ΞΕΝΟΦΩΝ Ἀπομνημονεύματα, Α 7.1-2 | Μετάφραση |
Ἐπισκεψώμεθα δὲ εἰ καὶ ἀλαζονείας ἀποτρέπων τοὺς συνόντας ἀρετῆς ἐπιμελεῖσθαι προέτρεπεν· ἀεὶ γὰρ ἔλεγεν ὡς οὐκ εἴη καλλίων ὁδὸς ἐπ’ εὐδοξίαν ἢ δι’ ἧς ἄν τις ἀγαθὸς τοῦτο γένοιτο, ὃ καὶ δοκεῖν βούλοιτο.
Ὅτι δ’ ἀληθῆ ἔλεγεν, ὧδ’ ἐδίδασκεν· «Ἐνθυμώμεθα γάρ», ἔφη, «εἴ τις μὴ ὢν ἀγαθὸς αὐλητὴς δοκεῖν βούλοιτο, τί ἂν αὐτῷ ποιητέον εἴη. Ἆρ’ οὐ τὰ ἔξω τῆς τέχνης μιμητέον τοὺς ἀγαθοὺς αὐλητάς; καὶ πρῶτον μέν, ὅτι ἐκεῖνοι σκεύη τε καλὰ κέκτηνται καὶ ἀκολούθους πολλοὺς περιάγονται, καὶ τούτῳ ταῦτα ποιητέον· ἔπειτα, ὅτι ἐκείνους πολλοὶ ἐπαινοῦσι, καὶ τούτῳ πολλοὺς ἐπαινέτας παρασκευαστέον. Ἀλλὰ μὴν ἔργον γε οὐδαμοῦ ληπτέον, ἢ εὐθὺς ἐλεγχθήσεται γελοῖος ὢν καὶ οὐ μόνον αὐλητὴς κακός, ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος ἀλαζών. Καίτοι πολλὰ μὲν δαπανῶν, μηδὲν δ’ ὠφελούμενος, πρὸς δὲ τούτοις κακοδοξῶν, πῶς οὐκ ἐπιπόνως τε καὶ ἀλυσιτελῶς καὶ καταγελάστως βιώσεται;» |
Ας εξετάσουμε, αν, απομακρύνοντας όσους συναναστρεφόταν από την αλαζονεία, τους παρακινούσε ταυτόχρονα να ασκούν την αρετή. Διότι πάντοτε έλεγε ότι δεν υπάρχει καλύτερος δρόμος για την καλή φήμη, παρά αυτός μέσω του οποίου θα μπορούσε κανείς να γίνει άξιος, σε αυτό στο οποίο θα ήθελε και να φαίνεται (ότι είναι άξιος). Ότι έλεγε την αλήθεια, έτσι το εξηγούσε: «Ας σκεφτούμε, λοιπόν», είπε, «αν κάποιος ενώ δεν είναι καλός αυλητής, θα ήθελε να φαίνεται, τι θα έπρεπε αυτός να κάνει. Άραγε δεν θα έπρεπε να μιμείται τους ικανούς αυλητές σε όσα δεν σχετίζονται με την (αυλητική) τέχνη (δηλαδή μόνο στα εξωτερικά τους γνωρίσματα); Και πρώτα βέβαια επειδή εκείνοι έχουν αποκτήσει όμορφα ενδύματα και τους ακολουθούν πολλοί θαυμαστές και αυτά πρέπει αυτός να κάνει· έπειτα, επειδή εκείνους πολλοί τους εγκωμιάζουν και αυτός πολλούς υμνητές πρέπει να αποκτήσει. Αλλά βέβαια πουθενά δεν πρέπει να αναλάβει κάποιο (μουσικό) έργο αλλιώς αμέσως θα αποκαλυφθεί ότι είναι γελοίος και όχι μόνο κακός αυλητής, αλλά και άνθρωπος κενόδοξος. Και βέβαια ενώ ξοδεύει πολλά, χωρίς να ωφελείται σε τίποτα και επιπλέον αποκτώντας κακή φήμη, πώς δεν θα ζήσει μια ζωή ταλαίπωρη και ανώφελη και άξια χλευασμού;
|
Λεξιλόγιο
σκεῦος | Ετοιμασία, ενδυμασία, ιματισμός. |
ἀκόλουθος (α+ κέλευθος = δρόμος) | υπηρέτης, οπαδός. |
περιάγω | Οδηγώ γύρω από, παίρνω κάποιον μαζί μου. |
ἀλαζών | Ματαιόφρων, καυχησιάρης, φαντασμένος, κενόδοξος. |
ἀλυσιτελῶς
Λυσιτελής (λύω+τέλος) |
Ανώφελα
Αυτός που πληρώνει τα έξοδα, χρήσιμος, ωφέλιμος, επικερδής. |
Καταγελάστως
Καταγελάω-ῶ |
Άξια κοροϊδίας, χλευασμού.
Περιγελώ, εμπαίζω, χλευάζω. |