Η εργασία ως στρατηγική επιβίωσης για τους Μικρασιάτες και ως μοχλός κοινωνικής αναδημιουργίας μετά την Καταστροφή
Εδώ, στην Ελλάδα, τι φέρατε;
– Τίποτα δεν φέραμε. Ψυχή…
Μαρτυρία Αναστασίας Σεραφειμίδου (Σύλλογος Μικρασιατών Πιερίας)
Στις 24 Ιουλίου συμπληρώνονται 100 χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή η Συνθήκη όρισε την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και τη νεοσύστατη τότε Τουρκία, που ιδρύθηκε το 1923 στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο ελληνόφωνοι ή τουρκόφωνοι χριστιανοί, πλούσιοι, φτωχοί, αστοί, αγρότες, Οθωμανοί υπήκοοι και, αντίστροφα, περισσότεροι από μισό εκατομμύριο μουσουλμάνοι, Ελληνες υπήκοοι, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε νέες πατρίδες.
Η Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, που από το 2010 στεγάζεται εν μέρει προσωρινά αλλά ως προς ορισμένα τμήματά της μόνιμα πλέον στο πρώην δημόσιο Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν, φιλοξενεί σημαντική έκθεση με τίτλο «Ιστορίες επιβίωσης. Μικρασιάτες πρόσφυγες και εργασία στις νέες πατρίδες». Στο εισαγωγικό σημείωμά της στον κατάλογο της έκθεσης η δρ Μαρία Καμηλάκη, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Βιβλιοθήκης της Βουλής και γενική επιμελήτρια της έκθεσης, επισημαίνει την επιδίωξη να θεματοποιηθεί η εργασία ως «στρατηγική επιβίωσης για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες», ως «μέσο διαμόρφωσης ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων» και ως μοχλός «κοινωνικής αναδημιουργίας και ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας». Τονίζει ωστόσο ότι «η έκθεση δεν αποβλέπει στο να ωραιοποιήσει καταστάσεις ή να καταθέσει “οριστικές” ή “βολικές” αποτιμήσεις». Την περιηγηθήκαμε συζητώντας με τη δρα Μαρία Βλασσοπούλου, προϊσταμένη του τμήματος Μπενακείου Βιβλιοθήκης της Βιβλιοθήκης της Βουλής, υπεύθυνη έρευνας και επιμέλειας της έκθεσης μαζί με την Αντζελα Καραπάνου, προϊσταμένη του Τμήματος Κοινοβουλευτικών Αρχείων της Βιβλιοθήκης.
Η επιλογή επαγγέλματος συχνά διαμορφωνόταν με κυβερνητικές αποφάσεις, ανάλογα με τις παραγωγικές και τοπικές ανάγκες.
Φωτογραφίες και λόγια βγαλμένα από μαρτυρικές ψυχές κοσμούν καθρέφτες που έχουν στηθεί στην είσοδο της έκθεσης. Η ευρηματική μουσειολογική προσέγγιση επιτρέπει έτσι στην προσφυγική μαρτυρία να παρεμβληθεί στην αυτο-εικόνα μας, ξεκινώντας την επίσκεψη. Ακολουθεί το κυρίως τμήμα της έκθεσης, συνδυάζοντας πολύτιμο αρχειακό υλικό των συλλογών της Βουλής –ανάμεσά τους τα κείμενα των Συνθηκών των Σεβρών και της Λωζάννης– και τεκμήρια προσφυγικής θεματικής, που συλλέχθηκαν επί τούτου.
Καμβάς το Καπνεργοστάσιο
«Ο στόχος ήταν να χρησιμοποιηθεί το κτίριο ως αφηγηματικός καμβάς», λέει η κ. Βλασσοπούλου. «Το ίδιο το κτίριο του Καπνεργοστασίου, παρότι ιδρύεται λίγο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν φιλοξενεί ούτε στεγάζει πρόσφυγες, έχει όμως πολλούς καπνεργάτες και καπνεργάτριες μικρασιατικής καταγωγής. Κεντρομόλος δύναμη της έκθεσης είναι τα επαγγέλματα, η εργασία. Θέλουμε όμως να δείξουμε πως η επιβίωση δεν συνδυάστηκε αποκλειστικά με προσωπικές ή συλλογικές επιλογές αλλά και με άνωθεν αποφάσεις. Βασικό παράδειγμα η αγροτική αποκατάσταση που, πολύ περισσότερο από την αστική, ήταν κατευθυνόμενη από το κράτος. Οι αμπελουργοί από το Αϊβαλί εγκαθίστανται στην Κρήτη, οι σηροτρόφοι από την Προύσσα στο Σουφλί ή στην Εδεσσα. Αυτό είναι κρατική επιλογή. Τα βασικά εφόδια ήταν, στην περίπτωση της αγροτικής αποκατάστασης, στέγαση, κλήρος για καλλιέργεια και, πολλές φορές, εργαλεία». Να λοιπόν οι ταπητουργοί από το Ουσάκ, που συνεχίζουν την τέχνη τους στη Νέα Ευκαρπία – «Το μαγικό χαλί του προσφυγικού ελληνισμού», όπως τιτλοφορείται σχετικό κείμενο της Αφροδίτης Καμάρα στον κατάλογο της έκθεσης. Να οι –χιώτικης καταγωγής!– Σμυρνιοί λουκουμοποιοί, που μετοικούν στην Ερμούπολη της Σύρου, ακολουθώντας κατά οικογένειες τον αιματηρό κύκλο των Καταστροφών από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Οι Πόντιοι χαλκωματάδες στη Θεσσαλονίκη, οι Σινασιώτες ζαχαροπλάστες στον Πειραιά, οι ψαράδες της Νέας Μηχανιώνας, οι αγγειοπλάστες και οι κεραμοποιοί που «ευθύνονται» για τα πλακάκια τεχνοτροπίας «Ισνίκ» στο γραφείο του προέδρου της Βουλής! Να οι κεντήστρες στον Βύρωνα και στην Κοκκινιά αλλά και η «ατυχής τροφός πρόσφυξ εκ Μικράς Ασίας, υγιής με άφθονον γάλα» (το σχετικό έκθεμα προέρχεται από τις «μικρές αγγελίες» της εποχής). Δάκρυα ανεβαίνουν στα μάτια διαβάζοντας τις σκληρές εμπειρίες της νεαρής προσφυγοπούλας Αφρώς Βουδούρογλου στον κλάδο της υφαντουργίας. Ξεχωρι-στό κομμάτι αφιερώνεται στη γυναικεία απασχόληση αλλά και στην παιδική εργασία. Η Μαρία Βλασσοπούλου εξηγεί: «Το 1922 πολλοί άνδρες δεν είχαν ακόμη επιστρέψει και κάποιοι δεν επέστρεψαν ποτέ. Οι γυναίκες έπρεπε να επιβιώσουν. Εδώ μπαίνει και ένα θέμα αντιπαράθεσης με τις ντόπιες. Εχουμε, για παράδειγμα, πολύ ωραίες αφηγήσεις από την περιοχή του Αγρινίου, από μια έρευνα για τα καπνά. Περιγράφεται μέσα από μαρτυρίες πώς έβλεπαν οι ντόπιες τις γυναίκες που είχαν μπει να δουλέψουν στα καπνεργοστάσια του Αγρινίου. Και, αντίστροφα, πώς οι γυναίκες-πρόσφυγες απολάμβαναν τη δυνατότητά τους να έχουν πέντε δραχμές στην άκρη».
«Υπήρχαν», συνεχίζει η Μαρία Βλασσοπούλου, «αστικοί και αγροτικοί πληθυσμοί, ελληνόφωνοι και τουρκόφωνοι. Εχουμε την περίπτωση των Καραμανλήδων· εκθέτουμε βιβλία από τις συλλογές μας με ελληνικούς χαρακτήρες σε τουρκικές λέξεις, γιατί αρκετοί πρόσφυγες ήταν τουρκόφωνοι. Εχουμε μαρτυρίες ανθρώπων για γιαγιάδες και παππούδες, οι οποίοι δεν έβγαιναν από το σπίτι γιατί δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν».
Προσφυγικά νοσοκομεία
«Στον αστικό τομέα έχουμε πολλές εξελίξεις που σχετίζονται με το οικιστικό αλλά και με τη δημόσια υγεία. Πολλά σημερινά νοσοκομεία ιδρύθηκαν ως νοσοκομεία προσφύγων: Ιπποκράτειο, “Αγία Ολγα”, Κρατικό Νικαίας στην Αττική, Κεντρικό Νοσοκομείο Προσφύγων και σήμερα Νοσοκομείο “Γεώργιος Γεννηματάς” στη Θεσσαλονίκη». Οι πρόσφυγες, πληροφορούμαστε, είχαν ελάχιστη συμμετοχή στον δημόσιο τομέα, με εξαίρεση τους δασκάλους. Στην αρχή, ωστόσο, έχουμε ξεχωριστά σχολεία στους προσφυγικούς συνοικισμούς, με δικούς τους δασκάλους.
Ενα πορτρέτο του Σεφέρη φιλοτεχνημένο από τον Τσαρούχη, μια αίτηση του Κόντογλου για να διδάξει στο Μετσόβιο αλλά και το αρχείο του Φώτιου Αποστολίδη, που από δάσκαλος στην Ανατολική Θράκη έγινε δικηγόρος και συμβολαιογράφος στην Ξάνθη – από τα ταπεινότερα στρώματα μέχρι τους λόγιους και από τους μεροκαματιάρηδες μέχρι τους επιχειρηματίες, οι «ιστορίες επιβίωσης» τροφοδοτούν τη μνήμη, τον νου και το συναίσθημα ημών των σημερινών με πολύτιμο καύσιμο.