Ή να επιτύχωμεν ή να χαθώμεν… H Διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας της 15ης Ιανουαρίου 1822

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Eνα εμβληματικό κείμενο της νεότερης Iστορίας μας

i-na-epitychomen-i-na-chathomen-561672784

Σαν χθες, πριν από διακόσια ακριβώς χρόνια, οι 59 «παραστάτες» της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου ψήφισαν δίπλα στο «Προσωρινό Πολίτευμα» που είχαν υιοθετήσει δύο βδομάδες πρωτύτερα με ένα από τα εμβληματικότερα κείμενα της Επανάστασης, αν όχι και της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας, έως τις μέρες μας: τη Διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Ηταν ένα κείμενο χιλίων περίπου λέξεων, το οποίο συνόψιζε τους λόγους για τους οποίους είχαν ξεσηκωθεί οι Ελληνες κατά των Τούρκων, δέκα μήνες πρωτύτερα. Από εκεί και πέρα, κατ’ απομίμηση της αμερικανικής Διακήρυξης του 1776 και της γαλλικής του 1789, έδινε και το περίγραμμα ενός πολιτικού προγράμματος: πώς θέλαμε να κυβερνηθούμε;

Ως συντάκτες και της Διακήρυξης φέρονται δύο τριαντάχρονοι διανοούμενοι, οι σημαντικότεροι της Εθνοσυνέλευσης, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο  Θεόδωρος Νέγρης. Τους συνέδραμε πάντως ο κατά δέκα χρόνια νεότερός τους Αναστάσιος Πολυζωίδης, δυτικοσπουδαγμένος νομικός που γνώριζε πολύ καλά το αμερικανικό Σύνταγμα. Αν και απευθυνόταν «προς το Πανελλήνιον», είναι προφανές ότι η Διακήρυξη είχε γραφεί για τους Ευρωπαίους. Σε αντίθεση, εν τούτοις, προς τη γνωστή Προκήρυξη του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη (Καλαμάτα, 25.3.1821), που απευθυνόταν «προς τας ευρωπαϊκάς αυλάς» και «παρακαλούσε» «την συνδρομήν όλων των εξευγενισμένων ευρωπαϊκών γενεών, ώστε να δυνηθώμεν να φθάσωμεν ταχύτερον εις τον ιερόν και δίκαιον σκοπόν μας», η Διακήρυξη της Επιδαύρου ήταν ένα υπερήφανο κείμενο: δεν εκλιπαρούσε κανέναν, αλλά με περίτεχνα φορτισμένο ύφος επιχειρούσε πρώτα να συγκινήσει τους αποδέκτες της και μετά να τους παρακινήσει να συνδράμουν τους ξεσηκωμένους Ελληνες· και τούτο, χωρίς να τους το υποδεικνύει ευθέως.

Φιλοσοφικά, η Διακήρυξη είχε έντονα φιλελεύθερο και δημοκρατικό χαρακτήρα. Ενας συγκερασμός Κοραή και Ρήγα. Δεν πήραμε τα όπλα κατά των Τούρκων για ευτελείς λόγους, αλλά για τους ακόλουθους: πρώτα απ’ όλα, για να «ανακτήσουμε» τα «φυσικά δίκαια» που οι Τούρκοι μας είχαν «ληστρικώς» αφαιρέσει. Δεύτερον, για να υποταχθούμε στον νόμο και όχι στην «άλογο» θέληση του κυρίαρχου. Και τρίτον, για να κυβερνηθούμε δημοκρατικά. Εξ ου και η ταυτόχρονη επίκληση των τριών τοπικών πολιτευμάτων, που είχαν ψηφιστεί το φθινόπωρο του 1821, καθώς και των τριών «Σωμάτων» της «Διοικήσεως», δηλαδή του Εκτελεστικού, του Βουλευτικού και του Δικαστικού, στα οποία στηριζόταν το Πολίτευμα της Επιδαύρου. Η Εθνοσυνέλευση, με άλλα λόγια, έχοντας κηρύξει στο προοίμιο του Συντάγματος «την πολιτικήν [του έθνους] ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν», διεκδικούσε γι’ αυτό μια θέση ανάμεσα στις συνταγματικές δημοκρατίες της Ευρώπης. Τόλμη, θράσος, ή μήπως και τα δύο μαζί;

Πάνω απ’ όλα, ωστόσο, τόσο η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας όσο και το Σύνταγμα της Επιδαύρου λειτουργούσαν ενοποιητικά: φιλοδοξούσαν δηλαδή να θέσουν τους έως τότε διασπασμένους Ελληνες –κατακερματισμένους, γεωγραφικά, πολιτικά και κοινωνικά– υπό «μόνην [την] έννομον και εθνικήν Διοίκησιν». Αυτό ήταν το ιδιοφυές σχέδιο του Μαυροκορδάτου, για το οποίο πολέμησε από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο Μεσολόγγι, τον Ιούλιο του 1821. Γιατί ήξερε πολύ καλά ότι μόνον έτσι θα μπορούσε να προβληθεί σοβαρή ένοπλη αντίσταση στην ανασυντασσόμενη Υψηλή Πύλη, και, προπάντων, η Ελλάδα να διεκδικήσει ρεαλιστικά την υποστήριξη των Ευρωπαίων στο παράτολμο εγχείρημά της.

 

 

Κείμενο εμβληματικό, η Διακήρυξη της Ελληνικής Ανεξαρτησίας θα έπρεπε, όπως ακριβώς και η αντίστοιχη αμερικανική, να διδάσκεται στα σχολεία όχι μόνον ως ιδρυτικό μανιφέστο της ανεξάρτητης Ελλάδας, αλλά και ως προοίμιο ενός μοντέρνου φιλελεύθερου και δημοκρατικού κράτους δικαίου, πρωτοποριακού σε αυτή την περιοχή του κόσμου.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

i-na-epitychomen-i-na-chathomen0
Αναμνηστική φωτογραφία από τα αποκαλυπτήρια της αναθηματικής στήλης στο βορειοδυτικό άκρο της πλατείας της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Νέα Επίδαυρος, 23 Μαΐου 1901. Αρχείο Ιωάννη Μπιμπή.

Ολόκληρη η Διακήρυξη

Ἀπόγονοι τοῦ σοφοῦ καὶ φιλανθρώπου Ἒθνους τῶν Ἑλλήνων, σύγχρονοι τῶν νῦν πεφωτισμένων καὶ εὐνομουμένων λαῶν τῆς Εὐρώπης, καὶ θεαταὶ τῶν καλῶν, τὰ ὁποία οὗτοι ὑπὸ τὴν ἀδιάρρηκτον τῶν νόμων Αἰγίδα ἀπολαμβάνουσιν, ἦτον ἀδύνατον πλέον νὰ ὑποφέρωμεν μέχρις ἀναλγησίας καὶ εὐηθείας τὴν σκληρὰν τοῦ Ὀθωμανικοῦ κράτους μάστιγα, ἥτις ἤδη τέσσαρας περίπου αἰῶνας ἐπάταξε τὰς κεφαλὰς ἡμῶν, και άντὶ τοῦ λόγου τὴν θέλησιν ὡς νόμον γνωρίζουσα, διῴκει καὶ διέταττε τὰ πάντα δεσποτικῶς καὶ αὐτογνωμόνως. Mετὰ μακρὰν δουλείαν ἠναγκάσθημεν, τέλος πάντων, νὰ λάβωμεν τὰ ὅπλα εἱς χεῖρας καὶ νὰ ἐκδικήσωμεν ἑαυτοὺς, καὶ τὴν Πατρίδα ἡμῶν ἀπὸ μίαν τοιαύτην φρικτὴν, καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀρχὴν αὐτῆς, ἄδικον τυραννίαν, ἥτις οὐδεμίαν ἄλλην εἶχεν ὁμοίαν, ἢ κἂν δυναμένην ὁπωσοῦν μετ’ αὐτῆς νὰ παραβληθῇ δυναστείαν.

Ὁ κατὰ τῶν Τούρκων πόλεμος ἡμῶν, μακρὰν τοῦ νὰ στηρίζηται εἰς ἀρχάς τινας δημαγωγικὰς καὶ στασιώδεις, ἢ ἰδιωφελεῖς μέρους τινὸς τοῦ σύμπαντος Ἑλληνικοῦ ἔθνους σκοπούς, εἶναι πόλεμος ἐθνικός, πόλεμος ἱερός, πόλεμος, τοῦ ὁποίου ἡ μόνη αἰτία εἶναι ἡ ἀνάκτησις τῶν δικαίων τῆς προσωπικῆς ἡμῶν ἐλευθερίας, τῆς ἰδιοκτησίας καὶ τῆς τιμῆς, τὰ ὁποία, ἐνῶ τὴν σήμερον ὅλοι οἱ εὐνομούμενοι καὶ γειτονικοὶ λαοὶ τῆς Εὐρώπης τὰ χαίρουσιν, ἀπὸ ἡμᾶς μόνον ἡ σκληρὰ καὶ ἀπαραδειγμάτιστος τῶν Ὀθωμανῶν τυραννία ἐπροσπάθησε μὲ βίαν ν’ ἀφαιρέσῃ, καὶ ἐντὸς τοῦ στήθους ἡμῶν νὰ τὰ πνίξῃ. Εἴχομεν ἡμεῖς, τάχα, ὀλιγώτερον, παρὰ τὰ λοιπὰ Ἔθνη λόγον διὰ νὰ στερώμεθα ἐκείνων τῶν δικαίων, ἢ εἴμεθα φύσεως κατωτέρας καὶ ἀχρειεστέρας, διὰ νὰ νομιζώμεθα ἀνάξιοι αὐτῶν, καὶ καταδικασμένοι εἰς αἰώνιον δουλείαν, νὰ ἕρπωμεν ὡς κτήνη καὶ αὐτόματα εἰς τὴν ἄλογον θέλησιν ἑνὸς ἀπηνοῦς τυράννου, ὅστις ληστρικῶς καὶ ἄνευ τινὸς συνθήκης ἦλθε μακρόθεν νὰ μᾶς καθυποτάξῃ; Δίκαια, τὰ ὁποία ἡ φύσις ἐνέσπειρε βαθέως εἰς τὴν καρδίαν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ ὁποία οἱ νόμοι, σύμφωνοι μὲ τὴν φύσιν, καθιέρωσαν, ὄχι τριῶν ἢ τεσσάρων, ἀλλὰ καὶ χιλίων καὶ μυρίων αἰώνων τυραννία δὲν δύναται νὰ ἐξαλείψῃ· καὶ ἂν ἡ βία ἢ ἡ ἰσχὺς πρὸς τὸν καιρὸν τὰ καταπλακώσῃ, ταῦτα πάλιν, ἀπαλαίωτα καὶ ἀνεξάλειπτα καθ’ ἑαυτά, ἡ ἰσχὺς ἐμπορεῖ ν’ ἀποκαταστήσῃ καὶ ἀναδείξῃ οἷα καὶ πρότερον καὶ ἀπ’ αἰώνων ἦσαν! Δίκαια, τέλος πάντων, τὰ ὁποία δὲν ἐπαύσαμεν μὲ τὰ ὅπλα νὰ ὑπερασπιζώμεθα ἐντὸς τῆς Ἑλλάδος, ὅπως οἱ καιροὶ καὶ αἱ περιστάσεις ἐπέτρεπον.

Ηταν ένα υπερήφανο κείμενο: δεν εκλιπαρούσε κανέναν, αλλά με περίτεχνα φορτισμένο ύφος επιχειρούσε πρώτα να συγκινήσει τους αποδέκτες της και μετά να τους παρακινήσει να συνδράμουν τους ξεσηκωμένους Ελληνες.

Ἀπό τοιαύτας ἀρχὰς τῶν φυσικῶν δικαίων ὁρμώμενοι, καὶ θέλοντες νὰ ἐξομοιωθῶμεν μὲ τοὺς λοιποὺς συναδελφούς μας Εὐρωπαίους Χριστιανούς, ἐκινήσαμεν τὸν πόλεμον κατὰ τῶν Τούρκων, μᾶλλον δὲ τοὺς κατὰ μέρος πολέμους ἑνώσαντες, ὁμοθυμαδόν ἐκστρατεύσαμεν, ἀποφασίσαντες ἢ νὰ ἐπιτύχωμεν τὸν σκοπόν μας καὶ νὰ διοικηθῶμεν μὲ νόμους δικαίους, ἢ νὰ χαθῶμεν ἐξ ὁλοκλήρου, κρίνοντες ἀνάξιον νὰ ζῶμεν πλέον ἡμεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ περικλεοῦς ἐκείνου ἔθνους τῶν Ἑλλήνων ὑπὸ δουλείαν τοιαύτην, ἰδίαν μᾶλλον τῶν ἀλόγων ζῴων, παρὰ τῶν λογικῶν ὄντων. Δέκα μῆνες ἤδη παρῆλθον ἀφοῦ ἠρχίσαμεν νὰ τρέχωμεν τοῦτο τὸ στάδιον τοῦ ἐθνικοῦ πολέμου. Ὁ Ὕψιστος Θεὸς μᾶς ἐβοήθησε, καίτοι ὄχι ἱκανὰ προπαρασκευασμένους, εἰς τὸ τοιοῦτον μέγα τῷ ὄντι ἐπιχείρημα· τὰ ὅπλα μας ἐφάνησαν πολλαχοῦ νικηφόρα, πλὴν καὶ πολλαχοῦ εὖρον καὶ εἰσέτι εὑρίσκουσιν ἀντίστασιν ὄχι μικράν· περιστάσεις εναντίαι μᾶς ἀπήντησαν καὶ ταύτας νὰ ἐξομαλήσωμεν ἕως ὥρας ἐνησχολούμεθα. Ὅθεν, δὲν πρέπει νὰ φανῇ παράξενον, ἂν ἄχρι τοῦδε ἀνεβάλομεν τὴν πολιτικὴν τῆς πατρίδος μας διάταξιν, ἂν δὲν ἐπροφθάσαμεν νὰ κηρύξωμεν τὴν ἀνεξαρτησίαν ἡμῶν καὶ νὰ ἀναφανῶμεν ὡς ἔθνος ἐνώπιον πάντων τῶν εὐνομουμένων λαῶν καὶ ἀπάσης τῆς Οἰκουμένης. Πρὶν περὶ τῆς φυσικῆς ἡμῶν ὑπάρξεως ὁπωσοῦν βεβαιωθῶμεν, ἦτον ἀδύνατον νὰ σκεφθῶμεν καὶ περὶ τῆς πολιτικῆς. Ἔστωσαν, λοιπόν, τὰ εἰρημένα εἰς μὲν τοὺς ἄλλους ἱκανὴ ἀπολογία τῆς ἀναβολῆς μας, εἰς ἡμᾶς δὲ παραμυθία διὰ τὴν ἐπικρατήσασαν ἀταξίαν.

Ἤδη δέ, ὅτε αἱ ἐναντίαι περιστάσεις ἤρχισαν νὰ ἐξομαλίζονται, ἀπεφασίσαμεν, ἢ μᾶλλον ἠναγκάσθημεν νὰ ὀργανίσωμεν καὶ Σύνταγμα Πολιτικὸν τῆς Ἑλλάδος· καὶ πρῶτον μὲν κατὰ μέρος, οἷον τὸ τῆς Ἀνατολικῆς Χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Δυτικῆς Χέρσου Ἑλλάδος, τὸ τῆς Πελοποννήσου, τὸ τῶν Νήσων κ.τ.λ. Ἀλλ’ ἐπειδὴ ταῦτα ἀπέβλεπαν μᾶλλον τὰς μερικωτέρας σχέσεις, καθ’ ἂς ἑκάστη τῶν εἰρημένων Ἐπαρχιῶν καὶ Νήσων ὤφειλε νὰ διαταχθῇ καὶ διοικηθῇ, διὰ τοῦτο ἦτον ἀνάγκη πᾶσα ἑπομένως νὰ γενῇ καὶ ἓν ἄλλο Γενικὸν Προσωρινὸν Πολίτευμα εἰς ὅλα τὰ πράγματα καὶ εἰς ὅλας τὰς ἐσωτερικὰς καὶ ἐξωτερικὰς σχέσεις τῆς Ἑλλάδος ἐπεκτεινόμενον. Πρὸς τούτου τὴν κατασκευὴν καὶ σύνταξιν αἱ κατὰ μέρος Ἐπαρχίαι καὶ Νῆσοι ἔπεμψαν τοὺς πληρεξουσίους Παραστάτας των· οὗτοι λοιπὸν ἐν Ἐθνικῇ Συνελεύσει σκεφθέντες καὶ μελετήσαντες ἱκανῶς περὶ τῶν κοινῶν πραγμάτων, ὠργάνισαν μίαν Προσωρινὴν Διοίκησιν, καθ’ ἢν ἡ Ἑλλὰς ἅπασα μέλλει νὰ κυβερνηθῇ ἐφεξῆς. Ταύτην, καὶ ἁπλῶς μὲν ὡς ἐπὶ τῆς βάσεως τοῦ Δικαίου καὶ τῶν ὀρθῶν Νόμων ἐστηριγμένην, καὶ ἐν μέρει δὲ καθὸ ὠργανισμένην κοινὴ τῶν Ἑλλήνων γνώμη, ὀφείλουσιν ὅλοι οἱ λαοὶ κάτοικοι τῆς Ἑλλάδος ν’ ἀναγνωρίζωσι Μόνην ἔννομον καὶ ἐθνικὴν Διοίκησιν, ἀναλόγως προσφερόμενοι.

Τὰ συνιστῶντα τὴν Διοίκησιν Σώματα εἶναι δύο: τὸ Ἐκτελεστικὸν καὶ τὸ Βουλευτικόν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διορίζεται καὶ τὸ Δικαστικόν, ἀνεξάρτητον ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνα διόλου.

Tαύτα διακυρύττει ἡ ἐθνικὴ Συνέλευσις πρὸς τὸ Πανελλήνιον, ἓν καὶ μόνον προσεπιφέρουσα, ὅτι αὐτῆς μὲν ἐπεραιώθη τὸ ἔργον καὶ διαλύεται σήμερον. Ἔργον δὲ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ χρέος εἷναι νὰ φανῇ εὐπειθής καὶ ὑπήκοος εἰς τοὺς νόμους καὶ τοὺς ἐκτελεστὰς ὑπουργοὺς τῶν νόμων. Ἕλληνες! Εἴπατε πρὸ ὀλίγου, ὅτι δὲν θέλετε δουλείαν, καὶ ὁ τύραννος χάνεται καθημέραν ἀπὸ τὸ μέσον σας. ἀλλὰ μόνη ἡ μεταξύ σας ὁμόνοια καὶ ἀκριβὴς ὑποταγὴ εἰς τὴν διοίκησιν ἐμπορεῖ νὰ στερεώσῃ τὴν ἀνεξαρτησίαν σας. Eἴθε ὁ κραταιὸς τοῦ Ὑψίστου βραχίων ν’ ἀνυψώσῃ καὶ ἀρχομένους καὶ ἄρχοντας, τὴν Ἑλλάδα ὁλόκληρον, πρὸς τὴν πάρεδρον Αὐτοῦ σοφίαν, ὥστε ν’ ἀναγνωρίσωσι τ’ ἀληθῆ των ἀμοιβαία συμφέροντα· Kαὶ οἱ μὲν διὰ τῆς προνοίας, οἱ δὲ λαοὶ διὰ τῆς εὐπειθείας, νὰ στερεώσωσι τῆς κοινῆς ἡμῶν πατρίδος τὴν πολύευκτον εὐτυχίαν. Eἴθε! Eἴθε!

Ἐν Ἐπιδαύρῳ τὴν ιε΄ Ἰανουαρίου, Α΄ τῆς Ἀνεξαρτησίας, ͵αωκβ΄

Για τα «συνταγματικά» του 1821, κυκλοφόρησαν τους τελευταίους μήνες τρία σημαντικά βιβλία:

— Ακρίτα Καϊδατζή, «Ο συνταγματισμός του Εικοσιένα. Η συνταγματική πρακτική της επανάστασης μέσα από τις πηγές 1821-1827», εκδ. Ευρασία.

— Ξενοφώντα Κοντιάδη, «Η περιπετειώδης ιστορία των επαναστατικών Συνταγμάτων του 1821. Η θεμελιωτική στιγμή της ελληνικής πολιτείας», εκδ. Καστανιώτη.

— Αριστείδη Χατζή, «Ο ενδοξότερος αγώνας. Η Ελληνική Επανάσταση του 1821», εκδ. Παπαδόπουλος.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση