Η 25η Μαρτίου είναι γεμάτη από νοήματα. Νοήματα θρησκευτικά αλλά και εθνικά. Αν θέλαμε να σταθούμε λίγο στη θρησκευτική σημασία της ημέρας, θα υπενθυμίζαμε ότι εορτάζουμε την χαρμόσυνη αναγγελία από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ προς την Παναγία, της ενανθρωπίσεως του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Χριστού για να σώσει τους ανθρώπους από την πλάνη, την αμαρτία και τον θάνατο.
Αυτή, όμως την ημέρα με το συγκεκριμένο θρησκευτικό χρώμα διάλεξαν οι πρόγονοί μας για να ξεκινήσουν τον απελευθερωτικό αγώνα, ο οποίος μετά από 9 χρόνια θα οδηγούσε στο μικρό εκείνο πρώτο Ελληνικό κράτος. Και αυτό το έκαναν όχι τυχαία: η 25η Μαρτίου 1821 ήταν ο Ευαγγελισμός του γένους, η αρχή της κυοφορίας που θα οδηγούσε στη γέννηση της Ελευθερίας!
Σε ποια κατάσταση όμως βρισκόταν την ιστορική εκείνη ημέρα το ελληνικό γένος; Με ποιες δυνάμεις και ποια εφόδια ξεκίνησε τον ηρωικό, τιτάνιο αλλά και συντριπτικά άνισο αυτό αγώνα;
Οι Έλληνες είχαν συμπληρώσει τέσσερις, σε μερικές περιοχές και παραπάνω, αιώνες σκληρής σκλαβιάς, ανηλεών διωγμών, σφαγών, εξευτελισμών, εξαθλιώσεως και εκμεταλλεύσεως. Η εθνική τους, όμως συνείδηση τονωνόταν από τις διηγήσεις των παλαιοτέρων για την λαμπρή ιστορία τους, τον Αχιλλέα, τον Μεγαλέξανδρο, τους βυζαντινούς Αυτοκράτορες, την Αγιά Σοφιά, από την ολοζώντανη λαϊκή γλώσσα, αλλά κυρίως από την πίστη τους την ορθόδοξη και την Εκκλησία τους, η οποία σαν στοργική μάνα είχε αγκαλιάσει το γένος και αγωνιζόταν με οποιαδήποτε θυσία να κρατήσει ζωντανή και άσβεστη τη φλόγα της ελπίδας για ανάσταση και παλιγγενεσία. Μέσα, όμως από αυτό το καμίνι της σκλαβιάς είχαν ξεπηδήσει Έλληνες που ξεχώριζαν άλλοι για την οικονομική τους ευπραγία, άλλοι για την ευδοκίμησή τους στην πολιτική, όπως οι Φαναριώτες ή ο Καποδίστριας και άλλοι που πριν από την επανάσταση είχαν σηκώσει την σημαία της επανάστασης στα βουνά σαν τους κλέφτες και αρματολούς ή τους Σουλιώτες και τους Μανιάτες. Όλοι αυτοί ήταν η ελπίδα του γένους και ο καθένας από τη σκοπιά του συνέβαλε στην προετοιμασία της επανάστασης αλλά και στην διεξαγωγή της. Κατά συνέπεια η 25η Μαρτίου 1821 δεν ήταν κάτι ξαφνικό και αναπάντεχο. Ήταν ο ώριμος καρπός ενός δένδρου που ρίζωσε, βλάστησε και καρποφόρησε χάρις στην ελπίδα, στον πόθο, στην γενναιοψυχία όλων των Ελλήνων, πλούσιων και φτωχών αλλά και στις θυσίες και το αίμα όλων των αγωνιστών, λαϊκών και κληρικών, των προηγουμένων ηρωικών αλλά αποτυχημένων προσπαθειών για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Δηλαδή το γένος ξεκινούσε αυτόν τον αγώνα άοπλο και φτωχό σε υλικά μέσα, αλλά πλούσιο σε πνευματικά, ηθικά και ψυχικά εφόδια.
Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του στρατηγού Μακρυγιάννη σε τέσσερις Γάλλους αξιωματικούς που του είπαν: «Είστε πολλά ολίγοι και αυτήνοι πολλοί, οι Τούρκοι. Τους λέγω, όταν σηκώσαμεν την σημαίαν αναντίον της τυραγνίας, ξέραμεν οτ’ είναι πολλοί αυτήνοι κι έχουν και κανόνια και όλα τα μέσα˙ εμείς απ’ούλα είμαστε αδύνατοι˙ όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους˙ κι αν πεθάνομεν, πεθαίνομεν δια την πατρίδα μας, δια την θρησκεία μας, και πολεμούμεν όσο μπορούμεν αναντίον της τυραγνίας˙ και ο Θεός βοηθός. Αυτός ο θάνατος είναι γλυκός…» και στον στρατηγό Δεριγνύ: «και αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπο, ότι η τύχη μάς έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. … Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν˙ κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν.» Κουβέντες καθαρές, ενδεικτικές ενός ανθρώπου που εμπιστεύεται τον Θεό, αγαπά την πατρίδα του και είναι αποφασισμένος να αγωνιστεί και, αν πεθάνει, κέρδος θα έχει, αφού καταξίωσε τη ζωή του και την ύπαρξή του με έναν αγώνα τίμιο και υψηλό για τις σεμνότερες αξίες: την Ελλάδα μας και την Πίστη μας.
Από εκεί και μετά ο ξεσηκωμός πέρασε από ένα δρόμο γεμάτο δάφνες αλλά και αγκάθια. Τον πρώτο χρόνο οι Έλληνες σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες, με αποκορύφωμα την άλωση της Τριπολιτσάς. Ήδη η Πελοπόννησος ήταν ελεύθερη ελληνική επικράτεια με τους Τούρκους να κρατούν μόνο λίγα κάστρα. Ύστερα οι Τούρκοι προσπαθούν να καταπνίξουν την επανάσταση στέλνοντας στρατεύματα τα οποία οι Έλληνες αποκρούουν (Δερβενάκια 1822). Στη θάλασσα τα Ψαρά, οι Σπέτσες και οι Ύδρα κρατούν τα σκήπτρα του αγώνα. Όμως δεν μπορούν να αποτρέψουν την καταστροφή της Χίου. Εφόσον οι Τούρκοι δεν μπορούν για δύο ακόμη χρόνια να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την εξέγερση, συμμαχούν με τον Μωχάμετ Άλυ, αντιβασιλιά της Αιγύπτου. Ο αγώνας μπαίνει στην κρισιμότερη φάση του. Ήδη όμως η διχόνοια έχει προκαλέσει μεγάλη φθορά και οι Έλληνες εισέρχονται σε αυτή τη φάση εξασθενημένοι και διχασμένοι. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τον πολυπληθή και άρτια οργανωμένο στρατό του Ιμπραήμ έφερε την επανάσταση στο χείλος του γκρεμού. Οι ήττες και οι καταστροφές παίρνουν τη μορφή χιονοστιβάδας: Κρήτη, Κάσος, Ψαρά, Μανιάκι, Μεσολόγγι. Μόνον ο Κολοκοτρώνης με ηρωική αλλά και έξυπνη αντίσταση κρατά ζωντανή την Επανάσταση. Τη δύσκολη αυτή στιγμή ναυτικές δυνάμεις της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας καταναυμάχησαν τον Αιγυπτιακό στόλο στο Ναβαρίνο (1827). Το καίριο αυτό χτύπημα σήμανε και το τέλος του Αγώνα. Από εδώ και πέρα οι διαπραγματεύσεις θα ρυθμίσουν το θέμα της Ανεξαρτησίας και των συνόρων.
Βέβαια η στάση των ξένων δυνάμεων δεν ήταν ούτε αυτονόητη ούτε ευθύγραμμη. Πέρασε από την έκδηλη εχθρότητα, όσο ο αυστριακός καγκελάριος Μέτερνιχ κυριαρχούσε στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, στην καχυποψία και στην υπό όρους Προστασία, όταν η Αγγλία υπό τον Κάνιγκ θεώρησε ότι ένα κηδεμονευόμενο ελληνικό κράτος την εξυπηρετούσε.
Η Ανεξαρτησία υπογράφτηκε από τη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία τον Φεβρουάριο του 1830. Τα σύνορα βέβαια δεν ήταν αυτά που ονειρεύονταν οι Έλληνες, όταν επαναστάτησαν: η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα και οι Κυκλάδες. Ήταν όμως μια αρχή, που για να γίνει χάθηκαν ζωές, έγιναν καταστροφές και χύθηκαν ποτάμια αίματος.
Τιμή, λοιπόν και δόξα στη δοξασμένη και ηρωική γενιά των αγωνιστών της εθνικής ελευθερίας του 1821. Η μνήμη τους είναι χαραγμένη στο μυαλό και στην καρδιά όλων των Ελλήνων πέρα από χώρο και χρόνο.
κοινῇ γὰρ τὰ σώματα διδόντες ἰδίᾳ τὸν
ἀγήρων ἔπαινον ἐλάμβανον καὶ τὸν τάφον ἐπισημότατον,
(διότι αφού χάρισαν στην πατρίδα το σώμα τους, κέρδισαν τον αγέραστο έπαινο και τον πιο επίσημο τάφο), και εδώ εννοείται όχι τόσο η επιτύμβια επιγραφή στην πατρίδα τους, αλλά η άγραφος του φρονήματος τους μνήμη που κατοικεί ακόμη και σε ξένη χώρα.
ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος
όπως έλεγε και ο αρχαίος Περικλής για τους νεκρούς της δικής του γενιάς.
Αυτοί, λοιπόν αυτά έκαναν, όταν κλήθηκαν να κάνουν το χρέος τους απέναντι στην πατρίδα, τη θρησκεία, την ιστορία. Έτσι απάντησαν στις προκλήσεις της εποχής τους. Προκλήσεις αδυσώπητες, που δεν χωρούσαν διφορούμενες απαντήσεις, αλλά ξεκάθαρη θέση σαν και αυτή που έδωσαν: Ελευθερία ή Θάνατος!
Ποιο, όμως είναι το μήνυμα για μας σήμερα που γιορτάζουμε αυτήν την επέτειο; Διότι δεν αρκεί βέβαια να θυμηθούμε μόνο τα γεγονότα ή να τελέσουμε κάποιες τυπικές πράξεις προς τιμήν των πεσόντων του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Χρειάζεται να διδαχθούμε, ώστε να μιμηθούμε τα ορθά και να αποφύγουμε τα σφάλματα.
Κατ’ αρχάς πρωταρχικό μας χρέος είναι να μελετάμε την ιστορία μας, όλοι μας, μικροί και μεγάλοι και να μην αδιαφορούμε για το παρελθόν του τόπου μας και του έθνους μας παρασυρόμενοι από διάφορες δραστηριότητες ή διασκεδάσεις. Είναι πράγματι κρίμα και άδικο σε έναν τέτοιο τόπο, όπως είναι η Ελλάδα και μάλιστα η περιοχή που ζούμε εμείς εδώ, με τέτοιο πλούσιο και ένδοξο παρελθόν από την αρχαία εποχή μέχρι τη νεώτερη, σε ένα τόπο που σε κάθε σου βήμα συναντάς απομεινάρια της δραστηριότητας των αρχαίων παππούδων μας αλλά και των νεώτερων, σε έναν τόπο όπου κάθε λιθάρι σού μιλά για την δική του εποχή, σε έναν τόπο, τέλος όπου είναι βαθιά ποτισμένος από το αίμα αγίων και ηρώων, εμείς να περνούμε αδιάφοροι για αυτά που υπάρχουν γύρω μας. Η ιστορία δεν είναι ένα καταναγκαστικό μάθημα, αλλά είναι η ζωή μας στο διάβα των αιώνων.
Από την άλλη πρέπει να διδαχθούμε από το φρόνημα των αγωνιστών, τον ηρωισμό τους, την αγνή φιλοπατρία τους, την αυταπάρνηση τους, την πίστη τους στο Θεό και στις παραδόσεις του γένους. Όλα αυτά παρά τον χλευασμό που έχουν κατά καιρούς δεχθεί είναι τα μόνα εφόδια που μπορούν να εγγυηθούν την συνέχεια της ιστορικής μας πορείας.
Αντίθετα πρέπει να αποφύγουμε την διχόνοια, τους φατριασμούς, τον κομματισμό, την ιδιοτέλεια, την υστεροβουλία και την εθελοδουλία που χαρακτήρισαν κάποιους συμπατριώτες μας εκείνα τα δύσκολα χρόνια και υπέσκαψαν την συλλογική προσπάθεια του έθνους για ανεξαρτησία.
Σήμερα η γενιά μας έχει τις δικές της προκλήσεις να αντιμετωπίσει.
Η διατήρηση της εθνικής μας ασφάλειας και της εδαφικής μας ακεραιότητας σε ένα κόσμο ασταθή και μεταβαλλόμενο, είναι χρέος μας και προς την μνήμη των ηρώων του ’21 αλλά κυρίως απέναντι στις επερχόμενες γενιές.
Επιπλέον ο αγώνας μας πρέπει να στρέφεται και προς την εξασφάλιση και διαιώνιση μιας καθαρής και γνήσιας δημοκρατίας που θα σέβεται τον πολίτη και θα εγγυάται την σωστή λειτουργία του κράτους, με κατεύθυνση προς την ευημερία του λαού μας.
Τέλος τα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, όπως η ανθρώπινη μοναξιά, η δουλική μίμηση ξένων προτύπων και αξιών, η βία, η εγκληματικότητα, η τοξικομανία καθώς και η υπογεννητικότητα που πλήττει κυρίως τις παραμεθόριες και ορεινές περιοχές και υποθηκεύει το μέλλον του έθνους μας, είναι αφορμή για αγώνα και ενεργοποίηση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων της κοινωνίας.
Εμείς, οι Έλληνες του 21ου αιώνα φέρουμε στους ώμους μας βαριά κληρονομιά αγώνων, θυσιών, πίστης σε ιδανικά και αξίες, πολιτισμού της ψυχής και του νού, πνευματικής ακτινοβολίας σε όλο τον κόσμο. Για να μην είναι το παρελθόν δυσβάστακτο άχθος και το μέλλον να μας γεμίζει άγχος, αυτό το τελευταίο πρέπει να το κοιτάξουμε κατάματα και θαρραλέα, αφού πρώτα έχουμε δεί στον καθρέπτη του παρελθόντος το πρόσωπο του παρόντος και του μέλλοντός μας.