε υψηλότερο επίπεδο», λέει ο κ. Κορμάς.

Μια νέα τάση, η οποία αναπτύσσεται τώρα και στην Ελλάδα σύμφωνα με τους ερευνητές του ΕΚΑΔ, είναι η προσφυγή των θυμάτων μπούλινγκ σε ψηφιακές πλατφόρμες επικοινωνίας, αντί για τους γονείς τους, τους καθηγητές τους ή τους φίλους τους! Αναπτύσσονται στο Facebook ή σε άλλα ιντερνετικά δίκτυα επικοινωνίας, ειδικές ομάδες «μόνο για εφήβους» (teensonly, μία απ’ αυτές ή με άλλα σχετικά ονόματα), όπου τα παιδιά δημοσιοποιούν την περίπτωση του εκφοβισμού τους και ζητούν –από τους χιλιάδες εγγεγραμμένους– συμβουλές για το τι να κάνουν!

«Είναι τρομερό! Αποκαλύπτει τον μεγάλο βαθμό αποξένωσης μεταξύ των εφήβων και των γονιών τους, την αδυναμία επικοινωνίας με τους καθηγητές τους, αλλά και τη δυσκολία να το συζητήσουν με την παρέα τους. Προτιμούν να αποκαλύψουν τον εκφοβισμό που δέχθηκαν, τις περισσότερες φορές επώνυμα, σε ένα άγνωστο πλήθος, ζητώντας συμβουλές», σημειώνει ο κ. Κορμάς. «Οι απαντήσεις που λαμβάνουν είναι συνήθως δύο κατηγοριών: ή προτρέπουν το θύμα να απαντήσει με τον ίδιο τρόπο και βίαια, ή να το αγνοήσει. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για λάθος συμβουλή», σημειώνει ο υπεύθυνος του ΕΚΑΔ.

«Η αδυναμία επικοινωνίας εντός της οικογένειας, αλλά και εντός του σχολείου, είναι από τους παράγοντες που δημιουργούν το υπόβαθρο για την εκδήλωση τάσεων εκφοβισμού. Ιδιαίτερα παιδιά που βρέθηκαν εκτεθειμένα σε βία εντός της οικογένειας, που αναφέρουν πως οι γονείς τους είχαν βίαιη συμπεριφορά ή και χειροδικούσαν, που αδιαφορούσαν γι’ αυτά και δεν είχαν διάθεση να τα ακούσουν, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να μετατραπούν σε θύτες εκφοβισμού», λέει στην «Κ» η Aννα Κοκκέβη, ψυχολόγος και ομότιμη καθηγήτρια ψυχιατρικής στο καποδιστριακό πανεπιστήμιο.

Ο ψηφιακός εκφοβισμός μπορεί να εκφραστεί με πολλούς τρόπους. Απειλές και επιχείρηση τρομοκράτησης με χρήση και πλαστών ονομάτων, εκβιασμούς (π.χ. με την απειλή ανάρτησης φωτογραφιών), δημιουργία ομάδων που πιέζουν για την απομόνωση ενός παιδιού, για τον αποκλεισμό του από συγκεκριμένες δράσεις, παιχνίδια ή παρέες. Υπάρχει διασύνδεση μεταξύ του ιντερνετικού και του σχολικού μπούλινγκ.

Η αντιμετώπιση

«Eχει συμβεί μερικές φορές να ξεκινήσει κάποια αντιπαράθεση στο σχολείο και να γενικευθεί μετά μέσω δημοσιοποίησης στο Διαδίκτυο, συνήθως λαμβάνοντας πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις. Συχνότερο είναι το ανάποδο: να υπάρξει πρώτα ψηφιακό μπούλινγκ, συχνά για ένα μικρής σημασίας θέμα, το οποίο μετά εκφράζεται και στο σχολείο», μας λέει η Μαρία Αυγεροπούλου, εκπαιδευτικός σε γυμνάσιο της Δυτικής Αθήνας.

«Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για την αντιμετώπιση και του ψηφιακού εκφοβισμού, στον οποίο σχετίζονται μαθητές τους. Μερικές φορές θεωρούν πως είναι κάτι που γίνεται εκτός σχολείου ή πως δεν τους αφορά. Δεν είναι έτσι, καθώς αργά ή γρήγορα θα έρθει μέσα στο σχολείο. Υπάρχει το νομικό πλαίσιο, υπάρχει η κατάλληλη διαδικασία για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο. Χρειάζεται μηδενική ανοχή, σε συνδυασμό με προσοχή και ψυχραιμία», τονίζει ο κ. Κορμάς.

Πιο ευάλωτα τα παιδιά φτωχών οικογενειών

Μοιάζει με κακόγουστη φαρσοκωμωδία, αλλά δυστυχώς είναι αληθινό περιστατικό: Πατέρας μαθητή γυμνασίου ενημερώνεται από τους καθηγητές πως ο γιος του έχει δεχθεί εκφοβισμό από συμμαθητές του και καλείται στο σχολείο για ενημέρωση. Θα προσέλθει το επόμενο πρωί, αλλά όχι ακριβώς για ενημέρωση: Μόλις μπαίνει στο προαύλιο αρχίζει να κυνηγά τα «ένοχα» παιδιά και στη συνέχεια συμπλέκεται με καθηγητές που έσπευσαν να τον τραβήξουν! Ενα μικρό παράδειγμα που δείχνει πόσο βαθύ είναι το πρόβλημα της διάχυτης βίας, της επιθετικής συμπεριφοράς, του εκφοβισμού μέσα στην ελληνική κοινωνία. Ο σχολικός εκφοβισμός, όμως, επηρεάζει ευαίσθητες ηλικίες. «Συχνά τα ψυχολογικά προβλήματα που εμφανίζονται σε ένα παιδί που έχει υποστεί εκφοβισμό το ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή, με τη μορφή της κατάθλιψης, της αγχώδους συμπεριφοράς κ.ά.», λέει στην «Κ» η Αννα Κοκκέβη.

Βασική πηγή για την άντληση στοιχείων σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό αποτελούν οι μεγάλες έρευνες που πραγματοποιεί μεταξύ χιλιάδων μαθητών κάθε τέσσερα χρόνια το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής. Τα πλέον πρόσφατα στοιχεία προέρχονται από την έρευνα του 2014 (άμεσα θα ξεκινήσει η έρευνα του 2018). Το 2014 είχε καταγραφεί πως το 7,5% των εφήβων (αγόρια 10,7%, κορίτσια 4,4%) συμμετείχε σε εκφοβισμό άλλων παιδιών στο σχολείο. Το μπούλινγκ ξεκινούσε ήδη από το δημοτικό (4% ως θύτες στην ηλικία των 11 ετών), έφτανε στο 9,6% στην ηλικία των 13 ετών και υποχωρούσε λίγο στο 8,8% στα 15 έτη. Αντίστοιχα, το 6,4% των εφήβων είχε δηλώσει πως υπέστη μπούλινγκ, το 5,6% ήδη από το δημοτικό.

Ποια παιδιά βρίσκονται στο στόχαστρο; Συνήθως τα παιδιά που είναι διαφορετικά γίνονται στόχος επιθέσεων. Αξιοσημείωτο εύρημα είναι πως τα παιδιά από φτωχότερες οικογένειες ανέφεραν σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό πως υφίστανται εκφοβισμό σε σχέση με παιδιά οικογενειών μεσαίων ή υψηλών εισοδημάτων.

Πτωτική τάση

«Το 2010 υπήρξε ανησυχητικό ρεκόρ στον σχολικό εκφοβισμό, με τη συμμετοχή του 15,8% των εφήβων. Το 2014 καταγράφηκε πτώση στο 7,5%, κάτω και από τα επίπεδα του 9% που είχαν καταγραφεί τα προηγούμενα χρόνια. Αναμένουμε να δούμε και τα στοιχεία του 2018 για να δούμε εάν επαληθεύονται αυτές οι τάσεις», λέει η κ. Κοκκέβη. «Υποθέτουμε πως μπορεί να έπαιξαν θετικό ρόλο η μεγάλη ευαισθητοποίηση που υπήρχε στο θέμα του μπούλινγκ από εκπαιδευτικούς, γονείς, ΜΜΕ, με τη βοήθεια εξειδικευμένων επιστημόνων. Ταυτόχρονα, πρέπει να δούμε πώς επέδρασε η οικονομική κρίση. Αφενός, σε ορισμένες περιπτώσεις η δυσκολία των καταστάσεων φαίνεται να έφερε πιο κοντά όλες τις πλευρές: παιδιά, γονείς, εκπαιδευτικούς. Επιπλέον, καταγράφεται μια μείωση της πίεσης που νιώθουν τα παιδιά από την εκπαιδευτική διαδικασία και ίσως συνδέεται με τη μείωση των φροντιστηρίων και των υποχρεωτικών εξωσχολικών δραστηριοτήτων, που έγινε για οικονομικούς λόγους. Είχε, όμως, ως αποτέλεσμα να αποκτήσει ο μαθητής περισσότερο ελεύθερο χρόνο και μικρότερη πίεση», εξηγεί η κ. Κοκκέβη.

«Το πιο σημαντικό είναι να καταλάβουμε το βάθος του προβλήματος. Ο σχολικός εκφοβισμός είναι συμπεριφορά υψηλού κινδύνου, που συνδέεται με βία, χρήση ουσιών, ατυχήματα. Απαιτεί ειδική αντιμετώπιση, εκπαιδευτικούς με υψωμένες τις κεραίες τους και γονείς κοντά στα παιδιά τους», καταλήγει η ομότιμη καθηγήτρια.

 

ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ*

Η Κοινοτοπία του Κακού και το πνεύμα του ολοκληρωτισμού

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 06.07.2014

Η πρόσφατη εμπειρία του ξυλοδαρμού μου με οδήγησε να αναρωτηθώ τι ωθεί κάποιους εικοσάχρονους νέους να χτυπήσουν εν ψυχρώ, και μάλιστα με κλωτσιές στο κεφάλι, έναν άνθρωπο τον οποίο δεν γνωρίζουν, δεν τους έχει βλάψει και επιπλέον έχει τα διπλά τους χρόνια και κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσε να είναι ο πατέρας τους, μόνο και μόνο επειδή διαφωνούν μαζί του. Επιπλέον, με απασχόλησε τι ώθησε κάποιους άλλους να δηλώσουν δημόσια: «εντάξει δεν έπαθε και τίποτε», «λίγα του έκαναν», «μήπως το άξιζε» και άλλα τέτοια.

Ο φανατισμός είναι η αιτία, απάντησε ένας φίλος μου. Ο φανατισμός είναι πράγματι η αναγκαία συνθήκη καθώς σε οπλίζει με τη βεβαιότητα πως κατέχεις τη μόνη αλήθεια. Μετατρέπει την ημιμάθεια σε αλαζονεία, οδηγεί στην άρνηση του διαφορετικού, στην περιφρόνηση και στο μίσος του αντιθέτου. Ο φανατισμός δημιουργεί τις συνθήκες για εκδήλωση βίας, αλλά δεν αρκεί από μόνος του. Ξέρω αρκετούς ανθρώπους που θα τους χαρακτήριζα φανατικούς σε διάφορους τομείς, στην πολιτική, στη θρησκεία ακόμη και στο ποδόσφαιρο, κανένας τους όμως δεν θα χτυπούσε ένα συνάνθρωπό του στα καλά καθούμενα.

Η έλλειψη λογικής, επισήμανε ένας άλλος φίλος. Οντως, η απουσία στοιχειώδους ικανότητας ορθολογικής ανάλυσης είναι μια σημαντική παράμετρος. Οπως το έχει διατυπώσει ο Κάρλο Τσιπόλα, βλάκας είναι αυτός που με τις ενέργειές του προκαλεί ζημιά σε κάποιον άλλον χωρίς να πετυχαίνει από την πράξη αυτή κάποιο πλεονέκτημα για τον εαυτό του και ενδεχομένως να ζημιώνεται κιόλας. Ενας άνθρωπος λοιπόν, που χωρίς λόγο δέρνει κάποιον άλλον έχει σίγουρα πλεόνασμα βλακείας. Και πάλι όμως, πρέπει να πω, πως γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που μειονεκτούν ως προς αυτά τα ζητήματα, αλλά δεν θα έφταναν ποτέ στο σημείο να χτυπήσουν απρόκλητα κάποιον άλλον.

Κατά τη γνώμη μου, το πιο βασικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων που μπορούν να κάνουν τέτοιες πράξεις ή να τις υποστηρίξουν δημόσια, είναι η ανικανότητά τους να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό. Πρόκειται γι’ αυτό, που η φιλόσοφος Χάνα Αρεντ περιέγραψε ως κοινοτοπία του κακού. Οι άνθρωποι που είναι ικανοί να κάνουν τα μεγαλύτερα εγκλήματα δεν απέχουν τόσο πολύ από τον καθένα μας, δεν είναι τα τέρατα που φανταζόμαστε, είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Αυτά τα άτομα κι όταν κάνουν το μεγαλύτερο κακό δεν το αντιλαμβάνονται, δεν αισθάνονται ενοχές, δεν ντρέπονται. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί η ντροπή θέτει όρια στο κακό, που χωρίς αυτήν δεν υπάρχουν.

Η ιδεολογία αποτελεί τον παράγοντα εκείνο, που πέρα από την ατομική ιδιοσυγκρασία, ευθύνεται περισσότερο για την ανικανότητα κάποιου ατόμου να διαχωρίσει το καλό από το κακό. Μερικές ιδεολογίες έχουν, συγκριτικά με άλλες, το διαβολικό χάρισμα μαγεύοντας τους ανθρώπους, όπως η Κίρκη τους ναύτες του Οδυσσέα, να μπορούν υπό κατάλληλες συνθήκες να μετατρέψουν ανθρώπους σε γουρούνια. Στη σύγχρονη εποχή, τίποτε δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί σε γοητεία τις μεγάλες μεσσιανικές ιδεολογίες: κομμουνισμός, αναρχισμός, φασισμός, φονταμενταλισμός. Ολες οι παραπάνω εγκαθίδρυσαν ολοκληρωτικά καθεστώτα όπου κατέλαβαν την εξουσία.

Η εναπόθεση στις αγκάλες μιας μεσσιανικής ολοκληρωτικής ιδεολογίας που υπόσχεται τον επίγειο παράδεισο και τη δημιουργία του «νέου ανθρώπου» συνεπαίρνει κάποιους τόσο πολύ ώστε αυτό να λειτουργεί ως αναισθητικό που κοιμίζει τη συνείδηση. Ο μεσσιανισμός είναι το όπιο των συνειδήσεων. Εξαιτίας της τρομακτικής γοητείας τους πάνω στους ανθρώπους, οι μεσσιανικές ιδεολογίες χειραγωγούν τα άτομα, τα στεγνώνουν από ανθρωπιά, τα απαλλάσσουν από την υποχρέωση μιας ατομικής, συχνά άβολης, ηθικής. Δεν είναι τυχαίο πως τόσο ο φασισμός όσο και ο κομμουνισμός χαρακτήριζαν ως μικροαστικό και τιποτένιο τον ανθρωπισμό.

Γι’ αυτόν τον λόγο η κτηνώδης βία έναντι των αντιπάλων τους γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτών των ιδεολογιών ως «δίκαιη». Στη σταλινική ΕΣΣΔ και τη χιτλερική Γερμανία, για παράδειγμα, όσοι δεν μαγεύονταν από τη δύναμη της ιδεολογίας, υφίσταντο την κτηνώδη δύναμη του απόλυτου τρόμου, του οποίου η διαφορά με άλλα αυταρχικά καθεστώτα δεν βρίσκεται μόνο στην έκταση της βίας αλλά και στην ανερυθρίαστη συμμετοχή σε αυτήν των ίδιων των πολιτών. Στον ολοκληρωτισμό η εξουσία ωθεί και ανταμείβει τους πολίτες που επιτηρούν και βασανίζουν άλλους πολίτες στο όνομα της ιδεολογίας. Εκατομμύρια καταδόσεις (μέχρι και τα παιδιά παροτρύνονταν να καταδίδουν τους γονείς τους) και χιλιάδες ξυλοδαρμοί «ανυπάκουων» πολιτών λάμβαναν χώρα κάθε μέρα. Ο ολοκληρωτισμός ως καθεστώς μετατρέπει την κοινωνία σε φάρμα των ζώων.

Ποια μπορεί να είναι η αντίσταση στην κοινοτοπία του κακού; Μακροπρόθεσμα η απάντηση είναι μόνο μία: η ανθρωπιστική παιδεία και η επίμονη καλλιέργεια των αξιών του σεβασμού του άλλου και της ανεκτικότητας. Ο μεσσιανισμός αντιμετωπίζεται μόνο με παιδεία και Κράτος Δικαίου. Σε τελική ανάλυση, από τότε που μάθαμε για το Αουσβιτς και τα Γκουλάγκ, από τότε που η δύναμη του ολοκληρωτισμού αφάνισε εκατομμύρια ανθρώπους σε Ανατολή και Δύση, δεν έχουμε πια καμιά δικαιολογία.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

Φασισμός και επιτήδειες στρεψοδικίες

Μαρία Ευθυμίου

Ο φασισμός αναδύθηκε μέσα στις πολιτικές και κοινωνικές πραγματικότητες του Μεσοπολέμου, όταν σε πολλές χώρες της Ευρώπης παρουσιάστηκαν εθνικιστικές, μιλιταριστικές, ξενοφοβικές, ρατσιστικές και εχθρικές προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία πολιτικές δυνάμεις που σε πολλές περιπτώσεις κατέκτησαν την εξουσία στηριζόμενες σε ένα πλέγμα βίας, πειθούς και υποκλοπής της συγκατάθεσης του λαού με την παραμορφωτική οικειοποίηση των εννοιών της κοινωνικής δικαιοσύνης την οποία εκείνος προσδοκούσε. Μέσα σε οργανωμένο και στοχευμένο κλίμα βίας και τρόμου, φασιστικές ομάδες κρούσης δημιούργησαν αίσθημα δύναμης, επιβολής και κυριαρχίας, συκοφαντώντας και εξουθενώνοντας κάθε αμφισβητούντα και περιφρονώντας το δικαίωμα του καθενός στον σεβασμό των ιδεών, των απόψεων, της ζωής και της αξιοπρέπειάς του. Με την έννοια αυτή, η ελληνική κοινωνία των τελευταίων δεκαετιών έχει ζήσει πολλά φαινόμενα που προσιδιάζουν σε πλευρές του φασισμού και των πρακτικών του – κάτι που κάνει τη διερεύνηση του φασιστικού φαινομένου για την Ελλάδα του 2013 περίπλοκη και δύσκολη. Και τούτο γιατί τα τελευταία σαράντα χρόνια ομάδες βίαιες (που αυτοχαρακτηρίστηκαν «αναρχικές», «αναρχοαυτόνομες», «αριστερές», «δημοκρατικές», «σοσιαλιστικές», «κομμουνιστικές» κ.τ.λ.) μετέτρεψαν τη χώρα – και ιδίως την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη – σε πεδίο συστηματικής βίας και καταστροφών / τα σχολεία και τα πανεπιστήμια σε χώρους ανομίας, βιαιοτήτων, ρύπανσης και αέναων παραδοσιακών ετήσιων καταλήψεων / τις εθνικές οδούς και τις δημόσιες λεωφόρους σε τόπους καθημερινής «απεργιακής», «αγωνιστικής» «δράσης» μονίμως «παραπονούμενων», «διαμαρτυρόμενων» και «αγανακτισμένων» «πολιτών» (που φρόντιζαν και φροντίζουν, συχνά, με το τέλος των «αγωνιστικών κινητοποιήσεών τους», να πετροβολούν και να καίνε καταστήματα, βιβλιοθήκες, ανώτατα ιδρύματα – ακόμα και ζωντανούς ανθρώπους και μετανάστες, τους οποίους κατά τα άλλα δήθεν υπερασπίζονται). Στα σαράντα χρόνια που κύλησαν μετά το τέλος της δικτατορίας οι βίαιες αυτές ομάδες με τους ψευδεπίγραφους «ιδεολογικούς» αυτοπροσδιορισμούς εξευτέλισαν την έννοια της Δημοκρατίας που με τόση λαχτάρα περίμενε επί δεκαετίες, μετά το τέλος του πολέμου, ο ελληνικός λαός / πυρπόλησαν, στη δεκαετία του 1990, το ιστορικό κτίριο του Πολυτεχνείου Αθηνών μαζί με τα έργα τέχνης που αυτό εμπεριείχε / κατοίκησαν – και κατοικούν – μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας εκμεταλλευόμενες το άσυλο, το οποίο και δήθεν υπερασπίζονται / έκτισαν «αγωνιστικά», με μυστρί και τσιμεντόλιθους, καθηγητές πανεπιστημίου μέσα στα γραφεία τους / έδειραν σχεδόν μέχρι θανάτου πρυτάνεις και συγκλητικούς / μετέτρεψαν την παρασκευή και χρήση εκρηκτικών και κοκτέιλ μολότοφ σε κανονικότητα της καθημερινής ζωής και σε «δικαίωμα της δημοκρατίας και της ελευθερίας».
Και, φυσικά, αυτοί ακριβώς οι άνθρωποι, επί σαράντα χρόνια, χαρακτήρισαν και χαρακτηρίζουν «φασίστα» οποιονδήποτε καταδικάζει τις φασιστικές τους ενέργειες υπερασπιζόμενος τη δημοκρατία και τους θεσμούς της, τον σεβασμό του άλλου, το κοινό καλό, τα δημόσια κτίρια και λειτουργίες, την αξιοπρέπεια των πολιτών και της κοινωνίας. Με το προηγούμενο αυτό, ο ιστορικός που θα θελήσει να προσεγγίσει το φαινόμενο των αναδυόμενων σήμερα φασιστικών δυνάμεων έχει δύσκολο έργο, καθώς αυτές αξιοποιούν το υπόστρωμα βίας και ανομίας με το οποίο έχει πλέον, θέλοντας και μη, εξοικειωθεί ο ελληνικός λαός – με το υπόστρωμα αυτό μάλιστα, στρεψόδικα και επιτηδείως, να έχει παρουσιαστεί επί μακρόν ως συνώνυμο της «δημοκρατίας» και του «αγώνα κατά του φασισμού»!

Η κυρία Μαρία Ευθυμίου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το κείμενο είναι η εναρκτήρια ομιλία σε διήμερο του Τομέα Ιστορίας το 2013.

ΒΙΑ

ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΑ – ΝΕΑΝΙΚΗ ΒΙΑ

Απόψεις Το σκοτεινό σύμβολο της κοινωνικής αταξίας Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Τασούλα Καραϊσκάκη 19.11.2023 • 20:48 Οι συμμορίες ανηλίκων, όλο και πιο δραστήριες, πιο επιθετικές, μοιάζει να μεταμορφώνονται σήμερα σε σύμβολο και μέτρο των αρνητικών κοινωνικών αλλαγών που βλέπουν οι άνθρωποι να συντελούνται, σε ένα ανησυχαστικό μοτίβο αντικανονικότητας και αταξίας. Συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις γειτονιές. Παρέες …

ΠΟΛΕΜΟΣ

ΑΠΟΨΗ Αρθρο του Σ. Ζουμπουλάκη στην «Κ»: Υπάρχει δίκαιος πόλεμος; Πολύς λόγος γίνεται σήμερα στην Ευρώπη για επιστροφή του πολέμου στη Γηραιά Ηπειρο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου Σταύρος Ζουμπουλάκης23.06.2023 • 17:37 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Πολύς λόγος γίνεται σήμερα στην Ευρώπη για επιστροφή του πολέμου στη Γηραιά Ηπειρο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο …

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση