https://gr.euronews.com
https://gr.euronews.com/embed/981576
https://gr.euronews.com/embed/952096
Καλώς ήλθατε στο Climate Now, την μηνιαία ενημέρωσή σας για το τι συμβαίνει στο πλανήτη. Αυτά είναι τα τελευταία νέα από την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής του Κοπέρνικου για το 2019. Το βιώσαμε όλοι και ξέρουμε πολύ καλά πόσο ασυνήθιστη ζέστη έκανε κατά περιόδους όλο το 2019.
Τώρα που ολοκληρώθηκε η χρονιά, οι επιστήμονες μπορούν να πουν με ασφάλεια ότι το 2019 ήταν για την Ευρώπη το πιο ζεστό έτος στα χρονικά, με θερμοκρασίες πάνω από 1,2 βαθμούς Κελσίου από το μέσο όρο της περιόδου 1981-2010.
Ο καλοκαιρινός καύσωνας οδήγησε σε θερμοκρασίες ρεκόρ σε όλη τη Δυτική Ευρώπη. Είδαμε 38.7 βαθμούς Κελσίου στο Ηνωμένο Βασίλειο, 42.6 βαθμούς στη Γερμανία και 46 βαθμούς στη Νότια Γαλλία. Ρεκόρ είχαμε επίσης σε Λουξεμβούργο, Βέλγιο και Ολλανδία.
Εάν τώρα ρίξουμε μια ματιά σε όλο τον πλανήτη, θα δούμε ότι ήταν το δεύτερο πιο θερμό έτος κατά μέσο όρο. Όλες αυτές οι ζώνες που είναι κόκκινες βίωσαν περισσότερη ζέστη το 2019 από το μέσο όρο. Εδώ στον Καναδά, ήταν πιο δροσερά από τον μέσο όρο. Και εδώ πιο πάνω, βλέπετε με το σκούρο κόκκινο, μία από τις βασικές τάσεις της κλιματικής αλλαγής που συχνά συζητάμε. Ήταν πολύ πιο ζεστά στην Αλάσκα και την Αρκτική.
Τι σημαίνει αυτό για την δεκαετία που έρχεται; Τι σημαίνει για το μέλλον μας; Ρωτήσαμε τον Πίτερ Θορν, καθηγητή Επιστήμης του Κλίματος από το Πανεπιστήμιο Μέινουδ στην Ιρλανδία: «Τα θερμότερα έτη γίνονται ακόμη πιο θερμά. Ενώ τα πιο δροσερά γίνονται κι αυτά πιο θερμά. Όλα αλλάζουν λοιπόν. Υπάρχουν ενδιαφέροντα στοιχεία από την έρευνα που δείχνουν, για παράδειγμα, ότι ο καιρός που θεωρούνταν φυσιολογικός στις αρχές του 2000, θα θεωρείται κρύος τη δεκαετία του 2030 και του 2050. Κι ο,τι θεωρούνταν υπερβολικά ζεστό θα θεωρείται στο προσεχές μέλλον κανονικό. Όλα λοιπόν μετατοπίζονται αργά αλλά σίγουρα προς τα πάνω».
Όλες αυτές οι τάσεις που παρουσιάζουμε στο Climate Now βασίζονται σε δεδομένα που συλλέγονται από εξαιρετικά σύνθετες ψηφιακές μηχανές, όπως για παράδειγμα είναι οι δορυφόροι. Αλλά μπορούμε να βρούμε εντυπωσιακά στοιχεία για την κλιματική αλλαγή αν ψάξουμε τα ιστορικά αρχεία. Πήγαμε στην Ισπανία για να συναντήσουμε μερικούς επιστήμονες που κάνουν αυτήν ακριβώς τη δουλειά.
Ισπανία – Αστεροσκοπείο του Έμπρε
Το Αστεροσκοπείο του Έμπρε ιδρύθηκε το 1904. Έχει στη διάθεσή του ένα πολύτιμο αρχείο μετεωρολογικών δεδομένων, ακόμη και για περιόδους που βρέθηκε στη δίνη του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου. Ο Χερμάν Σολέ είναι ο επικεφαλής του: «Προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο πλήρεις γίνεται στις καταγραφές μας. Μπορείτε να δείτε εδώ για παράδειγμα τις θερμοκρασίες ρεκόρ, στα τέλη του 1937 και στις αρχές του 1938. Τότε ο Εμφύλιος Πόλεμος μαινόταν στην περιοχή μας. Βομβάρδιζαν παντού γύρω από το αστεροσκοπείο».
Οι αναλύσεις του επιστήμονα υδροκλιματολογίας Πέρε Κιντάνα Σεγί δείχνουν ότι έχουμε την ίδια ποσότητα βροχής και σήμερα, αλλά οι περίοδοι ξηρασίας διαρκούν περισσότερο στην εποχή μας: «Αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο αριθμός συνεχόμενων ημερών ανομβρίας το καλοκαίρι αυξάνεται. Συνεπώς η ξηρασία έχει ολοένα και μεγαλύτερη διάρκεια. Είναι σαν το καλοκαίρι να σπρώχνει την άνοιξη και το φθινόπωρο και να έχει μεγαλύτερη διάρκεια».
Τα αρχεία αποκαλύπτουν επίσης ότι τα ακραία φαινόμενα είναι πλέον συχνότερα από ότι πριν έναν αιώνα: «Παλιά, είχαμε κάποια ακραία φαινόμενα αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το κλίμα τότε είναι ίδιο με το σημερινό. Αυτό είναι κάτι που ακούς από ανθρώπους, όπως ο πατέρας μου: “Ναι αυτό ήταν κάτι που συνέβαινε και παλιά!”. Ναι παλιά συνέβαινε κάθε 25 χρόνια. Τώρα συμβαίνει κάθε 5 χρόνια» εξηγεί ο Πέρε Κιντάνα Σεγί.
Η ειδική σε θέματα κλίματος Μανόλα Μπρουνέτ προσπαθεί να βρει και να συλλέξει ιστορικά μετεωρολογικά δεδομένα, κάτι που είναι εύκολο στην Ευρώπη, αλλά όχι και οπουδήποτε αλλού: «Στις αφρικανικές χώρες, τη Νότια Αμερική, την Νοτιοανατολική Ασία και τον Ειρηνικό Ωκεανό για να αναφέρουμε μερικές περιοχές, ακόμη και οι τωρινές πληροφορίες δεν φτάνουν σε πραγματικό χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι για ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη, έχουμε έλλειψη δεδομένων που θα μας επέτρεπαν να εφαρμόσουμε στρατηγικές προσαρμογής στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, που ήδη αντιμετωπίζουμε».