11 Οκτωβρίου 1922 – Η Ανακωχή των Μουδανιών

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Έπειτα από την κατάρρευση του μετώπου και την κατάληψη από τα στρατεύματα του Κεμάλ των περιοχών της Μικράς Ασίας που βρίσκονταν υπό την ελληνική διοίκηση, οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις συγκάλεσαν Στρατιωτική Σύσκεψη Ανακωχής στις 20 Σεπτεμβρίου/3 Οκτωβρίου 1922 στα Μουδανιά στα ασιατικά παράλια της Θάλασσας του Μαρμαρά. Στη Σύσκεψη συμμετείχαν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία και η κεμαλική Τουρκία, ενώ η Ελλάδα προσκλήθηκε αργότερα, όταν οι βασικές αποφάσεις σχετικά με την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από την Ανατολική Θράκη είχαν ήδη ληφθεί.

Κύριος στόχος των τριών ευρωπαϊκών δυνάμεων ήταν η διατήρηση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας στα Στενά. Ως εκ τούτου, προσπάθησαν να αποτρέψουν την άμεση ανάπτυξη των στρατευμάτων του Κεμάλ στις ουδέτερες περιοχές της Κωνσταντινούπολης, της Θάλασσας του Μαρμαρά και των Δαρδανελλίων. Η μοναδική δύναμη, όμως, η οποία τηρούσε ακόμη εχθρική στάση έναντι της Τουρκίας ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, καθότι τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Ιταλοί είχαν έρθει σε συμφωνίες με τον Κεμάλ ήδη από το 1921. Η βρετανική διπλωματία επιχείρησε στα Μουδανιά να αποτρέψει το ξέσπασμα ενός νέου ελληνοτουρκικού πολέμου, ο οποίος ενδεχομένως θα ενέπλεκε και το ίδιο το Ηνωμένο Βασίλειο.

Για τον Κεμάλ, η πρόσκληση στη Σύσκεψη Ανακωχής αποτελούσε τεράστια επιτυχία. Αντιμετωπιζόταν από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις πλέον ως ο μοναδικός αντιπρόσωπος της Τουρκίας. Με την απειλή της συνέχισης του πολέμου σε περίπτωση που δεν αποδιδόταν η Ανατολική Θράκη στην Τουρκία, ο Κεμάλ αποσκοπούσε στη χάραξη των δυτικών συνόρων της χώρας του στα όρια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (1913), με την οποία τερματίστηκε ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος. Απώτερος στόχος του ήταν να δεσμευτούν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στη Δυτική Θράκη, με το οποίο θα αποφασιζόταν η τύχη της περιοχής.

Από την άλλη, η Ελλάδα εμφανίστηκε στη Σύσκεψη των Μουδανιών ως μια ηττημένη κατά κράτος χώρα. Στη χώρα επικρατούσε χάος, ενώ τη διακυβέρνηση είχε αναλάβει η ηγεσία του στρατιωτικού κινήματος. Η ελληνική αντιπροσωπεία προσήλθε στα Μουδανιά με δύο στόχους. Πρώτος ήταν η μη αποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων από την Ανατολική Θράκη πριν από την υπογραφή συνθήκης ειρήνης ή τουλάχιστον την ανάληψη της διοίκησης από κάποια εκ των ευρωπαϊκών δυνάμεων (η ελληνική πλευρά είχε κατανοήσει πως η αποχώρηση των Ελλήνων από την περιοχή ήταν μη αναστρέψιμη). Δεύτερος στόχος ήταν η διασφάλιση της κυριαρχίας της Ελλάδας επί της Δυτικής Θράκης, περιοχής η οποία είχε περιέλθει σε ελληνικά χέρια με ειδική σύμβαση που εντάχθηκε στη Συνθήκη των Σεβρών (1920).

Στις 28 Σεπτεμβρίου/11 Οκτωβρίου 1922 υπογράφτηκε από τους αντιπροσώπους των πέντε κρατών η Ανακωχή των Μουδανιών. Σύμφωνα με τους όρους της Ανακωχής, οι Έλληνες θα εγκατέλειπαν στην Ανατολική Θράκη και θα αποσύρονταν δυτικά του ποταμού Έβρου. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα αναλάμβαναν την εξουσία στις περιοχές που εκκενώνονταν και στη συνέχεια θα την παρέδιδαν στους Τούρκους. Για την εκκένωση δόθηκε περιθώριο ενός μήνα. Οι δυνάμεις διατήρησαν τον έλεγχο των Στενών επιτυγχάνοντας τον κύριο στόχο τους, παραδίδοντας ουσιαστικά την αδιάφορη προς εκείνους Ανατολική Θράκη στους Τούρκους.

«Η μικρασιατική κατάρρευσις επηρέασε τόσον τους πάντας, τους ξένους αλλά και ημάς αυτούς ακόμη, ώστε οι πάντες σχεδόν να πιστεύουν ως σωτηρίαν της Ελλάδος την άνευ πολέμου θυσίαν της Θράκης. Εις την Διάσκεψιν των Μουδανιών ο στρατηγός Σαρπύ δεν ωμίλησε περί παρεμποδίσεως περαιτέρω μαχών· είπεν ότι επρόκειτο να εμποδισθή ο τουρκικός στρατός “από του να καταδιώξη τον ελληνικόν στρατόν και εις την Θράκην”. […] Ακριβές είνε ότι οι Σύμμαχοι δεν θέλουν να μεταφερθή ο πόλεμος εξ Ασίας εις την Ευρώπην, λόγω των κινδύνων νέας παγκοσμίου αναφλέξεως εν συνεπεία της τοιαύτης μεταφοράς. Και πειθαναγκάζουν την Ελλάδα εις υποταγήν, δια να σβεσθή πλέον η κινδυνώδης πολεμική εστία της Ανατολής», έγραψε η «Καθημερινή» στο πρωτοσέλιδο της 29ης Σεπτεμβρίου 1922 σχολιάζοντας την αποχώρηση των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη ως συνέπεια των όρων της Ανακωχής των Μουδανιών.

Ακολουθώντας τους Έλληνες των παραλίων της Μ. Ασίας και των άλλων περιοχών της Ανατολίας, οι Έλληνες της Ανατολικής Θράκης εγκατέλειψαν με τη σειρά τους τις πατρογονικές τους εστίας. Ουσιώδης διαφορά είναι ότι η εκκένωση πραγματοποιήθηκε με σχετική τάξη. Μακρύς ποδαρόδρομος μέσα από λασπωμένους δρόμους έλαχε στη συντριπτική πλειονότητα των Ανατολικοθρακιωτών. Ατελείωτες φάλαγγες ταλαιπωρημένων και γεμάτων αγωνία για το μέλλον τους ανθρώπων οδηγούσαν προς τον Έβρο. Όσοι βρίσκονταν κοντά στα λιμάνια της Θάλασσας του Μαρμαρά, τη Ραιδεστό, τη Σηλυβρία κ.ά., γέμισαν ασφυκτικά τα πλοία, τα οποία μετέβησαν στην περιοχή για να παραλάβουν τους Έλληνες στρατιώτες. Πάνω από 250.000 ήταν οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Η Έξοδος του Ελληνισμού της Ανατολικής Θράκης, μιας περιοχής με ακμαιότατο το ελληνικό στοιχείο, είχε ολοκληρωθεί.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση