“Συνοπτική ιστορία της ελληνικής παιδείας από το 15ο ως το 19ο αιώνα”, Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογος-ιστορικός, Δ/ντρια 5ου ΓΕΛ Τρικάλων
Με αυτό το άρθρο επιχειρώ την ένταξη των σημαντικότερων γεγονότων της ιστορίας της παιδείας -σύμφωνα με τις πηγές μου- στο ευρύτερο σύνολο της ιστορίας του ελληνικού έθνους κατά το 19ο αιώνα. Γίνεται, βέβαια, αναφορά και σε προηγούμενους αιώνες, που η μελέτη τους, όμως, είναι εξίσου σημαντική για τα εκπαιδευτικά πράγματα της χώρας.
Το τρίτο, κατά σειρά, μέρος του άρθρου μου αποτελεί τη μελέτη ενός πιο ειδικού εκπαιδευτικού θέματος, όπως είναι τα αναλυτικά προγράμματα της μέσης εκπαίδευσης από το 1833-1920. Αν μελετήσουμε αυτά τα προγράμματα, σε συνδυασμό με τα πολιτειακά γεγονότα της ίδιας περιόδου, μπορούμε να οδηγηθούμε σε επιμέρους συμπεράσματα, που σχετίζονται με τη λειτουργία της εκπαίδευσης, ως ενός κοινωνικού θεσμού, ο οποίος επηρεάζεται από την εκάστοτε πολιτική εξουσία και ανάλογα “μορφοποιείται”.
Θέτω ως τέλος της περιόδου, που ερευνάται στο άρθρο μου, το 1913, γιατί τότε σταματά η διεύρυνση των συνόρων του ελληνικού κράτους και τελειώνει, περίπου, ο 19ος αιώνας.
Η εκπαίδευση κατά τον 15ο και 16ο αιώνα
Τότε οι περισσότεροι Έλληνες λόγιοι καταφεύγουν στη Δύση και γίνονται εμψυχωτές της αναγέννησης του έθνους. Κύριος λόγος αυτής της καταφυγής τους είναι η καταπίεση των Τούρκων.
Αλλά και οι παραμείναντες στον Ελλαδικό χώρο Έλληνες, δε σταματούν τις προσπάθειες για διατήρηση της πνευματικής κίνησης και οργανώνονται γύρω από την Εκκλησία. Έτσι ο Γενάδιος Σχολάριος ιδρύει την Πατριαρχική του Γένους Σχολή. Όμως αυτή δεν επαρκούσε για όλο το έθνος. Γι’ αυτό τα περισσότερα ελληνόπαιδα μάθαιναν λίγα «γράμματα» από τους μοναχούς και τους ιερείς κάθε χωριού ή πόλης, μέσω των εκκλησιαστικών βιβλίων.
Η εκπαίδευση κατά το 17ο αιώνα
Αυτή την περίοδο έχουμε σημαντική βελτίωση της νεοελληνικής εκπαίδευσης. Το 1621 ιδρύεται το «Φλαγγινιανόν Φροντιστήριον» από τον Κερκυραίο Θωμά Φλαγγίνο. Εκεί δίδαξε ο Κρης Φραγκίσκος και ο Ηλίας Μηνιάτης. Αυτό το εκπαιδευτήριο λειτούργησε μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα.
Άλλο σημαντικό εκπαιδευτήριο κατά τον 17ο αιώνα ήταν η Πατριαρχική Ακαδημία Κων/πόλεως, όπου δίδαξε ο Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης (1572-16380. αυτός ίδρυσε το 1627 ελληνικό τυπογραφείο στην Κων/πολη και μετέφρασε την Καινή Διαθήκη. Εκεί, επίσης, δίδαξε ο Θεόφιλος Κορυδαλέας (1625-1641), που υπήρξε ο πρώτος φορέας των διδαγμάτων της δυτικής σκέψης.
Κατά τον ίδιο αιώνα η παιδεία εξαπλώνεται στην Ήπειρο. Το 1647 ίδρυσε στα Ιωάννινα σχολείο ο Επιφάνιος. Ακόμη, κατά τα μέσα του 17ου αιώνα, ιδρύθηκε και το φροντιστήριο της Τραπεζούντας.
Γενικές παρατηρήσεις
Η παιδεία των παραπάνω αιώνων πρέπει να σημειωθεί ότι εντάσσεται στο ευρύτερο πολιτειακό κλίμα της εποχής εκείνης. Έτσι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο έχουμε την υποκατάσταση των εθνικών κοινοτήτων από τις θρησκευτικές, την επικράτηση της θρησκευτικής κοινότητας των Ρωμαίων (Ρουμ Μιλλέτ), με βάση το Πατριαρχείο της Κων/πολης. Η γλώσσα της ορθόδοξης λειτουργίας και της εκκλησιαστικής διοίκησης ήταν πάντοτε η ελληνική. Γι’ αυτό και ο εκκλησιαστικός οργανισμός επανδρώθηκε αποκλειστικά από Έλληνες. Η εξάπλωση της πνευματικής (και επομένως και κοσμικής) εξουσίας του Πατριαρχείου, στο σύνολο των Ορθοδόξων Χριστιανών της Αυτοκρατορίας, δημιούργησε στις ελληνόφωνες αρχές του Πατριαρχείου μια ζώνη κυριαρχίας και άμεσης επιρροής πολύ ευρύτερη από εκείνη που διέθεταν πριν την άλωση. Ήδη από το 1465 συναντάμε στις υποσημειώσεις και των λατινικών κειμένων ελληνικούς χαρακτήρες. Η διάδοση, επομένως, των ανθρωπιστικών σπουδών από το 1525, κατέταξε τα ελληνικά γράμματα σε θέση υπεροχής. Τα πρώτα ελληνικά βιβλία άρχισαν να εκδίδονται στη Βενετία, από τη δεύτερη κιόλας δεκαετία του 16ου αιώνα. Τα ελληνικά έφτασαν στο σημείο να γίνουν η μόνη γλώσσα συναλλαγής στο χώρο της Χριστιανικής Ανατολής.
Άλλη παρατήρηση, που συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας γενικής ιδέας, για την επιρροή των Ελλήνων στα πολιτειακά πράγματα εκείνης της περιόδου, είναι η εμφάνιση, από το 16ο αιώνα, των «μεγάλων» ελληνικών οικογενειών των Φαναριωτών. Το κοινωνικό στρώμα των Φαναριωτών κατέκτησε σύντομα μια αξιόλογη πολιτική και οικονομική δύναμη. Όμως και αυτοί, όπως και η επίσημες αρχές του Πατριαρχείου, είχαν ελάχιστη επαφή με τις αναλφάβητες μάζες των ελληνόφωνων χριστιανών. Πρέπει, λοιπόν, να μεσολαβήσουν μια σειρά από ριζικές αλλαγές, κοινωνικές και οικονομικές, ώστε στο δίκτυο των δεσποτάδων και των Φαναριωτών να προστεθεί ένα άλλο κοινωνικό δίκτυο με πολύ ευρύτερη επιρροή, όπως θα δούμε παρακάτω.
Η εκπαίδευση κατά το 18ο αιώνα
Από το τέλος του 17ου αιώνα μια σειρά από ευρύτερους παράγοντες συντελέσανε στην εμφάνιση ενός καινούργιου εμπορευματικού στρώματος στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με τη μαζική του παρουσία, αρχίζει μια νέα περίοδος για την κοινωνική ιστορία της Αυτοκρατορίας. Πρόκειται για την πρώτη εμφάνιση μιας ασχημάτιστης, ακόμη, ντόπιας εμπορευματικής αστικής τάξης, που τείνει δυναμικά στην κατάκτηση μιας ευρείας αγοράς.
Η αστική τάξη με τον πλούτο της, που προέρχεται από το εμπόριο, θα βοηθήσει και θα επηρεάσει τις παιδαγωγικές εξελίξεις κατά το 18ο αιώνα .
Αυτή η νέα τάξη με τον πλούτο της, που προέρχεται από το εμπόριο, θα βοηθήσει και θα επηρεάσει τις παιδαγωγικές εξελίξεις. Κι ενώ ως τα μέσα, τουλάχιστον, του 18ου αιώνα η πολιτιστική ταυτότητα του ελληνισμού συγχεόταν με την ελληνόφωνη χριστιανική ορθοδοξία, με την ανάπτυξη της νέας αυτής μικροαστικής τάξης- που αρχίζει να διαφαίνεται προς τα μέσα του 18ου αιώνα και λήγει με την ελληνική επανάσταση- η πολιτιστική ταυτότητα γίνεται πιο «κοσμική». Ο ελληνισμός δεν ταυτίζεται πρωταρχικά με έναν παραδοσιακό χριστιανισμό, αλλά αρχίζει ν’ αντιμετωπίζεται σαν πνεύμα «ανανεωτικό», πνεύμα της «προόδου». Η πολιτιστική αντιπαράθεσή του με τους μουσουλμάνους, ξεπερνάει το πλαίσιο ενός απλού τυπικού θρησκευτικού διαχωρισμού, για να καταλήξει στην αντίθεση ανάμεσα στον «εκσυγχρονισμό» και τον «σκοταδισμό».
Επίσης, αυτή η νέα τάξη άνοιξε το δρόμο, για να δεχτεί ο βαλκανικός χώρος τις επιδράσεις της δυτικής Ευρώπης. Αντιτάχθηκε με σφοδρότητα στους Φαναριώτες, που είχαν ταυτιστεί με το συντηρητισμό.
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια έχουμε την ίδρυση νέων εκπαιδευτηρίων στον ελληνικό χώρο καθώς και εμπλουτισμό της διδακτέας ύλης και βελτίωσης των μεθόδων διδασκαλίας. Μερικά από αυτά τα νέα «φυτώρια» παιδείας είναι: η Πατμιάς Σχολή (1715), η Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης (1723), η Αθωνιάς Ακαδημία στο Άγιο όρος (1749), η Παλαμαία Σχολή Μεσολογγίου (1760), η Σχολή Δημητσάνης (1764), η Ακαδημία Κυδωνιών (1780), το Γυμνάσιο Χίου (1790).
Ο 19ος αιώνας
Από το 1780-1820 αρχίζει μια πραγματική πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού. Βασικός φορέας της ήταν τα εξευρωπαϊσμένα στρωματά των εμπόρων: Στο Παρίσι, στη Βιέννη, στη Βενετία και στην Οδησσό πολλαπλασιάζονται οι ελληνικές πολιτιστικές εκδηλώσεις και για πρώτη φορά ο αριθμός των εκδόσεων πολιτικού και επιστημονικού περιεχομένου ξεπερνάει τις επικρατέστερες, ως τότε, θεολογικές μελέτες.
Το 1822, με τη συνέλευση στο Άστρoς, έχουμε συστηματική οργάνωση της εκπαίδευσης των νέων με εφαρμογή της αλληλοδιδακτικής μεθόδου, σύμφωνα με το αντίστοιχο ψήφισμα. Το ψήφισμα αυτό, που δείχνει μια φιλότιμη προσπάθεια από μέρους της πολιτείας για εκπαίδευση του έθνους από την πρώτη κιόλας στιγμή της ανεξαρτητοποίησης αυτού, είναι επίσης δείγμα της μεγάλης σημασίας, που δινόταν τότε από τους νεοέλληνες, στον εκπαιδευτικό τομέα του νεοσύστατου έθνους.
Το 1824 πενταμελής επιτροπή με διευθυντή τον Άνθιμο Γαζή προτείνει σύσταση δημοτικών σχολείων σε όλη την Ελλάδα, ενός Πανεπιστημίου και ενός πρότυπου διδασκαλείου στο Άργος. Αυτές οι προτάσεις δείχνουν ότι οι ελλείψεις στον εκπαιδευτικό τομέα ήταν αρκετές.
Ο Καποδίστριας, παρόλο, που προσπάθησε να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες, (ιδρύει Ορφανοτροφείο στην Αίγινα, Εκκλησιαστική Σχολή στον Πόρο, Γεωργική Σχολή στην Τίρυνθα, Στρατιωτική Σχολή στο Ναύπλιο, Κεντρικό σχολείο στην Αίγινα όπου προετοιμάζονται νέοι δάσκαλοι, εφαρμόζεται η αλληλοδιδακτική μέθοδος εισηγητής της οποίας είναι ο Γ. Κλεόβουλος) κατηγορήθηκε ως φωτοσβέστης, γιατί δεν προχώρησε στην ίδρυση Πανεπιστήμιου. Όμως, η προσφορά του στην παιδεία ήταν σημαντική (το 1830 έχουμε 130 αλληλοδιδακτικά σχολεία, Ελληνικά, με 12.000 μαθητές, ενώ τότε ο ελληνικός πληθυσμός ήταν 600.000), γιατί στήριξε τη γεωργική και επαγγελματική εκπαίδευση όσο κανείς άλλος μέχρι τότε, αλλά, και στα επόμενα χρόνια, ως την κατάργηση της βασιλείας. Και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος χρειαζόταν σε μεγάλο βαθμό μια τέτοια μορφή εκπαίδευσης, για να ανορθωθεί οικονομικά, αφού κύρια πηγή πλούτου του ήταν η γεωργία.
Το 1833 έχουμε την άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα. Μαζί με αυτή την άφιξη έχουμε και αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα, που ίσχυε μέχρι στιγμής. Έτσι ψηφίζεται το 1834 νόμος για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Σύμφωνα με αυτόν η Εκπαίδευση είναι επταετής και υποχρεωτική και για τους άπορους μαθητές δωρεάν. Όμως αυτός ο νόμος, στην πράξη, δεν εφαρμόστηκε. Το ίδιο και ο νόμος του 1836 για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που προέβλεπε τριετές Ελληνικό Σχολείο, καθώς και τετραετές Γυμνάσιο. Η μη εφαρμογή των παραπάνω νόμων, που είναι επηρεασμένοι από Πρωσσικά και Γαλλικά πρότυπα, δείχνει ότι οι θεσμοί δεν μεταφυτεύονται εύκολα. Επίσης, επί Όθωνα ιδρύεται διδασκαλείο αρρένων και η περίφημη φιλεκπαιδευτική εταιρία που ήταν σταθμός για τη γυναικεία εκπαίδευση, όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο. Ο Όθωνας προχωρεί και στην ίδρυση του πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου στην Αθήνα το 1837. αυτό περιλαμβάνει τέσσερις Σχολές (Θεολογική, Νομική, Ιατρική, Φιλοσοφική).
Η βασιλεία του Όθωνα τελειώνει το 1862, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι το 1843 έχουμε την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με την οποία καθιερώνεται συνταγματικό πολίτευμα και καθολική, σχεδόν, ψηφοφορία.
Το 1863 αναλαμβάνει τη βασιλεία της Ελλάδας ο Γεώργιος ο Α΄. Με την άφιξή του έχουμε αλλαγές και στην εκπαίδευση αλλά και στα σύνορα της χώρας. Συγκεκριμένα το 1864 καταργείται το διδασκαλείο αρρένων- που λειτουργούσε στην εποχή του Όθωνα- και προσαρτίζονται στο νέο κράτος οι περιοχές των Επτανήσων και της Θεσσαλίας. Έτσι αυξάνεται ο πληθυσμός και η έκταση της Ελλάδας, ενώ στην Αθήνα ιδρύεται ο «Σύλλογος προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων», ο οποίος στέλνει για μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό Έλληνες (Παπαμάρκου, Μωραίτης, Οικονόμου).
Με τον εκλογικό νόμο του 1877 έχουν δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα όλοι οι ενήλικοι άνδρες, πράγμα που είναι αρκετά προοδευτικό για την εποχή εκείνη. Επομένως η Ελλάδα ήταν τότε μια από τις πιο πρωτοποριακές χώρες σε νομικό, τουλάχιστον, επίπεδο. Το 1881 έχουμε και προσάρτηση της περιοχής της Άρτας στο Ελληνικό κράτος. Έτσι, ενώ το 1832 τα σύνορα της χώρας ήταν περίπου 47.516 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το 1881 φτάνουν τα 63.606 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Το 1877 η Ελλάδα ήταν μια από τις πιο πρωτοποριακές χώρες σε νομικό, τουλάχιστον, επίπεδο Από το 1882 ως το 1895 ο πολιτικός Χ. Τρικούπης επιχειρεί ανορθωτική προσπάθεια. Οι κύριοι στόχοι αυτής της προσπάθειας είναι ο εκσυγχρονισμός και η ισχυροποίηση του κράτους, η αναδιοργάνωση του στρατού και του στόλου, η ταχύρρυθμη ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας, η αναδιοργάνωση της βιομηχανίας και των συγκοινωνιών της χώρας. Όμως ο κακός χειρισμός των εθνικών θεμάτων κατά το 1896-1897, οδήγησε την Ελλάδα σε ήττα, από την Τουρκία, και εθνική ταπείνωση. Μετά συμβαίνει το πραξικόπημα του Αυγούστου του 1909 και σχηματίζεται νέα κυβέρνηση, η οποία, όμως, μετά από διαφωνίες και συγκρούσεις, οδήγησε στην άνοδο του Ε. Βενιζέλου από την Κρήτη.
Η εκπαίδευση αυτής της περιόδου βασίζεται επάνω στα αναλυτικά προγράμματα, για τα δημοτικά σχολεία και τα διδασκαλεία, του Χαρίσιμου Παπαμάρκου, ενώ διαδίδεται αρκετά και το σύστημα του παιδαγωγού Herbart. Το τελευταίο, δε, τέταρτο του 19ου αιώνα εκδίδονται πολλά παιδαγωγικά συγγράμματα. Μερικά από αυτά είναι : ο «Παιδαγωγός» και «Σχολική Παιδαγωγική» του Α. Σπαθάκη, η «Διδασκαλική ή σύντομαι οδηγίαι περί της χρήσεως της νέας διδασκαλικής μεθόδου» του Σπ. Μωραίτου, «Περί του σκοπού της εκπαιδεύσεως της ελληνίδος νεολαίας» και «Τα αναγνωστικά των μικρών ελληνοπαίδων» του Παπαμάρκου, «Το δημοτικόν σχολείον εν Ελλάδι», «Περί τεχνικής αναγνώσεως και απαγγελίας» του Βρατσάνου. Το βιβλίο, δε, του φιλολόγου Ι. Πανταζίδου «Γυμναστική Παιδαγωγική» εκδίδεται την ίδια περίοδο.
Το 1910 ιδρύεται ο περίφημος «Εκπαιδευτικός Όμιλος», που προτείνει την εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία. Πρωτοστάτες αυτής της κίνησης ήταν ο Γληνός, ο Δελμούζος, ο Τριανταφυλλίδης.
Ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός της χώρας, πλέον, από το 1910, οργανώνει το κράτος και τις ένοπλες δυνάμεις και συνάπτει συμμαχία με τους Βουλγάρους. Ενώ με τον Βαλκανικό πόλεμο του 1912 έχουμε ευεργετικά αποτελέσματα για τη χώρα, αφού προσαρτίζονται σ’ αυτή η Ήπειρος, η Μακεδονία, η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου.
Τα προγράμματα της Μέσης Εκπαίδευσης (1833-1920) Ελληνικά σχολεία – Γυμνάσια Με διάταγμα της 22ας Μαρτίου 1833 συγκαλείται επιτροπή από λόγιους και εκπαιδευτικούς, για την υποβολή προτάσεων για τον σχηματισμό σχολείων του λαού, δηλαδή, Ελληνικών, Γυμνασίων και ενός Πανεπιστημίου.
Με το διάταγμα της 21/11/1833 ιδρύονται σχολεία -ελληνικά και γυμνάσια- στο Ναύπλιο. Ενώ με το διάταγμα της 6/18 Φεβρουαρίου του 1834 οργανώνει ο Μάουερ, ο οποίος είναι μέλος της αντιβασιλείας και υπεύθυνος για την παιδεία, την δημοτική εκπαίδευση. Έτσι με διάταγμα της 25/3/1835 ιδρύονται δέκα ελληνικά σχολεία (εκτός από αυτά της Αθήνας, του Ναυπλίου, της Σύρου) στην Τρίπολη, Σπάρτη, Καλαμάτα, Πάτρα, Μεσολόγγι, Άμφισσα, Λαμία, Χαλκίδα, Ύδρα, Τήνο. Ενώ με το ίδιο διάταγμα εξομοιώνεται με το γυμνάσιο του Ναυπλίου και εκείνο που λειτουργούσε από το 1833 στη Σύρο. Στις 13 Αυγούστου 1835 ιδρύεται από μια τάξη ελληνικού σχολείου στις: Άνδρο, Νάξο, Θήρα, Σκύρο, Υπάτη, Πραστό και Πύργο. Στις 19 Αυγούστου 1835 συστήνεται και γυμνάσιο στο Μεσολόγγι, ενώ την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου ιδρύεται ελληνικό σχολείο στη Δημητσάνα.
Η Μέση Εκπαίδευση οργανώθηκε με το διάταγμα της 31/12/1836 «περί του κανονισμού των ελληνικών σχολείων και γυμνασίων». (τα 152 άρθρα του διατάγματος, που αφορούσαν κυρίως λειτουργικά θέματα, ίσχυσαν στα κύρια σημεία τους ως το 1929). Σύμφωνα με αυτό η Μέση Εκπαίδευση περιελάμβανε δύο κύκλους. Το τριτάξιο «Ελληνικόν σχολείον» και το τετρατάξιο «Γυμνάσιον». Ήταν μια αντιγραφή ξένων μορφών Μέσης Εκπαίδευσης και η διάρθρωση αυτή επεκτάθηκε και στις περιοχές, που εκάστοτε προσαρτίζονταν στο ελληνικό κράτος. Με διάταγμα της 19ης Αυγούστου 1914 οι νέες περιοχές που προσαρτήθηκαν διατήρησαν στα σχολεία τους τη μορφή που είχαν ως τότε, ενώ στις 28 Μαΐου 1916 επεκτάθηκαν οι ισχύοντες διατάξεις και στην Β. Ήπειρο.
Βαρβάκειο Λύκειο – Πρακτικά Λύκεια
Το 1834 με τα χρήματα του κληροδοτήματος του Ι. Βαρβάκη ιδρύεται -χωρίς να λειτουργήσει- το Βαρβάκειο Λύκειο. Από το 1860, που άρχισε να λειτουργεί, ακολούθησε το πρόγραμμα των άλλων σχολείων της Μέσης Εκπαίδευσης, δηλαδή αφομοιώθηκε. Το 1886 με άλλο διάταγμα ιδρύθηκε επτατάξιο Λύκειο. Το Βαρβάκειο έγινε προπαρασκευαστικό σχολείο για το πολυτεχνείο και τις στρατιωτικές σχολές. Το 1887 λειτούργησε μια ακόμη τάξη, όπου διδάσκονταν σε επαναληπτική μορφή κυρίως φυσικομαθηματικά και σχέδιο. Το 1920 μεταρρυθμίστηκε σε τετρατάξιο πρότυπο Λύκειο και προσαρτήθηκε στο ιδρυμένο από το 1910 Διδασκαλείο Μ. Εκπαίδευσης, στο οποίο μετεκπαιδεύονταν οι καθηγητές της Μ. Εκπαίδευσης.
Διδασκαλεία αρρένων
Το πρώτο ιδρύθηκε το 1834 στο Ναύπλιο (αργότερα μεταφέρθηκε στην Αθήνα). Είχαν επαγγελματικό χαρακτήρα. Εκπαίδευε δασκάλους και δασκάλες και εξέταζε τους υποψήφιους δημοδιδασκάλους. Η φοίτηση ήταν δύο χρόνια . ύστερα από εισιτήριες εξετάσεις γίνονταν δεκτοί και αφού ήταν κάτοχοι ενδεικτικού προαγωγής από την δεύτερη τάξη του ελληνικού σχολείου. Η χορήγηση διπλώματος δινόταν ύστερα από απολυτήριες εξετάσεις. Όμως απέτυχε, γιατί η Εθνοσυνέλευση το Μάρτιο του 1864 έκλεισε το Διδασκαλείο όχι δια του νόμου, αλλά απαλείφοντας το σχετικό κονδύλιο από τον κρατικό προϋπολογισμό. Ταυτόχρονα έγινε σύσταση στην κυβέρνηση να αναδιοργανώσει το διδασκαλείο. Όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε και έτσι το διάστημα 1864-1878 δάσκαλοι γίνονταν όσοι πετύχαιναν σε εξετάσεις που έδιναν σε ειδικές επιτροπές. Αμφισβητήθηκε η εγκυρότητα αυτών των επιτροπών και των εξετάσεων που διεξήγαγαν, με αποτέλεσμα διαμαρτυρίες φιλολογικών συλλόγων, λογίων και τύπου και σύσταση μόνιμης, πλέον, εξεταστικής επιτροπής στην Αθήνα με διάταγμα της 12ης Σεπτεμβρίου 1872.
Το 1878, πια, ιδρύθηκε διδασκαλείο στην Αθήνα. Ενώ το 1880 ιδρύθηκαν δύο διδασκαλεία στην Πελοπόννησο (Τρίπολη) και τα Επτάνησα (Κέρκυρα) και το 1882 άλλο ένα στη Θεσσαλία (Λάρισα). Το 1892 ιδρύθηκαν τα υποδιδασκαλεία στα οποία μπορούσαν να φοιτήσουν απόφοιτοι ελληνικού σχολείου και ηλικίας 16-30 χρόνων. Οι απόφοιτοι αυτών διορίζονταν σε κατώτερα δημοτικά σχολεία ως «γραμματισταί» αντικαθιστώντας τους γραμματοδιδασκάλους που ως τότε -1892- εργάζονταν σε κατώτερα σχολεία τα γραμματοδιδασκαλεία που λειτουργούσαν στις κώμες, τις απομακρυσμένες από την έδρα του νόμου. Το 1905 καταργήθηκαν για λόγους οικονομικούς τα τρία διδασκαλεία (Πελοποννήσου, Επτανήσου, Θεσσαλίας) και διατηρήθηκε μόνο της Αθήνας. Αυτό το 1910 μεταρρυθμίστηκε σε τετρατάξιο, μετονομαζόμενο σε «Μαράσλειον», από το όνομα του ευεργέτη Γ. Μαρασλή, ο οποίος του δώρισε «καλλιμάρμαρον» διδακτήριο. Εκεί γινόταν δεκτοί, με εξετάσεις, οι κάτοχοι ενδεικτικού προαγωγής από την Β΄ τάξη του Γυμνασίου. Το 1913 ιδρύθηκαν τρία μονοτάξια διδασκαλεία στην Αθήνα, Θεσ/νίκη, Ιωάννινα. Αυτά λειτούργησαν από το 1913 ως το 1914 και δεχότανε αποφοίτους Γυμνασίου ή της Ιερατικής Σχολής Τριπόλεως, ηλικίας ως 25 ετών. Διδάσκονταν φιλοσοφικά, παιδαγωγικά και πρακτικά μαθήματα.
Διδασκαλεία θηλέων
Από το 1837, που λειτουργεί το διδασκαλείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, μονοπωλούσε την γυναικεία εκπαίδευση. Διάταγμα της 13/10/1861 αναγνωρίζει το Παρθεναγωγείο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας επίσημα, ως Διδασκαλείο θηλέων. Λόγω, όμως, της υποβαθμισμένης εκπαίδευσης των γυναικών δασκάλων, το Υπουργείο Παιδείας με διάταγμα της 24ης Απριλίου 1881 επεμβαίνει στη λειτουργία της φιλεκπαιδευτικής εταιρείας. Καθορίζει το σκοπό, τα παιδαγωγικά μαθήματα και αναγνωρίζει ως διδασκαλεία του κράτους τα σχολεία της φιλεκπαιδευτικής εταιρείας στην Αθήνα και Κέρκυρα.
Διδασκαλεία Νηπιαγωγών
Το 1897 ιδρύεται το διδασκαλείο νηπιαγωγών από το εκπαιδευτικό τμήμα της «Ένωσις των Ελληνίδων». Εκπαίδευε νηπιαγωγούς στις οποίες, όμως, χορηγούνταν κρατικό δίπλωμα μετά από εξετάσεις μόνο εφόσον ήταν πτυχιούχες δασκάλες, στις άλλες χορηγούσε σχετικό πτυχίο η «Ένωσις των Ελληνίδων». Τα τρία πρώτα έτη αποτελούνταν από μια τάξη. Το 1900 έγινε διτάξιο, το 1908 τριτάξιο. Ως το 1920 λειτούργησαν τρία νηπιαγωγικά διδασκαλεία: στην Αθήνα (Καλλιθέα), Θεσσαλονίκη και Ιωάννινα.
Διδασκαλεία Τεχνικής Εκπαίδευσης
Για την μόρφωση του διδακτικού προσωπικού των τεχνικών μαθημάτων με νόμο του 1914 ιδρύθηκε στην Αθήνα διδασκαλείο της τεχνικής εκπαίδευσης, αποτελούμενο από τρεις τάξεις. Άρχισε, όμως, να φθίνει από το πρώτο έτος της λειτουργίας του. Το 1920 το διδασκαλείο τεχνικής εκπαίδευσης μετασχηματίστηκε σε τετρατάξιο.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
1) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα 1985, τόμοι ΙΓ΄ & ΙΔ΄.
2) Κ. Τσουκαλάς: «Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922)», Αθήνα 1977.
3) Α. Μ. Ισηγόνης: «Ιστορία της Παιδείας». Ρόδος 1958, β΄ έκδ., Αθήνα 1964.
4) Α. Τσίριμπας: «Ιστορία της παιδαγωγικής», Αθήνα 1964.
5) Δ. Αντωνίου: «Τα προγράμματα της Μέσης Εκπαίδευσης (1833-1929)», τόμος Α΄, Αθήνα 1987.