«Κάθε γιατρός θα μπορούσε να είναι ιερέας» – Του Δημήτρη Λινού

ΑΠΟΨΗ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΝΟΣ*

Τα λόγια του τίτλου ανήκουν στον καθηγητή της Νευροχειρουργικής στην Ιατρική Σχολή του Stanford, Stefan Mindea, μετά τη χειροτονία του σε ορθόδοξο ιερέα, την περασμένη χρονιά. Σήμερα πραγματοποιεί δύσκολες νευροχειρουργικές επεμβάσεις, στην πατρίδα του τη Ρουμανία, ενώ τα Σαββατοκύριακα και τις μεγάλες εορτές λειτουργεί ως ιερέας σε ορθόδοξο ναό κοντά στο νοσοκομείο του.

Πριν από λίγα χρόνια, ο Ρώσος καθηγητής της Χειρουργικής και ακαδημαϊκός Yuri Shevchenko (που είχε διατελέσει και υπουργός Υγείας της Ρωσίας την περίοδο 1998-2002) χειροτονήθηκε ιερέας, χωρίς να διακόψει τα ακαδημαϊκά και ιατρικά του καθήκοντα. Κάθε Σάββατο ή Κυριακή, ο πατήρ Γεώργιος (όπως μεταφράζεται στην εκκλησιαστική ρωσική παράδοση το όνομα Yuri) προΐσταται της Θείας Λειτουργίας στον ναό του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται μέσα στο Εθνικό Ιατρικό και Χειρουργικό Κέντρο Pirogov.

Είναι αρκετοί σήμερα οι γιατροί σε όλο το κόσμο που υπηρετούν συγχρόνως και την Ιατρική και την Εκκλησία.

Ποια όμως είναι αυτή η Εκκλησία που υπηρετούν; «Είναι οι άνθρωποι οι ζώντες, οι οποίοι έρχονται ή μπορεί να μην έρχονται στους ναούς ή έρχονται ίσως και μετά πηγαίνουν στην αμαρτία; Εκκλησία είναι όσοι δεν έρχονται ποτέ και κάθε μέρα είναι στα καφενεία, στις δουλειές τους;», ρωτάει ο γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης στο βιβλίο «Θεία Λατρεία: προσδοκία και όρασις Θεού». Και απαντάει με ξεκάθαρο λόγο. «Βεβαίως Εκκλησία είναι και αυτοί».

Πολλοί διερωτώνται τι προσφέρει σήμερα η Εκκλησία. Την απάντηση μας τη δίνει ο ακαδημαϊκός, μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας στο βιβλίο του «Η κτίση ως ευχαριστία». Εκεί μας λέει: «Η Εκκλησία δεν προσφέρει στον κόσμο ένα σύστημα ηθικών κανόνων, αλλά μια αγιασμένη κοινωνία, μια ζύμη που θα ζυμώσει τη δημιουργία όχι με την επιβολή των ηθικών προσταγών της, αλλά και με την αγιαστική της παρουσία». «Ο λόγος του Χριστιανισμού δεν είναι φωνή, αλλά ζωντανή παρουσία. Μια παρουσία που ενσαρκώνεται κατεξοχήν στη Θεία Λειτουργία».

«Η εξωτερική περιβολή του κλήρου ως έχει σήμερον, ουδέν έχει το κοινόν ούτε προς την ουσίαν της ιεροσύνης, ούτε προς την αρχαίαν πράξιν της Εκκλησίας…».

Τι γίνεται όμως στη Θεία Λειτουργία; Την απάντηση θα την πάρουμε πάλι από τον γέροντα Αιμιλιανό: «Οταν κάνουμε Λειτουργία, κάνουμε μια δεξίωση, ένα δείπνο. Καλούμε ως συνδαιτυμόνες τους Αγίους της Εκκλησίας μας, καλούμε τον πατέρα μας τον κεκοιμημένο, τον παππού μας, τον προπάππου μας, τα πρόσωπα τα αγαπητά που έφυγαν, καλούμε τους αγγέλους. Και έρχεται ο ίδιος ο Χριστός και μας παραθέτει το σώμα του και το αίμα του. Ο Χριστός κατά βάθος κάνει τη Λειτουργία και εμείς όλοι γύρω του. Εις το πρόσωπο και τα ρούχα του ιερέως εμφανίζεται ο Χριστός». Και συνεχίζει «ως δώρα προσφέρουμε άρτο και οίνο. Προσφέρουμε τον εαυτό μας, προσφέρουμε τις δυσκολίες μας, τους πόνους μας, τους κόσμους μας, τα παιδιά μας».

Αν, λοιπόν, η Εκκλησία είναι όλοι ανεξαρτήτως οι άνθρωποι, χωρίς ηθικούς σχιζοφρενικούς «κανόνες», και ο ιερέας μεσολαβεί στην «κάθοδο του ουρανού στη γη, γεμίζοντας τη γη με φως, χάρη και χαρά, και κάνει τη Λειτουργία μια γιορτή, μια πανήγυρη, από την οποία οι πιστοί επιστρέφουν στο κόσμο χαρούμενοι και χαρισματούχοι», τότε εξηγείται γιατί γιατροί σε όλο τον κόσμο γίνονται και ιερείς. Η ανταπόκριση θα ήταν μεγαλύτερη στη χώρα μας αν δεν υπήρχε η απόφαση της Ιεράς Συνόδου του 1855 που επέβαλε, χάριν ομοιομορφίας προς τους μοναχούς, τα ράσα εκτός του ναού και στους έγγαμους κληρικούς, μια παράδοση που δεν ίσχυε μέχρι τότε. Βέβαια ήδη από το Πανορθόδοξο Συνέδριο της Κωνσταντινουπόλεως (Μάιος – Ιούνιος 1923) ισχύει ότι «η εξωτερική περιβολή του κλήρου ως έχει σήμερον, ουδέν έχει το κοινόν ούτε προς την ουσίαν της ιεροσύνης, ούτε προς την αρχαίαν πράξιν της Εκκλησίας, αλλά είναι αποτέλεσμα μακράς εξελίξεως και ποικίλων παραγόντων».

Αν και στις περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες της Αμερικής και της Ευρώπης οι ιεράρχες και ιερείς δεν φορούν ράσα εκτός ιερατικών τους καθηκόντων, στην Ελλάδα ισχύει αυτό μόνο για τους εθελοντές ιερείς. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Ν. Μαγγιώρο: «Για τους εθελοντές ιερείς δεν προβλέπεται μισθός από το Δημόσιο, αλλά μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους αμισθί, ενώ κατ’ εξαίρεση για αυτούς επιτρέπεται να μη φορούν τα ράσα όταν βρίσκονται στις κύριες εργασίες τους».

Πολλοί φωτισμένοι Ιεράρχες κατά καιρούς μίλησαν για την επέκταση του κανόνα αυτού και σε όλους τους έγγαμους ιερείς. Ετσι, περισσότεροι γιατροί και άλλοι επιστήμονες στην Ελλάδα θα μπορούσαν ευκολότερα να γίνουν και ιερείς.

* Ο πρωτοπρεσβύτερος Δημήτρης Λινός είναι ομότιμος καθηγητής Χειρουργικής του ΕΚΠΑ, lecturer στο Harvard Medical School και διευθυντής Χειρουργικής Κλινικής του Ομίλου «Υγεία».

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση