Μαζί άγγιξαν την ουσία της κοινωνικής ισότητας και της ελευθερίας, τα ύψη του ανέφελου μέλλοντος, μαζί εκτέθηκαν σε κινδύνους, παρεξέκλιναν, κακοφόρμισαν, μαζί πήραν τον δρόμο για την αυτορρύθμιση, τη θεραπεία. Σύγχρονη δημοκρατία και ψηφιακές τεχνολογίες, βίοι παράλληλοι από 1989. Την κοινή τους πορεία, το ταυτόχρονο πέρασμά τους από ένα κλίμα γενικής ευφορίας και εφησυχασμού σε μονοπάτια ολισθηρά και συνθήκες απειλητικές για την ομαλή εξέλιξή τους περιγράφει στην «Κ» ο Γιώργος Μητακίδης, συνδημιουργός της Κοινοπραξίας του Παγκόσμιου Ιστού και από την πρώτη στιγμή στην καρδιά γέννησης των νέων τεχνολογιών, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών και πρόεδρος του Φόρουμ για τον Ψηφιακό Διαφωτισμό.
«Ολα ξεκίνησαν το 1989. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, 45 χρόνια Ψυχρού Πολέμου και τη διάδοση θεωριών όπως εκείνη του Φουκουγιάμα για το τέλος της Ιστορίας, καλλιεργήθηκε η πεποίθηση ότι η δημοκρατία πλέον δεν απειλούνταν, θα μπορούσε αβίαστα να εξαπλωθεί και να επικρατήσει, και δημιουργήθηκε ένα γενικευμένο κλίμα ευφορίας. Θεωρήσαμε δεδομένο ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν έχει να αντιμετωπίσει πλέον κανέναν αντίπαλο και σταματήσαμε την ουσιαστική γαλούχηση των νέων με τις αρχές της, τις προσπάθειες για τη διαφύλαξή της, οι άμυνες αποδυναμώθηκαν, υπήρξε ένας “μονομερής ηθικός αφοπλισμός”, όπως λέει ο Tίμοθι Σνάιντερ από το Γέιλ. Αυτή η κατάσταση ευφορίας για την απόλυτη εδραίωση της δημοκρατίας ήταν όμως προσωρινή, μια χίμαιρα, που την έθεσε σε κίνδυνο. Οι δημοκρατίες ήταν πάντα ευάλωτες, δεν είναι στατικές, με την ανοιχτότητά τους θρέφουν τον σπόρο του εκφυλισμού τους, απαιτούν συνεχή εγρήγορση ώστε να γίνονται διορθώσεις όταν τα πράγματα πάνε στραβά. Μέσα στο κλίμα ευφορίας το ξεχάσαμε αυτό. Η μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία σήμερα είναι να πιστέψει κανείς ότι δεν απειλείται», τονίζει ο κ. Μητακίδης, με ακαδημαϊκή καριέρα σε ΜΙΤ, Κορνέλ, Πανεπιστήμια του Ρότσεστερ και του Σαουθάμπτον, για τρεις δεκαετίες σε υψηλόβαθμες θέσεις στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για την έρευνα, την ανάπτυξη, τη διεθνή συνεργασία.
«Την ίδια περίοδο, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, δημιουργήθηκε, με τη γέννηση του web, μια αντίστοιχη ευφορία για τις ψηφιακές τεχνολογίες». Ηταν στο σπίτι του κ. Μητακίδη στις Βρυξέλλες όταν βρήκαν, με τον φίλο του, καθηγητή στο ΜΙΤ Μιχάλη Δερτούζο και τον Τιμ Μπέρνερς Λι, ο οποίος είχε μόλις εφεύρει τον παγκόσμιο ιστό στο CΕΡΝ, το πώς θα έστηναν την κοινοπραξία του www, που έκανε πραγματικότητα το web. Ο Μιχάλης Δερτούζος ήταν τότε επικεφαλής του Computer Science Laboratory στο MIT, ο κ. Μητακίδης ήταν διευθυντής του προγράμματος ESPRIT για τις τεχνολογίες πληροφορικής στις Βρυξέλλες. «Ο Τιμ ήθελε να προσφέρει τον παγκόσμιο ιστό στον κόσμο, δεν ήθελε να τον πατεντάρει, να αποκομίσει κέρδος. Ο Δερτούζος και εγώ φέραμε σε επαφή τον αντιπρόεδρο του Κλίντον, Αλ Γκορ, με τον πολιτικό μου προϊστάμενο, επίτροπο Μπάνγκεμαν, που προσέφεραν αμφότεροι, μέσω του ΜΙΤ και του ΕSPRIT αντίστοιχα, από ένα εκατομμύριο δολάρια για τη δημιουργία του World Wide Web Consortium με διευθυντή τον Τιμ Μπέρνερς Λι». Και άρχισαν όλοι να πιστεύουν «σε μια πολιτιστική αναγέννηση που θα ενίσχυε τη δημοκρατία με την άμεση συμμετοχή ενημερωμένων πολιτών και τη διαφάνεια των κυβερνήσεων –καμία δικτατορία δεν θα άντεχε στον ρου της πληροφορίας–, με την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και απόψεων· ήταν ένα θαυμάσιο δώρο στον κόσμο. Η ευφορία αυτή κράτησε για χρόνια».
«Σε Γερμανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, ένα 30% τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού ηγέτη που δεν θα εμποδίζεται από εκλογικά αποτελέσματα. Ανοδος του λαϊκισμού, υποχώρηση της δημοκρατίας παγκοσμίως».
Στην Αραβική Ανοιξη, το 2011, «δημοκρατία και ψηφιακές τεχνολογίες συνδέθηκαν σε μια κορύφωση της αισιοδοξίας για την επικράτηση της δημοκρατίας στις χώρες όπου, με την καθοριστική συμβολή των κοινωνικών δικτύων, πυροδοτήθηκε η επανάσταση. Αποδείχθηκε χίμαιρα. Αν κοιτάξουμε σήμερα τις στατιστικές στις χώρες αυτές, οι πολίτες προτιμούν έναν απόλυτο ισχυρό ηγέτη που θα έπαιρνε τα ηνία, χωρίς δημοκρατικές διαδικασίες και κοινοβούλια. Υπέρ αυτής της ιδέας τάσσεται το 87% των πολιτών στο Ιράκ, το 81% στην Τυνησία, το 73% στον Λίβανο, το 71% στη Λιβύη, το 65% στη Μαυριτανία, το 61% στο Σουδάν, το 53% στην Ιορδανία, το 51% στα παλαιστινιακά εδάφη, το 48% στο Μαρόκο. Αλλά και πιο κοντά μας, στη Γαλλία, το 47% πιστεύει ότι χρειάζεται λιγότερη δημοκρατία και περισσότερη αποτελεσματικότητα. Σε Γερμανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, ένα 30% τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού ηγέτη που δεν θα εμποδίζεται από εκλογικά αποτελέσματα. Ανοδος του λαϊκισμού, υποχώρηση της δημοκρατίας παγκοσμίως».
Μια παράλληλη πορεία, συνεχίζει ο κ. Μητακίδης, ακολούθησαν και οι ψηφιακές τεχνολογίες. «Μέχρι τη δεκαετία του 2010 κανείς δεν έκρουε κώδωνα κινδύνου για τις μονοπωλιακές πρακτικές των GAFAM+ (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft κ.ά.), κανείς δεν διέβλεπε κάποιον κίνδυνο, τις αρνητικές επιπτώσεις των ψηφιακών τεχνολογιών στη δημοκρατία. Σήμερα χτυπούν καμπανάκια και στα δύο πεδία, όπως και στην τομή τους. Πρόσφατο παράδειγμα αλληλεπίδρασης των δύο πεδίων είναι η εισβολή οπαδών του Μπολσονάρο σε κυβερνητικά κτίρια. Μήνες πριν από τις ταραχές της 8ης Ιανουαρίου, σχεδιαζόταν πραξικόπημα αρχικά σε κρυπτογραφημένους διαδικτυακούς χώρους που δεν υφίστανται κανέναν έλεγχο. Στη συνέχεια, οι σχεδιασμοί αυτοί προωθήθηκαν ευρέως μέσω Facebook, Instagram, Twitter, YouTube, Telegram και Gettr, που δεν εντόπισαν τις συνομιλίες ώστε να τις αφαιρέσουν. Δημοκρατία και ψηφιακές τεχνολογίες έχουν κακοφορμίσει. Από την παράλληλη ευφορία οδηγηθήκαμε στην παράλληλη ανησυχία».
Το σημείο καμπής
Τι πυροδότησε το κύμα της ανησυχίας και την έναρξη των διορθωτικών κινήσεων; «Καταλυτικό ρόλο έπαιξαν προσφάτως διάφορα γεγονότα, όπως τα δισεκατομμύρια που χάθηκαν με την καθίζηση κάποιων κρυπτονομισμάτων. Ξεκίνησαν σαν δημοκρατική συνιστώσα του χρηματοοικονομικού συστήματος (διαφανείς ανώνυμες συναλλαγές χωρίς ενδιαμέσους, όπως οι τράπεζες), όμως δεν ήταν διόλου δημοκρατική, η διαχείριση γινόταν από έναν ή λίγους ανθρώπους. Ωστόσο τον πλέον καταλυτικό ρόλο έπαιξε η εξαγορά του Twitter από τον Ελον Μασκ, ο οποίος λειτουργεί με τρόπο που πλήττει τις δημοκρατικές διαδικασίες. Αν ζούσε στην Αθήνα του 5ο αιώνα π.Χ., ο Μασκ θα ήταν ο πρώτος υποψήφιος για εξοστρακισμό. Συγκεντρώνει ταυτόχρονα πλούτο και τεράστια δύναμη χειραγώγησης. Πρόσωπα όπως ο Μασκ, ο Ζούκερμπεργκ, ο Μπέζος απομυθοποιούνται, δεν είναι πια ήρωες, δεν είναι πια συμπαθείς, η χρηματιστηριακή αξία των οργανισμών τους πέφτει… Και συνειδητοποιούνται οι κίνδυνοι, σταδιακά εντείνεται η ανάγκη για διόρθωση των στρεβλώσεων, για επαναπροσδιορισμό των κανόνων του παιχνιδιού, και στα δύο πεδία, και στη δημοκρατία και στον χώρο της τεχνολογίας, όπως και στην αλληλεπίδρασή τους. Ισως έρθει μια μέρα που θα είμαστε ευγνώμονες στον Μασκ ή στον Μπάνκμαν-Φριντ. Ακόμη και στον Τραμπ, που με τους αφορισμούς του –π.χ. να καταργηθεί το σύνταγμα– έθεσε σε εγρήγορση τη Δημοκρατία, αν και βρισκόμαστε ακόμη πολύ μακριά από το τέλος του τραμπισμού».
Γιατί οι ακραίοι είναι οι καλύτεροι πελάτες των κοινωνικών δικτύων
«Η τεχνολογία ούτε θα σώσει ούτε θα σκοτώσει από μόνη της τη δημοκρατία, η οποία δεν επηρεάζεται μόνο από τις ψηφιακές τεχνολογίες, αλλά και από άλλους ακόμη, πολύ σοβαρούς παράγοντες. Για να αντιδράσει επαρκώς η δημοκρατία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες οικονομικές ανισότητες, το μεταναστευτικό, ο εσωτερικός εκφυλισμός των δημοκρατικών διαδικασιών, η αδιαφορία, κυρίως των νέων, για τα πολιτικά τεκταινόμενα, θα πρέπει να γίνουν, όπου χρειάζεται, διορθώσεις συνταγματικού τύπου – στις ΗΠΑ, που ήταν πάντα ο φάρος της δημοκρατίας, το Ανώτατο Δικαστήριο έχει πλήρως πολιτικοποιηθεί. Ενώ η απόφαση Citizen United, επικαλούμενη την ελευθερία του λόγου, ήρε τους περιορισμούς στη χρηματοδότηση εκλογικών εκστρατειών και επέτρεψε σε εταιρείες και ομάδες ειδικών συμφερόντων να δαπανούν απεριόριστους πόρους στις εκλογές, π.χ. για διαφημίσεις εκστρατειών».
Σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές τεχνολογίες, ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που ενέχουν για τη δημοκρατία; «Η χειραγώγηση της κοινής γνώμης διά των κοινωνικών δικτύων, αλλά και άλλων μέσων, και η πόλωση, η οποία συμβαίνει ως εξής. Ο Ζούκερμπεργκ και λοιποί δεν επιζητούν να πλήξουν τη δημοκρατία, λεφτά θέλουν να βγάλουν. Και αυτό το πετυχαίνουν όταν ο καταναλωτής είναι προβλέψιμος και κάνει κλικ σε όποια διαφήμιση λαμβάνει. Ομως περισσότερο προβλέψιμοι είναι οι ακραίοι. Οσοι είναι στα άκρα είναι συνήθως ήσυχοι με τον εαυτό τους, σίγουροι για τις επιλογές τους· αυτοί που βρίσκονται στη μέση είναι που έχουν τις αμφιβολίες. Ετσι, χωρίς οι εταιρείες να το έχουν επιδιώξει, οι ακραίοι είναι οι καλύτεροι πελάτες τους. Αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο ωθεί στα άκρα και στην πόλωση, και επιδρά αρνητικά στη δημοκρατία. Οταν υπάρχει ακραία πόλωση, εξαφανίζεται αυτό που ο Αριστοτέλης αποκαλούσε “μεσότης”, η οποία είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Το 2016, το 47% των Ρεπουμπλικανών δήλωνε ότι όσοι ψηφίζουν Δημοκρατικούς είναι ανήθικοι και ανέντιμοι, το 2022 το ποσοστό αυτό εκτινάχθηκε στο 72%… Μια κοινωνία δύο ημίσεων, που δεν μιλούν μεταξύ τους, δεν μοιράζονται τα ίδια δεδομένα, παρά μόνο το αμοιβαίο μίσος. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένα είδος μιθριδατισμού, συνηθίζουμε σιγά σιγά στα κακώς κείμενα. Ο Χαράρι είπε σε πρόσφατο συνέδριο ότι οι “επόμενες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ ενδέχεται να είναι οι τελευταίες δημοκρατικές στην ιστορία τους” χωρίς αντίδραση από το ακροατήριο».
Τι πρέπει να γίνει; «Να μειωθεί η ισχύς των GAFAΜ+. Στην Ε.Ε. θα τεθούν εντός ολίγου σε ισχύ το Digital Services Act (DSA) και το Digital Market Act (DMA)· ο πρώτος κανονισμός βάζει φραγμούς στο τι μπορούν να διακινούν οι τεχνολογικοί κολοσσοί, ο δεύτερος μειώνει τη δυνατότητά τους να μονοπωλούν, όπως κάνουν σήμερα. Το Τwitter υπό την ηγεσία του Μασκ θα έρθει πολύ σύντομα σε σύγκρουση με το κανονιστικό πλαίσιο της Ε.Ε. Μέχρι στιγμής σε ισχύ είναι μόνο το GDPR, για πολλούς ένας κανονισμός γραφειοκρατικός, που αρκετοί τον αποδέχονται χωρίς να τον διαβάζουν, αλλά αποτελεί μία βάση, ήταν το πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση της ευθείας απειλής στους πυλώνες της ατομικής ελευθερίας. Ο Ντάρον Ατζέμογλου προτείνει το anticipatory regulatory framework, δηλαδή να λέμε “όχι” πριν συντελεστεί η ζημιά, όταν ο διαφαινόμενος δυνητικός κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος – το βιβλίο του “The harm in AI” πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα από το Oxford Press. Να ισχύσει ό,τι και με τα φάρμακα: πραγματοποιείται σειρά κλινικών δοκιμών πριν κυκλοφορήσει στην αγορά ένα σκεύασμα. Σε αυτή τη λογική έχει συνταχθεί το AI Act, η οδηγία για την τεχνητή νοημοσύνη, η οποία είναι επίσης πολύ δεσμευτική για τις εφαρμογές υψηλού κινδύνου που απειλούν, με τη χειραγώγηση, και τη δημοκρατία. Στο ίδιο πνεύμα, αναζητούνται τρόποι για το σπάσιμο των τεχνολογικών κολοσσών σε μικρότερες εταιρείες, όπως είχε συμβεί στις ΗΠΑ με το Sherman Act, τον νόμο που είχε προτείνει ο γερουσιαστής Σέρμαν, με τη λογική ότι η υπερσυγκέντρωση ισχύος πλήττει τη δημοκρατία. Τότε είχαν σπάσει σε μικρότερες εταιρείες η πετρελαϊκή Standard Oil και στη συνέχεια η εταιρεία τηλεπικοινωνιών AT&T. Ο νόμος Σέρμαν, με βάση τον οποίο το κράτος δικαιούται να σπάσει μια εταιρεία μόνο αν αυτή επηρεάζει αρνητικά τις τιμές και την επιλογή των καταναλωτών, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση των GAFAΜ+, που υποστηρίζουν ότι παρέχουν τα προϊόντα τους δωρεάν. Ετσι γίνεται προσπάθεια να περιληφθεί στον αντιμονοπωλιακό νόμο η αποφυγή συνδυασμού πολιτικής και οικονομικής δύναμης που μπορεί να πλήξει τη δημοκρατία».
Τι άλλο απαιτείται; «Παιδεία. Το metaverse, όχι εκείνο του Ζούκερμπεργκ, που ενδέχεται να πολλαπλασιάσει τα αρνητικά των κοινωνικών δικτύων, αλλά η ενσωμάτωση της εικονικής πραγματικότητας στην εκπαίδευση και η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για ενδυνάμωση του πολίτη θα διευρύνουν ασύλληπτα τις δυνατότητες προσιτής εκπαίδευσης που θα μπορούσε να αλλάξει συθέμελα τον κόσμο».