Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση

Ο λοιμός του δυτικού πολιτισμού

ΒΙΒΛΙΟ

Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ βάλλει κατά των Γάλλων ομοεθνών του για τη διάχυση του λεγόμενου «πολιτισμικού σχετικισμού»

Ο λοιμός του δυτικού πολιτισμού

Μολονότι ο Πασκάλ Μπρυκνέρ έγινε ευρύτερα γνωστός µέσα από την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματός του «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα» (από τον Ρομάν Πολάνσκι), είναι με τα δοκίμιά του που στρέφει την προσοχή πάνω του. Ενθερμος πολέμιος των Σέρβων κατά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, υποστήριξε τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ το 1999, όπως και την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, πλην όμως καταδίκασε την Αμερική για τη χρήση βασανιστηρίων στο Γκουαντάναμο και το Αμπού Γκράιμπ.

Το 2006, ο Μπρυκνέρ εξέδωσε το δοκίμιο «Τα δάκρυα του λευκού ανθρώπου» και ένα χρόνο μετά την «Τυραννία της μεταμέλειας» (εκδ. Αστάρτη): αμφότερα στρέφονται εναντίον της συντονισμένης αποδόμησης του δυτικού πολιτισμού. Κάτι ανάλογο επιχειρεί και στο «Ενας σχεδόν τέλειος ένοχος. Ο λευκός ως αποδιοπομπαίος τράγος», το οποίο θα κυκλοφορήσει εντός της εβδομάδας από τις εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση του Ανδρέα Παππά, με τη διαφορά ότι εδώ φυλάει όλο του το μένος για την κουλτούρα της πατρίδας του των δεκαετιών του ’60 και του ’70, οπότε και διαχύθηκε στη Δύση η αντίληψη του λεγόμενου «πολιτισμικού σχετικισμού».

Ο λοιμός του δυτικού πολιτισμού-1

Oπως γράφει: «Αυτός είναι ένας λοιμός στον οποίο οι Γάλλοι συνεισφέραμε τα μέγιστα κατά τη δεκαετία του 1970, εξάγοντας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τους φιλοσόφους μας που πρωτοστάτησαν στην κατεδάφιση του ανθρωπισμού και του Διαφωτισμού. Εμείς μεταδώσαμε τον ιό, εκείνοι μας επιστρέφουν την ασθένεια. Το μπούμερανγκ είναι αγγλοσαξονικό, όμως το χέρι που το πέταξε γαλλικό».

Το απόσπασμα που προδημοσιεύει σήμερα η «Κ» είναι ενδεικτικό του ύφους της πολεμικής του Μπρυκνέρ.

Προδημοσίευση

Η νέα εποχή των παγετώνων

Η Αμερική, που ήρθε να σώσει την Ευρώπη το 1944 και ενσάρκωνε τη συμμαχία της νεωτερικότητας, της ελευθερίας και της ευημερίας, εκείνη η Αμερική δεν υπάρχει πια. Βαθιά διαβρωμένη από τον απομονωτισμό και τον εθνικισμό, στέκεται απέναντι στον Παλαιό Κόσμο όχι σαν λύση προς υιοθέτηση, αλλά σαν μια αποτυχία που δεν πρέπει να αναπαραχθεί. Μια αποτυχία που συντελέστηκε σε τρία στάδια: το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα των δεκαετιών 1960-70, για τη χειραφέτηση των ηθών και των μειονοτήτων, εμποδίζει τη χώρα να βυθιστεί σε μιας μορφής απαρτχάιντ. Πυροδοτεί, ωστόσο, με τη σειρά του μια βίαιη αντίδραση των συντηρητικών, που θέλουν με κάθε τρόπο να σβήσουν αυτές τις κατακτήσεις. Αυτή η αντεπανάσταση, ενίοτε βάναυση, θα οδηγήσει με τη σειρά της σε μια βίαιη αντίδραση στο αριστερό άκρο του πολιτικού φάσματος: στο κίνημα των γυναικών και των μειονοτήτων που εκφράζεται με τον εξτρεμισμό του φύλου, με υπερευαισθησία απέναντι στις διακρίσεις, με ακραία ρητορική. Η Αμερική εναντιώνεται στον ρατσισμό με όρους ρατσισμού, «ανάγοντας» τον καθένα στο χρώμα του δέρματός του, αψηφώντας κάθε κοινωνική ανάλυση. Μάχεται το κακό επιδεινώνοντάς το.

Η προσέγγιση των άκρων, που πιστεύουν ότι μισιούνται αλλά έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους, είναι ίσως το πιο ανησυχητικό γεγονός του αιώνα που ήδη διατρέχουμε.

Το αποτέλεσμα είναι ένας απεριόριστος κατακερματισμός. Αυτή η χώρα τείνει να τρελαθεί, παγιδευμένη ανάμεσα στη σφύρα των οπαδών του Τραμπ και στον άκμονα των φανατικών της «φυλής». Σε αυτό έρχεται να προστεθεί, σε στρατιωτικό επίπεδο, η αδυναμία της Αμερικής ως παγκόσμιας υπερδύναμης. Αποτυγχάνει στο Ιράκ και αποσύρεται από το Αφγανιστάν έπειτα από είκοσι χρόνια εκεί παρουσίας. Παρότι αναπτύσσει μια θορυβώδη διπλωματία, παραδίνεται στη Βόρεια Κορέα και στους μουλάδες της Τεχεράνης, εγκαταλείπει στην Κίνα την παγκόσμια ηγεμονία, αποτυγχάνει να επιβάλει την ειρήνη όπου και αν επεμβαίνει. Από κάθε άποψη, προσμένοντας έστω καλύτερες μέρες, είναι ένας σύμμαχος στον οποίο δεν μπορούμε να βασιστούμε, αφού περιφρονεί τους φίλους και φλερτάρει με τους εχθρούς!

(…) Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί ο ανθρωπολογικός πεσιμισμός. Υπήρξαν στην πρόσφατη ιστορία μεγάλες περίοδοι αναθέρμανσης των ελπίδων: το 1936, ο Μάιος του ’68, η περεστρόικα. Σήμερα, επιστρέφει το ψύχος. Το όραμα της χειραφέτησης της ανθρωπότητας σβήνει, καθώς δεν υπάρχει πια καν η ανθρωπότητα ως έννοια· υπάρχουν μόνον εθνότητες, «είδη», κοινότητες. Οι μεγάλοι αγώνες των δεκαετιών 1960-70 δόθηκαν με σημαία μια ενιαία αντίληψη για την ανθρωπότητα. Οι αντιαποικιακοί αγώνες είχαν στόχο να ελευθερώσουν ταυτόχρονα τον αποικιοκρατούμενο και τον αποικιοκράτη, ώστε να απαλλαγούν από μια σχέση αμοιβαίας υποταγής, ο φεμινισμός ήθελε να φέρει την οικονομική όσο και τη συμβολική ισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών. Oσο για τον αντιρατσισμό, απαιτούσε σεβασμό για πληθυσμούς διαφορετικής προέλευσης σε συμφραζόμενα ισχυρών μεταναστευτικών ρευμάτων και σε μια Ευρώπη με τραύματα ακόμη από την ανάμνηση του ναζισμού. Τι ευγενέστερο από αυτά τα ιδεώδη; Τι έχει απομείνει απ’ όλα αυτά; Eνα σαρδόνιο χαμόγελο, που προκύπτει από διάθεση εκδίκησης μάλλον παρά από γενναιοδωρία. Τρεις μείζονες στόχοι παρεκκλίνουν έτσι της πορείας τους εξαιτίας εκείνων που τους επικαλούνται· οι συντηρητικοί δεν θα μπορούσαν να ονειρευτούν καλύτερο δώρο.

Αυτήν τη διολίσθηση από τον προοδευτισμό στον σκοταδισμό θέλω κυρίως να εξετάσω εδώ. Το τοπίο είναι ζοφερό: ο ρατσισμός στη Δύση είναι πιο αισθητός από ποτέ, άντρες και γυναίκες βρίσκονται σε πόλεμο μέχρις εσχάτων μεταξύ τους. Oσο για την αποικιοκρατία, μάλλον έχει αλλάξει όψη παρά έχει καταργηθεί. Κάθε πρωί, ακούμε στις ειδήσεις κάτι που μας κάνει να αγανακτήσουμε· ολόκληρη η υφήλιος πλημμυρίζει από αρνητικά κύματα. Σαν τον Σίσυφο που αέναα σπρώχνει τον βράχο του, η πορεία προς την απελευθέρωση δείχνει να μην καταλήγει πουθενά.

Η σύγχυση των μετώπων

Aλλο παράδοξο: στις δημοκρατίες της Δύσης, εκεί όπου τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των γυναικών τυγχάνουν και μεγαλύτερου σεβασμού, ακούγονται και οι εντονότερες διαμαρτυρίες ενάντια στην παραβίαση θεμελιωδών ελευθεριών. Η αίσθηση της αδικίας ενισχύεται, μολονότι οι ανισότητες τείνουν να μειώνονται. Οσες από αυτές απομένουν βιώνονται ως ανυπόφορες. Ποιος είναι ο εχθρός; Ούτε οι δικτατορίες ούτε οι απολυταρχίες, αλλά το καθεστώς που μας εκχωρεί τη μέγιστη αυτονομία. Ισως βρισκόμαστε στην προέκταση του διάσημου νόμου του Τοκβίλ: ο λαός επαναστατεί όταν η κατάστασή του βελτιώνεται, όχι όταν επιδεινώνεται. «Η επιθυμία για ισότητα γίνεται ολοένα και πιο ακόρεστη όσο η ισότητα είναι μεγαλύτερη». Οι μεταρρυθμίσεις και η πρόοδος υποκινούν τις επαναστάσεις, όχι η μιζέρια. Ενα στοιχείο καταπίεσης που αίρεται σπάνια θεωρείται οριστική νίκη. Αντιμετωπίζεται σαν σταθμός σε έναν δρόμο δίχως τέλος, που μοιάζει μάλιστα μερικές φορές με πορεία προς τον Γολγοθά.

Παραδοσιακά, η υπόδειξη εξιλαστήριου θύματος, σε περιόδους κρίσης, συνοδεύεται από αντίποινα: εξορία, πυρά, αποκεφαλισμός, πνιγμός. Κατονομάζοντας τον αποδιοπομπαίο τράγο, απευθύνουμε κάλεσμα για φόνο εξαγνισμού. Με αυτόν τον αρχαϊκό μηχανισμό να αναβιώνει με τη μορφή του φυλετισμού, εγκαταλείψαμε την οικουμενικότητα της Αριστεράς, λαθροθηρούμε στα εδάφη της άκρας Δεξιάς, νομίζοντας ότι την πολεμάμε· μοιραζόμαστε με εκείνη το ίδιο μίσος για τον Διαφωτισμό, για την πίστη στην ενότητα του ανθρώπινου γένους. Το μεγάλο στοίχημα κάθε πολιτικής μάχης είναι να μη μοιάσεις στον εχθρό σου. Ο Καρλ Γιάσπερς παρατήρησε αυτήν τη σύγχυση των μετώπων ήδη στη Γερμανία της δεκαετίας του 1930, οπότε κομμουνιστές, συντηρητικοί και ναζί επηρέαζαν οι μεν τους δε και είχαν συχνά κοινές προκαταλήψεις, έστω και αν θεωρούσαν ότι βρίσκονταν σε αντιπαράθεση.

Πρέπει να υπερασπιστούμε σήμερα την παλαιά, χρονολογούμενη ήδη από την Ιταλία του Μουσολίνι, θέση περί των δύο φασισμών: αυτού της άκρας Δεξιάς, που είναι γνωστός, και εκείνου της ταυτοτικής άκρας Αριστεράς, πιο αδιόρατου, καθώς είναι καμουφλαρισμένος με τα λάβαρα του αντιφασισμού, του αντιιμπεριαλισμού, του αντιρατσισμού. Θα μπορούσε να γίνει λόγος για «ντοριοποίηση» κάποιων κινημάτων που αποκαλούνται λαϊκά, από το όνομα του Ζακ Ντοριό (Jacques Doriot), οπαδού του κομμουνισμού προπολεμικά, ο οποίος πέρασε στον εθνικοσοσιαλισμό μετά το 1940 και πέθανε φορώντας τη στολή των Waffen SS. Αυτή η προσέγγιση των άκρων, που πιστεύουν ότι μισιούνται αλλά έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους, είναι ίσως το πιο ανησυχητικό γεγονός του αιώνα που ήδη διατρέχουμε.