Επιστροφή σε Ταυτότητες (κοινωνικές, εθνικές, πολιτισμικές)

ΑΡΧΑΙΑ ΜΝΗΜΕΙΑ – ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Πρέπει η Δύση να διαγράψει την Ιστορία της;

Με μια εναλλαγή αντίθετων δικαστικών αποφάσεων προχωρά η απομάκρυνση του Μνημείου της Συνομοσπονδίας από το στρατιωτικό νεκροταφείο του Άρλινγκτον στις ΗΠΑ. Το συγκεκριμένο μνημείο είναι ένα από τα πολλά που θεωρούνται απομεινάρια της εποχής της σκλαβιάς στις πολιτείες του Νότου και αντιμετωπίζονται σαν δείγματα ρατσισμού κατά των Αφροαμερικανών, με αποτέλεσμα είτε να απομακρύνονται, είτε να καταστρέφονται.

Οι υποστηρικτές της απομάκρυνσης του συγκεκριμένου μνημείου καταγγέλλουν ότι ανάμεσα στις 32 φιγούρες, που είναι σκαλισμένες στη βάση του, υπάρχει μια που αναπαριστά μια σκλάβα γυναίκα που κρατάει στην αγκαλιά της το παιδί ενός λευκού αξιωματικού και μια άλλη που αναπαριστά έναν σκλάβο που ακολουθεί το «αφεντικό» του στον πόλεμο. Και γι’ αυτό το λόγο, το «ρατσιστικό» αυτό μνημείο πρέπει να απομακρυνθεί και να καταστραφεί.

Από την άλλη πλευρά όσοι αντιτίθενται στην απομάκρυνση του Μνημείου της Συνομοσπονδίας, θεωρούν ότι τα ρατσιστικά φαινόμενα είναι υπαρκτά, ότι οι μνήμες από τη σκλαβιά είναι οδυνηρές, αλλά εκτιμούν ότι η απομάκρυνση του μνημείου, δεν λύνει το πρόβλημα. Και ότι μια τέτοια κίνηση επιχειρεί με στρεβλό τρόπο να ξαναγράψει την ιστορία.

Όλα είχαν ξεκινήσει μετά τη δολοφονία του Τζώρτζ Φλόιντ στη Μιννεάπολη το 2020, που είχε οδηγήσει στην έναρξη ενός εθνικού διαλόγου στις ΗΠΑ για τα μνημεία και αγάλματα της Συνομοσπονδίας. Το κίνημα «Black Lives Matter», οδήγησε τόσο σε ακτιβιστικές καταστροφές μνημείων όπως του Στρατηγού Ρόμπερτ Λη στη Βιρτζίνια, όσο και σε δημοτικές αποφάσεις για την κατεδάφιση άλλων μνημείων της Συνομοσπονδίας.

Τι είναι αυτά τα πάνω από 700 μνημεία και αγάλματα της Συνομοσπονδίας που έχουν συγκεντρώσει τόση μήνη, εκ των οποίων περίπου 180 έχουν ήδη απομακρυνθεί; Και ποια είναι η Συνομοσπονδία;

Η Συνομοσπονδία των Νοτίων Πολιτειών της Αμερικής ιδρύθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1861 και διαλύθηκε στις 9 Μαΐου 1865. Ιδρύθηκε από επτά πολιτείες που υποστήριζαν τη δουλεία, όπως ήταν η Νότια Καρολίνα, η Φλόριντα, η Αλαμπάμα, η Τζώρτζια, η Λουιζιάνα, το Τέξας και η πολιτεία του Μισσισσιππή.

Στην πορεία είχαν ενταχθεί η Βιρτζίνια, το Αρκάνσας, το Τενεσί και η Βόρεια Καρολίνα. Η συνομοσπονδία είχε τη δική της σημαία και τον δικούς της ύμνους όπως ήταν το «God Save the South» και το περίφημο «Dixie». Η Συνομοσπονδία διαλύθηκε μετά από τη στρατιωτική επιτυχία των Βορείων και την αιχμαλώτιση του Προέδρου της, Τζέφερσον Ντέιβις.

Παρ’ όλο που η σημαία της Συνομοσπονδίας, έχει παίξει το δικό της συμβολικό ρόλο στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να φλερτάρει με αυτό το τμήμα του αμερικανικού εκλογικού σώματος, το ερώτημα σχετικά με την απομάκρυνση των μνημείων της Συνομοσπονδίας είναι άλλο. Κι αφορά όλη τη Δύση.

Είναι, το αν η απομάκρυνση μνημείων, αγαλμάτων και η αφαίρεση ή καταστροφή έργων τέχνη, αποτελεί απάντηση στην πολυπλοκότητα των σημερινών προβλημάτων; Αν η διαγραφή τμήματος της ιστορίας μας, προσφέρει ικανοποίηση και ασφάλεια σε όποιον αδυνατεί να αποδεχθεί το παρελθόν του; Ή μήπως είναι ο φόβος της επανεμφάνισης κάποιων στιγμών της ιστορίας μας, που μας προβληματίζει; Αποτελεί το αυτομαστίγωμα της Δύσης, υλικό για ερμηνεία των γεγονότων; Αποτελεί προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορίας; Ή μήπως αποτελεί υποχώρηση απέναντι σε αιτιάσεις τρίτων;

Θα μπορούσε να υπάρξει το μεγαλείο της Αρχαίας Αθήνας αν η θαλασσοκράτειρα πόλη δεν λεηλατούσε τα ταμεία των «συμμαχικών πόλεων» και δε χρησιμοποιούσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους σαν δούλους; Ήταν ή δεν ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος ένας κατακτητής με επεκτατικές διαθέσεις; Πού θα ήταν οι ΗΠΑ σήμερα αν δεν είχαν εξολοθρευτεί οι Ινδιάνοι; Αν η Μεγάλη Βρετανία δεν είχε εκμεταλλευτεί τις αποικίες της, θα είχε οδηγηθεί ο κόσμος στη Βιομηχανική Επανάσταση; Αποτελεί ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ένα κομμάτι της ιστορίας μας, που πρέπει να διαγράψουμε ή πρέπει να μελετούμε επισταμένως;

Διαβάζουμε καθημερινά ότι η επίθεση του Ισλάμ απέναντι στον Δυτικό κόσμο και τον Χριστιανισμό, έχει βαθιές ρίζες από την εποχή των Σταυροφοριών. Και υπάρχουν δυνάμεις στην Ευρώπη που «αναγνωρίζουν και αποδέχονται αυτήν την αλήθεια». Βλέπουμε τα ναζιστικά συνθήματα της Χαμάς υπέρ του Ολοκαυτώματος και δεν ορθώνουμε σθεναρά το ανάστημα μας, απέναντι στην επίθεση που δέχεται ο πολιτισμός μας και αναζητούμε και ψελλίζουμε το «μήπως», το «εάν» και το «γιατί».

Η Δύση μοιάζει σαν τον ακινητοποιημένο λαγό μπροστά στα φώτα του κυνηγού, που σαστισμένος περιμένει τη μοίρα του. Η Δύση φοβάται να αντικρίσει την περίπλοκη και πολυπαραγοντική πραγματικότητα. Και βυθίζεται στην αναζήτηση μιας ηθικής και ιδεολογικής ερμηνείας και βάσης. Αντιμετωπίζει τις έννοιες της ισχύος, της σύγκρουσης και της κυριαρχίας σαν κάτι που είναι έξω από τη λογική της. Βυθιζόμενη στην ενοχικότητα και την αδράνεια. Αποκαθηλώνοντας μνημεία και σύμβολα και ξαναγράφοντας την ιστορία από την αρχή. Αναδεικνύοντας νέους ήρωες που χαρακτηρίζονται από πολιτική ορθότητα. Κτίζοντας νέες μνήμες. Με πιο τρανταχτό το εγχώριο παράλογο παράδειγμα του μνημείου των «νεκρών της ΕΡΤ».

Είναι επικίνδυνο να διαγράφεις την ιστορία σου. Και είναι πιο επικίνδυνο να αφήνεις τον άλλον, να την ξαναγράφει για σένα.

ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο Βαν Γκογκ και η σούπα

Ο Βαν Γκογκ φιλοτέχνησε τα «Ηλιοτρόπια» (1888) κατά τη διάρκεια μιας, σπάνιας 18άμηνης, περιόδου οπτιμισμού. Το κίτρινο χρώμα ήταν ο συμβολισμός της χαράς και ο σταδιακός μαρασμός των λουλουδιών τού θύμιζε τον κύκλο της ζωής και του θανάτου. Oταν ζωγράφιζε τη νεκρή αυτή φύση είχε στο μυαλό του τη λέξη «ευγνωμοσύνη», και αν είσαι ευγνώμων είσαι έμπλεος ελπίδας. Την προηγούμενη εβδομάδα, στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, τα «Ηλιοτρόπια» του Βαν Γκογκ κοκκίνισαν όταν το υγρό περιεχόμενο δύο κουτιών ντοματόσουπας εκτοξεύθηκε πάνω τους. Το τζάμι προστάτευσε, αισίως, τον πίνακα και γρατζουνίστηκε μονάχα η κορνίζα. Αυτά είναι τα καλά νέα. Iσως μονάχα αυτά θα έπρεπε να είναι τα νέα. Θα έπρεπε να μην ασχοληθώ καθόλου με την ακτιβιστική περιβαλλοντική μικρονοϊκή οργάνωση «Just stop oil», που δεν μοιάζει να αντιλαμβάνεται τη διαφορά ανάμεσα στο λάδι στον καμβά, στις ελαιογραφίες, και στις άδειες ορυκτών καυσίμων που διατείνονται ότι θέλουν να σταματήσουν. «Πάλι τα ίδια;» σκέφτηκα μισοαδιάφορα και μισοκυνικά –και ίσως αυτό είναι το χειρότερο– όταν αντίκρισα ένα ακόμη «χάπενινγκ» στο Λονδίνο όμοιο με αυτά που έχουν συμβεί στην πρωτεύουσα, αλλά και στο Μάντσεστερ και στη Γλασκώβη.

Είναι ο έκτος πίνακας που βανδαλίζεται τους τελευταίους μήνες και ο δεύτερος Βαν Γκογκ. Σπρέι κάλυψε τη βουκολική τοπιογραφία του Κόνσταμπλ με το σλόγκαν «Αποκαλυπτική εικόνα του μέλλοντος». «Οχι νέο λάδι» γράφτηκε κάτω από το «Τελευταίο Δείπνο» του Λεονάρντο ντα Βίντσι, και η υπαίτια έσπευσε να δηλώσει ότι είναι φοιτήτρια τέχνης και την τέχνη τη σέβεται. Περίεργο. Την προηγούμενη εβδομάδα, δύο άλλες οικο-ηλίθιες δράστριες, που είναι οι τύποι των ανθρώπων που στο άκουσμα του επιθέτου θα ανατρίχιαζαν και θα με αποκαλούσαν «τοξική», αντιστάθηκαν στο γραπτό σύνθημα. Τα είπαν με δικά τους λόγια. Προφορικά, προβαρισμένα και ακατάληπτα. Τυχαίες λέξεις που συνθέτουν μια χύμα πρόταση χωρίς σημεία στίξης. «Τι αξίζει περισσότερο, η τέχνη ή η ζωή;, ενδιαφέρεστε περισσότερο για την προστασία ενός πίνακα ή για την προστασία του πλανήτη και των ανθρώπων;». Ισως μόνο ο Χίτλερ θα διατύπωνε έτσι το ερώτημα. Και συνέχισαν: «Οικογένειες πεινασμένες που κρυώνουν δεν διαθέτουν τα μέσα για να ζεστάνουν ούτε μια κονσέρβα σούπα».

Ολοι ενδιαφερόμαστε για την κλιματική αλλαγή, οι πάντες κοιτούμε σοκαρισμένοι τους λογαριασμούς της ενέργειας και κυρτώνουμε από το κόστος ζωής· το μόνο βέβαιο είναι ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν εάν τα καύσιμα παύσουν να υπάρχουν, θα βυθιστεί η χώρα στο σκοτάδι. Παρ’ όλ’ αυτά, η τακτική της ομάδας είναι που εξοργίζει. Να καταστρέφουμε τέχνη στο όνομα μιας άλλης δικής μας αλήθειας, μας μειώνει όλους. Δεν πρόκειται περί ελευθερίας της έκφρασης, είναι ό,τι πιο αντιδημιουργικό και άγονο έχω ποτέ αντικρίσει. Νάρκισσοι που προσπαθούν να μας πείσουν ότι δίνουν τη μάχη τους και υπογραμμίζουν με τον τρόπο τους την εμμονή με το περιβάλλον. Δεν μας βάζουν σε σκέψεις για τις αμέλειες σε ό,τι αφορά το περιβάλλον και το μέλλον του πλανήτη. Κανείς δεν πείθεται ότι η καταστροφική μανία είναι για το κοινό καλό. Είναι απλώς απωθητική, εξτρεμιστική και ντροπιαστική.

Δεν υπάρχει φύλαξη στα μουσεία, θα αναρωτιέστε. Απ’ ό,τι φαίνεται, όχι. Σε επιπλήττουν αν προσεγγίσεις το έκθεμα ή αν ο δείκτης πλησιάσει κάποιο σημείο του έργου, αλλά εάν είσαι ντοματομαχητής δεν υπάρχει πρόβλημα. Η φρούρηση στα μουσεία μοιάζει ακόμη πιο αδύναμη και από την αγγλική αστυνομία. Γιατί δεν είναι το ίδιο να διαμαρτύρεσαι στο Ιράν ή στη Ρωσία, στην Αγγλία είναι δωρεάν, εάν δεν είσαι ύποπτος τρομοκρατίας μπορείς να λεηλατήσεις, να αποκλείσεις δρόμους και γέφυρες και να είσαι καλυμμένος. Η αστυνομία κάθεται –κυριολεκτικά– δίπλα σου «κουβεντιάζοντας» το θέμα, λειτουργώντας με διττό επικουρικό ρόλο, ως ψυχολογική υποστήριξη και ως προσωπική ασφάλεια του διαδηλωτή.

Να καταστρέφουμε τέχνη στο όνομα μιας άλλης δικής μας αλήθειας, μας μειώνει όλους.

Πριν από κάποια χρόνια είχε γραφτεί στους Times του Λονδίνου μια νεκρολογία διαφορετική από τις άλλες. Απέτιε φόρο τιμής σε κάτι νοητό, πολύτιμο, ίσως χαμένο από καιρό αλλά σίγουρα πλέον νεκρό και πάντα επίκαιρο, την κοινή λογική. Το κείμενο έκλεινε ως εξής: Η μνήμη της επιβιώνει από τα θετά της αδέλφια που ονομάζονται «ξέρω τα δικαιώματά μου», «τα θέλω όλα τώρα», «κάποιος άλλος ευθύνεται» και «είμαι θύμα».

Δεν καταλαβαίνω, όμως, γιατί ο ακτιβισμός δεν είναι εξυπνότερος. Την ίδια εβδομάδα, βρισκόταν σε εξέλιξη, όπως κάθε χρόνο, στο Regent’s Park, μια μεγάλη πολιτιστική διοργάνωση. Είναι ένα από τα ογκώδη ετήσια ραντεβού – σε μέγεθος και σε κόστος, θέλω να πιστεύω και σε ποιότητα. Αντίστοιχα λαμβάνουν χώρα και σε άλλες μεγάλες –και μικρότερες– πόλεις. Στη Frieze μαζεύονται κάθε χρόνο εκατοντάδες άνθρωποι της τέχνης –επαγγελματίες– και ερασιτέχνες φιλότεχνοι. Ολοι αυτοί –που πουλούν, αγοράζουν, μεσολαβούν ή απολαμβάνουν– έχουν μετακινηθεί για να φτάσουν εκεί κάτω, σε προσωρινές κατασκευές, για να θαυμάσουν τα χιλιάδες αντικείμενα που εκτίθενται. Χιλιάδες έργα τέχνης, τυλιγμένα και θωρακισμένα, μέσα σε συσκευασίες μιας χρήσης, διανύουν χιλιόμετρα, αεροπορικώς ή οδικώς, για να εκτεθούν για μικρό χρονικό διάστημα, τριών ημερών, προς τέρψιν των φιλότεχνων. Πρόκειται για ένα από τα πλέον ενεργοβόρα και κοστοβόρα, ήτοι αντιοικολογικά, ραντεβού του πλανήτη. Εκεί το δρώμενο θα έπιανε τόπο και, επιπλέον, θα είχαν την ευκαιρία να κάνουν νέους φίλους – κυκλοφορούν κάμποσοι όμοιοί τους, αυτάρεσκοι βολεμένοι νάρκισσοι, που έχουν αναγάγει τη σούπα της μπουρδολογίας σε τέχνη.

* Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Φάκελος: Τουρισμός – Τα ρεκόρ και οι φόβοι της επόμενης ημέρας

Πώς το μοντέλο θα γίνει βιώσιμο

Ο ελληνικός τουρισμός ξεπέρασε κάθε προσδοκία από τα μέσα Ιουλίου και μετά, σημειώνοντας νέα ρεκόρ αφίξεων από το εξωτερικό, αλλά όπως φαίνεται και εισπράξεων. Παράλληλα, όμως, βρέθηκε αντιμέτωπος και με τα όριά του, καθώς ξεπεράστηκε η φέρουσα ικανότητα πλήθους –νησιωτικών κυρίως– προορισμών, ενώ ένα μεγάλο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών εκτοπίστηκε για λόγους τιμών σε εναλλακτικούς προορισμούς, όχι απαραίτητα έτοιμους να υποδεχθούν τον αριθμό επισκεπτών που ακόμα και σήμερα συρρέουν σε αυτούς.

Τα ερωτήματα προκύπτουν αβίαστα: είναι βιώσιμη η φιλοξενία ενός τόσο μεγάλου αριθμού επισκεπτών και με ποιους όρους και προϋποθέσεις; Τι σημαίνει αυτό για τους προορισμούς και τις τοπικές κοινωνίες και τι για τους Ελληνες που αγαπούν να κάνουν τις διακοπές τους στη χώρα τους; Και, εντέλει, ποια είναι η επόμενη μέρα για τον ελληνικό τουρισμό;

Οι αφίξεις επιβατών από το εξωτερικό τον Ιούλιο στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια διαμορφώθηκαν στα 5,127 εκατομμύρια επιβάτες έναντι 4,49 εκατομμυρίων τον αντίστοιχο μήνα του 2019. Οι αριθμοί αυτοί αποτελούν νέο ρεκόρ αφίξεων στα συγκεκριμένα αεροδρόμια και η αύξηση αντιστοιχεί σε ποσοστό της τάξης του 13,9% συγκριτικά με τα επίπεδα ρεκόρ τον ίδιο μήνα του 2019. Οι πρώτες ενδείξεις από τον Αύγουστο δείχνουν πως η αύξηση αυτή του εισερχόμενου τουρισμού κλιμακώνεται: οι αφίξεις στα νησιά του Νοτιοανατολικού Αιγαίου το πρώτο 7ήμερο του Αυγούστου αυξήθηκαν κατά 17% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019. Με τους ξένους να πλημμυρίζουν τα γνωστότερα διεθνώς ελληνικά νησιά, πολλοί Ελληνες αλλά και ξένοι στράφηκαν σε εναλλακτικούς προορισμούς, όπως η Νάξος ή η Τήνος, αλλά και η Ηπειρος. Χιλιάδες Ελληνες ιδιοκτήτες κατοικιών σε νησιά προτίμησαν να τα νοικιάσουν ή ακόμη και να τα αφήσουν άδεια τον Αύγουστο, παρά να βιώσουν τον συνωστισμό που παρατηρείται κάθε χρόνο και φέτος ακόμα περισσότερο. Είναι ίσως επίσης χαρακτηριστικό πως ευκατάστατοι Ελληνες με εξαιρετικές κατοικίες στη Μύκονο αλλά και δεσμούς δεκαετιών με το νησί, φέτος αποφάσισαν, όπως πληροφορείται η «Κ», να τις πουλήσουν και να αναζητήσουν νέες κατοικίες σε λιγότερο κορεσμένους –για την ώρα– προορισμούς, όπως η Αντίπαρος.

Υπό τη δυναμική αυτή, όμως, θεσμικοί φορείς του ελληνικού τουρισμού αλλά και κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν πως τα έσοδα από τον εισερχόμενο τουρισμό μπορούν να αγγίξουν φέτος τα 20 δισ. ευρώ έναντι 18,2 δισ. το 2019. Ενα τέτοιο σενάριο μεταφράζεται σε επιπλέον δημοσιονομικά έσοδα της τάξης των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, από τα αρχικά προϋπολογισθέντα έσοδα ύψους 15 δισ., τα οποία μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις επιδοτήσεις για τα υψηλά ενεργειακά κόστη των νοικοκυριών. Είναι σαφές πως οι ταξιδιωτικές εισπράξεις δημιουργούν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο, σε μια περίοδο που η οικονομία αλλά και η Πολιτεία τον χρειάζονται. Παράλληλα όμως με τα αυξημένα έσοδα αναδύονται με επιτακτικό τρόπο ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητα αυτής της νέας πραγματικότητας.

Εάν σε αυτό το κλίμα προσθέσει κανείς την παροιμιώδη ελληνική ασυδοσία, τις ελλείψεις υποδομών που δημιουργούν κυκλοφοριακό και πλήθος ακόμα προβλημάτων σε άλλοτε παρθένους τόπους, την απουσία χώρων στάθμευσης και την ανεξέλεγκτη αποβίβαση οχημάτων ιδιωτικής χρήσης σε νησιά που απλώς δεν μπορούν να τα χωρέσουν, αντιλαμβάνεται εύκολα πως δίχως στρατηγικό σχεδιασμό ο ελληνικός τουρισμός θα πέσει θύμα της επιτυχίας του: ο βαθμός ικανοποίησης των επισκεπτών θα αρχίσει να υποχωρεί και αυτοί δεν θα επιστρέφουν, ενώ οι συζητήσεις που θα κάνουν στις χώρες τους θα πλήξουν τη φήμη της Ελλάδας. Για παράδειγμα, οι ιστορίες από την εβδομάδα πριν από τον Δεκαπενταύγουστο στην Πάρο αναφορικά με κατάμεστα λεωφορεία, που συνδέουν δημοφιλείς προορισμούς όπως η Χρυσή Ακτή με τους αστικούς οικισμούς, τα οποία έγερναν από τον κόσμο, θυμίζουν τριτοκοσμικές εικόνες.

Οι υποδομές

Δεδομένου ότι οι υποδομές μοιράζονται μεταξύ τουριστικών και μη δραστηριοτήτων (όπως π.χ. οι μετακινήσεις), είναι σαφές πως οι πολλοί ταυτόχρονοι επισκέπτες αυξάνουν τη φθορά και δημιουργούν προκλήσεις όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας και τη διαχείριση αποβλήτων, ενώ προσθέτουν φθορά στο φυσικό περιβάλλον με τη μορφή ρύπανσης και υπερβολικής χρήσης φυσικών πόρων.

Και εντέλει ο υπερτουρισμός απειλεί την ίδια την πολιτιστική ταυτότητα ενός προορισμού. Ούτε λόγος βέβαια δεν πρέπει να γίνεται για την επάρκεια των υπηρεσιών υγείας στους τουριστικούς προορισμούς και τη δυνατότητα διακομιδών επειγόντων περιστατικών προς την Αθήνα. Αυτά επισημαίνονται και στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Ελληνικό Τουρισμό 2030 του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) που έχει υποβληθεί στην κυβέρνηση και τους κοινωνικούς φορείς ήδη εδώ και περίπου ένα χρόνο. Ο ΣΕΤΕ είχε προειδοποιήσει από το 2021 για μια «κορυφαία πρόκληση, που ξεκινάει από τους επιμέρους προορισμούς με την ορθή διαχείριση απορριμμάτων και υγρών αποβλήτων, επεκτείνεται στην ενεργειακή και υδατική επάρκεια και καταλήγει στην προστασία του περιβάλλοντος ως μείζονα προϋπόθεση τουριστικής ανάπτυξης». Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η άμεση ανάγκη να περιληφθεί στην εξίσωση των αλλαγών η κλιματική αλλαγή, που ήδη επηρεάζει τον παγκόσμιο τουρισμό και θα τον επηρεάσει καθολικά το επόμενο διάστημα.

Κάποιοι πιστεύουν ότι οι φετινές επιδόσεις οφείλονται στη φρενήρη ζήτηση μετά την πανδημία και είναι δύσκολο να επαναληφθούν.

Μοναδική χρονιά

Οι ψυχραιμότεροι μιλούν καθησυχαστικά για όσα συμβαίνουν φέτος, αποδίδοντάς τα σε μια ξεχωριστή χρονιά που θα είναι δύσκολο να επαναληφθεί, αφού τα ρεκόρ με βάση τη δική τους ανάλυση δημιουργούνται από την αυξημένη ζήτηση που έχει γεννηθεί ύστερα από δύο χρόνια πανδημίας και lockdown. Το φαινόμενο αυτό μάλιστα έχει ονομαστεί στο εξωτερικό revenge travelling. Ετσι το 2023 μπορεί να μην υπάρχουν προβλήματα όπως η έλλειψη διαθέσιμων καταλυμάτων αλλά και εισιτηρίων, αεροπορικών και ακτοπλοϊκών για μετάβαση σε δημοφιλείς προορισμούς. Ωστόσο, δεν είναι έτσι: τα προβλήματα για το περιβάλλον και τον χαρακτήρα των ελληνικών προορισμών υφίστανται ήδη και πριν από την πανδημία.

Επιπλέον, παράλληλα με το revenge travelling σημειώνεται και μία διαρθρωτική μετατόπιση των εισερχομένων ταξιδιωτών προς υψηλότερα εισοδηματικά άτομα, η οποία παρασύρει προς τα πάνω το σύνολο των τιμών στην αλυσίδα της φιλοξενίας. Νέες αγορές, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, με πολύ υψηλή μέση κατά κεφαλήν δαπάνη ανά ταξίδι, έχουν όχι μόνο αντισταθμίσει αλλά υπερκαλύψει τις απώλειες από παλιότερες αγορές που τώρα είναι κλειστές, όπως της Ασίας και της Ρωσίας. Μαζί με τα υψηλότερα εισοδήματα, όμως, δεν λείπουν και οι μαζικοί αριθμοί αφίξεων των οργανωμένων πακέτων τουρισμού από τα μεγάλα γραφεία της Ευρώπης, που συνεχίζουν να αυξάνουν την πίεση στα όρια της φέρουσας ικανότητας πολλών αναπτυγμένων ελληνικών προορισμών όπως η Ρόδος, η Κέρκυρα και η Κως και που φέτος τον Αύγουστο εκπλήσσουν με τον κόσμο που έχουν ακόμα και τους λιγότερο ευαίσθητους σε αυτές τις καταστάσεις.

Είναι όμως εφικτό τα έσοδα να συνεχίζουν να αυξάνονται, εκτιμούν οι ειδικοί, χωρίς να αυξάνεται ο αριθμός των επισκεπτών που καταπονεί υποδομές και περιβάλλον. Αλλά χρειάζεται σχέδιο για την επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν που θα μπορούσε να πετύχει τους στόχους, για παράδειγμα με μια προσεκτικά διαμορφωμένη τιμολογιακή πολιτική η οποία θα φέρει περισσότερους επισκέπτες σε διαφορετικούς μήνες από τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, καθώς και λιγότερους σε προορισμούς που δεν αντέχουν τον κόσμο που προσελκύουν. Αυτό όμως δεν θα λύσει το πρόβλημα των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων της χώρας, που αδυνατούν φέτος να κάνουν αξιοπρεπείς διακοπές διαρκείας σε οικείους για αυτούς καλοκαιρινούς προορισμούς. Κάποιοι μιλούν ήδη για crowding out των Ελλήνων από τους ξένους. Πολλοί από αυτούς θα πρέπει να αναζητήσουν νέους προορισμούς από τους χιλιάδες πανέμορφους τόπους που έχει πράγματι η Ελλάδα, αλλά οι οποίοι δεν είναι έτοιμοι ακόμα να παρέχουν τις προσδοκώμενες υπηρεσίες.

Για τις τοπικές κοινωνίες, βεβαίως, που περιμένουν από τους δύο-δυόμισι μήνες της καλοκαιρινής σεζόν να υποστηρίξουν οικονομικά τους υπόλοιπους δέκα, η εισροή αυτή των επισκεπτών και η άνοδος της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης αποτελεί μάννα εξ ουρανού. Θα πάψει ωστόσο στο μέλλον να έρχεται εάν δε ληφθούν τώρα μέτρα, εξηγούν οι ειδικοί: «Δεν είναι δυνατόν να συνεχίσει ο τουρισμός να λειτουργεί με αρπαχτές και με εκείνους τους αλλοδαπούς επισκέπτες που αφήνουν πολύ χαμηλή, αν καθόλου, προστιθέμενη αξία, επιδιώκοντας συχνά απλώς να πάρουν μία φωτογραφία-πορτρέτο τους με φόντο Ελλάδα για να την αναρτήσουν στα προφίλ τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», παραδέχονται κύκλοι της αγοράς.

Απάντηση σε όλα αυτά μπορεί να δοθεί μόνο με ένα στρατηγικό σχέδιο που θα στοχεύει σε υψηλότερα έσοδα για περισσότερους σε περισσότερες περιφέρειες, χωρίς όμως αλλοίωση του περιβάλλοντος και του χαρακτήρα των προορισμών. Και αυτό σημαίνει σχεδιασμό αναπτυξιακής πολιτικής και οργανισμούς διαχείρισης προορισμών, που θα συντονίζουν τους συχνά ανταγωνιστικούς μεταξύ τους τοπικούς φορείς, όπως οι δήμοι, η αστυνομία, το λιμενικό, ενίοτε η Εκκλησία και βέβαια οι επιχειρήσεις. Το φετινό καλοκαίρι δείχνει αν μη τι άλλο πως οι κόκκινες γραμμές έχουν ήδη ξεπεραστεί και πρέπει να τεθούν σαφή όρια και όροι.

5,12 εκατ. επιβάτες αφίχθησαν τον Ιούλιο στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, έναντι 4,49 εκατομμυρίων τον αντίστοιχο μήνα του 2019.

20 δισ. ευρώ μπορεί να φθάσουν τα έσοδα από τον εισερχόμενο τουρισμό φέτος, έναντι 18,2 δισ. το 2019.

17% αυξήθηκαν οι αφίξεις στα νησιά του Νοτιοανατολικού Αιγαίου το πρώτο 7ήμερο του Αυγούστου σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019.

 

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Στα νησιά, στα νησιά

Από την αυγή του δυτικού πολιτισμού το Αιγαίο εμπνέει ποιητές και φιλοσόφους. Τα νησιά του είναι το λίκνο της Ελλάδας. Στις ακρογιαλιές του γεννήθηκε η Ευρώπη. Ο μεγαλύτερος ιατρός της αρχαιότητας, ο Ιπποκράτης, ήταν από την Κω

Από την αυγή του δυτικού πολιτισμού το Αιγαίο εμπνέει ποιητές και φιλοσόφους. Τα νησιά του είναι το λίκνο της Ελλάδας. Στις ακρογιαλιές του γεννήθηκε η Ευρώπη. Ο μεγαλύτερος ιατρός της αρχαιότητας, ο Ιπποκράτης, ήταν από την Κω. Ο Πυθαγόρας και ο Ανακρέων από τη Σάμο. Η Χίος θέλει τον Oμηρο να έχει γεννηθεί εκεί. Η Σαπφώ ήταν από τη Λέσβο. Ο Απολλώνιος από τη Ρόδο. Ο Αρχίλοχος από την Πάρο. Ο Αλκαίος από τη Μυτιλήνη. Απ’ τον Ομηρο έως τον λόρδο Βύρωνα και από τη Σαπφώ έως τον Ελύτη, το Αιγαίο υπήρξε ο χώρος όπου η ανθρώπινη σκέψη (και η ποίηση) αδιάλειπτα συνέχισε να διαμορφώνει την ταυτότητα της Ελλάδας, δίνοντας στον κόσμο την Αιτία, τον Λόγο, την Επιστήμη, τις Τέχνες. Οι Κυκλάδες είναι στο κέντρο του Αιγαίου. Ξετυλίγονται στο Αιγαίο. Κυματίζουν ελεύθερα στα γαλανά του νερά. Οι άνεμοι της Ιστορίας δεν τις αφήνουν σε ησυχία. Στους αρχαίους χρόνους η Δήλος ήταν το ιερό νησί. Σήμερα, απέναντι από τη Δήλο, η Τήνος διεκδικεί τα σκήπτρα του Ορθόδοξου προσκυνήματος λόγω της Παναγίας της Ευαγγελίστριας, η εικόνα της οποίας το 1823 ανασύρθηκε από τα χώματά της.

Πριν από μόλις εξήντα χρόνια τα περισσότερα Κυκλαδονήσια δεν είχαν ηλεκτρισμό. Θυμάμαι απέξω το τρίστιχο του ακαδημαϊκού και μετέπειτα πρωθυπουργού Γιώργου Αθανασιάδη-Νόβα (Γ. Αθάνας, 1893–1987) για τον καθηγητή Γεώργιο Μαριδάκη (1890-1979): «Το ανηλέκτριστον Κάστρο της Σίφνου / Πρέπει να ηλεκτροφωτιστή και δις και τρις / Αφού του Μαριδάκη είναι η πατρίς!». Μέχρι και τη δεκαετία του ’50 τα νησιά ήταν τόποι εξορίας, είτε λόγω πολιτικών φρονημάτων είτε λόγω ασθενειών όπως η λέπρα ή η τρέλα. Δωδεκαετής, καλοκαίρι στην Τήνο σε κατασκήνωση στα Πευκάκια πίσω από την Παναγία τη Μεγαλόχαρη, τραγούδαγα με άλλα παιδιά τη «Γίδα», εις βάρος της κατασκηνώτριάς μας κυρίας Ροζαλίας: «Κι η δεσποινίς η Ροζαλία από πέρα / Απ’ το πρωί βαράει μύγες στον αέρα / Ολο περίπατο μας πάει / Κι όλο τη Γίδα τραγουδάει / Αλλά το βράδυ τρία πιάτα θε να φάει». Σήμερα κατασκήνωση στα νησιά σημαίνει ακριβό οργανωμένο κάμπινγκ, όνειρο θερινής νυκτός για νέους με λίγα χρήματα. Δεν αναφέρομαι στη Μύκονο ή τη Σαντορίνη, νησιά που είναι από μόνα τους ξεχωριστές οντότητες. Αναφέρομαι στις Μικρές Κυκλάδες, όπου δεν υπάρχει ίχνος κοσμοπολιτισμού, νησιά ανήμπορα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των μεταμοντέρνων τουριστών, ξένων ή Ελλήνων.Τα παλιά καλοκαίρια τα νησιά είχαν μια απλότητα και μια αρχοντιά. Ταξιδεύοντας με τα αργά ατμόπλοια από Πειραιά για τα νησιά, έβλεπες δελφίνια, γλαρόνια, χελιδονόψαρα. Υπήρχαν παραθεριστές στα νησιά. Σήμερα έχουμε μποστάνια από εκτός ελέγχου τουρίστες. Για τον χαμηλόμισθο διακοπές σε νησί είναι όνειρο απατηλό. Ο μέσος Eλληνας δεν θέλει ξαπλώστρα. Μια αμμουδιά με κόσμο θέλει όπου να ‘ναι να κάνει το μπανάκι του. Ομως οι περισσότερες από τις πιο όμορφες παραλίες των νησιών έχουν δοθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης για εκμετάλλευση σε ιδιώτες.

Τα νησιά από τόποι παραθερισμού γίνονται τόποι τουρισμού. Αυτό συνεπάγεται αρπακτικότητα και έλλειψη σεβασμού προς το περιβάλλον.

Η τουριστική δραστηριότητα επισκιάζει τα νησιά όλο το καλοκαίρι. Τα νησιά τροποποιούνται, μεταμορφώνονται, μετασχηματίζονται, αλλάζουν, γίνονται πλατφόρμες φαγητού και ευζωίας για όσους το αντέχουν. Οι τουρίστες δεν γνωρίζονται με τον τοπικό πληθυσμό, δεν μπαίνουν στα σπίτια τους να δουν πώς είναι η ζωή σε ένα νησί, δεν αποκτούν μια εμπειρία ζωής σε νησί. Από τόποι παραθερισμού γίνονται τόποι τουρισμού. Αυτό συνεπάγεται αρπακτικότητα και έλλειψη σεβασμού προς το περιβάλλον. Η καθημερινότητα των μονίμων κατοίκων αναδιαμορφώνεται, αλλάζει χρήση, γίνεται πιο επιφυλακτική απέναντι στη μαζικότητα του φαινομένου, με αποτέλεσμα η παραβατικότητα εκ μέρους όλων, ακόμη και της τοπικής αυτοδιοίκησης, να ακούγεται ως κάτι φυσικό. Ο καθένας κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει πλούσιος μέσα σε ένα καλοκαίρι.

Τα νησιά είναι πόλος έλξης του γενικού πληθυσμού και το καλοκαίρι εκεί γίνεται πατείς με πατώ σε. Στα κοσμοπολίτικα νησιά επικρατεί μια αναφυλαξία υπεροψίας και νεοπλουτισμού. Φαίνεται πως αρκετοί ντόπιοι επιχειρηματίες αγαπούν πιο πολύ την τσέπη τους από τον τόπο τους. Στον βωμό του κέδρους καταθέτουν την ψυχή τους. Eνα βράδυ, στα πρώτα βήματα της τουριστικής ανάπτυξης πριν από σαράντα χρόνια, άκουσα έναν επιχειρηματία να λέει σε κύκλο επιχειρηματιών πως «αν δεν βγάλεις (=αποκτήσεις) ένα σπίτι μια σεζόν θεωρείσαι αποτυχημένος». Πολλοί τα κατάφεραν. Εις βάρος άλλων. Εις βάρος των εργαζομένων στον τουριστικό κλάδο που ζουν υπό άθλιες συνθήκες, ανασφάλιστοι και μη αμειβόμενοι για τον πραγματικό χρόνο εργασίας τους.

Oπως έγραψε πρόσφατα ο ποιητής Γιώργος Μπλάνας: «Το καλοκαίρι είναι η αναγκαιότητα μεταμορφωμένη σε ελευθερία. Το ζήτημα είναι τι περιμένεις από την αναγκαιότητα και τι από την ελευθερία». Αυτό δεν ξέρω ποιος μπορεί να το απαντήσει, να το διαπραγματευτεί ή να το διαχειριστεί, έτσι ώστε τα νησιά το καλοκαίρι να μην είναι μόνο μία τουριστική μπόρα και μία επιχειρηματική έκρηξη αλλά και μία εμπειρία μοναδική, μια καλοκαιρινή υπέρβαση που σου δίνει την ευκαιρία να ενωθείς με τον αληθινό σου εαυτό ή, έστω, με τον ουρανό…

 

 

ΑΠΟΨΕΙΣ

Η επίδειξη του Dior στην Ελλάδα το 2021

Στη Δέλτα Πληροφορική είχαμε μια διαδικασία η οποία αποδείχτηκε πολύ χρήσιμη. Ηταν η «νεκροψία». Στις πολύ σπάνιες περιπτώσεις που χάναμε έναν πελάτη, τα στελέχη μαζευόμαστε και προσπαθούσαμε να αναλύσουμε το «γιατί» χάσαμε τον πελάτη. Ηταν ίσως η πιο χρήσιμη διαδικασία που μας βοήθησε να βελτιώνουμε συνεχώς τις υπηρεσίες μας. Στην πολύχρονη εμπειρία μου, έχω διαπιστώσει ότι σαν λαός δεν μας αρέσει καθόλου αυτή η διαδικασία, την οποία μπορώ να περιγράψω ακριβέστερα ως εξής: Είναι η εκ των υστέρων επανεξέταση των γεγονότων, ώστε με την πρόσθετη γνώση που αποχτήσαμε («hindsight»), να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα, προκειμένου να βελτιωθούμε. Ο λαός πολύ εύστοχα και απλούστερα, το έχει διατυπώσει με την παροιμία «στερνή μου γνώση, να σε είχα πρώτα».

Αναφέρομαι στις εκδηλώσεις του Dior τον Ιούνιο του 2021 στην Ελλάδα. Θυμήθηκα την ιστορία βλέποντας το εκπληκτικό video «The Dior Cruise Collection 2022 at the Acropolis» που κυκλοφόρησε πρόσφατα, στις 3/12/2021. Να δούμε τι λέγαμε πριν, το τι έγινε και το τι είπαμε μετά. Από την αρχή οι εκδηλώσεις στοχοποιήθηκαν από τον Σύριζα και τα φερέφωνά του. [ …]

Επίσης, στην «Κ» (3/6/2021) ο έγκριτος δημοσιογράφος Παντελής Μπουκάλας έκλεινε το άρθρο του για το θέμα του Dior με τα ακόλουθα: «Α, ναι, η γκρίνια των μίζερων. Των ιδεοληπτικών. Των οπισθοδρομικών. Θυμίζω λοιπόν ότι το 2017, όταν το ΚΑΣ εξέταζε την αίτηση της Gucci να παρουσιάσει την κολεξιόν του μεταξύ Παρθενώνα και Ερεχθείου, η κ. Ελένη Μπάνου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών, είπε ότι “αν δοθεί τώρα η Ακρόπολη στην Gucci, αύριο σε άλλη εταιρεία, μεθαύριο σε άλλη, το υπέρτατο μνημείο θα καταντήσει ένα σκηνικό”. Είναι τόσο μεγάλες οι διαφορές στο τοτινό αίτημα της Gucci και στο τωρινό του Dior ώστε να εξηγείται η αλλαγή στάσης των ίδιων μελών του ΚΑΣ; Τα δικά μου μάτια, ιδεοληπτικώς παρθενωνολατρικά, δεν τις βλέπουν».

Πάμε τώρα στο τι πραγματικά έγινε. Εγινε μια εκπληκτική επίδειξη μόδας στο Kαλλιμάρμαρο που θαυμάστηκε από όλο τον κόσμο. Ειδικά ο φωτισμός του σταδίου ήταν αριστούργημα. Οι ελάχιστοι προσκεκλημένοι στο σκοτάδι, ώστε να μη φαίνονται στην εκδήλωση. Εγινε η περίφημη φωτογράφηση στην Ακρόπολη, χωρίς φυσικά να υπάρχουν φορτηγά ή άλλα βαρέα οχήματα ή μηχανήματα και πολλές άλλες εκδηλώσεις που προβλήθηκαν σε όλο τον κόσμο. Τζίφος η προκαταβολική καταστροφολογία. Μια μικρή λεπτομέρεια που δεν προβλήθηκε αρκετά: Ο οίκος Dior έχει περισσότερα από 37 εκατομμύρια followers στο Facebook και 17 εκατομμύρια στο Instagram, όπου αναρτήθηκαν τα συμβάντα στην Αθήνα. Αναζήτησα στο site Documentonews την αναφορά «Dior» και βρήκα πολλά δημοσιεύματα πριν από την εκδήλωση, αλλά δεν βρήκα κανένα μετά την εκδήλωση. Σαν να μην έγινε ποτέ ή πέρασε σε κανένα μονόστηλο και δεν εμφανίζεται στην αναζήτηση. Αυτά για την «έγκυρη» δημοσιογραφία που μας τσαμπουνάνε.

[ … ]

Πάμε τώρα να κάνουμε ταμείο: Τι κερδίσαμε και τι χάσαμε. Ακόμα περιμένω από τους προκαταβολικούς επικριτές να μας πουν τι χάσαμε. Προσωπικά δεν βρήκα ότι χάσαμε κάτι. Αντίθετα κερδίσαμε δωρεάν παγκόσμια προβολή της χώρας από έναν εξαιρετικά δημοφιλή οίκο μόδας και πολλά άλλα μικρότερα ζητήματα. Και εδώ εστιάζονται οι αντιρρήσεις των «μίζερων». Εχει ανάγκη από προβολή η Ακρόπολη;

Αντί να σας δώσω την απάντησή μου, θα σας δώσω μερικά στοιχεία και μπορείτε να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα. Η Ακρόπολη μας δέχεται στις καλές εποχές περίπου 2 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο. Το Κολοσσαίο στη Ρώμη, που δεν έχει καμία σχέση με τα αριστουργήματα της Ακρόπολης, δέχεται περίπου 6,9 εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο. Εχει ανάγκη από προβολή το Κολοσσαίο; Και όμως το 2019 στο Κολοσσαίο έγινε η επίδειξη μόδας του οίκου Fendi προς τιμήν του σχεδιαστή Karl Lagerfeld, με παγκόσμια προβολή.

Το Λούβρο είναι το πρώτο σε επισκεψιμότητα μουσείο στον κόσμο, το οποίο το 2018 υποδέχτηκε 10,2 εκατομμύρια επισκέπτες. Το Μουσείο της Ακρόπολης είχε μόλις 2,0 εκατομμύρια επισκέπτες. Σας φαίνεται να έχει ανάγκη από προβολή το Μουσείο του Λούβρου; Εντούτοις διαθέτει τους χώρους του για περίπου 500 γυρίσματα κάθε χρόνο, με τα οποία αφενός εισπράττει χρήματα αλλά κυριότερα προβάλλει τα εκθέματά του σε διαφορετικά κοινά, διευρύνοντας έτσι την επισκεψιμότητά του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Λούβρο γυρίστηκαν σκηνές από […] τα «Στρουμφάκια 2» που μόνο έργο τέχνης δεν μπορεί να θεωρηθεί και φυσικά πολλές άλλες αξιόλογες ταινίες όπως ο «Κώδικας Da Vinci». Αυτά όλα στη Γαλλία που φημίζεται για την παράδοσή της στις τέχνες, αλλά και στην υπεροψία των κατοίκων της. Δεν έχουν κανένα σύμπλεγμα να διαθέσουν το Λούβρο, αρκεί να υπάρχουν οι διασφαλίσεις ότι όλες οι δραστηριότητες θα γίνουν με τη δέουσα προσοχή και τον απαραίτητο σεβασμό στα μοναδικά και αναντικατάστατα εκθέματά του.

Ας δούμε όμως και την άλλη αντίρρηση: Την εμπορευματοποίηση. Μην τρελαθούμε κιόλας. Οταν η επίσκεψη στην Ακρόπολη προϋποθέτει την αγορά εισιτηρίου, ήδη την έχουμε «εμπορευματοποιήσει», έστω και αν με τη συνήθη υποκρισία μας δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε.

Θέλω επίσης να απαντήσω και στο πού σταματάμε. Αντιγράφω από άρθρο μου σχετικά με το Gucci-gate στην «ΚτΚ» (26/2/2017): «Εκφράστηκε η άποψη ότι αν δινόταν η άδεια θα δημιουργούσε προηγούμενο και ότι θα μας ζητούσαν τον Ιερό Βράχο και άλλοι. Μακάρι. Θα μπορούσαμε να διαθέτουμε την Ακρόπολη για μια εκδήλωση κάθε χρόνο ώστε να αναπτυχθεί μια υγιής άμιλλα. Μια επιτροπή με ευρύτερη σύνθεση θα μπορούσε να γνωμοδοτεί για την καταλληλότητα της εκδήλωσης, ώστε μόνο σοβαρές προτάσεις να γίνονταν δεκτές. Θα μπορούσε να καθιερωθεί σαν θεσμός. Ας μην κρυβόμαστε και υποκρινόμαστε. Οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι μια επιχείρηση πολλών εκατομμυρίων δολαρίων. Δεν μολύνθηκε η Αρχαία Ολυμπία όπου γίνεται η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας που πραγματοποιείται με χορηγούς και προβάλλει τη χώρα μας».

Ελάτε τώρα να ξαναθυμηθούμε το Gucci-gate. Ο οίκος Gucci το 2017 ζήτησε άδεια προκειμένου να χρησιμοποιήσει τον χώρο της Ακρόπολης για επίδειξη μόδας. Το εγχείρημα θα κόστιζε 55 εκατομμύρια ευρώ, θα διαρκούσε 15 λεπτά, θα είχε 300 υψηλούς καλεσμένους εκ των οποίων 240 εκδότες και δημοσιογράφοι, 30 αστέρες του κινηματογράφου και 30 Ελληνες καλλιτέχνες. Η εγκατάσταση και η αποξήλωση καθώς και η πρόβα θα γίνονταν το ίδιο βράδυ, ώστε να μη μείνει κλειστή η Ακρόπολη. Οπως ήταν αναμενόμενο, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) και η τότε υπουργός Πολιτισμού (Σύριζα) απέρριψαν μετά βδελυγμίας το αίτημα. Μάλιστα, κάποια κυρία χαρακτήρισε την πρόταση «προσβλητική και χυδαία».

«Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα». Τι κερδίσαμε και τι χάσαμε όταν απορρίψαμε την πρόταση Gucci; Ευτυχώς που δεν κάναμε το ίδιο με τον Dior, έστω και αν δεν συμφωνούν ορισμένοι!

* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Επανένωση των Γλυπτών: «πρόταγμα» του πολιτισμού

Από το 2009 το Μουσείο της Ακρόπολης είναι έτοιμο να δεχθεί τα Γλυπτά του Παρθενώνα στη φυσική τους πολιτισμική «κοιτίδα». Πρόκειται για ένα Μουσείο το οποίο, όπως όλη η διεθνής κοινότητα γνωρίζει και αναγνωρίζει, ανεγέρθηκε με κύριο προορισμό τη φιλοξενία των Γλυπτών του Παρθενώνα μετά τον «επαναπατρισμό» τους, αναιρώντας και το τελευταίο «επιχείρημα» αυτών που επιμένουν να συγκαλύπτουν το ιερόσυλο έγκλημα του Ελγιν. Οτι, δήθεν, η Ελλάδα δεν διέθετε κατάλληλο χώρο στέγασης των Γλυπτών του Παρθενώνα, αντίστοιχο μ’ εκείνον του Βρετανικού Μουσείου, δηλαδή αντίστοιχο με τον χώρο όπου «κρατούνται» τα Γλυπτά ως «λάφυρα» της κλοπής του Ελγιν! Το υπέροχο αυτό Μουσείο δίνει αποστομωτικές απαντήσεις στις ως άνω «εν αμαρτίαις προφάσεις» των υπευθύνων του Βρετανικού Μουσείου και προκαλεί, με όρους πολιτισμού και μόνο, την παγκόσμια κοινή γνώμη να κάνει τη σύγκριση: τη σύγκριση ανάμεσα στη φωτεινή «κοιτίδα» των Γλυπτών του Παρθενώνα και το θολό «δεσμωτήριο» του Βρετανικού Μουσείου, όπου «κρατούνται» κατά παράβαση κάθε θεσμικής και πολιτισμικής δεοντολογίας και μάλιστα υπό συνθήκες συντήρησης που απειλούν την υπόστασή τους και την υπεράσπιση των ιστορικών τους καταβολών και συμβολισμών.

Ι. Mακροχρόνιος και αδιάλειπτος αγώνας

Ο αγώνας των Ελλήνων και του Ελληνισμού για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους είναι μακροχρόνιος και, κυρίως, αδιάλειπτος. Και τούτο διότι ουσιαστικώς άρχισε αμέσως μετά την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, άρα όταν ήταν ακόμη «νωπό» το έγκλημα του Ελγιν. Εγκλημα «διαρκές», το οποίο διαπράχθηκε όταν ο Ελγιν, πρεσβευτής από το 1799 της Μεγάλης Βρετανίας στην «Υψηλή Πύλη» στην Κωνσταντινούπολη, το συνέλαβε και το εκτέλεσε μεταξύ 1801-1804. Ηταν τότε που προέβη στην απάτη της ειδεχθούς σύλησης του Μνημείου του Παρθενώνα και τη συνακόλουθη πολιτισμική τυμβωρυχία, επικαλούμενος δήθεν «ανασκαφικές δραστηριότητες» μέσα στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο.

Α. Ως Ελληνες, έχουμε χρέος ν’ αποτίουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής κατ’ εξοχήν στον Λόρδο Βύρωνα, ο οποίος πρώτος ανέδειξε και κατήγγειλε το πολιτισμικό ανοσιούργημα της τυμβωρυχίας του Ελγιν εις βάρος της «κοιτίδας» και του «λίκνου» του κοινού μας πολιτισμού, του Παρθενώνα. Κατά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, μόλις είκοσι τριών ετών, ο Λόρδος Βύρων, το 1811, έστειλε μήνυμα στη Μεγάλη Βρετανία αλλά και σε όλη την Ευρώπη και τη Δύση για το ποιος ήταν ο Ελγιν. Η «Κατάρα της Αθηνάς», απαύγασμα των «μπενθαμικών» ρομαντικών του καταβολών, ήταν, είναι και θα είναι η πιο άτεγκτη «Ερινύα» στον «ύπνο» των υπευθύνων του Βρετανικού Μουσείου για τη διαχρονική συνέργειά τους στο πολιτισμικό έγκλημα του Ελγιν.

1. Την «Κατάρα της Αθηνάς» προεξέτεινε και επέτεινε ο Λόρδος Βύρων έναν, μόλις, χρόνο αργότερα, το 1812, μ’ ένα άλλο ποίημά του, το «Προσκύνημα του Childe Harold». Την «επική» αυτή στάση του Λόρδου Βύρωνα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα συμπυκνώνει το ακόλουθο απόσπασμα από την επιστολή του, γραμμένη στη Ραβένα στις 7 Φεβρουαρίου 1821, προς τον John Murray: «Αντιτάχθηκα και θα αντιταχθώ για πάντα στη ληστεία των Μαρμάρων από την Αθήνα, τάχα για να διδαχτούν οι Εγγλέζοι γλυπτική (οι οποίοι είναι τόσο ικανοί στη γλυπτική όσο οι Αιγύπτιοι στις παγοδρομίες)· αλλά γιατί το έκανα αυτό; Τα Μάρμαρα θα είναι το ίδιο ποιητικά στο Πικαντίλλι όσο και στον Παρθενώνα, αλλά ο Παρθενώνας και ο βράχος του θα είναι λιγότερο ποιητικοί χωρίς αυτά. Ετσι είναι η Ποίηση της Τέχνης» (Μετ. Ζ. Γουργουλιάτου, Lord Byron: «Selected prose», Penguin, 1972). 2. Ομως, και η γαλλική Τέχνη «στρατεύθηκε» νωρίς στον αγώνα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Ακρως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η δήλωση του Rodin, κοιτάζοντας τα φειδιακά γλυπτά, φυλακισμένα μέσα στο Βρετανικό Μουσείο, στον Αγγελο Σικελιανό, όπως την κατέγραψε στο δοκίμιό του «Η διδασκαλία της Εκάβης» («Πεζός λόγος», Δ΄, Ικαρος, Αθήνα, 1951, 1983): «Ολα τα ηλεκτρικά φώτα δεν θα τα εμποδίσουν ν’ αποζητούν αδιάκοπα το γλυκό φως του Ομήρου».

Β. Πάνω λοιπόν και σε αυτή τη βάση, ήδη από το 1842 η Ελλάδα άρχισε να διεκδικεί, με κάθε νόμιμο και πολιτισμικώς πρόσφορο μέσο, την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Πρώτος σταθμός, η εναντίον του Ελγιν καταγγελία του τότε Γραμματέα της «εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας», Αλεξάνδρου Ραγκαβή.1. Μεταγενεστέρως, το αίτημα της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είχε, ήδη από το 1943, έναν «απρόσμενο» σύμμαχο στο πρόσωπο του Λόρδου Kenneth Clark, ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των σπουδαιότερων ιστορικών Τέχνης του 20ού αιώνα. Και ο οποίος, υπό την ιδιότητά του αυτή, μετείχε στη διοίκηση των σημαντικότερων σχετικών Βρετανικών Ιδρυμάτων. Πηγή, από την οποία προκύπτει η κατά τ’ ανωτέρω «συνηγορία» του Λόρδου Kenneth Clark, είναι η μελέτη του James Stourton, «Kenneth Clark, Life, Art and Civilisation» (έκδ. William Collins, London, 2017, σελ. 318).  Σε αυτή τη μελέτη καταγράφεται μια επιστολή του Kenneth Clark, με ημερομηνία 3 Σεπτεμβρίου 1943, προς τον Ιρλανδό ιστορικό Τέχνης Thomas Bodkin, η οποία φυλάσσεται στην Tate Gallery του Λονδίνου. Σταχυολογώ, από την ως άνω επιστολή, το ακόλουθο απόσπασμα: «Κατά τρόπο παράλογο, είμαι υπέρ της επιστροφής των Ελγινείων στην Ελλάδα. Οχι όμως για να επανατοποθετηθούν στον Παρθενώνα, αλλά για να εκτεθούν σ’ ένα όμορφο κτίριο στην άκρη της Ακρόπολης, την κατασκευή του οποίου, νομίζω, θα έπρεπε να πληρώσει η Βρετανική Κυβέρνηση. Θα το έκανα για καθαρά συναισθηματικούς λόγους, ως έκφραση της υποχρέωσής μας στην Ελλάδα». (Tate, 8212, 1-1-17).

2. Βεβαίως, η κρίσιμη καμπή της διεκδίκησης των Γλυπτών του Παρθενώνα από την Ελλάδα ήλθε το 1984, με «ψυχή» την «οραματική» αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, υπό την ιδιότητά της ως υπουργού Πολιτισμού. Την αφετηρία αυτή συνέθεσαν από τη μια πλευρά η υποβολή επίσημου αιτήματος, προς το Βρετανικό Μουσείο, για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, με τη δέσμευση της προηγούμενης ανέγερσης ειδικού προς τούτο Μουσείου. Και, από την άλλη πλευρά, το ταυτόχρονο αίτημα προς την UNESCO, το οποίο ενεγράφη αμέσως στην ημερήσια διάταξη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την επιστροφή Πολιτισμικών Αγαθών. Για την ολοκλήρωση της εικόνας των πρωτοβουλιών της εποχής εκείνης πρέπει ν’ αναφερθούν δύο, ακόμη, «σταθμοί»: Πρώτον, το ψήφισμα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, στις 4 Ιουνίου 1983. Και, δεύτερον, η επικύρωση του ψηφίσματος αυτού, τον επόμενο χρόνο, στις 16 Σεπτεμβρίου 1984.

Ο Λόρδος Βύρων πρώτος ανέδειξε και κατήγγειλε το πολιτισμικό ανοσιούργημα της τυμβωρυχίας του Ελγιν.

ΙΙ. Οι συμβολισμοί του Παρθενώνα

Αυτός ο, πολιτισμικώς «ιερός», αγώνας συνεχίζεται και σήμερα, δοθέντος ότι είναι παγκοσμίως αποδεκτό πως τα Γλυπτά αυτά ανήκουν, δικαιωματικώς και πολιτισμικώς, στον Παρθενώνα και τα Μνημεία του.

Α. Και τούτο διότι χωρίς τα Γλυπτά αυτά ο Παρθενώνας, βαριά «λαβωμένος» από μιαν ιερόσυλη πράξη βανδαλισμού και λεηλασίας, δεν μπορεί να συμβολίσει και, επέκεινα, να εκπέμψει προς την Ανθρωπότητα το μοναδικό πολιτισμικό μήνυμα που του αναλογεί. Ως προς την παγκόσμιας πολιτισμικής εμβέλειας μοναδικότητα του Παρθενώνα και των Μνημείων του, δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν.

Β. Γι’ αυτό μένω μόνο στην πιο απτή αλλά και πιο ηχηρή μαρτυρία, ήτοι στη μαρτυρία του Αντρέ Μαλρώ, η οποία εμπεριέχεται στη μνημειώδη ομιλία του, στις 28 Μαΐου 1959, όταν εκπροσώπησε τη Γαλλική Κυβέρνηση κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης:

1. Στην αρχή της ομιλίας του ο Αντρέ Μαλρώ είχε επισημάνει: «Ο πρώτος παγκόσμιος πολιτισμός άρχισε». Και αμέσως στη συνέχεια, ο Αντρέ Μαλρώ «αποθεώνει» τη μοναδικότητα του αναλλοίωτου στους αιώνες και πανανθρώπινου μηνύματος του Παρθενώνα με τις εξής φράσεις: «Μέσω αυτού του πολιτισμού και προς δόξαν του φωταγωγείται η Ακρόπολη, η οποία καλείται να απαντήσει σε ερωτήματα που κανείς άλλος πολιτισμός δεν έθεσε. Το πνεύμα της Ελλάδας εμφανίστηκε αρκετές φορές στον κόσμο, δεν ήταν όμως πάντοτε το ίδιο.(…) Η Ακρόπολη όμως είναι ο μοναδικός τόπος του κόσμου που κατοικείται ταυτόχρονα από το πνεύμα και το θάρρος».

2. Τέλος, ο Αντρέ Μαλρώ συμπύκνωσε, μέσω του μηνύματος του Παρθενώνα, την ουσία του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού ως συστατικού στοιχείου του διαχρονικού Παγκόσμιου Πολιτισμού μέσα στις ακόλουθες σκέψεις: «Δεν θα πάψουμε ποτέ να το διακηρύσσουμε: Ο,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία –το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος–, η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα».

Υπό τα δεδομένα αυτά είναι προφανές ότι η διεκδίκηση των Ελλήνων και του Ελληνισμού για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα συνιστά πραγματικό «πρόταγμα» αυτού τούτου του Παγκόσμιου Πολιτισμού. Ενα «πρόταγμα» στο οποίο, είμαι βέβαιος, δεν θα μπορεί για πολύ ακόμη ν’ αντιτάσσεται αυθαιρέτως το Βρετανικό Μουσείο.

* Ο κ. Προκόπιος Παυλόπουλος είναι τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επίτιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Οι παραπάνω θέσεις διατυπώθηκαν κατά τη θητεία του ως Προέδρου της Δημοκρατίας, κυρίως στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημερίδας, με θέμα «Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα», η οποία είχε οργανωθεί στις 15 Απριλίου 2019.

ΑΠΟΨΕΙΣ

Γλυπτά Παρθενώνα: επανένωση, όχι επιστροφή

Τα γλυπτά του Παρθενώνα ήρθαν πάλι στο προσκήνιο με αφορμή την αρνητική στάση του Βρετανού πρωθυπουργού στον επαναπατρισμό τους. Η άρνηση του κ. Τζόνσον είναι μικρής σημασίας, δεδομένου ότι αρμοδιότητα για τα γλυπτά δεν έχει η βρετανική κυβέρνηση αλλά το διοικητικό συμβούλιο του Βρετανικού Μουσείου· η δική του στάση μετράει. Τριάντα οκτώ χρόνια μετά την έναρξη συστηματικών προσπαθειών για τον επαναπατρισμό των γλυπτών, η αντίθεση του Βρετανικού Μουσείου στην επανένωση του μνημείου δεν έχει ουσιαστικά, ηθικά ή επιστημονικά ερείσματα. Από το 2009 το Μουσείο Ακρόπολης είναι ο ιδανικός χώρος για την έκθεσή τους. Το μόνο επιχείρημα του Δ.Σ. του Βρετανικού Μουσείου, όπως διαβάζει κανείς στην ιστοσελίδα του, είναι ότι «πιστεύει πως συνιστά μεγάλο δημόσιο όφελος το να βλέπει κανείς τα γλυπτά μέσα στα συμφραζόμενα της παγκόσμιας συλλογής του Βρετανικού Μουσείου, για να εμβαθύνει στην κατανόηση της σημασίας τους στο πλαίσιο της παγκόσμιας ιστορίας του πολιτισμού». Με άλλα λόγια, η θέαση των γλυπτών του Φειδία μαζί με τα γλυπτά της Νήσου του Πάσχα ή της αρχαίας Αιγύπτου έχει προτεραιότητα απέναντι στην ακεραιότητα ενός έργου τέχνης. Σκεφθείτε να είχε βρεθεί η παρτιτούρα μιας χαμένης συμφωνίας του Τσαϊκόφσκι και τα φύλλα της να βρίσκονταν διασκορπισμένα σε ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο· και αναλογιστείτε ο κάτοχος του 60% των φύλλων να προτιμά οι νότες που είναι γραμμένες εκεί να εκτελούνται μαζί με μουσική από τις Ανδεις και την Κίνα, αντί να επιτρέπει την εκτέλεση του συνολικού έργου. Αντίστοιχη βαρύτητα έχει το επιχείρημα του Βρετανικού Μουσείου.

Γιατί λοιπόν το Βρετανικό Μουσείο εμμένει στη στάση του; Ο λόγος, ομολογούμενος ή μη, είναι απλός: Αν το Βρετανικό Μουσείο παραχωρούσε τα γλυπτά του Παρθενώνα με τρόπο που θα δημιουργούσε την οποιαδήποτε υπόνοια ότι τα κατέχει παράνομα, θα δημιουργούσε προηγούμενο που θα έθετε σε αμφισβήτηση τη νομιμότητα των συλλογών που απέκτησε πριν από τη διαμόρφωση διεθνών κανόνων για το δίκαιο των αρχαιοτήτων. Το Βρετανικό Μουσείο δηλώνει διατεθειμένο να δανείσει τα γλυπτά του Παρθενώνα υπό τον όρο ότι θα του αναγνωριστεί η κυριότητά τους. Δεν είναι ιδιοτροπία· είναι θέμα επιβίωσης.

Μπορεί η Ελλάδα να διεκδικήσει μέσω της νομικής οδού την επιστροφή των γλυπτών; Σύμφωνα με Τούρκους ιστορικούς, ο Ελγιν αφαίρεσε τα γλυπτά βάσει διοικητικού εγγράφου (επιστολής του καϊμακάμη στις Αρχές της Αθήνας), ενώ για τέτοια πράξη κανονικά θα απαιτείτο φιρμάνι από τον σουλτάνο. Ο Ελγιν ισχυρίστηκε ότι φιρμάνι του δόθηκε, αλλά τέτοιο έγγραφο δεν σώζεται. Ωστόσο, όταν το 1816 το Βρετανικό Μουσείο απέκτησε τα γλυπτά του Παρθενώνα, εκτελώντας απόφαση του βρετανικού Κοινοβουλίου, δεν υπήρχαν διεθνές δίκαιο για την προστασία πολιτιστικών αγαθών, συντεταγμένη ελληνική πολιτεία και ελληνικοί νόμοι για την προστασία των αρχαιοτήτων. Στα νομικά μονοπάτια ελλοχεύουν απρόβλεπτοι κίνδυνοι.

Αντίθετα, από ηθικής και επιστημονικής απόψεως τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Ο Ελγιν προχώρησε, αδηφάγος και αδίστακτος, σε πραγματική λεηλασία. Οποιος διαβάζει τις αναφορές των πρακτόρων του για τον βάναυσο τρόπο με τον οποίο αφαιρέθηκαν τα γλυπτά, αισθάνεται και σήμερα τον ίδιο αποτροπιασμό και την οργή που εξέφρασε τότε ο Λόρδος Βύρων στο ποίημά του «Η κατάρα της Αθηνάς». Οποιο έγγραφο και να είχε ο Ελγιν το 1801, σήμερα προτεραιότητα έχει η αποκατάσταση ενός έργου τέχνης με εμβληματική σημασία για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Με αυτό ακριβώς το πνεύμα, το σύνθημα των διεθνών επιτροπών για τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι Marbles United, όχι Marbles Returned: επανένωση, όχι επιστροφή.

Δεδομένου ότι διαχρονικά έχει προβληθεί το νομικό ζήτημα της κυριότητας, χωρίς ουσιαστική πρόοδο, ίσως ήρθε η στιγμή να δοκιμασθεί μια άλλη προσέγγιση. Η πρόταση είναι απλή: η επιτροπή πολιτιστικών υποθέσεων της Βουλής να ορίσει επιτροπή από Ελληνες και ξένους εμπειρογνώμονες και προσωπικότητες, οι οποίοι θα προσεγγίσουν το Βρετανικό Μουσείο για λογαριασμό του Μουσείου Ακρόπολης, για να εξετάσουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούσε να γίνει δυνατή η επανένωση των γλυπτών. Δεδομένου ότι κάθε κυβέρνηση θα ήθελε να θριαμβολογήσει για μια επιτυχία και κάθε αντιπολίτευση θα αναζητούσε λόγους για να στηλιτεύσει την κυβέρνηση, ο ορισμός της επιτροπής θα πρέπει να γίνει με αυξημένη πλειοψηφία, για να είναι δεδομένη η υπερκομματική στήριξη. Σε μια περίοδο αυξανόμενης πόλωσης θα ήταν πραγματικό δώρο στους Ελληνες πολίτες να υπάρξει ευρύτερο κλίμα συνεννόησης σε αυτό το θέμα, ιδίως σε ένα επετειακό έτος.

Λύσεις υπάρχουν. Αναφέρω ως παράδειγμα ένα μικρό θραύσμα από τη ζωφόρο του Παρθενώνα που βρισκόταν στην κατοχή του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης. Το 2006 δεν «επιστράφηκε», αλλά «δωρήθηκε» στο Μουσείο της Ακρόπολης· η πράξη της δωρεάς, της μεταβίβασης κυριότητας, απήλλαξε το Πανεπιστήμιο από κάθε υποψία παρανομίας και το θραύσμα βρήκε τη θέση του στη ζωφόρο. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο αίτημα μιας κυβέρνησης να της επιστραφούν κλοπιμαία, και στο αίτημα μιας επιτροπής για λογαριασμό της ανθρωπότητας να αποκατασταθεί ένα μνημείο οικουμενικής σημασίας. Με τη μετάθεση του ζητήματος μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική. Αλλιώς είναι μεγάλος ο κίνδυνος η Ελλάδα να συνεχίσει να έχει το δίκιο με το μέρος της και το Βρετανικό Μουσείο τα γλυπτά στις αίθουσές του.

* Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Stress test για τα ελληνικά νησιά ο υπερτουρισμός

«Βούλιαξαν» τον Αύγουστο – Ο υπερτουρισμός απειλεί τον χαρακτήρα και σε βάθος χρόνου την οικονομία πολλών προορισμών

Με έκπληξη διαπίστωναν φέτος το καλοκαίρι οι επισκέπτες πολλών νησιών, όταν έφταναν τον Ιούλιο για τις διακοπές τους στους αγαπημένους τους προορισμούς, πως παραλίες, ταβέρνες, καφέ και αγαπημένες γωνιές που είχαν συνηθίσει να απολαμβάνουν ήταν κατάμεστα όλα από κόσμο.

Oσοι μάλιστα ταξίδεψαν αργότερα, τον Αύγουστο, ήρθαν αντιμέτωποι με νησιά που είχαν ξεπεράσει τα όρια της φέρουσας δυναμικότητάς τους: ατελείωτες ουρές αυτοκινήτων και κυκλοφοριακό στη Σαντορίνη, ανυπαρξία θέσεων παρκαρίσματος και ενίοτε νερού στην Πάτμο, ουρές στις ταβέρνες στην Τζια και στη Νάξο, συνωστισμός στα λιμάνια της Πάρου και της Σαντορίνης, στριμωξίδι στα στενά της Χώρας στην Πάτμο και της Οίας στη Σαντορίνη, θέματα καθαριότητας παντού, παροδικές διακοπές ηλεκτρισμού σε κάποια νησιά, δυσάρεστες οσμές από τα λύματα στα περισσότερα και ελλείψεις νερού.

Διαβάστε ακόμη: Διπλάσια της αντοχής της η ταξιδιωτική κίνηση στην Πάρο

Και όμως, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποιες επενδύσεις σε αφαλατώσεις, ηλεκτροπαραγωγή ή διασύνδεση και ορισμένες στοιχειώδεις υποδομές. Ωστόσο, η φετινή έκρηξη του τουρισμού και η συγκέντρωση εκατομμυρίων τουριστών από το εξωτερικό, που μπόρεσαν να ταξιδέψουν από τις αρχές Ιουλίου και μετά, σε μερικές δεκάδες νησιά του Αιγαίου λειτούργησε ως stress test για την ελληνική φιλοξενία και τους κορυφαίους προορισμούς. Και το stress test αυτό τα περισσότερα νησιά δεν το πέρασαν. Βεβαρημένη χρόνια τώρα, για παράδειγμα, η Σαντορίνη, από τον υπερτουρισμό είδε τις αεροπορικές αφίξεις επιβατών να κινούνται τον Αύγουστο 5% υψηλότερα από τα επίπεδα του 2019, οπότε είχαν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ. Μα πόσοι άνθρωποι μπορούν πλέον να χωρέσουν στα στενάκια των Φηρών και της Οίας; Και πόσα άτομα μπορούν να πιουν το ποτό τους το βράδυ στην πλατεία της Χώρας στην Πάτμο;

Τα σκληρά ερωτήματα

Παρά την πανδημία και τα μέτρα, ο συνωστισμός στην Πάρο, στη Νάξο, στην Τζια, στην Πάτμο, στη Σαντορίνη, στη Μύκονο, αλλά και αλλού, ήταν έντονος και συνεχής, και φέρνει τη χώρα, τους κατοίκους και τους ανθρώπους που ασχολούνται με τον τουρισμό αντιμέτωπους με σκληρά ερωτήματα: χρειάζεται η Ελλάδα περισσότερους επισκέπτες ή χρειάζεται επισκέπτες που μπορούν να αφήσουν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία; Και αν η απάντηση είναι η δεύτερη, μπορεί ο ελληνικός τουρισμός να το πετύχει αυτό χωρίς άμεση βελτίωση των υποδομών και των υπηρεσιών; Δρόμοι, μαρίνες, τα μη παραχωρημένα σε ιδιώτες αεροδρόμια, θέσεις στάθμευσης, ύδρευση, διαχείριση αποβλήτων, ηλεκτροπαραγωγή ακόμη και λιμενικές υποδομές πάσχουν. Και εντέλει καταστρέφουν την εμπειρία για τους επισκέπτες, αλλά και τους κατοίκους. Ναι μεν η δίψα για τη ρευστότητα που έφερε φέτος ο τουρισμός ήταν δικαιολογημένη μετά την κρίση της πανδημίας που διατάραξε τη βιομηχανία παγκοσμίως το 2020, πλην όμως ακόμη και οι πιο κοντόφθαλμοι αντιλαμβάνονται πως δεν μπορούν να χωρέσουν στην Πάρο 150.000 άνθρωποι ή στην Πάτμο 30.000. Δέκα φορές δηλαδή τον αριθμό των μονίμων κατοίκων. Πως δεν μπορεί η Νάξος να εξυπηρετείται λιμενικά από ένα μόλο που μπορεί να φιλοξενήσει ένα και μόνο πλοίο, ούτε τα αυτοκίνητα των παραθεριστών να παρκάρουν σε ουρές χιλιομέτρων γύρω από τους οικισμούς των νησιών.

Πάρτε για παράδειγμα τη Σέριφο. Κούκλα η Σέριφος, το καταλαβαίνεις από τη στιγμή που πλησιάζει το πλοίο στο λιμάνι, όταν αντικρίζεις τη Χώρα της, με τα άσπρα σπιτάκια σκαρφαλωμένα ψηλά, και κάτω το Λιβάδι, γραφικό, με τα μαγαζάκια του και μια υπέροχη δική του παραλία, τον Αυλόμωνα. Κάπου εκεί, στην άκρη του Αυλόμωνα, κρύβεται το πρώτο πρόβλημα του νησιού, που κάνει αισθητή την παρουσία του μόλις φυσήξει νοτιάς ή επικρατήσει άπνοια: μια δυσάρεστη μυρωδιά από τον βιολογικό καθαρισμό, ο οποίος θέλει οπωσδήποτε επισκευή, αν λειτουργεί κιόλας καθόλου ως βιολογικός. Ενα έργο υποδομής με χρήματα της Ε.Ε., που ήταν εξαρχής προβληματικό. Οπως και η μαρίνα, που ναι μεν κατασκευάστηκε πρόσφατα, προκαλώντας αρχικά ενθουσιασμό στους φίλους του yachting, αλλά στη συνέχεια αφέθηκε στην τύχη της, με αποτέλεσμα ούτε οι προβλεπόμενες υπηρεσίες να παρέχονται ούτε ο δήμος να έχει κάποιο έσοδο. Οπως και η δεξαμενή νερού, κατασκευασμένη χρόνια τώρα, αλλά χωρίς να γίνουν και τα συνοδευτικά έργα για την αξιοποίησή της, με αποτέλεσμα να χρησιμεύει στην καλύτερη περίπτωση για πότισμα της γύρω περιοχής (απλώς ανοίγει το φράγμα) και συνήθως ως συμπαθητικός υδροβιότοπος. Και φέτος το νησί είχε έλλειψη νερού. Κούκλα η Σέριφος, αλλά ιδίως τον Αύγουστο πάρκινγκ δεν υπάρχει πουθενά στο Λιβάδι και στη Χώρα, και η κυκλοφοριακή συμφόρηση θυμίζει πρωινό στη Λ. Κηφισού με ατύχημα!

Ας δούμε λίγο την περίπτωση της Τζιας. Η Τζια είναι χωρίς αμφιβολία από τα πιο ανερχόμενα τουριστικά νησιά, μάλιστα σε τόσο κοντινή απόσταση από την Αθήνα. Αυτή η εγγύτητά της ήταν που βοήθησε το νησί να μην πάθει «στραπάτσο» το 2020 –στην κρίση του κορωνοϊού– και να βουλιάξει από τουρίστες φέτος το καλοκαίρι. Το νησί έχει πολλές χιλιάδες εξοχικές κατοικίες Αθηναίων, αλλά και Ευρωπαίων, οι οποίοι την επιλέγουν επειδή βρίσκεται μιάμιση ώρα από το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».

Υποτυπώδεις υποδομές

Ομως ενώ έχουν χτιστεί χιλιάδες νέα σπίτια και κάθε Σαββατοκύριακο από το Πάσχα έως τον Νοέμβριο το νησί κατακλύζεται από τουρισμό, οι υποδομές του παραμένουν υποτυπώδεις. Το οδικό δίκτυο στο μεγαλύτερο μέρος είναι χωμάτινο, το νερό φτάνει στα περισσότερα σπίτια με βυτίο, ο βιολογικός καθαρισμός (που βρισκόταν μέχρι πρότινος σε μία από τις πιο πολυσύχναστες παραλίες του νησιού) μεταφέρθηκε αλλά παραμένει ημιτελής, τα δεκάδες σκάφη που προσεγγίζουν τα Σαββατοκύριακα δεν έχουν πού να δέσουν και τα σκουπίδια που παράγονται από τις συνεχώς αυξανόμενες τουριστικές αφίξεις ξεχειλίζουν – ιδιαίτερα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Μάλιστα, στο νησί βρίσκεται σε εξέλιξη μεγάλη τουριστική επένδυση –στην παραλία του Βροσκόπου– που θα φέρνει χιλιάδες κόσμου κάθε καλοκαίρι, αλλά καμία πρόβλεψη δεν έχει γίνει για μελλοντική βελτίωση των υποδομών, που έτσι όπως πάνε τα πράγματα σε λίγο θα «διώχνει» τους τουρίστες από την εικόνα υπερκορεσμού.

Ας δούμε όμως τι γινόταν και στη Νάξο. Στη Νάξο, ειδικά τα Σαββατοκύριακα, έως και τα μέσα Αυγούστου ο δρόμος προς το λιμάνι θύμιζε ώρες αιχμής σε κεντρικές οδούς της Αθήνας, με το λιμεναρχείο να εισηγείται «μπλόκο» της παραλιακής για όσους δεν ταξίδευαν ή δεν εκτελούσαν υπηρεσίες τροφοδοσίας και εκτάκτου ανάγκης. Το αδιαχώρητο επικρατούσε, βέβαια, και στις πιο φημισμένες ταβέρνες του νησιού, όπου αναζητούνταν κενά για κρατήσεις σε βάθος 4-5 ημερών, ενώ τα τηλέφωνα δεν σταματούσαν λεπτό να χτυπούν. Οι ουρές από όσους δεν στέκονταν τυχεροί ή δεν είχαν προνοήσει ήταν καθημερινό φαινόμενο, υπό το φόντο των σερβιτόρων που πέρναγαν τις βάρδιες τους τρέχοντας ασταμάτητα. «Φέτος δεν βρίσκαμε με τίποτα προσωπικό», ήταν το μόνιμο παράπονο στα χείλη όλων των ιδιοκτητών.

Τι λέει για όλα αυτά ο επιχειρηματικός κόσμος του τουρισμού; Η χώρα διαθέτει τα εχέγγυα για να πραγματοποιήσει ένα από τα ταχύτερα ριμπάουντ του τουρισμού, υπό την προϋπόθεση όμως πως θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται επενδύσεις, τόσο σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα και δημόσιες υποδομές όσο και σε νέα μοντέλα πωλήσεων και λειτουργίας. Αυτό προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησε η DHR Services με την υποστήριξη της Metron Analysis σε 59 κορυφαία στελέχη του οικοσυστήματος της φιλοξενίας σε Ελλάδα και εξωτερικό, και την οποία παρουσίασε η «Κ» νωρίτερα φέτος.

«Αλλαγή στρατηγικής»

Η Ελλάδα, κορυφαίος τουριστικός προορισμός, πρέπει και μπορεί να επενδύσει στην καλύτερη τουριστική εμπειρία, τονίζει μιλώντας στην «Κ» ο υπουργός Τουρισμού Βασιλης Κικίλιας. «Γι’ αυτό, πλην της πανδημίας που δημιουργεί –παγκοσμίως– ένα ασταθές περιβάλλον, είναι επιβεβλημένο πλέον να αναβαθμίσουμε τις υποδομές μας. Η διασφάλιση της ανόδου του τουριστικού προϊόντος και η διάρκεια στην ποιότητα και στα έσοδα προϋποθέτουν μια στρατηγική βιώσιμου τουρισμού μέσα από τον σεβασμό στο περιβάλλον και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών μας και της ενδοχώρας», υπογραμμίζει. Παράλληλα, όπως σημειώνει, η ισόρροπη και αειφόρος ανάπτυξη θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα, θα βελτιώσει το τουριστικό προϊόν, θα δημιουργήσει καλύτερη ποιότητα ζωής στους κατοίκους και στους επισκέπτες. «Είναι ευθύνη όλων των συναρμόδιων φορέων να δουλέψουμε συντονισμένα, στοχευμένα και με στρατηγικό σχέδιο προς αυτήν την κατεύθυνση. Το brand “Ελλάδα” είναι πολύ ισχυρό και όλοι μαζί θα το κάνουμε ισχυρότερο», προσθέτει. «Η ανάγκη για ένα νέο μοντέλο τουρισμού που θα στηρίζεται στη βιωσιμότητα, στις επενδύσεις και στην ψηφιοποίηση είναι επιτακτική», έχει προειδοποιήσει επανειλημμένως ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ (Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων), Γιάννης Ρέτσος. Χρειάζεται, λέει, συνολικό σχέδιο για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και την ανάπτυξη νέων όπου δεν υπάρχουν, μέσα και από στρατηγικές συνεργασίες ιδιωτικού και δημόσιου τομέα και, βεβαίως, να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η πρόκληση που αφορά το περιβάλλον, την πράσινη ανάπτυξη, την κλιματική αλλαγή, την αειφορία.

Οι διακοπές ως «μπάνια του λαού» δεν ήταν πάντοτε επιδοτούμενο προνόμιο και οι CEO δεν έπαιρναν πάντα τα βουνά για σκι, αυτοσυγκέντρωση ή για να βρουν τα σωστά τσάκρα για την ηρεμία τους. Οι διακοπές –λυπάμαι σύντροφοι– είναι προϊόν του στυγνού καπιταλισμού. Μέχρι να μαζέψουν οι Βρετανοί στις πόλεις κάθε πικραμένο για το καλό της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι απλοί άνθρωποι γεννιούνταν και πέθαιναν στο ίδιο σημείο. Αντε στον ίδιο τόπο, για να δώσουμε μια πιο ευρεία –χιλιομετρικώς– διάσταση της ζωής τους. Ή, απλώς μετανάστευαν κάνοντας το «μοναδικόν της ζωής τους ταξείδιον».

Κατ’ αρχάς, μέχρι να φτάσουμε στους όρους «τουρισμός-διακοπές», πρέπει να επισημάνουμε ότι εξοχικές κατοικίες αναφέρονται ήδη στη μινωική εποχή, οι αρχαίοι Ρωμαίοι έκαναν τον διαχωρισμό μεταξύ αστικής και εξοχικής κατοικίας και, πολύ αργότερα, ο Βοκάκιος αναφέρει στο «Δεκαήμερο» ότι κάποιοι σώθηκαν την εποχή της πανούκλας τον 14ο αι., καταφεύγοντας σε εξοχικές κατοικίες. Περιττό να πούμε ποιοι. Είπαμε, οι διακοπές των πολλών οφείλονται στον καπιταλισμό. Μέχρι τον ύστερο Μεσαίωνα, οι θρησκείες επίσης αποτελούσαν έναυσμα, κατ’ εξαίρεσιν αταξικής, μετακίνησης. Ο Χριστιανισμός, ο Βουδισμός και το Ισλάμ είχαν παραδόσεις προσκυνήματος που έδωσαν και κλασικά λογοτεχνικά έργα όπως είναι οι «Ιστορίες του Καντέρμπερι» του Τζέφρι Τσόσερ, όπου μια ομάδα από τριάντα περίπου άντρες και γυναίκες, για να απαλύνει τη μονοτονία και την πλήξη της οδοιπορίας, λέει ιστορίες μεταξύ τους, συγκροτώντας ένα πανόραμα των συνθηκών της ζωής κατά τον 14ο αι. στην Αγγλία (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μελάνι).

Οι πιο φτωχοί ταξίδευαν με τα πόδια και έκαναν διάφορες δουλειές, κυρίως αγροτικές, στο ενδιάμεσο μέχρι και προκειμένου να φτάσουν στον ιερό προορισμό. Στο ταξίδι της επιστροφής, πούλαγαν και κανένα κομματάκι ιερού οστού ή υφάσματος ή ό,τι να ’ναι, σε άνδρες και γυναίκες ανώτερων τάξεων για να σωθεί η ψυχή αλλήλων. Ακριβώς όπως ο Τολστόι περιγράφει, στο «Πόλεμος και Ειρήνη», την αδελφή του πρίγκιπα Αντρέι, πριγκίπισσα Μάρια, να φιλεύει τα χρειώδη της διαδρομής και να κατευοδώνει τους προσκυνητές που της αφήνουν ένα κομματάκι φυλαχτού από τους Αγιους Τόπους. Οι pilgrims, οι θρησκευτικοί προσκυνητές με την κυριολεκτική και όχι τη μεταφορική έννοια ενός «εσωτερικού» ταξιδιού για τη σωτηρία της ψυχής και τη διεύρυνση του πνεύματος, δυστυχώς, δεν έχουν εξαλειφθεί μέχρι σήμερα.

Από τα μέσα, περίπου, του 17ου αι., η χρυσή νεολαία από τη Βρετανία υπόκειται σε μια προνομιούχο μαθητεία που επικεντρώνεται στην ιδέα του ταξιδιού χάριν περιεργείας και μάθησης. Υπό το φως των ιδεών και της θεωρίας των Αγγλων εμπειριστών (υπεραπλουστευμένα στο παρόν: ο νους του ανθρώπου είναι «τάμπουλα ράζα» και, για να δημιουργηθούν ως προϊόν του οι έννοιες και μετά η γνώση και ο εσωτερικός κόσμος, απαιτούνται οι αισθήσεις και τα εξωτερικά ερεθίσματα), ανοίγεται πεδίον δόξης λαμπρόν στους νέους της βρετανικής αριστοκρατίας και…ξεκινάει ο τουρισμός.

Προκειμένου να εκτεθούν στα «φυσικά ερεθίσματα», ταξιδεύουν στην Ευρώπη κάνοντας αυτό που ονομάστηκε: The Grand Tour (Η Μεγάλη Περιοδεία). Στους δρόμους της Γηραιάς Ηπείρου δεν ήταν μόνοι. Εκτός από το απαραίτητο υπηρετικό προσωπικό, γόνοι ευκατάστατων οικογενειών από χώρες όπως η Δανία, η Γαλλία, η Γερμανία, οι Κάτω χώρες, η Πολωνία, η Σουηδία, ολοκλήρωναν την εκπαίδευσή τους με τον ίδιο ακριβό τρόπο.

Το δρομολόγιο είχε αμέτρητες παραλλαγές αλλά το Παρίσι και η Ρώμη ήταν εκ των ων ουκ άνευ προορισμοί. Γαλλικά, χορός, μόδα, συμπεριφορά και τρόποι της γαλλικής υψηλής κοινωνίας σμίλευαν το «φαίνεσθαι» των νεαρών προετοιμάζοντάς τους για τις ηγετικές θέσεις στη χώρα τους, στην κυβέρνηση ή τη διπλωματία. Φλωρεντία, Βενετία, Ρώμη παρείχαν τον καμβά μελέτης της ζωγραφικής, της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής της μεσαιωνικής, αναγεννησιακής και μπαρόκ εποχής σε ένα ταξίδι γνωριμίας με τις ρίζες του δυτικού πολιτισμού.
Ενα Grand Tour μπορούσε να διαρκέσει από μήνες έως και χρόνια. Στην επιστροφή, κιβώτια με βιβλία, έργα τέχνης, επιστημονικά όργανα μαζί με μερικά πορτρέτα του grand tourist, ζωγραφισμένα σε περιβάλλοντα αποδεικνύοντας του ταξιδιού το αληθές, θα επισημοποιούσαν την ολοκλήρωση της μαθητείας και της επερχόμενης κοινωνικής αποστολής. Μόνο στις αρχές του 20ού αιώνα θα άρχιζαν να προστίθενται στους προορισμούς τα πολύ θερμά μέρη της Μεσογείου. Οπως σημειώνει ο Χόμπσμπαουμ: «Το να πηγαίνει κανείς στη Μεσόγειο καλοκαιριάτικα, χωρίς να ψάχνει για καλλιτεχνικά και αρχιτεκτονικά μνημεία, το θεωρούσαν τρέλα ώς τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο οποίος έφερε τη λατρεία του ήλιου και του μαυρισμένου δέρματος».

Ταξίδια αναψυχής

Φυσικά, όπως και το Grand Tour, οι διακοπές που όλοι αγαπάμε είναι βρετανικό προϊόν. Μέχρι τα μέσα του 19ου αι. ο όρος «διακοπές» περιέγραφε την παύση των δικαστικών διαδικασιών και των πανεπιστημίων. Αλλά η Βιομηχανική Επανάσταση υπέδειξε, μεταξύ πολλών άλλων, την ανάγκη του ελεύθερου χρόνου. Πρώτοι οι ιδιοκτήτες εργοστασίων, οι έμποροι –οι εκπρόσωποι δηλαδή της νέας μεσαίας αστικής τάξης– άρχισαν να απολαμβάνουν ταξίδια αναψυχής και η βρετανική καταγωγή της αναδυόμενης βιομηχανίας διακοπών, αντικατοπτρίζεται σε ονόματα τόπων και ξενοδοχείων.

Η Προμενάντ ντεζ Ανγκλέ στη Νίκαια, ονόματα ξενοδοχείων όπως Hotel Bristol, Hotel Carlton, Hotel Majestic που στην αρχή δημιουργήθηκαν στη Γαλλική Ριβιέρα και σε λουτροπόλεις της ηπειρωτικής Ευρώπης, στην Οστάνδη, στο Μπάντεν Μπάντεν, στο Κάρλσμπαντ, υποδεικνύουν την κυριαρχία των Αγγλων πελατών και παρότι ανήκουν πλέον σε πολυεθνικές αλυσίδες, αποπνέουν ακόμη μια αύρα αίγλης ή, έστω, γοητευτικής παρακμής.

Η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων, κυρίως από το 1840 και μετά, σηματοδοτεί και την εμφάνιση του μαζικού τουρισμού. Πατέρας του είδους ο –τι άλλο;– Βρετανός Τόμας Κουκ. Εμπνεόμενος από το, ταχύτατα αναπτυσσόμενο, σιδηροδρομικό δίκτυο συνάπτει συμφωνία με την εταιρεία σιδηροδρόμων Midland Counties και αρχίζει να αγοράζει συγκεκριμένο αλλά μεγάλο αριθμό εισιτηρίων σε χαμηλότερη τιμή από αυτήν που μπορούσε να βρει κάποιος εάν ήθελε να ταξιδέψει μόνος του. Η πρώτη εφαρμογή αυτής της, κοινά διαδεδομένης πλέον πρακτικής, γίνεται στις 5 Ιουλίου του 1841 για τη μεταφορά μιας ομάδας υποστηρικτών του κινήματος των αντιαλκοολιστών (temperance-υπεύθυνων και για την ποτοαπαγόρευση αργότερα στις ΗΠΑ) στο Λάφμπορο, έντεκα μίλια από το Λέστερ, την πόλη όπου είχε γεννηθεί και δραστηριοποιείτο ο Κουκ. Κόστος για τον επιβάτη: ένα σελίνι για εισιτήριο μετ’ επιστροφής. Λίγο αργότερα, θα προσέθετε στις προσφορές διαμονή και ημιδιατροφή. Μονοήμερες εκδρομές, ολιγοήμερα ταξίδια στο Λίβερπουλ, μικρός γύρος της Σκωτίας. Οι διακοπές των φτωχών είναι πλέον γεγονός.

Το 1851 διοργανώνεται η πρώτη μεγάλη οργανωμένη «εκδρομή» για 150.000 Βρετανούς, με την ευκαιρία της Μεγάλης Διεθνούς Βιομηχανικής Εκθεσης στο Λονδίνο και τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1855, ο Τόμας Κουκ, θα διοργανώσει την πρώτη μαζική εκδρομή στο εξωτερικό με αφορμή τη Διεθνή Εκθεση στο Παρίσι, αφού πριν, οι συμμετέχοντες εκδρομείς, επισκεφθούν το Βέλγιο, τη Γερμανία και μέρη της Γαλλίας.

Τον επόμενο χρόνο θα ξεκινήσει «Ο Γύρος της Ευρώπης». Μαζί τους έχουν και τον Ταξιδιωτικό Οδηγό της εταιρείας Tomas Cook & Son ο οποίος –αντίθετα από τους προηγούμενους ή ακόμα περισσότερο κι από τον ήδη θεωρούμενο «απλουστευμένο» τουριστικό οδηγό του John Murray–, απευθύνεται σε ένα «πιο ευρύ, λιγότερο σοφιστικέ, απλό κοινό της μεσαίας τάξης». Το Grand Tour των πληβείων είναι πλέον, και αυτό, γεγονός.

Οι επίγονοι


Λουόμενοι σε γαλλική παραλία από πίνακα του Ντεγκά.

Το ταξιδιωτικό σύστημα interail που ξεκίνησε το 1972 δίνοντας την ευκαιρία σε νέους της Ευρώπης κάτω των 21 ετών και λίγο μετά στους κάτω των 23 ετών, να ταξιδέψουν οικονομικά σιδηροδρομικώς σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο, ευνοήτως, έλκει την καταγωγή του από το Grand Tour των νεαρών αριστοκρατών συναντώντας το eurail που, από το 1957, έδινε την ευκαιρία σε μη Ευρωπαίους να επισκεφθούν τους τόπους μας. Μόλις το 1998 θα επεκτεινόταν σε όλες τις ηλικίες και το προνόμιο της «μαθητείας» των νέων θα εξελισσόταν στις σύγχρονες «ανταλλαγές» του ευρωπαϊκού προγράμματος Erasmus.
Αλλά και όλοι οι σημερινοί τουρίστες ανεξαρτήτως ηλικίας, είτε το γνωρίζουν είτε όχι, κάνουν ταξίδια και διαδρομές, βασισμένα στο Grand Tour και επισκέπτονται με φτηνές, πτήσεις πλέον, τα μέρη και τους τόπους που αυτό υπεδείκνυε ως άξια προσοχής, με την πατρότητα της «εισιτηριακής» μεθόδου να ανήκει βεβαίως στον Τόμας Κουκ.

Αγάλματα και αναχρονισμός

Πέντε γάλλοι ιστορικοί αντιδρούν με κοινό κείμενό τους στο πρόσφατο εικονοκλαστικό κύμα που σαρώνει τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά απλώνεται και στην Ευρώπη, όπως φαίνεται από εκδηλώσεις στην Αγγλία και τη Γαλλία, και στρέφεται κατά μνημείων, ανδριάντων, αγαλμάτων, καλλιτεχνικών έργων, αναμνηστικών πινακίδων και πινακίδων δρόμων, τιμητικών ονομασιών σχολείων, πανεπιστημίων, εκπαιδευτικών προγραμμάτων και άλλων συμβόλων που θεωρούνται σεξιστικά, ρατσιστικά, ομοφοβικά κ.λπ. Είναι ο Μισέλ Βινόκ, ιστορικός της γαλλικής Δημοκρατίας και των ιδεών, ο Ζαν-Νοέλ Ζανενέ, που υπήρξε και πρόεδρος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, η Μονά Οζούφ, ιστορικός της Γαλλικής Επανάστασης, ο Μορίς Σαρτρ, ιστορικός του Αρχαίου Κόσμου, και η Ανί Σαρτρ, επιγραφολόγος, ειδική στις ελληνικές και λατινικές επιγραφές. Οι πέντε ιστορικοί θεωρούν επικίνδυνο να κρίνονται πρόσωπα, θεσμοί και γεγονότα με τις βεβαιότητες του σήμερα. Και κάνουν λόγο για «αναχρονισμό» που, εφόσον διαδοθεί και επιβληθεί, απειλεί τις δημοκρατικές αξίες.

Οι ιστορικοί απαριθμούν ενδεικτικά και με κάποια ειρωνεία όσους δεν θα δικαιούνταν ανδριάντα ή αναμνηστική πλάκα, σύμφωνα με τους σύγχρονους τιμωρούς. Ο Περικλής κατείχε δούλους και μολονότι θεμελιωτής της αθηναϊκής δημοκρατίας δεν είχε δώσει ψήφο στις γυναίκες. Ο Ιούλιος Καίσαρ υπήρξε απερίγραπτα σκαιός απέναντι σε όσους γαλατικούς πληθυσμούς δεν παραδόθηκαν. Οι μεγάλες μορφές του σοσιαλισμού, ο Φουριέ και ο Προυντόν, ήταν αντισημίτες. Οι θεμελιωτές της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας ήταν στην πλειονότητά τους αποικιοκράτες. Οι Τζέφερσον και Ουάσινγκτον, όπως και όλοι οι θεμελιωτές των Ηνωμένων Πολιτειών, κατείχαν δούλους. Ο Βολταίρος ήταν εβραιόφοβος. Ο Λουδοβίκος Θ’ της Γαλλίας, γνωστός ως Αγιος Λουδοβίκος, υποχρέωσε τους Εβραίους να φέρουν ραμμένο πάνω τους ένα στρογγυλό κομμάτι ύφασμα, αιώνες πριν από το κίτρινο αστέρι των Ναζί. Οσο για τα ονόματα διάσημων γαλλικών δημόσιων λυκείων, θα έπρεπε να αλλάξουν. Το «Λύκειο Καρλομάγνος» δεν μπορεί να ονομάζεται έτσι, καθώς ο αυτοκράτορας έπνιξε τους Σάξονες στο αίμα προκειμένου να τους αναγκάσει να υποταχθούν. Το «Λύκειο Λουδοβίκος ο Μεγάλος» πρέπει να μετονομαστεί, καθώς ο βασιλιάς λεηλάτησε την περιοχή της Φρανς-Κοντέ, ανάμεσα σε άλλες. Οσο για το περίφημο «Λύκειο Ζανσόν ντε Σαγί» παραπέμπει σε ξεκάθαρο μισογυνισμό, καθώς ο ιδρυτής του απαγόρευσε να φοιτούν σε αυτό κορίτσια επειδή τον είχε απατήσει η γυναίκα του.

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Να μην ισοπεδωθεί η ιστορία, λένε οι πέντε ιστορικοί, και όλα να μπουν στο ιστορικό πλαίσιό τους. «Να εξηγήσουμε, να εξηγήσουμε, να εξηγήσουμε», γράφουν, «με τη φιλοδοξία να θεμελιώσουμε, ακόμη και στην πιο ακραία πολυπλοκότητα της ιστορίας, μια κουλτούρα διαμοιρασμού που θα είναι κατάλληλη για τις μελλοντικές διαμάχες».

Η βαριά σκιά των αγαλμάτων

Αν η ιστορική έρευνα αναμετριέται με τις σιωπές, ο δημόσιος λόγος για το παρελθόν συχνά καλωσορίζει τις αποσιωπήσεις. Είναι ένας λόγος αυτοαναφορικός, που διεκδικεί καθολική αποδοχή, χωρίς να αφήνει περιθώρια για αβεβαιότητες, υποκειμενικότητα ή κριτική αντιμετώπιση

08.07.2020, 07:55  ΤΟ ΒΗΜΑ

Αν η ιστορική έρευνα αναμετριέται με τις σιωπές, ο δημόσιος λόγος για το παρελθόν συχνά καλωσορίζει τις αποσιωπήσεις. Είναι ένας λόγος αυτοαναφορικός, που διεκδικεί καθολική αποδοχή, χωρίς να αφήνει περιθώρια για αβεβαιότητες, υποκειμενικότητα ή κριτική αντιμετώπιση. Ο δημόσιος λόγος για την Ιστορία δεν αφορά το παρελθόν καθ’ εαυτό, αλλά το παρελθόν με το οποίο επιλέγουμε να ταυτιστούμε. Αφήνει ωστόσο στην αφάνεια τη μνήμη όσων αποκλείστηκαν από τη συνδιαμόρφωσή του, συχνά προσβάλλοντάς την ανοικτά. Σε αυτό το πνεύμα, για παράδειγμα, είναι τα μνημεία που στήνονται μετά από εμφυλίους πόλεμους. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, τέτοια είναι τα αγάλματα της Συνομοσπονδίας, που δεσπόζουν στις πλατείες ως υπενθύμιση της φυλετικής και κοινωνικής ανωτερότητας των λευκών.

Δεν κινδυνεύει η Ιστορία από την κυριολεκτική ή συμβολική αποκαθήλωση των αγαλμάτων. Ούτως ή άλλως η Ιστορία αναδιαμορφώνεται διαρκώς, και εντάσσει παρόμοιες πρακτικές αναμέτρησης με την ταυτοποιητική λειτουργία του παρελθόντος στα ερευνητικά της ερωτήματα. Αντίθετα, αυτό που κινδυνεύει από την πρόσληψη των αγαλμάτων ως τοτέμ είναι το παρόν και το μέλλον. Η σκιά των αγαλμάτων που υμνούν ή έστω ανέχονται την ανθρώπινη καταπίεση και την κοινωνική αδικία πέφτει πια δυσανάλογα βαριά. Δεν μπορούν να εξακολουθούν να λειτουργούν ως σύμβολα. Μπορούν να πάνε στο μουσείο ή ακόμη να αναπλαισιωθούν, ώστε να επικαιροποιηθεί η κοινωνική τους λειτουργία. Εχει έρθει όμως προ πολλού η ώρα να «πέσουν από το βάθρο τους». Ολα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, για να μην αλλάξει ένας κόσμος δομικά άδικος.

Αν η ιστορική έρευνα αναμετριέται με τις σιωπές, ο δημόσιος λόγος για το παρελθόν συχνά καλωσορίζει τις αποσιωπήσεις. Είναι ένας λόγος αυτοαναφορικός, που διεκδικεί καθολική αποδοχή, χωρίς να αφήνει περιθώρια για αβεβαιότητες, υποκειμενικότητα ή κριτική αντιμετώπιση. Ο δημόσιος λόγος για την Ιστορία δεν αφορά το παρελθόν καθ’ εαυτό, αλλά το παρελθόν με το οποίο επιλέγουμε να ταυτιστούμε. Αφήνει ωστόσο στην αφάνεια τη μνήμη όσων αποκλείστηκαν από τη συνδιαμόρφωσή του, συχνά προσβάλλοντάς την ανοικτά. Σε αυτό το πνεύμα, για παράδειγμα, είναι τα μνημεία που στήνονται μετά από εμφυλίους πόλεμους. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, τέτοια είναι τα αγάλματα της Συνομοσπονδίας, που δεσπόζουν στις πλατείες ως υπενθύμιση της φυλετικής και κοινωνικής ανωτερότητας των λευκών.
Δεν κινδυνεύει η Ιστορία από την κυριολεκτική ή συμβολική αποκαθήλωση των αγαλμάτων. Ούτως ή άλλως η Ιστορία αναδιαμορφώνεται διαρκώς, και εντάσσει παρόμοιες πρακτικές αναμέτρησης με την ταυτοποιητική λειτουργία του παρελθόντος στα ερευνητικά της ερωτήματα. Αντίθετα, αυτό που κινδυνεύει από την πρόσληψη των αγαλμάτων ως τοτέμ είναι το παρόν και το μέλλον. Η σκιά των αγαλμάτων που υμνούν ή έστω ανέχονται την ανθρώπινη καταπίεση και την κοινωνική αδικία πέφτει πια δυσανάλογα βαριά. Δεν μπορούν να εξακολουθούν να λειτουργούν ως σύμβολα. Μπορούν να πάνε στο μουσείο ή ακόμη να αναπλαισιωθούν, ώστε να επικαιροποιηθεί η κοινωνική τους λειτουργία. Εχει έρθει όμως προ πολλού η ώρα να «πέσουν από το βάθρο τους». Ολα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, για να μην αλλάξει ένας κόσμος δομικά άδικος.

Η κυρία Αιμιλία Σαλβάνου είναι ιστορικός, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗΣ

Πρόσωπα της εβδομάδας

Ουίνστον Τσώρτσιλ: Αυτοβανδαλισμός

Οποιος αγγίζει τα μνημεία, τα ξυπνάει. Ακόμη κι αν τα αγγίζει με μόνο σκοπό να τα εξαφανίσει. Ανδριάντες που μάζευαν απαρατήρητοι σκόνη και ίχνη περιστεριών, ζωντανεύουν και γίνονται ξαφνικά ξανά παίκτες στη δημόσια ζωή.

Η αποκαθήλωση των συμβόλων είναι η ίδια ένας πολύ ισχυρός συμβολισμός. Γι’ αυτό και συντελείται τελετουργικά κάθε φορά που πέφτει ένα καθεστώς. Ποιος ξεχνάει τους μπρούντζινους Λένιν που παραδίδονταν στη δίψα του πλήθους στην ανατολική Ευρώπη μετά το 1989. Ποιος ξεχνάει τον επίμονο Σαντάμ Χουσεΐν που έπρεπε να δεθεί με δεκάδες σχοινιά για να υποκύψει στην επίδειξη κατακτητικής δύναμης του αμερικανικού στρατού το 2003;

Η κατεδάφιση σηματοδοτεί έτσι την ιστορική ρήξη. Το πρόσφατο κίνημα αποκαθήλωσης των συμβόλων του ρατσισμού και της αποικιοκρατίας, που πυροδοτήθηκε από τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ, ποιο καθεστώς θέλει να γκρεμίσει; Οταν ακρωτηριάζει τους μαρμαρωμένους βασιλιάδες, όταν γράφει με σπρέι αντιρατσιστικά αναθέματα πάνω στο βάθρο που στηρίζει τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, ποια επανάσταση φαντάζεται ότι εκπληρώνει; Δεν είναι οι εχθροί του ήδη ηττημένοι;

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι ενώ οι θεσμοί έχουν όντως αλλάξει, παραμένουν ωστόσο τα «ραδιενεργά» κατάλοιπα των ρατσιστικών καθεστώτων στο πολιτισμικό υπόστρωμα. Το ερώτημα είναι αν ο τρόπος να καθαρίσουν αυτά τα κατάλοιπα είναι η εκκαθάριση της ιστορικής μνήμης.

Η εκκαθάριση είναι μόδα. Δεν αφορά μόνο τους πεθαμένους. Αφορά και τους ζωντανούς. Μια δήλωση, ένα τουίτ, μια υποψία αρκεί για να αξιώσει κανείς την ακύρωση ενός προσώπου. Ετσι το λένε: Cancelling. Η τελευταία που το υφίσταται ήταν η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, η συγγραφέας του Χάρι Πότερ, επειδή ισχυρίστηκε ότι υπάρχει βιολογικό φύλο.

Τι σχέση έχει η Ρόουλινγκ με τον Τσώρτσιλ; Δείχνουν ότι ζωντανοί και νεκροί μπορούν να βρεθούν αντιμέτωποι με έναν μανιχαϊσμό που βιάζεται να εκδώσει ετυμηγορίες κοινωνικού θανάτου, χωρίς να ενδιαφέρεται να σταθμίσει τις αποχρώσεις –και τις αντιφάσεις– του καταδικαζομένου. Χωρίς να μπορεί να διακρίνει την πολυπλοκότητα της ιστορίας που διαγράφει. Ετσι κάνουν όλοι οι φανατισμοί. Ετσι καταλήγουν να υπονομεύουν τον όντως ιερό σκοπό για τον οποίο υποτίθεται ότι μάχονται.

Η εικόνα του Τσώρτσιλ εγκιβωτισμένου σε τενεκέδες, προληπτικά βανδαλισμένου από τον φόβο τον βάνδαλων, φαίνεται σαν αυτοτραυματισμός της δημοκρατίας. Σαν να τη στοιχειώνουν, εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τη συμμαχική νίκη, τα φαντάσματα που τότε νίκησε.

Χωρίς τον Τσώρτσιλ, η δημοκρατία δεν θα είχε επιζήσει για να τον ξεπεράσει.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 03.02.2020

Η Ελλάδα της φιλοξενίας και της αειφορίας

ΕΛΕΝΑ Κ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ*

Το παράδειγμα της Σαντορίνης έχει συζητηθεί ευρέως στον ελληνικό και τον διεθνή Τύπο ως ακραίο παράδειγμα υπερτουρισμού. SHUTTERSTOCK

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Η τουριστική βιομηχανία είναι εξαιρετικά μεγάλης σημασίας για την ελληνική οικονομία, ωστόσο σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο απειλές για το φυσικό, κτισμένο και πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο στηρίζεται: οι πιέσεις που ασκεί ο μαζικός τουρισμός και οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Στο άρθρο αυτό θα εξετάσω τη συμβολή της αρχιτεκτονικής στη διαχείριση των απειλών αυτών.

• Οι πιέσεις του μαζικού τουρισμού

Διανύουμε μια περίοδο ισχυρής τουριστικής ανάπτυξης, η οποία ωστόσο δεν μας απαλλάσσει από σημαντικά ερωτήματα σχετικά με ορισμένες, παραδόξως αρνητικές, επιπτώσεις για τις αδυναμίες των υφιστάμενων υποδομών, την αλλοίωση των τοπικών πολιτιστικών και φυσικών στοιχείων και τη φέρουσα ικανότητα περιοχών με υψηλή περιβαλλοντική αξία. Το παράδειγμα της Σαντορίνης έχει συζητηθεί ευρέως στον ελληνικό και διεθνή Τύπο ως ακραία τέτοια περίπτωση. Ακόμη και περιοχές NATURA υποδέχονται υπερβολικό αριθμό επισκεπτών, επιφέροντας πολλές φορές μη αναστρέψιμες αλλαγές, υποβαθμίζοντας παράλληλα το τουριστικό προϊόν της περιοχής.

Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένου ότι οι διαφαινόμενες δημογραφικές εξελίξεις (γήρανση του πληθυσμού σε σημαντικές υφιστάμενες αγορές) και η ανάπτυξη των τουριστικών ροών από νέες αγορές, κυρίως την Κίνα, θα αυξήσουν αναμφίβολα τις πιέσεις που υφίστανται τόσο οι τουριστικές υποδομές όσο και το περιβάλλον. Η διατήρηση ενός μοντέλου μαζικού τουρισμού μοιάζει να μην είναι το βέλτιστο για την Ελλάδα.

• Eναλλακτικές μορφές τουρισμού

Η ανάπτυξη της αγοράς εναλλακτικών μορφών τουρισμού, όπως για παράδειγμα ο αγροτουρισμός, ο φυσιολατρικός τουρισμός ή ο τουρισμός της υπαίθρου, ο πολιτιστικός τουρισμός, ο θρησκευτικός τουρισμός, ο οινοτουρισμός, ο συνεδριακός και ο ιατρικός τουρισμός, αποτελεί εν δυνάμει ισχυρό αντίβαρο στην τρέχουσα κατάσταση. Οι μορφές αυτές εκτείνονται εκτός της καλοκαιρινής περιόδου αιχμής, αφορούν συχνά μη κορεσμένες περιοχές και δημιουργούν έσοδα από την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών και προϊόντων.

Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει, δημιουργώντας ή προσαρμόζοντας υποδομές που να είναι συμβατές με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των επισκεπτών αυτών. Ο οινοτουρισμός αποτελεί ένα ενδιαφέρον παράδειγμα. Πολλά υφιστάμενα οινοποιεία αναβαθμίστηκαν δημιουργώντας νέους ή επεκτείνοντας υφιστάμενους χώρους γευσιγνωσίας και υπογραμμίζοντας την άμεση σχέση του οινικού προϊόντος με το φυσικό περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά.

• Το περιβάλλον

Η πιο απειλητική διάσταση της εποχής μας είναι η κλιματική κρίση. Η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας αλλά και οι επιπτώσεις της ρύπανσης μάς υποχρεώνουν να επινοήσουμε τρόπους προσαρμογής της τουριστικής βιομηχανίας, κυρίως αν λάβουμε υπόψη ότι οι κτιριακές υποδομές παράγουν περίπου το 40% των αερίων θερμοκηπίου.

Ο τομέας του τουρισμού μπορεί, υιοθετώντας στρατηγικές αειφορίας στις κατασκευές και στις υπηρεσίες, να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ και κυρίως στον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Οι παραπάνω τάσεις δημιουργούν ένα σύνθετο, πιεστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να χαράξει την πορεία του ο ελληνικός τουρισμός και δημιουργούν μια σειρά προκλήσεων στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί επίσης ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός. Θα πρέπει, χωρίς να υποστεί ζημία η οικονομική βιωσιμότητα των τουριστικών επιχειρήσεων, να τύχουν της προσοχής που απαιτούν οι κοινωνικο-πολιτισμικές και περιβαλλοντικές συνθήκες της εποχής μας, όταν σχεδιάζουμε ένα νέο τουριστικό μοντέλο.

Κυρίως, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η απόδοση των επενδύσεων μπορεί να ενισχυθεί εάν βασίζεται σε δύο σημαντικούς πυλώνες αειφορίας: τη μείωση της κατανάλωσης φυσικών πόρων, κυρίως ενέργειας και νερού, που περιορίζουν ανάλογα το λειτουργικό κόστος, και την προσέλκυση ευαισθητοποιημένων τουριστών. Σύμφωνα με στατιστικές που αφορούν την αγορά της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, η βιωσιμότητα είναι μία σημαντική παράμετρος που επηρεάζει τις επιλογές των τουριστών, ενώ όπως προκύπτει από άλλη σχετική έρευνα αγοράς, η τάση αυτή έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία έτη.

Ο αειφόρος σχεδιασμός του τουριστικού προϊόντος είναι στρατηγική επιλογή που έχει οφέλη τόσο οικονομικά, όσο πολιτιστικά και περιβαλλοντικά. Η αρχιτεκτονική έχει έναν κεντρικό ρόλο να παίξει στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής.

Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός οφείλει να δημιουργεί λειτουργικές προτάσεις με υψηλή αισθητική, που να προσδίδουν σημαντική προστιθέμενη αξία στο ελληνικό τουριστικό προϊόν.

Η ενσωμάτωση βιοκλιματικών στρατηγικών στην αρχιτεκτονική λειτουργεί ως μία μεθοδολογία που αξιοποιεί με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο τις κλιματικές παραμέτρους και ειδικότερα το μικροκλίμα της κάθε περιοχής, εξασφαλίζει τη συνετή διαχείριση των φυσικών πόρων και συμβάλλει στον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας τόσο κατά τη φάση κατασκευής ή ανακαίνισης, όσο και κατά τη διάρκεια λειτουργίας της επιχείρησης.

Οι στρατηγικές του βιοκλιματικού σχεδιασμού περιλαμβάνουν τη χρήση των κατάλληλων συστημάτων, είτε παθητικών (π.χ. φυσικός αερισμός και δροσισμός, ηλιασμός και σκίαση) είτε ενεργητικών (π.χ. γεωθερμία, ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας). Τα παθητικά συστήματα βασίζονται αποκλειστικά στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και στη χρήση των υλικών που ο συγκεκριμένος τόπος μας προσφέρει. Ενσωματώνουν συχνά παραδοσιακή γνώση που έχει εφαρμοστεί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, την οποία καλούμαστε να εφαρμόσουμε, εμπλουτίζοντάς την με τη χρήση νέων τεχνολογικών συστημάτων.

Η επιλογή του κατάλληλου προσανατολισμού, με βάση τις συνθήκες ηλιασμού, τους επικρατούντες ανέμους, τη θέα, τη σχέση με τον φυσικό και ανθρωπογενές γειτονικό περιβάλλον, αποτελεί το σημείο εκκίνησης του παθητικού σχεδιασμού και επιτρέπει την εφαρμογή των άλλων βασικών στοιχείων της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής:

• Φυσικός αερισμός και φωτισμός

Η διασφάλιση φυσικού αερισμού και φωτισμού συνεισφέρει στην υγιεινή των χώρων και στον περιορισμό της ενεργειακής κατανάλωσης και δημιουργεί συνθήκες θερμικής άνεσης.

• Σκιασμός

Σε μία χώρα με έντονη ηλιοφάνεια, όπως η Ελλάδα, ο έλεγχος των ηλιακών κερδών αποτελεί μια ακόμη κρίσιμη παράμετρο του συνολικού σχεδιασμού. Μπορεί ακόμη να αποτελέσει ένα καθοριστικό στοιχείο για την αισθητική του κτιρίου, δημιουργώντας δυνητικά νέους ημιυπαίθριους χώρους και νέες χρήσεις.

• Επιλογή ενεργητικών συστημάτων

Οι καιρικές συνθήκες στην Ελλάδα αναγκάζουν τον αρχιτέκτονα να προβλέψει την ένταξη συστημάτων θέρμανσης, ψύξης, κλιματισμού και αερισμού στο κτιριακό κέλυφος. Η επιλογή τεχνικών ήπιου δροσισμού, για παράδειγμα, όπως είναι οι ανεμιστήρες οροφής, σε συνδυασμό με τον νυχτερινό αερισμό είναι στοιχεία ενός ολοκληρωμένου βιοκλιματικού σχεδιασμού και μειώνουν δραστικά την ανάγκη κλιματισμού.

• Συστήματα διαχείρισης ενέργειας και νερού

Μπορούν να υιοθετηθούν διαφορετικές λύσεις εξοικονόμησης και αποδοτικής διαχείρισης του νερού συμπεριλαμβάνοντας τεχνικά συστήματα διαφόρων ειδών, την επανάχρηση νερού, τη συλλογή ομβρίων υδάτων αλλά και την επιλογή ενδημικών ή ξερικών ειδών φύτευσης ώστε να περιορίζεται η ανάγκη άρδευσης.

• Επιλογή δομικών υλικών

Η επιλογή των υλικών εξωτερικών και εσωτερικών χώρων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος μιας ολοκληρωμένης αρχιτεκτονικής μελέτης, καθώς επηρεάζει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του κτιρίου τόσο στη φάση κατασκευής όσο κατά τη λειτουργία του.

• Οι δυνατότητες της επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης

Είναι ευθύνη του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού να επινοήσει τρόπους ανακύκλωσης σε επίπεδο κατασκευαστικό και λειτουργικό, μειώνοντας αισθητά την επιβάρυνση του περιβάλλοντος.

• Περιβάλλων χώρος

Ο σχεδιασμός του περιβάλλοντος χώρου και η πρόβλεψη στοιχείων σκιασμού, κατάλληλης φύτευσης, υδάτινων επιφανειών ή ακόμη και ανεμοπετασμάτων συμβάλλουν ουσιαστικά στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των υποδομών.

Ο βιώσιμος σχεδιασμός στον τουριστικό τομέα δεν επιφέρει τον περιορισμό των παροχών προς τον επισκέπτη-πελάτη. Αντίθετα, η δημιουργία νέων συνθηκών και εμπειριών που εντείνουν τη σχέση του επισκέπτη με το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, αποτελεί μια μορφή πολυτέλειας και ένα feel good factor που προσελκύει ένα νέο και συνεχώς αυξανόμενο πελατολόγιο: του επισκέπτη που επιλέγει τις βιώσιμες μορφές τουρισμού.

Στη διεθνή αγορά υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός προγραμμάτων που διασφαλίζουν και προβάλλουν τη φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά των τουριστικών επιχειρήσεων, απονέμοντας ένα σήμα οικολογικής ταυτότητας. Ιδανικά, θα έπρεπε να υιοθετηθεί από την πολιτεία ένα σύστημα επιβράβευσης (για παράδειγμα φορολογικής) των τουριστικών επιχειρήσεων που εφαρμόζουν πρακτικές αειφορίας.

Οι επιλογές των τελευταίων δεκαετιών και μια σειρά συγκυριών συνέβαλαν στην εντυπωσιακή αύξηση των τουριστών, αλλά και των προβλημάτων που θίξαμε πιο πάνω. Η πραγματική πρόκληση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι σήμερα είναι πώς θα υιοθετήσουμε ένα νέο, βιώσιμο και ανθεκτικό πρότυπο τουριστικής ανάπτυξης.

Το πρότυπο αυτό μπορεί να στηριχθεί στον ευαισθητοποιημένο επισκέπτη που κατανοεί τις επιπτώσεις των καταναλωτικών του συνηθειών. Αυτό αποτυπώνεται σε όλα τα επίπεδα του τρόπου ζωής του και κατ’ επέκταση και στην επιλογή των τουριστικών προορισμών του. Η νοοτροπία αυτή γίνεται ολοένα και πιο συνήθης όσο διευρύνεται η κατανόηση των καταστροφών που υφίστανται τα οικοσυστήματα του πλανήτη μας.

Ο επισκέπτης αυτός είναι διατεθειμένος να δαπανήσει έως και 20% επιπλέον για να ζήσει μία περιβαλλοντικά φιλική ταξιδιωτική εμπειρία, με σεβασμό στον τόπο που επισκέπτεται περιορίζοντας το περιβαλλοντικό αποτύπωμά του. Με τη θέσπιση καλών πρακτικών στον τουρισμό μπορούμε όχι μόνο να συμβάλλουμε στη διάσωση του περιβάλλοντος, αλλά και στην ανάπτυξη μιας αποδοτικότερης τουριστικής αγοράς.

Πρέπει να προσανατολιστούμε σε μια τουριστική ανάπτυξη της οποίας η ανθεκτικότητα να στηρίζεται στην κατανόηση των αλληλένδετων σχέσεων του περιβάλλοντος, της καινοτόμου επιχειρηματικότητας, των κοινωνικών αναγκών και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στην επίτευξη του στόχου αυτού ο αειφόρος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός των τουριστικών υποδομών μπορεί να παίξει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο.

* Η κ. Ελενα Κ. Σταυροπούλου είναι αρχιτέκτων μηχανικός.

ΕΛΛΑΔΑ 14.01.2019

Προορισμοί σε κατάσταση πολιορκίας

ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΛΛΟΣ    Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η ολιγωρία διαχείρισης από πλευράς της πολιτείας των αυξανόμενων τουριστικών ροών, σε προορισμούς όπου η φέρουσα ικανότητα φιλοξενίας εξαντλείται, στρέφει τις τοπικές κοινωνίες «εναντίον» των ξένων επισκεπτών και απειλεί μια οικονομική δραστηριότητα η οποία συμβάλει με καθοριστικό τρόπο στην ευημερία τους.

Αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, καινοτομίες όπως οι μισθώσεις κατοικιών τύπου Airbnb, η μεγέθυνση των πληθυσμών της μεσαίας τάξης σε αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η διεθνής ανάπτυξη της κρουαζιέρας και μία νέα γενιά των millennials, που έχει ως κορυφαία προτεραιότητα ψυχαγωγίας τις νέες εμπειρίες, στέλνουν όλα εκατομμύρια επιπρόσθετων επισκεπτών σε προορισμούς με περιορισμένες δυνατότητες φιλοξενίας. Αν και τα οικονομικά οφέλη είναι τεράστια για τους προορισμούς, αλλά όχι και απαραίτητα δίκαια μοιρασμένα, πολλοί κάτοικοι έχουν φθάσει να νιώθουν υπό διωγμόν από τις γειτονιές τους και να διαδηλώνουν πλέον ανοιχτά εναντίον του τουρισμού.

Το θέμα είναι βεβαίως καθοριστικής σημασίας και για την Ελλάδα και την οικονομία της που νιώθει ήδη την πίεση του «υπερτουρισμού» σε κάποιους προορισμούς. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) έχει πλέον θέσει ως προτεραιότητά του την ορθή και χρηστή διαχείριση των τουριστικών ροών στη χώρα, οι οποίες εκτιμάται πως άμεσα και έμμεσα αντιστοιχούν έως και στο 27% του ΑΕΠ.

Οροι όπως ο «υπερτουρισμός» ή η «τουριστοφοβία» γίνονται πηχυαίοι τίτλοι ανά τον πλανήτη τον τελευταίο καιρό. Αντικατοπτρίζουν τις προκλήσεις της διαχείρισης των αυξανόμενων τουριστικών ροών σε αστικούς προορισμούς και των επιπτώσεων του τουρισμού στις πόλεις και στους κατοίκους. «Πάνω από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε αστικές περιοχές και εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 70%. Επιπλέον, ο αυξανόμενος αριθμός αστικών τουριστών αυξάνει τη χρήση φυσικών πόρων, προκαλεί κοινωνικό-πολιτισμικό αντίκτυπο και ασκεί πίεση στις υποδομές, στην κινητικότητα και σε άλλες εγκαταστάσεις», υπογραμμίζει ο γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (UNWTO) Ζουράμπ Πολολικασβίλι. «Ο τουρισμός θα είναι βιώσιμος μόνο εάν αναπτυχθεί λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους επισκέπτες όσο και τις τοπικές κοινότητες μέσω της διαχείρισης της συμφόρησης, της μείωσης της εποχικότητας, του προσεκτικού σχεδιασμού που σέβεται τα όρια της χωρητικότητας και τις ιδιαιτερότητες κάθε προορισμού», προσθέτει.

Ηδη, δεκάδες χώρες ανά την Ευρώπη λαμβάνουν δραστικά μέτρα για τη διαχείριση του προβλήματος, ενώ άλλες εξετάζουν εναλλακτικές. Κορυφαίοι παράγοντες από πόλεις με τέτοια προβλήματα, όπως το Αμστερνταμ, η Βαρκελώνη και το Ντουμπρόβνικ, επισήμαναν σε σχετική ημερίδα της ITB Berlin πως έχουν πάψει πλέον να προωθούν τον τουρισμό και έχουν στραφεί στη διαχείριση των ροών του, επιβάλλοντας συχνά περιορισμούς και τέλη προκειμένου να στρέψουν τη ζήτηση σε ποιοτικότερες αγορές επισκεπτών, να μειώσουν την εποχικότητα, να βάλουν όρια στην εξάπλωση των ενοικιάσεων τύπου Airbnb, να μοιράσουν τις επισκέψεις σε αξιοθέατα και να προστατεύσουν τον χαρακτήρα των πόλεών τους.

Ενα case study είναι η Βενετία. Τμήμα της τοπικής κοινωνίας αντιμετώπισε τον τουρισμό ως μια δραστηριότητα, οι αρνητικές επιπτώσεις της οποίας ενίοτε είναι μεγαλύτερες από τα οφέλη. Αντικείμενο κριτικής ήταν και η χρήση του κεντρικού λιμένα της πόλης από μεγάλα κρουαζιερόπλοια, τα οποία αλλοιώνουν αισθητικά το τοπίο και επιβαρύνουν την πόλη. Το θέμα προωθήθηκε στο δημοτικό συμβούλιο, το οποίο υπό το βάρος αντιδράσεων πολιτών και φορέων αποφάσισε την απαγόρευση προσέγγισης των μεγάλων πλοίων. Επιπλέον, θεσπίστηκαν αυστηροί κανόνες συμπεριφοράς και πρόστιμα για τους τουρίστες και εισήχθησαν ρυθμίσεις για την ισομερή κατανομή των επισκεπτών εντός της ημέρας. Οι Αρχές διαμόρφωσαν έτσι ένα ποιοτικότερο τουριστικό προϊόν, που αν και φέρνει λιγότερους επισκέπτες έχει υψηλότερη προστιθέμενη αξία.

Λιγότεροι επισκέπτες, ίδια έσοδα σε Βενετία και Ντουμπρόβνικ

Οι δύο μεγαλύτεροι λιμένες στην Αδριατική, οι οποίοι επηρεάστηκαν από τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών στον συνωστισμό (overcrowding) που έχει προκαλέσει η ανάπτυξη της κρουαζιέρας, η Βενετία και το Ντουμπρόβνικ, καταγράφουν πλέον μείωση των επισκεπτών κρουαζιέρας χωρίς όμως απώλειες εσόδων. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν μείωση επισκεπτών κρουαζιέρας 13,7% στη Βενετία και 25% στο Ντουμπρόβνικ όπου επιβλήθηκε κανονισμός που απαγορεύει να βρίσκονται στην επικράτειά του ταυτόχρονα πάνω από 4.000 ταξιδιώτες.

Η κρουαζιέρα δεν είναι το βασικό πρόβλημα όσον αφορά τους αριθμούς της συγκριτικά με τον ευρύτερο τουρισμό, αλλά έχει όμως το αρνητικό χαρακτηριστικό να φέρνει πολλούς ταξιδιώτες ταυτόχρονα σε έναν προορισμό. Η Σαντορίνη είναι ένα από τα κλασικά παραδείγματα υπερτουρισμού που αναφέρονται διεθνώς. Στη Βαρκελώνη έχει θεσπιστεί Αρχή Διαχείρισης Προορισμού υπό την οποία έχουν υπαχθεί όλες οι υπηρεσίες του δήμου, της περιφέρειας, των συγκοινωνιών και της δημόσιας ασφάλειας, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι ροές των τουριστών τόσο προς δικό τους όφελος όσο και της πόλης. Στη Μαδρίτη εισήχθησαν κανόνες που αποτρέπουν την ενοικίαση διαμερισμάτων από τουρίστες για περισσότερο από 90 ημέρες του έτους – και ολόκληρα συγκροτήματα διαμερισμάτων δεν θα είναι πλέον δυνατόν να είναι αποκλειστικά καταλύματα επισκεπτών.

«Ο υπερτουρισμός είναι ένα φαινόμενο συγκεντρωμένο χωρικά, τοπικά και χρονικά, ως αποτέλεσμα του μεγάλου όγκου επισκεπτών που υποδέχονται δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί παγκοσμίως», εξηγεί στην «Κ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος. «Και στην Ελλάδα, ήδη την προηγούμενη χρονιά, αντιμετωπίσαμε περιπτώσεις προορισμών που παρουσιάζουν σημάδια κόπωσης. Επάρκεια σε βασικές υποδομές όπως ηλεκτροδότηση, υδροδότηση και διαχείριση των απορριμμάτων, αποτέλεσαν ζήτημα για κάποιους προορισμούς που κινήθηκαν σε όρια φέρουσας ικανότητας στην αιχμή της σεζόν», σημειώνει.

Μέσο ευημερίας

«Οπως αναδείξαμε και στο συνέδριο του ΣΕΤΕ τον περασμένο Οκτώβριο, με την παρουσίαση παραδειγμάτων από πόλεις του εξωτερικού –το Αμστερνταμ και η Κοπεγχάγη– πλέον η διαχείριση ενός προορισμού γίνεται εξίσου σημαντική με την προβολή και προώθησή του». Από τον στόχο της τουριστικής ανάπτυξης περιοχών, έχουμε περάσει στην εποχή που ο τουρισμός μπορεί να αποτελέσει, και εν μέρει ήδη αποτελεί, το μέσο ευημερίας ενός τόπου, αναφέρει. «Οφείλουμε να διασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία των τουριστικών προορισμών, καθώς και τη φυσιογνωμία και ταυτότητα του τόπου και κατ’ επέκταση του προϊόντος. Eνα θέμα που έχουμε ψηλά στην ατζέντα του ΣΕΤΕ και του οποίου η αντιμετώπιση αφορά όλα τα εμπλεκόμενα μέρη».

Δεδομένης της τοπικής υφής των προβλημάτων που συνδέονται με τον υπερτουρισμό, «η πρωτοβουλία έγκαιρης διάγνωσης, προετοιμασίας και επίλυσης θα πρέπει να ανήκει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, απαιτείται όμως συνέργεια και συνεργασία με την κεντρική κυβέρνηση, τους τουριστικούς φορείς, τους επιχειρηματίες του κλάδου, αλλά και τους ίδιους τους πολίτες, προκειμένου να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες από τον αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών», εκτιμά ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ.

Eνα παράδειγμα που δείχνει ίσως τι θα μπορούσε να συμβεί στην Αθήνα όπου ο τουρισμός ανακάμπτει με ραγδαίους ρυθμούς είναι η Πράγα: Ο αριθμός των τουριστών που φτάνουν στην πρωτεύουσα της Τσεχίας αυξάνεται σταθερά. Το 1989 την επισκέφθηκαν 1,6 εκατ. τουρίστες. Το 2000 ο αριθμός είχε φτάσει 2,6 εκατ. Και το 2017 τα 7,6 εκατ. Σύμφωνα με μελέτη του Euromonitor (2017), η Πράγα έγινε ο πέμπτος δημοφιλέστερος προορισμός στην Ευρώπη, μετά το Λονδίνο, το Παρίσι, τη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι ειδικοί προβλέπουν περαιτέρω ανάπτυξη. Η προσφορά των καταλυμάτων μέσω της Airbnb αυξήθηκε, με πάνω από ένα εκατομμύριο τουρίστες να κάνουν κράτηση μέσω της πλατφόρμας.

Ο τουρισμός έχει, φυσικά, αποφέρει οικονομικά οφέλη για την Πράγα αλλά υπάρχουν αναφορές σύμφωνα με τις οποίες χρειάζεται πλέον κάποιος πάνω από μισή ώρα για να διανύσει σε περίοδο αιχμής τα 515 μέτρα της Γέφυρας του Καρόλου πάνω από τον ποταμό Μολδάβα στο κέντρο της Πράγας. Οι αντιδράσεις των κατοίκων, που κάθε άλλο παρά αφιλόξενοι θεωρούνται, αφού έχουν αντιληφθεί τα οικονομικά οφέλη, είναι έντονες, καθώς αλλοιώνονται και ο προορισμός και η ίδια τους η καθημερινότητα. Οι Αρχές ακόμα προσπαθούν να ελέγξουν το φαινόμενο προσανατολιζόμενες στην επιβολή περιορισμών στα ενοικιαζόμενα δωμάτια και στην εισαγωγή τελών.

Αλλά θα χρειαστεί χρόνος για να έχουν αποτέλεσμα λένε οι ειδικοί.

Ο υπερτουρισμός δεν αποτελεί νέο πρόβλημα. Ωστόσο, ενώ ο όρος δημιουργήθηκε το 2012, έγινε γνωστός το καλοκαίρι του 2017. Τότε άρχισαν ξαφνικές και έντονες αντιδράσεις από κατοίκους σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές περιοχές της Ευρώπης. Στο Παλέρμο ξεσηκώθηκε θύελλα αντιδράσεων όταν έγινε αντιληπτό πως η κρίση λειψυδρίας το καλοκαίρι επιτάθηκε από την απόληψη νερού από κρουαζιερόπλοια. Ο ανεφοδιασμός τους εκεί και σε άλλες ιταλικές πόλεις κατά τους θερμούς άνυδρους μήνες απαγορεύθηκε.

Στο Μπέργκεν της Νορβηγίας επιβλήθηκε μέγιστος επιτρεπτός αριθμός τεσσάρων πλοίων ή 8.000 συνολικά επιβατών. Στην Τζαμάικα, στο Φάλμουθ Μπέι, νέος προβλήτας που κατασκευάστηκε το 2011 ενοχοποιήθηκε για την καταστροφή κοραλλιογενούς υφάλου, προκαλώντας μεγάλη αντίδραση και περιορισμούς κατά της κρουαζιέρας. Υπήρξε κλιμάκωση σε πόλεις όπως η Βαρκελώνη, η Βενετία και το Ντουμπρόβνικ, αλλά και σε λιγότερο γνωστά για τον τουρισμό μέρη όπως η Ισλανδία, η νήσος Σκάι, το Παλέρμο και το Μπέργκεν και τελικά, όταν η λεπτή μέχρι τότε ισορροπία διαταράχθηκε, οι διαμαρτυρίες ξέσπασαν. Πραγματοποιήθηκαν πορείες και γράφτηκαν γκράφιτι προκαλώντας τους τουρίστες να φύγουν («tourists go home»).

Δύσκολες λύσεις

Ορισμένες τοπικές αρχές επέβαλαν αυξημένα τέλη και σταμάτησαν να εκδίδουν άδειες για τουριστικές επιχειρήσεις, ενώ έκλεισαν ακόμα και ολόκληρα νησιά για τους επισκέπτες. Ηταν αυτές οι αντιδράσεις που αφύπνισαν τον υπόλοιπο κόσμο και τις κυβερνήσεις. Οι λύσεις δεν είναι πάντα εύκολες.

Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα για την Ελλάδα είναι ασφαλώς ποια θα μπορούσε να είναι η λύση ώστε να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα και να αντιμετωπιστούν τα ήδη υπάρχοντα. Η απάντηση που δίδουν οι ειδικοί είναι: ανάπτυξη νέων προορισμών, επισκέπτες με μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη, μοιρασμένοι καλύτερα ανά προορισμούς και ανά το έτος και θέσπιση ορίων σε δραστηριότητες όπως οι μισθώσεις κατοικιών τύπου Αirbnb όπως και διαμόρφωση κατάλληλης τιμολογιακής πολιτικής.

Βέβαια σε μια χώρα όπου αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ανοίγουν μόνον ώρες καταστημάτων, ίσως όλα αυτά να χρειαστούν πολύ χρόνο πριν γίνουν αντιληπτά και ακόμα περισσότερο μέχρι να εφαρμοστούν οι βέλτιστες πρακτικές.

ΣΤΑΘΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΑΣ*

Το μέλλον του τουρισμού, ο τουρισμός του μέλλοντος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 21.10.2018

Ο​​πως είναι γνωστό, ο τουρισμός παραμένει μία από τις λιγοστές οάσεις της ελληνικής οικονομίας, αν όχι η μοναδική. Τα φετινά στοιχεία δείχνουν σημαντική αύξηση των αφίξεων από το εξωτερικό, ενώ είναι πολύ πιθανό οι επισκέπτες να φθάσουν τα 32 εκατομμύρια, δύο εκατομμύρια παραπάνω από το περυσινό ρεκόρ. Τα στοιχεία αυτά είναι ενθαρρυντικά, εγείρουν όμως κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον της χώρας μας.

Είναι προφανές πως το μέλλον του τουρισμού δεν εξαντλείται απλώς στη μεγιστοποίηση του αριθμού των επισκεπτών. Και αυτό γιατί από ένα σημείο και πέρα (και βρισκόμαστε κοντά σε αυτό) οι αριθμοί θα ξεπεράσουν τις δυνατότητες των υποδομών, τα όρια του περιβάλλοντος και τις αντοχές των κατοίκων. Στο σημείο κορεσμού φαίνεται πως έχει ήδη φθάσει η Σαντορίνη, που πέρασε από 3,3 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις το 2012 σε 5,5 εκατομμύρια το 2017. Το 11% του νησιού έχει οικοδομηθεί, ενώ υπάρχουν περισσότερες από χίλιες κλίνες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Την οικοδομική και πληθυσμιακή αυτή έκρηξη διαχειρίζεται ένα αδύναμο κράτος με αιχμή έναν μηχανικό πολεοδομίας και 29 αστυνομικούς. Οι ενεργειακές ανάγκες αυξάνονται συνεχώς, ο ανεφοδιασμός σε νερό είναι προβληματικός, το ίδιο και ο βιολογικός καθαρισμός και η αποκομιδή και επεξεργασία των σκουπιδιών. Το εργατικό δυναμικό, που πολλαπλασιάζεται διαρκώς για να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες, δυσκολεύεται να βρει κατάλυμα. «Εχω την άποψη ότι το νησί έχει ξεπεράσει τα όρια της φέρουσας ικανότητάς του», δηλώνει ο δήμαρχος του νησιού.

Η Σαντορίνη δείχνει ποιο είναι το μέλλον των νησιών (και της χώρας εν γένει) αν δεν λάβουμε άμεσα μέτρα, και αυτό γιατί οι αριθμοί θα αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς λόγω του εκδημοκρατισμού των αεροπορικών μετακινήσεων και ιδίως της τεράστιας αύξησης του μεγέθους της μεσαίας τάξης στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Το πρόβλημα, εννοείται, ξεπερνάει τα σύνορα της Ελλάδας και η συζήτηση έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια σε πόλεις όπως η Βενετία και η Βαρκελώνη.

Δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά μας. Κάποιες περιοχές θα αναπτύξουν αποτελεσματικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς που θα επιτρέψουν την προστασία του προϊόντος, της ταυτότητας και των κατοίκων τους, μέσω του περιορισμού των επισκεπτών, καθιστώντας τες στην πράξη απαγορευτικούς προορισμούς για τις μεγάλες μάζες, ενώ κάποιοι άλλοι θα μετατραπούν σε μαζικούς τουριστικούς σκουπιδότοπους. Η επιλογή είναι στο χέρι μας, αν δεν θέλουμε να βρεθούμε για άλλη μία φορά μπροστά στις καταστροφικές συνέπειες των πράξεων και των παραλήψεων μας.

Αν αυτό είναι το μέλλον του τουρισμού, τι ισχύει για τον τουρισμό του μέλλοντος; Ας αναλογιστούμε πως ο τουρισμός ως έννοια και πρακτική είναι πρόσφατη επινόηση. Εμφανίστηκε τον 19ο αιώνα με τον «γύρο» (tour) που έκαναν στην Ιταλία οι γόνοι των Αγγλων ευγενών και αργότερα στην Ευρώπη, οι γόνοι των Αμερικάνων καπιταλιστών. Με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο τουρισμός μετασχηματίστηκε σε ετήσια συνήθεια (και αξία) της δυτικής μεσαίας τάξης, ενώ πλέον επεκτείνεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο με αιχμή την Κίνα και την Ινδία. Οι αριθμοί είναι τεράστιοι και είναι πιθανόν πως ο τουρισμός του μέλλοντος θα ξαναγίνει το ακριβό σπορ για λίγους που ήταν στο παρελθόν, καθώς οι μάζες θα κατευθύνονται σε κολοσσιαία θεματικά πάρκα ή θα περιορίζονται στον εικονικό κυβερνοχώρο.

Υπάρχει όμως και μια εξέλιξη που μας αφορά άμεσα και που, αν τη διαχειριστούμε σωστά, αποτελεί κλειδί για το μέλλον της χώρας. Και αυτή δεν είναι άλλη από τον μετασχηματισμό του τουρισμού του μέλλοντος σε επιλογή μερικής ή μόνιμης μετεγκατάστασης. Καθώς η τέταρτη βιομηχανική εγκατάσταση διασπά τη σχέση ανάμεσα στον τόπο κατοικίας και στον τόπο εργασίας, όλο και περισσότεροι (αλλά όχι υπερβολικά πολλοί) θα είναι οι άνθρωποι που θα επιθυμούν να εγκατασταθούν σε χώρες μοναδικής φυσικής ομορφιάς. Και η Ελλάδα είναι μία από αυτές.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

To καλοκαίρι είναι εδώ και εκατομμύρια τουρίστες έχουν ετοιμάσει τις βαλίτσες τους για να εκδράμουν στη Γηραιά Ηπειρο, βλέποντάς την σαν τεράστιο θεματικό πάρκο διασκέδασης, φυγής και ραστώνης. Η Ευρώπη, ωστόσο, αντιστέκεται στα κελεύσματα του μαζικού τουρισμού.

Η Βενετία, αναφέρει δημοσίευμα του περιοδικού Time, είναι μία πραγματική όαση ηρεμίας στις απεικονίσεις των ντόπιων καλλιτεχνών. Οι γέφυρές της ξεπροβάλλουν γαλήνιες πάνω από τα κανάλια της και το φως του ηλίου αντανακλά στα μπαλκόνια της. Συχνά η ανθρώπινη παρουσία δεν διαταράσσει την πάλαι ποτέ Γαληνοτάτη. Οι πλανόδιοι καλλιτέχνες στην πλατεία του Αγίου Μάρκου έχουν καταλάβει τις θέσεις τους στο σημείο όπου πλήθη τουριστών κάνουν τις βόλτες τους γύρω από το Παλάτι των Δόγηδων, καταναλώνοντας παγωτά και βγάζοντας σέλφις. Ωστόσο, όλοι συμφωνούν ότι ο τουρισμός επέφερε ένα θανάσιμο πλήγμα στην πόλη.

Ο δήμαρχος της πόλης Λουίτζι Μπρουνιάνο είχε εγκαταστήσει φυλάκια ελέγχου τα οποία επιχειρούσαν να παρεμποδίζουν τους τουρίστες να προσεγγίζουν τις πιο πολυσύχναστες οδούς, αφήνοντας ταυτόχρονα τους ντόπιους να περνάνε. Την ίδια στιγμή, οι κάτοικοι πιστεύουν ότι η Βενετία δεν πρέπει να κλείσει αφού είναι μία πόλη και όχι ένα θεματικό πάρκο.

Η Βενετία δεν είναι η μοναδική πόλη που διατηρεί αυτή τη στάση. Πολλές ευρωπαϊκές πόλεις υιοθετούν ανάλογη προσέγγιση. Την τελευταία δεκαετία τα πράγματα έχουν χειροτερέψει και οι τουρίστες που έρχονται μαζικά απειλούν να «καταπιούν» τις πόλεις. Περίπου 87 εκατομμύρια τουρίστες επισκέφθηκαν τη Γαλλία το 2017. Πάνω από 58,3 εκατομμύρια ταξίδεψαν την Ιταλία και ούτε η μικρή Ολλανδία έμεινε στο «απυρόβλητο», καθώς την επισκέφθηκαν 17,9 εκατομμύρια τουρίστες. Δεν είναι μόνο η Ευρώπη που δοκιμάζεται από τον μαζικό τουρισμό.

Η Ασία αύξησε κατά 9% τους διεθνείς επισκέπτες της το 2016 και στη Λατινική Αμερική η συμβολή του τουριστικού προϊόντος στο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,4% φέτος. Στην Καραϊβική οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά 1,7% το 2017.

Η μερίδα του λέοντος των τουριστών, ωστόσο, καταγράφεται στην Ευρώπη. Από 1,3 δισεκατομμύρια διεθνείς αφίξεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ πέρυσι, το 51% αφορούσε την Ευρώπη, μία αύξηση της τάξεως του 8% σε σχέση με την περασμένη χρονιά. Η μεγάλη μερίδα αυτών των τουριστών είναι Αμερικανοί που δηλώνουν γοητευμένοι από τα θέλγητρα της Γηραιάς Ηπείρου.

Η σύγχυση και η αντίφαση

Η αλήθεια είναι ότι η αύξηση των τουριστών προκαλεί σύγχυση στην Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκεια της άνοιξης σημειώθηκαν διαδηλώσεις κατά του μαζικού τουρισμού σε πολλές πόλεις. Στη Μαγιόρκα της Ισπανίας οι διαδηλωτές υποδέχονταν τις νέες αφίξεις με τεράστια πανό που έγραφαν «ο τουρισμός σκοτώνει τη Μαγιόρκα». Σήμερα, οι τοπικές κυβερνήσεις προσπαθούν να αντισταθούν.

Συχνά οι ίδιες πόλεις που διαμαρτύρονται ευθύνονται για την τουριστική έκρηξη, καθώς προσπάθησαν να προσελκύσουν επισκέπτες. Για πολλά ευρωπαϊκά κράτη που στέναζαν σε περιόδους οικονομικής κρίσης ο τουρισμός έδειχνε σωσίβιο. Ο τουριστικός τομέας προσέφερε 321 δισεκατομμύρια δολάρια στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2016 και σε αυτόν εργάζονται 12 εκατομμύρια άνθρωποι.

Μία από τις πιο «προβληματικές» πόλεις είναι η Βαρκελώνη, που πληρώνει ακριβά το τίμημα του τουρισμού. Καθημερινά κρουαζιερόπλοια αφήνουν χιλιάδες τουρίστες στη λεωφόρο Ράμπλας. Η πολυκοσμία είναι τόση που ούτε να περπατήσεις μπορείς ούτε να ψωνίσεις στα σοκάκια της πόλης.

Ωστόσο, η Βαρκελώνη δεν έμεινε με δεμένα χέρια: τα τελευταία χρόνια προσπαθεί να βελτιώσει τη συμπεριφορά των τουριστών. Ετσι, επιβάλλει πρόστιμα σε αυτούς που κυκλοφορούν με τα μαγιό τους.

Η νυν δήμαρχος, Αντα Κολάου, εντατικοποίησε τις δράσεις. Η τοπική κυβέρνηση απαγόρευσε την ανέγερση νέων ξενοδοχείων στο κέντρο της πόλης και αποτρέπει την αντικατάστασή τους όταν τα παλιά κλείνουν. Επίσης, έγινε πιο δύσκολο τα πλοία να πάρουν άδεια για να δέσουν. Και άλλα περιοριστικά μέτρα έχουν τεθεί σε εφαρμογή. Ομάδες τουριστών μπορούν να επισκέπτονται την αγορά Μποκερία μόνο σε συγκεκριμένες ώρες και η δημοτική αρχή πρόκειται να λάβει και άλλα μέτρα, ώστε να διασφαλίσει ότι οι ντόπιοι θα ζουν σε μια βιώσιμη πόλη.

Αλλο παράδειγμα είναι το Ντουμπρόβνικ, που γνώρισε μεγάλη δημοφιλία από τη στιγμή που το μεσαιωνικό του κέντρο φιλοξένησε τα γυρίσματα του «Game of Thrones». Κι πάλι η πόλη δεν έμεινε με τα χέρια δεμένα. Αντιμέτωπη με την ειρηνική εισβολή, περιόρισε τους καθημερινούς επισκέπτες σε 8.000 και ο σημερινός δήμαρχος προσπαθεί να τους μειώσει ακόμα περισσότερο.

Το Αμστερνταμ δέχθηκε έξι εκατομμύρια επισκέπτες το 2016. Η ολλανδική πόλη έχει επιβάλει πρόστιμα για κακή συμπεριφορά, ενώ προσπαθεί να προσελκύσει επισκέπτες σε λιγότερο δημοφιλείς περιοχές όπως το Ζάντβουρτ, μία παράκτια πόλη περίπου 25 χιλιόμετρα από το κέντρο της πρωτεύουσας. Επίσης, αύξησε τον τουριστικό φόρο σε 6% και προστέθηκε στις πόλεις και τις χώρες που προσπαθούν να μειώσουν την τουριστική προσέλευση μέσα από τη φορολογία. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι πόλεις της Ευρώπης εξίσου έτοιμες να ακολουθήσουν τον δρόμο της φορολόγησης προκειμένου να αποτρέψουν την τουριστική εισβολή. Η Νορβηγία, παραδείγματος χάρη, είπε «όχι» στην υψηλότερη φορολόγηση.

Τα σπίτια της Airbnb

Είναι λογικό ότι η εισροή χρημάτων αμβλύνει κάπως τις οργισμένες αντιδράσεις των μόνιμων κατοίκων. Η έλευση της Airbnb δημιούργησε μία ροή εισοδήματος για τους κατοίκους των κέντρων των πόλεων που έχουν διαμερίσματα προς ενοικίαση.

Η εταιρεία θεωρεί ότι αποτελεί απάντηση στις ανάγκες του μαζικού τουρισμού και πως δεν τον προκαλεί. Πολύ συχνά επενδυτές αγοράζουν ακίνητα στις επιθυμητές περιοχές και τα μετατρέπουν σε τουριστικά, δημιουργώντας ωστόσο με τον τρόπο αυτό οικιστικά προβλήματα και ανεβάζοντας τις τιμές.

Ωστόσο, μία ακόμα φορά πολλές πόλεις αντέδρασαν. Η Κοπεγχάγη, παραδείγματος χάρη, έχει περιορίσει τις ημέρες κατά τις οποίες οι ιδιοκτήτες μπορούν να νοικιάσουν την κατοικία τους. Η Βαρκελώνη έβαλε κατά της επιχείρησης Airbnb, εξαναγκάζοντας την να μοιραστεί τα δεδομένα των ιδιοκτητών και να αφαιρέσει τα διαμερίσματα που δεν διαθέτουν άδεια.

Παντού στην Ευρώπη αποτελεί πρόβλημα η εξισορρόπηση των αναγκών των ντόπιων με τις απαιτήσεις των τουριστών. Ιδιαίτερα οξύ είναι το πρόβλημα στη Βενετία, όπου εκατομμύρια τουρίστες συρρέουν στα στενά της σοκάκια. Προς το παρόν η τοπική κυβέρνηση έχει περιορίσει την ανοικοδόμηση νέων ξενοδοχείων και εστιατορίων, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε και μία λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας για τους ντόπιους στις δημόσιες συγκοινωνίες. Επίσης έχει λάβει μέτρα για να αποτρέπει τους τουρίστες από το να κάθονται στα μνημεία, να πηδούν μέσα στα κανάλια και να συμπεριφέρονται με άσεμνο τρόπο.

Ωστόσο και οι πολλοί περιορισμοί κινδυνεύουν να στερήσουν από τους ντόπιους το τουριστικό συνάλλαγμα. Στη Βενετία οι καταστηματάρχες εναντιώθηκαν σε πρόταση να μπει εισιτήριο στην πλατεία Αγίου Μάρκου, ενώ ευαίσθητο ζήτημα παραμένει και η αποτροπή των μεγάλων κρουαζιερόπλοιων από το να δένουν στην (πάλαι ποτέ) Γαληνοτάτη. Πολλά κέντρα πόλεων κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς ντόπιους, καθώς παντού έχουν τοποθετηθεί πάγκοι που πωλούν τουριστικά αναμνηστικά. Τα καταστήματα και τα γραφεία κλείνουν.

Οταν οι ντόπιοι φεύγουν και αντικαθίστανται από τους επισκέπτες, μέρος της γοητείας των ιστορικών αστικών κέντρων χάνεται.

Πολλές οι αιτίες

Η τουριστική αυτή έκρηξη οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Οι αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους όπως είναι η Εasyjet, η Ryanair και η Vueling σημείωσαν θριαμβευτική επέκταση τη δεκαετία του 2000 και οι ανταγωνιστικές τιμές των εισιτηρίων που πωλούν οδήγησαν σε αύξηση του επιβατικού κοινού. Αλλά δεν είναι μόνο τα αεροπλάνα που φταίνε για τον μαζικό τουρισμό. Η βιομηχανία των κρουαζιερόπλοιων σημείωσε έκρηξη και αυξήθηκε κατά 49%. Την ίδια στιγμή η έλευση της δημοφιλούς πλατφόρμας Airbnb, η οποία εμφανίστηκε το 2008, κατέστησε φθηνότερες τις τιμές διαμονής, δίνοντας την ευκαιρία σε εκατομμύρια ανθρώπους να ταξιδέψουν χωρίς να χρειάζεται να ξοδέψουν μία περιουσία. Επίσης, η οικονομική ανάπτυξη σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία «πλημμύρισε» τη γη με ταξιδιώ-τες. Ακόμα και η κλιματική αλλαγή φαίνεται να διαδραμάτισε κάποιο ρόλο, καθώς τα καλοκαίρια επιμηκύνονται αλλά και τόποι όπου δεν υπήρχε πριν πρόσβαση ανοίγουν.

Αρχαία μνημεία, χρήση και κατάχρηση

ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Η αντιμαχία γύρω από το αν θα έπρεπε ή όχι να γίνει το πολύωρο γύρισμα της «Μικρής τυμπανίστριας» («The Little Drummer Girl»), της τηλεοπτικής σειράς του BBC, στο Σούνιο έχει πια ξεθυμάνει. Ομως το ερώτημα παραμένει. Με ποιες προϋποθέσεις πρέπει να εγκρίνεται η κινηματογράφηση στα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους; Ο ψύχραιμος καθορισμός κριτηρίων επείγει, καθώς η θέσπιση αποτελεσματικών κινήτρων από την πλευρά της κυβέρνησης δικαιολογεί αυξημένες προσδοκίες για περισσότερα κινηματογραφικά και τηλεοπτικά γυρίσματα στην Ελλάδα.

Αν και όλοι συμφωνούν στην αξιοποίηση των αρχαιοτήτων μας με την προσδοκία της ανάπτυξης, η διαφωνία για τον τρόπο οδήγησε πρόσφατα σε ακρότητες. Από τα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέχρι τον γ.γ. Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λευτέρη Κρέτσο να ζητάει την παραίτηση σύσσωμου του ΚΑΣ, εφόσον αληθεύει το ρεπορτάζ ότι υπήρξε μέλος του συμβουλίου που εξέφρασε την άποψη ότι το περιεχόμενο της σειράς δεν συνάδει με τον χώρο. «Δεν είναι δυνατόν σε μια χώρα της Ε.Ε., εν έτει 2018, να γίνονται προσπάθειες να ασκηθεί τέτοιου είδους λογοκρισία ανάλογα με τις καλλιτεχνικές προτιμήσεις του καθενός», είπε χαρακτηριστικά, ενώ το γόητρο του κορυφαίου επιστημονικού συμβουλίου του ΥΠΠΟΑ, υπευθύνου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, λαβώθηκε και από τα ειρωνικά σχόλια του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα: «Καμιά φορά βεβαίως το ΚΑΣ θα πρέπει να επιτρέπει να γίνονται και γυρίσματα».

Στο μεταξύ, οι αιτήσεις στο ΥΠΠΟΑ πληθαίνουν καθημερινά για τη χορήγηση αδειών κινηματογράφησης αλλά και χρήσης των μνημείων ακόμη και για επιδείξεις μόδας. Σε μια εποχή που όλοι αυτοαναγορεύονται ειδικοί, η «Κ» απευθύνθηκε για το θέμα σε τρεις διακεκριμένους επιστήμονες, που όντως είναι. Την Ελένη Μπάνου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών, και τους καθηγητές Αρχαιολογίας Πάνο Βαλαβάνη και Νίκο Σταμπολίδη.

ΕΛΕΝΗ ΜΠΑΝΟΥ

Είτε έχουμε αύξηση των αιτημάτων είτε μείωση των κινηματογραφήσεων, τίθεται θέμα δεοντολογίας. Πρέπει να δίνονται τέτοιου είδους μνημεία, ύψιστης σημασίας; Η τετραλογία της Ακροπόλεως –Προπύλαια, Παρθενών, Ερέχθειο, Ναός Αθηνάς Νίκης– αποτελεί το υπέρτατο παγκόσμιο μνημείο. Κάποια μνημεία πρέπει να αποτελούν άβατο. Δεν αναφέρομαι μόνο στην Ακρόπολη, αλλά π.χ. και στη Ροτόντα.

Οι αιτούντες επικαλούνται κάθε φορά την προβολή του μνημείου. Ομως, τα μνημεία δεν έχουν ανάγκη προβολής. Οι σκηνοθέτες έχουν ανάγκη την αίγλη τους. Δεν έχω αντίρρηση να δίνονται για ταινίες εκπαιδευτικού περιεχομένου. Θα συμφωνούσα με μια ταινία ιστορικού περιεχομένου που ζητεί να αξιοποιήσει ως σκηνικό ένα αρχαίο συγκρότημα, ένα βυζαντινό ή ένα μεσαιωνικό χωριό. Ομως, το περιεχόμενο π.χ. της «Μικρής τυμπανίστριας» δεν έχει καμία σχέση με τον αρχαίο κόσμο. Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε έναν διαχωρισμό: Να εξαιρούμε τα ύψιστα μνημεία και να παραχωρούμε τα λιγότερο γνωστά υπό όρους για ταινίες των οποίων το υπόβαθρο συνάδει με αυτά.

Ανάμεσα στα λιγότερο προβεβλημένα μνημεία που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είναι το μινωικό ανάκτορο των Μαλίων, το Ασκληπιείο της Κω, ο Μυστράς, οι καστροπολιτείες… Στην Αθήνα, το Ολυμπιείο, η Ρωμαϊκή Αγορά, η  Βιβλιοθήκη του Αδριανού, η Καπνικαρέα. Συνεπώς, δεν είμαι αντίθετη στην παραχώρηση των μνημείων, αρκεί να υπάρχει όραμα και στρατηγική για τη χρήση τους.

Υπό προϋποθέσεις, δεν θα είχα αντίρρηση και για παραχωρήσεις σε επιδείξεις μόδας, σε φεστιβάλ και εκδηλώσεις. Ως εφορεία, είχαμε αντιπροτείνει στον οίκο Gucci, που ζήτησε το 2017 την Ακρόπολη, να χρησιμοποιήσει το Ηρώδειο ή τον αύλειο χώρο του. Αρνήθηκε. Οι αιτούντες πρέπει να σέβονται τα μνημεία. Εξάλλου, τα πολυπληθή συνεργεία των 120 και 150 ατόμων επιβαρύνουν τους αρχαιολογικούς χώρους. Είναι σαν μικρός στρατός που δεν μπορείς να ελέγξεις. Ολοι θέλουμε να βοηθήσουμε τη χώρα, να συμβάλουμε στην ανάπτυξη, αλλά με πρόγραμμα και πολιτική. Η Ελλάδα να αποτελέσει σκηνικό για νέες ταινίες, αλλά υπό προϋποθέσεις. Πρέπει να αποκτήσουμε ως λαός την αυτοπεποίθηση που θα μας επιτρέπει να λέμε και «όχι». Την τεκμηριωμένη άρνηση οι Δυτικοευρωπαίοι τη σέβονται.

Η κ. Ελένη Μπάνου είναι προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ακρόπολης.

ΝΙΚΟΣ ΣΤΑΜΠΟΛΙΔΗΣ

Η παραχώρηση των μνημείων για κινηματογραφικές παραγωγές, επιδείξεις μόδας και άλλες δραστηριότητες είναι ζήτημα πολυσυζητημένο το τελευταίο χρονικό διάστημα, με αφορμή κάποιες γνωμοδοτήσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του αρμοδίου, σύμφωνα με τον νόμο, οργάνου για γνωμοδότηση και ουσιαστική συζήτηση και προστασία του κύρους των αποφάσεων του υπουργείου Πολιτισμού.

Η γνωμοδότηση του συμβουλίου, το οποίο αποτελείται από 17 μέλη διαφορετικών ειδικοτήτων (αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, πολεοδόμοι κάθε βαθμίδας γνώσης, καθηγητές πανεπιστημίων, πολυτεχνείων, γενικοί διευθυντές του ΥΠΠΟ) και είναι κατά τεκμήριο και η συνισταμένη απόψεων κατόπιν συζητήσεων με επιστημονικά, νομικά, κοινωνικά κ.ά. κριτήρια, συμβαδίζει εκάστοτε ανάμεσα στα άλλα και με την εποχή μέσα στην οποία καλείται κάθε μέλος να ζυγίζει και να κρίνει τα πράγματα.

Αλλιώς αποφάσιζε ενδεχομένως το 1980 με νόμο του 1932 και διαφορετικά σήμερα με τον νόμο 3028… του 2002. Τα λέω αυτά για να καταλήξω ότι κάθε φορά, κάθε θέμα παραχώρησης θα πρέπει να εξετάζεται ad hoc  (κατά περίπτωση), αφού τα μέλη του ΚΑΣ γνωρίζουν το ζητούμενο μνημείο και την παραγωγή που πρόκειται να γυριστεί με φόντο, πέριξ, έξω ή και εντός του (για το εντός του αναφέρομαι κυρίως σε νεότερα μνημεία, συγκροτήματα όπως λ.χ. κάστρα κ.λπ.).

Η γνώση για το περιεχόμενο μιας κινηματογραφικής ταινίας λ.χ. δεν πρέπει να σχετίζεται με την παρέμβαση στη συγγραφική ή καλλιτεχνική βούληση και έκφραση, αλλά με το αν το περιεχόμενό της συνάδει ή απάδει προς το εκάστοτε μνημείο, με τη βλάβη που μπορεί να προκαλέσουν εξοπλισμοί, απροσεξίες κ.ά., γεγονός που συνδέεται και με το κύρος, την τεχνογνωσία, την εμπειρία του αιτούντος ατόμου, οργανισμού, εταιρείας κ.λπ. Το ίδιο ισχύει και για τις επιδείξεις μόδας. Οι μουσικές εκδηλώσεις είναι πιο συνηθισμένες και δεν θα τις συζητήσω εδώ.

Ομως, όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν κρινόμενοι και κρίνοντες να έχουν «ανοικτά τα χαρτιά τους», και για τους κρίνοντες, που έχουν και την τελική απόφαση, θα ήθελα να πω εδώ ότι η επιστήμη θα ήταν καλό να συνδυάζεται με ευρεία γνώση, με διαχειριστική γνώση και κυρίως με κοινωνική ευαισθησία, με ευρύ πνεύμα, με «κοσμόραμα»…

Ο κ. Νίκος Σταμπολίδης είναι καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, διευθυντής του Μουσείου Kυκλαδικής Τέχνης.

ΠΑΝΟΣ ΒΑΛΑΒΑΝΗΣ

Η διάκριση μεταξύ χρήσης και κατάχρησης είναι ζήτημα προθέσεως και ορίων. Οι σύγχρονοι σκηνοθέτες και σχεδιαστές μόδας χρησιμοποιούν τα μνημεία ως σκηνογραφία στις παραστάσεις τους. Ποιες είναι όμως οι προθέσεις τους; Πλησιάζουν τα μνημεία με σεβασμό και κατάνυξη ή μήπως μόνο με χρησιμοθηρία και αλαζονεία; Οι διαφορές είναι λεπτές και τα όρια των προθέσεων των ανθρώπων δυσδιάγνωστα.

Τα μνημεία είναι ουδέτερα και λαμβάνουν την αξία που τους δίνει κάθε κοινωνία: Αυτή που τα έφτιαξε τα δόξασε και τη δόξασαν. Ακολούθησαν άλλες που τα βανδάλισαν, τα έκλεψαν, τα έκαναν ασβέστη. Στη δική μας περίοδο και στον δικό μας τόπο δέχονται σεβασμό και φροντίδα. Αλλού βανδαλίζονται. Ακόμη και σήμερα.

Τα μνημεία, αν και από πέτρα, είναι εξαιρετικά ευαίσθητα. Και η κάθε κατάχρηση μπορεί να τα απαξιώσει και να τους στερήσει την αδιόρατη αύρα που εμπεριέχουν. Αν οι σύγχρονες εμπορικές χρήσεις πολλαπλασιαστούν, δεν είναι δύσκολο να χαθεί η ακτινοβολία τους και όλοι να τα αντιμετωπίζουμε αδιάφορα: Ως ένα ντεκόρ της καθημερινής ζωής μας. Χωρίς να διαφέρουν σε τίποτε από τις χιλιάδες εικόνες που περνούν κάθε μέρα μπροστά από τα μάτια μας.

Οι αρχαιολόγοι, που εύκολα κατηγορούνται, είναι οι μόνοι ειδικοί που μπορούν κάθε φορά να κρίνουν και να επιτρέψουν τη χρήση τους. Είναι οι μόνοι που τα έχουν σπουδάσει, που γνωρίζουν καλά την ουσία τους, που έχουν ορκιστεί εκ του επαγγέλματός τους να προφυλάσσουν την υλική και άυλη αξία τους. Οι αρχαιολόγοι είναι αυτοί που, τις περιόδους της τουριστικής ανάπτυξης και της ανεξέλεγκτης οικοδόμησης, έσωσαν τα νησιά, προστάτεψαν παραδοσιακούς οικισμούς, έβαλαν φραγμούς στην ασυδοσία εις βάρος του δημόσιου χώρου. Τότε τους λιθοβολούσαν (μερικούς κυριολεκτικά). Σήμερα τους ανακηρύσσουν επίτιμους δημότες.

Ο κ. Πάνος Βαλαβάνης είναι καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. 

Ταξιδιώτης ή τουρίστας;

Σταμάτης Αλέξης 

«Οι τουρίστες δεν γνωρίζουν πού βρίσκονται και οι ταξιδευτές δεν γνωρίζουν πού πηγαίνουν»
Paul Theroux
Από τα πανάρχαια χρόνια το ταξίδι ήταν μια διαδικασία αυτογνωσίας μέσα από έναν ανοιχτό ορίζοντα γνώσης. Η έλξη της περιπέτειας, της ανακάλυψης, ο νόστος, η χαρά της επιστροφής ήταν έννοιες φορτισμένες με έντονο συμβολισμό και αντιστοιχούσαν σε ουσιαστικές βαθιές ανθρώπινες ανάγκες. Μόνο που τότε ο άνθρωπος ήξερε όσα μπορούσε να διατηρήσει στη μνήμη του, ενώ σήμερα καταφεύγει στα απέραντα αποθέματα αποθηκευμένης μνήμης. Το ταξίδι έχει γίνει εμπορικό προϊόν σε πακέτα και το πάθος της αναζήτησης έχει συρρικνωθεί. Σταδιακά αυτό το ασύγκριτο αγαθό εξελίχθηκε σε μια οργανωμένη επιχείρηση.
Θεωρούσα ανέκαθεν τον εαυτό μου ταξιδιώτη και όχι τουρίστα. Με την έννοια ότι ο ταξιδιώτης παρατηρεί εκείνο που υπάρχει μπροστά του, ενώ ο τουρίστας εκείνο που έχει έρθει να δει. Θα μπορούσα να ισχυριστώ πως τα τελευταία είκοσι χρόνια ήμουν με μια βαλίτσα στο ένα χέρι και το laptop στο άλλο. Από ΗΠΑ, Καναδά και Τζαμάικα, ως Αυστραλία, Μαυρίκιο και Ισραήλ γύρισα τον μισό πλανήτη.
Αναρωτιέμαι γιατί. Πάντως όχι για να χαρώ «αποδράσεις». Η απόδραση είναι μια χιλιοχρησιμοποιημένη λέξη, που ποτέ δεν κατάλαβα γιατί «κολλάει» σαν γραμματόσημο όποτε μιλάμε για ταξίδι. Λες κι ο τόπος που ζούμε είναι μια εκούσια φυλακή από την οποία οφείλουμε να το σκάσουμε για να ξαναγυρίσουμε σιδηροδέσμιοι μετά από τις περιπλανήσεις μας. Tο πραγματικό ταξίδι δεν στοχεύει σε καμία περίπτωση στη διαφυγή από την καθημερινότητα.
Ανέκαθεν το ταξίδι ήταν μια μένα αμφίδρομη διαδικασία. Από τη μια υπήρχε η χαρά της εξερεύνησης κι από την άλλη η μαγεία της διαρκούς επιστροφής. Μια αφορμή να «μαζέψω» νέες εικόνες που θα τις μεταφέρω οίκαδε για να τις επεξεργαστώ και μέσα από αυτές να βρω, εδώ, στον τόπο μου, το ποιος είμαι. Κατέληξα ότι τελικά ταξιδεύουμε για να ψάξουμε αυτό που μας λείπει, εκείνο που έχουμε ανάγκη και γυρνάμε πίσω για να το βρούμε.
Είναι αλήθεια πως το ταξίδι δεν αρχίζει από τη στιγμή που ξεκινάμε και δεν τελειώνει όταν φτάνουμε στο τέρμα. Αρχίζει από το όνειρο, το παραμύθι, από τη στιγμή που χαράζουμε πορεία, από τότε που αρχίζει και η αναμονή, και δεν τελειώνει όσο ξεδιπλώνουμε την ταινία της μνήμης μας και μεταφερόμαστε αδιάκοπα εκεί. «Η χαρά τού να ταξιδεύεις βρίσκεται περισσότερο στην αναπόληση και λιγότερο στο παρόν, στη στιγμή που ταξιδεύεις» λέει ο Γ. Κ. Χάιζμανς.
Οπως όλοι οι ταξιδιώτες, «Είδα περισσότερα απ’ όσα θυμάμαι, και θυμάμαι περισσότερα από όσα έχω δει». Εκείνα που μου έμειναν είναι κάποιες θρυμματισμένες εικόνες αξιοθέατων, κάποιες γεύσεις, κάποιοι άνθρωποι. Αυτή η απερίγραπτη αύρα, το ανείπωτο, το άρρητο που αναδύεται από το «ξένο». Το «ταξιδεύειν» όπως και το ταλέντο είναι εγγενή, δεν κατασκευάζονται. Υπάρχουν χιλιάδες μικρά πράγματα – αόρατα τα περισσότερα – που το προσδιορίζουν και πολύ λίγα από αυτά είναι καθορισμένα από τη θέλησή μας. Ισως κάποιοι από εμάς διαθέτουν κάποιο «ταξιδιωτικό» γονίδιο, που κάποτε – ελπίζω ποτέ – θα αποκωδικοποιηθεί, μαζί με όλα τα θαυμαστά και ανατριχιαστικά που μας περιμένουν στο βιοτεχνολογικό μας μέλλον.

Σίγουρα ισχύει εκείνο που έχει πει ο Αγιος Αυγουστίνος, ότι ο κόσμος είναι ένα βιβλίο κι εκείνος που δεν ταξιδεύει έχει διαβάσει μόνο μία σελίδα. Εξάλλου και η λογοτεχνία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας μεγάλος ταξιδιωτικός οδηγός από εικόνες. Επειτα, όλα τα ταξίδια έχουν μυστικούς προορισμούς που ο ταξιδιώτης μόνο με το ένστικτο της παρατήρησης φτάνει, όπως ακριβώς ο παντογνώστης αφηγητής με το ένστικτο της φαντασίας. Ομως το να είσαι παντού είναι σαν να είσαι και πουθενά. Οι άνθρωποι δεν πάνε ταξίδια, τα ταξίδια πάνε τους ανθρώπους. Και η ζωή στη Γη μπορεί να είναι ακριβή, αλλά περιλαμβάνει δωρεάν ταξίδι γύρω από τον Ηλιο, όπως ισχυρίζεται κάποιος που κράτησε σοφά την ανωνυμία του.

Φυσικά είμαι βέβαιος ότι τα ταξίδια μου θα συνεχιστούν. Το σαράκι υπάρχει. Τελικά ίσως είναι πιο απλό. Ταξιδεύω για τη χαρά του ταξιδιού. Για την κίνηση. Αλλωστε η τάση της ύλης του κόσμου, από τα αιμοσφαίρια μέχρι τους πλανήτες, είναι η περιφορά, η αέναη περιπλάνηση γύρω από ένα κέντρο. Ετσι και του πνεύματος. Μερικές φορές έχει πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις και την ίδια σου την πατρίδα, την πόλη και τη γειτονιά ακόμη σαν μια ξένη χώρα. Το βλέμμα αλλάζει, ξεβολεύεται, οι πόροι της φαντασίας ανοίγουν κι έτσι, όπως λέει και η Εμιλι Ντίκινσον (another way to see) σε παρασύρει στην επικράτεια μιας άλλης αντίληψης του οράν.
Ενα ταξίδι εκατοντάδων χιλιάδων χιλιομέτρων αρχίζει από ένα και μοναδικό βήμα. Το ζήτημα είναι να σε κυριεύει το πάθος της αναζήτησης. Σήμερα όμως, στην εποχή των αλγορίθμων και της εξειδίκευσης, η εμπορευματοποίηση του ταξιδιού έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις με την επιθετικότητα του βιομηχανοποιημένου τουρισμού. Αλλο ταξιδιώτης φυσικά και άλλο η σύγχρονη μαζικοποιημένη μορφή του: ο τουρίστας. Ο μαζικός τουρισμός έχει κατακλύσει την υφήλιο. Ο ταξιδιώτης έχει πια γίνει είδος προς εξαφάνιση. Ο τουρίστας επικράτησε κατά κράτος. Οι υπολογιστές μας κατακλύζονται με μηνύματα πακέτων προσφορών. Πλήθος πλατφόρμες διαλέγουν πριν από εμάς για εμάς.
Μια τεράστια επιχείρηση «αποδράσεων» με τους αλγόριθμους να χορεύουν τριγύρω μας και σε κάθε φιλότεχνη διαδικτυακή επίσκεψη, π.χ. στο Πράδο για να δεις έναν Γκόγια, σου προσφέρονται αμέσως πακέτα για τριήμερο στη Μαδρίτη.
Φιλότιμες οι προσπάθειες να αναχαιτιστεί αυτή η αποστειρωμένη βιομηχανία και να προταχθούν η πολιτιστική μας κληρονομιά και η επαφή με τους κατοίκους και τον φυσικό μας πλούτο, στοιχεία που βοηθούν στην ανεκτικότητα του διαφορετικού με τα διάφορα είδη εναλλακτικού τουρισμού τα οποία συμβάλλουν στην αξιοποίηση της πολιτιστικής κληροδοσίας και στην περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη.
Και πάλι όμως πακέτα, ορθολογιστικές κατατμήσεις, στοχοποιημενες αποστολές. Η αγορά της εμπειρίας στο ευρύτερο πλαίσιο του πεδίου συνυπολογίζει το οικονομικό μαζί με το ανθρώπινο, το κοινωνικό και το πνευματικό κεφάλαιο. Ρεαλιστικό μεν, αλλά πού βρίσκονται σε όλα αυτά η χαρά και η έξαρση του ατόφιου ταξιδιού;
Σε μια εποχή όπου η κάθε εμπειρία, από το βίωμα μιας περιπέτειας μέχρι την εύρεση ερωτικού συντρόφου, περνάει μέσα από τις υπηρεσίες της τεχνολογίας, ο ελεύθερος χρόνος αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως ο χρόνος εργασίας: ωφελιμιστικά. Στο μέλλον κάθε μεγάλη πρωτεύουσα θα μετατραπεί σε ένα θεματικό πάρκο για τους τουρίστες, οι οποίοι θα καταβροχθίζουν ανελέητα τα αξιοθέατα ξοδεύοντας για την απόλαυσή τους, ώστε να μειώνεται η ανεργία και να μπορούν οι κάτοικοι της χώρας να ζουν με κάποια αξιοπρέπεια στα περιφερειακά οικιστικά κέντρα που θα συνδέονται με ταχύτατους συγκοινωνιακούς άξονες με τη ζώνη γραφείων της πόλης. Αυτό το τρίπτυχο θα ορίζεται ως σύγχρονη πόλη, μια πόλη-υπηρεσία, μια πόλη-πρότζεκτ. Την ίδια στιγμή τα υπαίθρια και εξωτικά μέρη θα αναπτυχθούν αυτόνομα, προσφέροντας όλες αυτές τις περιπέτειες που βλέπουμε στα ριάλιτι. Ο άνθρωπος δεν θα μπορεί να χαθεί πουθενά, ούτε στην άλλη άκρη του κόσμου.
Γι’ αυτό λοιπόν ο χάρτης του κόσμου μόνο στο πνεύμα και την ψυχή του ταξιδιώτη γίνεται να απλωθεί πλατιά σε Ανατολή και Δύση. Ο ταξιδιώτης μόνο, ελεύθερος, με δική του πυξίδα ρίχνεται στην περιπέτεια της αναζήτησης της ιστορίας του, γοητεύεται από την επαφή με το άγνωστο, ενθουσιάζεται με τον πλούτο άλλων δρόμων, άλλων ουρανών, άλλων ανθρώπων, διψάει να τους ερμηνεύσει βαθύτερα και γι’ αυτό φεύγει με ένα αίσθημα πληρότητας αλλά ίσως και απώλειας και λύπης. Τελικά «ένας ταξιδιώτης έχει το δικαίωμα να αφηγηθεί και να μαστορέψει τις περιπέτειές του όπως του αρέσει, και δεν είναι καθόλου ευγενικό να του αρνείσθε τον σεβασμό και τα χειροκροτήματα που του αξίζουν» (Ρούντολφ Ράσπε).
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

Η αναστροφή του βέλους

ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ε​​νώ η Ελλάδα ακόμη αγωνίζεται για την προσέλκυση 35 εκατ. επισκεπτών το 2020 και προσβλέπει στον τουρισμό των 365 ημερών, αλλού οι τουρίστες γίνονται βάρος και όχληση και δέχονται επιθέσεις. Συνθήματα εναντίον τους, μπογιές σε τουριστικά λεωφορεία και διαδηλώσεις σε Βαρκελώνη και Μαγιόρκα, κατάβρεγμα τουριστικών δρόμων και έλεγχος εισόδου με κάμερες και συστήματα «κρατήσεων» σε Φλωρεντία, Βενετία, Ντουμπρόβνικ, νησί Σκάι της Σκωτίας. Δεν είναι μόνο η διάπραξη κάποιου ασύγγνωστου σφάλματος – η μέθη, οι καβγάδες, το σεξ σε δημόσιους χώρους (ο τουρίστας είναι ένας άνθρωπος προσωρινά ελεύθερος, απαλλαγμένος από καθημερινούς καταναγκασμούς στο θέρετρο, τον ουτοπικό κόσμο της απόλαυσης χωρίς όρια), είναι και ο αριθμός τους· διαρρηγνύει και τα τελευταία οχυρά του γηγενούς σύμπαντος, τα καθιστά αδιάβατα. Επιπροσθέτως, με την εξάπλωση της οικονομίας διαμοιρασμού (π.χ. Airbnb), οι τουρίστες εισχωρούν σε πολυκατοικίες σε γειτονιές αμιγούς κατοικίας, αλλάζοντας τον χαρακτήρα τους και ανεβάζοντας τα ενοίκια στα ύψη. Οι κάτοικοι διεκδικούν, ο ήλιος να φωτίζει ξανά μόνο τα δικά τους γνώριμα βήματα. Ακόμη και στην Ελλάδα, στα νησιά, όπου ο τουρισμός θεωρείται ευλογία, η ενοικίαση σπιτιών μέσω ιστότοπων μίσθωσης καταλυμάτων, σε μικρούς οικισμούς, προκαλεί την οργή κυρίως των νέων ιδιοκτητών σπιτιών, για την απώλεια της αίσθησης της γαλήνης και του ιδιωτικού που απολάμβαναν.

Από το 1995 έως το 2016, οι διεθνείς ταξιδιώτες αυξήθηκαν από 525 εκατ. σε πάνω από 1,2 δισ. κυρίως χάρη στις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους και στους επισκέπτες από αναδυόμενες αγορές. Κάθε χρόνο καταρρίπτεται το ρεκόρ αύξησης του παγκόσμιου τουρισμού (η Ευρώπη δέχθηκε φέτος 700 εκατ. από 600 προ τριετίας) και της λαχτάρας όλο και περισσότερων ανθρώπων να βρεθούν αλλού, σε εκείνη την κατάσταση αργίας που δεν θίγεται από προαισθήματα λαθών και γνώση των βαρών. Ο τουριστικός τομέας, που αντιπροσωπεύει το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ, αποδεικνύεται ανθεκτικός στις κρίσεις (1,6 τρισ. δολάρια ο παγκόσμιος τζίρος – 700 φορές μεγαλύτερος από εκείνον του 1950).

Λίγοι ήταν οι πρώτοι περιηγητές του 16ου και 17ου αιώνα, όταν το ταξίδι υποκινούσε η περιέργεια για ξένες χώρες. Ο αριθμός τους μεγάλωσε παράλληλα με τη βιομηχανική ανάπτυξη, τη διεύρυνση της τάξης των εμπόρων, των επαγγελματιών, την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, τη μόδα των ταξιδιών αναψυχής. Και βέβαια μαζί με τη μείωση του χρόνου μετακίνησης –οι ατμομηχανές και τα ατμόπλοια ενίσχυσαν τις δυνατότητες για ταξίδια–, την αύξηση του πληθυσμού και την οργάνωση των πρωτεργατών του τουριστικού εμπορίου, τη δημιουργία των πρώτων τουριστικών θερέτρων με την εντυπωσιακή χωροταξία και αρχιτεκτονική (π.χ. Μπάντεν, Μπαθ). Μετά ήρθε το αυτοκίνητο, η καθιέρωση της άδειας μετ’ αποδοχών, τα μεγάλα ξενοδοχεία, αλλά και ο κοινωνικός τουρισμός, τα τροχόσπιτα, τα κάμπινγκ, οι ξενώνες, οι φτηνές πτήσεις, τα «πακέτα», η καθιέρωση των διακοπών ως βασική ανάγκη στις ανεπτυγμένες χώρες, και ο τουρισμός απογειώθηκε.

Το «μπουμ» έφεραν η τεχνολογική επανάσταση, η έκρηξη της πληροφορίας, η δυνατότητα της άμεσης οργάνωσης φθηνότερων διακοπών και της διαμονής όχι μόνο σε θέρετρα αλλά στα σπίτια των ντόπιων. Μεγάλοι αριθμοί και εισβολή στην καθημερινότητα των γηγενών ανέστρεψαν το βέλος και ο πολυπόθητος επισκέπτης έγινε ανεπιθύμητος. Δεν είναι μόνο η δόση καθαρότητας που διαφθείρεται από τον συγχρωτισμό με τον τουρίστα – κάθε τόπος έχει ώς ένα βαθμό τη δυνατότητα να αναπλάθει τη γοητεία των εικόνων του, όταν αποβράζει από τις ορδές, και το χύμα και χύδην παύει να ασεβεί. Είναι το πλέξιμο διαφορετικών τρόπων ζωής. Η εισβολή της τουριστικής χαλαρότητας, άλλων στάσεων και νοοτροπιών σε ασφυκτικά ή ομαλά προγράμματα, που σταματά τη συσσώρευση των εσωτερικών δυνάμεων και τις αποβάλλει προς τον εξωτερικό κόσμο. Οι αυτόχθονες χάνουν μέρος του πεδίου από όπου αντλούν την ενεργητικότητά τους. Δεν ελαττώνεται μόνο η δύναμη της σκέψης τους, αλλά και η δύναμη των μυστικών τους.

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση